Tο παρόν Ανακοινωθέν Τύπου δεν δεσμεύει το Δικαστήριο και προορίζεται αποκλειστικά για τον Τύπο. Για περαιτέρω πληρoφορίες ή για αντίγραφο της αποφάσεως, αποταθείτε στον κ. Tom Kennedy, τηλ.: 4303-3355 ή στην κ. Ursula Smyth, τηλ.: 4303-3366 ή αποστείλτε τηλεομοιοτυπία στο 4303-2500.
Το 1991, οι ιρλανδικές αρχές εξήγγειλαν ένα σχέδιο περί κατασκευής κέντρου παρατηρήσεως της φύσεως στο Mullaghmore εντός του Burren National Park στη δυτική Ιρλανδία. Για το σχέδιο αυτό πρότειναν να χρησιμοποιηθούν κεφάλαια των διαρθρωτικών ταμείων. Κατόπιν αντιρρήσεων που εξέφρασε, μεταξύ άλλων, το WWF (Worlwide Fund for Nature), η Επιτροπή προέβη σε έρευνα σχετικά με το εν λόγω σχέδιο, κατέληξε όμως στο ότι αυτό δεν συνιστούσε παράβαση των διατάξεων περί περιβάλλοντος του κοινοτικού δικαίου και ότι ουδέν εμπόδιο υφίστατο προκειμένου το σχέδιο να χρηματοδοτηθεί από τα διαρθρωτικά ταμεία. Η προσφυγή ακυρώσεως που άσκησαν κατά της εν λόγω αποφάσεως της Επιτροπής το WWF (UK) και το An Taisce δεν ευδοκίμησε.
Ακολούθως, ο δικηγόρος του WWF (UK) (στο εξής: προσφεύγον), ζήτησε εγγράφως από την Επιτροπή να του επιτραπεί η πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα της Επιτροπής που αφορούν την από μέρους της εξέταση του σχεδίου Mullaghmore και, ειδικότερα, την εξέταση του ζητήματος αν για το σχέδιο αυτό μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κεφάλαια των διαρθρωτικών ταμείων. Με έγγραφα της 17ης Νοεμβρίου και της 24ης Νοεμβρίου 1994, ορισμένοι υπάλληλοι της ΓΔ XI (Περιβάλλον) και της ΓΔ XVI (Περιφερειακές Πολιτικές) πληροφόρησαν το προσφεύγον σχετικά με την απόρριψη της αιτήσεως αυτής.
Μη αποδεχόμενος τις αρνήσεις αυτές, ο δικηγόρος του προσφεύγοντος υπέβαλε στον Γενικό Γραμματέα της Επιτροπής επαναληπτικές αιτήσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ο "Κώδικας Συμπεριφοράς σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της Επιτροπής και του Συμβουλίου".
Με έγγραφο της 2ας Φεβρουαρίου 1995, ο Γενικός Γραμματέας επιβεβαίωσε την απόρριψη των αιτήσεων που είχαν υποβληθεί στις Γενικές Διευθύνσεις ΧΙ και XVI και επανέλαβε τις αιτιολογίες τις οποίες είχαν επικαλεστεί οι εν λόγω υπηρεσίες.
Κατά συνέπεια, το προσφεύγον ζήτησε από το Πρωτοδικείο να ακυρώσει την απόφαση που περιέχεται στο έγγραφο αυτό.
Βάσει δηλώσεων που περιέχονται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή 'Ενωση (Συνθήκη του Μάαστριχτ) και διατυπώθηκαν στις Ευρωπαϊκές Συνόδους Κορυφής που πραγματοποιήθηκαν στο Birmingham και το Εδιμβούργο το 1992, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συνέταξαν τον προαναφερθέντα κώδικα συμπεριφοράς και δεσμεύτηκαν να τον θέσουν σε εφαρμογή πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994. Προς τούτο, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 94/90, με την οποία θεσπίστηκε επισήμως ο κώδικας και η οποία περιείχε σε παράρτημά της το πλήρες κείμενό του.
Ο κώδικας στηρίζεται στην αρχή ότι "το κοινό θα έχει την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της Επιτροπής και του Συμβουλίου" και ορίζει τον όρο "έγγραφο", ενώ επίσης εκθέτει τους κανόνες που διέπουν τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων προσβάσεως σε έγγραφα και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται όταν το οικείο όργανο έχει την πρόθεση να απορρίψει μια τέτοια αίτηση.
Τέλος, ο κώδικας συμπεριφοράς προβλέπει τους λόγους για τους οποίους ένα όργανο μπορεί να απορρίψει αίτηση προσβάσεως σε έγγραφα. Συγκεκριμένα, προβλέπει ότι "τα θεσμικά όργανα αρνούνται την πρόσβαση σε έγγραφο του οποίου η κοινολόγηση είναι δυνατόν να αποβεί εις βάρος της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος" (έννοια περιλαμβάνουσα τις δικαστικές διαδικασίες, επιθεωρήσεις και έρευνες). Προβλέπεται επίσης ότι τα εν λόγω όργανα μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση "για να προστατεύσουν το συμφέρον του θεσμικού οργάνου σε συνάρτηση με το απόρρητο των διαβουλεύσεών του".
Το Πρωτοδικείο εξέτασε, πρώτον, τη νομική ισχύ που πρέπει να αποδοθεί στην απόφαση 94/90 και, δεύτερον, το περιεχόμενο των εξαιρέσεων που προβλέπονται στον κώδικα. Το Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι η Επιτροπή, θεσπίζοντας την εν λόγω απόφαση, κατέστησε γνωστό στους πολίτες που επιδιώκουν πρόσβαση στα έγγραφα που κατέχει ότι οι αιτήσεις τους θα εξετάζονται βάσει των προς τούτο προβλεπομένων διαδικασιών, προϋποθέσεων και εξαιρέσεων. Η απόφαση 94/90 είναι ικανή να απονέμει σε τρίτους δικαιώματα που η Επιτροπή υποχρεούται να σέβεται, έστω και αν η απόφαση αυτή συνεπάγεται πράγματι μια σειρά υποχρεώσεων που η Επιτροπή έχει εκουσίως αναλάβει ως μέτρα εσωτερικής οργανώσεως.
'Οσον αφορά το περιεχόμενο των εξαιρέσεων που προβλέπονται στον κώδικα συμπεριφοράς, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι οι λόγοι απορρίψεως μιας αιτήσεως προσβάσεως σε έγγραφα της Επιτροπής πρέπει να ερμηνεύονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην καθίσταται αδύνατη η πραγματοποίηση του σκοπού της διαφάνειας, που απαιτείται βάσει των δηλώσεων των κρατών μελών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το Πρωτοδικείο διαπίστωσε ότι ο κώδικας συμπεριφοράς περιλαμβάνει δύο κατηγορίες εξαιρέσεων από τη γενική αρχή της προσβάσεως των πολιτών στα έγγραφα της Επιτροπής και ότι, αφού η διατύπωση του κειμένου της πρώτης κατηγορίας έχει επιτακτικό χαρακτήρα, εξ αυτού έπεται ότι η Επιτροπή υποχρεούται να αρνείται την πρόσβαση στα έγγραφα που εμπίπτουν σε μια από τις εξαιρέσεις αυτής της κατηγορίας, όταν αποδεικνύεται ότι συντρέχουν οι σχετικές περιστάσεις.
Αντιθέτως, το Πρωτοδικείο διαπίστωσε ότι, στο πλαίσιο της δεύτερης κατηγορίας, η Επιτροπή απολαύει μιας εξουσίας εκτιμήσεως η οποία της επιτρέπει να απορρίπτει, ενδεχομένως, μια αίτηση προσβάσεως σε έγγραφα που έχουν σχέση με διαβουλεύσεις της. Παρ' όλ' αυτά, το Πρωτοδικείο τόνισε ότι η Επιτροπή οφείλει να ασκεί την εν λόγω εξουσία εκτιμήσεως σταθμίζοντας, πράγματι, αφενός, το συμφέρον του πολίτη να του επιτραπεί η πρόσβαση στα έγγραφα αυτά και, αφετέρου, το δικό της συμφέρον να διαφυλάξει το απόρρητο των διαβουλεύσεών της.
Το Πρωτοδικείο θεώρησε ότι η η προβλεπόμενη στον κώδικα συμπεριφοράς διάκριση μεταξύ των δύο κατηγοριών εξηγείται από τη φύση των συμφερόντων των οποίων η προστασία επιδιώκεται με τις αντίστοιχες κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία, στην οποία συγκεντρώνονται οι "υποχρεωτικές εξαιρέσεις", προστατεύει τα συμφέροντα τρίτων ή του κοινού γενικώς, ενώ, στο πλαίσιο της δεύτερης κατηγορίας, η οποία αφορά εσωτερικές διαβουλεύσεις του οργάνου, διακυβεύονται μόνο τα συμφέροντα του οργάνου αυτού.
Ενόψει των παρατηρήσεων αυτών, το Πρωτοδικείο εξέτασε αν συντρέχουν ως προς τα έγγραφα τα σχετικά με έρευνα επί ενδεχομένης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να μπορεί η Επιτροπή να επικαλεστεί την εξαίρεση που αντλείται από την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και εμπίπτει στην πρώτη κατηγορία εξαιρέσεων.
Συναφώς, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η εχεμύθεια που τα κράτη μέλη δικαιούνται να αναμένουν από την Επιτροπή σε τέτοιες καταστάσεις δικαιολογεί, στο πλαίσιο της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, την άρνηση προσβάσεως στα έγγραφα τα σχετικά με έρευνες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να καταλήξουν σε διαδικασία λόγω παραβάσεως ακόμα και ύστερα από την παρέλευση ορισμένου χρόνου από το πέρας των ερευνών αυτών.
Ακολούθως, το Πρωτοδικείο επισήμανε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να αρκείται στην επίκληση ενδεχόμενης κινήσεως διαδικασίας λόγω παραβάσεως προκειμένου να δικαιολογήσει, στο πλαίσιο της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, την άρνηση προσβάσεως στο σύνολο των εγγράφων που αφορά η αίτηση ενός πολίτη. Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή υποχρεούται να αναφέρει, τουλάχιστον κατά κατηγορία εγγράφων, τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι τα μνημονευόμενα στην προς αυτήν αίτηση έγγραφα συνδέονται με την ενδεχόμενη κίνηση διαδικασίας λόγω παραβάσεως. Η Επιτροπή οφείλει να διευκρινίζει το θέμα με το οποίο έχουν σχέση τα έγγραφα και, συγκεκριμένα, εάν αυτά αφορούν δραστηριότητες επιθεωρήσεως ή έρευνας που συνεπάγεται η διαπίστωση ενδεχόμενης παραβάσεως του κοινοτικού δικαίου.
Το Πρωτοδικείο, αφού εξέτασε το κείμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως και των εγγράφων της ΓΔ ΧVΙ και της ΓΔ ΧΙ, έκρινε ότι η Επιτροπή παρέλειψε να εκθέσει τους λόγους της αποφάσεώς της, όπως απαιτείται από το άρθρο 190 της Συνθήκης, και, συγκεκριμένα, παρέλειψε να διευκρινίσει σε ποιες από τις εξαιρέσεις του κώδικα συμπεριφοράς στηρίχθηκε και να προσδιορίσει την κατηγορία ή τις κατηγορίες στις οποίες ενέπιπταν τα έγγραφα. Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.