Στο εθνικό δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν οι αρμόδιες αρχές εκτίμησαν ορθώς, σύμφωνα με την οδηγία, τον σημαντικό χαρακτήρα των επιπτώσεων του σχεδίου στο περιβάλλον.
Το σχέδιο περί μετασκευής του αεροδρομίου του Bolzano-St Jacob (Ιταλία) έχει ως σκοπό να μετατρέψει ένα αεροδρόμιο, χρησιμοποιούμενο από τα έτη 1925/1926 για στρατιωτικούς σκοπούς και, δευτερευόντως, για σκοπούς της πολιτικής αεροπορίας, σε αεροδρόμιο με κυρίως εμπορικό χαρακτήρα (κανονικές πτήσεις, ναυλωμένες πτήσεις και πτήσεις cargo). Οι προβλεπόμενες εργασίες και κατασκευές είναι οι επόμενες: ανακαίνιση του υφισταμένου διαδρόμου , κατασκευή των εισόδων για τα οχήματα και θέσεις σταθμεύσεως, κατασκευή πύργου ελέγχου με τεχνικές εγκαταστάσεις για την ασφάλεια των πτήσεων, κατασκευή κτιρίου εκτελωνισμού και αποθήκης, κατασκευή των αναγκαίων συνδέσεων και παροχετεύσεων κ.λπ., καθώς και επέκταση του διαδρόμου (από τα 1 040 μέτρα στα 1 400 μέτρα).
Η μετασκευή αυτή αποτελεί μέρος του προγράμματος αναπτύξεως και χωροταξίας, το οποίο εγκρίθηκε με νόμο της επαρχίας του Bolzano που απαιτεί, ιδίως, την εκπόνηση μελέτης των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Η μελέτη αυτή, ανατεθείσα από τον κύριο του έργου σε ομάδα εμπειρογνωμόνων, εκπονήθηκε τον Ιούνιο του 1996. Επιπλέον, η ομάδα εμπειρογνωμόνων διαβουλεύθηκε με διαφόρους φορείς, μεταξύ των οποίων ήταν η αρμόδια για το περιβάλλον υπηρεσία, ενημέρωσε τις ενδιαφερόμενες κοινότητες και ζήτησε γνώμες.
Βάσει αυτών, το σχέδιο εγκρίθηκε με απόφαση της Κυβερνήσεως της αυτόνομης επαρχίας του Bolzano, της 27ης Μαρτίου 1997, και με έγγραφο του Landeshauptmann (διοικητού της επαρχίας), της 11ης Απριλίου 1997. Πολίτες, εμφανιζόμενοι ως γείτονες του αεροδρομίου, η WWF και μία άλλη ένωση για την προστασία του περιβάλλοντος άσκησαν ενώπιον του αρμοδίου εθνικού δικαστηρίου προσφυγή ακυρώσεως των δύο αυτών πράξεων λόγω ελλείψεως νομιμότητας: η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έγκριση του σχεδίου δεν ήταν σύμφωνη προς τις απαιτήσεις της κοινοτικής οδηγίας για "την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων που μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον".
Η διαδικασία που είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων, με εξαίρεση την επέκταση του διαδρόμου που δεν είχε ακόμη εγκριθεί, δεν ήταν εκείνη που προβλέπει η οδηγία.
Κατά τις τοπικές αρχές, η οδηγία δεν έχει εφαρμογή στο επίδικο σχέδιο.
Το επιληφθέν εθνικό δικαστήριο (Verwaltungsgericht, Autonome Sektion für die Provinz Bozen) κρίνει ότι το σχέδιο αυτό, λόγω της φύσεώς του, του μεγέθους του, ακόμη δε πιθανώς και λόγω της θέσεώς του σε μία κοιλάδα που γειτνιάζει άμεσα με βιομηχανική και κατοικημένη περιοχή, θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Το εθνικό δικαστήριο, επειδή είχε αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία της οικείας κοινοτικής οδηγίας, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει ερωτήματα στο Δικαστήριο.
Διευκρίνιση:
Ενώπιον το Δικαστηρίου, οι ιδιώτες και οι ενώσεις ανέφεραν ότι το ιταλικό δικαστήριο, με άλλη διάταξη, ανέστειλε προσωρινώς το σχέδιο αυτό για τον λόγο ότι δεν υπήρξε εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον· Επειδή η τελευταία αυτή διάταξη αποτέλεσε αντικείμενο προσφυγής που άσκησαν οι τοπικές αρχές, το Consiglio di Stato την ακύρωσε (απόφαση της 29ης Αυγούστου 1997): επομένως, έκτοτε συνεχίστηκαν οι εργασίες της επίδικης κατασκευής.
Το Δικαστήριο δεσμεύεται από τα ερωτήματα που υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο. Επομένως, δεν μπορεί να απαντήσει στα ερωτήματα που διατύπωσαν επιπλέον οι ιδιώτες και οι ενώσεις, με τα οποία ερωτάται αν το Consiglio di Stato έπρεπε ή δεν έπρεπε να επικυρώσει την αναστολή των εργασιών, και στις ερωτήσεις σχετικά με τις πρακτικές συνέπειες της ενδεχομένης συναφούς αποφάσεώς του.
Η εκ μέρους του Δικαστηρίου εξέταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας αφορά έξι σημεία :
1) Αποκλεισμός εκ των προτέρων και συνολικώς ορισμένων κατηγοριών σχεδίων:
Το εθνικό δικαστήριο έκρινε ότι ο υπ' αριθ. 27/92 νόμος της αυτόνομης επαρχίας του Bolzano δεν υποβάλλει τις επεκτάσεις και μετασκευές αερολιμένων, των οποίων ο διάδρομος προσγειώσεως είναι κάτω των 2 100 μέτρων, σε εκτίμηση των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον, καθόσον δεν καθορίζεται κανένα κατώτατο όριο για τα σχετικά με τους αερολιμένες σχέδια. Το Verwaltungsgericht ερωτά αν η κοινοτική οδηγία απονέμει σε κράτος μέλος την εξουσία να αποκλείει εκ των προτέρων και καθ' ολοκληρίαν από τη διαδικασία εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον ορισμένες κατηγορίες σχεδίων, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεών τους (όπως το σχέδιο περί μετασκευής αεροδρομίου του οποίου ο διάδρομος απογειώσεως και προσγειώσεως είναι κάτω των 2 100 mètres), ακόμη και αν αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η οδηγία αναγνωρίζει στα κράτη μέλη ένα περιθώριο εκτιμήσεως για τον καθορισμό ορισμένων ειδών σχεδίων που πρέπει να υποβάλλονται σε εκτίμηση ή για τον καθορισμό των ενδεδειγμένων κριτηρίων και/ή κατωτάτων ορίων. Όμως, αυτό το περιθώριο εκτιμήσεως οριοθετείται από την υποχρέωση των κρατών μελών να υποβάλλουν σε εκτίμηση των επιπτώσεων εκείνα τα σχέδια τα οποία, ιδίως λόγω της φύσεως, του μεγέθους ή της θέσεώς τους, μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Καθόσον το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας είναι εκτεταμένο και ο σκοπός της ευρύτατος, το Δικαστήριο έκρινε ότι καλύπτει επίσης την έννοια της "τροποποιήσεως σχεδίου".
2) Αποκλεισμός ειδικού σχεδίου:
Το δεύτερο ζήτημα που ήγειρε το εθνικό δικαστήριο έγκειται στο αν, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ένα αεροδρόμιο είναι το μόνο που μπορεί να μετασκευαστεί εντός της επαρχίας όπου ευρίσκεται, η οδηγία απονέμει, εντούτοις, σε κράτος μέλος την εξουσία να αποκλείσει από τη διαδικασία εκτιμήσεως, ως μη δυνάμενο να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, ένα ειδικό σχέδιο, είτε δυνάμει εθνικής νομοθετικής πράξεως, είτε βάσει ατομικής εξετάσεως του εν λόγω σχεδίου.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο του περιθωρίου εκτιμήσεως των κρατών μελών, η οδηγία δεν καθορίζει τις μεθόδους που τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να καθορίσουν μεταξύ των σχεδίων εκείνα τα οποία μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εκτιμήσεως κατά την έννοια της οδηγίας. Όμως, όποια και αν είναι η μέθοδος που χρησιμοποίησε ένα κράτος μέλος, η μέθοδος αυτή δεν πρέπει να βλάπτει τον σκοπό της οδηγίας, ο οποίος έγκειται στο να μη διαφύγει της εκτιμήσεως κανένα σχέδιο δυνάμενο να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι στο εθνικό δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν, βάσει της ατομικής εξετάσεως που πραγματοποίησαν οι αρμόδιες αρχές και που είχε ως αποτέλεσμα να αποκλειστεί το οικείο ειδικό σχέδιο από τη διαδικασία εκτιμήσεως που θέσπισε η οδηγία, οι τελευταίες εκτίμησαν ορθώς τον σημαντικό χαρακτήρα των επιπτώσεων του εν λόγω σχεδίου στο περιβάλλον.
3) Χρησιμοποίηση εναλλακτικής διαδικασίας εκτιμήσεως:
Το εθνικό δικαστήριο έχει αμφιβολίες κατά πόσον η διαδικασία εγκρίσεως που προβλέπει ο υπ' αριθ. 27/92 νόμος είναι κατάλληλη για την κατά τρόπο εξαντλητικό εξακρίβωση των επιπτώσεων του σχεδίου στο περιβάλλον. Διαπιστώνει συναφώς ότι, αφενός, ούτε οι επιπτώσεις στον θόρυβο ούτε οι επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα εξετάστηκαν, όπως απαιτεί η οδηγία, και ότι, αφετέρου, το κοινό δεν συμμετέσχε στη διαδικασία αυτή, αντίθετα προς τις διατάξεις της οδηγίας. Το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν, στην περίπτωση σχεδίου που χρήζει εκτιμήσεως σύμφωνα με την οδηγία, αυτή επιτρέπει σε κράτος μέλος να χρησιμοποιεί διαδικασία εκτιμήσεως άλλη από αυτήν που θέσπισε η οδηγία.
Το Δικαστήριο απαντά ότι η οδηγία επιτρέπει σε κράτος μέλος να χρησιμοποιήσει άλλη διαδικασία εκτιμήσεως από αυτή που προβλέπει η οδηγία, οσάκις η εναλλακτική αυτή διαδικασία ενσωματώνεται σε υφισταμένη εθνική διαδικασία ή σε διαδικασία που πρόκειται να θεσπιστεί. Πάντως, μία τέτοια εναλλακτική διαδικασία πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις της οδηγίας αυτής, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η συμμετοχή του κοινού.
4) Αποκλεισμός των σχεδίων που εγκρίνονται καταλεπτώς με ειδική εθνική νομοθετική πράξη:
Η οδηγία ορίζει ότι αυτή "δεν εφαρμόζεται στα σχέδια που εγκρίνονται καταλεπτώς με ειδική εθνική νομοθετική πράξη, καθότι οι στόχοι που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένης και της επιδιωκόμενης παροχής πληροφοριών, επιτυγχάνονται μέσω της νομοθετικής διαδικασίας". Το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν η οδηγία έχει επίσης εφαρμογή σε σχέδιο (όπως αυτό για το οποίο πρόκειται), το οποίο, παρόλον ότι προβλέπεται από νομοθετική διάταξη προγραμματισμού, αποτέλεσε αντικείμενο αδείας σύμφωνα με χωριστή διοικητική διαδικασία.
Το Δικαστήριο αναφέρει ότι ένας νόμος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εγκρίνει ένα σχέδιο καταλεπτώς, κατά την έννοια της οδηγίας, όταν, αφενός, δεν περιέχει τα αναγκαία στοιχεία για την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον του σχεδίου αυτού (αλλά
παραπέμπτει στην εκ των υστέρων πραγματοποίηση μελέτης), και, αφετέρου, χρήζει της εκδόσεως άλλων πράξεων για να δώσει στον κύριο του έργου το δικαίωμα να πραγματοποιήσει το σχέδιο. Επομένως, ένα σχέδιο όπως αυτό για το οποίο πρόκειται στην κύρια δίκη, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.
5) Αποκλεισμός των σχεδίων που εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας:
Η οδηγία ορίζει ότι δεν αφορά τα σχέδια που εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας. Το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι αεροδρόμιο, το οποίο μπορεί να εξυπηρετεί ταυτόχρονα πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς, αλλά του οποίου η κύρια χρήση έχει εμπορικό χαρακτήρα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.
Το Δικαστήριο κρίνει ότι η εξαίρεση αυτή από τον γενικό κανόνα της προηγουμένης εκτιμήσεως των επιπτώσεων στο περιβάλλον που θεσπίζει η οδηγία πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικώς. Συνεπώς, μόνον τα σχέδια που εξυπηρετούν κυρίως σκοπούς εθνικής άμυνας μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση εκτιμήσεως.
6) Συνέπειες της υπερβάσεως εκ μέρους των αρχών κράτους μέλους του περιθωρίου εκτιμήσεως:
Το εθνικό δικαστήριο ερωτά αν, οσάκις οι νομοθετικές ή διοικητικές αρχές κράτους μέλους υπερβαίνουν το περιθώριο εκτιμήσεως που τους παρέχουν οι διατάξεις αυτές, οι ιδιώτες μπορούν να τις επικαλούνται ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους κατά των εθνικών αρχών και να επιτυγχάνουν έτσι τη μη εφαρμογή από αυτές των εθνικών κανόνων ή μέτρων που είναι ασύμβατα προς τις διατάξεις αυτές.
Το Δικαστήριο απαντά ότι η οδηγία έχει την έννοια ότι, αν οι νομοθετικές ή διοικητικές αρχές κράτους μέλους υπερβούν το περιθώριο εκτιμήσεως που τους παρέχει η οδηγία, οι ιδιώτες μπορούν να τις επικαλεστούν ενώπιον του δικαστηρίου κράτους μέλους κατά των εθνικών αρχών και να επιτύχουν έτσι τη μη εφαρμογή από τις τελευταίες των εθνικών κανόνων ή μέτρων που είναι ασύμβατα προς την οδηγία. Σε μια τέτοια περίπτωση, στις αρχές κράτους μέλους απόκειται να λάβουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, κάθε αναγκαίο γενικό ή ειδικό μέτρο ώστε τα σχέδια να υποβληθούν σε εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι δυνατό να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και, αν όντως συντρέχει μια τέτοια περίπτωση, να πραγματοποιηθεί μελέτη ως προς τις επιπτώσεις αυτές.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευτείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int γύρω στις 15:00 σήμερα.
Για περαιτέρω πληροφορίες επικοινωνείστε με την κα Estella Cigna, τηλ. (352) 43 03 2582 fax (352) 43 03 2674.