Language of document : ECLI:EU:F:2009:121

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 24ης Σεπτεμβρίου 2009

Υπόθεση F-37/05

Michael Brown

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπαλληλική υπόθεση – Εσωτερικός διαγωνισμός του οργάνου – Προϋποθέσεις συμμετοχής – Επικουρικοί υπάλληλοι – Απόρριψη υποψηφιότητας»

Αντικείμενο: Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο Μ. Brown ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του «εσωτερικού διαγωνισμού μεταβάσεως από την κατηγορία C στην κατηγορία B», COM/PB/04, ο οποίος διοργανώθηκε με σκοπό την κατάρτιση πίνακα επιτυχόντων αναπληρωτών βοηθών διοικήσεως, αναπληρωτών βοηθών γραμματείας και αναπληρωτών τεχνικών βοηθών διοικήσεως, βαθμού B 4/B 5, της 19ης Ιουλίου 2004, απόφαση η οποία επικύρωσε, μετά από επανεξέταση, την απόφαση της 22ας Ιουνίου 2004, περί απορρίψεως της αιτήσεως συμμετοχής του προσφεύγοντος στις εξετάσεις του επίδικου διαγωνισμού.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Απόφαση εκδοθείσα μετά από επανεξέταση προηγούμενης αποφάσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 § 2 και 91 § 1)

2.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διαγωνισμός – Εσωτερικοί διαγωνισμοί – Όροι και λεπτομέρειες όσον αφορά τη διοργάνωση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 27 και 29 § 1· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, άρθρο 12 § 1)

3.      Υπάλληλοι – Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού – Μόνιμος και έκτακτος υπάλληλος – Επικουρικός υπάλληλος – Κριτήριο διακρίσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 5, 6, 27, εδ. 1, και 32· Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, άρθρα 3, 8, 9 και 12 § 1)

4.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Εσωτερικός διαγωνισμός του οργάνου – Παροχή δυνατότητας συμμετοχής και στους επικουρικούς υπαλλήλους – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Δεν υφίσταται

1.      Όταν ένας υποψήφιος του οποίου η αίτηση συμμετοχής σε κοινοτικό διαγωνισμό απορρίφθηκε ζητήσει την επανεξέταση της αποφάσεως αυτής βάσει συγκεκριμένης διατάξεως που δεσμεύει τη διοίκηση, η βλαπτική πράξη, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, ή, ενδεχομένως, του άρθρου 91, παράγραφος 1, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ), τόσο όπως ίσχυε πριν την 1η Μαΐου 2004 όσο και όπως ισχύει έκτοτε, συνίσταται στην απόφαση που έλαβε η εξεταστική επιτροπή κατόπιν επανεξετάσεως. Επίσης, από την έκδοση της αποφάσεως αυτής που ελήφθη κατόπιν επανεξετάσεως αρχίζουν να τρέχουν οι προθεσμίες για την υποβολή ενστάσεως και την άσκηση προσφυγής, ενώ παρέλκει η εξέταση του ζητήματος αν, σε μια τέτοια περίπτωση, η εν λόγω απόφαση μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη αμιγώς επιβεβαιωτική.

(βλ. σκέψη 28)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 7 Ιουνίου 2005, T‑375/02, Cavallaro κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑151 και II‑673, σκέψη 58· 31 Ιανουαρίου 2006, T‑293/03, Giulietti κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑5 και II‑A‑2‑19, σκέψεις 27 και 28· 13 Δεκεμβρίου 2006, T‑173/05, Heus κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑329 και II‑A‑2‑1695, σκέψη 19

2.      Προκειμένου να επιτευχθεί ο κατ’ άρθρο 27 του ΚΥΚ σκοπός της διαδικασίας προσλήψεως, δηλαδή «να εξασφαλίζει στο όργανο τη συνεργασία υπαλλήλων που διαθέτουν τα πιο υψηλά προσόντα ικανότητας, αποδόσεως και ακεραιότητας», είναι αναγκαίο οι υπάλληλοι να επιλέγονται επί της ευρύτερης δυνατής βάσεως. Συνεπώς, ο όρος “εσωτερικός διαγωνισμός του οργάνου” αφορά, καταρχήν, όλους τους υπηρετούντες στο όργανο αυτό, ανεξαρτήτως ιδιότητας. Πάντως, με τον ΚΥΚ παρέχεται στα όργανα ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά τον καθορισμό των κριτηρίων σχετικά με τα προσόντα που απαιτούνται για την κατάληψη των προς πλήρωση θέσεων και τον καθορισμό, βάσει των κριτηρίων αυτών και, γενικότερα, προς το συμφέρον της υπηρεσίας, των όρων και της διαδικασίας ενός διαγωνισμού. Εντούτοις, η άσκηση της εν λόγω εξουσίας εκτιμήσεως πρέπει να είναι συμβατή, μεταξύ άλλων, με τις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 27, πρώτο εδάφιο, και του άρθρου 29, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, και πρέπει, κατά συνέπεια, να ασκείται πάντοτε σύμφωνα με τις απαιτήσεις που συνδέονται με τις προς πλήρωση θέσεις και, γενικότερα, με το συμφέρον της υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος του κοινοτικού δικαστή πρέπει να περιορίζεται στην εξέταση του αν η εν λόγω αρχή ενήργησε εντός λογικών ορίων και δεν άσκησε την εξουσία της εκτιμήσεως κατά τρόπο προδήλως εσφαλμένο. Ο έλεγχος αυτός δεν συνεπάγεται ότι ο κοινοτικός δικαστής υποκαθιστά το θεσμικό όργανο στην εκτίμησή του.

Τα θεσμικά όργανα δεν ασκούν την εξουσία τους εκτιμήσεως κατά τρόπο εσφαλμένο όταν απαιτούν την ιδιότητα του μόνιμου ή του έκτακτου υπαλλήλου, αποκλείοντας εκείνη του επικουρικού υπαλλήλου, ως προϋπόθεση συμμετοχής σε εσωτερικό διαγωνισμό που έχει ουσιαστικά ως αντικείμενο τη μετάβαση από την κατηγορία C στην κατηγορία B. Πράγματι, οι μόνιμοι και οι έκτακτοι υπάλληλοι οφείλουν, σε αντίθεση με τους επικουρικούς υπαλλήλους, να έχουν αποδείξει κατά την αρχική πρόσληψή τους ότι διαθέτουν τα πιο υψηλά προσόντα ικανότητας, αποδόσεως και ακεραιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 27, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ και με το άρθρο 12, παράγραφος 1, του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού.

Ο αποκλεισμός των επικουρικών υπαλλήλων δεν συνεπάγεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθώς το νομικό καθεστώς των τελευταίων δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνο των έκτακτων και των μόνιμων υπαλλήλων, λόγω των διαφορών που παρουσιάζουν οι δύο κατηγορίες ως προς στο διοικητικό τους καθεστώς και τις προϋποθέσεις και τους όρους προσλήψεως. Πράγματι, παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως υφίσταται μόνον όταν σε δύο κατηγορίες προσώπων των οποίων το νομικό και πραγματικό καθεστώς δεν διαφέρει ουσιωδώς εφαρμόζεται διαφορετική μεταχείριση ή όταν διαφορετικές καταστάσεις αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο, εκτός αν τέτοια αντιμετώπιση δικαιολογείται αντικειμενικώς.

(βλ. σκέψεις 54 έως 58, 60, 64, 66, 71, 72 και 76)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 31 Μαρτίου 1965, 16/64, Rauch κατά Επιτροπή, Συλλογή τόμος 1965‑1968, σ. 45· 9 Οκτωβρίου 2008, C‑16/07 P, Chetcuti κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. I‑7469, σκέψεις 40 έως 50 και 77

ΠΕΚ: 8 Νοεμβρίου 1990, T‑56/89, Bataille κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1990, σ. II‑597, σκέψη 42· 5 Φεβρουαρίου 1997, T‑207/95, Ibarra Gil κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1997, σ. I‑A‑13 και II‑31, σκέψη 66· 21 Νοεμβρίου 2000, T‑214/99, Carrasco Benítez κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2000, σ. I‑A‑257 και II‑1169, σκέψη 53· 15 Νοεμβρίου 2001, T‑142/00, Van Huffel κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I‑A‑219 και II‑1011, σκέψη 52· 23 Ιανουαρίου 2003, T‑53/00, Angioli κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2003, σ. I‑A‑13 και II‑73, σκέψη 50· 15 Φεβρουαρίου 2005, T‑256/01, Pyres κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑23 και II‑99, σκέψη 36· 8 Νοεμβρίου 2006, T‑357/04, Chetcuti κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2‑255 και II‑A‑2‑1323, σκέψη 48 και 51, 53, 56 και 62

3.      Από τις διατάξεις του ΚΥΚ και του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού προκύπτει ότι υφίστανται διαφορές μεταξύ των επικουρικών υπαλλήλων και των μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων ως προς το διοικητικό καθεστώς, τις προϋποθέσεις και τους όρους προσλήψεως. Από τις διαφορές αυτές προκύπτει ότι οι επικουρικοί υπάλληλοι δεν προσλαμβάνονται στα κοινοτικά όργανα για την εκτέλεση μόνιμης αποστολής. Αντιθέτως, το χαρακτηριστικό που διακρίνει τη σύμβαση επικουρικού υπαλλήλου είναι η προσωρινότητά της, δεδομένου ότι η σύμβαση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για μια αντικατάσταση περιορισμένης χρονικής διάρκειας ή για την εκπλήρωση διοικητικών καθηκόντων προσωρινού χαρακτήρα, τα οποία είτε σχετίζονται με επείγουσα ανάγκη είτε δεν είναι επακριβώς καθορισμένα. Για τον λόγο αυτόν, οι επικουρικοί υπάλληλοι συνιστούν διακριτή κατηγορία υπαλλήλων, η οποία καλύπτει διακριτές ανάγκες των οργάνων στα οποία απασχολούνται.

(βλ. σκέψεις 58 και 74)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: Chetcuti κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 42

4.      Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή έχει, βεβαίως, τη δυνατότητα να δεχθεί τη συμμετοχή των επικουρικών υπαλλήλων σε εσωτερικό διαγωνισμό του οργάνου, δεν υποχρεούται, ωστόσο, να δέχεται σε κάθε διαγωνισμό τη συμμετοχή όλων των απασχολουμένων στην υπηρεσία του οργάνου αυτού. Μια τέτοια υποχρέωση θα έθιγε την ευρεία εξουσία εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στα κοινοτικά όργανα κατά την οργάνωση των υπηρεσιών τους και, ειδικότερα, κατά τον καθορισμό της διαδικασίας και των όρων του διαγωνισμού προς το συμφέρον της υπηρεσίας.

(βλ. σκέψεις 55 και 68)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: Rauch κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα· Chetcuti κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψεις 71 έως 74, 76 και 77

ΠΕΚ: Bataille κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 42· Ibarra Gil κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 66· Carrasco Benítez κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 52· Van Huffel κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 51· Pyres κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 36· Chetcuti κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 49