Η Christelle Deliège, Βελγίδα αθλήτρια τζούντο, ασχολείται με το άθλημα αυτό από το 1983 με πολύ υψηλές επιδόσεις.
Η άσκηση του τζούντο, ατομικού αθλήματος πολεμικής τέχνης, οργανώνεται σε παγκόσμια κλίμακα από τη Διεθνή Ομοσπονδία Τζούντο (Fédération internationale de judo). Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υφίσταται η Ευρωπαϊκή Ένωση Τζούντο (Union européenne de judo), μέλη της οποίας είναι οι διάφορες εθνικές ομοσπονδίες. Οι βελγικές ομοσπονδίες επιλέγουν τους αθλητές που δικαιούνται να συμμετάσχουν στα διεθνή τουρνουά.
Ενώπιον του tribunal de première instance de Namur, η C. Deliège υποστήριξε ότι οι βελγικές ομοσπονδίες εμπόδισαν κατά καταχρηστικό τρόπο την εξέλιξη της σταδιοδρομίας της, μη επιτρέποντάς της να συμμετάσχει σε σημαντικούς αγώνες. Θεωρεί ότι ασκεί οικονομική δραστηριότητα της οποίας η ελεύθερη άσκηση εξασφαλίζεται από το κοινοτικό δίκαιο.
Το βελγικό δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ερώτημα ως προς το κατά πόσον συμβιβάζονται με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ρυθμίσεις θεσπιζόμενες από αθλητικές αρχές, ιδίως ενόψει του ότι στους επαγγελματίες ή ημιεπαγγελματίες αθλητές ή στους προτιθέμενους να ασκήσουν επαγγελματική ή ημιεπαγγελματική αθλητική δραστηριότητα επιβάλλεται η υποχρέωση να λαμβάνουν άδεια από την εθνική ομοσπονδία τους προκειμένου να μετάσχουν σε διεθνείς αγώνες.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχάς ότι, σύμφωνα με τη νομολογία Bosman, οι κανόνες οργανώσεως του αθλητισμού πρέπει να τηρούν το κοινοτικό δίκαιο, στο μέτρο που η άσκηση του αθλητισμού συνιστά οικονομική δραστηριότητα υπό την έννοια της Συνθήκης.
Υπογραμμίζει ότι η νομολογία αυτή εναρμονίζεται με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ, η οποία λαμβάνει, ωστόσο, υπόψη τις ιδιομορφίες του ερασιτεχνικού αθλητισμού, δηλαδή τις καταστάσεις στις οποίες η άσκηση του αθλητισμού δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα.
Το γεγονός και μόνον ότι τα αποτελέσματα που επιτυγχάνουν οι αθλητές στους αγώνες αυτούς λαμβάνονται υπόψη προς καθορισμό των χωρών οι οποίες θα μπορούν να αποστείλουν εκπροσώπους τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν δικαιολογεί την εξομοίωση των συναντήσεων αυτών προς συναντήσεις μεταξύ εθνικών ομάδων, οι οποίες, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, μπορούν να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.
Επιπλέον, το γεγονός ότι μια αθλητική ένωση ή ομοσπονδία χαρακτηρίζει ως «ερασιτέχνες» τους αθλητές δεν είναι ικανό, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, να αποκλείσει αυτομάτως το ενδεχόμενο να ασκούν στην πραγματικότητα οι αθλητές αυτοί οικονομική δραστηριότητα.
Το Δικαστήριο διαπιστώνει, συνεπώς, ότι οι αθλητικές δραστηριότητες και, ιδίως, η συμμετοχή ενός αθλητή υψηλού επιπέδου σε διεθνή αγώνα είναι δυνατόν να ενέχουν παροχή διαφόρων χωριστών μεν, αλλά στενά συνδεομένων μεταξύ τους υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, οι αθλητές, με τη συμμετοχή τους σε αθλητικό θέαμα το οποίο το μεν κοινό μπορεί να παρακολουθήσει επί τόπου οι δε τηλεοπτικοί σταθμοί να το αναμεταδώσουν και το οποίο μπορεί να προσελκύσει το ενδιαφέρον των διαφημιστών και των χορηγών, εξασφαλίζουν το υπόβαθρο της παροχής οικονομικών υπηρεσιών.
Υπό τις συνθήκες αυτές, στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει, βάσει των παρεχομένων στοιχείων ερμηνείας, κατά πόσον οι αθλητικές δραστηριότητες της C. Deliège συνιστούν οικονομική δραστηριότητα και, ειδικότερα, παροχή υπηρεσιών.
Το Δικαστήριο εξετάζει, στη συνέχεια, κατά πόσον οι επίδικοι κανόνες επιλογής ενδέχεται να συνιστούν περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Παρατηρεί ότι, αντίθετα προς τους κανόνες που είχαν εφαρμογή στην υπόθεση Bosman, οι επίδικοι κανόνες επιλογής δεν καθορίζουν τις προϋποθέσεις προσβάσεως των επαγγελματιών αθλητών στην αγορά εργασίας και δεν περιέχουν ρήτρες ιθαγένειας περιορίζουσες τον αριθμό των υπηκόων άλλων κρατών μελών οι οποίοι μπορούν να συμμετάσχουν σε συγκεκριμένο αγώνα.
Αρκεί η διαπίστωση ότι, καίτοι ορισμένοι κανόνες επιλογής έχουν αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα τον περιορισμό του αριθμού των συμμετεχόντων σε ένα τουρνουά, ο περιορισμός αυτός είναι συμφυής με τη διεξαγωγή διεθνούς αθλητικού αγώνα υψηλού επιπέδου, η οποία προϋποθέτει αναγκαστικά τη θέσπιση ορισμένων κανόνων ή ορισμένων κριτηρίων επιλογής. Συνεπώς, οι κανόνες αυτοί δεν μπορούν, αυτοί καθαυτούς, να θεωρηθούν ως συνιστώντες περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Επιπλέον, αυτοί οι κανόνες επιλογής εφαρμόζονται τόσο στους αγώνες που διοργανώνονται στο εσωτερικό της Κοινότητας όσο και στα τουρνουά που διεξάγονται εκτός Κοινότητας και αφορούν τόσο υπηκόους των κρατών μελών όσο και υπηκόους τρίτων χωρών.
Επομένως, οι εθνικές ομοσπονδίες, οι οποίες αντικατοπτρίζουν το σύστημα οργανώσεως που απαντά στα περισσότερα αθλήματα, έχουν δικαίωμα να θεσπίζουν τους κατάλληλους κανόνες και να προβαίνουν στην επιλογή των αθλητών με βάση τους κανόνες αυτούς.
Σημείωση: Το Δικαστήριο θα εκδώσει, στις 13 Απριλίου 2000, απόφαση σχετικά με τις αθλητικές ρυθμίσεις που αφορούν τη μετεγγραφή παικτών από άλλα κράτη μέλη (απόφαση C-176/96, Lehtonen).
Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως, συμβουλευθείτε τη σελίδα Internet του Δικαστηρίου www.curia.eu.int μετά τις 15.00´.
Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna, τηλ. (00 352) 4303 - 2582 fax (00 352) 4303 - 2674.