Language of document : ECLI:EU:T:2010:528

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 16ης Δεκεμβρίου 2010 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος Hallux – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού (EΚ) 207/2009]»

Στην υπόθεση T‑286/08,

Fidelio KG, με έδρα το Linz (Αυστρία), εκπροσωπούμενη από τον M. Gail, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον S. Schäffner,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της από 21 Μαΐου 2008 αποφάσεως του τέταρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ (υπόθεση R 632/2007‑4), σχετικά με την καταχώριση του λεκτικού σημείου Hallux ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Azizi, πρόεδρο, E. Cremona και S. Frimodt Nielsen (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: J. Plingers, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 21 Ιουλίου 2008,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 16 Οκτωβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 7 Ιανουαρίου 2009,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 15ης Σεπτεμβρίου 2010,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η προσφεύγουσα Fidelio KG είναι εταιρία αυστριακού δικαίου η οποία έχει ως καταστατικό σκοπό τη χονδρική πώληση υποδημάτων. Ειδικεύεται στον τομέα των άνετων υποδημάτων.

2        Στις 19 Ιουλίου 2006, η προσφεύγουσα, η οποία ονομαζόταν τότε Kasperek KG, υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

3        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο Hallux.

4        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 10, 18 και 25 του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αυτός έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, όσον αφορά τα προϊόντα της κάθε κλάσεως, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 10: «Ορθοπεδικά είδη»·

–        κλάση 18: «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος, είδη από αυτά τα υλικά (περιλαμβανόμενα στην κλάση 18)· κιβώτια ταξιδίου και βαλίτσες· ομπρέλες, αλεξήλια και ράβδοι περιπάτου»·

–        κλάση 25: «Ενδύματα, υποδήματα και είδη πιλοποιίας».

5        Με απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2007 (στο εξής: απόφαση του εξεταστή) και βάσει του άρθρου 38 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 37 του κανονισμού 207/2009), ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως σήματος για τα ακόλουθα προϊόντα:

–        κλάση 10: «Ορθοπεδικά είδη»·

–        κλάση 18: «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος, είδη από αυτά τα υλικά (περιλαμβανόμενα στην κλάση 18)»·

–        κλάση 25: «Ενδύματα, υποδήματα».

6        Στις 24 Απριλίου 2007, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρα 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009) κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

7        Με απόφαση της 21ης Μαΐου 2008 (υπόθεση R 632/2007‑4) (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τέταρτο τμήμα προσφυγών δέχθηκε την προσφυγή όσον αφορά, αφενός, το σύνολο των επίμαχων προϊόντων που υπάγονται στην κλάση 18 και, αφετέρου, των ενδυμάτων που υπάγονται στην κλάση 25. Αντιθέτως, απέρριψε κατά τα λοιπά την προσφυγή όσον αφορά τα ακόλουθα προϊόντα:

–        κλάση 10: «Ορθοπεδικά είδη»·

–        κλάση 25: «Υποδήματα».

8        Με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι ο όρος «hallux» είναι λατινική λέξη που σημαίνει «μεγάλο δάκτυλο» του ποδιού. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται στην ιατρική ορολογία για να περιγράψει διάφορες παραμορφώσεις του ποδιού, εκ γενετής ή επίκτητες. Μία εξ αυτών, η hallux valgus, χαρακτηρίζεται από παραμόρφωση της αρθρώσεως που βρίσκεται στη βάση του μεγάλου δακτύλου του ποδιού, κατά την οποία το μεγάλο δάκτυλο αποκτά κλίση προς το εσωτερικό του ποδιού. Ο όρος «hallux» χρησιμοποιείται από το μη απαρτιζόμενο από ειδικούς γερμανόφωνο κοινό για να περιγράψει την πάθηση αυτή, η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη (σκέψεις 10 έως 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

9        Ο μέσος γερμανόφωνος καταναλωτής συνδέει άμεσα τον όρο «hallux» με τα ορθοπεδικά είδη καθώς και με τα υποδήματα, διότι παραπέμπει στον προορισμό των εν λόγω προϊόντων, τα οποία θεωρούνται κατάλληλα για όσους πάσχουν από hallux valgus.

10      Όσον αφορά ειδικότερα τα ορθοπεδικά είδη, αυτά διατίθενται ελεύθερα στο εμπόριο, αλλά συνήθως κατόπιν συμβουλής ιατρού. Κατά την εξέταση, ο ιατρός, που γνωρίζει τους λατινικούς τεχνικούς όρους, έχει συνήθως την ευκαιρία να εξηγήσει την έννοια του όρου «hallux» στους ασθενείς στους οποίους συνιστάται η επιλογή υποδημάτων ειδικών για τους πάσχοντες από hallux valgus. Εξάλλου, το τμήμα προσφυγών επισήμανε, χωρίς να καταλήξει συναφώς σε κάποιο συμπέρασμα, ότι ο όρος αυτός μπορεί επίσης να έχει περιγραφικό χαρακτήρα στις μη γερμανόφωνες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σημείο 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

11      Όσον αφορά τα υποδήματα εν γένει, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο «hallux» ως αναφερόμενο σε υποδήματα που είναι κατάλληλα για πρόσωπα που πάσχουν από ελαφρά μορφή hallux valgus και δεν είναι αναγκασμένα να φορούν ορθοπεδικά υποδήματα, καθόσον αυτά είναι εξαιρετικά άνετα, δεν περιορίζουν τις κινήσεις, προσαρμόζονται εύκολα στην παραμόρφωση και επενεργούν σταθεροποιητικά κατά το αρχικό αυτής στάδιο (σημείο 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

12      Δεδομένου ότι ο όρος «hallux» έχει περιγραφικό χαρακτήρα σε σχέση με τις δύο αυτές κατηγορίες προϊόντων, στερείται επίσης διακριτικού χαρακτήρα, διότι το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τον όρο αυτόν αποκλειστικώς ως αναφερόμενο σε ένα χαρακτηριστικό των επίμαχων προϊόντων και όχι ως σήμα δηλούν την εμπορική προέλευση αυτών (σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

 Αιτήματα των διαδίκων

13      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

14      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

15      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα δήλωσε ότι το πρώτο αίτημά της σκοπούσε στην ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως μόνον κατά το μέτρο που με αυτή απορρίφθηκε η προσφυγή της όσον αφορά τα ορθοπεδικά είδη που υπάγονται στην κλάση 10 και τα υποδήματα που υπάγονται στην κλάση 25, πράγμα που σημειώθηκε στα πρακτικά της συνεδριάσεως.

 Σκεπτικό

16      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως αντλούμενους, αντίστοιχα, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 207/2009] και παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009].

 Επιχειρήματα των διαδίκων

17      Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν είναι σε θέση, αμέσως και χωρίς περαιτέρω σκέψη, να προβεί σε συγκεκριμένο συσχετισμό μεταξύ του όρου «hallux» και των χαρακτηριστικών των επίδικων προϊόντων.

18      Πρώτον, όπως προκύπτει από ένα απόσπασμα λατινο-γερμανικού λεξικού που επισυνάφθηκε στο υπόμνημα αντικρούσεως, ο όρος «hallux» είναι λατινική λέξη η οποία σημαίνει «μεγάλο δάκτυλο» του ποδιού. Επομένως, δεν περιγράφει ένα χαρακτηριστικό των επίμαχων προϊόντων.

19      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα υποδήματα, αλλά και τα ορθοπεδικά είδη, διατίθενται ελεύθερα στο εμπόριο και μπορούν να αγορασθούν χωρίς ιατρική συνταγή, με συνέπεια ότι, όσον αφορά το σύνολο των εν λόγω προϊόντων, ως ενδιαφερόμενο κοινό θεωρείται ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος.

20      Η προσφεύγουσα αναφέρεται στη νομολογία του Bundespatentgericht (Ομοσπονδιακό δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, Γερμανία), κατά την οποία οι όροι που προέρχονται από νεκρές γλώσσες μπορούν γενικώς να καταχωρισθούν, δεδομένου ότι στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού παρουσιάζουν, καταρχήν, κάποια πρωτοτυπία δυνάμενη να τους επιτρέψει να επιτελέσουν τη λειτουργία της ενδείξεως της προελεύσεως η οποία είναι συμφυής στα σήματα, εκτός αν περιγράφουν ευθέως τα προϊόντα που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως και χρησιμοποιούνται συνήθως για τη δημιουργία ειδικών εκφράσεων σε κάποιο συγκεκριμένο τομέα.

21      Πάντως, κατά την προσφεύγουσα, ο όρος «hallux» δεν εισήχθη στο γερμανικό λεξιλόγιο, δεν περιγράφει ευθέως τα προϊόντα που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως και δεν χρησιμοποιείται ως ειδική τεχνική ένδειξη. Επομένως, η έννοια του όρου αυτού είναι άγνωστη στον γερμανόφωνο πληθυσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών που έχουν γνώση της λατινικής, δεδομένου ότι ο επίμαχος όρος δεν αποτελεί τμήμα του συνήθως διδασκόμενου λεξιλογίου. Κατ’ ακολουθία, ο όρος «hallux» δεν έχει κάποια ειδική σημασία για το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο, αντιθέτως, αντιλαμβάνεται τον όρο αυτόν ως φανταστική ονομασία, δυνάμενη να χρησιμεύσει για την ένδειξη της προελεύσεως των επίμαχων προϊόντων και να επιτελέσει, έτσι, τη λειτουργία του σήματος που συνίσταται στον προσδιορισμό της προελεύσεως των προϊόντων ή των υπηρεσιών.

22      Ακόμη δε και αν γίνει δεκτό ότι η έννοια του λατινικού όρου «hallux» είναι γνωστή, πάντως διαπιστώνεται ότι ο όρος αυτός δεν περιγράφει ευθέως τα επίμαχα προϊόντα.

23      Επιπλέον, η πάθηση «hallux valgus» (κλίση προς τα έξω της αρθρώσεως του μεγάλου δακτύλου του ποδιού) δεν αφορά την πλειοψηφία του ενδιαφερομένου κοινού, τα δε υποδήματα που συνήθως διατίθενται στο εμπόριο δεν απευθύνονται ειδικώς στο κοινό που πάσχει από την πάθηση αυτή. Ακόμη και το τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού που γνωρίζει τον όρο «hallux» δεν αντιλαμβάνεται το σημείο του οποίου ζητείται η καταχώριση ως περιγραφικό των επίμαχων προϊόντων, καθόσον δεν υφίσταται άμεση σχέση του μεγάλου δακτύλου του ποδιού με τον προορισμό ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα των ορθοπεδικών ειδών και των υποδημάτων.

24      Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών μη ορθώς έκρινε ότι ο όρος «hallux» συνιστούσε σύντμηση των όρων «hallux valgus», γνωστή στο κοινό. Συγκεκριμένα, υφίστανται και άλλες παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού των οποίων η λατινική ονομασία περιλαμβάνει τον όρο «hallux» (για παράδειγμα, hallux rigidus ή hallux malleus), οπότε ουδείς λόγος συντρέχει να θεωρηθεί ότι ο όρος «hallux», χρησιμοποιούμενος μόνος του, συνιστά σύντμηση κάποιας από τις παθήσεις αυτές ειδικώς. Τα προερχόμενα από δικτυακούς τόπους αποσπάσματα, στα οποία αναφέρθηκε το τμήμα προσφυγών, δεν αποτελούν απόδειξη ως προς τη συνήθη χρήση του όρου «hallux». Δεν αποδεικνύουν ότι ο όρος «hallux» συνιστά τη συνήθη σύντμηση των όρων «hallux valgus». Επιπλέον, η παρουσία σε κάποιον εκ των αναφερόμενων στην προσβαλλόμενη απόφαση δικτυακών τόπων της φράσεως «Hallux Schuhe» (υποδήματα Hallux) συνιστά απόρροια της εμπορικής στρατηγικής ορισμένης επιχειρήσεως και δεν αρκεί προς απόδειξη του ότι η εν λόγω φράση συνιστά συνήθη σύντμηση.

25      Εξάλλου, δεν υφίστανται ειδικά υποδήματα προοριζόμενα για τη θεραπεία της hallux valgus. Αντιθέτως, η χρήση οποιουδήποτε άνετου υποδήματος, χωρίς απαραιτήτως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, συνιστά παράγοντα προλήψεως ή αποτροπής της χειροτερεύσεως της οικείας παθήσεως. Κατ’ ακολουθία, δεν υφίσταται κάποιο υπόδημα του οποίου τα κύρια χαρακτηριστικά να επιτρέπουν την ανακούφιση των προσώπων που υποφέρουν από hallux valgus. Υπό τις συνθήκες αυτές, η σχέση που το ενδιαφερόμενο κοινό θα μπορούσε να θεωρήσει ότι υφίσταται μεταξύ του όρου «hallux» και των υποδημάτων είναι πολύ αόριστη και δεν προσδιορίζεται επαρκώς ώστε να προσδώσει στον όρο αυτόν περιγραφικό χαρακτήρα.

26      Τρίτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η σύνδεση του όρου «hallux» με τα υποδήματα που απευθύνονται στο ευρύ κοινό εντάσσεται στο πλαίσιο μιας εμπορικής στρατηγικής και σκοπεί απλώς να επιτελέσει λειτουργία υποδείξεως. Κατά τη νομολογία, όμως, λεκτικό σήμα το οποίο απλώς υποδεικνύει τον προορισμό των προϊόντων δεν είναι, κατ’ ανάγκην, περιγραφικό και στερούμενο διακριτικού χαρακτήρα.

27      Προκειμένου ο μέσος καταναλωτής, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που πάσχουν από hallux valgus, να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μεταξύ του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και της παθήσεως υπό την ονομασία «hallux valgus» υφίσταται σχέση, πρέπει να καταβάλει σημαντική διανοητική προσπάθεια, η οποία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη. Συγκεκριμένα, καθόσον υφίστανται πλείονες διαφορετικές παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού, καθεμία από τις οποίες περιγράφεται με τον όρο «hallux», και ελλείψει πληροφόρησης ειδικής, ευθείας και άμεσης όσον αφορά συγκεκριμένη ποιότητα ή χαρακτηριστικό των επίμαχων προϊόντων, το ενδιαφερόμενο κοινό, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος του εν λόγω κοινού που πάσχει από hallux valgus και γνωρίζει την ονομασία της οικείας παθήσεως, αντιλαμβάνεται το σημείο του οποίου ζητείται η καταχώριση ως περιγραφικό μόνον στο πλαίσιο μιας αναλυτικής διαδικασίας, η οποία απαιτεί κάποια ερμηνευτική προσπάθεια. Κατά τη θεμελίωση, όμως, της υπάρξεως οποιασδήποτε σχέσεως μεταξύ, αφενός, του μεγάλου δακτύλου του ποδιού και, αφετέρου, των υποδημάτων και ορθοπεδικών ειδών, υφίσταται ευρύ περιθώριο ερμηνείας.

28      Τέταρτον, δεν υφίσταται λεξικό τεχνικών όρων στο οποίο ο όρος «hallux» να χρησιμοποιείται για την περιγραφή υποδημάτων ή ορθοπεδικών ειδών.

29      Πέμπτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το ΓΕΕΑ δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι οι αναμενόμενες δημογραφικές αλλαγές θα καταστήσουν περισσότερο γνωστούς τους όρους «hallux» ή «hallux valgus» στο ευρύ κοινό. Η προσφεύγουσα φρονεί ότι ο αριθμός των καταναλωτών που επιθυμεί να φορά άνετα υποδήματα, χωρίς πάντως να πάσχει από hallux valgus, είναι πιθανό να αυξηθεί λόγω της γήρανσης του πληθυσμού. Όμως, ουδέν προοιωνίζει ότι το κοινό αυτό, το οποίο εκδηλώνει ενδιαφέρον για τα προϊόντα της προσφεύγουσας, θα γνωρίζει περί της υπάρξεως της ασθένειας hallux valgus ή ότι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα συναντήσει τον όρο «hallux».

30      Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

 Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

31      Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν, στις συναλλαγές, για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών αυτών. Εξάλλου, στο άρθρο 7, παράγραφος 2, του ίδιου κανονισμού (νυν άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009) ορίζεται ότι η παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας.

32      Έτσι, σημεία και ενδείξεις δυνάμενα να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές για τη δήλωση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του προϊόντος ή της υπηρεσίας για τα οποία ζητείται η καταχώριση τεκμαίρονται, δυνάμει του κανονισμού 40/94, ως ακατάλληλα, εκ της φύσεώς τους, να επιτελέσουν τη λειτουργία της ενδείξεως προελεύσεως, υπό την επιφύλαξη της δυνατότητας κτήσεως διακριτικού χαρακτήρα μέσω της χρήσεως, όπως προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009) (απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2003, C‑191/01 P, ΓΕΕΑ κατά Wrigley, Συλλογή 2003, σ. I‑12447, σκέψη 30).

33      Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 επιδιώκει σκοπό γενικού συμφέροντος, ο οποίος επιβάλλει τα σημεία ή ενδείξεις που είναι περιγραφικά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους [βλ. απόφαση ΓΕΕΑ κατά Wrigley, σκέψη 32 ανωτέρω, σκέψη 31, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2005, T‑316/03, Münchener Rückversicherungs-Gesellschaft κατά ΓΕΕΑ (MunichFinancialServices), Συλλογή 2005, σ. II‑1951, σκέψη 25].

34      Για να αρνηθεί το ΓΕΕΑ την καταχώριση με βάση το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, δεν απαιτείται τα σημεία και οι ενδείξεις που συνθέτουν το σήμα και εμπίπτουν στο εν λόγω άρθρο να χρησιμοποιούνται όντως, κατά τον χρόνο της αιτήσεως περί καταχωρίσεως, για περιγραφή προϊόντων ή υπηρεσιών όπως εκείνα για τα οποία υποβάλλεται η αίτηση ή για χαρακτηριστικά γνωρίσματα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών. Αρκεί, όπως υποδηλώνει το γράμμα της εν λόγω διατάξεως, τα ως άνω σημεία και οι ενδείξεις να μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους ως άνω σκοπούς. Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαράδεκτη η καταχώριση λεκτικού σημείου αν, σε μία τουλάχιστον από τις ενδεχόμενες σημασίες του, είναι δηλωτικό χαρακτηριστικού γνωρίσματος των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (απόφαση ΓΕΕΑ κατά Wrigley, σκέψη 32 ανωτέρω, σκέψη 32).

35      Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι ο περιγραφικός χαρακτήρας ενός σημείου πρέπει να εκτιμάται σε σχέση, αφενός, με τον τρόπο με τον οποίο το αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό και, αφετέρου, με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αυτό αφορά [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Ιουνίου 2010, T‑315/09, Hoelzer κατά ΓΕΕΑ (SAFELOAD), δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

36      Συνεπώς, το ΓΕΕΑ πρέπει, δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 40/94, να κρίνει αν σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση συνιστά σήμερα, κατά την αντίληψη των ενδιαφερομένων κύκλων, περιγραφή των χαρακτηριστικών των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών ή αν μπορεί ευλόγως να πιθανολογηθεί ότι τούτο μπορεί να συμβεί στο μέλλον. Αν το τμήμα προσφυγών, κατόπιν της εξετάσεως αυτής, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τούτο συμβαίνει, πρέπει να αρνηθεί, δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, την καταχώριση του σήματος (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004, C‑363/99, Koninklijke KPN Nederland, Συλλογή 2004, σ. I‑1619, σκέψη 56).

37      Εξάλλου, οσάκις ζητείται η καταχώριση ενός σημείου ως κοινοτικού σήματος για το σύνολο μιας κατηγορίας προϊόντων, χωρίς διάκριση μεταξύ τους, και το σημείο αυτό είναι περιγραφικό όσον αφορά μέρος μόνον των προϊόντων της κατηγορίας αυτής, ο λόγος απαραδέκτου τον οποίο προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, για το κοινοτικό σήμα, δεν επιτρέπει παρά ταύτα την καταχώριση του σημείου αυτού σχετικά με ολόκληρη την οικεία κατηγορία [βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 27ης Φεβρουαρίου 2002, T‑106/00, Streamserve κατά ΓΕΕΑ (STREAMSERVE), Συλλογή 2002, σ. II‑723, σκέψη 46, και της 20ής Νοεμβρίου 2007, T‑458/05, Tegometall International κατά ΓΕΕΑ – Wuppermann (TEK), Συλλογή 2007, σ. II‑4721, σκέψη 94 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

38      Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων πρέπει να εκτιμηθεί η βασιμότητα του πρώτου λόγου ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα, όσον αφορά τόσο τα ορθοπεδικά είδη που εμπίπτουν στην κλάση 10 όσο και τα υποδήματα που εμπίπτουν στην κλάση 25.

 Όσον αφορά τα ορθοπεδικά είδη

39      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών κατά την οποία, όσον αφορά τα ορθοπεδικά είδη, το ενδιαφερόμενο κοινό απαρτίζεται από ενημερωμένα πρόσωπα, ήτοι τα πρόσωπα που πάσχουν από δυσμορφία ή δυσλειτουργία του μηχανισμού στήριξης καθώς και από ιατρούς και επαγγελματίες ειδικευμένους σε ορθοπεδικά υλικά (σημείο 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

40      Κατά την προσφεύγουσα, στο μέτρο που η διάθεση των ορθοπεδικών ειδών στο εμπόριο είναι ελεύθερη και η αγορά τους είναι δυνατή χωρίς να απαιτείται ιατρική συνταγή, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όσον αφορά τα εν λόγω είδη, το ενδιαφερόμενο κοινό είναι το ευρύ κοινό.

41      Μολονότι είναι αληθές ότι οι συνθήκες εμπορίας ορισμένου προϊόντος μπορούν να επηρεάσουν τη σύνθεση του κοινού στο οποίο απευθύνεται, αντιθέτως, δεν είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι όλα τα προϊόντα που διατίθενται ελεύθερα στο εμπόριο και μπορούν να αγορασθούν χωρίς ιατρική συνταγή απευθύνονται, εξ αυτού του λόγου, στο ευρύ κοινό. Αντιθέτως, σημασία έχει πρωτίστως η φύση των προϊόντων περί των οποίων πρόκειται και η κατηγορία του πληθυσμού στην οποία αυτά απευθύνονται.

42      Συναφώς, η διαπίστωση του τμήματος προσφυγών κατά την οποία το ενδιαφερόμενο κοινό, όσον αφορά τα ορθοπεδικά είδη, αποτελείται από τους επαγγελματίες του οικείου τομέα και τους ασθενείς που πάσχουν από δυσμορφίες ή δυσλειτουργίες, για την αποκατάσταση των οποίων επιβάλλεται η χρησιμοποίηση των εν λόγω ειδών, πρέπει να γίνει δεκτή. Επομένως, το επίπεδο τεχνικών γνώσεων του ενδιαφερομένου κοινού πρέπει να θεωρηθεί υψηλό.

43      Κατ’ ακολουθία, πρέπει να εξετασθεί αν, κατά την αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, ο όρος «hallux» μπορεί να θεωρηθεί ότι περιγράφει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των ορθοπεδικών ειδών, όπως ο προορισμός τους.

44      Δεν αμφισβητείται ότι ορισμένα ορθοπεδικά είδη περιλαμβανόμενα στην κατηγορία των ειδών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως προορίζονται ειδικώς για τις δυσμορφίες του μεγάλου δακτύλου του ποδιού. Εξάλλου, από τη νομολογία που παρατίθεται στη σκέψη 37 ανωτέρω προκύπτει ότι, για την άρνηση καταχωρίσεως με βάση το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, αρκεί ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου τον οποίο προβλέπει το εν λόγω άρθρο να ισχύει για μέρος των προϊόντων που περιλαμβάνονται στην κατηγορία σε σχέση με την οποία ζητείται η καταχώριση του σημείου Hallux.

45      Με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών προέβη σε τρεις διαπιστώσεις τις οποίες στήριξε παραπέμποντας σε διαδικτυακούς τόπους. Πρώτον, ο όρος «hallux» σημαίνει «μεγάλο δάκτυλο» του ποδιού στα λατινικά. Δεύτερον, ο ίδιος όρος, σε συνδυασμό με άλλους λατινικούς όρους, αναφέρεται σε δυσμορφίες του ποδιού οι οποίες χαρακτηρίζουν διάφορες παθήσεις. Τρίτον, ο όρος «hallux» χρησιμοποιείται μόνος για να περιγράψει την πιο συνηθισμένη από τις δυσμορφίες αυτές, ήτοι την κλίση προς τα έξω της αρθρώσεως που βρίσκεται στη βάση του μεγάλου δακτύλου του ποδιού, η οποία ονομάζεται «hallux valgus».

46      Η προσφεύγουσα παραδέχεται ότι ο όρος «hallux» σημαίνει «μεγάλο δάκτυλο» του ποδιού στα λατινικά και ότι ο όρος «hallux» συνδυάζεται με άλλους όρους για να περιγράψει διάφορες δυσμορφίες του ποδιού. Αντιθέτως, αμφισβητεί ότι ο όρος «hallux» γίνεται αντιληπτός ως σύντμηση των όρων «hallux valgus» και ότι η έννοια του όρου «hallux» είναι γνωστή στις γερμανόφωνες περιοχές της Ένωσης.

47      Η προσφεύγουσα βασίμως υποστηρίζει ότι η προσκόμιση στοιχείων αντληθέντων από διαδικτυακούς τόπους δεν αρκεί προς απόδειξη του ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι σε θέση να αντιληφθεί τον όρο «hallux» ως σύντμηση χρησιμοποιούμενη συνήθως αντί της φράσεως «hallux valgus», σε βαθμό ώστε ο εν λόγω όρος να περιγράφει αυτή και μόνον την πάθηση. Συγκεκριμένα, η χρήση κάποιου όρου σε διαδικτυακούς τόπους δεν αρκεί για να αποδειχθεί η συχνότητα της χρήσεώς του, συμπεριλαμβανομένης της χρήσεώς του από εξειδικευμένο κοινό.

48      Πάντως, η προσφεύγουσα παραδέχεται ότι ο όρος «hallux» σημαίνει «μεγάλο δάκτυλο» του ποδιού στα λατινικά και ότι χρησιμοποιείται στην επιστημονική ορολογία για να περιγράψει διάφορες παθήσεις και δυσμορφίες του ποδιού. Εντούτοις, η προσφεύγουσα δεν προσκομίζει κανένα στοιχείο ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση τη βασιμότητα του επιχειρήματος που προέβαλε το τμήμα προσφυγών, κατά το οποίο η επιστημονική ονομασία των παθήσεων του ποδιού είναι γνωστή στο ενδιαφερόμενο κοινό, ήτοι όχι μόνον στους επαγγελματίες –συνταγογραφούντες ιατρούς και εμπόρους ορθοπεδικών ειδών– αλλά επίσης στο τμήμα των τελικών καταναλωτών οι οποίοι πάσχουν από παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού και έχουν ανάγκη ειδικών για τις εν λόγω παθήσεις ορθοπεδικών ειδών. Συγκεκριμένα, τα πρόσωπα που προτίθενται να προβούν στην αγορά ειδικών για την πάθησή τους ορθοπεδικών ειδών είναι, γενικώς, πιθανό να έχουν αναζητήσει τα ίδια πληροφορίες ή να έχουν άλλως πληροφορηθεί την επιστημονική ονομασία των παθήσεων από τις οποίες πάσχουν ή ακόμη να ενημερωθούν συναφώς επ’ ευκαιρία της αγοράς ειδικών για την πάθησή τους ορθοπεδικών ειδών. Επομένως, είναι πιθανό τα πρόσωπα που πάσχουν από δυσμορφίες του μεγάλου δακτύλου του ποδιού να γνωρίζουν ότι έχουν προσβληθεί από μία πάθηση της οποίας η ονομασία περιλαμβάνει τον όρο «hallux» και είναι λογικό να υποτεθεί ότι το τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού το οποίο αφορούν τα ειδικά για τις δυσμορφίες του μεγάλου δακτύλου του ποδιού ορθοπεδικά είδη και το οποίο δεν είναι ακόμη εξοικειωμένο με τον όρο «hallux» θα πληροφορηθεί, πιθανόν, την έννοια του όρου αυτού κατά την αγορά των εν λόγω ειδών [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Ιουλίου 2010, T‑85/08, Exalation κατά OHMI (Vektor-Lycopin), δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψεις 42 και 43 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

49      Επομένως, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, το οποίο αφορούν τα ορθοπεδικά είδη που προορίζονται για τη θεραπεία παθήσεων του μεγάλου δακτύλου του ποδιού, ο όρος «hallux» παραπέμπει σε αυτή καθεαυτή την πάθηση. Στο πλαίσιο αυτό, αντίθετα απ’ ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το ενδιαφερόμενο για τα εν λόγω είδη κοινό είναι σε θέση, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη διανοητική προσπάθεια, να συσχετίσει κατά τρόπο συγκεκριμένο τον όρο «hallux» με τον προορισμό των εν λόγω προϊόντων.

50      Εξάλλου, η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, όπως προέβαλαν οι διάδικοι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, όλα τα ορθοπεδικά είδη δεν προορίζονται για την αντιμετώπιση των παθήσεων του μεγάλου δακτύλου του ποδιού. Συγκεκριμένα, μολονότι η αίτηση καταχωρίσεως περιλαμβάνει και ορθοπεδικά είδη προοριζόμενα για την αντιμετώπιση άλλων παθήσεων και μολονότι το ενδιαφερόμενο για τα είδη αυτά κοινό ενδέχεται, κατά συνέπεια, να μη γνωρίζει την έννοια του όρου «hallux» που περιγράφει πάθηση από την οποία δεν πάσχει, πάντως, παρατηρείται ότι το τμήμα αυτό του κοινού δεν αποτελεί το ενδιαφερόμενο κοινό το οποίο αφορούν τα ορθοπεδικά είδη που προορίζονται για την αντιμετώπιση των παθήσεων του μεγάλου δακτύλου του ποδιού. Επομένως, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 48 και 49 ανωτέρω, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι ο όρος «hallux» περιέγραφε, από απόψεως του ενδιαφερομένου για τα εν λόγω προϊόντα κοινού, ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά τους. Κατά συνέπεια, καθόσον η κατηγορία προϊόντων την οποία αφορά η αίτηση καταχωρίσεως περιλαμβάνει προϊόντα ως προς τα οποία το σημείο Hallux είναι περιγραφικό, ο λόγος αυτός αρκεί για να δικαιολογήσει άρνηση καταχωρίσεως για το σύνολο της κατηγορίας στην οποία περιλαμβάνονται τα οικεία προϊόντα (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις STREAMSERVE, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 46, και TEK, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 94 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

51      Περαιτέρω, πρέπει να υπομνησθεί ότι η προσφεύγουσα δεν μπορεί λυσιτελώς να επικαλεστεί, προς στήριξη του λόγου ακυρώσεως που σκοπεί να αποδείξει ότι το ΓΕΕΑ εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, τη νομολογία του Bundespatentgericht σχετικά με την καταχώριση σημείων που συνίστανται σε λέξη ανήκουσα σε νεκρή γλώσσα. Συγκεκριμένα, στον τομέα του κοινοτικού σήματος, το ΓΕΕΑ ασκεί δέσμια αρμοδιότητα για την εφαρμογή αποκλειστικώς των διατάξεων της κρίσιμης κοινοτικής νομοθεσίας, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από τον κοινοτικό δικαστή [βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2001, T-24/00, Sunrider κατά ΓΕΕΑ (VITALITE), Συλλογή 2001, σ. II-449, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 3ης Δεκεμβρίου 2003, T-16/02, Audi κατά ΓΕΕΑ (TDI), Συλλογή 2003, σ. II-5167, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

52      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, κρίνοντας ότι ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου τον οποίο προβλέπει η εν λόγω διάταξη δεν επέτρεπε την καταχώριση του σημείου Hallux για τα ορθοπεδικά είδη που εμπίπτουν στην κλάση 10.

 Όσον αφορά τα υποδήματα

53      Η προσφεύγουσα και το ΓΕΕΑ συμφωνούν με την άποψη του τμήματος προσφυγών το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφαση επισήμανε ότι, καθόσον τα υποδήματα αποτελούν προϊόντα ευρείας καταναλώσεως, το ενδιαφερόμενο κοινό ήταν το ευρύ κοινό. Η διαπίστωση αυτή πρέπει να επικυρωθεί. Κατά συνέπεια, πρέπει να εκτιμηθεί η αντίληψη που σχηματίζει ο ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος μέσος καταναλωτής σε σχέση με τον όρο «hallux» [απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Φεβρουαρίου 2002, T-219/00, Ello κατά ΓΕΕΑ (ELLOS), Συλλογή 2002, σ. II‑753, σκέψη 30· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 1999, C‑342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. I‑3819, σκέψη 26].

54       Πρώτον, παρατηρείται ότι η λέξη «hallux», μολονότι περιλαμβάνεται στα λεξικά, εντούτοις ανήκει σε μια νεκρή γλώσσα της οποίας η μελέτη δεν είναι διαδεδομένη. Επιπλέον, όπως παρατηρεί η προσφεύγουσα, ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνεται στο λεξιλόγιο το οποίο συναντά συνήθως κανείς κατά τη μελέτη της λατινικής. Εξάλλου, δεν μπορεί να συναχθεί ότι η επιστημονική ονομασία διαφόρων δυσμορφιών του μεγάλου δακτύλου του ποδιού είναι γνωστή στο ευρύ κοινό. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών περιορίστηκε σε επίκληση στοιχείων αντληθέντων από διαδικτυακούς τόπους. Εντούτοις, τέτοια στοιχεία δεν είναι επαρκή για να αποδειχθεί η συχνότητα της χρήσεως ενός τεχνικού όρου και, κατά συνέπεια, η γνώση του όρου αυτού από το ευρύ κοινό (βλ. σκέψη 47 ανωτέρω). Συγκεκριμένα, το Πρωτοδικείο έχει κρίνει ότι δεν αρκεί να αποδειχθεί ότι η χρήση ενός τεχνικού όρου βεβαιώνεται από ειδικά λεξικά για να αποδειχθεί η γνώση του όρου αυτού από το ενδιαφερόμενο κοινό, οσάκις αυτό αποτελείται από τον μέσο καταναλωτή [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Μαρτίου 2008, T‑341/06, Compagnie générale de diététique κατά ΓΕΕΑ (GARUM), δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 39].

55      Δεύτερον, επιβάλλεται, πάντως, η παρατήρηση ότι στο πλαίσιο της κατηγορίας των υποδημάτων εν γένει διακρίνεται η υποκατηγορία των άνετων υποδημάτων. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει εξάλλου ότι η προσφεύγουσα υποστήριξε, με τα δικόγραφά της και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι ασχολούνταν με το εμπόριο άνετων υποδημάτων. Αυτή η ιδιαίτερη υποκατηγορία υποδημάτων μολονότι, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα με τα δικόγραφά της (βλ. σκέψη 25 ανωτέρω), δεν απευθύνεται ειδικώς σε ασθενείς που πάσχουν από hallux valgus, εντούτοις, είναι κατάλληλη γι’ αυτούς και αποτρέπει την περαιτέρω εξέλιξη της παθήσεώς τους.

56      Παρατηρείται εντούτοις ότι το ενδιαφερόμενο κοινό το οποίο αφορά η ιδιαίτερη αυτή υποκατηγορία υποδημάτων ταυτίζεται, εν μέρει, με το ενδιαφερόμενο κοινό το οποίο αφορούν τα ορθοπεδικά είδη που είναι κατάλληλα για της παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού και το οποίο αποδείχθηκε ότι γνώριζε την έννοια του όρου «hallux» ή ότι ήταν πιθανό να την έχει πληροφορηθεί (βλ. σκέψη 48 ανωτέρω). Επιπλέον, όπως υποστηρίζει το ΓΕΕΑ, το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο αφορούν τα άνετα υποδήματα, περιλαμβάνει επίσης πρόσωπα τα οποία, μολονότι δεν χρειάζεται να κάνουν χρήση ορθοπεδικών ειδών, εντούτοις, είτε έχουν προσβληθεί άμεσα από παθήσεις του ποδιού είτε είναι ευαισθητοποιημένα ως προς τα ζητήματα αυτά και ενδέχεται να δείξουν συναφώς ιδιαίτερη προσοχή. Στο πλαίσιο αυτό, μολονότι είναι αληθές ότι για την αγορά των άνετων υποδημάτων δεν απαιτείται ιατρική συνταγή, πάντως, οι πωλητές των εν λόγω υποδημάτων είναι σε θέση να παράσχουν διευκρινίσεις και συμβουλές στα πρόσωπα που πάσχουν από παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού και, ιδίως, να πληροφορήσουν τα πρόσωπα αυτά σχετικά με την ονομασία των παθήσεων για τις οποίες προορίζονται τα άνετα υποδήματα. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι καταναλωτές οι οποίοι θα προμηθεύονταν άνετα υποδήματα διατιθέμενα στο εμπόριο με το σήμα Hallux θα αντιλαμβάνονταν το σήμα αυτό υπό την έννοια ότι υποδηλώνει ότι τα επίμαχα είδη είναι κατάλληλα ιδίως για πρόσωπα που πάσχουν από παθήσεις του μεγάλου δακτύλου του ποδιού.

57      Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε ότι, τουλάχιστον όσον αφορά την υποκατηγορία των άνετων υποδημάτων, το σημείο «hallux» περιγράφει τον προορισμό των προϊόντων τα οποία αφορά η αίτηση καταχωρίσεως. Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σημείο αυτό δεν μπορεί να καταχωριστεί σχετικά με ολόκληρη την οικεία κατηγορία (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις STREAMSERVE, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 46, και TEK, σκέψη 37 ανωτέρω, σκέψη 94 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

58      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, κρίνοντας ότι ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου τον οποίο προβλέπει η οικεία διάταξη απέκλειε την καταχώριση του σημείου Hallux για τα υποδήματα που εμπίπτουν στην κλάση 25.

59      Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως προς το σύνολο των επίμαχων προϊόντων.

60      Από το γράμμα του άρθρου 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 προκύπτει ότι αρκεί να ισχύει ένας από τους απαριθμούμενους στη διάταξη αυτή απόλυτους λόγους απαραδέκτου, προκειμένου το επίδικο σημείο να μην μπορεί να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα [απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Οκτωβρίου 2000, T‑360/99, Community Concepts κατά ΓΕΕΑ (Investorworld), Συλλογή 2000, σ. II‑3545, σκέψη 26 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

61      Επομένως, το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε, αφενός, ότι το σημείο Hallux δεν μπορούσε να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα σε σχέση με το σύνολο των επίμαχων προϊόντων και, αφετέρου, ότι το αίτημα της προσφεύγουσας περί μερικής ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως έπρεπε να απορριφθεί, με συνέπεια να παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου ακυρώσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

62      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το αίτημα του ΓΕΕΑ.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη Fidelio KG στα δικαστικά έξοδα.

Azizi

Cremona

Frimodt Nielsen

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 16 Δεκεμβρίου 2010.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.