ΤΜΗΜΑ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ 26/97

15 ΜΑΙΟΥ 1997

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Francis Jacobs στην υπόθεση C-409/95
Hellmut Marschall κατά Land Nordrhein-Westfalen

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ KALANKE


Ο γενικός εισαγγελέας Francis Jacobs πρότεινε στο Δικαστήριο να εμμείνει στη συλλογιστική που ακολούθησε με την απόφασή του στην υπόθεση Kalanke τον Οκτώβριο 1995 και να αποφανθεί ότι, ακόμη και αν οι εθνικές διατάξεις περιλαμβάνουν ρήτρα προτιμήσεως για ειδικούς λόγους ανδρός υποψηφίου, η οδηγία περί της ίσης μεταχειρίσεως δεν επιτρέπει αυτές οι διατάξεις να ορίζουν ότι, αν απασχολούνται λιγότερες γυναίκες απ' ό,τι άνδρες στη σχετική θέση προαγωγής μιας σταδιοδρομίας, οι γυναίκες πρέπει να προτιμώνται σε περίπτωση ίσων προσόντων των ανδρών και των γυναικών υποψηφίων για την προαγωγή.

Το ιστορικό της υποθέσεως

Ο Marschall, καθηγητής στο Schwerte, Γερμανία, υπέβαλε αίτηση για θέση προαγωγής. Πληροφορήθηκε ότι μία γυναίκα υποψηφία επρόκειτο να διορισθεί στη θέση: οι δύο υποψήφιοι ήταν εξίσου κατάλληλοι και, επειδή λιγότερες γυναίκες απ' ό,τι άνδρες απασχολούνταν στη σχετική μισθολογική και βαθμολογική κατηγορία, η γυναίκα υποψηφία έπρεπε να προαχθεί δυνάμει του νόμου περί δημοσίων υπαλλήλων του Land Nordrhein-Westfalen. Ο Marschall άσκησε προσφυγή ζητώντας να υποχρεωθεί η καθής αρχή να διορίσει αυτόν στην εν λόγω θέση. Το Verwaltungsgericht (διοικητικό δικαστήριο) Gelsenkirchen είχε αμφιβολίες κατά πόσον η γερμανική νομοθεσία ήταν συμβατή προς το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 4, της οδηγίας περί ίσης μεταχειρίσεως. Για τον λόγο αυτό, το Verwaltungsgericht ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Κατά την έγγραφη διαδικασία και κατά την επ' ακροτηρίου διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, κατέθεσαν παρατηρήσεις υπέρ του Land Nordrhein-Westfalen η Αυστριακή, η Φινλανδική, η Γαλλική, η Ολλανδική, η Νορβηγική, η Σουηδική, η Ισπανική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Το νομικό πλαίσιο

Ο σκοπός της οδηγίας περί της ίσης μεταχειρίσεως έγκειται στην εφαρμογή εντός των κρατών μελών της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά ειδικότερα την πρόσβαση στην απασχόληση, περιλαμβανομένης και της προαγωγής.

Το άρθρο 2 της οδηγίας προβλέπει ότι η αρχή αυτή συνεπάγεται την απουσία κάθε διακρίσεως που βασίζεται στο φύλο είτε άμεσα είτε έμμεσα, σε συσχετισμό, ιδίως, με την οικογενειακή κατάσταση. Το άρθρο 2, παράγραφος 4, προβλέπει εξαίρεση από τη γενική αυτή αρχή όσον αφορά μέτρα που αποσκοπούν 'στην προώθηση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών, ιδίως διά της άρσεως των ανισοτήτων που εκδηλώνονται στην πράξη και οι οποίες ανισότητες θίγουν τις ευκαιρίες των γυναικών'. Η παρούσα υπόθεση αφορά το εύρος της εξαιρέσεως αυτής, το οποίο είχε προηγουμένως κριθεί από το Δικαστήριο με την απόφασή του στην υπόθεση Kalanke.

Ο ρόλος του γενικού εισαγγελέα

Η αποστολή του γενικού εισαγγελέα έγκειται στο να συνδράμει το Δικαστήριο διατυπώνοντας αιτιολογημένες προτάσεις επί της υποθέσεως, οι οποίες περιλαμβάνουν σύσταση ως προς την απάντηση που το Δικαστήριο θα πρέπει να δώσει στο υποβληθέν από το Verwaltungsgericht ερώτημα. Ενεργεί με πλήρη αμεροληψία και ανεξαρτησία εντούτοις, οι προτάσεις του δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο.

Οι προτάσεις

Ο γενικός εισαγγελέας τόνισε ότι, στην υπόθεση αυτή, δεν ζητήθηκε από το Δικαστήριο - ούτε θα ήταν ορθό να του ζητηθεί - να αποφανθεί επί του ευκταίου θετικής διακρίσεως ή θετικής ενέργειας εν γένει: το ερώτημα που του υποβλήθηκε αφορά μόνο το συμβατό του αμφισβητουμένου εθνικού κανόνα προς δύο συγκεκριμένες διατάξεις της οδηγίας.

Στη συνέχεια εξέτασε την προηγουμένη νομολογία του Δικαστηρίου στον τομέα αυτό, ειδικότερα την υπόθεση Kalanke. Στην υπόθεση αυτή, το Δικαστήριο είχε κρίνει ότι εθνικές διατάξεις, οι οποίες εξασφαλίζουν στις γυναίκες 'απόλυτη και από ουδεμία προϋπόθεση εξαρτωμένη' προτεραιότητα επί διορισμού ή προαγωγής, βαίνουν πέραν της προωθήσεως ίσων ευκαιριών και υπερβαίνουν τα όρια της εξαιρέσεως του άρθρου 2, παράγραφος 4, της οδηγίας.

Κατά τον γενικό εισαγγελέα, είναι σαφές ότι η συγκεκριμένη διάταξη που αμφισβητείται στην παρούσα υπόθεση εισάγει, επομένως, δυσμενείς διακρίσεις και, συνεπώς, είναι ασύμβατη προς την οδηγία, εκτός αν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εξαιρέσεως του άρθρου 2, παράγραφος 4, ως αποτέλεσμα εκ της εφαρμογής ρήτρας στο εθνικό δίκαιο, σύμφωνα με την οποία μπορούν να υπερισχύσουν συγκεκριμένοι λόγοι

αφορώντες τον άλλο (άνδρα) υποψήφιο.

Το Land Nordrhein-Westfalen, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ορισμένες από τις κυβερνήσεις υποστήριξαν ότι η ελαστικότητα της εθνικής διατάξεως στην παρούσα υπόθεση - δηλαδή η ύπαρξη της ρήτρας προτιμήσεως - είναι επαρκής λόγος για να διαφοροποιηθεί η παρούσα υπόθεση από την απόφαση στην υπόθεση Kalanke εφόσον δεν εξασφαλίζεται στις γυναίκες απόλυτη και από ουδεμία προϋπόθεση εξαρτωμένη προτεραιότητα. Ο γενικός εισαγγελέας διαπίστωσε, εντούτοις, ότι το επιχείρημα αυτό είχε αρκετά μειονεκτήματα.

Κατά την άποψή του, η διάκριση μεταξύ ισότητας ως προς τις ευκαιρίες και ισότητας ως προς το αποτέλεσμα, στην οποία στηρίζεται η συλλογιστική του Δικαστηρίου στην υπόθεση Kalanke, ήταν εννοιολογικώς σαφής. Επομένως, κατά την άποψή του, συνήθως είναι εμφανές ένα δεδομένο μέτρο σε ποια από τις δύο περιπτώσεις ανήκει. Στη συνέχεια εξέτασε αν η ρήτρα της αμφισβητουμένης εθνικής διατάξεως επηρεάζει το συμπέρασμα ότι η διάταξη είναι παράνομη και συμπέρανε ότι αυτό δεν συμβαίνει.

Κατ' αρχάς, σε περίπτωση εφαρμογής της ρήτρας προτιμήσεως απλώς εκτοπίζεται η διάταξη περί προτιμήσεως των γυναικών σε μία συγκεκριμένη περίπτωση δεν αλλάζει την εισάγουσα διακρίσεις φύση της διατάξεως γενικώς. Επιπλέον, η έκταση της αμφισβητουμένης ρήτρας προτιμήσεως στην παρούσα υπόθεση είναι ασαφής.

Εν πάση περιπτώσει, μία τέτοια ρήτρα θα μπορούσε να καθιστά συμβατή τη διάταξη προς την οδηγία αν η ίδια η ρήτρα ήταν παραδεκτή. Ο γενικός εισαγγελέας δεν έκρινε ότι αυτό συμβαίνει. Κατά τη γνώμη του, η ρήτρα φαίνεται να συνεπάγεται ότι τα καλούμενα 'παραδοσιακά δευτερεύοντα κριτήρια' (όπως οι συζυγικές ή οικογενειακές καταστάσεις), τα οποία εισάγουν καθεαυτά δυσμενείς διακρίσεις, εφαρμόζονται οσάκις εφαρμόζεται η ρήτρα. Αν μία απόλυτη διάταξη παρέχουσα προτίμηση στις γυναίκες βάσει του φύλου τους είναι παράνομη, τότε μία εξαρτωμένη από προϋποθέσεις διάταξη, η οποία είτε παρέχει προτίμηση στις γυναίκες βάσει του φύλου τους είτε παρέχει προτίμηση στους άνδρες βάσει κριτηρίων τα οποία ανεγνωρισμένως εισάγουν διακρίσεις, πρέπει κατά μείζονα λόγο να είναι παράνομη.

Καταλήγοντας, ο γενικός εισαγγελέας προσέθεσε κάποιες παρατηρήσεις ως προς τα είδη των μέτρων, τα οποία ενδεχομένως εμπίπτουν εντός του πεδίου εφαρμογής της εξαιρέσεως του άρθρου 2, παράγραφος 4, και επανέλαβε ότι, επικυρώνοντας μία ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 4, η οποία αποκλείει μέτρα τα οποία παρέχουν απευθείας προτίμηση στην προαγωγή ή τον διορισμό γυναικών σε τομείς όπου αυτές υποεκπροσωπούνται, δεν εκφράζει οποιαδήποτε άποψη ως προς το κατ' αρχήν επιθυμητό τέτοιων μέτρων.

Μετά την εκφώνηση των προτάσεών του κατά τη σημερινή συνεδρίαση, το Δικαστήριο θα μελετήσει επισταμένως την υπόθεση και θα εκδώσει την απόφασή του σε μελλοντική ημερομηνία, η οποία θα ανακοινωθεί στο κοινό σε εύθετο χρόνο.

Το παρόν ανακοινωθέν τύπου είναι ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο αποκλειστικώς για τον Τύπο. Είναι διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες. Για περαιτέρω πληροφορίες ή για ένα αντίγραφο των προτάσεων επικοινωνείστε με την Estella Cigna, τηλέφωνο 00352 4303 2582.