Language of document : ECLI:EU:T:2013:480

Υπόθεση T‑380/08

Βασίλειο των Κάτω Χωρών

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Πρόσβαση στα έγγραφα – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Αίτημα να επιτραπεί πρόσβαση σε ορισμένα εμπιστευτικά χωρία της τελικής αποφάσεως της Επιτροπής σχετικά με σύμπραξη – Άρνηση προσβάσεως – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Υποχρέωση διενέργειας συγκεκριμένης και εξατομικευμένης εξετάσεως – Εξαίρεση που αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου – Εξαίρεση που αφορά την προστασία των εμπορικών συμφερόντων τρίτου – Εξαίρεση που αφορά την προστασία των σκοπών των δραστηριοτήτων έρευνας – Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον – Καλόπιστη συνεργασία»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 13ης Σεπτεμβρίου 2013

1.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από την αρχή της προσβάσεως στα έγγραφα – Άρνηση στηριζόμενη σε πλείονες εξαιρέσεις – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

2.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Περιεχόμενο – Εφαρμογή στους διοικητικούς φακέλους που αφορούν τις διαδικασίες ελέγχου της τηρήσεως των κανόνων του ανταγωνισμού – Γενικό τεκμήριο ότι η γνωστοποίηση ορισμένων εγγράφων τα οποία περιλαμβάνονται στους φακέλους αυτούς θίγει την προστασία των συμφερόντων που διακυβεύονται σε τέτοια διαδικασία

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 2 και 28 § 1· κανονισμός 773/2004 της Επιτροπής, άρθρα 8 και 15)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία των εμπορικών συμφερόντων τρίτου – Περιεχόμενο – Τρίτος ο οποίος συμμετέσχε σε παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού – Εμπίπτει – Όρια

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 27 § 2 και 28 §§ 1 και 2)

4.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Περιεχόμενο – Κάθε έγγραφο στο οποίο μπορεί να στηριχθεί αγωγή αποζημιώσεως λόγω παραβιάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού – Δεν εμπίπτει

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2)

5.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον το οποίο δικαιολογεί τη γνωστοποίηση – Έννοια – Άσκηση αγωγής για την αποκατάσταση ζημίας λόγω παραβιάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού – Δεν εμπίπτει – Το συμφέρον αυτό είναι ιδιωτικό και στην περίπτωση ασκήσεως αγωγής εκ μέρους κράτους μέλους

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2)

6.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από την αρχή της προσβάσεως στα έγγραφα – Υποχρέωση να επιτρέπεται μερική πρόσβαση στα μέρη εγγράφου που δεν καλύπτονται από τις εξαιρέσεις

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 6)

7.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Ειδικό καθεστώς υπέρ των κρατών μελών – Δεν υφίσταται (Άρθρο 10 ΕΚ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 1)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 26)

2.      Ούτε ο κανονισμός 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ούτε ο κανονισμός 1/2003 περιλαμβάνουν διάταξη που να προβλέπει ρητώς την υπεροχή του ενός έναντι του άλλου. Επομένως, πρέπει να εξασφαλιστεί εφαρμογή εκάστου των κανονισμών αυτών που να είναι σύμφωνη με την εφαρμογή του άλλου και η οποία να καθιστά έτσι δυνατή τη συνεκτική εφαρμογή τους. Στο πλαίσιο αυτό, για την ερμηνεία των εξαιρέσεων που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, πρώτη και τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, πρέπει να αναγνωριστεί η ύπαρξη γενικού τεκμηρίου κατά το οποίο η γνωστοποίηση των εγγράφων που έχει συλλέξει η Επιτροπή στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ θα έθιγε, κατ’ αρχήν, τόσο την προστασία των σκοπών των δραστηριοτήτων επιθεωρήσεως, έρευνας και οικονομικού ελέγχου των θεσμικών οργάνων της Ένωσης όσο και την προστασία των εμπορικών συμφερόντων των επιχειρήσεων που εμπλέκονται σε μια τέτοια διαδικασία.

Συναφώς, οι διατάξεις του κανονισμού 1/2003, καθώς και του κανονισμού 773/2004, σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, ρυθμίζουν περιοριστικά τη χρήση των πληροφοριών στο πλαίσιο της διαδικασίας για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπουν τα άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, περιορίζοντας την πρόσβαση στον φάκελο στα μέρη προς τα οποία η Επιτροπή έχει απευθύνει ανακοίνωση αιτιάσεων και, ενδεχομένως, στους καταγγέλλοντες, υπό την επιφύλαξη του θεμιτού συμφέροντος των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων για μη γνωστοποίηση των επιχειρηματικών τους απορρήτων. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρώτον, η γενικευμένη πρόσβαση, βάσει του κανονισμού 1049/2001, στα έγγραφα που αντηλλάγησαν, στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, μεταξύ της Επιτροπής και των μερών που αφορά η διαδικασία αυτή ή τρίτων θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ισορροπία που ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να εξασφαλίσει, στον κανονισμό 1/2003, μεταξύ της υποχρεώσεως των οικείων επιχειρήσεων να γνωστοποιούν στην Επιτροπή ενδεχομένως ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες και της εγγυήσεως ενισχυμένης προστασίας που συνδέεται, όσον αφορά το επαγγελματικό και το επιχειρηματικό απόρρητο, με τις κατ’ αυτόν τον τρόπο διαβιβασθείσες στην Επιτροπή πληροφορίες. Δεύτερον, αν πρόσωπα πέραν εκείνων στα οποία η κανονιστική ρύθμιση περί της διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ επιτρέπει να έχουν πρόσβαση στον φάκελο ήταν σε θέση να αποκτήσουν πρόσβαση στα σχετικά με τέτοια διαδικασία έγγραφα βάσει του κανονισμού 1049/2001, θα διακυβευόταν το καθεστώς που θεσπίστηκε με την κανονιστική αυτή ρύθμιση.

Εξάλλου, η γνωστοποίηση των πληροφοριών που συγκεντρώνει η Επιτροπή βάσει της ανακοινώσεως περί επιείκειας θα μπορούσε να αποθαρρύνει τους πιθανούς αιτούντες επιεική μεταχείριση από το να προβαίνουν σε δηλώσεις βάσει της ανακοινώσεως αυτής. Πράγματι, θα μπορούσαν να βρεθούν σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις που είχαν συμμετοχή στη σύμπραξη και δεν συνεργάστηκαν ή συνεργάστηκαν σε μικρότερη κλίμακα.

(βλ. σκέψεις 31, 38-42)

3.      Ούτε ο κανονισμός 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, ούτε ο κανονισμός 1/2003 ορίζουν ότι η συμμετοχή ορισμένης επιχειρήσεως σε παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού εμποδίζει την Επιτροπή να επικαλεστεί την προστασία των εμπορικών συμφερόντων της επιχειρήσεως αυτής προκειμένου να αρνηθεί την πρόσβαση σε πληροφορίες και έγγραφα που αφορούν την οικεία παράβαση. Αντιθέτως, το γεγονός ότι το άρθρο 28, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1/2003 προβλέπει ότι οι πληροφορίες που συλλέγονται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 17 έως 22 του εν λόγω κανονισμού επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τον σκοπό για τον οποίο συγκεντρώθηκαν και ότι η Επιτροπή και οι αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών, οι υπάλληλοί τους, το λοιπό προσωπικό τους και τα άλλα πρόσωπα που εργάζονται υπό την εποπτεία των εν λόγω αρχών, καθώς και οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό άλλων αρχών των κρατών μελών οφείλουν να μη δημοσιοποιούν τα στοιχεία που συγκεντρώνουν ή ανταλλάσσουν κατ’ εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού και τα οποία, ως εκ της φύσεώς τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο, υποδεικνύει ότι, κατ’ αρχήν, οι πληροφορίες σχετικά με την επίμαχη παράβαση μπορούν, ή ακόμη πρέπει, να θεωρούνται εμπιστευτικές.

Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι το δικαίωμα προσβάσεως των επιχειρήσεων προς τις οποίες απευθύνεται ανακοίνωση αιτιάσεων στον φάκελο της Επιτροπής περιορίζεται, δυνάμει του άρθρου 27, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, από το θεμιτό συμφέρον των επιχειρήσεων για μη γνωστοποίηση των επιχειρηματικών τους απορρήτων και δεν επεκτείνεται σε πληροφορίες εμπιστευτικής φύσεως. Αυτό σημαίνει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης αποφάσισε να χορηγήσει ορισμένη προστασία στα εμπορικά συμφέροντα των επιχειρήσεων που αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας για την εφαρμογή του άρθρου 81 ΕΚ, όπως και του άρθρου 82 ΕΚ, και τούτο ακόμη και στην περίπτωση που το συμφέρον αυτό μπορεί να συγκρούεται εν μέρει με τα δικαιώματα άμυνας των επιχειρήσεων αυτών.

Ειδικότερα, μολονότι, ομολογουμένως, το συμφέρον επιχειρήσεως, στην οποία η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο για παραβίαση του δικαίου του ανταγωνισμού, να μη γνωστοποιηθούν στο κοινό λεπτομέρειες της προσαπτόμενης σε αυτή παραβατικής συμπεριφοράς δεν τυγχάνει καμίας ιδιαίτερης προστασίας, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, του συμφέροντος του κοινού να γνωρίζει όσο δυνατόν ευρύτερα τους λόγους κάθε πράξεως της Επιτροπής, του συμφέροντος των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια είναι η συμπεριφορά για την οποία μπορεί να τους επιβληθούν κυρώσεις και του συμφέροντος των προσώπων που θίγονται από την παράβαση να γνωρίζουν τις λεπτομέρειές της προκειμένου να ασκήσουν, ενδεχομένως, τα δικαιώματά τους κατά των επιχειρήσεων στις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις και, αφετέρου, της δυνατότητας που έχει η εν λόγω επιχείρηση να υποβάλει την απόφαση αυτή σε δικαστικό έλεγχο, εντούτοις, έχει σημασία ο σεβασμός της φήμης και της αξιοπρέπειας των συγκεκριμένων επιχειρήσεων ενόσω δεν έχουν καταδικασθεί οριστικά.

(βλ. σκέψεις 48-52)

4.      Δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι όλες οι πληροφορίες σχετικά με τις λεπτομέρειες παραβατικής συμπεριφοράς πρέπει να θεωρούνται ως μη εμπιστευτικές έναντι του κοινού. Έτσι, δεν είναι αναγκαίος κανόνας κατά τον οποίο όλα τα σχετικά με διαδικασία ανταγωνισμού έγγραφα πρέπει να κοινοποιούνται στον αιτούντα για τον μοναδικό λόγο ότι αυτός εξετάζει το ενδεχόμενο ασκήσεως αγωγής αποζημιώσεως, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία του δικαιώματος σε αποζημίωση του εν λόγω αιτούντος, καθόσον είναι απίθανο η αγωγή αποζημιώσεως να πρέπει να θεμελιωθεί στο σύνολό της σε στοιχεία του φακέλου που αφορά την ως άνω διαδικασία. Στη συνέχεια, ο κανόνας αυτός θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την προσβολή άλλων δικαιωμάτων που αναγνωρίζει το δίκαιο της Ένωσης, μεταξύ άλλων, στις οικείες επιχειρήσεις, όπως το δικαίωμα προστασίας του επαγγελματικού ή επιχειρηματικού απορρήτου, ή στους οικείους ιδιώτες, όπως το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τέλος, τέτοια γενικευμένη πρόσβαση θα μπορούσε επίσης να θίξει συμφέροντα δημοσίας φύσεως, όπως η αποτελεσματικότητα της πολιτικής καταστολής των παραβιάσεων του δικαίου του ανταγωνισμού, καθόσον θα μπορούσε να αποθαρρύνει τα εμπλεκόμενα σε παράβαση των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ πρόσωπα από τη συνεργασία με τις αρχές ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψεις 53, 56)

5.      Το ζήτημα αν ορισμένο πρόσωπο έχει ανάγκη έγγραφο για να προετοιμάσει αγωγή με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που έχει υποστεί λόγω παραβιάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού αφορά την εξέταση της αγωγής και, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η ανάγκη αυτή αποδεικνύεται, τούτο δεν λαμβάνεται υπόψη στη στάθμιση των συμφερόντων κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, όσον αφορά αίτηση προσβάσεως στα έγγραφα και τα πληροφοριακά στοιχεία τα οποία μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα στο πλαίσιο αγωγής.

Πράγματι, αφενός, εναπόκειται στον αρμόδιο εθνικό δικαστή που επιλαμβάνεται αγωγής αποζημιώσεως να κρίνει, βάσει του εφαρμοστέου δικαίου, επί των κατάλληλων τρόπων προσκομίσεως αποδείξεων και εγγράφων, προκειμένου να επιλύσει τη διαφορά.

Αφετέρου, το συμφέρον που αντλείται από το ενδεχόμενο λήψεως αποζημιώσεως για ζημία που έχει προκληθεί λόγω παραβιάσεως του δικαίου του ανταγωνισμού της Ένωσης πρέπει να θεωρηθεί ιδιωτικό παρά τη σημασία της ενδεχόμενης συμβολής των αγωγών αποζημιώσεως στη διατήρηση της αποτελεσματικότητας του ανταγωνισμού στην Ένωση. Συναφώς, η Επιτροπή, εκδίδοντας απόφαση σχετικά με παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, υπηρετεί ήδη το δημόσιο συμφέρον που συνίσταται στην εφαρμογή του δικαίου αυτού ως προς την αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού σύμπραξη. Το γεγονός ότι ο αιτών είναι κράτος μέλος δεν αναιρεί το ως άνω συμπέρασμα.

(βλ. σκέψεις 80-82, 84, 85)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 91, 92)

7.      Στην περίπτωση που κράτος μέλος επέλεξε να υποβάλει αίτηση προσβάσεως στα εμπιστευτικά χωρία αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού, στο πλαίσιο του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η επιλογή της διαδικασίας αυτής δεσμεύει τόσο το κράτος μέλος αυτό όσο και την Επιτροπή, δεδομένου ότι αμφότερα τα μέρη πρέπει να υποβληθούν στους περιορισμούς που θέτει ο κανονισμός αυτός. Η Επιτροπή δεν έχει συνεπώς τη δυνατότητα να μην τηρήσει τη διαδικασία ή τις δυνατότητες εξαιρέσεως από το δικαίωμα προσβάσεως που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός, απλά και μόνο επειδή η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από κράτος μέλος. Πράγματι, ο κανονισμός 1049/2001 ουδόλως αναγνωρίζει ιδιαίτερο καθεστώς υπέρ κράτους μέλους αιτούντος πρόσβαση και τα κράτη μέλη πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους περιορισμούς που ο κανονισμός προβλέπει για τους λοιπούς αιτούντες. Η αυτόματη εφαρμογή της υποχρεώσεως καλόπιστης συνεργασίας στο πλαίσιο αυτό θα κατέληγε στην αναγνώριση υπέρ των κρατών μελών ιδιαίτερου καθεστώτος, το οποίο δεν είχε προβλεφθεί από τον νομοθέτη της Ένωσης.

(βλ. σκέψη 107)