ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 81/98

17 Δεκεμβρίου 1998

Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-185/95 P

Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των ΕΚ της 6ης Απριλίου 1995,
T-145/89, Baustahlgewebe κατά Επιτροπής

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΡΟΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ "ΛΟΓΙΚΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ" ΚΑΙ ΜΕΙΩΝΕΙ ΤΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΠΟΥ ΕΠΙΒΛΗΘΗΚΕ ΣΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ


Το Δικαστήριο θεωρεί ότι μείωση κατά 50.000 ECU του ύψους του προστίμου των 3 εκατομμυρίων ECU που επιβλήθηκε σε επιχείρηση για παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού, συνιστά "δίκαιη ικανοποίηση" λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας ενώπιον του Πρωτοδικείου

Η Επιτροπή εξέδωσε στις 2 Αυγούστου 1989 την απόφαση 89/515/ΕΟΚ, με την οποία επέβαλε σε δεκατέσσερις παραγωγούς δομικών πλεγμάτων πρόστιμο για παράβαση του άρθρου 85, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ. Οι παράνομοι περιορισμοί του ανταγωνισμού συνίσταντο σε σειρά συμφωνιών και/ή εναρμονισμένων πρακτικών που είχαν ως αντικείμενο τον καθορισμό τιμών και/ή ποσοστώσεων παραδόσεως, καθώς και την κατανομή των αγορών δομικών πλεγμάτων. Οι συμπράξεις αυτές αφορούσαν, κατά την απόφαση, διάφορες επιμέρους αγορές (τη γαλλική και τη γερμανική αγορά, καθώς και την αγορά της Μπενελούξ), επηρέαζαν όμως το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών καθόσον στις συμπράξεις συμμετείχαν επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε διάφορα κράτη μέλη. Σε μια ενδιαφερόμενη επιχείρηση, την Baustahlgewebe GmbH, εταιρία γερμανικού δικαίου, επιβλήθηκε πρόστιμο 4,5 εκατομμυρίων ECU.

Στις 20 Οκτωβρίου 1989, η Baustahlgewebe άσκησε προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Δικαστηρίου. Στις 15 Νοεμβρίου 1989, το Δικαστήριο παρέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Πρωτοδικείου που δημιουργήθηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, καθώς και τις προσφυγές που άσκησαν κατά της ίδιας αποφάσεως δέκα άλλοι παραγωγοί δομικών πλεγμάτων. Όσον αφορά την Baustahlgewebe, το Πρωτοδικείο, με απόφαση της 6ης Απριλίου 1995, ακύρωσε εν μέρει την απόφαση της Επιτροπής και μείωσε το πρόστιμο σε 3 εκατομμύρια ECU. Στις 14 Ιουνίου 1995, η Baustahlgewebe υπέβαλε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου, ζητώντας την εξαφάνιση της αποφάσεως του Πρωτοδικείου.

Κατόπιν εμπεριστατωμένης εξετάσεως, το Δικαστήριο απέρριψε την πλειονότητα των επιχειρημάτων που προέβαλε η Baustahlegewebe, κρίνοντας ότι το Πρωτοδικείο εξέδωσε την απόφασή του σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

Ως προς το επιχείρημα που αντλείται από την υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας, το Δικαστήριο δέχθηκε, αντιθέτως, ότι το χρονικό διάστημα εντός του οποίου αποφάνθηκε το Πρωτοδικείο είναι υπερβολικό. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα για μια δίκαιη δίκη εμπνέεται από τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει η Ευρωπαϊκή

Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και περιλαμβάνει το δικαίωμα για μια δίκη εντός λογικής προθεσμίας.

Όμως, η διαδικασία άρχισε στις 20 Οκτωβρίου 1989, ημερομηνία καταθέσεως της προσφυγής, και περατώθηκε στις 6 Απριλίου 1995, ημερομηνία εκδόσεως της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, δηλαδή διήρκεσε πεντέμισι έτη. Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η προσφυγή ήταν μια από τις έντεκα προσφυγές - ασκηθείσες σε τρεις διαφορετικές γλώσσες διαδικασίας, συνεκδικασθείσες προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας - και επέβαλλε την εμπεριστατωμένη εξέταση σχετικώς ογκωδών εγγράφων και πραγματικών και νομικών ζητημάτων που εμφάνιζαν ορισμένη περιπλοκότητα.

Το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι η δομή του κοινοτικού δικαιοδοτικού συστήματος, ειδικότερα η ύπαρξη δύο βαθμών δικαιοδοσίας, δικαιολογούν το ότι το Πρωτοδικείο, το οποίο είναι το μόνο αρμόδιο να διαπιστώνει τα πραγματικά περιστατικά και να προβαίνει στην ουσιαστική εξέταση της διαφοράς, μπορεί να διαθέτει σχετικώς περισσότερο χρόνο για την εκδίκαση των υποθέσεων που απαιτούν εμπεριστατωμένη εξέταση περίπλοκων περιστατικών. Ωστόσο, η αποστολή αυτή δεν απαλλάσσει το Πρωτοδικείο από την υποχρέωση να τηρεί την αρχή της λογικής προθεσμίας κατά την εκδίκαση των υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται.

Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υπήρχαν περιορισμοί που να είναι συναφείς με τη διαδικασία, που έχουν σχέση, για παράδειγμα, με το γλωσσικό καθεστώς, ούτε εξαιρετικές περιστάσεις δικαιολογούσες προθεσμία 66 μηνών μεταξύ της καταθέσεως της προσφυγής και της αποφάσεως του Πρωτοδικείου. Έστω και αν ληφθεί υπόψη η περιπλοκότητα της υποθέσεως, το Δικαστήριο θεωρεί ότι η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου υπερέβη τα όρια της λογικής προθεσμίας. Για λόγους οικονομίας της διαδικασίας, και προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματική θεραπεία της διαδικαστικής αυτής πλημμέλειας, το Δικαστήριο αποφάσισε να εξαφανίσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο μέτρο που αυτή καθορίζει το ύψος του προστίμου στο ποσό των 3 εκατομμυρίων ECU. Αντιθέτως, δεδομένου ότι τίποτε δεν επιτρέπει το συμπέρασμα ότι η διάρκεια της διαδικασίας είχε επίπτωση στην επίλυση της διαφοράς, το Δικαστήριο αρνήθηκε να εξαφανίσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της, όπως ζήτησε η Baustahlgewebe.

Κρίνοντας ότι το ύψος των 50 000 ECU συνιστά "δίκαιη ικανοποίηση", λόγω της υπερβολικής διάρκειας της διαδικασίας, το Δικαστήριο μείωσε, επομένως, το ύψος του αρχικού προστίμου στο ποσό των 2.950.000 ECU και απέρριψε κατά τα λοιπά την αίτηση αναιρέσεως.

Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες.

Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int περί την τρίτη μεταμεσημβρινή σήμερα. Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνήστε με την Estella Cignaτηλ. (0 03 52) 43 03 - 25 82, fax (0 03 52) 43 03 - 26 74.