Language of document : ECLI:EU:T:2019:763

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 24ης Οκτωβρίου 2019 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος Happy Moreno choco ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προγενέστερα εθνικά εικονιστικά σήματα MORENO – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 207/2009 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001] – Αντικατάσταση του καταλόγου των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα εθνικά εικονιστικά σήματα – Διόρθωση της απόφασης του τμήματος προσφυγών – Άρθρο 102, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001 – Νομικό έρεισμα – Προγενέστερες αποφάσεις – Ασφάλεια δικαίου – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Στην υπόθεση T‑498/18,

ZPC Flis sp.j., με έδρα το Radziejowice (Πολωνία), εκπροσωπούμενη από τον M. Kondrat, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από την K. Kompari και τον H. O’Neill,

καθού,

αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Aldi Einkauf GmbH & Co. OHG, με έδρα το Essen (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους N. Lützenrath, U. Rademacher, C. Fürsen και M. Minkner, δικηγόρους,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 31ης Μαΐου 2018 (υπόθεση R 1464/2017‑1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Aldi Einkauf και ZPC Flis,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. M. Collins, πρόεδρο, R. Barents και J. Passer (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: R. Ūkelytė, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Αυγούστου 2018,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του EUIPO που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 30 Νοεμβρίου 2018,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Νοεμβρίου 2018,

έχοντας υπόψη το αίτημα προσκόμισης εγγράφων που απηύθυνε το Γενικό Δικαστήριο στο EUIPO στις 5 Φεβρουαρίου 2019,

έχοντας υπόψη τη γραπτή ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου προς τους διαδίκους και τις απαντήσεις τους στην ερώτηση αυτή, οι οποίες κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Φεβρουαρίου 2019,

κατόπιν της απ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 4ης Ιουλίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Το ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 22 Ιανουαρίου 2016 η προσφεύγουσα, ZPC Flis sp.j., υπέβαλε αίτηση καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώπιον του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το κάτωθι εικονιστικό σημείο:

Image not found

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στις κλάσεις 30 και 35 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 30: «Ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά»·

–        κλάση 35: «Λιανική ή χονδρική πώληση προϊόντων ζαχαροπλαστικής, φορμών αποκοπής για μπισκότα, μπισκότων γκοφρέτας, πούρων γκοφρέτας, χονδρική και λιανική πώληση προϊόντων ζαχαροπλαστικής, φορμών αποκοπής για μπισκότα, μπισκότων γκοφρέτας, πούρων γκοφρέτας μέσω διαδικτύου».

4        Η αίτηση δημοσιεύθηκε στο Δελτίο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αριθ. 59/2016, της 30ής Μαρτίου 2016.

5        Στις 23 Ιουνίου 2016 η παρεμβαίνουσα, Aldi Einkauf GmbH & Co. OHG, άσκησε ανακοπή, βάσει του άρθρου 41 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρου 46 του κανονισμού 2017/1001), κατά της καταχώρισης του σήματος για τα προϊόντα που παρατίθενται στη σκέψη 3.

6        Η ανακοπή στηριζόταν σε προγενέστερα γερμανικά εικονιστικά σήματα που είχαν καταχωρισθεί αρχικά για τα εξής προϊόντα: «καφές· υποκατάστατα καφέ· προϊόντα καφέ· ροφήματα με βάση τον καφέ· τσάι· κακάο, προϊόντα κακάο, ροφήματα με βάση το κακάο, ροφήματα με βάση τη σοκολάτα· όλα τα ανωτέρω προϊόντα και σε στιγμιαία μορφή», τα οποία ενέπιπταν στην κλάση 30 (στο εξής: αρχικός κατάλογος προϊόντων). Κατόπιν της έκδοσης μιας εν μέρει ακυρωτικής απόφασης του Deutsches Patent- und Markenamt (γερμανικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων, Γερμανία) στις 29 Σεπτεμβρίου 2008, η καταχώριση των προγενέστερων γερμανικών εικονιστικών σημάτων περιορίστηκε στα εξής προϊόντα: «καφές, προϊόντα και ροφήματα με βάση τον καφέ που περιέχουν καφέ, σκόνη για την παρασκευή ροφημάτων με βάση το κακάο», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 30 (στο εξής: τροποποιημένος κατάλογος προϊόντων). Τα εν λόγω προγενέστερα σήματα είναι τα ακόλουθα:

–        το προγενέστερο γερμανικό εικονιστικό σήμα για το οποίο κατατέθηκε αίτηση καταχώρισης στις 17 Ιανουαρίου 2007, και το οποίο καταχωρίσθηκε στις 29 Μαρτίου 2007 με αριθμό 30702839 και παρατίθεται κατωτέρω:

Image not found

–        το προγενέστερο γερμανικό εικονιστικό σήμα για το οποίο κατατέθηκε αίτηση καταχώρισης στις 17 Ιανουαρίου 2007 και το οποίο καταχωρίσθηκε στις 29 Μαρτίου 2007 με αριθμό 30702840 και παρατίθεται κατωτέρω:

Image not found

7        Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της ανακοπής είναι ο λόγος του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 [νυν άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001].

8        Με απόφαση της 10ης Μαΐου 2017 το τμήμα ανακοπών απέρριψε την ανακοπή, στηρίζοντας την απόφασή του στον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων τα οποία αφορούσαν τα προγενέστερα σήματα.

9        Στις 6 Ιουλίου 2017 η παρεμβαίνουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρων 66 έως 71 του κανονισμού 2017/1001), κατά της απόφασης του τμήματος ανακοπών.

10      Με απόφαση της 31ης Μαΐου 2018 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του EUIPO ακύρωσε εν μέρει την απόφαση του τμήματος ανακοπών.

11      Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι κρίσιμο έδαφος ήταν το έδαφος της Γερμανίας και ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αντιστοιχούσε στο ευρύ κοινό που διαθέτει σχετικά καλή πληροφόρηση και επιδεικνύει εύλογη προσοχή και επιμέλεια, με μέσο επίπεδο προσοχής.

12      Όσον αφορά τη σύγκριση των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά» της κλάσης 30, τα οποία αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, και τα προϊόντα που καλύπτονταν από τον αρχικό κατάλογο των προϊόντων που αφορούσαν τα προγενέστερα σήματα ήταν πανομοιότυπα ή παρόμοια. Το τμήμα προσφυγών έκρινε επίσης, κατ’ ουσίαν, ότι οι υπηρεσίες τις οποίες αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ήταν παρόμοιες με τα προϊόντα του αρχικού καταλόγου τα οποία αφορούσαν τα προγενέστερα σήματα, με εξαίρεση τις υπηρεσίες «λιανικής ή χονδρικής πώλησης φορμών αποκοπής για μπισκότα, χονδρικής και λιανικής πώλησης φορμών αποκοπής για μπισκότα μέσω διαδικτύου», οι οποίες διέφεραν.

13      Όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων, το τμήμα προσφυγών έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι το διακριτικό στοιχείο των εν λόγω σημείων ήταν ο κοινός όρος «moreno» και ότι μεταξύ των εν λόγω σημείων υπήρχε ομοιότητα από οπτικής απόψεως και μεγάλη ομοιότητα ή και ταυτότητα από φωνητικής απόψεως, ενώ η εννοιολογική άποψη δεν διαδραμάτιζε κανένα ρόλο στη σύγκριση των συγκρουόμενων σημείων.

14      Κατόπιν τούτου, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι υπήρχε κίνδυνος σύγχυσης, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που ενέπιπταν στην κλάση 35 και αντιστοιχούσαν στην ακόλουθη περιγραφή: «Λιανική ή χονδρική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα, χονδρική και λιανική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα μέσω διαδικτύου».

15      Στις 15 Νοεμβρίου 2018 το τμήμα προσφυγών εξέδωσε απόφαση με τίτλο «διορθωτικό», βάσει του άρθρου 102 του κανονισμού 2017/1001, η οποία κοινοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2018 (στο εξής: διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018). Αντικαταστάθηκε έτσι ο αρχικός κατάλογος των προϊόντων με τον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων  που αφορούσαν τα προγενέστερα σήματα.

16      Το σημείο 1 του διατακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης δεν τροποποιήθηκε με το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018.

 Αιτήματα των διαδίκων

17      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να αναπέμψει την υπόθεση στο EUIPO προς επανεξέταση, ή

–        να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση, «κρίνοντας ότι δεν συντρέχουν σχετικοί λόγοι απαραδέκτου για τη [ζητηθείσα] καταχώριση του σήματος για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των κλάσεων 30 και 35 και ότι το σήμα πρέπει να καταχωρισθεί»·

–        «να επιδικαστούν υπέρ [της] τα δικαστικά έξοδα».

18      Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

19      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κηρύξει την προσφυγή απαράδεκτη·

–        να απορρίψει την προσφυγή και

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

20      Προς στήριξη της προσφυγής η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η έκδοση του διορθωτικού της 15ης Νοεμβρίου 2018 κείται εκτός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 102, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001 και προβάλλει έναν μόνο λόγο ακυρώσεως, ο οποίος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι παραβιάστηκε η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και η αρχή της ασφάλειας δικαίου.

 Επί του παραδεκτού της προσφυγής

21      Η παρεμβαίνουσα, χωρίς να προβάλλει ένσταση απαραδέκτου βάσει του άρθρου 130 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, υποστηρίζει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη, καθόσον τα αιτήματα της προσφεύγουσας δεν τηρούν την αρχή ότι τα αιτήματα της προσφυγής πρέπει να είναι «σαφή και μη διφορούμενα». Κατά την παρεμβαίνουσα εν προκειμένω είναι αδύνατον να προσδιοριστεί ποιο είναι το αίτημα της προσφεύγουσας.

22      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η υπό κρίση προσφυγή πληροί τις απαιτήσεις σαφήνειας και ακρίβειας που επιβάλλονται από το άρθρο 177, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας, δεδομένου ότι είναι απολύτως σαφές ότι η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και, στο μέτρο που απαιτείται, τη μεταρρύθμιση της απόφασης αυτής.

23      Επομένως, η προσφυγή πρέπει να κηρυχθεί παραδεκτή.

 Επί του παραδεκτού των παραρτημάτων A.3 έως A.27 της προσφυγής τα οποία παρουσιάστηκαν το πρώτον ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

24      Το EUIPO υποστηρίζει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα σχετικά με τη χρήση του όρου «moreno» στην αγορά είναι απαράδεκτα, δεδομένου ότι πρόκειται για νέα στοιχεία, στο μέτρο που τα εν λόγω στοιχεία δεν ήταν στη διάθεση του τμήματος προσφυγών όταν αυτό εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.

25      Η παρεμβαίνουσα προβάλλει ρητώς ένσταση απαραδέκτου, υποστηρίζοντας ότι τα έγγραφα που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα A.3 έως A.27 του δικογράφου της προσφυγής υποβλήθηκαν από την προσφεύγουσα το πρώτον ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

26      Κατά πάγια νομολογία, η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του EUIPO, κατά την έννοια του άρθρου 65 του κανονισμού 207/2009, και, επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να επανεξετάζει τα πραγματικά περιστατικά υπό το πρίσμα των εγγράφων που υποβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιόν του [βλ. απόφαση της 12ης Μαρτίου 2014, Tubes Radiatori κατά ΓΕΕΑ – Antrax It (Σώμα καλοριφέρ), T-315/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:115, σκέψη 27· βλ., επίσης, απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2005, Sadas κατά ΓΕΕΑ – LTJ Diffusion (ARTHUR ET FELICIE), T-346/04, EU:T:2005:420, σκέψη 19 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

27      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα προσκόμισε εκτυπωμένα αποσπάσματα από διάφορες βάσεις δεδομένων, όπως η βάση δεδομένων του EUIPO (παραρτήματα A.3, A.11 και A.21 έως A.24), του γερμανικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων (παραρτήματα A.4 και A.5), του Lietuvos Respublikos valstybinis patentų biuras (εθνικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, Λιθουανία) (παράρτημα A.19) και του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) (παραρτήματα A.6, A.16 έως A.18, A.20 και A.25 έως A.27), εκτυπώσεις από διαδικτυακά λεξικά (παραρτήματα A.7 έως A.9), μια εκτυπωμένη σελίδα της διαδικτυακής εγκυκλοπαίδειας Βικιπαίδεια (παράρτημα A.10), καθώς και εκτυπωμένες σελίδες διαδικτυακών τόπων (παραρτήματα A.12 έως A.15).

28      Επιβάλλεται ωστόσο η διαπίστωση ότι από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι η προσφεύγουσα είχε υποβάλει τα προαναφερθέντα στοιχεία κατά τη διαδικασία ενώπιον των οργάνων του EUIPO, προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης, και ότι, συνεπώς τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν το πρώτον ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και πρέπει, ως εκ τούτου, να κηρυχθούν απαράδεκτα, με εξαίρεση όσα περιλαμβάνονται στα παραρτήματα A.3 έως A.6.

29      Συγκεκριμένα, μολονότι τα έγγραφα που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα A.3 έως A.6 αποτελούν νέα στοιχεία, εντούτοις δεν θα μπορούσε να προσαφθεί στην προσφεύγουσα ότι κακώς παρουσίασε τα αποσπάσματα από βάσεις δεδομένων του EUIPO (παράρτημα A.3), του γερμανικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων (παραρτήματα A.4 και A.5) και του ΠΟΔΙ (παράρτημα A.6), προκειμένου να υποστηρίξει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έσφαλλε όσον αφορά τη σύγκριση των προϊόντων και των υπηρεσιών καθώς και τον κίνδυνο σύγχυσης βάσει του καταλόγου των προϊόντων για τα οποία είχαν καταχωρισθεί τα σήματα, σφάλμα το οποίο δεν θα μπορούσε να εντοπισθεί πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.

30      Συνεπώς, τα παραρτήματα A.3 έως A.6 του δικογράφου της προσφυγής πρέπει να κριθούν παραδεκτά.

 Επί της αντικατάστασης του καταλόγου των προϊόντων στην προσβαλλόμενη απόφαση και στο διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018

31      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών μνημονεύει τον αρχικό κατάλογο των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα, ενώ στα αποσπάσματα των βάσεων δεδομένων του ΠΟΔΙ και του γερμανικού γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων εμφανίζεται ο τροποποιημένος κατάλογος των προϊόντων, πράγμα που συνιστά, κατά την προσφεύγουσα, παράβαση των διατάξεων του κανονισμού 207/2009. Στην από 20 Φεβρουαρίου 2019 απάντησή της στην ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε να στηριχθεί στο άρθρο 102 του κανονισμού 2017/1001 προκειμένου να εκδώσει το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η αντικατάσταση του καταλόγου των προϊόντων δεν μπορεί να θεωρηθεί σφάλμα ή πρόδηλη παράλειψη, επηρεάζει την ακρίβεια της ανάλυσης του τμήματος προσφυγών, έχει αντίκτυπο επί της αιτιολογίας καθώς και επί του βασίμου της προσβαλλόμενης απόφασης και κείται εκτός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 102 του κανονισμού 2017/1001.

32      Το EUIPO αναγνωρίζει ότι έλαβε υπόψη τον αρχικό κατάλογο των προϊόντων και όχι τον κατάλογο των προϊόντων για τα οποία καταχωρίσθηκαν, κατόπιν περιορισμού, τα προγενέστερα σήματα. Υποστηρίζει, όμως, ότι αυτό το εκ παραδρομής λάθος, το οποίο διορθώθηκε με το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018, δεν έχει καμία επίπτωση ούτε στη συλλογιστική ούτε στα συμπεράσματα του τμήματος προσφυγών, δεδομένου ότι τα «προϊόντα καφέ» μνημονεύονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο τόσο στον αρχικό κατάλογο των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα όσο και στον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων.

33      Η παρεμβαίνουσα, στην απάντησή της στο μέτρο οργάνωσης της διαδικασίας, αναγνωρίζει ότι ο αρχικός κατάλογος των προϊόντων διαφέρει από τον τροποποιημένο κατάλογο. Υποστηρίζει, όμως, ότι το εν λόγω σφάλμα δεν αλλοιώνει ούτε τη συλλογιστική ούτε το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών.

34      Το άρθρο 102, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001 προβλέπει ότι το EUIPO διορθώνει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης μέρους, γλωσσικά σφάλματα ή σφάλματα μεταγραφής και πρόδηλες παραλείψεις στις αποφάσεις του ή τεχνικά σφάλματα κατά την καταχώριση του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τη δημοσίευση της καταχώρισης τα οποία οφείλονται στο EUIPO.

35      Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι με το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018 δεν έγινε καμία τροποποίηση των λόγων που αφορούν την οριοθέτηση της εδαφικής περιοχής, τον προσδιορισμό του ενδιαφερόμενου κοινού, καθώς και τη σύγκριση των σημείων.

36      Συγκεκριμένα, με το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018 απλώς προστέθηκε, στο σημείο 3 της προσβαλλόμενης απόφασης, η μνεία στον περιορισμό του καταλόγου των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα και αντικαταστάθηκε η αναφορά των προϊόντων που πράγματι αντιστοιχούν στον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων, στο πλαίσιο της σύγκρισης των προϊόντων και των υπηρεσιών, στα σημεία 18, 19 και 25 της προσβαλλόμενης απόφασης και, στο πλαίσιο του κινδύνου σύγχυσης, στο σημείο 40 της απόφασης αυτής.

37      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, πρώτον, η αντικατάσταση του καταλόγου των προϊόντων που υπάγονται στην κλάση 30 και καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε γλωσσικό σφάλμα ούτε σφάλμα μεταγραφής, δεδομένου ότι, όσον αφορά τη μεταγραφή, το τμήμα προσφυγών εξέτασε την ταυτότητα ή την ομοιότητα των επίμαχων προϊόντων υπό το πρίσμα του αρχικού καταλόγου των προϊόντων που καλύπτονταν από τα προγενέστερα σήματα. Επιπλέον, το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018 δεν εξάλειψε από την προσβαλλόμενη απόφαση όλες τις αναφορές στον αρχικό κατάλογο των προϊόντων. Τούτο μαρτυρείται από την αναφορά σε προϊόντα όπως το τσάι, στο σημείο 20 της προσβαλλόμενης απόφασης, όπου το τμήμα προσφυγών αναφέρει ότι κατά την παρασκευή των προϊόντων που καλύπτονται από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ενδέχεται να υπάρχει αφέψημα τσαγιού, καθώς και από την αναφορά στα παραρτήματα 7 και 8 που αφορούν τη σοκολάτα και σχετίζονται με τις αποδείξεις που προσκόμισε η προσφεύγουσα προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη ταυτότητας ή ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών.

38      Δεύτερον, αντιθέτως προς όσα υποστήριξαν το EUIPO και η παρεμβαίνουσα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το σφάλμα που οδήγησε στην αντικατάσταση του καταλόγου των προϊόντων τα οποία αφορούν τα προγενέστερα σήματα δεν αντιστοιχεί ούτε σε πρόδηλη παράλειψη, δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών εξέτασε την ταυτότητα ή την ομοιότητα των επίμαχων προϊόντων υπό το πρίσμα του συνόλου των προϊόντων που αναγράφονταν στον αρχικό κατάλογο των προϊόντων, όπως το τσάι (βλ. σκέψη 37 ανωτέρω).

39      Τρίτον, πρέπει επίσης να αποκλειστεί ο χαρακτηρισμός του τεχνικού σφάλματος που θα δικαιολογούσε την εφαρμογή του άρθρου 102 του κανονισμού 2017/1001, στο μέτρο που εν προκειμένω το σφάλμα δεν αφορά την καταχώριση ή τη δημοσίευση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά την εσφαλμένη λήψη υπόψη, στο πλαίσιο της εκτίμησης του κινδύνου σύγχυσης, του καταλόγου των προϊόντων για τα οποία είχαν πράγματι καταχωρισθεί τα προγενέστερα σήματα.

40      Συνεπώς, η έκδοση του διορθωτικού της 15ης Νοεμβρίου 2018 δεν καλύπτεται από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 102, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, στις οποίες τα τμήματα προσφυγών μπορούν να διορθώνουν τις αποφάσεις τους. Ως εκ τούτου, το διορθωτικό αυτό στερείται νομικού ερείσματος [πρβλ. απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2011, mPAY24 κατά ΓΕΕΑ – Ultra (MPAY24), T-275/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:683, σκέψη 25].

41      Λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων αυτών, πρέπει να εξεταστεί η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης χωρίς να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις που επέφερε το διορθωτικό της 15ης Νοεμβρίου 2018.

42      Όσον αφορά το επιχείρημα που προβλήθηκε από το EUIPO κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε σφάλμα στην προσβαλλόμενη απόφαση, το σφάλμα αυτό δεν είναι ικανό να επιφέρει την ακύρωση της απόφασης, δεδομένου ότι δεν επηρέασε το αποτέλεσμα [πρβλ. απόφαση της 3ης Ιουνίου 2015, Giovanni Cosmetics κατά ΓΕΕΑ – Vasconcelos & Gonçalves (GIOVANNI GALLI), T-559/13, EU:T:2015:353, σκέψη 135 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία], το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί για τους λόγους που αναλύονται στη συνέχεια.

43      Ειδικότερα, ο καφές και τα ροφήματα με βάση τον καφέ περιλαμβάνονται και στους δύο καταλόγους προϊόντων με πανομοιότυπη διατύπωση και τα προϊόντα καφέ εμφανίζονται στους δύο αυτούς καταλόγους με παραπλήσια διατύπωση, συνεπώς η συλλογιστική που αναπτύσσεται, η εκτίμηση που πραγματοποιείται και το συμπέρασμα που διατυπώνεται για τα εν λόγω προϊόντα στην προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης πανομοιότυπα και στις δύο περιπτώσεις. Όσον αφορά ειδικότερα τη «σκόνη για την παρασκευή ροφημάτων με βάση το κακάο», που περιλαμβάνεται στον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι περιλαμβάνει τμήμα των προϊόντων που σχετίζονται με τα «προϊόντα με βάση το κακάο» και το κακάο στιγμιαίας μορφής (για τα ροφήματα, εννοείται).

44      Επομένως, ο τροποποιημένος κατάλογος των προϊόντων είναι πιο περιορισμένος και περιλαμβάνεται πλήρως στον αρχικό κατάλογο των προϊόντων ο οποίος εμφανίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση.

45      Δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών στήριξε την εκτίμησή του στο σύνολο των προϊόντων που περιλαμβάνονται στον αρχικό κατάλογο, απεφάνθη ultra petita, λαμβάνοντας υπόψη κατά την ανάλυση του κινδύνου σύγχυσης και προϊόντα πέραν αυτών για τα οποία έχουν καταχωρισθεί τα προγενέστερα σήματα, ήτοι τα ακόλουθα: «υποκατάστατα καφέ· τσάι· κακάο· προϊόντα κακάο· ροφήματα με βάση τη σοκολάτα· όλα τα ανωτέρω προϊόντα και σε στιγμιαία μορφή», με εξαίρεση το κακάο όσον αφορά την τελευταία περίπτωση.

46      Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί καθόσον διαπιστώνει την ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης για προϊόντα πέραν εκείνων για τα οποία έχουν καταχωρισθεί τα προγενέστερα σήματα.

47      Περαιτέρω, ο λόγος ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα, ο οποίος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, πρέπει να εξετασθεί μόνο σε σχέση με τα προϊόντα για τα οποία έχουν πράγματι καταχωρισθεί τα προγενέστερα σήματα.

 Επί του λόγου ακυρώσεως ο οποίος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009

48      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, το αιτούμενο σήμα δεν γίνεται δεκτό για καταχώριση εάν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητας με προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα. Εξάλλου, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, περίπτωση ii, του κανονισμού 207/2009, ως «προγενέστερα σήματα» νοούνται τα καταχωρισμένα σε κράτος μέλος σήματα των οποίων η ημερομηνία καταθέσεως είναι προγενέστερη της ημερομηνίας αίτησης καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

49      Κατά πάγια νομολογία, κίνδυνος σύγχυσης υφίσταται όταν το κοινό ενδέχεται να σχηματίσει την πεποίθηση ότι τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Κατά την ίδια νομολογία, ο κίνδυνος σύγχυσης πρέπει να εκτιμάται σφαιρικώς, σύμφωνα με τον τρόπο κατά τον οποίο προσλαμβάνει το ενδιαφερόμενο κοινό τα επίμαχα σημεία και τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, λαμβανομένων δε υπόψη όλων των κρίσιμων εν προκειμένω παραγόντων, ιδίως της αλληλεξάρτησης μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ – Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), T-162/01, EU:T:2003:199, σκέψεις 30 έως 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

50      Διαπιστώνεται ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί τις εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών, περί των οποίων γίνεται λόγος στη σκέψη 11 ανωτέρω, σχετικά με την οριοθέτηση της εδαφικής περιοχής που πρέπει να ληφθεί υπόψη, καθώς και σχετικά με τον ορισμό του ενδιαφερόμενου κοινού.

 Επί της σύγκρισης των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών

51      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να λάβει υπόψη όλους τους κρίσιμους παράγοντες κατά την εξέταση της σύγκρισης των προϊόντων και ότι, κατά συνέπεια, εσφαλμένως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα προϊόντα της κλάσης 30 είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια. Υποστηρίζει περαιτέρω ότι τα προϊόντα διαφέρουν μεταξύ τους, στο μέτρο που, αφενός, τα προϊόντα που αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προορίζονται για βρώση, ενώ αυτά που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα προορίζονται για πόση και, αφετέρου, τα μπισκότα γκοφρέτας, τα γλυκά και τα ζαχαρώδη μπορεί να αποτελούνται από περισσότερα συστατικά και το κακάο ή ο καφές δεν αποτελούν το βασικό τους συστατικό. Κατά την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη την αιτιολογία της απόφασης του τμήματος ανακοπών, στην οποία γίνεται λόγος, μεταξύ άλλων, για διαφορές ως προς τη φύση και τον προορισμό των προϊόντων. Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι τα επίμαχα προϊόντα είναι διαφορετικά, διότι τυχόν προσθήκη κακάο ή αρώματος με βάση το κακάο ή τον καφέ σε τελειωμένα προϊόντα όπως τα μπισκότα γκοφρέτας, τα ζαχαρώδη ή τα γλυκά δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι τα εν λόγω προϊόντα θα διατεθούν στο εμπόριο υπό το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Μια τέτοια παραδοχή βαίνει πέραν του πεδίου του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.  Τέλος, η προσφεύγουσα προσθέτει ότι τα επίμαχα προϊόντα είναι τρόφιμα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία δεν βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση, ιδίως στα τμήματα των υπεραγορών, και ότι τα προϊόντα καθώς και οι υπηρεσίες είναι δυνατόν είτε να μοιράζονται τα ίδια δίκτυα διανομής είτε να χρησιμοποιούν διαφορετικά δίκτυα διανομής.

52      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

53      Κατά πάγια νομολογία, για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι κρίσιμοι παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη μεταξύ τους σχέση. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν, ειδικότερα, τη φύση τους, τον προορισμό τους, τη χρήση τους καθώς και τον ανταγωνιστικό ή συμπληρωματικό τους χαρακτήρα. Μπορούν, επίσης, να λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες, όπως τα δίκτυα διανομής των οικείων προϊόντων [βλ. απόφαση της 11ης Ιουλίου 2007, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños), T‑443/05, EU:T:2007:219, σκέψη 37 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

54      Περαιτέρω, έχει κριθεί ότι, όταν τα καλυπτόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα περιλαμβάνουν τα προϊόντα που αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, τότε τα προϊόντα αυτά θεωρούνται πανομοιότυπα (βλ. απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2005, ARTHUR ET FELICIE, T-346/04, EU:T:2005:420, σκέψη 34 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

55      Έχει επίσης διευκρινιστεί από τη νομολογία ότι το γεγονός ότι τα επίμαχα προϊόντα συχνά πωλούνται στα ίδια εξειδικευμένα σημεία πώλησης καθιστά εύκολη την αντίληψη εκ μέρους του ενδιαφερόμενου καταναλωτή των στενών δεσμών που υφίστανται μεταξύ τους και ενδυναμώνει την εντύπωση ότι η ευθύνη της κατασκευής τους ανήκει στην ίδια επιχείρηση (πρβλ. απόφαση της 11ης Ιουλίου 2007, PiraÑAM diseño original Juan Bolaños, T-443/05, EU:T:2007:219, σκέψη 50).

–       Επί της σύγκρισης μεταξύ των προϊόντων της κλάσης 30

56      Όσον αφορά την ομοιότητα μεταξύ των καλυπτόμενων από τα συγκρουόμενα σημεία προϊόντων της κλάσης 30, το τμήμα προσφυγών, στο σημείο 22 της προσβαλλόμενης απόφασης, έκρινε ότι υφίσταται εν μέρει ταυτότητα και εν μέρει ομοιότητά μεταξύ των σημείων αυτών.

57      Πρώτον, στο σημείο 18 της προσβαλλόμενης απόφασης, το τμήμα προσφυγών έκρινε καταρχάς ότι η περιγραφή, στην αίτηση καταχώρισης, των προϊόντων καφέ και των προϊόντων κακάο καταλαμβάνει τα τελειωμένα τρόφιμα με κύριο συστατικό τον καφέ ή τη σοκολάτα, εν συνεχεία παρατήρησε ότι τα «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά», με βασικό συστατικό το καφέ ή το κακάο, μπορούν να θεωρηθούν ως κακάο ή προϊόντα κακάο και, τέλος, ότι η αναφορά στα προϊόντα καφέ και τα προϊόντα κακάο περιλάμβανε τα προϊόντα τα οποία αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με βασικό συστατικό τον καφέ ή το κακάο και ότι, στο μέτρο αυτό, τα εν λόγω προϊόντα μπορούσαν να θεωρηθούν πανομοιότυπα.

58      Μολονότι πράγματι τα «προϊόντα καφέ» αποτελούν βασικά στοιχεία για τα «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά» [πρβλ. απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2018, Eddy’s Snack Company κατά EUIPO – Chocoladefabriken Lindt & Sprüngli (Eddy’s Snackcompany), T-652/17, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:564, σκέψεις 34 και 35], δεδομένου ότι ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν στην παρασκευή των προϊόντων αυτών προκειμένου να τους δώσουν μια συγκεκριμένη γεύση, έστω και αν δεν αποτελούν το βασικό τους συστατικό, διαπιστώνεται ωστόσο ότι τα «προϊόντα καφέ» περιλαμβάνουν τα «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά» μόνον όταν το κύριο χαρακτηριστικό είναι ο καφές, δεδομένου ότι τα πρώτα αποτελούν μια γενική ένδειξη ή μια κατηγορία γενικότερη από τα δεύτερα.

59      Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω προϊόντα τα οποία αφορούν τα συγκρουόμενα σήματα είναι πανομοιότυπα, καθόσον τα προϊόντα που καλύπτονταν από τα προγενέστερα σήματα περιλάμβαναν τα προϊόντα τα οποία αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

60      Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών, στο σημείο 19 της προσβαλλόμενης απόφασης, έκρινε ότι τα λοιπά προϊόντα που καλύπτονται από τα προηγούμενα σήματα, τα οποία αντιστοιχούν στα ροφήματα ή στα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ροφημάτων ή ως συστατικό που επιτρέπει την προσθήκη αρώματος ή γεύσης στα τρόφιμα, ήταν παρόμοια με τα προϊόντα τα οποία αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, διότι ήταν συμπληρωματικά, δεδομένου ότι συχνά καταναλώνονται, πωλούνται ή σερβίρονται από κοινού και ότι το ενδιαφερόμενο κοινό θα εξέταζε συχνά το ενδεχόμενο να τα αγοράσει συγχρόνως.

61      Υπογραμμίζεται συναφώς ότι ως συμπληρωματικά χαρακτηρίζονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που συνδέονται στενά μεταξύ τους, υπό την έννοια ότι το ένα είναι απαραίτητο ή σημαντικό για τη χρήση του άλλου, με συνέπεια οι καταναλωτές να μπορούν ευλόγως να θεωρήσουν ότι η ίδια επιχείρηση φέρει την ευθύνη κατασκευής αυτών των προϊόντων ή παροχής αυτών των υπηρεσιών. Εξ ορισμού, προϊόντα απευθυνόμενα σε διαφορετικό μεταξύ τους κοινό δεν μπορούν να έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα [βλ. απόφαση της 22ας Ιανουαρίου 2009, Commercy κατά ΓΕΕΑ – easyGroup IP Licensing (easyHotel), T‑316/07, EU:T:2009:14, σκέψεις 57 και 58 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

62      Πράγματι το τμήμα προσφυγών ορθώς έκρινε, στο σημείο 19 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι τα προϊόντα που αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ήταν διαφορετικά από αυτά που καλύπτονταν από τα προγενέστερα σήματα, από την άποψη της φύσεως και του σκοπού τους. Συγκεκριμένα, τα «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά» είναι στερεά τρόφιμα που καταναλώνονται προς κορεσμό της πείνας ή προκειμένου να ικανοποιηθεί η επιθυμία κατανάλωσης γλυκισμάτων, ενώ ο καφές, τα ροφήματα με βάση τον καφέ και η σκόνη για την παρασκευή ροφημάτων με βάσει το κακάο είναι υγρά τρόφιμα ή χρησιμοποιούνται για την παρασκευή υγρών τροφίμων που καταναλώνονται προς κορεσμό της δίψας ή για να ικανοποιηθεί είτε η ανάγκη για καφεΐνη είτε η επιθυμία για κακάο, που περιλαμβάνεται στα ροφήματα με βάση το κακάο [πρβλ. απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 2015, Monster Energy κατά ΓΕΕΑ – Home Focus (MoMo Monsters), T-736/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:809, σκέψεις 23 και 25].

63      Όσον αφορά τη συμπληρωματικότητα των προϊόντων αυτών, επισημαίνεται ότι, μολονότι τα ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας και γλυκά μπορούν να συνοδεύονται από ροφήματα, η χρήση τους δεν είναι ούτε απαραίτητη ούτε σημαντική για κατανάλωση καφέ, ροφημάτων με βάση τον καφέ ή σκόνης για την παρασκευή ροφημάτων με βάση το κακάο ή αντιστρόφως, έστω και αν το ενδιαφερόμενο κοινό ενδέχεται να τα καταναλώσει μαζί (απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 2015, MoMo Monsters, T-736/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:809, σκέψεις 28 και 29).

64      Ωστόσο, όσον αφορά τα δίκτυα διανομής, διαπιστώνεται ότι, όπως επισημαίνει το EUIPO, η προσφεύγουσα αναγνωρίζει ότι τα επίμαχα προϊόντα ενδέχεται να μοιράζονται τους ίδιους διαύλους διανομής και δεν αμφισβητεί ότι απευθύνονται στους ίδιους καταναλωτές. Επιπλέον, τα καλυπτόμενα από τα επίμαχα σήματα προϊόντα κατά κανόνα προσφέρονται, ιδίως εντός των υπεραγορών, στα ίδια ή σε κοντινά τμήματα του καταστήματος, με αποτέλεσμα να υπάρχει το ενδεχόμενο να σχηματίσει το ενδιαφερόμενο κοινό την πεποίθηση ότι μπορεί να προέρχονται από τους ίδιους παραγωγούς [πρβλ. απόφαση της 26ης Απριλίου 2016, Franmax κατά EUIPO – Ehrmann (Dino), T-21/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:241, σκέψη 27].

65      Επομένως, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι υφίσταται ομοιότητα μεταξύ των προϊόντων «ζαχαρώδη, ζαχαρωτά, μπισκότα γκοφρέτας, πούρα γκοφρέτας, γλυκά» και των προϊόντων «καφές, ροφήματα με βάση τον καφέ ή σκόνη για την παρασκευή ροφημάτων με βάση το κακάο».

–       Επί της σύγκρισης μεταξύ των προϊόντων της κλάσης 30 και των υπηρεσιών της κλάσης 35

66      Όσον αφορά την ομοιότητα μεταξύ των υπηρεσιών της κλάσης 35, τις οποίες αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, και των προϊόντων της κλάσης 30, τα οποία αφορούν τα προγενέστερα σήματα, το τμήμα προσφυγών έκρινε, στο σημείο 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι υπήρχε μικρός βαθμός ομοιότητας μεταξύ των υπηρεσιών «λιανική ή χονδρική πώληση προϊόντων ζαχαροπλαστικής, μπισκότων γκοφρέτας, πούρων γκοφρέτας· λιανική και χονδρική πώληση ειδών ζαχαροπλαστικής, μπισκότων γκοφρέτας, πούρων γκοφρέτας μέσω διαδικτύου» και των «προϊόντων καφέ· προϊόντων κακάο», στο μέτρο που τα εν λόγω προϊόντα περιλάμβαναν τα προϊόντα που αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με βασικό συστατικό ή γεύση τον καφέ ή το κακάο.

67      Υπενθυμίζεται ότι κατά το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 177, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας, το δικόγραφο της προσφυγής πρέπει να προσδιορίζει τους ισχυρισμούς και τα επιχειρήματα που προβάλλονται, καθώς και να περιέχει συνοπτική έκθεση των εν λόγω ισχυρισμών. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να προκύπτουν από το ίδιο το κείμενο της προσφυγής και να είναι αρκούντως σαφή και ακριβή, ώστε να μπορεί ο μεν καθού να προετοιμάσει την άμυνά του, το δε Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί επί της προσφυγής, χωρίς να χρειάζεται ενδεχομένως άλλα στοιχεία [πρβλ. απόφαση της 22ας Ιουνίου 2017, Biogena Naturprodukte κατά EUIPO (ZUM wohl), T-236/16, EU:T:2017:416, σκέψη 11 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

68      Στο πλαίσιο αυτό διαπιστώνεται ότι, όπως επισήμανε το EUIPO, η προσφεύγουσα προβάλλει, γενικώς, ότι δεν υφίσταται καμία ομοιότητα μεταξύ των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, χωρίς ωστόσο να εκθέτει, προς στήριξη του ισχυρισμού της, κανένα επιχείρημα που θα μπορούσε να κλονίσει την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών όσον αφορά ειδικότερα τη σύγκριση μεταξύ των υπηρεσιών τις οποίες αφορούσε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα.

69      Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός δεν πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού Διαδικασίας και, ως εκ τούτου, η αιτίαση πρέπει να κριθεί απαράδεκτη, σύμφωνα με τη νομολογία που μνημονεύθηκε στη σκέψη 67 ανωτέρω.

 Επί της σύγκρισης μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων

70      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης πρέπει, όσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των συγκρουόμενων σημείων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που δημιουργούν τα σημεία αυτά, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Ο τρόπος με τον οποίο προσλαμβάνει τα σήματα ο μέσος καταναλωτής των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών έχει καθοριστική σημασία για τη σφαιρική εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου. Συναφώς, ο μέσος καταναλωτής έχει συνήθως συνολική αντίληψη για το σήμα και δεν εξετάζει τις διάφορες λεπτομέρειές του (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

71      Η εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ δύο σημάτων δεν σημαίνει ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον ένα από τα στοιχεία που συναποτελούν το σύνθετο σήμα και να συγκρίνεται με το άλλο σήμα. Αντίθετα, κατά τη σύγκριση αυτή, τα επίμαχα σήματα πρέπει να εξετάζονται το καθένα ως ενιαίο σύνολο, πράγμα που δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να κυριαρχούν στη συνολική εντύπωση που δημιουργεί ένα σύνθετο σήμα στη μνήμη του σχετικού κοινού ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία που το συναποτελούν (βλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Το κυρίαρχο στοιχείο μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο για την εκτίμηση της ομοιότητας μόνο στην περίπτωση κατά την οποία όλα τα άλλα συστατικά στοιχεία του σήματος είναι αμελητέα (αποφάσεις της 12ης Ιουνίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Shaker, C-334/05 P, EU:C:2007:333, σκέψη 42, και της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, C-193/06 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:539, σκέψη 43). Τούτο μπορεί να συμβεί ιδίως όταν το εν λόγω συστατικό στοιχείο κυριαρχεί, μόνον αυτό, στην εικόνα του σήματος την οποία συγκρατεί στη μνήμη του το ενδιαφερόμενο κοινό, ενώ όλα τα λοιπά στοιχεία που συναποτελούν το σήμα είναι αμελητέα στο πλαίσιο της συνολικής εντύπωσης που δημιουργεί το σήμα (απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, Nestlé κατά ΓΕΕΑ, C-193/06 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:539, σκέψη 43).

72      Υπό το πρίσμα των σκέψεων αυτών πρέπει να αξιολογηθεί η σύγκριση των συγκρουόμενων σημείων.

73      Εν προκειμένω, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση περιλαμβάνει τέσσερα λεκτικά στοιχεία με ελαφρά μορφοποίηση, και συγκεκριμένα τα στοιχεία «flis», χρυσού χρώματος, «happy», κίτρινου χρώματος, καθώς και τα στοιχεία «moreno» και «choco», άσπρου χρώματος. Το σημείο αποτελείται επίσης από εικονιστικά στοιχεία, όπως φόντο αποχρώσεων καφέ χρώματος, πιο ανοιχτόχρωμο στο ανώτερο τμήμα του σημείου και πιο σκούρο στο κατώτερο τμήμα, καθώς και ένα στέμμα χρυσού χρώματος πάνω από το λεκτικό στοιχείο «flis» και αριστερά της λέξης «happy».

74      Τα προγενέστερα σήματα περιέχουν ένα και μόνο λεκτικό στοιχείο, τη λέξη «moreno». Το προγενέστερο σήμα υπ’ αριθ. 30702839 περιλαμβάνει το εν λόγω λεκτικό στοιχείο σε γκρίζο χρώμα πάνω σε μαύρο φόντο με γκρίζο περίγραμμα. Το δε προγενέστερο σήμα υπ’ αριθ. 30702840 περιλαμβάνει το ίδιο λεκτικό στοιχείο, με το πρώτο και το τελευταίο γράμμα, «m» και «o», σε μεγαλύτερο μέγεθος από τα λοιπά και με δύο εικονιστικά στοιχεία που αναπαριστούν δύο κάθετες γραμμές στα δύο άκρα του σήματος.

–       Επί του προσδιορισμού των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση

75      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το κυρίαρχο στοιχείο δεν είναι το λεκτικό στοιχείο «moreno» αλλά το στέμμα χρυσού χρώματος που βρίσκεται στο κέντρο του σημείου του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, στέμμα το οποίο αποτελεί επίσης το αντικείμενο της προστασίας δύο εικονιστικών σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία έχουν καταχωρισθεί στο όνομα της προσφεύγουσας, το πρώτο στο ίδιο χρώμα και το δεύτερο σε μαύρο χρώμα. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το στέμμα δεν αποτελεί αμελητέο στοιχείο, αλλά, αντιθέτως, αποτελεί διακριτικό στοιχείο του σημείου, το οποίο παραπέμπει στον ιδιοκτήτη του, δηλαδή στην ίδια, και ότι το στέμμα αυτό, πέραν του ότι αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο, διακρίνεται λόγω του χρυσού του χρώματος σε σκούρο φόντο μαύρου και καφέ χρώματος.

76      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

77      Για την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα στοιχείου που συνθέτει ένα σήμα, πρέπει να εξετάζεται η μεγαλύτερη ή μικρότερη ικανότητα του στοιχείου αυτού να συντελέσει στον προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε το σήμα ως προερχόμενων από συγκεκριμένη επιχείρηση και, κατά συνέπεια, να διακρίνει τα εν λόγω προϊόντα ή τις εν λόγω υπηρεσίες από αυτά άλλων επιχειρήσεων. Κατά την εκτίμηση αυτή, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ιδίως οι εγγενείς ιδιότητες του συγκεκριμένου στοιχείου με γνώμονα το αν το στοιχείο αυτό στερείται οποιουδήποτε περιγραφικού χαρακτήρα όσον αφορά τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, για τα οποία καταχωρίσθηκε το σήμα [απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2016, For Tune κατά ΓΕΕΑ – Gastwerk Hotel Hamburg (fortune), T-579/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:644, σκέψη 34].

78      Περαιτέρω, όταν ένα σήμα αποτελείται από λεκτικά και εικονιστικά στοιχεία, τα πρώτα έχουν, καταρχήν, εντονότερο διακριτικό χαρακτήρα από τα δεύτερα, διότι ο μέσος καταναλωτής θα αναφερθεί πιο εύκολα στα συγκεκριμένα προϊόντα ή στις συγκεκριμένες υπηρεσίες παραθέτοντας τα λεκτικά στοιχεία παρά περιγράφοντας τα εικονιστικά στοιχεία του σήματος αυτού [πρβλ. απόφαση της 12ης Μαρτίου 2014, Borrajo Canelo κατά ΓΕΕΑ – Tecnoazúcar (PALMA MULATA), T‑381/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:119, σκέψη 38 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

79      Όσον αφορά την εκτίμηση του κυρίαρχου χαρακτήρα ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που συναποτελούν ένα σύνθετο σήμα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, οι εγγενείς ιδιότητες καθενός από τα εν λόγω συστατικά στοιχεία σε σύγκριση με τις εγγενείς ιδιότητες των άλλων συστατικών στοιχείων. Επιπλέον και επικουρικώς, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη η σχετική θέση των διαφόρων συστατικών στοιχείων στη διάταξη των στοιχείων του συνθέτου σήματος [απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2002, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ – Hukla Germany (MATRATZEN), T-6/01, EU:T:2002:261, σκέψη 35].

80      Κατά πρώτον, διαπιστώνεται ότι, όπως επισημάνθηκε από το τμήμα προσφυγών και από το EUIPO, η λέξη «moreno» είναι το διακριτικό στοιχείο του σημείου του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, δεδομένου ότι η λέξη αυτή δεν έχει καμία σημασία στη γερμανική γλώσσα. Το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το λεκτικό στοιχείο «moreno» σημαίνει κάτι στην ισπανική γλώσσα και ότι το γερμανόφωνο ευρύ υποτίθεται ότι αντιλαμβάνεται αυτή τη σημασία του εν λόγω λεκτικού στοιχείου δεν αναιρεί το ανωτέρω συμπέρασμα, δεδομένου ότι, όπως παραδέχεται η προσφεύγουσα, το γερμανόφωνο ευρύ κοινό δεν γνωρίζει ισπανικά και ότι το εν λόγω επιχείρημα δεν τεκμηριώνεται. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 28 ανωτέρω, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα προς στήριξη του επιχειρήματός της κρίθηκαν απαράδεκτα.

81      Περαιτέρω, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση που διατυπώνει το τμήμα προσφυγών στο σημείο 33 της προσβαλλόμενης απόφασης –και η οποία δεν αμφισβητείται από την προσφεύγουσα– ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τις λέξεις «happy» και «Choco» (λόγω του συσχετισμού με τη γερμανική λέξη «Schokolade»), αντιστοίχως, ως την ευχαρίστηση που προκαλείται από την κατανάλωση των προϊόντων που καλύπτονται από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και ως το βασικό χαρακτηριστικό ή τη βασική λέξη των επίμαχων προϊόντων. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό, αφενός, ότι το λεκτικό στοιχείο «choco» είναι υπαινικτικό, στο μέτρο που αναφέρεται σαφώς στη σοκολάτα ή σε συντομογραφία της λέξης αυτής [πρβλ. απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2017, Sun System Kereskedelmi és Szolgáltató κατά EUIPO – Hollandimpex Kereskedelmi és Szolgáltató (Choco Love), T‑325/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:29, σκέψη 57] και, αφετέρου, ότι το στοιχείο «happy» έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα.

82      Όσον αφορά τα εικονιστικά στοιχεία, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το φόντο, τόσο λόγω της γεωμετρικής του μορφής όσο και λόγω των αποχρώσεων καφέ χρώματος, έστω και αν το χρώμα αυτό μπορεί να παραπέμπει είτε στο χρώμα του καφέ είτε της σοκολάτας, είναι συνηθισμένο και δεν θα μπορούσε να προσελκύσει την προσοχή του ενδιαφερόμενου κοινού.

83      Περαιτέρω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα με το οποίο η προσφεύγουσα επιχειρεί να καταδείξει ότι το στέμμα έχει διακριτικό χαρακτήρα λόγω του ότι έχει αποτελέσει το αντικείμενο δύο προγενέστερων καταχωρίσεων, των υπ’ αριθ. 008328346 και 015001266 εικονιστικών σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

84      Συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι τα εικονιστικά σήματα υπ’ αριθ. 008328346 και 015001266 αποτελούνται από το λεκτικό στοιχείο «flis», ήτοι από ένα τμήμα της εμπορικής επωνυμίας της προσφεύγουσας, και από ένα εικονιστικό στοιχείο, και συγκεκριμένα, από ένα στέμμα μαύρου χρώματος και ένα στέμμα χρυσού χρώματος, αντιστοίχως.

85      Επισημαίνεται, συναφώς, ότι το σημείο από το οποίο αποτελούνται τα προαναφερθέντα εικονιστικά σήματα περιλαμβάνεται εξολοκλήρου στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Εντούτοις, παρότι η λέξη «flis», η οποία είναι τοποθετημένη πάνω από το στέμμα, δεν είναι ευδιάκριτη, με αποτέλεσμα το ενδιαφερόμενο κοινό να μην την προσέξει ιδιαιτέρως, πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ο διακριτικός χαρακτήρας του στέμματος χρυσού χρώματος πρέπει να εκτιμηθεί υπό το πρίσμα της συνολικής εντύπωσης που προκαλεί το σημείο του οποίου ζητήθηκε εν προκειμένω η καταχώριση. Όπως επισημαίνει το EUIPO, το ενδιαφερόμενο κοινό θα θεωρήσει ότι το στέμμα αυτό έχει εγκωμιαστικό χαρακτήρα και όχι ότι αναφέρεται στην εμπορική προέλευση των προϊόντων και των υπηρεσιών από συγκεκριμένη εταιρία.

86      Επομένως, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, στα σημεία 32 και 33 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι κατ’ ουσίαν, αφενός, το λεκτικό στοιχείο «moreno» αποτελεί το διακριτικό στοιχείο, η λέξη «choco» είναι υπαινικτική και η λέξη «happy» έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα και, αφετέρου, τα εικονιστικά στοιχεία στερούνται διακριτικού χαρακτήρα, με εξαίρεση το στοιχείο που απεικονίζει το στέμμα χρυσού χρώματος, το οποίο έχει ωστόσο εγκωμιαστικό χαρακτήρα και, κατά συνέπεια, ο διακριτικός του χαρακτήρας είναι περιορισμένος. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι η λέξη «flis» δεν γίνεται αντιληπτή στη συνολική εντύπωση που προκαλεί το σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

87      Κατά δεύτερον, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, στα σημεία 33 και 34 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι η λέξη «moreno» αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο του σημείου του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση λόγω, αφενός, της κεντρικής θέσης που κατέχει εντός του σημείου και, αφετέρου, του μεγαλύτερου μεγέθους των χαρακτήρων του στοιχείου αυτού σε σχέση με το μέγεθος των λοιπών στοιχείων «happy» και «choco». Τα εικονιστικά στοιχεία, εξάλλου, δεν είναι ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση το συμπέρασμα αυτό, δεδομένου ότι, στη συνολική εντύπωση που προκαλεί το σημείο, το φόντο στο οποίο παρουσιάζονται αποχρώσεις καφέ χρώματος και το στέμμα που είναι τοποθετημένο στην άνω αριστερή πλευρά του σημείου φαίνεται να έχουν αμελητέα και δευτερεύουσα, αντιστοίχως, σημασία.

88      Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν σφάλλει ως προς το σημείο αυτό.

–       Επί της οπτικής ομοιότητας

89      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα συγκρουόμενα σημεία δεν είναι παρόμοια, καθόσον διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά τους, τη δομή τους, τη γραφιστική απεικόνισή τους, καθώς και τον συνδυασμό των χρωμάτων τους, έστω και αν έχουν κοινό το λεκτικό στοιχείο «moreno». Ισχυρίζεται συναφώς ότι, στο σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, η παρουσία των λέξεων «happy» και «choco» και του στέμματος χρυσού χρώματος, η χρήση του καφέ, του μαύρου, του άσπρου, του χρυσού και του κίτρινου χρώματος, καθώς και η γραφιστική απεικόνιση του γράμματος «m» του λεκτικού στοιχείου «moreno» έχουν ως συνέπεια την απουσία ομοιότητας με τα προγενέστερα σήματα.

90      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

91      Εν προκειμένω, τα προγενέστερα σήματα αποτελούνται από μόνη τη λέξη «moreno», ενώ το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση περιλαμβάνει τέσσερα λεκτικά στοιχεία, ήτοι τα στοιχεία «flis», «happy», «moreno» και «choco», πέραν του στοιχείου που είναι κοινό με τα προγενέστερα σήματα.

92      Συγκεκριμένα, τα συγκρουόμενα σήματα εμφανίζουν την ίδια αλληλουχία γραμμάτων, δηλαδή τα γράμματα «m», «o», «r», «e», «n» και «o», με αποτέλεσμα αυτή η μερική ταυτότητα να μπορεί να προκαλέσει στο ενδιαφερόμενο κοινό την εντύπωση οπτικής ομοιότητας [πρβλ. απόφαση της 6ης Δεκεμβρίου 2018, Tomasz KawałkoTrofeum κατά EUIPO – Ferrero (KINDERPRAMS), T-115/18, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:882, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

93      Επισημαίνεται επ’ αυτού ότι, αν η παρουσία, στα συγκρουόμενα σήματα, περισσότερων γραμμάτων με την ίδια αλληλουχία ενδέχεται να έχει κάποια σημασία κατά την εκτίμηση της οπτικής ομοιότητας μεταξύ δύο συγκρουόμενων σημάτων [απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2016, Clover Canyon κατά EUIPO – Kaipa Sportswear (CLOVER CANYON), T-693/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:620, σκέψη 29], το γεγονός ότι το προγενέστερο σημείο περιλαμβάνεται εξολοκλήρου στο σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ενισχύει την οπτική ομοιότητα των εν λόγω σημείων [απόφαση της 15ης Ιουνίου 2011, Graf-Syteco κατά ΓΕΕΑ – Teco Electric & Machinery (SYTECO), T‑229/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:273, σκέψη 34].

94      Συγκεκριμένα, το ότι, αφενός, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αποτελείται από διαφορετικό αριθμό λέξεων και, αφετέρου, η λέξη «moreno» βρίσκεται στο κέντρο της έκφρασης «flis happy moreno choco» δεν αρκούν για να εξουδετερώσουν κάθε οπτική ομοιότητα, λόγω της σύμπτωσης των έξι γραμμάτων της λέξης «moreno» και της ενσωμάτωσης του μοναδικού λεκτικού στοιχείου των προγενέστερων σημάτων στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Επιπλέον, το λεκτικό στοιχείο «flis», κάτω από το στέμμα χρυσού χρώματος, μόλις που διακρίνεται και δεν θα γίνεται αντιληπτό.

95      Λαμβανομένης υπόψη της συνολικής εντύπωσης που προκαλεί το κάθε ένα από τα συγκρουόμενα σημεία, τα εικονιστικά στοιχεία δεν μπορούν να κλονίσουν την εκτίμηση αυτή. Συγκεκριμένα, πρώτον, το φόντο που απεικονίζει αποχρώσεις καφέ χρώματος, στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, καθώς και το μαύρο φόντο, που βρίσκεται μόνο στο προγενέστερο σήμα υπ’ αριθ. 30702839 περί του οποίου γίνεται λόγος στη σκέψη 6, πρώτη περίπτωση, ανωτέρω, είναι αμελητέας σημασίας και δεν επηρεάζουν το ενδιαφερόμενο κοινό, δεδομένου ότι πρόκειται για συνήθη σχήματα και χρώματα που δεν παρουσιάζουν καμία πρωτοτυπία. Δεύτερον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το στέμμα χρυσού χρώματος είναι δευτερεύουσας σημασίας, λόγω του σχετικά μικρού του μεγέθους σε σχέση με τα λοιπά λεκτικά και εικονιστικά στοιχεία καθώς και λόγω της θέσεώς του στο άνω αριστερό τμήμα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, με δεδομένο, άλλωστε, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δίνει μεγαλύτερη προσοχή στα λεκτικά στοιχεία. Τρίτον, όσον αφορά τα λεκτικά στοιχεία, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το γκρίζο και το λευκό χρώμα καθώς και η γραμματοσειρά δεν προσελκύουν ιδιαιτέρως την προσοχή.

96      Επομένως, η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, στα σημεία 35 και 37 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι τα συγκρουόμενα σημεία είναι παρόμοια από οπτικής απόψεως, πρέπει να επικυρωθεί, δεδομένου ότι, αφενός, η σύμπτωση του λεκτικού στοιχείου «moreno» δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από διακοσμητικές διαφορές μεταξύ των σημείων και, αφετέρου, το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αναπαράγει το μοναδικό λεκτικό στοιχείο των προγενέστερων σημάτων.

97      Ως εκ τούτου, ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υφίσταται οπτική ομοιότητα μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων.

–       Επί της φωνητικής ομοιότητας

98      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα συγκρουόμενα σημεία δεν είναι παρόμοια από φωνητικής απόψεως, καθόσον το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση περιλαμβάνει τρεις λέξεις, επτά συλλαβές και δεκαέξι γράμματα, ενώ τα προγενέστερα σήματα περιλαμβάνουν μία μόνο λέξη, τρεις συλλαβές και έξι γράμματα. Κατά την προσφεύγουσα, η διαφορά αυτή επηρεάζει τον ρυθμό και το επιτονισμό του ονόματος των σημείων.

99      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

100    Υπενθυμίζεται ότι η φωνητική αναπαραγωγή ενός σύνθετου σημείου αντιστοιχεί στη φωνητική αναπαραγωγή όλων των λεκτικών του σημείων, ανεξαρτήτως των ιδιαιτεροτήτων τους από πλευράς γραφικής απεικόνισης, οι οποίες εμπίπτουν μάλλον στην ανάλυση του σημείου από οπτικής απόψεως. Συνεπώς, τα εικονιστικά στοιχεία του προγενέστερου σήματος δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη για τη σύγκριση των συγκρουόμενων σημείων από φωνητικής απόψεως [βλ. απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2015, Wolverine International κατά ΓΕΕΑ – BH Stores (cushe), T-642/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:781, σκέψη 62 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

101    Έστω και αν τα συγκρουόμενα σημεία έχουν διαφορετικό μήκος και συντίθενται από διαφορετικό αριθμό λέξεων, η συνολική εντύπωση που προκαλούν οδηγεί στη διαπίστωση ότι παρουσιάζουν φωνητική ομοιότητα λόγω του κοινού τους στοιχείου [πρβλ. απόφαση της 20ης Οκτωβρίου 2011, COR Sitzmöbel Helmut Lübke κατά ΓΕΕΑ – El Corte Inglés (COR), T-214/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:612, σκέψη 63].

102    Το γεγονός ότι διαφέρει ο αριθμός των συλλαβών των συγκρουόμενων σημείων δεν αρκεί για να αποκλειστεί η ομοιότητα μεταξύ των σημάτων, δεδομένου ότι η εκτίμηση της ομοιότητας αυτής πρέπει να γίνεται βάσει της συνολικής εντύπωσης που προκαλείται κατά τη ολοκληρωμένη προφορά των σημείων [πρβλ. αποφάσεις της 28ης Οκτωβρίου 2010, Farmeco κατά ΓΕΕΑ – Allergan (BOTUMAX), T‑131/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2010:458, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 13ης Ιουνίου 2012, XXXLutz Marken κατά ΓΕΕΑ – Meyer Manufacturing (CIRCON), T-542/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:294, σκέψη 50].

103    Καταρχάς, όπως προκύπτει από τη σκέψη 85 ανωτέρω, το λεκτικό στοιχείο «flis» δεν θα προφέρεται από το ενδιαφερόμενο κοινό, λόγω του δεν είναι ευδιάκριτο.

104    Εν προκειμένω, τα λοιπά λεκτικά στοιχεία του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, θεωρούμενα στο σύνολό τους, περιλαμβάνουν συνολικά επτά συλλαβές οι οποίες αντιστοιχούν σε τρεις λέξεις, και συγκεκριμένα τις συλλαβές «hap», «py», «mo», «re», «no», «cho» και «co», ενώ τα προγενέστερα σήματα περιλαμβάνουν το ίδιο μοναδικό λεκτικό στοιχείο, το οποίο αποτελείται από τις τρεις συλλαβές «mo», «re» και «no».

105    Διαπιστώνεται ότι τα συγκρουόμενα σημεία, έστω και αν έχουν διαφορετική συλλαβική δομή λόγω του ότι περιλαμβάνουν διαφορετικό αριθμό λέξεων, είναι πάντως παρόμοια, καθόσον το μοναδικό λεκτικό στοιχείο «moreno» από το οποίο συντίθενται τα προγενέστερα σήματα περιλαμβάνεται στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και θα προφέρεται με τον ίδιο τρόπο και με τον ίδιο επιτονισμό, με αποτέλεσμα τα λεκτικά στοιχεία «happy» και «choco» στο σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση να μην είναι ικανά να εξουδετερώσουν τη φωνητική αυτή ομοιότητα [πρβλ. αποφάσεις της 8ης Νοεμβρίου 2016, fortune, T‑579/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:644, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 17ης Οκτωβρίου 2018, Szabados κατά EUIPO – Sociedad Española de Neumología y Cirugía Torácica (Separ) (MicroSepar), T-788/17, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:691, σκέψεις 31 και 32].

106    Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε, στα σημεία 36 και 37 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι από φωνητικής απόψεως υπήρχε μεγάλη ομοιότητα των συγκρουόμενων σημείων.

–       Επί της εννοιολογικής ομοιότητας

107    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, έστω και αν η λέξη «moreno» δεν έχει κάποια συγκεκριμένη σημασία στη γερμανική γλώσσα, ο μέσος Γερμανός καταναλωτής θα αντιλαμβανόταν πλήρως ότι η λέξη αυτή σημαίνει «καφέ χρώμα» στα ισπανικά και ότι, επομένως, αναφέρεται στο καφέ χρώμα των προϊόντων που παράγονται με βάσει το κακάο ή τον καφέ, τα οποία καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα. Στηρίζει την επιχειρηματολογία της επ’ αυτού προβάλλοντας, αφενός, ότι η ισπανική είναι μία από τις περισσότερο ομιλούμενες γλώσσες σε παγκόσμιο επίπεδο και, αφετέρου, ότι ο μέσος Γερμανός καταναλωτής έχει γνώση της ισπανικής γλώσσας, παραδείγματος χάριν στο πλαίσιο του επαγγελματικού του περιβάλλοντος, μιας δραστηριότητας ελεύθερου χρόνου, από τη γενική του παιδεία ή και λόγω των ενδιαφερόντων του.

108    Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

109    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η λέξη «moreno» δεν έχει κάποια σημασία στη γερμανική γλώσσα και ότι τα λεκτικά στοιχεία «happy» και «choco» έχουν, αντιστοίχως, ασθενή διακριτικό χαρακτήρα και υπαινικτικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, η οποία διατυπώνεται κατ’ ουσίαν στα σημεία 36 και 37 της προσβαλλόμενης απόφασης, να μη σφάλλει ως προς το ζήτημα αυτό.

110    Περαιτέρω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το ενδιαφερόμενο κοινό είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι η λέξη «moreno» σημαίνει «καφέ χρώμα» στα ισπανικά και ότι μπορεί, συνεπώς, να τη συνδέσει με τα προϊόντα που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα.

111    Συγκεκριμένα, πρώτον, υπενθυμίζεται ότι τα παραρτήματα A.9 και A.10 του δικογράφου της προσφυγής, που περιλαμβάνουν αντιστοίχως εκτυπώσεις διαδικτυακού ισπανοαγγλικού λεξικού και μια εκτυπωμένη σελίδα της διαδικτυακής εγκυκλοπαίδειας Βικιπαίδεια, κρίθηκαν απαράδεκτα για τους λόγους που εκτέθηκαν στη σκέψη 28 ανωτέρω. Δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, ανεξαρτήτως της αποδεικτικής τους ισχύος, επισημαίνεται ότι η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει επαρκώς ότι το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο αποτελείται από τον μέσο Γερμανό καταναλωτή, θα είχε επαρκή γνώση της ισπανικής γλώσσας προκειμένου να αναγνωρίσει ότι η λέξη «moreno» σημαίνει «καφέ χρώμα».

112    Δεύτερον, δεν αποδείχθηκε ότι το ενδιαφερόμενο κοινό θα θεωρούσε ότι το λεκτικό στοιχείο «moreno» έχει κάποια σαφή σημασία στα συγκρουόμενα σημεία η οποία θα αποκάλυπτε μια σχέση μεταξύ της λέξης αυτής και, αφενός, των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και, αφετέρου, των προϊόντων που καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα.

113    Επομένως, εν προκειμένω, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμία εννοιολογική σύγκριση.

114    Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι τα συγκρουόμενα σημεία είναι παρόμοια.

 Επί του κινδύνου σύγχυσης

115    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η οπτική, φωνητική και εννοιολογική διαφορά μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων αποκλείει κάθε κίνδυνο σύγχυσης του καταναλωτή και υπογραμμίζει ότι η σύγκριση πρέπει επίσης να στηρίζεται στα διακριτικά και κυρίαρχα στοιχεία. Φρονεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι τα προγενέστερα σήματα στερούνται διακριτικού χαρακτήρα, κάτι που αγνοήθηκε προδήλως από το τμήμα προσφυγών κατά την εξέταση του κινδύνου σύγχυσης, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα προβάλλει, παραθέτοντας παραδείγματα προς στήριξη της επιχειρηματολογίας της, ότι το λεκτικό στοιχείο χρησιμοποιείται ευρέως από άλλους παρασκευαστές για να περιγράψει είδος γλυκισμάτων ή προϊόντων και υπηρεσιών των κλάσεων 30 και 35. Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι αν το Γενικό Δικαστήριο επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση τότε η παρεμβαίνουσα θα μπορεί βασίμως να προσφύγει δικαστικώς κατά των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τη λέξη «moreno» για την περιγραφή ενός τροφίμου. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη τις αποδείξεις που προσκόμισε και ότι δεν αιτιολόγησε επαρκώς τους λόγους για τους οποίους έκανε δεκτή την ανακοπή.

116    Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

117    Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης συνεπάγεται κάποιο βαθμό αλληλεξάρτησης μεταξύ των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη και, ιδίως, μεταξύ της ομοιότητας των σημάτων και της ομοιότητας των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, τυχόν μικρή ομοιότητα μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών δύναται να αντισταθμιστεί από την έντονη ομοιότητα μεταξύ των σημάτων, και αντιστρόφως [αποφάσεις της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C-39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 17, και της 14ης Δεκεμβρίου 2006, Mast-Jägermeister κατά ΓΕΕΑ – Licorera Zacapaneca (VENADO με πλαίσιο κ.λπ.), T‑81/03, T‑82/03 και T‑103/03, EU:T:2006:397, σκέψη 74].

118    Εν προκειμένω, η παραδοχή ότι τα προγενέστερα σήματα έχουν ασθενή διακριτικό χαρακτήρα δεν εμποδίζει τη διαπίστωση ότι υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης. Μολονότι, πράγματι, ο διακριτικός χαρακτήρας των προγενέστερων σημάτων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την αξιολόγηση του κινδύνου σύγχυσης (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C‑39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 24), εντούτοις αποτελεί ένα μόνο από τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση αυτή. Συνεπώς, ακόμη και αν το προγενέστερο σήμα διαθέτει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, ενδέχεται να υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης, ιδίως λόγω ομοιότητας των σημείων και των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Xentral κατά ΓΕΕΑ – Pages jaunes (PAGESJAUNES.COM), T‑134/06, EU:T:2007:387, σκέψη 70 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

119    Ειδικότερα, όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα των προγενέστερων σημάτων, υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής και προκειμένου να μην παραβιάζεται το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, πρέπει το εθνικό σήμα του οποίου γίνεται επίκληση προς στήριξη ανακοπής κατά της καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαθέτει έναν ορισμένο βαθμό διακριτικού χαρακτήρα (απόφαση της 24ης Μαΐου 2012, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ, C-196/11 P, EU:C:2012:314, σκέψη 47). Στο πλαίσιο αυτό, ο χαρακτηρισμός ενός σημείου ως περιγραφικού ή γενικού ισοδυναμεί με αναγνώριση της έλλειψης διακριτικού χαρακτήρα του σημείου αυτού (πρβλ. απόφαση της 24ης Μαΐου 2012, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ, C-196/11 P, EU:C:2012:314, σκέψη 41).

120    Επομένως, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, στο σημείο 35 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι η λέξη «moreno» αποτελεί το διακριτικό στοιχείο των προγενέστερων σημάτων, το οποίο δεν έχει κάποια σημασία στη γερμανική γλώσσα, ενώ τα εικονιστικά στοιχεία είναι αμελητέα ή δευτερεύοντα, χωρίς η εκτίμηση αυτή να κλονίζεται από την επιχειρηματολογία με την οποία η προσφεύγουσα επιχείρησε να αποδείξει ότι τα προγενέστερα σήματα στερούνται διακριτικού χαρακτήρα.

121    Κατά συνέπεια, λαμβανομένου υπόψη του καταλόγου των προϊόντων για τα οποία έχουν πράγματι καταχωρισθεί τα προγενέστερα σήματα, κρίνεται ορθή, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αλληλεξάρτησης η οποία υπομνήσθηκε στη σκέψη 117 ανωτέρω, η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων, με εξαίρεση τις υπηρεσίες της κλάσης 35, στις οποίες αναφέρεται το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και οι οποίες αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή «Λιανική ή χονδρική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα, χονδρική και λιανική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα μέσω διαδικτύου». Συγκεκριμένα, το ενδιαφερόμενο κοινό ενδέχεται να σχηματίσει την πεποίθηση ότι τα σχετικά προϊόντα και υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή, τουλάχιστον, από οικονομικά συνδεόμενες επιχειρήσεις, καθόσον, πρώτον, τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες είναι εν μέρει πανομοιότυπα και εν μέρει παρόμοια και, δεύτερον, τα συγκρουόμενα σημεία παρουσιάζουν ομοιότητες από οπτικής και φωνητικής απόψεως.

122    Το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που είχε προσκομίσει με την προσφυγή της δεν μπορεί να ευδοκιμήσει, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά προβλήθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και κρίθηκαν απαράδεκτα, όπως προκύπτει από τη σκέψη 28 ανωτέρω. Εξάλλου, επισημαίνεται ότι, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών εξέθεσε επαρκώς τους λόγους για τους οποίους έκρινε ότι υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ των επίμαχων σημάτων.

 Επί της αιτίασης με την οποία προβάλλεται παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής της ασφάλειας δικαίου

123    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η πρακτική που ακολουθεί το EUIPO με τις αποφάσεις του έχει ουσιώδη σημασία, για τον λόγο ότι επιτρέπει να προβλέπονται οι ενέργειές του και να αξιολογούνται οι πιθανότητες ευδοκίμησης μιας αίτησης καταχώρισης. Ισχυρίζεται ότι, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως συνέπεια ότι στο μέλλον δεν θα μπορεί πλέον να καταχωρισθεί κανένα σήμα που περιέχει το λεκτικό στοιχείο «moreno», καθόσον θα υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης με τα προγενέστερα σήματα. Η προσφεύγουσα επικαλείται στο πλαίσιο αυτό δύο παραδείγματα διαδικασιών ανακοπής (υπ’ αριθ. B 2 706 78 και B 2 734 861), στις οποίες το EUIPO αποφάσισε να απορρίψει την ανακοπή στο σύνολό της λόγω ελλείψεως διακριτικού χαρακτήρα προγενέστερου σήματος, προκειμένου να αποδείξει ότι η πρακτική που ακολούθησε το EUIPO σε προγενέστερες αποφάσεις του συνηγορούσε υπέρ της καταχώρισης του επίμαχου σήματος, υπό το πρίσμα της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

124    Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα αυτά.

125    Κατά πάγια νομολογία, τα τμήματα προσφυγών, για τις αποφάσεις που λαμβάνουν βάσει του κανονισμού 207/2009 σχετικά με την καταχώριση ενός σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχουν διακριτική ευχέρεια αλλά δέσμια αρμοδιότητα. Επομένως, η δυνατότητα καταχώρισης ενός σημείου ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εκτιμάται αποκλειστικώς βάσει του ανωτέρω κανονισμού, όπως έχει ερμηνευθεί από τον δικαστή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι βάσει μιας προγενέστερης πρακτικής των τμημάτων προσφυγών [βλ. απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, Claranet Europe κατά EUIPO – Claro (claranet), T-129/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:800, σκέψη 96 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

126    Εξάλλου, ακόμη και αν το EUIPO οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις ήδη εκδοθείσες αποφάσεις του και να εξετάζει με ιδιαίτερη προσοχή αν πρέπει ή όχι να αποφασίσει κατά τον ίδιο τρόπο, η τήρηση της αρχής της νομιμότητας επιβάλλει η εξέταση κάθε αίτησης καταχώρισης να είναι αυστηρή και πλήρης και να διενεργείται για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η καταχώριση ενός σημείου ως σήματος εξαρτάται από ειδικά κριτήρια, τα οποία εφαρμόζονται στο πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης (απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2019, Πολωνία κατά Stock Polska sp. z o.o. και EUIPO, C-162/17 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:27, σκέψη 60).

127    Εν προκειμένω, στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών προέβη σε πλήρη και συγκεκριμένη εξέταση της ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων για να αρνηθεί εν μέρει την καταχώριση του επίμαχου σήματος, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να επικαλεσθεί λυσιτελώς προγενέστερες αποφάσεις του EUIPO προκειμένου να αναιρέσει το συμπέρασμα ότι η καταχώριση του σήματος αυτού αντίκειται στον κανονισμό 207/2009 (πρβλ. απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, claranet, T-129/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:800, σκέψη 97 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

128    Από το σύνολο των ανωτέρω στοιχείων προκύπτει ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο μέτρο που αφορά τον τροποποιημένο κατάλογο των προϊόντων τα οποία καλύπτονται από τα προγενέστερα σήματα.

 Επί του δεύτερου αιτήματος, με το οποίο ζητείται η μεταρρύθμιση της προσβαλλόμενης απόφασης

129    Υπενθυμίζεται ότι η εξουσία μεταρρυθμίσεως, η οποία αναγνωρίζεται στο Γενικό Δικαστήριο από το άρθρο 72, παράγραφος 3, του κανονισμού 2017/1001, δεν συνεπάγεται ότι αυτό έχει την εξουσία να αποφαίνεται επί ζητήματος ως προς το οποίο δεν έχει ακόμη λάβει θέση το τμήμα προσφυγών. Επομένως, η άσκηση της εξουσίας μεταρρυθμίσεως πρέπει, κατ’ αρχήν, να περιορίζεται στις περιπτώσεις στις οποίες το Γενικό Δικαστήριο, έχοντας ελέγξει την κρίση του τμήματος προσφυγών, είναι σε θέση να προσδιορίσει βάσει τεκμηριωμένων πραγματικών και νομικών στοιχείων την απόφαση που όφειλε να έχει λάβει το τμήμα προσφυγών [βλ. απόφαση της 16ης Μαΐου 2017, Airhole Facemasks κατά EUIPO – sindustrysurf (AIR HOLE FACE MASKS YOU IDIOT), T-107/16, EU:T:2017:335, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

130    Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση το τμήμα προσφυγών έλαβε θέση επί της ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης μεταξύ των συγκρουόμενων σημείων, λαμβάνοντας υπόψη τον αρχικό κατάλογο των προϊόντων που καλύπτονταν από τα προγενέστερα σήματα, συνεπώς το Γενικό Δικαστήριο διαθέτει την εξουσία να μεταρρυθμίσει την εν λόγω απόφαση επί του σημείου αυτού.

131    Από όσα εκτέθηκαν στις σκέψεις 12 έως 14 και 48 έως 128 ανωτέρω προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να διαπιστώσει ότι, σε αντίθεση προς όσα έκρινε το τμήμα ανακοπών, υπήρχε κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ των συγκρουόμενων στοιχείων στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, με εξαίρεση τις υπηρεσίες τις κλάσης 35, τις οποίες αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και οι οποίες αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Λιανική ή χονδρική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα· χονδρική και λιανική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα μέσω διαδικτύου».

132    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την άσκηση της εξουσίας μεταρρυθμίσεως του Γενικού Δικαστηρίου και ότι η ανακοπή πρέπει να γίνει δεκτή για το σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση σήματος, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που αναφέρονται στη σκέψη 131 ανωτέρω.

 Επί των δικαστικών εξόδων

133    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του. Ωστόσο, αν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ένας διάδικος, πέραν των δικαστικών εξόδων του, φέρει και μέρος των εξόδων του αντιδίκου.

134    Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα, το EUIPO και η παρεμβαίνουσα ηττήθηκαν έκαστος εν μέρει, κατά το μέτρο που η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται εν μέρει. Κατά συνέπεια, κάθε διάδικος πρέπει να φέρει τα δικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 31ης Μαΐου 2018 (υπόθεση R 1464/2017-1), στο μέτρο που η απόφαση αρνείται την καταχώριση του επίδικου σήματος για τα ακόλουθα προϊόντα: «υποκατάστατα καφέ· τσάι· κακάο· προϊόντα κακάο· ροφήματα με βάση τη σοκολάτα· όλα τα ανωτέρω προϊόντα και σε στιγμιαία μορφή», με εξαίρεση το κακάο όσον αφορά την τελευταία περίπτωση.

2)      Κάνει δεκτή την ανακοπή για το σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχώρισης σήματος, με εξαίρεση τις υπηρεσίες της κλάσης 35 που αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Λιανική ή χονδρική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα· χονδρική και λιανική πώληση φορμών αποκοπής για μπισκότα μέσω διαδικτύου».

3)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

4)      Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Collins

Barents

Passer

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 24 Οκτωβρίου 2019.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.