TMHMA TYΠΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝΤΥΠΟΥΑΡΙΘ. 70/1997

23 Οκτωβρίου 1997 (1)

Αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις

C-157/94, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών
C-158/94, Επιτροπή κατά Ιταλίας
C-159/94, Επιτροπή κατά Γαλλίας
C-160/94, Επιτροπή κατά Ισπανίας

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ / ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΕΡΙΟΥ


Το 1994, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζήτησε από το Δικαστήριο να καταδικάσει τις Κάτω Χώρες, την Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία για τα αντίστοιχα συστήματα εθνικού μονοπωλίου εισαγωγής/εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος (και αερίου, όσον αφορά τη Γαλλία).

Τα διάφορα εθνικά συστήματα

Στις Κάτω Χώρες, ο Electriciteitswet του 1989 ορίζει ότι οι τελικοί καταναλωτές έχουν το δικαίωμα να εισάγουν ηλεκτρικό ρεύμα για τις δικές τους ανάγκες και μόνον, αλλά, όσον αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα με τάση υψηλότερη των 500 V, μόνον η εταιρία NV Samenwerkende Electriciieitsproduktiebedrijeven επιτρέπεται να εισάγει ηλεκτρικό ρεύμα προοριζόμενο για δημόσια διανομή.

Στην Iταλία, ο νόμος 1643 του 1962 εθνικοποίησε τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας: όλες οι δραστηριότητες παραγωγής, εισαγωγής, εξαγωγής, καθώς και μεταφοράς, μετατροπής, διανομής και πωλήσεως ηλεκτρικού ρεύματος έχουν αναθετεί στην ENEL, εθνικό οργανισμό στον οποίο μεταβιβάστηκαν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις που ασκούσαν δραστηριότητα στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές απαιτείται η χορήγηση αδείας από το Υπουργείο Δημοσίων Έργων.

Στη Γαλλία, ο νόμος 46-628 του 1946 εθνικοποίησε όλες τις δραστηριότητες παραγωγής, μεταφοράς, διανομής, εισαγωγής και εξαγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και αερίου και τις παραχώρησε σε εθνικοποιημένες επιχειρήσεις τις οποίες διαχειρίζονται δημόσιοι οργανισμοί (EDF και GDF). Ωστόσο, οι εισαγωγές, οι εξαγωγές και η μεταφορά ηλεκτρικού ρεύματος πραγματοποιούνται αποκλειστικά από την EDF· ομοίως, οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αερίου πραγματοποιούνται από την GDF.

Στην Ισπανία, ο νόμος 49/84 του 1984 ορίζει ότι μια κρατική εταιρία, η οποία, εν προκειμένω, είναι η Red Elιctrica de Espaρa, διαχειρίζεται το εθνικό σύστημα ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσεως, ως δημόσια υπηρεσία.

Και στις τέσσερις αυτές υποθέσεις, η Επιτροπή έκρινε ότι οι εθνικοί κανόνες μπορεί να περιορίζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και ότι κατά συνέπεια αντίκεινται προς τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και προς την επιταγή της διαρρυθμίσεως των εθνικών μονοπωλίων εμπορικού χαρακτήρα, τα οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους απευθείας ή κατά παραχώρηση, με σκοπό την εξάλειψη κάθε διακρίσεως μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών. Η Επιτροπή υποστήριξε ότι ένα εθνικό μονοπώλιο εισαγωγής εμποδίζει τους παραγωγούς των άλλων κρατών μελών να πωλούν ηλεκτρικό ρεύμα (και αέριο, όσον αφορά τη Γαλλία) στην ολλανδική, ιταλική, γαλλική και ισπανική επικράτεια, σε πελάτες άλλους εκτός από το μονοπώλιο. Εξάλλου, ένας πιθανός πελάτης ο οποίος βρίσκεται σε ένα από αυτά τα κράτη μέλη δεν μπορεί να επιλέγει ελεύθερα την πηγή εφοδιασμού του σε ηλεκτρικό ρεύμα από άλλα κράτη μέλη. Ως προς τα αποκλειστικά δικαιώματα εξαγωγής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο κάτοχος των αποκλειστικών δικαιωμάτων έχει την τάση να κρατάει για την εθνική αγορά την εθνική παραγωγή, εξασφαλίζοντας ένα πλεονέκτημα στην εσωτερική αγορά, εις βάρος της προερχομένης από άλλα κράτη μέλη ζητήσεως.

Όσον αφορά ειδικά την Ισπανία, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Επιτροπή βάλλει κατά της υπάρξεως μονοπωλίου εκ του νόμου, χωρίς ωστόσο να το αποδεικνύει. Συγκεκριμένα, ο νόμος δεν θεσπίζει κανένα αποκλειστικό δικαίωμα για τις διεθνείς συναλλαγές. Αντιθέτως, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η κρατική εταιρία παραχωρεί σε κάθε επιχείρηση το μερίδιο που της ανήκει στις διεθνείς συναλλαγές. Δοθέντος ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε τους ισχυρισμούς της, η προσφυγή απορρίφθηκε.

Ως προς τις Κάτω Χώρες, την Ιταλία και τη Γαλλία, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα αποκλειστικά δικαιώματα εισαγωγής και εξαγωγής εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία και επηρεάζουν άμεσα τους όρους διαθέσεως και τους όρους εφοδιασμού αντιστοίχως των επιχειρηματιών των άλλων κρατών μελών.

Τα κράτη μέλη προσπάθησαν να δικαιολογήσουν την εισάγουσα περιορισμούς νομοθεσία τους στηριζόμενα στον κανόνα της Συνθήκης ο οποίος - με την επιφύλαξη να μην επηρεάζεται η ανάπτυξη του ενδοκοινοτικού εμπορίου - απαλλάσσει από την τήρηση των κανόνων της Συνθήκης τις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος επιχειρήσεις, οσάκις οι κανόνες αυτοί εμποδίζουν την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής τους, υπό οικονομικώς αποδεκτούς όρους.

Τα κράτη μέλη παρουσίασαν λεπτομερή περιγραφή της δομής και της λειτουργίας του αντίστοιχου εθνικού συστήματός τους στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας (ή του αερίου), υπενθυμίζοντας ότι το σύστημα αυτό έχει ως σκοπό να καταστήσει δυνατή την εκπλήρωση της αποστολής που έχει ανατεθεί στις κρατικές επιχειρήσεις και ότι η αμφισβήτηση αυτού του συστήματος οργανώσεως πλήττει τους σκοπούς της εθνικής ενεργειακής πολιτικής και τη διαχείριση των εθνικών συστημάτων.

Η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των εθνικών συστημάτων και περιορίστηκε αποκλειστικά σε σκέψεις νομικού χαρακτήρα, χωρίς να θεμελιώσει τα επιχειρήματά της. Το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να εξετάσει αν υπάρχουν άλλα μέτρα που θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί από τα κράτη μέλη και αν τα κράτη μέλη δεν έχουν υπερβεί τα όρια που πρέπει να τηρούν οσάκις αναθέτουν σε επιχείρηση την εκπλήρωση αποστολής γενικού συμφέροντος υπό οικονομικώς αποδεκτούς όρους.

Εξάλλου, η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η νομοθεσία περί αποκλειστικών δικαιωμάτων εισαγωγής και εξαγωγής έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ενδοκοινοτικού εμπορίου.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές της Επιτροπής στο σύνολό τους.

1. Η παρούσα ανακοίνωση τύπου υπάρχει σε όλες τις γλώσσες.