Η Γαλλία και δύο γαλλικές εταιρίες, η SCPA και η EMC, προσέβαλαν μια απόφαση της Επιτροπής της 14/12/1993, με την οποία η Επιτροπή κήρυξε συμβατή προς την κοινή αγορά την πράξη συγκεντρώσεως μεταξύ της Kali und Salz AG, της Mitteldeutsche Kali AG και της Treuhandanstalt. Με την παρούσα απόφαση το Δικαστήριο των ΕΚ ακυρώνει την απόφαση αυτή.
Στις 14/7/1993, η Επιτροπή έλαβε, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 4064/89 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, κοινοποίηση ενός σχεδίου συγκεντρώσεως μεταξύ, αφενός, της Kali und Salz AG (στο εξής: K+S), θυγατρικής του ομίλου χημικών προϊόντων BASF, και, αφετέρου, της Mitteldeutsche Kali AG (στο εξής: MdK), της οποίας ο μοναδικός μέτοχος, η Treuhandanstalt (στο εξής: Treuhand), είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου στον οποίο έχει ανατεθεί η αναδιάρθρωση των παλαιών επιχειρήσεων της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Η K+S ασχολείται κυρίως με την παραγωγή ανθρακικού καλίου και ορυκτού άλατος, καθώς και με την παροχή υπηρεσιών διάθεσης λυμάτων. Η MdK συγκεντρώνει το σύνολο των δραστηριοτήτων της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας στον τομέα του ανθρακικού καλίου και του ορυκτού άλατος. Το σχέδιο συγκεντρώσεως προέβλεπε ότι η MdK θα μετατρεπόταν σε εταιρία περιορισμένης ευθύνης (MdK GmbH), στην οποία η K+S και η Treuhand θα εισέφεραν, η μεν πρώτη τις σχετικές με το ανθρακικό κάλιο και το ορυκτό άλας δραστηριότητές της, η δε δεύτερη 1 044 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα. Στην κοινή επιχείρηση που επρόκειτο να συσταθεί κατ' αυτόν τον τρόπο, η K+S και η Treuhand θα κατείχαν αντιστοίχως το 51 % και το 49 % του μετοχικού κεφαλαίου και των δικαιωμάτων ψήφου. Κατά την Επιτροπή, η συγκέντρωση μπορούσε να δημιουργήσει κατάσταση συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως στην κοινοτική αγορά εκτός της Γερμανίας και της Ισπανίας.
Οι μετέχουσες στο σχέδιο συγκεντρώσεως εταιρίες πρότειναν συνεπώς να αναλάβουν ορισμένες δεσμεύσεις, προκειμένου να άρουν τις αμφιβολίες ως προς το ότι η συγκέντρωση θα μπορούσε να δημιουργήσει κατάσταση ολιγοπωλιακής δεσπόζουσας θέσεως στην εν λόγω αγορά. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή, με την απόφαση 94/449/ΕΚ της 14/12/1993, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του κανονισμού 4064/89 (Υπόθεση IV/M.308 - Kali + Salz/MdK/Treuhand), κήρυξε το σχέδιο συγκεντρώσεως συμβατό προς την κοινή αγορά, με την επιφύλαξη της τηρήσεως των ακόλουθων δεσμεύσεων: αποχώρηση της K+S και της MdK από το εξαγωγικό καρτέλ Kali-Export GmbH, στο πλαίσιο του οποίου η K+S και η SCPA εργάστηκαν από κοινού. Δημιουργία εκ μέρους της K+S και της MdK του δικού τους δικτύου διανομής εντός της Κοινότητας, και κυρίως στη Γαλλία, και τερματισμός της νυν συνεργασίας με την SCPA ως εταίρου διανομής στη γαλλική αγορά. Στην πραγματικότητα, οι προϋποθέσεις αυτές αποσκοπούσαν προπάντων να χαλαρώσουν τους υφιστάμενους δεσμούς μεταξύ της K+S και της SCPA, θυγατρικής εταιρίας του γαλλικού ομίλου EMC.
Η αγορά του οικείου προϊόντος, αφορούσε τα προϊόντα που έχουν ως βάση ορυκτά άλατα ανθρακικού καλίου για γεωργική χρήση, τα οποία περιλαμβάνουν τόσο το ανθρακικό κάλιο που πωλείται για να χρησιμοποιηθεί απ' ευθείας στη γεωργία όσο και εκείνο που πωλείται για να χρησιμοποιηθεί στην παρασκευή συνθέτων λιπασμάτων. Όσον αφορά τη γεωγραφική αγορά του οικείου προϊόντος, η Επιτροπή προσδιόρισε δύο διακριτές αγορές:
Με δικόγραφο που κατέθεσε τον Φεβρουάριο 1994 η Γαλλία ζήτησε από το Δικαστήριο των ΕΚ την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής. Το Πρωτοδικείο, ενώπιον του οποίου η SCPA και η EMC άσκησαν σχετικές αγωγές κατά της Επιτροπής, η οποία υποστηρίχθηκε από την Kali und Salz GmbH (πρώην MdK) και την Kali und Salz Beteiligungs AG (πρώην K+S), απεκδύθηκε της αρμοδιότητάς του προκειμένου το Δικαστήριο να μπορέσει να αποφανθεί επί του αιτήματος ακυρώσεως.
Το Δικαστήριο απορρίπτει τις αιτιάσεις της Γαλλικής Κυβερνήσεως, σύμφωνα με τις οποίες η Επιτροπή δεν τήρησε την υποχρέωση συνεργασίας με τις εθνικές αρχές που υπέχει και εκτίμησε εσφαλμένα τα αποτελέσμα της συγκεντρώσεως στη γερμανική αγορά. Η Επιτροπή επικρίθηκε επίσης ότι εκτίμησε εσφαλμένα την πράξη συγκεντρώσεως στην κοινοτική αγορά εκτός της Γερμανίας. Στο πλαίσιο αυτού του λόγου ακυρώσεως, το Δικαστήριο διαπιστώνει κατ' αρχάς ότι οι συλλογικές δεσπόζουσες θέσεις (ολιγοπώλια) δεν αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού περί του ελέγχου των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων. Εν συνεχεία, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί της αιτιάσεως ότι η Επιτροπή δεν εφάρμοσε ορθά την ερμηνεία της συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως, καθόσον συμπέρανε τη δημιουργία συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως μεταξύ της K+S/MdK και της SCPA, δυναμένης να εμποδίσει σε σημαντικό βαθμό τον ανταγωνισμό εντός της κοινής αγοράς πλην της Γερμανίας. Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η δέσμη των διαρθρωτικών δεσμών που ενώνει την K+S και την SCPA, η οποία, όπως ομολογεί η ίδια η Επιτροπή, συνιστά τον πυρήνα της επίδικης αποφάσεως, δεν είναι τελικώς τόσο πυκνή και προφανής, όπως θέλησε να την παρουσιάσει το καθού όργανο, και ότι, περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε η απουσία αποτελεσματικού ανταγωνιστικού αντισταθμίσματος έναντι του ομίλου που φέρεται να αποτελούν η K+S και η SCPA. Το Δικαστήριο κατέληξε συνεπώς ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η πράξη συγκεντρώσεως θα δημιουργήσει συλλογική δεσπόζουσα θέση των K+S/MdK και SCPA, δυναμένη να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στον αποτελεσματικό ανταγωνισμό εντός της οικείας αγοράς. Επομένως, το Δικαστήριο ακυρώνει εξ ολοκλήρου την απόφαση της Επιτροπής.
Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Το παρόν ανακοινωθέν τύπου είναι διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet curia.eu.int.περί την 15.00 σήμερα.
Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνείστε με την κ. Estella Cigna τηλ.: (352) 43 03 2582 fax:(352) 43 03 2674.