Language of document :

Προσφυγή της 22ας Νοεμβρίου 2007 - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-518/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Docksey και C. Ladenburger)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, προβλέποντας κρατική εποπτεία των ελεγκτικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επίβλεψη της επεξεργασίας δεδομένων σε άλλους τομείς εκτός του δημοσίου στα ομόσπονδα κράτη Βάδης-Βιττεμβέργης, Βαυαρίας, Βερολίνου, Βραδεμβούργου, Βρέμης, Αμβούργου, Έσσης, Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, Κάτω Σαξωνίας, Βορείου Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Ρηνανίας-Παλατινάτου, Σάαρ, Σαξωνίας, Σαξωνίας-Άνχαλτ, Σλέσβιγκ-Χόλσταϊν και Θουριγγίας και, με τον τρόπο αυτό, μεταφέροντας εσφαλμένα στην εθνική έννομη τάξη την επιταγή της "πλήρους ανεξαρτησίας" των επιφορτισμένων με τον έλεγχο της επεξεργασίας δεδομένων αρχών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 95/46/ΕΚ1·

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

To άρθρο 28, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 95/46/ΕΚ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ορίζουν "μία ή περισσότερες δημόσιες αρχές", που "επιφορτίζονται με τον έλεγχο της εφαρμογής [...] των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπισθεί από τα κράτη μέλη, κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας", ήτοι διατάξεων προς προστασία των προσωπικών δεδομένων. To άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας επιτάσσει την "πλήρη ανεξαρτησία" των αρχών αυτών. Κατά το γράμμα της οδηγίας πρέπει να ορίζεται ότι οι αρχές αυτές δεν πρέπει να επηρεάζονται από άλλες δημόσιες αρχές ή από φορείς εκτός του δημοσίου τομέα , ήτοι ότι οι σχετικές διατάξεις των κρατών μελών πρέπει να αποκλείουν την άσκηση επιρροής από τρίτους όσον αφορά τις αποφάσεις των αρχών και την εκτέλεσή τους. Η χρησιμοποίηση της λέξεως "πλήρης" σημαίνει ότι η ως άνω ανεξαρτησία δεν είναι μόνον ανεξαρτησία από οποιονδήποτε αλλά και ανεξαρτησία από οποιαδήποτε άποψη.

Επομένως, αντιβαίνει προς το άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας η πρόβλεψη κρατικής εποπτείας των αρχών που είναι αρμόδιες για την επίβλεψη της επεξεργασίας δεδομένων σε τομείς εκτός του δημοσίου όσον αφορά την εφαρμογή στην πράξη, την τήρηση των προβλεπομένων διατάξεων και το απασχολούμενο προσωπικό, όπως συμβαίνει και στα 16 ομόσπονδα κράτη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Επειδή η νομοθεσία καθεμιάς των ομοσπόνδων κρατών προβλέπει την εποπτεία των σχετικών αρχών με διάφορους συνδυασμούς των τριών αυτών ειδών εποπτείας, τούτο συνιστά παραβίαση εκ μέρους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας των υποχρεώσεων που υπέχει από το άρθρο 28, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας, που επιτάσσει την "πλήρη ανεξαρτησία" των αρχών. Ανεξάρτητα από τις διαφορές της εποπτείας όσον αφορά την εφαρμογή στην πράξη, την τήρηση των προβλεπομένων διατάξεων και το απασχολούμενο προσωπικό, όλοι αυτοί οι τρόποι εποπτείας συνιστούν προσβολή της ανεξαρτησίας την οποία επιβάλλει η οδηγία.

Από τελολογικής απόψεως ο κοινοτικός νομοθέτης θεώρησε αναγκαία την πλήρη ανεξαρτησία, ώστε να μπορεί ασκείται πραγματικά η κατά το άρθρο 28 της οδηγίας αποστολή των ελεγκτικών αρχών. Η έννοια της "πλήρους ανεξαρτησίας" καθίσταται ακόμα πιο σαφής και βάσει του ιστορικού της θεσπίσεως του επίμαχου κανόνα. Αλλά και από συστηματικής απόψεως η επιταγή της "πλήρους ανεξαρτησίας" των ελεγκτικών αρχών συνάδει με τq ισχύοντα στο πλαίσιο της Κοινότητας στον τομέα της προστασίας δεδομένων. Επιπλέον, το άρθρο 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτάσσει ο σεβασμός των κανόνων περί προστασίας προσωπικών δεδομένων να "υπόκειται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής".

Η έννοια της σχετικής ανεξαρτησίας που επικαλείται η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, ήτοι της ανεξαρτησίας των ελεγκτικών αρχών μόνον από τους ελεγχομένους, δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη σαφή και ευρύτερου περιεχομένου διατύπωση της οδηγίας, που επιτάσσει "πλήρη" ανεξαρτησία. Επιπλέον, η ερμηνεία αυτή του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 28, παράγραφος 1, στερεί του περιεχομένου της τη διάταξη αυτή. Απορριπτέα είναι και η επιχειρηματολογία κατά την οποία το άρθρο 95 ΕΚ ως κύρια νομική βάση της οδηγίας και οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας συνηγορούν υπέρ της συσταλτικής ερμηνείας της επιταγής "πλήρους ανεξαρτησίας". Το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι η οδηγία εκδόθηκε νομοτύπως και ότι αποκλείεται μια συσταλτική ερμηνεία των διατάξεών της σε περιπτώσεις όπου το αντικείμενο δεν είναι οικονομικής φύσεως. Κατά τα λοιπά, η επίμαχη διάταξη δεν υπερβαίνει το μέτρο του αναγκαίου προς επίτευξη του σκοπού τον οποίο επιδιώκει η οδηγία, σύμφωνα με το άρθρο 95 ΕΚ και με την αρχή της επικουρικότητας.

____________

1 - ΕΕ L 281, σ. 31.