Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα κράτη μέλη που διαβίβασαν στην Επιτροπή φάκελο με θετική γνώμη για τη διάθεση ΓΤΟ στην αγορά δεσμεύονται από τη γνώμη τους και πρέπει να εφαρμόσουν τις αποφάσεις της Επιτροπής. Πάντως, νέα στοιχεία που καταδεικνύουν ότι ο ΓΤΟ παρουσιάζει κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον παρέχουν τη δυνατότητα διακοπής της διαδικασίας διαθέσεως στην αγορά εν αναμονή νέας αποφάσεως της Επιτροπής.
Μια απόφαση του Γάλλου Υπουργού γεωργίας, αλιείας και τροφίμων της 5ης Φεβρουαρίου 1998 χορηγεί άδεια, σύμφωνα με την ισχύουσα γαλλική νομοθεσία, διαθέσεως στην αγορά σπόρων προερχομένων από ορισμένες γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες αραβοσίτου που παράγει η εταιρία Novartis Seeds SA.
Εξάλλου, το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει μηχανισμό αξιολογήσεως των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον που προέρχονται από τη σκόπιμη ελευθέρωση ή τη διάθεση στην αγορά γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών (στο εξής: ΓΤΟ).
Πράγματι, η σχετική κοινοτική οδηγία προβλέπει πλείονα στάδια εξετάσεως από τις εθνικές ή κοινοτικές αρχές πριν από την παροχή συγκαταθέσεως για ενδεχόμενη διάθεση στην αγορά που θα ισχύει σε όλο το έδαφος της Κοινότητας.
Η Greenpeace France και άλλες ενώσεις ζήτησαν από το γαλλικό Conseil d'Etat να ακυρώσει την απόφαση της 5ης Φεβρουαρίου 1998. Το ανώτατο γαλλικό διοικητικό δικαστήριο, κρίνοντας ότι τα επιχειρήματα που πρόβαλαν οι ενώσεις αυτές φαίνονταν σοβαρά και ικανά να δικαιολογήσουν την ακύρωση της αποφάσεως αυτής, καθόσον αυτή μπορούσε έχει σοβαρές συνέπειες, ανέστειλε την εφαρμογή της.
Κατ' ουσίαν, το Conseil d'Etat υποβάλλει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ερωτήματα ως προς τα περιθώρια ενεργείας που διαθέτει το κράτος μέλος στο πλαίσιο των μηχανισμών που καθιερώνει η κοινοτική οδηγία.
Το Δικαστήριο αναλύει τα διάφορα στάδια των μηχανισμών αυτών ενόψει της αρχής της προλήψεως.
Εάν οι αρμόδιες εθνικές αρχές στις οποίες μια εταιρία υποβάλλει αίτηση διαθέσεως ενός ΓΤΟ στην αγορά δεν απορρίπτουν την αίτηση αυτή, πρέπει να απευθύνουν υποχρεωτικά τον φάκελο στην Επιτροπή αφού εκφράσουν θετική γνώμη. Το Δικαστήριο κρίνει ότι, στο στάδιο αυτό, οι εθνικές αρχές που απευθύνονται στην Επιτροπή έχουν κάθε δυνατότητα να αξιολογήσουν τους κινδύνους. Πράγματι, η επιχείρηση πρέπει να προσκομίσει όλα τα πληροφοριακά στοιχεία ως προς τους κινδύνους που παρουσιάζει το προϊόν για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον.
Εφόσον η Επιτροπή επιληφθεί της υποθέσεως, το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει μια προθεσμία κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται διαβούλευση με τις αρμόδιες εθνικές αρχές των άλλων κρατών μελών. Η Επιτροπή πρέπει να λάβει θέση μόνο σε περίπτωση αντιρρήσεως που διατυπώνει μία από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.
Το Δικαστήριο κρίνει ακόμη ότι ο σεβασμός της αρχής της προλήψεως βρίσκει την έκφρασή του, στο εν λόγω κοινοτικό στάδιο. Πράγματι, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι οι άλλες αρμόδιες εθνικές αρχές και ενδεχομένως, σε περίπτωση διαφωνίας, οι διάφορες επιτροπές που επιλαμβάνονται εν προκειμένω των σχετικών υποθέσεων (Επιστημονική Επιτροπή για τη Διατροφή των Ζώων, Επιστημονική Επιτροπή Τροφίμων, Επιστημονική Επιτροπή Παρασιτοκτόνων) έχουν την ευχέρεια αξιολογήσεως των ενδεχομένων κινδύνων.
Το Δικαστήριο προσθέτει ότι σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, η οικεία επιχείρηση πρέπει να ενημερώνει αμέσως την αρμόδια εθνική αρχή σχετικά με τα νέα στοιχεία που παρέχουν τη δυνατότητα καλύτερης αξιολογήσεως των κινδύνων που συνεπάγεται το προϊόν για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Αλλωστε, ακόμη και μετά την άδεια διαθέσεως του προϊόντος στην αγορά, κάθε αρμόδια εθνική αρχή που έχει βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι το προϊόν συνεπάγεται κίνδυνο, μπορεί να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη χρήση του επίμαχου προϊόντος στο έδαφός της και πρέπει να πληροφορήσει σχετικά την Επιτροπή.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο κρίνει ότι ένα κράτος μέλος που διαβίβασε την αίτηση με θετική γνώμη είναι υποχρεωμένο να επιτρέψει τη διάθεση στην αγορά ενός ΓΤΟ αφού η Επιτροπή εκδώσει ευνοϊκή απόφαση. Πάντως, το Δικαστήριο κρίνει ότι το σύστημα προστασίας που καθιερώνει η οδηγία υποδηλώνει ότι το οικείο κράτος μέλος μπορεί να μη δώσει τη συγκατάθεσή του για τη διάθεση στην αγορά εάν νέα στοιχεία αποκαλύπτουν την ύπαρξη κινδύνου μετά την έκδοση της αποφάσεως της Επιτροπής. Στην περίπτωση αυτή, το εν λόγω κράτος ενημερώνει την Επιτροπή, η οποία θα πρέπει να εκδώσει νέα απόφαση λαμβάνοντας υπόψη τα νέα αυτά στοιχεία.
Αλλωστε, όταν εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει ενδεχόμενες παρατυπίες τη διενέργεια της εξετάσεως της αιτήσεως διαθέσεως στην αγορά ικανές να θέσουν εν αμφιβόλω τη νομιμότητα της διαβιβάσεως του φακέλου με θετική γνώμη στην Επιτροπή οφείλει, κατά το Δικαστήριο, να υποβάλει αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως. Πράγματι, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι το μόνο αρμόδιο δικαστήριο να αποφανθεί επί της νομιμότητας κοινοτικής πράξεως. Εάν αποδεικνυόταν η πλημμέλεια της διαδικασίας σε εθνικό επίπεδο, το Δικαστήριο θα μπορούσε να ακυρώσει την κοινοτική απόφαση που προκάλεσε την εθνική συγκατάθεση.
Ανεπίσημο έγγραφο προς χρήση των μέσων μαζικής ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Γλώσσες στις οποίες διατίθεται: όλες οι επίσημες γλώσσες
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int γύρω στις 3μ.μ. σήμερα.
Για περαιτέρω πληροφορίες, επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna, τηλ.: (352) 4303 2582 fax.: (352) 4303 2674