ΤΜΗΜΑ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Ανακοινωθέν τύπου 24/98

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟ 1997

Παρουσίαση της Ετήσιας Εκθέσεως του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για το έτος 1997


Η Ετήσια Έκθεση δίνει μια εικόνα του συνόλου των δραστηριοτήτων του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου κατά το έτος 1997.

Το 1997, το Δικαστήριο κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για την ταχεία εκδίκαση των εκκρεμών υποθέσεων. Η προσπάθεια αυτή απέδωσε καρπούς:

Το 1997, το Δικαστήριο εξέδωσε 168 αποφάσεις σε απάντηση προδικαστικών ερωτημάτων που υπέβαλαν εθνικά δικαστήρια. Μερικά παραδείγματα δείχνουν τη σημασία της διαδικασίας αυτής για το κοινοτικό οικοδόμημα.

Έτσι, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ως προς το κύρος, σε σχέση με το κοινοτικό δίκαιο, του σουηδικού νόμου περί των οινοπνευματωδών ποτών, ο οποίος έχει σκοπό να περιορίσει την κατανάλωσή τους. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το μονοπώλιο που ισχύει στη Σουηδία δεν χρησιμοποιείται για να ευνοηθούν τα εγχώρια προϊόντα. Στη συνέχεια, επισήμανε ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός δημόσιας υγείας είναι θεμιτός. Κατά συνέπεια, διαπίστωσε ότι ο σκοπός αυτός συμβιβάζεται με τη Συνθήκη. Αντιθέτως, καταδίκασε το σύστημα αδειών, το οποίο αποτελεί αδικαιολόγητο εμπόδιο του εμπορίου.

Η ίση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών στον κόσμο της εργασίας αποτελεί ωσαύτως αντικείμενο που διέπεται από το κοινοτικό δίκαιο. Τον περασμένο χρόνο, το Δικαστήριο έκρινε ότι κανόνας ο οποίος ευνοεί τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες υποψηφίους μπορεί να επιτραπεί όταν περιέχει ρήτρα που εξασφαλίζει την ατομική εξέταση κάθε περιπτώσεως, προκειμένου να αποκλείσει την προτεραιότητα των γυναικών υποψηφίων οσάκις ένα ή περισσότερα κριτήρια που αφορούν το πρόσωπο του άνδρα υποψηφίου έχουν ως αποτέλεσμα να κλίνει ο ζυγός υπέρ αυτού.

Η δυνατότητα των εργαζομένων και των οικογενειών τους να μετακινούνται ελεύθερα εξαρτάται άμεσα από τα δικαιώματα λήψεως παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως. Σε πλείστες αποφάσεις, το Δικαστήριο εφάρμοσε τις βασικές αρχές που διέπουν τον τομέα αυτόν. Έτσι, τα κράτη παραμένουν αρμόδια να χαράσσουν την κοινωνική πολιτική τους και να καθορίζουν το επίπεδο των κοινωνικών παροχών, αλλά δεν μπορούν να εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των υπηκόων άλλων κρατών μελών. Από την πλευρά τους, οι κοινοτικοί υπήκοοι που διακινούνται εντός της Κοινότητας, είτε είναι εργαζόμενοι είτε σπουδαστές είτε συνταξιούχοι, δεν χάνουν ορισμένα από τα δικαιώματά τους, παραδείγματος χάριν στον τομέα της υγειονομικής ασφαλίσεως ή των συντάξεων, απλώς και μόνο λόγω της αλλαγής κατοικίας.

Όσον αφορά τις ευθείες προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου, μπορεί να γίνει μνεία ιδίως της αποφάσεως με την οποία, κατόπιν προσφυγής της Επιτροπής, το Δικαστήριο καταδίκασε τη Γαλλία για την παθητικότητα που έδειξαν οι αρχές της τα έτη κατά τα οποία ιδιώτες ματαίωναν μεταφορές φρούτων και λαχανικών προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ελευθερία κυκλοφορίας των εμπορευμάτων δεν απαγορεύει μόνον τους περιορισμούς του εμπορίου που δημιουργούνται από τα κράτη. Κατά το Δικαστήριο, η ελευθερία αυτή απαγορεύει ωσαύτως στα κράτη να μη λαμβάνουν τα μέτρα που απαιτούνται για να αντιμετωπιστούν εμπόδια πάσης προελεύσεως.

Όσον αφορά την εισαγωγή και εξαγωγή φωταερίου και ηλεκτρισμού, η Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο να καταδικάσει, ως εμποδίζοντα την κοινή αγορά, τα μονοπωλιακά συστήματα που διατηρούνται σε τέσσερα κράτη. Προς υπεράσπισή τους, τα κράτη αυτά ισχυρίστηκαν ότι το σύστημά τους είναι αναγκαίο για τη διαχείριση μιας υπηρεσίας γενικού συμφέροντος, όπως είναι η διανομή ενέργειας. Το Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές της Επιτροπής, εκτιμώντας ότι η Συνθήκη χορηγεί στα κράτη κάποια διακριτική ευχέρεια για να καθορίσουν τον τρόπο που θα αναθέσουν σε ορισμένες επιχειρήσεις την παροχή υπηρεσιών γενικού συμφέροντος.

Τέλος, είναι δυνατή η προσβολή αποφάσεων του Πρωτοδικείου με αίτηση αναιρέσεως.

Όλο και περισσότερες αιτήσεις αναιρέσεως κηρύσσονται προδήλως απαράδεκτες από το Δικαστήριο και απορρίπτονται με διάταξη. Η εξέλιξη αυτή δείχνει σαφώς ότι η αναιρετική διαδικασία δεν πρέπει να μετατραπεί σε συστηματική δευτεροβάθμια εξέταση των υποθέσεων επί των οποίων εξέδωσε απόφαση το Πρωτοδικείο. Έτσι, η αναιρετική διαδικασία παραμένει μια ιδιαίτερη διαδικασία, άξονας της οποίας είναι η εξέταση νομικών ζητημάτων.

Κατά το 1997, το Πρωτοδικείο ολοκλήρωσε την εκδίκαση 173 υποθέσεων. Επί πλέον, προχώρησε στην προφορική διαδικασία σε τέσσερις σειρές υποθέσεων στον τομέα του ανταγωνισμού (82 συνολικά υποθέσεις) σχετικά με χαρτοκιβώτια (οι συνεδριάσεις διεξήχθησαν μεταξύ της 28ης Ιουνίου και της 10ης Ιουλίου 1997), τσιμέντο, χαλύβδινες δοκούς και πολυβινιλοχλωρίδιο (PVC). Η εκδίκαση των τεσσάρων αυτών σειρών υποθέσεων απαιτεί σημαντική προσπάθεια.

Στο Πρωτοδικείο εισήχθησαν πολλές νέες υποθέσεις, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των υποθέσεων που εισήχθησαν κατά το έτος αναφοράς να φθάσει τις 624 (έναντι 220 υποθέσεων το προηγούμενο έτος). 295 από τις υποθέσεις αυτές εισήχθησαν ενώπιον του Πρωτοδικείου από εκτελωνιστές, οι οποίοι στην ουσία ζητούν αποζημίωση για τη ζημία που φέρεται ότι υπέστησαν από την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς που προβλέπει η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη.

Μερικά παραδείγματα δείχνουν τη σημασία και την ποικιλία αρκετών υποθέσεων των οποίων επελήφθη το Πρωτοδικείο.

Στον τομέα του ανταγωνισμού, μια απόφαση σχετικά με επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται κινητούς γερανούς αφορά μεταξύ άλλων τις προθεσμίες που η Επιτροπή πρέπει να τηρεί κατά την εξέταση των υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται. Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η εκ μέρους της Επιτροπής τήρηση εύλογης προθεσμίας για τη λήψη αποφάσεως μετά το πέρας διοικητικής διαδικασίας στον τομέα του ανταγωνισμού αποτελεί γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου.

Στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, ζητήθηκε από το Πρωτοδικείο να αποφανθεί επί χρηματοοικονομικού μέτρου που έλαβε το Γαλλικό Δημόσιο υπέρ των Ταχυδρομείων, οργανισμού που ασκεί και ανταγωνιστικές δραστηριότητες. Κατά το Πρωτοδικείο, βάσει των κανόνων περί των επιχειρήσεων που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (άρθρο 90, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ), το μέτρο αυτό δεν εμπίπτει στην απαγόρευση των ενισχύσεων. Συγκεκριμένα, σκοπό έχει απλώς να αντισταθμίσει το πρόσθετο κόστος που προκαλεί η εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής των Ταχυδρομείων (εξυπηρέτηση ολόκληρης της επικράτειας και συμμετοχή στη χωροταξία), η δε λήψη του μέτρου αυτού ήταν αναγκαία για να μπορέσει η εν λόγω επιχείρηση να εκτελεί υπό συνθήκες οικονομικής ισορροπίας τις υποχρεώσεις της ως δημοσίας υπηρεσίας. Η αίτηση αναιρέσεως, που υποβλήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά της αποφάσεως αυτής, απορρίφθηκε τον Μάρτιο του 1998 ως αβάσιμη.

Χωριστή κατηγορία αποτελούν οι πολυάριθμες αγωγές αποζημιώσεως στον τομέα των γαλακτοκομικών ποσοστώσεων, οι οποίες ασκήθηκαν από γεωργούς διαφόρων κρατών μελών κατόπιν μιας αποφάσεως του Δικαστηρίου. Οι γεωργοί αυτοί εμποδίστηκαν προσωρινά να ασκήσουν τις δραστηριότητές τους. Το Πρωτοδικείο άρχισε να επιλύει, τη μια κατόπιν της άλλης, τις διαφορές αυτές και αποφάνθηκε, μεταξύ άλλων, επί των προϋποθέσεων παραγραφής του δικαιώματος αποζημιώσεως και επί της καταστάσεως κατηγορίας παραγωγών που δεν καλύπτεται από την πιο πάνω απόφαση του Δικαστηρίου.

Όσον αφορά υποθέσεις που δεν συνδέονται στενά με συγκεκριμένο τομέα του οικονομικού δικαίου, το Πρωτοδικείο ακύρωσε, κατόπιν προσφυγής αυστριακής επιχειρήσεως, κανονισμό που εκδόθηκε τις παραμονές της ενάρξεως ισχύος της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Συμφωνία ΕΟΧ) και αφορούσε την "ανάκληση δασμολογικών παραχωρήσεων". Το Πρωτοδικείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εφόσον οι Κοινότητες είχαν καταθέσει τα οικεία έγγραφα επικυρώσεως της συμφωνίας και εφόσον ήταν γνωστή η ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της πιο πάνω συμφωνίας, η εν λόγω επιχείρηση μπορούσε να εναντιωθεί σε οποιαδήποτε πράξη αντίθετη προς τις διατάξεις της συμφωνίας αυτής, οι οποίες, μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, θα είχαν άμεσο αποτέλεσμα.

Το Πρωτοδικείο εξέτασε επίσης την κατάσταση επιχειρήσεων οι οποίες, αφού τους επιβλήθηκε πρόστιμο με απόφαση της Επιτροπής που δεν την προσέβαλαν όταν είχαν το σχετικό δικαίωμα, ζήτησαν την επανεξέτασή της βάσει αποφάσεως του Δικαστηρίου που ακύρωσε εν μέρει την απόφαση αυτή της Επιτροπής κατόπιν προσφυγής άλλων αποδεκτών της. Κατά το Πρωτοδικείο, η Επιτροπή έχει υποχρέωση να επανεξετάσει απόφασή της όταν η διαπίστωση παράνομης πρακτικής ακυρώνεται με το σκεπτικό ότι δεν αποδείχθηκε η ύπαρξή της και όταν, με βάση πανομοιότυπα περιστατικά, η απόφαση της Επιτροπής προσάπτει στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση ότι μετέσχε στην ίδια πρακτική. Αν από την επανεξέταση προκύψει ότι στερείται νομιμότητας η διαπίστωση που έγινε σχετικά με την επιχείρηση αυτή, η Επιτροπή έχει επίσης υποχρέωση να επιστρέψει στην εν λόγω επιχείρηση τα ποσά των προστίμων που ενδεχομένως αυτή κατέβαλε. Κατά της εν λόγω αποφάσεως του Πρωτοδικείου ασκήθηκε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου.

Τέλος, όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα που κατέχουν τα κοινοτικά όργανα, το Πρωτοδικείο επιβεβαίωσε και συμπλήρωσε τη νομολογία που καθιέρωσε το 1995 με την απόφασή του στην υπόθεση Carvel και Guardian Newspapers κατά Συμβουλίου. Όταν η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να αρνηθεί την πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα για να προστατεύσει το απόρρητο των διασκέψεών της, οφείλει (σύμφωνα με την επί του θέματος απόφασή της, η οποία, στο σημείο αυτό, είναι πανομοιότυπη με την αντίστοιχη απόφαση του Συμβουλίου) να σταθμίσει το ενδεχόμενο συμφέρον της προς διατήρηση του απορρήτου αυτού με το συμφέρον του πολίτη να του επιτραπεί η πρόσβαση που ζητεί. Εξάλλου, το ζήτημα της προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων αποτελεί αντικείμενο όλο και περισσότερων προσφυγών που ασκούνται ενώπιον του Πρωτοδικείου.

Η Ετήσια Έκθεση δεν είναι παρά ένα από τα μέσα πληροφορήσεως που διανέμει το Δικαστήριο. Συναφώς, επιθυμούμε να επιστήσουμε την προσοχή σας ειδικά στη σελίδα μας στο Ιnternet όπου το θεσμικό όργανο διανέμει, στις ένδεκα επίσημες γλώσσες, το πλήρες κείμενο όλων των αποφάσεων του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου. Εκεί θα βρείτε επίσης ημερολογιακό πρόγραμμα των προβλεπομένων δραστηριοτήτων, καθώς και τα ανακοινωθέντα τύπου και άλλες πληροφορίες γενικού ενδιαφέροντος.

Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Για περαιτέρω πληροφορίες, παρακαλούμε να επικοινωνήσετε με την κα Estella Cigna, τηλ.: (352) 4303 2582, fax: (352) 4303 2674, ή να συμβουλευθείτε τη σελίδα μας στο Internet http://www.curia.eu.int.