Language of document :

Αγωγή της 19ης Νοεμβρίου 2015 – Guardian Europe κατά Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση T-673/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Guardian Europe Sàrl (Bertrange, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: F. Louis, δικηγόρος, και C. O’Daly, Solicitor)

Εναγόμενοι: Ευρωπαϊκή Ένωση, εκπροσωπούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

(1) να επιδικάσει υπέρ της ενάγουσας αποζημίωση προς αποκατάσταση των ακόλουθων ζημιών οι οποίες προκλήθηκαν συνεπεία της παραλείψεως του Γενικού Δικαστηρίου να αποφανθεί εντός εύλογου χρόνου και οι οποίες συνίστανται: (α) στα σχετιζόμενα με εγγύηση έξοδα που ανέρχονται σε 936 000 ευρώ· (β) στο κόστος λόγω απώλειας ευκαιριών/διαφυγόν κέρδος που ανέρχεται σε 1 671 000ευρώ· και (γ) στην ηθική βλάβη την οποία υπέστη η ενάγουσα και για την οποία αυτή ζητεί χρηματική ικανοποίηση ύψους 14,8 εκατομμυρίων ευρώ·

(2) να επιδικάσει τόκους επί των ποσών που ζητήθηκαν υπό το στοιχείο (1) ανωτέρω, κατά το μέρος που έχει σημασία εν προκειμένω, με το μέσο επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, προσαυξημένο κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες·

(3) να επιδικάσει υπέρ της ενάγουσας αποζημίωση προς αποκατάσταση των ζημιών οι οποίες προκλήθηκαν συνεπεία της παραβιάσεως, εκ μέρους της Επιτροπής και του Γενικού Δικαστηρίου, της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, δηλαδή να επιδικάσει ως αποζημίωση τα εξής ποσά που αφορούν: (α) τα σχετιζόμενα με εγγύηση έξοδα που ανέρχονται σε 1 547 000 ευρώ· (β) το κόστος λόγω απώλειας ευκαιριών/διαφυγόν κέρδος που ανέρχεται σε 9 292 000 ευρώ· και (γ) την ηθική βλάβη την οποία υπέστη η ενάγουσα και για την οποία αυτή ζητεί χρηματική ικανοποίηση ύψους 14,8 εκατομμυρίων ευρώ·

(4) να επιδικάσει τόκους επί των ποσών που ζητήθηκαν υπό το στοιχείο (3) ανωτέρω, κατά το μέρος που έχει σημασία εν προκειμένω, με το μέσο επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδοτήσεως, προσαυξημένο κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες· και

(5) να καταδικάσει τους εναγομένους στα σχετικά με την υπό κρίση αγωγή έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η ενάγουσα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αγωγής, η ενάγουσα προβάλλει δύο ισχυρισμούς.

Με τον πρώτο ισχυρισμό, η ενάγουσα υποστηρίζει ότι έχει, έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δικαίωμα για τη λήψη αποζημιώσεως δυνάμει των άρθρων 268 ΣΛΕΕ και 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ λόγω της προσβολής, εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου, των δικαιωμάτων της να εκδικαστεί η υπόθεσή της εντός εύλογου χρόνου, τα οποία αντλούνται από το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών. Κατά την ενάγουσα, η παράλειψη εκδόσεως αποφάσεως εντός εύλογου χρόνου προκάλεσε σ’ αυτήν ζημίες τριών ειδών μεταξύ της 12ης Φεβρουαρίου 2010 και της 27ης Σεπτεμβρίου 2012: (1) αυξημένα έξοδα σχετιζόμενα με τραπεζική εγγύηση καλύπτουσα το ποσό του προστίμου που η ενάγουσα δεν κατέβαλε αμέσως στην Επιτροπή κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως  C(2007)5791 τελικό της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2007, στην υπόθεση COMP/39165 – Επίπεδο γυαλί· (2) κόστος λόγω απώλειας ευκαιριών διότι το χαμηλό επιτόκιο επί του ποσού του προστίμου, ποσού το οποίο όψιμα επιστράφηκε μερικώς στην ενάγουσα κατόπιν της αποφάσεως του Δικαστηρίου του 2014, ήταν πολύ χαμηλότερο από τη δυνητική απόδοση που η ενάγουσα θα μπορούσε να έχει επιτύχει εάν, αντί να καταβάλει τα χρήματα αυτά στην Επιτροπή το 2008, τα είχε επενδύσει στην επιχειρηματική δραστηριότητά της· και (3) ηθική βλάβη λόγω της αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία εσφαλμένως επιβλήθηκε το υψηλότερο πρόστιμο στην ενάγουσα τον Νοέμβριο 2007 και λόγω της παραλείψεως του Γενικού Δικαστηρίου να αποφανθεί εντός εύλογου χρόνου, λαμβανομένου υπόψη ότι τούτο μόνον όψιμα επανορθώθηκε από το Δικαστήριο τον Νοέμβριο 2014.

Με τον δεύτερο ισχυρισμό, η ενάγουσα υποστηρίζει ότι έχει, έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δικαίωμα για τη λήψη αποζημιώσεως δυνάμει των άρθρων 268 ΣΛΕΕ και 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ διότι τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Γενικό Δικαστήριο προδήλως παραβίασαν την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και προέβησαν σε διάκριση εις βάρος της ενάγουσας. Με την απόφαση  C(2007)5791 τελικό, της 28ης Νοεμβρίου 2007, στην υπόθεση COMP/39165 – Επίπεδο γυαλί, η Επιτροπή εσφαλμένως απέκλεισε τις εσωτερικές πωλήσεις όταν προέβη σε υπολογισμό των επιβληθέντων στους λοιπούς αποδέκτες της εν λόγω αποφάσεως προστίμων και παρέλειψε να επανορθώσει την επακόλουθη διάκριση εις βάρος της ενάγουσας, η οποία, ως παραγωγός που δεν είναι καθέτως οργανωμένη, ουδόλως είχε εσωτερικές πωλήσεις. Κατά την ενάγουσα, το Γενικό Δικαστήριο επαύξησε το σφάλμα της Επιτροπής ως εκ του ότι επικύρωσε τον εκ μέρους της αποφάσεως της Επιτροπής αποκλεισμό των ως άνω εσωτερικών πωλήσεων από τον υπολογισμό των προστίμων. Το σφάλμα αυτό διορθώθηκε από το Δικαστήριο μόλις τον Νοέμβριο 2014, όταν το τελευταίο αυτό θεσμικό όργανο προέβη σε μείωση του επιβληθέντος με την απόφαση της Επιτροπής προστίμου κατά 44,4 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, η μείωση αυτή δεν παρείχε αντιστάθμισμα για τη ζημία την οποία υπέστη η ενάγουσα από τον Νοέμβριο 2007 έως τον Νοέμβριο 2014 και η οποία προκλήθηκε ως εκ του ότι είχε επιβληθεί στην ενάγουσα ένα διογκωμένο πρόστιμο, το οποίο καθιστούσε εμφανές ότι η ενάγουσα έφερε ιδιαίτερη ευθύνη όσον αφορά τη σχετική με το επίπεδο γυαλί σύμπραξη και το οποίο είχε, επίσης, ως αποτέλεσμα τη δημιουργία επιπρόσθετων οικονομικών βαρών. Η μη σύννομη ενέργεια της Επιτροπής και του Γενικού Δικαστηρίου προκάλεσε στην ενάγουσα ζημίες των ιδίων τριών ειδών με αυτά που περιγράφηκαν αδρομερώς στο πλαίσιο του πρώτου ισχυρισμού, αλλά επί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ήτοι από τον Νοέμβριο 2007 έως τον Νοέμβριο 2014.

____________