Όταν υποκείμενα σε ειδικούς φόρους καταναλώσεως εμπορεύματα, όπως ο καπνός και τα τσιγάρα, αγοράζονται εντός κράτους μέλους και στη συνέχεια μεταφέρονται σε άλλο κράτος μέλος μέσω επαγγελματία ο οποίος, με αντάλλαγμα την είσπραξη προμήθειας, αφού προηγουμένως αναζήτησε πελάτες στο δεύτερο κράτος μέλος, οργάνωσε τη μεταφορά και την εισαγωγή των εμπορευμάτων αυτών, ο ειδικός φόρος καταναλώσεως είναι απαιτητός στο κράτος εισαγωγής.
Η EMU Tabac, η οποία ασχολείται με τη λιανική πώληση προϊόντων καπνού στο Λουξεμβούργο, και η The Man in Black Ltd είναι θυγατρικές της εταιρίας Enlightened Tobacco Company. Οι εταιρίες αυτές είχαν θέσει σε εφαρμογή ένα σύστημα το οποίο επέτρεπε σε κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου να αγοράζουν, "χωρίς να χάσουν την άνεση της πολυθρόνας τους", προϊόντα καπνού που είχαν αγοραστεί από την EMU στο Λουξεμβούργο.
Μέσω του συστήματος αυτού, ο αγοραστής επιδιώκει να αποφύγει την καταβολή των επιβαλλομένων στο Ηνωμένο Βασίλειο ειδικών φόρων καταναλώσεως, οι οποίοι είναι πολύ υψηλότεροι από τους καταβαλλομένους στο Λουξεμβούργο. Οι πελάτες, οι οποίοι ενεργούν μέσω της επιχειρήσεως The Man in Black, παραγγέλλουν τσιγάρα μέχρι 800 τεμάχια κατ' ανώτατο όριο ανά παραγγελία. Η επιχείρηση αυτή αναλαμβάνει τη μεταφορά των εμπορευμάτων από το Λουξεμβούργο στο Ηνωμένο Βασίλειο και την καταβολή στην επιχείρηση λιανικής πωλήσεως EMU Tabac και στον μεταφορέα του οφειλόμενου σ' αυτούς ποσού, από το οποίο παρακρατεί την προμήθειά της.
Κατά τη διάρκεια του 1995, οι Commissioners of Customs and Excise (τελωνειακή αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου) προέβησαν στο Dover στην κατάσχεση ορισμένων εισαγομένων ποσοτήτων προϊόντων καπνού, όπως τους επιτρέπει η βρετανική νομοθεσία, όταν οφείλονται ειδικοί φόροι καταναλώσεως.
Στο πλαίσιο διαδικασίας δικαστικού ελέγχου κατά των βρετανικών τελωνειακών αρχών, οι δύο εταιρίες υποστήριξαν ότι, εφόσον πρόκειται για εισαγωγές που πραγματοποιούνται για τις ανάγκες ιδιωτών και έχουν καταβληθεί οι ειδικοί φόροι καταναλώσεως στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, τα εν λόγω προϊόντα απαλλάσσονταν από τους φόρους αυτούς στο Ηνωμένο Βασίλειο και, επομένως, η κατάσχεσή τους από τις τελωνειακές αρχές δεν ήταν νόμιμη.
Το Court of Appeal of England and Wales υπέβαλε στο Δικαστήριο ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της κοινοτικής οδηγίας σχετικά με το καθεστώς των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο καταναλώσεως. Στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, ένδεκα κράτη μέλη υπέβαλαν παρατηρήσεις επί των ερωτημάτων αυτών.
Απαντώντας στα ερωτήματα αυτά, το Δικαστήριο υπογράμμισε καταρχάς τη διάκριση που θεσπίζει η οδηγία μεταξύ, αφενός, των εμπορευμάτων που κατέχονται για εμπορικούς σκοπούς και, αφετέρου, των εμπορευμάτων που κατέχονται για προσωπικούς σκοπούς.
Σύμφωνα με την οδηγία, για να αποδειχθεί ο προβλεπόμενος στο άρθρο 8 αυστηρά προσωπικός χαρακτήρας της κατοχής των υποκειμένων σε ειδικούς φόρους καταναλώσεως εμπορευμάτων, πρέπει αυτά να έχουν αποκτηθεί από ιδιώτη για προσωπικές του ανάγκες και να μεταφέρονται αυτοπροσώπως από αυτόν.
Οι εταιρίες υποστήριξαν ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται, όταν η αγορά των εμπορευμάτων πραγματοποιήθηκε μέσω αντιπροσώπου ο οποίος οργανώνει και τη μεταφορά τους.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι, όταν ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε να προβλέψει τη μεσολάβηση αντιπροσώπου στο πλαίσιο της οδηγίας, το προέβλεψε ρητά. Στην προκειμένη περίπτωση, καμιά από τις γλωσσικές αποδόσεις δεν προβλέπει ρητά τέτοια μεσολάβηση.
ΤοΔικαστήριο επισήμανε ακόμη ότι το σύστημα που έθεσαν σε εφαρμογή η επιχείρηση λιανικής πωλήσεως και ο αντιπρόσωπος μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 10, το οποίο ρυθμίζει το ζήτημα της πωλήσεως εξ αποστάσεως, και 7 της οδηγίας, τα οποία προβλέπουν την καταβολή των ειδικών φόρων καταναλώσεως στο κράτος προορισμού.
Τέλος, ως προς το επιχείρημα ότι στην περίπτωση αυτή θα υπήρχε διπλή φορολόγηση, το Δικαστήριο επισήμανε ότι η οδηγία προβλέπει ρητά ότι, στην περίπτωση αυτή, επιστρέφονται οι ειδικοί φόροι καταναλώσεως που καταβλήθηκαν στο κράτος μέλος όπου αγοράστηκαν τα εμπορεύματα.
Ανεπίσημο έγγραφο προς χρήση των μέσων μαζικής ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet http://curia.eu.int σήμερα περί τις 3 μ.μ. Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνείστε με την Estella Cigna, τηλ.: (352) 4303 2582, fax: (352) 4303 2674.