Language of document :

Αναίρεση που άσκησαν στις 22 Ιουλίου 2021 οι Engie Global LNG Holding Sàrl, Engie Invest International SA και Engie SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο πενταμελές τμήμα) στις 12 Μαΐου 2021 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-516/18 και T-525/18, Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-454/21 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Engie Global LNG Holding Sàrl, Engie Invest International SA και Engie SA (εκπρόσωποι: C. Rydzynski, B Le Bret, M. Struys και F. Pili, avocats)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να κρίνει την παρούσα αίτηση αναιρέσεως παραδεκτή και βάσιμη·

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 12ης Μαΐου 2021, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-516/18 και T-525/18, Λουξεμβούργο και Engie Global LNG Holding κ.λπ. κατά Επιτροπής·

να αποφανθεί οριστικώς επί της ουσίας, σύμφωνα με το άρθρο 61 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, και, επικουρικώς, να κάνει δεκτά τα αιτήματα που προέβαλε η Engie σε πρώτο βαθμό, ή, επικουρικώς, να ακυρώσει το άρθρο 2 της αποφάσεως (ΕΕ) 2019/421 της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2018, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.44888 (2016/C) (πρώην 2016/NN) που έθεσε σε εφαρμογή το Λουξεμβούργο υπέρ της ENGIE (ΕΕ 2019, L 78, σ. 1), καθόσον διατάσσει την ανάκτηση της κρατικής ενισχύσεως·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεώς τους, η Engie Global LNG Holding, η Engie Invest International και η Engie προβάλλουν τρεις λόγους αναιρέσεως.

Κατά τις αναιρεσείουσες, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικά σφάλματα και παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά στο πλαίσιο του καθορισμού του στενού πλαισίου αναφοράς, καθόσον (i) απέκλεισε τη δυνατότητα να ληφθεί υπόψη η οδηγία μητρικών-θυγατρικών στο πλαίσιο του καθορισμού του εν λόγω πλαισίου αναφοράς· (ii) διαπίστωσε την ύπαρξη σχέσεως μεταξύ των άρθρων 164 και 166 του νόμου περί φορολογίας εισοδήματος του Λουξεμβούργου· (iii) έκρινε ότι οι επαυξήσεις επί του ZORA συνιστούσαν διανομή κερδών· και (iv) εκτίμησε ότι οι επίμαχες φορολογικές αποφάσεις τύπου «tax ruling» χορήγησαν επιλεκτικό πλεονέκτημα.

Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικά σφάλματα και παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά στο πλαίσιο της απόδειξης της ύπαρξης επιλεκτικού πλεονεκτήματος και, συγκεκριμένα, ως προς (i) την επιλογή του πλαισίου αναφοράς· (ii) τον προσδιορισμό του επιλεκτικού πλεονεκτήματος· και (iii) την ερμηνεία του δικαίου του Λουξεμβούργου.

Συνεπεία του πρώτου και του δευτέρου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες καταλήγουν ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικά σφάλματα, καθόσον απέρριψε τα επιχειρήματα τα οποία προέβαλαν στο πλαίσιο της προσφυγής ακυρώσεως και τα οποία αφορούν την περιορισμένη αρμοδιότητα της Επιτροπής δυνάμει των άρθρων 2, 3, 4 και 5 ΣΛΕΕ, τα οποία αφορούν την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών, σε συνδυασμό με τα άρθρα 113 έως 117 ΣΛΕΕ.

Τέλος, η ανάκτηση της κρατικής ενισχύσεως που διέταξε το Γενικό Δικαστήριο αντίκειται στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

____________