Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 70/00

3 Οκτωβρίου 2000

Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-303/98

Sindicato de Medicos de Asistencia Publica (SIMAP) και Conselleria de Sanidad y Consumo de la Generalidad Valenciana

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΙΑΤΡΟΥΣ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ


Το Δικαστήριο αποφαίνεται επί της εφαρμογής επί του ιατρικού προσωπικού των ομάδων πρώτων βοηθειών διαφόρων διατάξεων των κοινοτικών οδηγιών σχετικά με τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων

Το SIMAP είναι το συνδικαλιστικό όργανο των ιατρών του δημόσιου συστήματος υγείας της Περιφέρειας της Βαλένθιας. Με προσφυγή που άσκησε κατά του Υπουργείου Υγείας της εν λόγω Περιφέρειας, ζήτησε να εφαρμοστούν ορισμένες διατάξεις σχετικά με τη διάρκεια και την οργάνωση του χρόνου εργασίας του ιατρικού προσωπικού που υπηρετεί στις ομάδες πρώτων βοηθειών των κέντρων υγείας.

Κατά το συνδικαλιστικό αυτό όργανο, οι ιατροί αυτοί υποχρεούνται να εργάζονται χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό και χωρίς κανένα ημερήσιο, εβδομαδιαίο, μηνιαίο ή ετήσιο ανώτατο όριο.

Το Tribunal Superior de Justicia de la Comunidad Valenciana υποβάλλει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ορισμένα ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των κανόνων του κοινοτικού δικαίου σχετικά με την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων και σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας.

Το Δικαστήριο διαπιστώνει κατ' αρχάς ότι οι κανόνες του κοινοτικού δικαίου σχετικά με τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία, και ειδικότερα η οδηγία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας, εφαρμόζονται στη δραστηριότητα των ιατρών των ομάδων πρώτων βοηθειών. Οι εν λόγω ιατροί δεν ανήκουν στις επαγγελματικές κατηγορίες (που έχουν σχέση με την άσκηση ιδιαίτερων

δραστηριοτήτων του δημόσιου τομέα, π.χ. των προοριζόμενων να διασφαλίζουν τη δημόσια τάξη και ασφάλεια) που οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου εξαιρούν, λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους, από το πεδίο εφαρμογής τους.

Το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον οι εφημερίες τις οποίες πραγματοποιούν οι ιατροί αυτοί είτε υπό το καθεστώς της φυσικής παρουσίας τους στο κέντρο υγείας είτε υπό το καθεστώς της συνεχούς δυνατότητας επικοινωνίας μαζί τους πρέπει να θεωρηθούν, από την άποψη του κοινοτικού δικαίου, ως χρόνος εργασίας, δηλαδή μέρος της περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας ο εργαζόμενος βρίσκεται στην εργασία και ασκεί τη δραστηριότητα ή τα καθήκοντά του.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι σκοπός της οδηγίας είναι η εξασφάλιση της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν ορισμένες ελάχιστες περιόδους αναπαύσεως και κατάλληλα διαλείμματα εργασίας.

Κατά το Δικαστήριο, οι εφημερίες τις οποίες πραγματοποιούν οι ιατροί υπό το καθεστώς της φυσικής παρουσίας τους στο κέντρο υγείας ενέχουν τα χαρακτηριστικά στοιχεία της έννοιας του χρόνου εργασίας. Αντίθετα, όταν απλώς υπάρχει δυνατότητα συνεχούς επικοινωνίας μαζί τους, το Δικαστήριο κρίνει ότι υπόκεινται σε λιγότερους περιορισμούς κατά τη διαχείριση του χρόνου τους: μόνον ο χρόνος της πραγματικής παροχής πρώτων βοηθειών πρέπει να θεωρηθεί χρόνος εργασίας.

Το Δικαστήριο κρίνει επίσης ότι η εργασία που παρέχουν οι ιατροί των ομάδων πρώτων βοηθειών κατά τις εφημερίες τους αποτελεί εργασία κατά βάρδιες υπό την έννοια του κοινοτικού δικαίου: οι εν λόγω εργαζόμενοι διαδέχονται ο ένας τον άλλον στις ίδιες θέσεις εργασίας εκ περιτροπής, πράγμα το οποίο τους υποχρεώνει να επιτελούν μια εργασία σε διαφορετικές ώρες σε μια δεδομένη περίοδο ημερών ή εβδομάδων.

Τέλος, το Δικαστήριο κρίνει ότι η συναίνεση των ατόμων τα οποία αφορούν οι ενδεχομένως ισχύουσες παρεκκλίσεις από την κοινοτική ρύθμιση περί χρόνου εργασίας είναι αναγκαία, καθόσον η συναίνεση αυτή δεν μπορεί να αντικατασταθεί από συλλογική σύμβαση εργασίας.

Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τα μέσα ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες.

Internet www.curia.eu.int

Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνήστε με την Estella Cigna, τηλ. (00352) 43 03 2582, fax: (352) 43 03 2674.