Language of document : ECLI:EU:F:2007:163

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 20ής Σεπτεμβρίου 2007

Υπόθεση F-111/06

Νίκος Γιαννόπουλος

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Αίτηση ανακατατάξεως – Ίση μεταχείριση – Επαγγελματική πείρα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Νέο περιστατικό – Παραδεκτό»

Αντικείμενο: Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο Ν. Γιαννόπουλος ζητεί, μεταξύ άλλων, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής του Συμβουλίου, της 29ης Νοεμβρίου 2005, περί απορρίψεως της ασκηθείσας δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, με αίτημα την ανακατάταξή του σε βαθμό, και, αφετέρου, την αποζημίωση.

Απόφαση: Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Προηγούμενη διοικητική ένσταση – Προθεσμίες – Εκπρόθεσμη άσκηση – Έναρξη νέας προθεσμίας – Προϋπόθεση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

2.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Διορισμός στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 31 § 2)

3.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Διορισμός στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 5 και 31 § 2)

4.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Απόφαση περί κατατάξεως σε βαθμό – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έκταση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 25, εδ. 2, και 31)

5.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διορισμός σε βαθμό – Διορισμός στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 1δ § 1 και 31 § 2)

1.      Ο υπάλληλος μπορεί μεν να ζητήσει από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: ΚΥΚ), να εκδώσει απόφαση ως προς αυτόν, πλην όμως η δυνατότητα αυτή δεν συνεπάγεται ότι ο υπάλληλος μπορεί να ασκήσει, χωρίς να τηρήσει τις προθεσμίας των άρθρων 90 και 91 του ΚΥΚ, διοικητική ένσταση και προσφυγή με τις οποίες αμφισβητεί εμμέσως, μέσω αιτήματος που προβάλλει, προγενέστερη απόφαση την οποία δεν αμφισβήτησε εμπρόθεσμα. Μόνον η ύπαρξη νέων ουσιωδών πραγματικών περιστατικών μπορεί να δικαιολογήσει αίτημα περί επανεξετάσεως τέτοιας αποφάσεως.

Τέτοια περίπτωση συντρέχει, προκειμένου περί αιτήματος του υπαλλήλου για επανεξέταση της κατατάξεώς του κατά τη μονιμοποίησή του, εφόσον πριν την υποβολή του εν λόγω αιτήματος, η διοίκηση επανεξέτασε τον φάκελό του μαζί με τους φακέλους άλλων υπαλλήλων, των οποίων η κατάταξη είχε επίσης οριστικοποιηθεί, με σκοπό την ανακατάταξή τους, χωρίς, όμως, να ενημερώσει σχετικά τον ενδιαφερόμενο. Το γεγονός αυτό όντως δικαιολογεί, σύμφωνα με την αρχή της δικαστικής προστασίας, το να έχει το Πρωτοδικείο τη δυνατότητα να ελέγχει τη νομιμότητα της αρνήσεως της διοικήσεως να προβεί σε ανακατάταξη του προσφεύγοντος.

(βλ. σκέψεις 28 και 31)

2.      Τα εξαιρετικά προσόντα που παρέχουν δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 31, παράγραφος 2, του ΚΥΚ δεν πρέπει να εκτιμώνται με γνώμονα τον συνολικό πληθυσμό, αλλά σε σχέση με τον μέσο επιτυχόντα διαγωνισμών, που αποτελεί μέρος μιας πολύ αυστηρώς επιλεγείσας ομάδας προσώπων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 27 του ΚΥΚ.

Όσον αφορά τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας νεοπροσλαμβανομένου υπαλλήλου, το γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος διαθέτει πολυετή επαγγελματική πείρα δεν θεμελιώνει από μόνο του δικαίωμα διορισμού του στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας του. Το γεγονός ότι η επαγγελματική πείρα υπερβαίνει κατά τι την ελάχιστη διάρκεια που απαιτείται για την υποβολή υποψηφιότητας στον διαγωνισμό στον οποίον ο ενδιαφερόμενος πέτυχε δεν αρκεί για να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω πείρα αποτελεί, λόγω της διάρκειάς της, εξαιρετικό προσόν, καθώς το συγκεκριμένο στοιχείο εκτιμάται σε σύγκριση με τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας των λοιπών επιτυχόντων διαγωνισμών που έχουν διεξαχθεί με παρόμοιες διαδικασίες επιλογής. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν η διάρκεια της επαγγελματικής πείρας του υπαλλήλου έπρεπε να χαρακτηριστεί ως εξαιρετική, ο χαρακτηρισμός αυτός δεν θεμελιώνει δικαίωμά του να καταταγεί στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας του. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν ο νεοπροσληφθείς υπάλληλος πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 31, παράγραφος 2, του ΚΥΚ για την κατάταξή του στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας του, δεν θεμελιώνεται δικαίωμά του για κατάταξη στον βαθμό αυτόν. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο για τον υπάλληλο που δεν πληροί όλα τα κριτήρια που εξετάζει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή στο πλαίσιο της εκτιμήσεώς της περί της υπάρξεως εξαιρετικών προσόντων.

Όσον αφορά το είδος της επαγγελματικής πείρας, αυτό αξιολογείται όχι αφηρημένα, αλλά μόνο σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις της εργασίας που ανατέθηκε στον υπάλληλο κατά την ανάληψη υπηρεσίας.

(βλ. σκέψεις 57, 60 και 62 έως 64)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 29 Ιουνίου 1994, C‑298/93 P, Klinke κατά Δικαστηρίου, Συλλογή 1994, σ. I‑3009, σκέψη 30

ΠΕΚ: 5 Νοεμβρίου 1997, Barnett κατά Επιτροπής, T‑12/97, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑313 και II‑863, σκέψη 50· 6 Ιουλίου 1999, T‑203/97, Forvass κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑129 και II‑705, σκέψη 49· 11 Ιουλίου 2002, T‑381/00, Wasmeier κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑125 και II‑677, σκέψεις 56, 57, 65 και 125· 3 Οκτωβρίου 2002, T‑6/02, Platte κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑189 και II‑973, σκέψη 38· 17 Δεκεμβρίου 2003, T‑133/02, Chawdhry κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑329 και II‑1617, σκέψη 102· 15 Νοεμβρίου 2005, T‑145/04, Righini κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑349 και II‑1547, σκέψη 92· 15 Μαρτίου 2006, T‑411/03, Herbillon κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2-45 και II‑A-2-193, σκέψη 62· 15 Μαρτίου 2006, T‑429/03, Valero Jordana κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2-51 και II‑A-2-217, σκέψεις 89 και 91· 10 Μαΐου 2006, T‑331/04, R κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 72 και 74

ΔΔΔ: 26 Απριλίου 2006, F‑16/05, Falcione κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑1-3 και II‑A-1-7, σκέψεις 55 και 56

3.      Η δυνατότητα κατατάξεως υπαλλήλου με εξαιρετικά προσόντα σε ανώτερο βαθμό της ιεραρχίας, λόγω των ειδικών αναγκών της υπηρεσίας, έχει ως σκοπό το οικείο όργανο να έχει τη δυνατότητα, ως εργοδότης, να προσλάβει πρόσωπο το οποίο, στο πλαίσιο της αγοράς εργασίας, ενδέχεται να λάβει πολλές προτάσεις από άλλους εν δυνάμει εργοδότες και έτσι να του διαφύγει. Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 31, παράγραφος 2, του ΚΥΚ καθιστά υποχρεωτική τη σύγκριση των προσόντων του ενδιαφερομένου με τις απαιτήσεις της εργασίας που ανατέθηκε στον υπάλληλο κατά την πρόσληψή του.

Στο πλαίσιο αυτό, ο νεοπροσληφθείς υπάλληλος μπορεί να προβάλει ότι το κοινοτικό όργανο στο οποίο εργάζεται δεν έλαβε υπόψη της ειδικές ανάγκες της υπηρεσίας μόνον αν από την προκήρυξη του διαγωνισμού στον οποίον πέτυχε, από την προκήρυξη της κενής θέσεως στην οποία προσλήφθηκε για πρώτη φορά ή από τη φύση των καθηκόντων που άσκησε στο πλαίσιο της εν λόγω θέσεως προκύπτουν ενδείξεις υπέρ της κατατάξεώς του στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας του.

Συναφώς, το γεγονός ότι, σε δεδομένο χρονικό σημείο, υπήρχε αυξημένη ανάγκη για πρόσληψη υπαλλήλων ειδικών στον τομέα του νεοπροσλαμβανομένου υπαλλήλου δεν αρκεί από μόνο του για να γίνει δεκτό ότι το κοινοτικό όργανο στο οποίο αυτός προσλήφθηκε είχε εξαιρετικές δυσχέρειες να προσλάβει το κατάλληλο προσωπικό για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων.

(βλ. σκέψεις 67 έως 69 και 71)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 26 Οκτωβρίου 2004, T‑55/03, Brendel κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑311 και II‑1437, σκέψη 112· R κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψεις 36 και 39

4.      Αν και είναι λυπηρό, υπό το πρίσμα της αρχής της χρηστής διοικήσεως, να μην ενημερώνει η Διοίκηση τον υπάλληλο ότι η κατάταξή του σε βαθμό επανεξετάστηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες, με σκοπό την ανακατάταξη του υπαλλήλου στον ανώτερο βαθμό της σταδιοδρομίας, το γεγονός αυτό δεν συνιστά παραβίαση, εκ μέρους της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως της αποφάσεως περί απορρίψεως του αιτήματος του ενδιαφερομένου για επανεξέταση, εφόσον η απόφαση αυτή παραθέτει με σαφήνεια τα κριτήρια και τις ενδείξεις βάσει των οποίων η εν λόγω αρχή εκτίμησε αν η εκπαίδευση και η επαγγελματική πείρα του ενδιαφερομένου αποτελούν εξαιρετικά προσόντα. Λόγω της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχής, η αιτιολογία αυτή παρέχει στον προσφεύγοντα τη δυνατότητα να γνωρίζει τον συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο δεν έγινε δεκτή η κατάταξή του στον ανώτερο βαθμό. Η τήρηση της υποχρεώσεως αυτής δεν προϋποθέτει ότι η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή πρέπει να διευκρινίσει, επιπλέον, το είδος της εκπαιδεύσεως και τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας που απαιτούνται ώστε ο προσφεύγων να καταταγεί στον ανώτερο βαθμό, όπως ζητεί, καθώς η συγκεκριμένη εξέταση γίνεται κατά περίπτωση.

(βλ. σκέψη 84)

5.      Η αξιολόγηση των εξαιρετικών προσόντων του υπαλλήλου ενόψει της κατατάξεώς του σε βαθμό δεν γίνεται αφηρημένα, αλλά σε σχέση με την εργασία για την οποία προσλήφθηκε. Πάντως, τα κοινοτικά δικαστήρια δεν εξετάζουν ισχυρισμό σχετικά με παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, προβαίνοντας σε λεπτομερή αξιολόγηση των προσόντων υποψηφίων με παρόμοια προσόντα, διότι έτσι υποκαθιστούν την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, μη λαμβάνοντας υπόψη τους την ευρεία διακριτική ευχέρεια που αυτή διαθέτει. Επιπλέον, η φύση της κατά περίπτωση αξιολογήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 31, παράγραφος 2, του ΚΥΚ, αποκλείει, καταρχήν, την εκ μέρους του υπαλλήλου λυσιτελή επίκληση της αρχής αυτής.

(βλ. σκέψεις 94 και 95)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: Chawdhry κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 102· Brendel κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 129· R κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 104