Language of document : ECLI:EU:T:2017:372

Υπόθεση T‑442/12

Changmao Biochemical Engineering Co. Ltd

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Ντάμπινγκ – Εισαγωγές τρυγικού οξέος καταγωγής Κίνας – Τροποποίηση του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ – Μερική ενδιάμεση επανεξέταση – Ιδιότητα επιχειρήσεως δραστηριοποιούμενης υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς – Κόστος των σημαντικότερων εισροών το οποίο αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τις τιμές της αγοράς – Μεταβολή των συνθηκών – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Προθεσμία για την έκδοση αποφάσεως σχετικά με την ιδιότητα επιχειρήσεως δραστηριοποιούμενης υπό καθεστώς οικονομίας της αγοράς – Δικαιώματα άμυνας – Άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1225/2009»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 1ης Ιουνίου 2017

1.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Εισαγωγές από χώρα που δεν έχει οικονομία αγοράς – Υπαγωγή στο καθεστώς επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς – Προϋποθέσεις – Οι παραγωγοί φέρουν το βάρος αποδείξεως – Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων εκ μέρους των θεσμικών οργάνων – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 7, στοιχεία βʹ και γʹ)

2.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Εισαγωγές από χώρα που δεν έχει οικονομία αγοράς – Υπαγωγή στο καθεστώς επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς – Προϋποθέσεις – Το κόστος των σημαντικότερων εισροών πρέπει να αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τις τιμές της αγοράς – Οι παραγωγοί φέρουν το βάρος αποδείξεως

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 7,στοιχείο γʹ, 1η περίπτωση)

3.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Διαδικασία μερικής ενδιάμεσης επανεξετάσεως δασμού αντιντάμπινγκ – Διακριτική ευχέρεια των οργάνων – Μεταβολή της εκτιμήσεως των περιστάσεων η οποία είχε δικαιολογήσει την αναγνώριση του καθεστώτος επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς κατόπιν της αρχικής έρευνας – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 7, στοιχείο γʹ, και 11 § 6)

4.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Κανονισμός περί επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ)

5.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Εισαγωγές από χώρα που δεν έχει οικονομία αγοράς κατά το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1225/2009 – Διαδικασία αξιολογήσεως των συνθηκών βάσει των οποίων ένας παραγωγός μπορεί να υπαχθεί στο καθεστώς επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται σε οικονομία της αγοράς – Υπέρβαση εκ μέρους της Επιτροπής της τρίμηνης προθεσμίας του άρθρου 2, παράγραφος 7, στοιχείο γʹ, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού – Συνέπειες

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 7, στοιχεία α, βʹ και γʹ, εδ. 2)

6.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Έρευνα – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας – Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να διασφαλίζουν την πληροφόρηση των εμπλεκομένων επιχειρήσεων και να σέβονται την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών συνδυάζοντας τις υποχρεώσεις αυτές – Παραβίαση της υποχρεώσεως πληροφορήσεως – Προϋποθέσεις – Άρνηση κοινοποίησης πληροφοριών που ενδέχεται να είναι χρήσιμες για την άμυνα της επιχειρήσεως

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 2)

7.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Διαδικασία αντιντάμπινγκ – Δικαιώματα άμυνας – Δικαστικός έλεγχος – Λήψη υπόψη λόγων οι οποίοι δεν αποτελούν τη βάση της πράξεως διά της οποίας προκλήθηκε η προβαλλόμενη προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας – Δεν επιτρέπεται

(Κανονισμός 1225/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 2)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 41-46)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 47-64)

3.      Στο πλαίσιο της αναδρομικής αναλύσεως και της αναλύσεως των προοπτικών στην οποία οφείλουν να προβούν για τη μερική ενδιάμεση επανεξέταση των μέτρων αντιντάμπινγκ, τα θεσμικά όργανα μπορούν να μεταβάλουν την εκτίμησή τους ως προς τις συνθήκες που δικαιολόγησαν την αναγνώριση, μετά την αρχική έρευνα, καθεστώτος επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

Πράγματι, θα ήταν παράλογο τα θεσμικά όργανα να υποχρεούνται να εφαρμόσουν το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο γʹ, του βασικού κανονισμού 1225/2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, κατά τρόπο ο οποίος αποδεικνύεται εσφαλμένος υπό το πρίσμα αποδεικτικών στοιχείων προσκομιζόμενων στο πλαίσιο ενδιάμεσης επανεξετάσεως, απλώς και μόνο για τον λόγο ότι κατά την αρχική έρευνα έγινε μια τέτοια εσφαλμένη εφαρμογή. Το συμπέρασμα αυτό θα ήταν κατά μείζονα λόγο παράλογο καθώς, κατά το άρθρο 11, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού, τροποποίηση των μέτρων μπορεί να γίνει μόνο με ενδιάμεση επανεξέταση, ενώ η επανεξέταση των μέτρων κατά τη λήξη τους μπορεί να οδηγήσει μόνο στην κατάργηση ή τη διατήρησή τους.

(βλ. σκέψεις 83, 84)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 89-98)

5.      Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο γʹ, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού 1225/2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η απόφαση περί του αν ο παραγωγός πληροί τα κριτήρια αναγνωρίσεως καθεστώτος επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς λαμβάνεται εντός τριμήνου από την έναρξη της έρευνας, αφού ζητηθεί συγκεκριμένα η γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής και αφού δοθεί στη βιομηχανία της Ένωσης η δυνατότητα να λάβει θέση.

Η εν λόγω διάταξη, όμως, δεν αναφέρεται στις συνέπειες της υπερβάσεως της τρίμηνης προθεσμίας από την Επιτροπή. Πράγματι, η υπέρβαση της προθεσμίας αυτής από την Επιτροπή δεν συνεπάγεται αυτομάτως την ακύρωση του κανονισμού που εκδίδεται στη συνέχεια.

Συνεπώς, η υπέρβαση της εν λόγω τρίμηνης προθεσμίας μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα του κανονισμού ο οποίος εκδίδεται στη συνέχεια μόνον εφόσον η οικεία επιχείρηση αποδεικνύει ότι η απάντηση στο αίτημά της για αναγνώριση καθεστώτος επιχειρήσεως που λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς, αν είχε δοθεί εμπροθέσμως, θα ήταν διαφορετική και συγκεκριμένα ευνοϊκότερη γι’ αυτήν.

(βλ. σκέψεις 111, 113, 115)

6.      Κατά το άρθρο 20, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού 1225/2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τα μέρη τα οποία αφορά έρευνα αντιντάμπινγκ δύνανται να ζητούν την τελική αποκάλυψη των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού επί τη βάσει των οποίων διατυπώνεται εισήγηση για την επιβολή οριστικών μέτρων ή για την περάτωση της έρευνας ή της διαδικασίας άνευ επιβολής μέτρων.

Εξάλλου, ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας σε κάθε διαδικασία που κινείται κατά προσώπου και δύναται να καταλήξει σε βλαπτική πράξη συνιστά θεμελιώδη αρχή του δικαίου της Ένωσης η οποία πρέπει να διασφαλίζεται, ακόμη και ελλείψει οποιασδήποτε ρυθμίσεως σχετικά με τη διαδικασία. Η εν λόγω αρχή έχει κεφαλαιώδη σημασία σε διαδικασίες έρευνας αντιντάμπινγκ.

Βάσει της αρχής αυτής, κατά τη διοικητική διαδικασία, πρέπει να παρέχεται στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις η δυνατότητα να γνωστοποιούν κατά τρόπο αποτελεσματικό την άποψή τους σχετικά με το υποστατό και τη σημασία των προβαλλόμενων πραγματικών περιστατικών και καταστάσεων και με τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμοποίησε η Επιτροπή προς στήριξη του ισχυρισμού της για την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας που προκύπτει από αυτήν.

Η υποχρέωση ενημερώσεως που υπέχουν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης στον τομέα του αντιντάμπινγκ πρέπει να συμβαδίζει με την υποχρέωση σεβασμού των εμπιστευτικών πληροφοριών. Η υποχρέωση σεβασμού των εμπιστευτικών πληροφοριών δεν μπορεί όμως να καθιστά άνευ περιεχομένου τα δικαιώματα άμυνας. Το κατά πόσον είναι επαρκείς οι πληροφορίες που προσκομίστηκαν από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης πρέπει να αξιολογείται σε συνάρτηση με τον βαθμό στον οποίο εξειδικεύονται οι ζητούμενες πληροφορίες.

Όσον αφορά, ειδικότερα, την άρνηση της Επιτροπής να παράσχει σε επιχείρηση σε βάρος της οποίας διενεργείται έρευνα αντιντάμπινγκ πληροφορίες σχετικά με τον καθορισμό της κανονικής αξίας των επίμαχων προϊόντων, όταν οι ενδιαφερόμενοι έχουν στη διάθεσή τους διενεργηθέντες από την Επιτροπή αναλυτικούς υπολογισμούς και τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς αυτούς έχουν κατά κανόνα τη δυνατότητα να υποβάλουν πιο αποτελεσματικές για την υπεράσπισή τους παρατηρήσεις. Συγκεκριμένα, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν στην περίπτωση αυτή να ελέγξουν επακριβώς τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποίησε τα στοιχεία αυτά η Επιτροπή και να συγκρίνουν τους υπολογισμούς της με τους δικούς τους, ώστε να εντοπίσουν τυχόν σφάλματα της Επιτροπής, τα οποία δεν θα μπορούσαν άλλως να εντοπιστούν. Επιπλέον δεν μπορεί να επιβληθεί στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση η υποχρέωση να αποδείξει ότι η απόφαση των θεσμικών οργάνων θα ήταν διαφορετική αν διέθετε τις πληροφορίες αυτές, αλλά μόνο ότι τούτο δεν αποκλείεται απολύτως, εφόσον θα είχε τη δυνατότητα να αμυνθεί αποτελεσματικότερα αν δεν είχε μεσολαβήσει μια τέτοια διαδικαστική παρατυπία που επηρέασε με τόσο συγκεκριμένο τρόπο τα δικαιώματα άμυνας.

(βλ. σκέψεις 138-140, 142, 143, 156, 157)

7.      Η νομιμότητα πράξεως της Ένωσης πρέπει να εκτιμάται βάσει των πραγματικών και νομικών στοιχείων που υφίστανται κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξεως, με αποτέλεσμα το Γενικό Δικαστήριο να μην μπορεί να αντικαταστήσει δικαιολογητικό λόγο που προβλήθηκε κατά τη διαδικασία της έρευνας αντιντάμπινγκ με διαφορετικούς λόγους που προβάλλονται το πρώτον ενώπιόν του.

Ως εκ τούτου, η άρνηση της Επιτροπής να παράσχει σε επιχείρηση σε βάρος της οποίας διενεργείται έρευνα αντιντάμπινγκ πληροφορίες σχετικά με τον καθορισμό της κανονικής αξίας των επίμαχων προϊόντων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση λόγου που προβλήθηκε κατά την προφορική διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, και συγκεκριμένα της προστασίας των εμπορικών συμφερόντων ανταγωνιστή της εν λόγω επιχειρήσεως.

(βλ. σκέψη 153)