Το Πρωτοδικείο επιβεβαιώνει το υποστατό και τη βαρύτητα των παραβιάσεων του ομίλου Volkswagen ο οποίος παρεμπόδισε την αγορά αυτοκινήτων στην Ιταλία εκ μέρους μη Ιταλών τελικών καταναλωτών. Η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο 102 000 000 ECU το Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε ουσιαστικά το πρόστιμο αυτό, απλώς περιορίζοντάς το σε 90 000 000 ευρώ
Στις 28 Ιανουαρίου 1998 η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση με την οποία επέβαλε κυρώσεις στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία VOLKSWAGEN και στις θυγατρικές της AUDI AG και AUTOGERMA SpA, λόγω παραβιάσεως κανόνων της Συνθήκης ΕΚ περί ελεύθερου ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς.
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή προσήψε στη Volkswagen ότι συνήψε με τις θυγατρικές της και με τους Ιταλούς αντιπροσώπους του δικτύου της διανομής συμφωνίες αποβλέπουσες στην απαγόρευση ή στον περιορισμό των πωλήσεων στην Ιταλία αυτοκινήτων Volkswagen και Audi προς τελικούς καταναλωτές από άλλα κράτη μέλη και προς αντιπροσώπους του δικτύου της εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη. Μεταξύ των μέσων που χρησιμοποίησε η Volkswagen προς περιορισμό αυτών των παραλλήλων εξαγωγών από την Ιταλία περιλαμβανόταν σύστημα επιβολής ποσοστώσεων επί του εφοδιασμού των Ιταλών αντιπροσώπων και σύστημα πριμοδοτήσεως το οποίο αποτελούσε αντικίνητρο για τους Ιταλούς αντιπροσώπους να πωλούν προς μη Ιταλούς πελάτες.
H Επιτροπή, διαπιστώνουσα ότι η στεγανοποίηση τμήματος της κοινής αγοράς συνιστά, εκ της φύσεώς της, σημαντική παραβίαση των ευρωπαϊκών κανόνων περί ανταγωνισμού, επέβαλε στην Volkswagen πρόστιμο ύψους 102 000 000 ECU.
Η προσφυγή της Volkswagen ενώπιον του Πρωτοδικείου με την οποία ζήτησε να ακυρωθεί η απόφαση αυτή της Επιτροπής ουσιαστικώς απορρίφθηκε.
To Πρωτοδικείο διαπιστώνει, πρώτον, το υποστατό των προσαπτομένων στη Volkswagen πράξεων: οι Ιταλοί αντιπρόσωποι της Volkswagen και της Audi παρακινήθηκαν πράγματι να πωλούν το 85 % τουλάχιστον των διαθεσίμων αυτοκινήτων στην Ιταλία, προς ζημία αγοραστών από άλλα κράτη μέλη, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να προμηθευτούν αυτοκίνητα από τους εν λόγω αντιπροσώπους σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία το χαμηλό επίπεδο τιμής τις ιταλικής λιρέτας συνεπαγόταν ευνοϊκές τιμές π.χ. για τους Γερμανούς και Αυστριακούς πελάτες.
Το Πρωτοδικείο υπενθυμίζει ότι, καίτοι αληθεύει ότι οι κατασκευαστές αυτοκινήτων μπορούν να προστατεύουν το δίκτυό τους, εντούτοις αυτό δεν τους επιτρέπει να λαμβάνουν μέτρα τα οποία συμβάλλουν στη στεγανοποίηση της αγοράς.
Το Πρωτοδικείο διαπιστώνει, όπως και η Επιτροπή, ότι η Volkswagen διέπραξε παράβαση εκ της φύσεώς της ιδιαιτέρως βαρεία, την βαρύτητά της δε επέτεινε το μέγεθος του συγκεκριμένου ομίλου. Πρέπει, επίσης, να ληφθεί υπόψη ότι η παράβαση διαπράχθηκε παρά την άφθονη νομολογία που υπάρχει σχετικά με το θέμα αυτό. Το Πρωτοδικείο τονίζει ότι μια τέτοια παράβαση αντιβαίνει προς έναν από τους θεμελιώδεις σκοπούς της Κοινότητας: την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς.
Εντούτοις, το Πρωτοδικείο μείωσε το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Volkswagen από 102 000 000 ECU σε 90 000 000 ευρώ, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη ως διάρκεια της παραβάσεως περίοδο τριών ετών (από το 1993 έως το 1996), κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε προσηκόντως την συνέχιση της παραβάσεως μετά την εν λόγω περίοδο.
Τέλος, το Πρωτοδικείο υπογραμμίζει ότι η Επιτροπή δεν συμμορφώθηκε πλήρως προς την αρχή του απορρήτου της έρευνας: πράγματι, το πρόστιμο που σχεδίαζε να επιβάλει στη Volkswagen ανακοινώθηκε στον Τύπο πριν από την έκδοση της αποφάσεως. Το Πρωτοδικείο τονίζει ότι το επαγγελματικό απόρρητο πρέπει να κατευθύνει όλες τις διαδικασίες που αφορούν επιχειρήσεις και τις εμπορικές τους σχέσεις, όσο δεν έχει ακόμα εκδοθεί οριστική απόφαση περατώνουσα τη διαδικασία.
Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται στη γαλλική και στην ελληνική γλώσσα.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int γύρω στις 3 μ.μ. σήμερα.
Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνήστε με την Estella Cigna, τηλ. (352) 43 03 2582, fax: (352) 43 03 2674.