Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 72/2000

5 Οκτωβρίου 2000

Αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις C-376/98 και C-74/99

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως
The Queen κατά Secretary of State for Health and Others ex parte: Imperial Tobacco Ltd κ.λπ.

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΚΥΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΙΑΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ


Ο κοινοτικός νομοθέτης δεν ήταν αρμόδιος για την έκδοση της οδηγίας βάσει των διατάξεων περί της εγκαθιδρύσεως της εσωτερικής αγοράς, του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Στις 6 Ιουλίου 1998 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν, βάσει των ανωτέρω διατάξων, οδηγία περί προσεγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού. Η οδηγία αυτή, που θεσπίζει γενική απαγόρευση της διαφημίσεως και της χορηγίας υπέρ των εν λόγω προϊόντων, εκδόθηκε προκειμένου να εξαλειφθούν τα κωλύματα στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, τα οποία απορρέουν από τα εμπόδια στην κυκλοφορία των προϊόντων και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, καθώς και από τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που δημιουργούν οι διαφορές στις εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις οι οποίες υπάρχουν στον τομέα αυτόν.

Το Δικαστήριο επιλήφθηκε δύο υποθέσεων σχετικών με το κύρος της οδηγίας αυτής, η πρώτη από τις οποίες αφορούσε προσφυγή ακυρώσεως την οποία άσκησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η δεύτερη ένα προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το High Court of Justice, στο πλαίσιο μιας προσφυγής που άσκησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο ορισμένοι παραγωγοί προϊόντων καπνού (Imperial Tobacco κ.λπ.).

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και οι παραγωγοί προϊόντων καπνού ισχυρίστηκαν, μεταξύ άλλων, κατ' αρχάς, ότι η οδηγία αποτελεί στην πραγματικότητα μέτρο που σκοπεί στην προστασία της δημόσιας υγείας, του οποίου τα αποτελέσματα στην εσωτερικής αγορά, αν υποτεθεί ότι υπάρχουν, είναι αμιγώς παρεπόμενα, και, στη συνέχεια, ότι η οδηγία δεν αποτελεί εν πάση περιπτώσει πράξη σκοπούσα στην υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς.

Το Δικαστήριο ακυρώνει σήμερα την οδηγία αυτή, με την αιτιολογία ότι ο κοινοτικός νομοθέτης δεν ήταν αρμόδιος να την εκδώσει βάσει των διατάξεων που αφορούν την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη αποκλείει την εναρμόνιση των διατάξεων των κρατών μελών που σκοπούν στην προστασία και στη βελτίωση της υγείας των ανθρώπων, αλλά κρίνει ότι ο αποκλεισμός αυτός δεν συνεπάγεται ότι τα μέτρα εναρμονίσεως που θεσπίζονται βάσει άλλων διατάξεων της Συνθήκης δεν μπορούν να ασκούν επιρροή στην προστασία της υγείας των ανθρώπων.

Ο κοινοτικός νομοθέτης μπορεί να βασίζεται στις διατάξεις που αφορούν την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, το δικαίωμα εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ακόμη και αν η προστασία της υγείας των ανθρώπων είναι καθοριστική για τις επιλογές που πρέπει να γίνουν, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση των διατάξεων αυτών, δηλαδή οσάκις τα μέτρα που λαμβάνονται έχουν πράγματι ως αντικείμενο τη βελτίωση των συνθηκών εγκαθιδρύσεως και λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο ελέγχει αν η οδηγία συντελεί πράγματι στην εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών καθώς και στην εξάλειψη των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

Το Δικαστήριο κρίνει ότι η γενική απαγόρευση της διαφημίσεως για μεγάλο μέρος των μορφών που μπορεί να λάβει (αφίσες, ομπρέλες, σταχτοδοχεία και αντικείμενα που χρησιμοποιούνται στα ξενοδοχεία, διαφημιστικά μηνύματα στον κινηματογράφο) ουδόλως συντελεί στη διευκόλυνση του εμπορίου των εν λόγω προϊόντων. Εξάλλου, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η οδηγία δεν διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις αυτές.

Όσον αφορά την εξάλειψη των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα αποτελέσματα των πλεονεκτημάτων των οποίων τυγχάνουν τα διαφημιστικά γραφεία και οι κατασκευαστές διαφημιστικών μέσων που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφος κρατών μελών των οποίων οι νομοθεσίες δεν είναι περιοριστικές δεν είναι αισθητά. Τα αποτελέσματα αυτά δεν μπορούν να συγκριθούν με τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που οφείλονται, επί παραδείγματι, στις διαφορές του κόστους παραγωγής. Εξάλλου, η ευρεία απαγόρευση της διαφημίσεως των προϊόντων καπνού ισοδυναμεί, κατά το Δικαστήριο, με περιορισμό εντός όλων των κρατών μελών των μέσων που διαθέτουν οι επιχειρηματίες για να έχουν πρόσβαση ή για να παραμείνουν στην αγορά.

Ωστόσο, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι διατάξεις της Συνθήκης που αφορούν την εσωτερική αγορά επιτρέπουν τη θέσπιση μερικών μέτρων που απαγορεύουν ορισμένες μορφές διαφημίσεως και χορηγίας υπέρ των προϊόντων καπνού. Όσον αφορά τη χορηγία, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ ορισμένων εθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων που αφορούν τη διαφήμιση του καπνού, όπως η απαγόρευση της χορηγίας εντός ορισμένων κρατών μελών και η μη απαγόρευσή της εντός άλλων, συνεπάγονται τη μεταφορά σε άλλο τόπο της διεξαγωγής ορισμένων αθλητικών αναμετρήσεων, πράγμα που συνεπάγεται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που έχουν σχέση με τέτοιες αναμετρήσεις.

Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, που δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες.

Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας στο Internet www.curia.eu.int περίπου ώρα 15.00 σήμερα.

Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνήστε με την κα Estella Cigna, τηλ. (352) 43 03 2582 fax (352) 43 03 2674.