Στη Φινλανδία, ένας νόμος περί των τυχερών παιγνίων, προκειμένου να περιορίσει τα κέρδη από την εκμετάλλευση του πάθους για τα τυχερά παίγνια, προβλέπει ότι μόνον ένας οργανισμός δημοσίου δικαίου μπορεί να διοργανώνει λαχειοφόρες αγορές και στοιχήματα ή να διαχειρίζεται καζίνα και μηχανήματα τυχερών παιγνίων. Ο κάτοχος της απαιτουμένης διοικητικής άδειας οφείλει να συγκεντρώνει τα χρήματα για αφιλοκερδείς σκοπούς.
Ο οργανισμός δημοσίου δικαίου στον οποίο δόθηκε η άδεια αυτή είναι η RAY, μια ένωση που αποτελείται από 96 οργανισμούς που αναπτύσσουν δράση στους τομείς της υγείας και των κοινωνικών δραστηριοτήτων.
Το 1996 η αγγλική εταιρία CML συνήψε με τη φινλανδική εταιρία TSL σύμβαση παρέχουσα στην τελευταία το αποκλειστικό δικαίωμα θέσεως σε λειτουργία και εκμεταλλεύσεως στη Φινλανδία μηχανημάτων τυχερών παιγνίων κατασκευασθέντων και παραδοθέντων σε χαμηλές τιμές από τη CML. Η σύμβαση προβλέπει ότι η CML εξακολουθεί να είναι ο κύριος των μηχανημάτων και ότι η TSL λαμβάνει, ως αμοιβή, προμήθεια ανάλογη προς το κέρδος που αποκομίζει από τα τεθέντα σε λειτουργία μηχανήματα.
Στον M. Läärä, πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου της TSL, επιβλήθηκε χρηματική ποινή λόγω παραβάσεως του φινλανδικού νόμου περί τυχερών παιγνίων. Στο πλαίσιο της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιον του φινλανδικού εφετείου, ο M. Läärä υποστηρίζει ότι ο φινλανδικός νόμος παραβιάζει τις αρχές του κοινοτικού δικαίου περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών.
Το εθνικό δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο αν εθνική νομοθεσία παρέχουσα σε ένα μόνο δημόσιο οργανισμό αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως των μηχανημάτων τυχερών παιγνίων για λόγους γενικού συμφέροντος αντιβαίνει, μεταξύ άλλων, προς τους κανόνες περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Κατά το Δικαστήριο, μια εθνική νομοθεσία όπως η φινλανδική ουδόλως ενέχει δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγένειας, στο μέτρο που πλήττει αδιακρίτως τους επιχειρηματίες, ανεξαρτήτως του αν είναι εγκατεστημένοι στη Φινλανδία ή σε άλλο κράτος μέλος. Ωστόσο, η νομοθεσία αυτή συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών: οι επιχειρηματίες εμποδίζονται, άμεσα ή έμμεσα, να θέτουν μηχανήματα τυχερών παιγνίων στη διάθεση του κοινού. Επομένως, το Δικαστήριο εξετάζει αν το εμπόδιο αυτό δικαιολογείται υπό το φως του κοινοτικού δικαίου.
Το Δικαστήριο φρονεί ότι κάθε κράτος μέλος μπορεί να αξιολογεί αν, για την επίτευξη των επιδιωκομένων σκοπών, είναι αναγκαία η θέσπιση ρυθμίσεως πλαισιώνουσας τη δραστηριότητα των οικείων επιχειρηματιών ή η χορήγηση αποκλειστικού δικαιώματος εκμεταλλεύσεως σε διαθέτοντα άδεια δημόσιο οργανισμό. Το αποτέλεσμα της επιλογής αυτής, για να είναι σύμφωνο προς το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Ο περιορισμός της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που σκοπεί να μειώσει τους κινδύνους που ενέχουν τα παίγνια επί χρήμασι για την κοινωνική τάξη δικαιολογείται, δεδομένου ότι σκοπεί να προστατεύσει τους καταναλωτές. Έτσι, το μέτρο με το οποίο ένα κράτος μέλος δεν απαγορεύει πλήρως τα παίγνια αλλά χορηγεί περιορισμένη άδεια εντάσσεται στο πλαίσιο της προλήψεως των κινδύνων που συνδέονται με την εκμετάλλευση μιας δραστηριότητας με σκοπό τη διάπραξη απάτης ή εγκλημάτων.
Η λύση που προέκρινε η Φινλανδία, η οποία παρέσχε σε ένα μόνο δημόσιο οργανισμό αποκλειστικά δικαιώματα για την εκμετάλλευση των μηχανημάτων τυχερών παιγνίων και περιόρισε αυστηρά τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα της δραστηριότητας αυτής, δεν είναι, επομένως, κατά το Δικαστήριο, δυσανάλογη σε σχέση με τους επιδιωκομένους σκοπούς.
Ανεπίσημο έγγραφο για χρήση από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες.
Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε τη σελίδα μας Internet www.curia.eu.int από σήμερα στις 3 μ.μ. περίπου.
Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνείστε με την κ. Estella Cigna, τηλ: (352) 4303 2582 fax: (352) 43 03 2674