Υποχρεούμενα να ευθυγραμμιστούν με τα κράτη αυτά, οφείλουν να προβούν σε επιστροφή των ιδίων πόρων εκ ΦΠΑ για σειρά ετών, πλέον τόκων υπερημερίας
Οι παροχές υπηρεσιών υπόκεινται στον ΦΠΑ υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση ("έκτη οδηγία ΦΠΑ" του 1977). Υπό την έννοια αυτή, περιλαμβάνονται οι οικονομικές δραστηριότητες εκμεταλλεύσεως με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.
Απαλλάσσονται οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου: δεν οφείλουν να καταβάλλουν τον ΦΠΑ στον βαθμό που ασκούν, στο πλαίσιο του ιδιαιτέρου νομικού καθεστώτος που ισχύει γι' αυτούς, τις σχετικές οικονομικές δραστηριότητες ως δημόσια εξουσία (έστω και αν εισπράττουν με την ευκαιρία αυτή δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή αμοιβές).
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Γαλλία, οι Κάτω Χώρες, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, μη επιβάλλοντας τον ΦΠΑ επί των διοδίων των δρόμων και αυτοκινητοδρόμων, δεν τηρούν το κοινοτικό δίκαιο.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει, καταρχάς, το πολύ ευρύ πεδίο εφαρμογής της ως άνω ρυθμίσεως, η οποία τυγχάνει εφαρμογής ανεξαρτήτως των σκοπών και των αποτελεσμάτων της επίδικης οικονομικής δραστηριότητας. Υπό τις συνθήκες αυτές, εκτιμά ότι οι έχοντες την εκμετάλλευση αυτοκινητοδρόμων ασκούν προφανώς οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως: θέτουν στη διάθεση των χρηστών, έναντι αμοιβής, οδική υποδομή. Οι ως άνω επιχειρηματίες, ιδιώτες ή Δημόσιο, ασκούν έτσι δραστηριότητα η οποία έγκειται σε παροχή υπηρεσίας εξ επαχθούς αιτίας. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει, λοιπόν, την ύπαρξη άμεσης σχέσεως μεταξύ των παρεχομένων υπηρεσιών - διάθεση οδικής υποδομής - και της λαμβανόμενης χρηματικής αντιπαροχής - ρύθμιση διοδίου -.
Ακολούθως, το Δικαστήριο εξετάζει αν τα πέντα αυτά κράτη μέλη μπορούν να επωφελούνται της απαλλαγής δυνάμει της οποίας οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν λογίζονται ως υποκείμενοι στον φόρο για τις πράξεις που διενεργούν ως δημόσιες αρχές.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι έπρεπε να πληρούνται δύο σωρευτικές προϋποθέσεις για την υπαγωγή στο καθεστώς αυτό απαλλαγής:
Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι, τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ιρλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, η δραστηριότητα που έγκειται στη διάθεση των χρηστών οδικής υποδομής μέσω καταβολής διοδίων ασκείται, τουλάχιστον εν μέρει, από επιχειρηματίες ιδιωτικού δικαίου. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δεν τυγχάνει εφαρμογής η απαλλαγή από τον ΦΠΑ.
Όσον αφορά τα τρία αυτά κράτη, το Δικαστήριο κλήθηκε να προσδιορίσει αν, σε περίπτωση αναγνωρίσεως παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου, η Γαλλία, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο οφείλουν να επιστρέψουν τον ΦΠΑ που θα έπρεπε να έχει εισπραχθεί προκειμένου να μη προκαλέσουν οικονομική ζημία στην Κοινότητα. Πράγματι, ο ΦΠΑ αποτελεί έναν από τους ιδίους πόρους των Κοινοτήτων, η ρύθμιση των οποίων προβλέπει την είσπραξη τόκων υπερημερίας σε περίπτωση μη καταβολής.
Όσον αφορά τις οικονομικές συνέπειες της αποφάσεώς του, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι τα τρία κράτη δεν οφείλουν να καταβάλουν a posteriori ιδίους πόρους εκ του ΦΠΑ, πλέον τόκων υπερημερίας, παρά μόνον:
Αντίθετα, η είσπραξη διοδίων αυτοκινητοδρόμων αποτελούσε ή εξακολουθούσε να αποτελεί υπόθεση οργανισμών δημοσίου δικαίου στις Κάτω Χώρες (Wejschap Tunel Dordtse Kil) και στην Ελλάδα (Ταμείο Εθνικής Οδοποιΐας)· επομένως, η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η οικεία εκμετάλλευση χωρούσε υπό συνθήκες ταυτόσημες με εκείνες που ισχύουν για ιδιώτη επιχειρηματία. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δεν καταδικάζονται οι Κάτω Χώρες και η Ελλάδα.
Σημείωση: η κατάσταση των διοδίων στην Πορτογαλία (υπόθεση C-276/98) και στην Ισπανία (υπόθεση C-83/99) εκκρεμούν επί του παρόντος ενώπιον του Δικαστήριου.
Ανεπίσημο κείμενο για χρήση από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται στη γαλλική, την αγγλική, την ολλανδική και την ελληνική γλώσσα.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int περί την 3η μεταμεσημβρινή σήμερα.
Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνείστε με την Estella Cigna, τηλ. (352) 43 03 2582 και fax (352) 43 03 2674.