Language of document :

Προσφυγή της 4ης Σεπτεμβρίου 2006 - Lübking κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-105/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Johannes Lübking (Βρυξέλλες, Βέλγιο) κ.λπ. (εκπρόσωποι: B. Cortese και C. Cortese, avvocati)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγόντων

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

να ακυρώσει την απόφαση της Αρμόδιας για τους Διορισμούς Αρχής (ΑΔΑ) που δημοσιεύθηκε στο δελτίο "Διοικητικές πληροφορίες" τεύχος 85-2005, της 23ης Νοεμβρίου 2005, στο μέτρο που προβλέπει την προαγωγή των προσφευγόντων στον βαθμό Α*9, κλιμάκιο 1·

εφόσον είναι αναγκαίο, να ακυρώσει την απόφαση της ΑΔΑ της 23ης Μαΐου 2006, καθόσον με αυτή απορρίφθηκε η ένσταση των προσφευγόντων·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγοντες, υπάλληλοι της Επιτροπής, βάλλουν κατά της αποφάσεως της ΑΔΑ να τους προαγάγει, κατά την περίοδο προαγωγών 2005, στον βαθμό A*9, νέο ενδιάμεσο βαθμό, από την 1η Μαΐου 2004, μεταξύ των βαθμών A*8 (πρώην A7) και A*10 (πρώην A6). Υποστηρίζουν ότι η ΑΔΑ όφειλε να τους προαγάγει, όχι στον βαθμό A*9 αλλά στον βαθμό A*10, όπως ακριβώς ενήργησε και στο πλαίσιο της περιόδου προαγωγών 2004 για τους υπαλλήλους που, όπως οι προσφεύγοντες, στις 30 Απριλίου 2004, ήταν τοποθετημένοι στον βαθμό A7 και προαγώγιμοι για τον ανώτερο βαθμό A6.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγοντες προβάλλουν τρεις λόγους ακυρώσεως, ο πρώτος από τους οποίους αντλείται από παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της εξελίξεως της σταδιοδρομίας. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι, βάσει των αρχών αυτών, για όλους τους υπαλλήλους που, στις 30 Απριλίου 2004, ήταν τοποθετημένοι στον βαθμό A7 (ο οποίος μετονομάστηκε A*8 από 1ης Μαΐου 2004) και ήταν προαγώγιμοι στον ανώτερο βαθμό έπρεπε να ισχύουν οι ίδιες συνθήκες εξελίξεως της σταδιοδρομίας. Οι υπάλληλοι που προήχθησαν τον Νοέμβριο του 2004 για το έτος 2004 -ήτοι μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης- διορίστηκαν κατόπιν προαγωγής στον βαθμό A*10, ενώ εκείνοι που -όπως οι προσφεύγοντες-προήχθησαν για το έτος 2005 διορίστηκαν σε κατώτερο βαθμό, ήτοι στον ενδιάμεσο βαθμό A*9, παρόλο που οι δύο ομάδες των προαναφερθέντων προσώπων βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση από όλες τις απόψεις.

Στο πλαίσιο αυτού του λόγου ακυρώσεως, οι προσφεύγοντες προβάλλουν, επίσης, ένσταση ελλείψεως νομιμότητας, κατά την έννοια του άρθρου 241 ΕΚ, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 45 του ΚΥΚ που ισχύουν για την περίοδο προαγωγών 2005 ή, βασικότερα, του άρθρου 45 και του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ, στο μέτρο που οι διατάξεις αυτές δεν προβλέπουν μεταβατικά μέτρα για την εξασφάλιση της τηρήσεως των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της εξελίξεως της σταδιοδρομίας των υπαλλήλων που, στις 30 Απριλίου 2004, είχαν βαθμό A7 και ήταν προαγώγιμοι στον βαθμό A6.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, οι προσφεύγοντες καταγγέλλουν παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Τονίζουν, μεταξύ άλλων, ότι το άρθρο 10, παράγραφος 5, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 45 του ΚΥΚ που ισχύουν για την περίοδο προαγωγών 2004 εξασφαλίζει στους υπαλλήλους A7 που ήταν προαγώγιμοι στις 30 Απριλίου 2004 (και, μετά από νέα κατάταξη, απέκτησαν τον βαθμό A*8 την 1η Μαΐου 2004) συνθήκες εξελίξεως της σταδιοδρομίας τους ανάλογες με εκείνες που θα είχαν στο πλαίσιο της δομής των σταδιοδρομιών που ίσχυε μέχρι εκείνη την ημερομηνία, προβλέποντας, μέσω ενός πλάσματος δικαίου (αναδρομική προαγωγή), την απ' ευθείας προαγωγή τους από τον βαθμό A*8 στον βαθμό A*10. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι η θέσπιση του εν λόγω μεταβατικού μέτρου τους δημιούργησε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τη θέσπιση μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος και για τις μεταγενέστερες περιόδους προαγωγών.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από την έλλειψη αιτιολογήσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν, συναφώς, ότι, ακόμη και αν, από τη φύση της, η απόφαση περί προαγωγής δεν πρέπει να περιέχει ειδική αιτιολογία των επιλογών της ΑΔΑ, η διοίκηση οφείλει, ωστόσο, να αιτιολογεί τις επιλογές της, όταν απαντά σε ένσταση στρεφόμενη κατά της αποφάσεως αυτής. Εν προκειμένω, όμως, η ΑΔΑ απάντησε πολύ αόριστα στις αιτιάσεις των προσφευγόντων και, ειδικότερα, δεν έδωσε απάντηση στο θεμελιώδες ζήτημα που τέθηκε με την ένσταση, ήτοι το ζήτημα της ίσης μεταχειρίσεως των υπαλλήλων βαθμού A7 (οι οποίοι, μετά από νέα κατάταξη, απέκτησαν τον βαθμό A*8) που προήχθησαν για το έτος 2005 και των υπαλλήλων ίδιου βαθμού που προήχθησαν για το έτος 2004.

____________