Language of document : ECLI:EU:T:2015:820

Υπόθεση T‑199/14

Vanbreda Risk & Benefits

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Διαγωνισμός — Παροχή υπηρεσιών ασφαλίσεως αγαθών και προσώπων — Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου — Ανάθεση της συμβάσεως σε άλλο διαγωνιζόμενο — Ίση μεταχείριση — Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες — Εξωσυμβατική ευθύνη — Απώλεια ευκαιρίας — Παρεμπίπτουσα απόφαση»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 29ης Οκτωβρίου 2015

1.      Δημόσιες συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαγωνισμός — Υποχρέωση τηρήσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων — Περιεχόμενο — Αποδοχή από την αναθέτουσα αρχή της δυνατότητας μεσίτη ασφαλίσεων να μετάσχει σε διαγωνισμό ως αυτοτελώς διαγωνιζόμενος και αντιπρόσωπος ασφαλιστικών εταιριών χωρίς να εξακριβώσει αν αυτές πληρούν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που διαλαμβάνει η συγγραφή υποχρεώσεων — Παραβίαση

(Κανονισμός 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 102 §§ 1 και 2· κανονισμός 1268/2012 της Επιτροπής, άρθρο 146 § 1)

2.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Κατάφωρη παραβίαση του δικαίου της Ένωσης — Απαίτηση να υπάρχει πρόδηλη και σοβαρή υπέρβαση από τα θεσμικά όργανα των ορίων της εξουσίας εκτιμήσεώς τους — Παραβίαση από θεσμικό όργανο που ενεργεί υπό την ιδιότητα αναθέτουσας αρχής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των διαγωνιζομένων

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

3.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Ζημία — Εκτίμηση — Έλλειψη στοιχείων τα οποία θα επέτρεπαν στον δικαστή της Ένωσης να αποφανθεί στο πλαίσιο της αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται η ύπαρξη παράνομων πράξεων της Ένωσης — Παραπομπή σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας για τον καθορισμό της αποζημιώσεως

(Άρθρο 340 ΣΛΕΕ)

1.      Η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των διαγωνιζομένων, η οποία έχει ως σκοπό να ευνοήσει την ανάπτυξη υγιούς και πραγματικού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που μετέχουν σε δημόσιο διαγωνισμό, επιβάλλει να έχουν όλοι οι διαγωνιζόμενοι τις ίδιες ευκαιρίες κατά τη διατύπωση των όρων των προσφορών τους και συνεπάγεται, ως εκ τούτου, ότι οι προσφορές αυτές πρέπει να υποβάλλονται με τους ίδιους όρους για όλους τους διαγωνιζομένους. Επομένως, στους διαγωνιζομένους πρέπει να επιφυλάσσεται ίση μεταχείριση τόσο κατά τον χρόνο προετοιμασίας των προσφορών τους όσο και κατά τον χρόνο που οι προσφορές τους αξιολογούνται από την αναθέτουσα αρχή. Αυτή υποχρεούται να μεριμνά, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας του διαγωνισμού, για τη διασφάλιση της ίσης μεταχειρίσεως και, κατά συνέπεια, για την παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους τους διαγωνιζομένους. Προς τον σκοπό αυτό, η αναθέτουσα αρχή οφείλει να εξακριβώνει τη συμφωνία των προσφορών με τις απαιτήσεις της συμβάσεως και δεν μπορεί να κάνει δεκτή προσφορά και να υπογράψει σύμβαση αν έχει ή μπορεί ευλόγως να έχει λόγους να πιστεύει ότι η προσφορά που εξετάζει ή έχει ήδη επιλέξει δεν είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της συμβάσεως.

Όσον αφορά την υποβολή προσφοράς από μεσίτη ασφαλίσεων με την ιδιότητα του αυτοτελώς διαγωνιζομένου και αντιπροσώπου ασφαλιστικών εταιριών, αυτή έχει διαφορετικές συνέπειες, από απόψεως ελέγχου της συμφωνίας της προσφοράς με τους όρους της συγγραφής υποχρεώσεων, σε σχέση με προσφορές υποβαλλόμενες από αυτοτελώς διαγωνιζόμενη ασφαλιστική εταιρία. Παρά ταύτα, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να ελέγξει αν η προσφορά είναι σύμφωνη με τους όρους της συγγραφής υποχρεώσεων. Συνεπώς, η αναθέτουσα αρχή πρέπει να μπορεί να είναι σε θέση να διενεργήσει τον έλεγχο αυτό.

Επομένως, σε περίπτωση που ο έλεγχος των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής, στα οποία περιλαμβάνεται η οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, λαμβάνει χώρα αποκλειστικώς όσον αφορά τον μεσίτη ασφαλίσεων, και όχι τις αντιπροσωπευόμενες ασφαλιστικές εταιρίες, η αναθέτουσα αρχή παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των διαγωνιζομένων. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα μεσίτη ασφαλίσεων να μετάσχει στον διαγωνισμό με την ιδιότητα αυτοτελώς διαγωνιζομένου και αντιπροσώπου ασφαλιστικών εταιριών, πρώτον, καθιστά πλασματική την εξακρίβωση από την επιτροπή αξιολογήσεως των πλεονεκτημάτων της προσφοράς υπό το πρίσμα των όρων της συγγραφής υποχρεώσεων, δεύτερον, παρέχει, κατά περίπτωση, στον εν λόγω μεσίτη ασφαλίσεων ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των λοιπών διαγωνιζομένων και, τρίτον, συνεπάγεται ευνοϊκή μεταχείριση υπέρ του αυτοτελώς διαγωνιζομένου μεσίτη ασφαλίσεων έναντι, μεταξύ άλλων, ενδεχόμενου ανταγωνιστή που υποβάλλει προσφορά από κοινού με έναν ή περισσότερους ασφαλιστές.

(βλ. σκέψεις 64, 65, 80, 87, 88, 99, 102)

2.      Προκειμένου να θεμελιωθεί εξωσυμβατική ευθύνη της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η σχετική με την παράνομη συμπεριφορά προϋπόθεση απαιτεί να αποδεικνύεται κατάφωρη παραβίαση κανόνα δικαίου που αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες. Αποφασιστικό κριτήριο για να διαπιστωθεί αν συντρέχει κατάφωρη παράβαση είναι το αν υπήρξε, εκ μέρους του οικείου οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης, πρόδηλη και σοβαρή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται στην εξουσία εκτιμήσεώς του.

Σε περίπτωση παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως από θεσμικό όργανο, ενεργώντας υπό την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής, η τήρηση της οποίας είναι κρίσιμη για τη νομιμότητα των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, το εν λόγω θεσμικό όργανο παραβιάζει κανόνα δικαίου ο οποίος απονέμει δικαιώματα στους ιδιώτες.

(βλ. σκέψεις 179, 180)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 217)