Language of document : ECLI:EU:T:2002:254

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 22ας Οκτωβρίου 2002 (1)

«Ανταγωνισμός - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4064/89 - Απόφαση με την οποία μια συγκέντρωση επιχειρήσεων κρίνεται ασυμβίβαστη προς την κοινή αγορά - Προσφυγή ακυρώσεως»

Στην υπόθεση T-310/01,

Schneider Electric SA, με έδρα το Rueil-Malmaison (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τους F. Herbert, J. Steenbergen και M. Pittie, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

υποστηριζόμενη από τη

Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και F. Million, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

παρεμβαίνουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους P. Oliver, P. Hellström και F. Lelièvre, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

υποστηριζόμενης από τα

Comité central d'entreprise de la SA Legrand,

Comité européen du groupe Legrand,

με έδρα τη Limoges (Γαλλία), εκπροσωπούμενα από τον H. Masse-Dessen, δικηγόρο,

παρεμβαίνοντα,

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως C(2001) 3014 τελικό της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2001, με την οποία πράξη συγκεντρώσεως κηρύχθηκε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/M.2283 - Schneider-Legrand),

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑ.ΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

(πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους B. Vesterdorf, Πρόεδρο, N. J. Forwood και H. Legal, δικαστές,

γραμματέας: B. Pastor, βοηθός γραμματέας,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 10ης Ιουλίου 2002,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Νομικό πλαίσιο

1.
    Το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων [ΕΕ L 395 σ. 1, διορθωτικό στην ΕΕ 1990, L 257, σ. 13, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) 1310/97 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, ΕΕ L 180, σ. 1 (στο εξής: κανονισμός 4064/89] ορίζει:

«1.    Προκειμένου να εξακριβωθεί αν οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων οι εμπίπτουσες στον παρόντα κανονισμό συμβιβάζονται με την κοινή αγορά, γίνεται σχετική εκτίμηση σε συνάρτηση με τις διατάξεις που ακολουθούν.

Κατά την εκτίμηση αυτή, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη:

α)    την ανάγκη διατήρησης και ανάπτυξης ουσιαστικού ανταγωνισμού μέσα στην κοινή αγορά με γνώμονα, μεταξύ άλλων, τη διάρθρωση όλων των σχετικών αγορών και τον πραγματικό ή δυνητικό ανταγωνισμό εκ μέρους κοινοτικών και μη επιχειρήσεων·

β)    τη θέση των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων στην αγορά και τη χρηματική και οικονομική δύναμή τους, τις δυνατότητες επιλογής των προμηθευτών και των χρηστών, την πρόσβασή τους στις πηγές εφοδιασμού ή στις αγορές διάθεσης των προϊόντων, την ύπαρξη νομικών ή πραγματικών εμποδίων κατά την είσοδο, την εξέλιξη της προσφοράς και της ζήτησης των οικείων αγαθών και υπηρεσιών, τα συμφέροντα των ενδιάμεσων και τελικών καταναλωτών καθώς και την εξέλιξη της τεχνικής και οικονομικής προόδου, εφόσον η εξέλιξη αυτή είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών και δεν αποτελεί εμπόδιο για τον ανταγωνισμό.

2.    Οι συγκεντρώσεις που δεν δημιουργούν ούτε ενισχύουν δεσπόζουσα θέση, με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε μεγάλο βαθμό ο ουσιαστικός ανταγωνισμός στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της, πρέπει να κηρύσσονται συμβατές με την κοινή αγορά.

3.    Οι συγκεντρώσεις που δημιουργούν ή ενισχύουν δεσπόζουσα θέση, με αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε σημαντικό βαθμό ο ουσιαστικός ανταγωνισμός στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα της, πρέπει να κηρύσσονται ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά.

[...]»

2.
    Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 4064/89, αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη συγκεντρώσεως εμπίπτει στον κανονισμό αυτό και προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό της με την κοινή αγορά, αποφασίζει να κινήσει τη διαδικασία.

3.
    Κατά το άρθρο 7 του κανονισμού 4064/89:

«1.    Μια συγκέντρωση, όπως ορίζεται από το άρθρο 1, δεν πραγματοποιείται ούτε πριν από την κοινοποίησή της, ούτε πριν κηρυχθεί συμβατή με την κοινή αγορά [...].

3.    Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν παρακωλύουν την πραγματοποίηση δημόσιας προσφοράς αγοράς ή ανταλλαγής που έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, υπό τον όρο ότι ο αποκτών δεν ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με τους συγκεκριμένους τίτλους, ή τα ασκεί μόνον για να διατηρήσει την πλήρη αξία της επένδυσής του και βάσει παρεκκλίσεως, η οποία παρέχεται από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 4.

[...]»

4.
    Το άρθρο 8 του κανονισμού 4064/89 διαλαμβάνει ειδικότερα:

«2.    .ταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι μια κοινοποιηθείσα πράξη συγκέντρωσης, ενδεχομένως μετά από τροποποιήσεις που επέφεραν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, πληροί το κριτήριο του άρθρου 2, παράγραφος 2 [...], λαμβάνει απόφαση με την οποία κηρύσσει την πράξη συγκέντρωσης συμβατή με την κοινή αγορά.

[...]

3.    .ταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι μια πράξη συγκέντρωσης πληροί το κριτήριο που ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 3 [...], λαμβάνει απόφαση με την οποία κηρύσσει την πράξη συγκέντρωσης ασυμβίβαστη προς την κοινή αγορά.

4.    Σε περίπτωση που έχει ήδη πραγματοποιηθεί η συγκέντρωση, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει, με απόφαση που λαμβάνεται βάσει της παραγράφου 3 ή με χωριστή απόφαση, είτε το διαχωρισμό των επιχειρήσεων ή των στοιχείων του ενεργητικού που συγκεντρώθηκαν είτε την παύση του κοινού ελέγχου ή κάθε άλλη κατάλληλη ενέργεια, προκειμένου να αποκατασταθεί ο ουσιαστικός ανταγωνισμός.»

5.
    Κατά το άρθρο 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, οι αποφάσεις με τις οποίες διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο μιας πράξεως συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά πρέπει να λαμβάνονται το αργότερο εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από της ημερομηνίας κινήσεως της διαδικασίας.

6.
    Βάσει της παραγράφου 4 του ίδιου αυτού άρθρου, η προθεσμία αυτή κατ' εξαίρεση αναστέλλεται στις περιπτώσεις που η Επιτροπή, λόγω περιστάσεων για τις οποίες ευθύνεται μία από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις, υποχρεώθηκε να συγκεντρώσει πληροφορίες με απόφαση κατ' εφαρμογήν του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89.

7.
    Κατά το άρθρο 10, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, όταν το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση που ακυρώνει εν όλω ή εν μέρει απόφαση της Επιτροπής δυνάμει του παρόντος κανονισμού, οι προθεσμίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό ισχύουν εκ νέου από την ημέρα απαγγελίας της αποφάσεως του Δικαστηρίου.

8.
    Το άρθρο 10, παράγραφος 6, του κανονισμού 4064/89 διευκρινίζει ότι, αν η Επιτροπή δεν έλαβε απόφαση δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 3, εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας των τεσσάρων μηνών, η πράξη συγκεντρώσεως θεωρείται ως κηρυχθείσα συμβατή με την κοινή αγορά.

9.
    Το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 4064/89 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή, κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων της βάσει του κανονισμού αυτού, να συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, μεταξύ άλλων, από τα μέρη που συμμετέχουν στην κοινοποιηθείσα πράξη συγκεντρώσεως.

10.
    Το ίδιο αυτό άρθρο διευκρινίζει, στην παράγραφο 5 αυτού, ότι, αν μια επιχείρηση δεν παρέχει τις πληροφορίες που έχουν ζητηθεί εντός της καθορισμένης από την Επιτροπή προθεσμίας ή τις παρέχει κατά τρόπο ελλιπή, η Επιτροπή τις ζητεί με απόφαση. Η απόφαση καθορίζει τις αιτούμενες πληροφορίες, ορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας οι πληροφορίες πρέπει να παρασχεθούν και αναφέρει ότι μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του κοινοτικού δικαστή.

11.
    Το άρθρο 18 του κανονισμού 4064/89 διευκρινίζει, στην παράγραφο 3 αυτού, ότι η Επιτροπή βασίζει τις αποφάσεις της, αφενός, μόνο στις αιτιάσεις επί των οποίων οι ενδιαφερόμενοι μπόρεσαν να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους και, αφετέρου, ότι τα δικαιώματα άμυνας των ενδιαφερομένων διασφαλίζονται πλήρως κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας.

12.
    Τέλος, κατά το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο α´, του κανονισμού (ΕΚ) 447/98 της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 1998, σχετικά με τις κοινοποιήσεις, τις προθεσμίες και τις ακροάσεις που προβλέπονται στον κανονισμό 4064/89 (ΕΕ L 61, σ. 1), η προαναφερθείσα προθεσμία των τεσσάρων μηνών αναστέλλεται όταν η Επιτροπή, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, υποχρεούται να εκδώσει απόφαση επειδή οι αιτηθείσες πληροφορίες από ένα από τα κοινοποιούντα μέρη δεν της ανακοινώθηκαν ή δεν της ανακοινώθηκαν πλήρως εντός της προθεσμίας που αυτή καθόρισε.

Ιστορικό της διαφοράς

13.
    Η Schneider Electric SA (στο εξής: Schneider), εταιρία γαλλικού δικαίου, είναι η μητρική εταιρία ενός ομίλου που ασκεί δραστηριότητα παραγωγής και πωλήσεως προϊόντων και συστημάτων στους τομείς της διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, του βιομηχανικού ελέγχου και του αυτοματισμού. Κατά το οικονομικό έτος 2000, η Schneider πραγματοποίησε κύκλο εργασιών 8 750 εκατομμυρίων ευρώ σε διεθνές επίπεδο και 4 095 εκατομμυρίων ευρώ εντός της Κοινότητας.

14.
    Η Legrand SA είναι εταιρία γαλλικού δικαίου ειδικευμένη στην παραγωγή και την πώληση ηλεκτρικού εξοπλισμού εγκαταστάσεων χαμηλής τάσεως. Το 2000, ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 2 791 εκατομμύρια ευρώ σε διεθνή κλίμακα και σε 1 684 εκατομμύρια ευρώ εντός της Κοινότητας.

15.
    Στις 16 Φεβρουαρίου 2001, οι Schneider και Legrand, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 4064/89, κοινοποίησαν στην Επιτροπή το σχέδιο της Schneider να υποβάλει δημόσια προσφορά ανταλλαγής (στο εξής: ΔΠΑ) για το σύνολο των μετοχών Legrand που κατείχε το κοινό.

16.
    Το διάβημα αυτό αποτελούσε συνέχεια των ανεπίσημων κοινοποιήσεων που κατατέθηκαν στις 12 Δεκεμβρίου 2000 και 5 Ιανουαρίου 2001 αντιστοίχως.

17.
    Τα κοινοποιούντα μέρη απηύθυναν στην Επιτροπή, στις 29 Ιανουαρίου 2001, νέο σχέδιο κοινοποιήσεως.

18.
    Οι Schneider και Legrand απάντησαν ακόμη σε 71 ερωτήματα που διαβίβασε η Επιτροπή στις 7 Φεβρουαρίου 2001 και απέβλεπαν στη συμπλήρωση αυτού του τρίτου σχεδίου κοινοποιήσεως.

19.
    Η Επιτροπή κατέληξε στο ότι η κοινοποιηθείσα πράξη συγκεντρώσεως ενέπιπτε στον κανονισμό 4064/89 και ότι υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσον αυτή συμβιβαζόταν με την κοινή αγορά και τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (στο εξής: ΕΟΧ).

20.
    Κατά συνέπεια, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 30 Μαρτίου 2001, απόφαση βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 4064/89, με την οποία κινήθηκε η δεύτερη φάση της διαδικασίας εξετάσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως.

21.
    Με έγγραφο της 6ης Απριλίου 2001, η Επιτροπή απηύθυνε αίτηση περί παροχής πληροφοριών στις Schneider και Legrand, βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 4064/89.

22.
    Δεδομένου ότι οι δύο εταιρίες δεν έδωσαν, πριν τις 18 Απριλίου 2001 που έληγε η καθορισθείσα προθεσμία προς απάντηση, όλες τις αιτηθείσες πληροφορίες σχετικά με τις διάφορες αγορές που αφορούσε η πράξη συγκεντρώσεως, η Επιτροπή κοινοποίησε σε κάθε μία από τις εταιρίες απόφαση περί παροχής πληροφοριών κατά το άρθρο 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, με ημερομηνία 27 Απριλίου 2001.

23.
    Στις 25 Ιουνίου 2001, η Επιτροπή έλαβε το σύνολο των πληροφοριών που είχε ζητήσει.

24.
    Στις 7 Ιουνίου 2001, η Schneider κατέθεσε τους όρους της ΔΠΑ στο γαλλικό συμβούλιο χρηματιστηριακών αγορών (Conseil français des marchés financiers), το οποίο, κατά τη συνεδρίασή του της 14ης Ιουνίου 2001 έκρινε παραδεκτή τη ΔΠΑ. Η έγκριση της επιτροπής χρηματιστηριακών πράξεων λήφθηκε στις 19 Ιουνίου 2001.

25.
    Δεδομένου ότι το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89 επιτρέπει την πραγματοποίηση των δημόσιων προσφορών που κοινοποιούνται στην Επιτροπή υπό τον όρο ότι ο αποκτών δεν ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με τους συγκεκριμένους τίτλους, η Schneider υπέβαλε τη ΔΠΑ την 21η Ιουνίου 2001 και την περάτωσε στις 25 Ιουλίου 2001.

26.
    Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 447/98, η Επιτροπή απηύθυνε στη Schneider, στις 3 Αυγούστου 2001, ανακοίνωση των αιτιάσεων όπου συνήγαγε τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως, λόγω της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως, σε ορισμένες εθνικές τομεακές αγορές.

27.
    Στις 6 Αυγούστου 2001, η επιτροπή χρηματιστηριακών πράξεων διατύπωσε γνώμη επί του οριστικού αποτελέσματος της ΔΠΑ που υπέβαλε η Schneider για τους τίτλους της Legrand. .τσι, η Schneider απέκτησε το 98,7 % των τίτλων της Legrand.

28.
    Η Schneider υπέβαλε στην Επιτροπή έκθεση με ημερομηνία 14 Αυγούστου 2001 την οποία ο καθηγητής L. Waverman και το γραφείο «National Economic Research Associates» συνέταξαν για λογαριασμό των κοινοποιούντων μερών (στο εξής: πρώτη έκθεση NERA). Το έγγραφο αυτό εξετάζει τον ορισμό της τομεακής αγοράς ηλεκτρικών πινάκων διανομής, τις πωλήσεις διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες των δύο ανταγωνιστών της Schneider, δηλαδή της ABB και της Siemens καθώς και την κατάσταση του ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικών πινάκων στην Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και στη Δανία.

29.
    Οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις απάντησαν στην ανακοίνωση των αιτιάσεων με υπόμνημα που κατέθεσαν στις 16 Αυγούστου 2001.

30.
    Την 21 Αυγούστου 2001 πραγματοποιήθηκε ακρόαση.

31.
    Στις 29 Αυγούστου 2001 πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ της Schneider και των υπηρεσιών της Επιτροπής προκειμένου να καθοριστούν ενδεχόμενες τροποποιήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 4064/89, που απέβλεπαν στην επίλυση των προβλημάτων ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή.

32.
    Προς τούτο, η Schneider κατέθεσε τις προτάσεις της για ανάληψη δεσμεύσεων («μέτρα θεραπείας» ή «διορθωτικά μέτρα»), στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, τελευταία ημέρα της νόμιμης προθεσμίας.

33.
    Στις 18 Σεπτεμβρίου 2001, η Επιτροπή διαβίβασε στους τρίτους ενδιαφερομένους ερωτηματολόγιο επί των προτάσεων αυτών.

34.
    Η συμβουλευτική επιτροπή συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων συνήλθε στις 19 Σεπτεμβρίου 2001 για να εξετάσει το σχέδιο τελικής αποφάσεως.

35.
    Στις 24 Σεπτεμβρίου 2001, η Schneider απηύθυνε στην Επιτροπή νέα πρόταση σχετικά με τις προαναφερθείσες αναλήψεις υποχρεώσεων της 14ης Σεπτεμβρίου, για να απαντήσει στις ειδικές αιτήσεις που υπέβαλε η Επιτροπή την 21η του προηγουμένου Σεπτεμβρίου.

36.
    Την ίδια ημέρα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής κάλεσαν τα μέρη σε συνάντηση.

37.
    Σε σημείωμα επισυναπτόμενο στο από 25 Σεπτεμβρίου 2001 έγγραφο που απηύθυναν στο μέλος της Επιτροπής που είναι επιφορτισμένο με τα ζητήματα ανταγωνισμού, οι Schneider και Legrand έκαναν λόγο για τη μεγάλη έκπληξη που αποτέλεσε γι' αυτές η εκ νέου αρνητική αντίδραση των υπηρεσιών της Επιτροπής έναντι των νέων προτάσεών τους για την ανάληψη υποχρεώσεων, ενώ αυτές προέβλεπαν την απόσυρση της Legrand από τις αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες στο σύνολο του ΕΟΧ.

38.
    Η συμβουλευτική επιτροπή συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων συνήλθε εκ νέου στις 28 Σεπτεμβρίου 2001 για να εξετάσει τα προταθέντα διορθωτικά μέτρα και για να αποφανθεί επί του σχεδίου αποφάσεως.

39.
    Στις 10 Οκτωβρίου 2001, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89 [C (2001) 3014 τελικό (υπόθεση COMP/M.2283 - Schneider-Legrand)] (στο εξής: Απόφαση).

40.
    Κατά το άρθρο 1 της Αποφάσεως αυτής:

«La concentration notifiée à la Commission par Schneider le 16 février 2001, qui lui permettrait d'acquérir le contrôle exclusif de Legrand, est déclarée incompatible avec le marché commun et avec le fonctionnement de l'accord EEE.»

(«Η συγκέντρωση την οποία η Schneider κοινοποίησε στην Επιτροπή στις 16 Φεβρουαρίου 2001, και η οποία της επέτρεπε να αποκτήσει τον αποκλειστικό έλεγχο της Legrand, κηρύσσεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και με τη λειτουργία της Συμφωνίας ΕΟΧ» (2)).

41.
    Η Απόφαση περιλαμβάνει την περιγραφή του τομέα του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως [σημείο V A, με τίτλο «Compatibilité avec le marché commun» («Συμβατότητα με την κοινή αγορά»)], τον ορισμό των εθνικών τομεακών αγορών στις οποίες αναφέρεται η πράξη συγκεντρώσεως (σημείο V Β), την ανάλυση της πράξεως αυτής (σημείο V C) και την εκτίμηση των μέτρων θεραπείας που πρότεινε η Schneider προκειμένου να απαντήσει στα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή [σημείο VI, με τίτλο «Mesures correctives» («Διορθωτικά μέτρα»)].

42.
    Ο βιομηχανικός τομέας στον οποίο αναφέρεται η κοινοποιηθείσα πράξη περιλαμβάνει τους εξοπλισμούς που τοποθετούνται στα βιομηχανικά κτίρια και στα κτίρια γραφείων ή κατοικιών, στα κατάντι της συνδέσεώς τους με το δίκτυο διανομής μέσης τάσεως. Οι εξοπλισμοί αυτοί μπορούν να ενταχθούν σε τρεις κατηγορίες, οι οποίες περιγράφονται στη δωδέκατη αιτιολογική σκέψη της Αποφάσεως.

43.
    Πρώτον, οι πίνακες διανομής χαμηλής τάσεως χρησιμοποιούνται ουσιαστικά για την τροφοδότηση σε ηλεκτρική ενέργεια των διαφόρων επιπέδων της εγκαταστάσεως, την προστασία της καθώς και την προστασία του χρήστη έναντι του κινδύνου υπερβολικής αυξήσεως της τάσεως και των βραχυκυκλωμάτων.

44.
    Οι πίνακες αυτοί, οι οποίοι αποτελούνται κυρίως από ένα ερμάριο και διατάξεις προστασίας, όπως οι διακόπτες ισχύος, οι ασφάλειες, ή οι διαφορικοί διακόπτες, μπορούν να υποδιαιρεθούν σε τρεις διαφορετικές ομάδες προϊόντων που αντιστοιχούν στα διάφορα επίπεδα διανομής ηλεκτρισμού:

-    τους γενικούς πίνακες, για τη σύνδεση των μεγάλων κτιρίων για γραφεία ή των βιομηχανικών κτιρίων στο δίκτυο μέσης τάσεως·

-    τους επιμέρους πίνακες που χρησιμοποιούνται στο επίπεδο του ορόφου·

-    τους πίνακες τελικής διανομής που χρησιμοποιούνται στο επίπεδο του τελικού χρήστη ο οποίος έχει μικρές ενεργειακές ανάγκες, όπως ο κάτοχος ενός διαμερίσματος.

45.
    Δεύτερον, τα στηρίγματα καλωδίων και οι προκατασκευασμένοι ηλεκτρικοί αγωγοί διασφαλίζουν τη στήριξη των ηλεκτρικών καλωδίων σε υπόγεια, τεχνικούς αγωγούς ή ψευδοροφές ενός κτιρίου.

46.
    Τρίτον, οι ηλεκτρικοί εξοπλισμοί που βρίσκονται στα κατάντι του πίνακα τελικής διανομής περιλαμβάνουν έξι κατηγορίες προϊόντων (βλ., ειδικότερα, αιτιολογική σκέψη 302 της Αποφάσεως):

-    τις τελικές απολήξεις των καταναλώσεων που αποτελούν το τερματικό τμήμα της ηλεκτρικής εγκαταστάσεως (πρίζες, διακόπτες, κ.λπ.)·

-    τα συστήματα ελέγχου τα οποία διευθύνουν μια ειδική εφαρμογή, όπως η θέρμανση, σε μια συγκεκριμένη ζώνη ενός κτιρίου·

-    τα συστήματα προστασίας, τα οποία διασφαλίζουν την ασφάλεια των πραγμάτων και των προσώπων (συστήματα συναγερμού, επισήμανση πυρκαγιάς, φωτισμός ασφαλείας, κ.λπ.)·

-    τις συνδέσεις εγκαταστάσεων πληροφορικής για συστήματα επικοινωνίας (συνδέσεις εγκαταστάσεων πληροφορικής, συρτάρια μίξεως, κ.λπ.)·

-    τα υλικά καλωδιώσεως, τα οποία επιτρέπουν την παροχέτευση, τη στερέωση και την καλωδίωση εγκαστάσεων στα κατάντι των πινάκων τελικής διανομής·

-    τις διατάξεις καλωδιώσεως στον χώρο (οδεύσεις, κουτιά εδάφους ή κολωνάκια).

47.
    Η κοινοποιηθείσα πράξη αναπτύσσει επίσης αποτελέσματα για άλλα είδη προϊόντων βιομηχανικής χρήσεως, ειδικότερα για τα βοηθητικά κυκλώματα ελέγχου και σηματοδοτήσεως, που αποκαλούνται επίσης «πίνακες βιομηχανικής σημάνσεως», και τους εξοπλισμούς τροφοδοσίας σε ρεύμα και μετασχηματισμού του ρεύματος.

48.
    Τα μέρη συμφώνησαν να διαιρέσουν τον σχετικό βιομηχανικό τομέα σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα, που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 14 της Αποφάσεως:

Τμήμα Ονομασία Προϊόντα
Τμήμα 1 Γενικοί πίνακες χαμηλής τάσεως Διατάξεις ερμαρίου, διακόπτες ισχύος, ασφάλειες, κ.λπ.
Τμήμα 2 Επιμέρους πίνακες Διατάξεις ερμαρίου, διακόπτες ισχύος, ασφάλειες, κ.λπ.
Τμήμα 3 Στηρίγματα καλωδίων και προκατασκευασμένοι αγωγοί Στηρίγματα καλωδίων και προκατασκευασμένοι αγωγοί
Τμήμα 4 Πίνακες τελικής διανομής Διατάξεις ερμαρίου, διακόπτες ισχύος, ασφάλειες, διακόπτες και διαφορικοί διακόπτες, κ.λπ.
Τμήμα 5A Ηλεκτρικοί εξοπλισμοί στα κατάντι του πίνακα τελικής διανομής Τελικές απολήξεις των καταναλώσεων

Συστήματα ελέγχου

Συστήματα ασφαλείας και προστασίας

Διατάξεις για συστήματα δικτύων επικοινωνίας

Τμήμα 5B Εξαρτήματα κατανεμημένης εγκαταστάσεως Κουτιά διακλαδώσεως και υλικό καλωδιώσεως στα κατάντι του πίνακα τελικής διανομής και στα ανάντι της εγκαταστάσεως
Τμήμα 5Γ Καλωδιώσεις στον χώρο Κουτιά δαπέδου, εντοιχισμένες οδεύσεις, κολωνάκια, κ.λπ.
Εξαρτήματα για βιομηχανικές εγκαταστάσεις Μετασχηματιστές και εξαρτήματα τροφοδοσίας

Βοηθητικά κυκλώματα ελέγχου και παρακολουθήσεως

Εξοπλισμοί που προορίζονται να εξασφαλίζουν την τροφοδοσία σε εναλλασσόμενο ηλεκτρικό ρεύμα ή σε συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα των βιομηχανικών εξοπλισμών

Συσκευές συνδέσεως που προορίζονται να εξασφαλίζουν τη διαβίβαση εντολών σε βιομηχανικό εξοπλισμό

49.
    .ξι χωριστοί παράγοντες παρεμβαίνουν στην προσφορά και τη ζήτηση των σχετικών εξοπλισμών.

50.
    Οι κατασκευαστές, όπως οι Schneider και Legrand, είναι βιομηχανικοί όμιλοι οι οποίοι παράγουν τους ηλεκτρικούς εξοπλισμούς για τους οποίους γίνεται λόγος.

51.
    Οι χονδρέμποροι είναι οι εγγύτεροι διανομείς οι οποίοι αγοράζουν από τους κατασκευαστές και προσφέρουν την γκάμα των αναγκαίων υλικών στους εγκαταστάτες και στους κατασκευαστές πινάκων για την πραγματοποίηση μιας ηλεκτρικής εγκαταστάσεως.

52.
    Οι κατασκευαστές πινάκων είναι επαγγελματίες οι οποίοι συναρμολογούν τα διάφορα στοιχεία ενός πίνακα διανομής ηλεκτρισμού σε ένα κτίριο. Στην πράξη, ασκούν τέσσερα καθήκοντα, ήτοι:

-    τη μελέτη και την προσαρμογή του πίνακα στις ειδικές ανάγκες κάθε εγκαταστάσεως·

-    την προμήθεια και τη συναρμολόγηση των συστατικών μερών του πίνακα (διατάξεις ερμαρίου, διακόπτες ισχύος, ασφάλειες, κ.λπ.)·

-    την καλωδίωση του πίνακα·

-    τον έλεγχο της καλής λειτουργίας του συνόλου.

53.
    Οι κατασκευαστές πινάκων προμηθεύουν εν συνεχεία τα έτοιμα προς χρήση ερμάρια στον εγκαταστάτη ο οποίος τα τοποθετεί στον τελικό καταναλωτή. Στην πράξη, οι κατασκευαστές πινάκων παρεμβαίνουν κυρίως στους γενικούς πίνακες και στους επιμέρους πίνακες. Οι πίνακες τελικής διανομής γενικά προσαρμόζονται και συναρμολογούνται απευθείας από τους εγκαταστάτες.

54.
    Οι εγκαταστάτες είναι επαγγελματίες οι οποίοι τοποθετούν τα ηλεκτρικά υλικά χαμηλής τάσεως στον τελικό πελάτη.

55.
    Οι κύριοι του έργου είναι οι αρχιτέκτονες, τα γραφεία μελετών, οι κατασκευαστικές εταιρίες και οι εταιρίες δημοσίων έργων ή οι κατασκευαστές κτιριακών συγκροτημάτων που έχουν την ευθύνη των κτιρίων στα οποία θα εγκατασταθούν τα ηλεκτρικά υλικά.

56.
    Οι τελικοί καταναλωτές είναι τα πρόσωπα ή οι επιχειρήσεις, κύριοι του κτιρίου στο οποίο εγκαθίσταται το ηλεκτρικό υλικό. Σύμφωνα με την παραδοσιακή διαίρεση, οι τελικοί καταναλωτές μπορούν να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους βιομηχάνους, αφενός, και τις επιχειρήσεις κατασκευής κτιρίων, αφετέρου. Ενίοτε, ο ίδιος ο τομέας κατασκευής κτιρίων υποδιαιρείται σε εταιρίες κατασκευής γραφείων και κατοικιών.

57.
    Η Επιτροπή έκρινε, στην αιτιολογική σκέψη 782 της Αποφάσεως, ότι η σχεδιαζόμενη πράξη θα δημιουργούσε δεσπόζουσα θέση που θα είχε ως συνέπεια ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός να παρεμποδίζεται σημαντικά στις εξής αγορές:

-    τις ιταλικές αγορές που αφορούν τους διακόποτες ισχύος με μορφοποιημένο κιβώτιο, τους αυτόματους μικροδιακόπτες και τα ηλεκτρικά ερμάρια που προορίζονται για τους επιμέρους πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος·

-    τις δανικές, ισπανικές, ιταλικές και πορτογαλικές αγορές που αφορούν τους αυτόματους μικροδιακόπτες, τους διαφορικούς διακόπτες και τα κουτιά που προορίζονται για τους πίνακες τελικής διανομής ηλεκτρικού ρεύματος·

-    τις γαλλικές και πορτογαλικές αγορές που αφορούν τους διακόπτες ισχύος·

-    την αγορά στηριγμάτων για καλώδια στο Ηνωμένο Βασίλειο·

-    την ελληνική αγορά που αφορά τις πρίζες και τους διακόπτες·

-    την ισπανική αγορά που αφορά τους διακόπτες «compact»·

-    τη γαλλική αγορά υλικών στηρίξεως και παροχετεύσεως·

-    τη γαλλική αγορά προϊόντων μετασχηματισμού της ηλεκτρικής ενέργειας·

-    τη γαλλική αγορά βοηθητικών κυκλωμάτων ελέγχου και σημάνσεως.

58.
    Η Επιτροπή έκρινε επίσης, στην αιτιολογική σκέψη 783 της Αποφάσεως, ότι η σχεδιαζόμενη πράξη θα ενίσχυε δεσπόζουσα θέση η οποία θα είχε ως συνέπεια ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός να παρεμποδίζεται σημαντικά στις εξής αγορές:

-    τις γαλλικές αγορές που αφορούν τους διακόποτες ισχύος με μορφοποιημένο κιβώτιο, τους αυτόματους μικροδιακόπτες και τα ερμάρια που προορίζονται για τους επιμέρους πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος·

-    τις γαλλικές αγορές που αφορούν τους αυτόματους μικροδιακόπτες, τους διαφορικούς διακόπτες και τα κουτιά που προορίζονται για τους πίνακες τελικής διανομής ηλεκτρικού ρεύματος·

-    τη γαλλική αγορά που αφορά τις πρίζες και τους διακόπτες·

-    τη γαλλική αγορά που αφορά τους διακόπτες «compact»·

-    τη γαλλική αγορά συστημάτων φωτισμού ασφαλείας ή αυτόνομων συσκευών φωτισμού και ασφαλείας.

59.
    Η Επιτροπή δέχθηκε τελικά ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότεινε η Schneider δεν επέτρεπαν να επιλυθούν τα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπιστώθηκαν με την Απόφαση.

60.
    Η Schneider υπέβαλε στην Επιτροπή δεύτερη έκθεση, καταρτισθείσα από το γραφείο NERA τον Δεκέμβριο του 2001 (στο εξής: δεύτερη έκθεση NERA), σχετικά με την ελαστικότητα της ζητήσεως των διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, την προσήλωση των εγκαταστατών στα επώνυμα προϊόντα, τη δομή της διανομής στην Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Δανία, τα χαρακτηριστικά των πραγματοποιουμένων από τις ΑΒΒ και Siemens συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες και, τέλος, τον ορισμό της αγοράς στον τομέα των ηλεκτρικών πινάκων που πρέπει να ληφθεί υπόψη.

Διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου

61.
    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 13 Δεκεμβρίου 2001, η Schneider άσκησε προσφυγή ακυρώσεως κατά της Αποφάσεως.

62.
    Με χωριστό δικόγραφο, η Schneider υπέβαλε αίτημα με το οποίο ζητούσε από το Πρωτοδικείο να αποφανθεί επί της προσφυγής κατά την ταχεία διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 76α του Κανονισμού Διαδικασίας.

63.
    Στις 23 Ιανουαρίου 2002, το Πρωτοδικείο απέρριψε το αίτημα αυτό ενόψει της φύσεως του φακέλου και, ειδικότερα, του όγκου του εισαγωγικού δικογράφου και των συνημμένων εγγράφων.

64.
    Στις 5 Απριλίου 2002, πραγματοποιήθηκε άτυπη συνάντηση ενώπιον του προέδρου του πρώτου τμήματος και του εισηγητή δικαστή με τους εκπροσώπους των διαδίκων.

65.
    Στις 3 Μα.ου 2002, το Πρωτοδικείο (πρώτο τμήμα) αποφάσισε, αφού άκουσε την Επιτροπή, να δεχθεί το αίτημα της Schneider που απέβλεπε στην εκδίκαση της υποθέσεως κατά την ταχεία διαδικασία, αφού έλαβε υπόψη ότι ο διάδικος αυτός επιβεβαίωσε ότι εμμένει στο περιληπτικό δικόγραφο το οποίο διαβιβάστηκε στις 12 Απριλίου 2002.

66.
    Με διάταξη της 6ης Μα.ου 2002, επετράπη στη Γαλλική Δημοκρατία να παρέμβει προς στήριξη των αιτημάτων της Schneider.

67.
    Στις 16 Μα.ου 2002, η Επιτροπή υπέβαλε νέα διατύπωση του υπομνήματός της αντικρούσεως, το οποίο είχε κατατεθεί προηγουμένως, προσαρμοσμένο στο περιληπτικό κείμενο του δικογράφου.

68.
    Με διάταξη της 7ης Ιουνίου 2002, επετράπη στο Comité d'entreprise de la SA Legrand και στο Comité européen du groupe Legrand να παρέμβουν στη διαφορά προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής.

69.
    Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Πρωτοδικείο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και υπέβαλε ερωτήσεις στους διαδίκους, σύμφωνα με τα μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 64 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου. Οι διάδικοι ανταποκρίθηκαν στις αιτήσεις αυτές.

70.
    Οι διάδικοι αγόρευσαν και ανέπτυξαν τις απαντήσεις τους στις ερωτήσεις του Πρωτοδικείου κατά τη συνεδρίαση που διεξήχθη στις 10 Ιουλίου 2002.

Αιτήματα των διαδίκων

71.
    Η Schneider, υποστηριζόμενη από τη Γαλλική Δημοκρατία, ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    κυρίως, δεχόμενο τον πρώτο λόγο, να ακυρώσει την Απόφαση και να αναγνωρίσει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, το άρθρο 10, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89 δεν έχει εφαρμογή·

-    επικουρικώς, να ακυρώσει την Απόφαση·

-    καθόσον παρίσταται ανάγκη, να επιφυλάξει στην προσφεύγουσα το δικαίωμα να ζητήσει τη λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας ή αποδείξεως που χρειάζεται για τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών και την ανάλυση της επίδικης πράξεως συγκεντρώσεως·

-    να καταδικάσει την Επιτροπή σε όλα τα δικαστικά έξοδα.

72.
    Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από το Comité d'entreprise de la SA Legrand και το Comité européen du groupe Legrand, ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να απορρίψει την προσφυγή·

-    να καταδικάσει τη Schneider στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

73.
    Η επιχειρηματολογία που ανέπτυξε η Schneider προς στήριξη της προσφυγής της διαρθώνεται σε διάφορους λόγους οι οποίοι, προς ευχέρεια παρουσιάσεώς τους, πρέπει να θεωρηθούν ως αντληθέντες, αντιστοίχως, από διαδικαστική πλημμέλεια ενόψει του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, προφανή σφάλματα που διέπραξε η Επιτροπή κατά την εκτίμησή της, αφενός, της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως και, αφετέρου, της αναλήψεως υποχρεώσεων που υπέβαλε η Schneider προκειμένου να καταστήσει την πράξη συμβατή με την κοινή αγορά, καθώς και από την προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας.

Διαδικαστική πλημμέλεια

Επί του πρώτου λόγου, που αντλείται από την παράβαση του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89

- Επιχειρήματα των διαδίκων

74.
    Στο πλαίσιο του λόγου αυτού, τον οποίο η Schneider προβάλλει κυρίως, παρατηρεί ότι, βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, η Επιτροπή διέθετε προθεσμία τεσσάρων μηνών που υπολογίζεται από τις 30 Μαρτίου 2001, ημερομηνία κατά την οποία κινήθηκε η δεύτερη φάση της διαδικασίας, για να διαπιστώσει το ασυμβίβαστο της πράξεως συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά.

75.
    Η επιτακτική αυτή προθεσμία έληξε στις 10 Αυγούστου 2001, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του κανονισμού 447/98 για τον υπολογισμό των προθεσμιών, δηλαδή πριν την έκδοση της Αποφάσεως από την Επιτροπή στις 10 Οκτωβρίου 2001.

76.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η επίδικη πράξη συγκεντρώσεως πρέπει να θεωρείται ότι κηρύχθηκε συμβατή με την κοινή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 6, του κανονισμού 4064/89.

77.
    Ωστόσο, η Επιτροπή επικαλείται την κατ' εξαίρεση αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών που προβλέπει το άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89, όταν περιστάσεις για τις οποίες ευθύνεται μία από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις υποχρεώνουν την Επιτροπή να ζητήσει πληροφορίες με απόφαση, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89.

78.
    Με την από 27 Απριλίου 2001 απόφαση που απευθύνθηκε στη Schneider (βλ. σκέψη 22 ανωτέρω), αυτή διατάχθηκε όντως να παράσχει στην Επιτροπή σειρά πληροφοριών που η τελευταία, με έγγραφο της 6ης Απριλίου 2001, είχε ήδη ζητήσει για τις 18 Απριλίου 2001. Ωστόσο, οι πολύ αυστηρές προϋποθέσεις από τις οποίες το άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89 εξαρτά την αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών δεν συνέτρεχαν.

79.
    Αυτή η αναστολή είναι εξαιρετική και δεν απορρέει υποχρεωτικά από οποιαδήποτε απόφαση παροχής πληροφοριών. Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή υποχρεώθηκε να εκδώσει μια τέτοια απόφαση όχι λόγω των περιστάσεων που καταλογίζονται στις συμμετέχουσες στην κοινοποιηθείσα πράξη επιχειρήσεις, αλλά λόγω του καθορισμού, με το έγγραφο παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001, προθεσμίας πέντε εργασίμων ημερών προκειμένου οι επιχειρήσεις να απαντήσουν σε 322 ερωτήσεις. Οι ερωτήσεις αυτές συνεπάγονταν συλλογή πλέον των 300 000 στοιχείων, των οποίων η μεταγενέστερη χρήση κατά την εκτίμηση της πράξεως έπρεπε να αποδειχθεί.

80.
    .τσι, η ίδια η Επιτροπή δημιούργησε μια περίσταση την οποία χρησιμοποίησε αργότερα για να δικαιολογήσει την έκδοση αποφάσεως περί παροχής πληροφοριών, αποφάσεως η οποία είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα.

81.
    Η Schneider παρατηρεί ότι η Απόφαση, με την αιτιολογική σκέψη 8, στηρίζει την αναστολή της προθεσμίας στο άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89, ενώ η απόφαση περί παροχής πληροφοριών της 27ης Απριλίου 2001 στηρίζεται, συναφώς, στο άρθρο 9 του κανονισμού 447/98.

82.
    Η Επιτροπή δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών παρατηρώντας ότι το άρθρο 9 του κανονισμού 447/98 δεν μνημονεύει, αντίθετα προς το άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89, τον κατ' εξαίρεση χαρακτήρα της αναστολής και την ανάγκη να αποδειχθεί η ύπαρξη περιστάσεων που καταλογίζονται σε μία από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις. Ο κανονισμός 447/98 δεν μπορεί να παρεκκλίνει από τις διατάξεις του βασικού κανονισμού 4064/89, του οποίου διασφαλίζει την εκτέλεση.

83.
    Το γεγονός ότι η Schneider δεν άσκησε απευθείας προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως περί παροχής πληροφοριών της 27ης Απριλίου 2001 δεν επηρεάζει το παραδεκτό του παρόντος λόγου. Η αναστολή της μέγιστης προθεσμίας των τεσσάρων μηνών συνιστά πράξη χωρίς ειδικό ουσιαστικό περιεχόμενο που να θίγει τα δικαιώματα των επιχειρήσεων. Η ανάλυση αυτή δεν μεταβάλλεται από το ότι, στο ίδιο το σώμα της αποφάσεως της 27ης Απριλίου 2001, αναφέρεται ότι μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής. Το διατακτικό της δεν αναφέρει την αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών και η Schneider δεν μπορούσε, εν πάση περιπτώσει, να δικαιολογήσει επαρκές συμφέρον για να ζητήσει την ακύρωση της αποφάσεως αυτής.

84.
    Εφόσον γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος, η Schneider ζητεί επιπλέον από το Πρωτοδικείο να αναγνωρίσει, βάσει του άρθρου 241 ΕΚ, τη μη εφαρμογή του άρθρου 10, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, κατά το οποίο οι προθεσμίες που ορίζονται στον κανονισμό αυτό ισχύουν εκ νέου από την ημέρα δημοσιεύσεως της αποφάσεως που ακυρώνει απόφαση της Επιτροπής. Η εκ νέου ισχύς των προθεσμιών, σε υπόθεση όπου η απόφαση περί συμβατού θεωρείται κεκτημένη, ισοδυναμεί όχι με επιβολή κυρώσεως, αλλά με νομιμοποίηση της διαπραχθείσας παρανομίας, εφόσον συνέπεται ότι η Επιτροπή διαθέτει ανανεωθείσα προθεσμία για να αποφανθεί εκ νέου.

85.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει το προφανές απαράδεκτο του λόγου που αντλείται από την έλλειψη νομιμότητας της αποφάσεως της 27ης Απριλίου 2001, εφόσον δεν ασκήθηκε προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής εντός της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής (απόφαση του Δικαστηρίου της 30ής Ιανουαρίου 1997, C-178/95, Wiljo, Συλλογή 1997, σ. Ι-585, σκέψη 19).

86.
    Συγκεκριμένα, η απόφαση περί παροχής πληροφοριών της 27ης Απριλίου 2001, εκδοθείσα βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, αποτελεί πράξη που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως. Εξάλλου, η Schneider είχε γεγενημένο και ενεστώς έννομο συμφέρον να ζητήσει απευθείας την ακύρωση της αποφάσεως αυτής.

87.
    Εν πάση περιπτώσει, ο λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος: η ίδια αυτή απόφαση είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του κανονισμού 4064/89 και του κανονισμού 447/98. Ειδικότερα, οι αιτηθείσες πληροφορίες ήσαν αναγκαίες για την έρευνα και η Επιτροπή όντως υποχρεώθηκε να εκδώσει την απόφαση αυτή λόγω καθυστερήσεως που καταλογίζεται στις κοινοποιούσες επιχειρήσεις.

88.
    Ο εύλογος χαρακτήρας μιας προθεσμίας πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τις περιστάσεις που χαρακτηρίζουν κάθε υπόθεση (απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Οκτωβρίου 1997, Τ-213/95 και Τ-18/96, SCK και FNK κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. ΙΙ-1739) και η Επιτροπή υποχρεούται να τηρεί αυστηρές προθεσμίες.

89.
    Το έγγραφο της αιτήσεως παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001 αποτελούσε απλώς τη λογική συνέχεια των διαφόρων ερωτημάτων που διατύπωσε η Επιτροπή από την αρχή της διαδικασίας, στα οποία μια επιχείρηση όπως η Schneider έπρεπε να απαντήσει με κάθε επιμέλεια που απαιτείται από έναν κανονικά πληροφορημένο επιχειρηματία.

90.
    Δεν υπάρχει καμία διαφορά, όσον αφορά τα αποτελέσματα των αποφάσεων περί παροχής πληροφοριών κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, μεταξύ του άρθρου 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89 και του άρθρου 9 του κανονισμού 447/98. Είναι δυνατό να γίνεται αναφορά στη μία ή την άλλη από τις δύο αυτές διατάξεις.

91.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, στερείται συνεπειών το γεγονός ότι, προκειμένου να αιτιολογήσει την αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών, η απόφαση της 27ης Απριλίου 2001 δέχεται ως νομική βάση, με τη δεύτερη αιτιολογική της σκέψη, το άρθρο 9 του κανονισμού 447/98 και η Απόφαση, στην όγδοη αιτιολογική της σκέψη, το άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89.

92.
    Εξάλλου, η Επιτροπή θεωρεί πρόωρη και, κατά συνέπεια, απαράδεκτη την ένσταση ελλείψεως νομιμότητας που προβλήθηκε κατά του άρθρου 10, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, κατά το οποίο οι προθεσμίες που καθορίζει ο κανονισμός αυτός εφαρμόζονται εκ νέου από την ημέρα δημοσιεύσεως της ακυρωτικής αποφάσεως.

93.
    Εν πάση περιπτώσει, είναι λογικό, αν όχι απαραίτητο, ο κανονισμός 4064/89 να περιλαμβάνει διάταξη προβλέπουσα τα αποτελέσματα που αναπτύσσει επί των προθεσμιών η δικαστική ακύρωση μιας αποφάσεως η οποία βασίζεται σ' αυτόν τον κανονισμό.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

94.
    Η βαλλόμενη αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών που τάσσεται στην Επιτροπή για να αποφασίσει αφορά την περίοδο που περιλαμβάνεται μεταξύ 19 Απριλίου 2001, επομένη της προθεσμίας που ορίστηκε με την αίτηση παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001 της Επιτροπής, και 25 Ιουνίου 2001, ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή φρονεί ότι έλαβε όλες τις αιτηθείσες πληροφορίες.

95.
    Δεν αμφισβητείται ότι, αν η αναστολή της προθεσμίας έπρεπε να θεωρηθεί νόμιμη, η Απόφαση, εκδοθείσα στις 10 Οκτωβρίου 2001, θα είχε εκδοθεί, λαμβάνοντας υπόψη τον υπολογισμό των εργασίμων ημερών, εντός της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών που υπολογίζεται από τις 30 Μαρτίου 2001, ημερομηνία κινήσεως της διαδικασίας· αντιθέτως, διαπίστωση της ελλείψεως νομιμότητας της αναστολής θα επέβαλλε να θεωρηθεί ότι η Επιτροπή δεν έλαβε την απόφαση βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 3, εντός της προθεσμίας που επιβάλλει ο κανονισμός.

96.
    Μια τέτοια αναστολή, η οποία είναι εξαιρετική κατά τον κανονισμό 4064/89, προϋποθέτει ότι η Επιτροπή υποχρεώθηκε να ζητήσει πληροφορίες με απόφαση, λόγω περιστάσεων για τις οποίες ευθύνεται μία από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις.

97.
    Συναφώς, η Επιτροπή παρατήρησε, στην έβδομη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως της 27ης Απριλίου 2001, ότι οι πληροφορίες που ζητήθηκαν με το από 6 Απριλίου 2001 έγγραφό της ήσαν αναγκαίες, κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 4064/89, προκειμένου να εξεταστεί αν η προταθείσα συναλλαγή συμβιβαζόταν με την κοινή αγορά και, ειδικότερα, για να προσδιοριστεί η θέση των κοινοποιούντων μερών στις διάφορες τομεακές αγορές που αφορούσε η συγκέντρωση.

98.
    Η Schneider δεν αμφισβητεί σοβαρά την αναγκαιότητα των στοιχείων αυτών, καθόσον περιορίζεται να υποστηρίξει ότι η μεταγενέστερη χρήση τους στην εκτίμηση της κοινοποιηθείσας πράξεως συγκεντρώσεως απομένει να αποδειχθεί.

99.
    Δεν αμφισβητείται εξάλλου ότι οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις δεν τήρησαν την προθεσμία προς απάντηση, καθορισθείσα στις 18 Απριλίου 2001 με το από 6 Απριλίου 2001 έγγραφο. .πως προκύπτει από την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως περί παροχής πληροφοριών της 27ης Απριλίου 2001, οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις πληροφόρησαν την Επιτροπή, με έγγραφο της 25ης Απριλίου 2001, ότι δεν ήσαν σε θέση να τηρήσουν αυτή την προθεσμία απαντήσεως.

100.
    Ενόψει των εν προκειμένω περιστάσεων (βλ., ειδικότερα, σκέψεις 15 έως 18 ανωτέρω) και την επιταγή ταχύτητας που χαρακτηρίζει τη γενική οικονομία του κανονισμού 4064/89, το Πρωτοδικείο θεωρεί εύλογη, παρά τον μεγάλο αριθμό των υποβληθέντων ερωτημάτων, την προθεσμία απαντήσεως που ορίστηκε με το έγγραφο της 6ης Απριλίου 2001, η οποία έληγε στις 18 Απριλίου 2001.

101.
    Το έγγραφο της αιτήσεως περί παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001 αποτελούσε συνέχεια σειράς επαφών και συνομιλιών των κοινοποιουσών επιχειρήσεων με την Επιτροπή που είχε αρχίσει από τις 8 Δεκεμβρίου 2000. Κατά την περίοδο αυτή, οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις είχαν ήδη την ευκαιρία να απαντήσουν σε πολλές άτυπες αιτήσεις παροχής πληροφοριών.

102.
    Ενόψει της φύσεώς τους, οι πληροφορίες που είχαν ζητηθεί με το έγγραφο της 6ης Απριλίου 2001, οι οποίες εντάσσονταν στη γραμμή των πληροφοριών που είχαν ήδη παρασχεθεί κατά την ανεπίσημη φάση της έρευνας, έπρεπε επομένως να ήσαν κανονικά διαθέσιμες σε σύντομο χρονικό διάστημα από μια εταιρία του μεγέθους της Schneider.

103.
    .λλωστε, οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις δεν αμφισβήτησαν ευθύς εξ αρχής το μέγεθος των πληροφοριών που είχαν ζητηθεί με το έγγραφο περί παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001, αφού δεν αντέδρασαν παρά μόνο με το προαναφερθέν έγγραφο της 23ης Απριλίου 2001.

104.
    Επομένως, δεν προκύπτει ότι η Επιτροπή κακώς διέταξε, στις 27 Απριλίου 2001, τις κοινοποιούσες επιχειρήσεις να της παράσχουν τις αιτηθείσες πληροφορίες, με απόφαση εκδοθείσα βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89.

105.
    Το γεγονός ότι οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις πρότειναν, στις 23 Απριλίου 2001, ήτοι πέντε ημέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας απαντήσεως που τάχθηκε με το έγγραφο περί παροχής πληροφοριών της 6ης Απριλίου 2001, να παραταθεί η προθεσμία έως τις 29 Απριλίου 2001 δεν είναι ικανό να μεταβάλει το συμπέρασμα αυτό.

106.
    Σε μια τέτοια περίσταση, η προθεσμία των τεσσάρων μηνών του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89 «αναστέλλεται κατ' εξαίρεση», σύμφωνα με τους επιτακτικούς όρους της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού. Η χρήση του όρου «κατ' εξαίρεση» δεν εμποδίζει, όταν η απόφαση περί παροχής πληροφοριών απευθύνεται κανονικά από την Επιτροπή στην κοινοποιούσα επιχείρηση, η απόφαση αυτή να έχει αυτομάτως ως αποτέλεσμα την αναστολή της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία η παράλειψη παροχής των αναγκαίων πληροφοριών διαπιστώθηκε και έως την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται τέρμα στην παράλειψη αυτή.

107.
    Συναφώς, καμία αντίφαση δεν μπορεί να διαπιστωθεί μεταξύ των χρησιμοποιούμενων όρων, αντιστοίχως, στο άρθρο 10, παράγραφος 4, του κανονισμού 4064/89 και στο άρθρο 9 του κανονισμού 447/98.

108.
    Η Επιτροπή νομίμως διευκρίνισε, στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως της 27ης Απριλίου 2001:

«Selon l'article 9 du règlement n° 447/98, les délais fixés à l'article 10, paragraphes 1 et 3 du règlement n° 4064/89 sont suspendus lorsque la Commission adopte une décision au titre de l'article 11, paragraphe 5, dudit règlement, pendant la période comprise entre la fin du délai fixé dans la demande de renseignements et la réception des renseignements complets et exacts requis par cette décision».

(«Κατά το άρθρο 9 του κανονισμού 447/98, οι προθεσμίες που καθορίζει το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 4064/89 αναστέλλονται όταν η Επιτροπή εκδίδει απόφαση βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 5, του εν λόγω κανονισμού, κατά την περίοδο που περιλαμβάνεται μεταξύ του τέλους της προθεσμίας που καθορίστηκε με την αίτηση παροχής πληροφοριών και της παραλαβής πλήρων και ακριβών πληροφοριών που απαιτεί η απόφαση αυτή»).

109.
    Το επιχείρημα που αντλείται από το ότι γίνεται έτσι κατά παρέκκλιση και παράνομη εφαρμογή του βασικού κανόνα που περιλαμβάνεται στον κανονισμό 4064/89 δεν είναι πειστικό. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας που αποδίδει ο κανονισμός αυτός στην αναστολή της προθεσμίας αναφέρεται στην επέλευση προϋποθέσεων οι οποίες επιτρέπουν την έκδοση αποφάσεως περί παροχής πληροφοριών και όχι στις συνέπειες που πρέπει να αντλούνται από μια τέτοια απόφαση. .μως, όπως προκύπτει από τα προηγουμένως αναπτυχθέντα, η Schneider δεν απέδειξε την έλλειψη νομιμότητας της αποφάσεως αυτής.

110.
    Δεδομένου ότι η Επιτροπή νομίμως εξέδωσε την απόφαση της 27ης Απριλίου 2001, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την αναστολή της τετράμηνης προθεσμίας που είχε η Επιτροπή προκειμένου να αποφανθεί επί του συμβιβαστού της κοινοποιηθείσας πράξεως, η Απόφαση δεν φέρει γι' αυτόν τον λόγο το στίγμα της ελλείψεως νομιμότητας.

111.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, ο πρώτος λόγος πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να χρειάζεται να κριθεί το παραδεκτό του, καθόσον με αυτόν προβάλλεται, παρεμπιπτόντως, το παράνομο της αποφάσεως της 27ης Απριλίου 2001.

112.
    .σον αφορά την ένσταση ελλείψεως νομιμότητας που στρέφεται κατά του άρθρου 10, παράγραφος 5, του κανονισμού 4064/89, καθόσον αυτό επιβάλλει την εκ νέου ισχύ των προθεσμιών μετά την ακύρωση της αποφάσεως περί ασυμβιβάστου, αυτή προβλήθηκε μόνο για την περίπτωση που το Πρωτοδικείο θα εδέχετο τον λόγο που αντλήθηκε από την παράνομη αναστολή της τετράμηνης προθεσμίας. Επομένως, δεν χρειάζεται να κριθεί το ζήτημα αυτό.

113.
    Εξάλλου, ακόμη και αν ο λόγος ακυρώσεως γινόταν δεκτός, αυτή η ένσταση ελλείψεως νομιμότητας έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη, εφόσον η Επιτροπή δεν εξέδωσε στο στάδιο αυτό, κατά της Schneider, καμία απόφαση στηριζόμενη στη διάταξη της οποίας προβάλλεται παρεμπιπτόντως η έλλειψη νομιμότητας (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Οκτωβρίου 2000, C-432/98 P και C-433/98 P, Συμβούλιο κατά Chvatal κ.λπ., Συλλογή 2000, σ. Ι-8535, σκέψη 33).

Λόγοι με τους οποίους επικρίνεται η εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως συγκεντρώσεως

114.
    Επικουρικώς, η Schneider επικαλείται την έλλειψη αιτιολογίας των αιτιάσεων σχετικά με τη δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως. Εξάλλου, η Απόφαση φέρει το στίγμα προδήλων σφαλμάτων μεθοδολογίας και εκτιμήσεως, παραβιάζει δε τους όρους από τους οποίους το άρθρο 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89 εξαρτά τη διαπίστωση του ασυμβιβάστου μιας συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά. Η Απόφαση πάσχει επίσης λόγω ουσιωδών πλημμελειών που δικαιολογούν την ακύρωσή της.

115.
    Προτού εξεταστούν οι διάφοροι λόγοι που εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή, επιβάλλεται να παρατεθεί η ουσιαστική οικονομική συλλογιστική στην οποία η Επιτροπή στήριξε την ανάλυσή της σχετικά με την επίπτωση της κοινοποιηθείσας πράξεως.

116.
    Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 488 της Αποφάσεως, η εξέταση των κύριων χαρακτηριστικών του ανταγωνισμού όσον αφορά τους πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, που περιλαμβάνεται στο εισαγωγικό μέρος της αναλύσεως της Επιτροπής σχετικά με την επίπτωση της επίδικής συγκεντρώσεως (σημείο V C 1.1 της Αποφάσεως), «s'applique mutatis mutandis aux autres marchés de produits affectés par l'opération notifiée, sous réserve de considérations spécifiques [...] évoquées dans le cadre des sections portant sur les produits en cause» («εφαρμόζεται mutatis mutandis στις άλλες αγορές προϊόντων που επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα πράξη, υπό την επιφύλαξη ειδικών θεωρήσεων [...] που εκτίθενται στο πλαίσιο των τμημάτων που αφορούν τα εν λόγω προϊόντα»).

117.
    Στο πλαίσιο της γενικής αυτής αναλύσεως που εκτίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 489 έως 520, η Επιτροπή υπογραμμίζει τη μικρή ευαισθησία επί των τιμών ζητήσεως στο ηλεκτρικό υλικό χαμηλής τάσεως. Αφενός, η απόφαση για τα οικιστικά προγράμματα ή προγράμματα ανακαινίσεως δεν επηρεάζεται από την τιμή του ηλεκτρικού υλικού, η οποία αποτελεί συχνά μικρό μερίδιο του συνολικού κόστους των έργων. Αφετέρου, το ηλεκτρικό υλικό αντιπροσωπεύει συχνά μόλις το 20 % της αξίας του συνόλου της ηλεκτρικής εγκαταστάσεως, το δε υπόλοιπο 80 % οφείλεται ουσιαστικά στις δαπάνες για εργατικό δυναμικό. Κατά συνέπεια, μια αύξηση στο σύνολο των τιμών του ηλεκτρικού υλικού θα είχε μικρό αποτέλεσμα ή ακόμη κανένα αποτέλεσμα επί της ζητήσεως.

118.
    Η Επιτροπή φρονεί επίσης ότι οι εγκαταστάτες και οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων είναι πάρα πολύ πιστοί στο σήμα του κατασκευαστή τους, τον οποίο πάρα πολύ δύσκολα αποχωρίζονται, έστω και αν χαμηλότερες τιμές τούς προσφέρονται από ανταγωνιστές παραγωγούς.

119.
    Πάντως, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι αυτή η πιστότητα στο σήμα δεν είναι απόλυτη. Εφόσον ένα σήμα εξασφαλίζει την ποιότητα και την άμεση διάθεση του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, δεν είναι εύκολο για τους άλλους κατασκευαστές να κατακτήσουν την πελατεία, έστω και προσφέροντας καλύτερα προϊόντα και/ή μειωμένες τιμές. Αντιθέτως, αν ένα σήμα παύσει να ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις των εγκαταστατών και των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων, τότε αυτό μπορεί γρήγορα να χάσει την εμπιστοσύνη τους και θα είναι δύσκολο να την επανακτήσει.

120.
    Αν το σήμα, λόγω του ότι παραμένει ένας από τους κύριους παράγοντες επιλογής των ηλεκτρολόγων, αποτελεί ισχυρό εμπόδιο στην είσοδο ή τη διαφοροποίηση των κατασκευαστών σε άλλες τομεακές αγορές, το εύρος της γκάμας των προϊόντων αποτελεί, κατά την Επιτροπή, άλλο παράγοντα επιτυχίας για τον κατασκευαστή. Αυτή η βούληση των ενδιαφερομένων να διευρύνουν την προσφορά των προϊόντων τους αντιστοιχεί άλλωστε στην επιθυμία των χονδρεμπόρων να ευνοήσουν τους κατασκευαστές οι οποίοι διαθέτουν ευρεία γκάμα προϊόντων, για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους.

121.
    .μως, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 71, μολονότι δεν παρεμβαίνουν στις πωλήσεις διατάξεων για γενικούς ηλεκτρικούς πίνακες, οι χονδρέμποροι αντιπροσωπεύουν μεταξύ 80 και 90 % των αγορών για τους άλλους τύπους ηλεκτρικού υλικού που αφορά η κοινοποιηθείσα συναλλαγή.

122.
    Εξάλλου, οι κατασκευαστές οι οποίοι διαθέτουν ευρεία γκάμα προϊόντων πλεονεκτούν στο επίπεδο της διανομής λόγω των διαφόρων εκπτώσεων που παρέχουν στους χονδρέμπορους και από τις οποίες οι τελευταίοι αντλούν σημαντικό τμήμα του κύκλου εργασιών τους (βλ. αιτιολογική σκέψη 582). Ειδικότερα, οι αποκαλούμενες εκπτώσεις «ποσότητας» έχουν ως βάση την αξία των πωλήσεων οποιουδήποτε ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως (αιτιολογική σκέψη 587).

123.
    Ως εκ τούτου, έστω και αν τα κριτήρια επιλογής πρέπει προφανώς να ακολουθούν αυτά των πελατών τους (των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών), οι χονδρέμποροι αναζητούν ωστόσο τους προμηθευτές οι οποίοι διαθέτουν την ευρύτερη κατά το δυνατόν γκάμα προϊόντων (αιτιολογική σκέψη 81).

124.
    Η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα καταστεί, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, ένας παράγοντας που δεν θα μπορεί να παρακαμφθεί όσον αφορά τη διανομή, λόγω της ικανότητας της να ενισχύσει τις υφιστάμενες θέσεις, εις βάρος των ανταγωνιστών της, χάρη στη χωρίς προηγούμενο γεωγραφική κάλυψη, τις προνομιούχες σχέσεις της με τους χονδρέμπορους, την άφθαστη γκάμα των προϊόντων της και την ασύγκριτη πληθώρα σημάτων.

125.
    Λαμβάνοντας υπόψη την κατάτμηση της ζητήσεως που προέρχεται από τους κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων και τους εγκαταστάτες, καθώς και την προσήλωσή τους στα πλέον γνωστά σήματα, ο νέος όμιλος θα είναι σε θέση να επιβάλλει αυξήσεις τιμών, χωρίς το αποτέλεσμά τους να εξουδετερώνεται από τις αντίστοιχες απώλειες αγοράς (αιτιολογικές σκέψεις 592 και 688).

126.
    Η Επιτροπή καταλήγει στο ότι τα αποτελέσματα της πράξεως συγκεντρώσεως μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικά στο επίπεδο των τιμών των πινάκων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος (αιτιολογική σκέψη 612), των στηριγμάτων για καλώδια (αιτιολογική σκέψη 641) και των τελικών απολήξεων των καταναλώσεων (αιτιολογική σκέψη 688).

Επί του έκτου λόγου, που αντλείται από τον εσφαλμένο χαρακτήρα της οικονομικής προβληματικής στην οποία στηρίζεται η ανάλυση της επιπτώσεως της συγκεντρώσεως

- Επιχειρήματα των διαδίκων

127.
    Πρώτον, η Schneider ισχυρίζεται ότι, για να καταλήξει στο ότι η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα έχει την ευχέρεια να συμπεριφέρεται ανεξάρτητα από τους άλλους παράγοντες και, κατά συνέπεια, να αυξάνει τις τιμές, η Επιτροπή δέχθηκε το κριτήριο της μικρής ευαισθησίας στις τιμές της γενικής ζητήσεως ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως. .μως, το κριτήριο αυτό δεν ασκεί καμία επιρροή στην εκτίμηση των ανταγωνιστικών δομών σε κάθε μία από τις διάφορες τομεακές αγορές.

128.
    Αντιθέτως, η εκτίμηση θα πρέπει να στηρίζεται στην ελαστικότητα που χαρακτηρίζει την τιμολογιακή προσφορά της επιχειρήσεως. Συναφώς, η δεύτερη έκθεση NERA καταδεικνύει ότι η διαφημιστικές εκστρατείες που πραγματοποιούν οι κατασκευαστές υπέρ ενός προϊόντος συνεπάγονται αύξηση των πωλήσεων, εις βάρος των ανταγωνιστών.

129.
    Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι δέχθηκε, στις σκέψεις 517 έως 519, ότι η συνολική ζήτηση ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως ελάχιστα επηρεάζεται από τις τιμές, ή είναι ανελαστική, διότι προσδιορίζεται ευρέως από εξωγενείς παράγοντες.

130.
    Το σημείο διαφωνίας μεταξύ της Επιτροπής και της Schneider αφορά επομένως την ευαισθησία των τιμών ζητήσεως που απευθύνεται σε κάθε κατασκευαστή. Το ζήτημα αυτό συγχέεται στην πραγματικότητα με εκείνο της προσηλώσεως της ζητήσεως στα επώνυμα προϊόντα των κατασκευαστών.

131.
    Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δύο εκθέσεις NERA δεν καταδεικνύουν ότι οι προωθήσεις προϊόντων επέτρεψαν στους δημιουργούς τους να κατακτήσουν πελάτες από τους ανταγωνιστές τους. Ωστόσο, οι ενέργειες αυτές μπορούν να συμβάλλουν, παρά τον μικρό βαθμό ελαστικότητας της ζητήσεως, στην προώθηση δύο προϊόντων και να διασφαλίσουν την αναγκαία συντήρηση της προσηλώσεως των καταναλωτών στο σήμα.

132.
    Δεύτερον, η Schneider υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν μπορεί, χωρίς αντίφαση, να θεωρεί συγχρόνως, αφενός, ότι η σημαντική προσήλωση των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών στο σήμα είναι παράγων που επιτρέπει στους ανταγωνιστές να αντισταθούν καλύτερα στην κοινοποιηθείσα πράξη και, αφετέρου, ότι αυτή αποτελεί ωστόσο σημαντικό εμπόδιο εισόδου, που πρέπει να ληφθεί υπόψη για τους σκοπούς αναλύσεως των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό αποτελεσμάτων της πράξεως αυτής.

133.
    Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, κατά την αιτιολογική σκέψη 499, ο βαθμός προσηλώσεως στο σήμα δεν έχει συνέπεια στην εκτίμηση της δεσπόζουσας θέσεως και ότι η προσήλωση αυτή δεν είναι απόλυτη, είναι όμως σημαντική. Επομένως, αυτή δεν μπορεί να διασφαλίσει ανυπέρβλητη προστασία υπέρ των υφισταμένων ανταγωνιστών (αιτιολογική σκέψη 494). Πάντως, η συλλογιστική αυτή δεν αναιρείται από - ούτε βρίσκεται σε αντίθεση προς - το γεγονός ότι, έναντι των δυνητικών ανταγωνιστών, η προσήλωση στο σήμα συνιστά εμπόδιο εισόδου.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

134.
    Το Πρωτοδικείο διαπιστώνει, πρώτον, ότι, όπως προκύπτει από την ανάγνωση της δεύτερη εκθέσεως NERA, η Schneider δεν αμφισβητεί τον μικρό βαθμό ελαστικότητας της γενικής ζητήσεως ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως. Η διαφορά μεταξύ των διαδίκων αφορά επομένως την αναγκαιότητα που υπάρχει, κατά τη Schneider, να ληφθεί υπόψη η ενδεχόμενη διασταυρούμενη ελαστικότητα μεταξύ κατασκευαστών, για την εκτίμηση των ανταγωνιστικών δομών των διαφόρων αγορών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

135.
    Από την έκθεση των επιχειρημάτων της Schneider προκύπτει ότι το τελευταίο αυτό ζήτημα συνδέεται στενά με εκείνο της προσηλώσεως των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών στο σήμα. Η δεύτερη έκθεση NERA συνάγει έτσι, στο σημείο 2.1.2. αυτής, από την αύξηση των πωλήσεων προϊόντων κατόπιν διαφημιστικής εκστρατείας ότι οι πελάτες, όπως οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων και οι εγκαταστάτες, επιλέγουν γρήγορα άλλα σήματα σε περίπτωση μεταβολής των τιμών του ηλεκτρικού υλικού.

136.
    .μως, η Schneider δεν αμφισβήτησε την αιτιολογική σκέψη 22 κατά την οποία οι άμεσες αγορές από τους κατασκευαστές είναι αποτέλεσμα των χονδρεμπόρων, των οποίων η μικρή ευαισθησία στις τιμές που παρατήρησε η Επιτροπή, ειδικότερα στην αιτιολογική σκέψη 650, δεν συζητείται.

137.
    Δεν προκύπτει επίσης ότι η Schneider επέκρινε την αιτιολογική σκέψη 70, κατά την οποία μόνον οι μεγάλοι βιομηχανικοί πελάτες ή οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων με μεγάλο κύκλο εργασιών, που δραστηριοποιούνται στο τμήμα των γενικών ηλεκτρικών πινάκων, από τους οποίους απουσιάζουν οι χονδρέμποροι, μπορούν να ενδιαφέρονται να αγοράσουν τα προϊόντα τους απευθείας από τους κατασκευαστές.

138.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, έστω και αν υποτεθεί ότι πραγματοποιείται εις βάρος των ανταγωνιστών, η αύξηση των πωλήσεων προϊόντων κατόπιν διαφημιστικής εκστρατείας από ορισμένους κατασκευαστές δεν φαίνεται, καθεαυτή, ικανή να θέσει υπό αμφισβήτηση τη σημαντική προσήλωση των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών στο σήμα, όπως δέχθηκε η Επιτροπή.

139.
    Πράγματι, δεν απαγορεύεται να θεωρηθεί ότι η πρόοδος των πωλήσεων των προϊόντων κατόπιν εκστρατείας προωθήσεως εκ μέρους των κατασκευαστών μπορεί να καταλογιστεί στους χονδρέμπορους.

140.
    Επομένως, δεν χρειάζεται να συναχθεί από την αύξηση των πωλήσεων προϊόντων κατόπιν εκστρατείας προωθήσεως μια τάση των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών να επιλέγουν γρήγορα άλλα σήματα, ούτε, κατά συνέπεια, η μεγάλη διασταυρούμενη ελαστικότητα της ζητήσεως που προέρχεται από αυτούς τους επιχειρηματίες.

141.
    Η σημαντική προσήλωση των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών έναντι των σημάτων των κατασκευαστών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, όπως αυτή υιοθετήθηκε από την Επιτροπή, μπορεί επομένως να γίνει δεκτή.

142.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η Schneider δεν απέδειξε ότι κακώς η Επιτροπή υιοθέτησε, για την εκτίμηση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως, το κριτήριο της ευαισθησίας των τιμών στη γενική ζήτηση ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, αντί να στηριχθεί στη διασταυρούμενη ελαστικότητα, μη αποδειχθείσα, της ζητήσεως που προέρχεται από τους κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων και τους εγκαταστάτες.

143.
    Το Πρωτοδικείο δέχεται, δεύτερον, ότι, λόγω του σημαντικού χαρακτήρα που πρέπει να αναγνωριστεί στην προσήλωση των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων και των εγκαταστατών, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ότι η διείσδυση σε μια εθνική τομεακή αγορά μπορεί να αποδειχθεί δυσχερής για ένα νέο ανταγωνιστή.

144.
    .μως, δεν απαγορεύεται ωστόσο να γίνει δεκτό ότι αυτή η προσήλωση μπορεί επίσης να συνιστά, έναντι ενός κατασκευαστή που ασκεί ήδη δραστηριότητα στη συγκεκριμένη αγορά, παράγοντα που του επιτρέπει να αντισταθεί καλύτερα στα αποτελέσματα της επίδικης πράξεως συγκεντρώσεως.

145.
    Επομένως, δεν προκύπτει ότι η Επιτροπή προέβη σε αντιφατική εκτίμηση της προσηλώσεως των ηλεκτροτεχνικών σε συγκεκριμένο σήμα.

146.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

Επί του τρίτου λόγου, που αντλείται από την υπερεκτίμηση της θέσεως της οντότητας που προκύπτει από τη συγχώνευση

- Επιχειρήματα των διαδίκων

147.
    Η Schneider υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή προέβη σε οριοθέτηση ανά χώρα των διαφόρων αγορών προϊόντων στα οποία αναφέρεται η κοινοποιηθείσα πράξη, ενώ οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις είχαν αντιθέτως υποστηρίξει κατά τη διοικητική διαδικασία ότι ορισμένες τομεακές αγορές είχαν ευρωπαϊκή διάσταση.

148.
    Χωρίς να επανέρχεται στην οριοθέτηση αυτή, η Schneider προσάπτει στην Επιτροπή ότι προέβη, στο σημείο V C της Αποφάσεως, σε συνολική ανάλυση σε ευρωπαϊκό επίπεδο της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως, αντί να προβεί σε ανά χώρα ανάλυση με βάση την οριοθέτηση των αγορών προϊόντων που έγινε δεκτή στο σημείο V B της Αποφάσεως.

149.
    Αυτή η συνολική ανάλυση οδήγησε την Επιτροπή στο να χαρακτηρίσει τη νέα οντότητα ως «κατέχουσα ηγετική θέση στην Ευρώπη» και να καταλήξει ότι θα διαθέτει σειρά ουσιωδών πλεονεκτημάτων σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, ειδικότερα, την έκταση της γεωγραφικής της καλύψεως, τις σχέσεις της με τους χονδρεμπόρους, την ευρύτητα της γκάμας των προϊόντων της και την πληθώρα των σημάτων της.

150.
    Πάντως, η Επιτροπή δεν μπορεί να προσάπτει στη μελλοντική οντότητα ότι καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης στην Ευρώπη, ενώ η αυστηρή εθνική οριοθέτηση των αγορών στην οποία προέβη αποδεικνύει αντιθέτως τα στενά γεωγραφικά όρια των δυσχερειών που εξακριβώθηκαν στον ανταγωνισμό.

151.
    Η Επιτροπή φρονεί ότι κατέληξε στο ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα οδηγήσει στη δημιουργία ή στην ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως στηριζόμενη αποκλειστικά στην ανάλυση των αποτελεσμάτων της πράξεως σε κάθε μία από τις επηρεαζόμενες χώρες, ότι τα αποτελέσματα αυτά είναι κοινά στο σύνολο των εθνικών αγορών ή ειδικά σε μία ή σε ορισμένες από τις αγορές αυτές.

152.
    Η Επιτροπή αρνείται ότι επιδίωξε να αποδείξει την ύπαρξη της δεσπόζουσας θέσεως της οντότητας που θα προκύψει από τη συγκέντρωση σε οποιαδήποτε τομεακή αγορά ευρωπαϊκής διαστάσεως, ή της «ηγετικής της θέσεως στην Ευρώπη». Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα απολαμβάνει μεταξύ άλλων μιας χωρίς προηγούμενο γεωγραφικής καλύψεως, μιας γκάμας προϊόντων και μιας πληθώρας σημάτων αισθητά πολύ ευρύτερες από εκείνες των ανταγωνιστών της.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

153.
    .πως προκύπτει από το σημείο 8 της ανακοινώσεως της Επιτροπής όσον αφορά τον ορισμό της σχετικής αγοράς για τους σκοπούς του κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού (ΕΕ 1997, C 372, σ. 5, σημείο 7), η γεωγραφική αγορά που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη περιλαμβάνει το έδαφος στο οποίο οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην προσφορά των επίμαχων αγαθών και υπηρεσιών, όπου οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι αρκούντως ομοιογενείς και που μπορεί να διακριθεί από τις όμορες γεωγραφικές ζώνες διότι, ειδικότερα, οι συνθήκες ανταγωνισμού διαφέρουν σημαντικά.

154.
    Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η γεωγραφική αγορά αποτελεί μια καθορισμένη γεωγραφική ζώνη εντός της οποίας το επίμαχο προϊόν διατίθεται στο εμπόριο και όπου οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι αρκούντως ομοιογενείς για όλους τους επιχειρηματίες, ώστε να είναι δυνατόν να εκτιμηθούν ευλόγως τα αποτελέσματα της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως επιχειρήσεων επί του ανταγωνισμού (απόφαση του Δικαστηρίου της 31ης Μαρτίου 1998, C-68/94 και C-30/95, France κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. Ι-1375, σκέψη 143).

155.
    Στο σημείο V B της Αποφάσεως, με τίτλο «Définition des marchés pertinents» («Ορισμός των αγορών που ασκούν επιρροή»), η Επιτροπή δέχθηκε την εθνική διάσταση των διαφόρων αγορών και τμημάτων αγορών του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, που είχαν εξακριβωθεί προηγουμένως, και που παρατίθενται στον πίνακα της σκέψεως 48 της παρούσας αποφάσεως.

156.
    Για να καταλήξει στην ύπαρξη των εθνικών αγορών διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες διανομής και πίνακες τελικής διανομής, η Επιτροπή στηρίχθηκε σε τέσσερις παράγοντες, στην αιτιολογική σκέψη 194.

157.
    Πρώτον, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των προϊόντων που πωλούνται στις διάφορες χώρες.

158.
    Δεύτερον, οι τιμές εξακολουθούν να προσδιορίζονται σε εθνικό επίπεδο και ορισμένα προϊόντα αναφοράς εμφανίζουν σημαντικές διαφορές τιμών (έως και διπλάσιες) από μια χώρα σε άλλη.

159.
    Τρίτον, τα στοιχεία που προσδιορίζουν τον ανταγωνισμό, τόσο από την πλευρά της προσφοράς (σε ποια πελατεία απευθύνονται τα επώνυμα προϊόντα και πρόσβαση στους χονδρέμπορους), όσο και από την πλευρά της ζητήσεως (δομή και προσδοκίες των πελατών), εξαρτάται από ουσιαστικά εθνικούς παράγοντες, όπως η συγκέντρωση, το μέγεθος και το πεδίο δραστηριότητας των χονδρεμπόρων, η αντίληψη ως προς τα σήματα και την γκάμα προϊόντων που διαμορφώνουν οι εγκαταστάτες. Εξάλλου, οι παράγοντες αυτοί ποικίλλουν ουσιωδώς από μια χώρα σε άλλη. Ειδικότερα, το επίπεδο συγκεντρώσεως των χονδρεμπόρων κυμαίνεται σημαντικότατα ανάλογα με τις χώρες και οι εκ μέρους των χονδρεμπόρων αγορές οργανώνονται σε εθνική βάση (αιτιολογική σκέψη 220). Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ κατασκευαστών και χονδρεμπόρων, ειδικότερα όσον αφορά την επιλογή των προμηθευτών και τον προσδιορισμό της γκάμας προϊόντων που θα αγοραστούν και πωληθούν, πραγματοποιούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο (αιτιολογική σκέψη 223).

160.
    Τέταρτον, υπάρχουν μεταξύ των χωρών σημαντικά εμπόδια ως προς την είσοδο και την επέκταση στην αγορά. Τα εμπόδια αυτά οφείλονται, ειδικότερα, στον «συντηρητισμό» των εγκαταστατών (βλ. αιτιολογική σκέψη 240), στις εθνικές συνήθειες (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 194 και 203) και στην έλλειψη πλήρους εναρμονίσεως των τεχνικών προδιαγραφών σε κοινοτικό επίπεδο (βλ. αιτιολογική σκέψη 201) και μπορούν να απαιτούν από τον νεοεισερχόμενο πολύ σημαντικές επενδύσεις κεφαλαίων που δεν ανακτώνται.

161.
    Στην αιτιολογική σκέψη 268, η Επιτροπή παρατηρεί ότι τα ουσιώδη αυτά στοιχεία εφαρμόζονται κατά τρόπο ανάλογο στα στηρίγματα καλωδίων και στους προκατασκευασμένους αγωγούς.

162.
    Ομοίως, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα διάφορα τμήματα της αγοράς των ηλεκτρικών εξοπλισμών για τις τελικές απολήξεις των καταναλώσεων έχουν εθνική διάσταση (αιτιολογικές σκέψεις 380, 381 έως 384, 394 και 424).

163.
    Με την ανάλυση της κοινοποιηθείσας πράξεως, η Επιτροπή δέχεται, κατά της πράξεως αυτής, ορισμένο αριθμό αιτιάσεων που οφείλονται στη δημιουργία ή στην ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσεως σε ορισμένες εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη και, ως τέτοιες, απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783 (βλ. σκέψεις 57 και 58 της παρούσας αποφάσεως).

164.
    Πάντως, η Επιτροπή στηρίχθηκε επίσης, για τους σκοπούς της αναλύσεως της επιπτώσεως που θα έχει η επίδικη συγκέντρωση σε κάθε μία από τις εθνικές αυτές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη αυτή, στις θέσεις που κατέχει η οντότητα η οποία θα προκύψει από τη συγχώνευση εκτός των αγορών αυτών, στο μέτρο που η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη χωρίς προηγούμενο γεωγραφική κάλυψη της οντότητας αυτής, δηλαδή την επέκταση του εδαφικού πεδίου των δραστηριοτήτων της στο σύνολο του ΕΟΧ.

165.
    .σον αφορά, πρώτον, τις εθνικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, η Επιτροπή αναφέρεται, προκειμένου να αποδείξει ότι η νέα οντότητα αποκτά μια χωρίς προηγούμενο θέση ισχύος, «la force de l'entité combinée sur l'ensemble des marchés de matériels électriques basse tension» (στη «συνδυασμένη ισχύ της οντότητας επί του συνόλου των αγορών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως») (αιτιολογική σκέψη 551) και εμφανίζει, στον πίνακα 30 που παρατίθεται κατωτέρω, την γκάμα των ηλεκτρικών υλικών χαμηλής τάσεως που ο όμιλος Schneider-Legrand μπορεί να προσφέρει σε κάθε μία από τις δεκαπέντε αναφερόμενες χώρες:

Πίνακας 30

Αγορές ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που αφορά η κοινοποιηθείσα πράξη

Γενικοί πίνακες

(DFI)
Επιμέρους πίνακες

(DBM)
Πίνακες τελικής

διανομής
Στηρίγματα

καλωδίων
Προκατασκευασμένοι

ηλεκτρικοί αγωγοί
Απολήξεις
Στοιχεία

καλωδιώσεως
Καλωδιώσεις στον
χώρο
Αυστρία
*****
***
*
-
*****
**
-
***
Βέλγιο
*****
*****
***
*
*****
**
-
***
Γερμανία
*
-
-
-
***
-
-
-
Δανία
***
****
****
**
*****
*****
*****
*
Ισπανία
****
*****
*****
-
****
***
*
**
Γαλλία
*****
*****
*****
-
*****
*****
*****
****
Φινλανδία
*
***
**
-
**
***
**
**
Ελλάδα
*
**
**
-
*****
*****
-
*
Ιταλία
***
****
****
**
**
*****
**
*
Ιρλανδία
***
***
**
-
*****
*
-
-
Κάτω Χώρες
****
***
**
***
****
-
-
*
Πορτογαλία
***
***
****
-
*****
****
-
*****
Ηνωμένο Βασίλειο
*****
****
***
****
*
*
-
**
Σουηδία
**
***
***
*****
*****
****
***
*****
Νορβηγία
**
**
**
****
**
****
*****
*****

Υπόμνημα: ένας αστερίσκος (*) αντιπροσωπεύει μερίδιο πωλήσεων μεταξύ 10 και 20 % κ.ο.κ. έως τους πέντε αστερίσκους (*****), που αντιπροσωπεύουν κάθε μερίδιο πωλήσεων μεγαλύτερο του 50 %.

166.
    Συναφώς, η Επιτροπή διευκρινίζει, στην αιτιολογική σκέψη 550, ότι, «[d]ès avant l'opération proposée, les parties disposaient chacune d'un très large éventail de produits dans le secteur des matériels électriques basse tension. Elles détenaient le plus souvent des positions très appréciables pour certains de ces produits et dans certaines zones géographiques. Ainsi, l'opération notifiée permettr[a] aux parties de combiner les positions fortes de Schneider dans les pays nordiques pour ce qui est des équipements électriques situés en aval des tableaux terminaux avec celles de Legrand dans le sud de l'Europe. De même, Schneider apporte sa présence forte sur toutes les catégories de tableaux électriques et l'adosse à la forte présence de Legrand sur l'ensemble des produits en aval» [«πριν την προταθείσα πράξη, οι συμμετέχουσες εταιρίες διέθεταν κάθε μία ένα πολύ ευρύ πλέγμα προϊόντων στον τομέα των ηλεκτρικών υλικών χαμηλής τάσεως. Πολύ συχνά κατείχαν πάρα πολύ σημαντικές θέσεις για ορισμένα από τα προϊόντα αυτά και σε ορισμένες γεωγραφικές ζώνες. .τσι, η κοινοποιηθείσα πράξη θα επιτρέψει στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις να συνδυάσουν τις ισχυρές θέσεις της Schneider στις χώρες της βόρειας Ευρώπης όσον αφορά τους ηλεκτρικούς εξοπλισμούς που βρίσκονται στα κατάντι των πινάκων τελικής διανομής με εκείνες της Legrand στην νότια Ευρώπη. Ομοίως, η Schneider εισφέρει την ισχυρή παρουσία της σε όλες τις κατηγορίες ηλεκτρικών πινάκων και την προσθέτει στην ισχυρή παρουσία της Legrand στο σύνολο των προϊόντων στα κατάντι των ηλεκτρικών πινάκων»].

167.
    Η Επιτροπή συνεχίζει ως εξής, στην αιτιολογική σκέψη 551:

«Après l'opération notifiée, il n'exister[a] que deux pays de l'EEE (l'Allemagne et la Finlande) dans lesquels l'entité combinée ne disposer[a] pas de positions prépondérantes. Plus généralement, il convient également de signaler que Schneider déclare occuper le second rang mondial dans les matériels électriques basse tension, tandis que Legrand se présente comme le leader mondial de la distribution électrique ultraterminale [...]» [«μετά την κοινοποιηθείσα πράξη, δεν θα υπάρχουν παρά μόνο δύο χώρες του ΕΟΧ (Γερμανία και Φινλανδία) στις οποίες η συγχωνευθείσα οντότητα δεν θα διαθέτει κυρίαρχες θέσεις. Γενικότερα, επιβάλλεται επίσης να παρατηρηθεί ότι η Schneider δηλώνει ότι κατέχει τη δεύτερη διεθνώς θέση στα ηλεκτρικά υλικά χαμηλής τάσεως, ενώ η Legrand εμφανίζεται ως ο παγκόσμιος ηγέτης στη διανομή ηλεκτρικού υλικού τελικών απολήξεων [...]»].

168.
    Η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη, στην αιτιολογική σκέψη 552, ότι «aucun des concurrents de Schneider-Legrand ne disposer[a] d'une telle panoplie de produits et d'une telle couverture géographique avec des positions fortes sur les marchés en cause» («κανένας από τους ανταγωνιστές της Schneider-Legrand δεν θα διαθέτει μια τέτοια πληθώρα προϊόντων και μια τέτοια γεωγραφική κάλυψη με ισχυρές θέσεις στις εν λόγω αγορές»).

169.
    .σον αφορά, δεύτερον, τις εθνικές αγορές ηλεκτρικών τελικών απολήξεων των καταναλώσεων, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η οντότητα που προέκυψε από τη συγχώνευση θα προσφέρει πλήρη πληθώρα προϊόντων και θα διαθέτει μια χωρίς προηγούμενο πλήρη κάλυψη στο σύνολο του ΕΟΧ (αιτιολογικές σκέψεις 654 και 658). Επομένως, η προτεινόμενη συναλλαγή θα οδηγήσει, κατά την άποψη της Επιτροπής, στον συνδυασμό των σημαντικών μεριδίων αγοράς που κατέχει η Schneider στη βόρεια Ευρώπη με εκείνη που κατέχει η Legrand στη νότια Ευρώπη (αιτιολογική σκέψη 659).

170.
    .τσι, παρ' όλον ότι δέχθηκε την εθνική διάσταση των τομεακών αγορών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, προκειμένου να αποδείξει τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως, η Επιτροπή δέχεται ωστόσο τις ενδείξεις οικονομικής ισχύος που αντλούνται από όλες τις εθνικές τομεακές αγορές, ανεξαρτήτως του αν αυτές εμφανίζουν ή όχι δυσχέρειες στον ανταγωνισμό προκύπτουσες από την κοινοποιηθείσα πράξη.

171.
    Πάντως, επιβάλλεται να παρατηρηθεί ότι η δημιουργία ή η ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως στις τομεακές αγορές εθνικής διαστάσεως δεν μπορούσε, στην προκειμένη περίπτωση, να εκτιμηθεί παρά μόνο μέσω ενδείξεων οικονομικής ισχύος σχετικών με τις αγορές αυτές, συμπληρωμένες ενδεχομένως από τη συνεκτίμηση διεθνικών αποτελεσμάτων, εφόσον η ύπαρξη αυτών αποδεικνύεται στην προκειμένη περίπτωση. .μως, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.

172.
    Συναφώς, η ίδια η Επιτροπή παρατηρεί, εξάλλου, στις αιτιολογικές σκέψεις 534 και 537, ότι, αν η πράξη συγκεντρώσεως προσθέτει, για παράδειγμα, μερίδια αγοράς σε όλες τις εθνικές αγορές ηλεκτρικών πινάκων, ωστόσο, δεν δημιουργεί δυσχέρειες στον ανταγωνισμό παρά μόνο σε πέντε χώρες, όπως προκύπτει από τους πίνακες 27 έως 29 που παρατίθενται κατωτέρω.

Πίνακας 27

Μερίδια στις αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες

Στοιχεία

2000
Διακόπτες ισχύος με μορφοποιημένο κιβώτιο

(%)
    
(%)
Αυτόματοι μικροδιακόπτες

(%)
Ερμάρια

(%)
F
IT
N
ΕΟΧ
F
IT
N
ΕΟΧ
F
IT
N
ΕΟΧ
Schneider
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Legrand
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
S + L
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Hager
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Siemens
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
ABB
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
GE 1
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*

1 - Συντομογραφία της General Electric.

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

Πίνακας 28

Μερίδια στις αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής

Στοιχεία

2000

Αυτόματοι μικροδιακόπτες

(%)

Διαφορικές προστασίες
(%)
Κιβώτια

(%)

P
SP
F
IT
DK
ΕΟΧ
P
SP
F
IT
DK
ΕΟΧ
P
SP
F
IT
DK
ΕΟΧ
Schneider
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Legrand
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
S+L
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Hager
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
Siemens
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
ABB
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
GE
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*
[...]*

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

Πίνακας 29

Μερίδια στις αγορές που αφορούν διακόπτες ισχύος

Διακόπτες ισχύος
P
F
Schneider
[...]*
[...]*
Legrand
[...]*
[...]*
Schlumberger
[...]*
[...]*
S + L
[...]*
[...]*
Hager
[...]*
[...]*
GE
[...]*
[...]*

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

173.
    Ομοίως, ο πίνακας 35 της Αποφάσεως, που παρατίθεται κατωτέρω, έχει ως αντικείμενο να απεικονίσει την παρουσία της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση και τους κυριότερους ανταγωνιστές της στα διάφορα τμήματα της αγοράς ηλεκτρικών τελικών απολήξεων των καταναλώσεων σε όλο το έδαφος του ΕΟΧ.

Πίνακας 35

Παρουσία των κυριότερων κατασκευαστών στις αγορές εξοπλισμών που βρίσκονται στα κατάντι του πίνακα τελικής διανομής

Legrand
ABB
Schneider
Siemens
Hager
Ρευματοδέκτες και διακόπτες *** F, GR, I

** A, P

* B, E,

IRL, GB

** A, D, E, FIN, I, NL

* IRL, S

*** DK

** FIN, S, N

* B, D, F, GR

* A, D, GR
* GB
Συστήματα ελέγχου * DK * D, FIN

Συστήματα προστασίας ** F

* E, I, P

* FIN, S, N ** D, FIN

* S

Στοιχεία για δίκτυα επικοινωνίας * F, I ** DK, N

* FIN, NL, S

Υλικό στερεώσεως και διακλαδώσεως *** F

* E, IRL, NL, P

** FIN *** DK, N

** F, FIN, S

* I

* D
Υλικό καλωδιώσεως στον χώρο *** P

** A, B, E, F

* GR, IRL

*** S, N

** FIN, GB

* DK, NL

* D *** DK

** D

* B, F, FIN, NL, P, S, N

Υπόμνημα: ένας αστερίσκος (*) αντιπροσωπεύει μερίδιο αγοράς μεταξύ 5 και 20 %, δύο αστερίσκοι (**) μερίδιο αγοράς μεταξύ 20 και 50 % και τρεις αστερίσκοι (***) μερίδιο αγοράς μεγαλύτερο του 50 %.

174.
    Μεταξύ των τμημάτων των εθνικών αγορών που περιλαμβάνονται στον πίνακα 35, αναφέρονται ωστόσο οι αιτιάσεις περί δημιουργίας ή ενισχύσεως δεσπόζουσας θέσεως που εκτίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783 μόνον τα ακόλουθα τμήματα:

Legrand
ABB
Schneider
Siemens
Hager
Ρευματοδέκτες και διακόπτες *** F, GR,

* E

*
F, GR
Συστήματα ελέγχου
Συστήματα προστασίας
** F
Στοιχεία για δίκτυα προστασίας
Υλικό στερεώσεως και διακλαδώσεως
*** F
** F
Υλικό καλωδιώσεως στον χώρο

1 - Αιτιάσεις σχετικές με την αγορά που αφορά τους ρευματοδέκτες και διακόπτες, καθώς και εκείνη που αφορά τους διακόπτες compact.

2 - Αιτίαση σχετική με το τμήμα που αφορά τους διακόπτες ισχύος.

175.
    Εκ τούτου προκύπτει ότι, απ' όλες τις εθνικές τομεακές αγορές που περιλαμβάνονται στον πίνακα 30, ο οποίος παρατίθεται στη σκέψη 165 ανωτέρω, δεν εμφανίζουν, σύμφωνα με τα πραγματικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην Απόφαση, δυσχέρειες στον ανταγωνισμό οι οποίες οφείλονται στη δημιουργία ή στην ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως, λόγω της προτεινόμενης συναλλαγής, παρά μόνον οι εξής αγορές και τα εξής τμήματα αγορών:

Γενικοί πίνακες
(DFI)
Επιμέρους πίνακες
(DBM)
Πίνακες

τελικής διανομής
Στηρίγματα

καλωδίων
Προκατασκευασμένοι

ηλεκτρικοί αγωγοί
Απολήξεις
Στοιχεία

καλωδιώσεως
Καλωδιώσεις

στον χώρο
Αυστρία
Βέλγιο
Γερμανία
Δανία
****
Ισπανία
*****
***1
Γαλλία
*****
*****2
*****3
*****
Φινλανδία
Ελλάς
*****4
Ιταλία
****
****
Ιρλανδία
Κάτω Χώρες
Πορτογαλία
****5
Ηνωμένο Βασίλειο
****
Σουηδία
Νορβηγία

1 - Αιτίαση σχετική με το τμήμα αγοράς που αφορά τους διακόπτες compact.

2 - Αιτίαση σχετικής επίσης με την αγορά που αφορά τους διακόπτες ισχύος.

3 - Αιτιάσεις σχετικές με τα τμήματα αγοράς που αφορούν τους ρευματοδέκτες και διακόπτες, τους διακόπτες compact και τα συστήματα ασφαλείας.

4 - Αιτίαση σχετική με την αγορά που αφορά τους ρευματοδέκτες και διακόπτες.

5 - Αιτίαση σχετική επίσης με την αγορά που αφορά τους διακόπτες ισχύος.

176.
    Το Πρωτοδικείο διαπιστώνει επίσης ότι η Επιτροπή εντάσσει, όχι μόνο στην παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών αλλά και στην ανάλυσή της, τον χωρίς προηγούμενο χαρακτήρα της γεωγραφικής καλύψεως της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, καθόσον αυτή εκτείνεται στο σύνολο του ΕΟΧ, προκειμένου να αποδείξει τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως στις εθνικές τομεακές αγορές των διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, καθώς και των εξοπλισμών τελικών απολήξεων των καταναλώσεων, όπως αυτές κατά των οποίων στρέφονται οι αιτιάσεις που εκφράζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

177.
    Το Πρωτοδικείο παρατηρεί συναφώς ότι η κοινοποιηθείσα πράξη, σύμφωνα με τα έγγραφα στοιχεία που περιλαμβάνει η ίδια η Απόφαση, δεν θέτει στην πραγματικότητα ζητήματα ανταγωνισμού παρά μόνο στη Γαλλία και σε έξι άλλες εθνικές αγορές.

178.
    Ασφαλώς, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 171 ανωτέρω, επιτρέπεται κατ' αρχήν στην Επιτροπή να λάβει υπόψη την ύπαρξη διεθνικών αποτελεσμάτων που μπορεί να ενισχύσουν την επίπτωση μιας πράξεως συγκεντρώσεως σε κάθε μία από τις εθνικές τομεακές αγορές οι οποίες θεωρήθηκαν ως ασκούσες επιρροή.

179.
    Τα αποτελέσματα αυτά δεν μπορούν ωστόσο να εικάζονται και, αντιθέτως, εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει επαρκώς κατά νόμον την ύπαρξή τους.

180.
    Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Επιτροπή, προκειμένου να καταδείξει τα προβλήματα ανταγωνισμού που δημιουργούνται στις τομεακές αγορές οι οποίες επηρεάζονται από την επίδικη συγκέντρωση, που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783, δέχθηκε αποκλειστικά ως κριτήριο την ισχύ που θα έχει η οντότητα η οποία θα προκύψει από τη συγχώνευση σε όλες τις άλλες εθνικές τομεακές αγορές που παρατίθενται στον πίνακα 30, χωρίς να σταθμίσει την ισχύ αυτή σε συνάρτηση με τις ανταγωνιστικές δυνάμεις των ανταγωνιστών της οι οποίοι δραστηριοποιούνται στις τελευταίες αυτές αγορές.

181.
    Πράγματι, κανένας από τους ανταγωνιστές αυτούς δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα 30. Επομένως, αυτός δεν παρέχει καμία ένδειξη ως προς την επίπτωση της κοινοποιηθείσας συναλλαγής σε κάθε μία από τις διάφορες τομεακές εθνικές αγορές οι οποίες δεν εμφανίζουν, λόγω της πράξεως αυτής, κανένα πρόβλημα ανταγωνισμού.

182.
    Ειδικότερα, από τον πίνακα 30 δεν προκύπτει ότι η Legrand δεν ασκούσε δραστηριότητα στις αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες παρά σε τρεις από τις δεκαπέντε χώρες που παρατίθενται στον πίνακα 30, ήτοι τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Νορβηγία (βλ. αιτιολογική σκέψη 530), ούτε, κατά συνέπεια, ότι η προτεινόμενη συναλλαγή δεν μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνισμού παρά μόνο στις τρεις αυτές χώρες.

183.
    Ο πίνακας 30 δεν επιτρέπει να γίνει γνωστό αν η ισχύς με την οποία πιστώνεται η οντότητα που προκύπτει από τη συγχώνευση σε κάθε μία από τις καταγραφείσες τομεακές εθνικές αγορές προκύπτει από την κοινοποιηθείσα συναλλαγή ή από την παρουσία, προγενέστερη της πράξεως αυτής, της μιας ή της άλλης κοινοποιούσας επιχειρήσεως (βλ. σκέψεις 327 και 392 κατωτέρω). Ειδικότερα, από τον πίνακα αυτόν δεν προκύπτει ότι, πριν την κοινοποιηθείσα πράξη, η Legrand απουσίαζε από όλες τις εθνικές αγορές διατάξεων για γενικούς ηλεκτρικούς πίνακες και ότι, κατά συνέπεια, η πράξη αυτή δεν μπορεί να εγείρει στις αγορές αυτές προβλήματα ανταγωνισμού (αιτιολογική σκέψη 245).

184.
    Εξάλλου, οι ΑΒΒ, Siemens και GE κατέχουν ένα ευρύτατο χαρτοφυλάκιο προϊόντων χαμηλής τάσεως (αιτιολογική σκέψη 17), ενώ οι ΑΒΒ και Siemens είναι γενικά παρούσες σε μεγάλο αριθμό κρατών μελών (αιτιολογική σκέψη 20). Ειδικότερα, η ΑΒΒ εκπροσωπείται σε όλες τις εθνικές αγορές εξοπλισμών τελικών απολήξεων των καταναλώσεων ή τις περισσότερες από αυτές, ενώ η Siemens και η Hager είναι παρούσες σε αρκετές από τις αγορές αυτές (αιτιολογικές σκέψεις 644 και 645).

185.
    Επίσης, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί, ενόψει της οικονομίας της Αποφάσεως, να θεωρήσει παραδεκτό τον ισχυρισμό ότι «l'évaluation du rôle que jouera Schneider-Legrand sur une échelle européenne, loin d'infirmer la définition géographique des marchés en cause comme étant de dimension nationale, fait partie intégrante de l'analyse des effets de la concentration sur chacun des marchés de produits et nationaux affectés» (αιτιολογική σκέψη 654) («η αποτίμηση του ρόλου που διαδραματίζουν οι Schneider-Legrand σε ευρωπαϊκή κλίμακα, όχι μόνο δεν αναιρούν τον γεωγραφικό ορισμό των σχετικών αγορών ως αγορών με εθνική διάσταση, αλλά αποτελούν απαπόσπαστο τμήμα της αναλύσεως των αποτελεσμάτων της συγκεντρώσεως σε κάθε μία από τις αγορές προϊόντων και τις εθνικές αγορές που επηρεάζονται»).

186.
    Συναφώς, η Επιτροπή έκανε νύξη, κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, στην ικανότητα αντιποίνων μιας εταιρίας που δραστηριοποιείται σε όλες τις αγορές και που διαθέτει δεσπόζουσα θέση στο σύνολο των γεωγραφικών αγορών του ΕΟΧ.

187.
    Πάντως, είναι σε αναφορά με κάθε ένα από τα εδάφη για τα οποία γίνεται λόγος που η Επιτροπή υπογραμμίζει, στην αιτιολογική σκέψη 605, ότι η παρουσία της συγχωνευθείσας οντότητας σε μια ευρύτατη πληθώρα προϊόντων θα της επιτρέψει να διαθέτει κατευθυνόμενα μέσα αντιποίνων κατά των ανταγωνιστών της.

188.
    Ομοίως, σύμφωνα με την ερμηνεία που η ίδια η Επιτροπή δίνει στον πίνακα 30 με την απάντησή της στον έβδομο λόγο (βλ. σκέψη 304 της παρούσας αποφάσεως), είναι εντός της ίδιας γεωγραφικής αγοράς που η νέα οντότητα θεωρείται ότι αντλεί ουσιώδες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα από τις ισχυρές θέσεις της στις άλλες αγορές προϊόντων όπου παρεμβαίνουν οι ίδιοι χονδρέμποροι.

189.
    .τσι, μόνον την ισπανική αγορά φαίνεται να ενδιαφέρει ο προσδιορισμός των εξοπλισμών τελικών απολήξεων των καταναλώσεων που η Schneider μπόρεσε, σύμφωνα με τον ισχυρισμό που διατύπωσε η Επιτροπή στις αιτιολογικές σκέψεις 678 και 685, να επιβάλει στους Ισπανούς χονδρέμπορους χάρη στη σημαντική παρουσία που της αναγνωρίστηκε στη χώρα αυτή στις αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες.

190.
    Παρομοίως, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 604, αποκλειστικά ως προς την Πορτογαλία καταλογίζεται στη Schneider - η οποία θεωρείται ως κατέχουσα τις ισχυρότερες θέσεις στην αγορά που αφορά τους αυτόματους μικροδιακόπτες, ιδίως για τις βιομηχανικές εφαρμογές και εφαρμογές σε κτίρια γραφείων - η πρακτική η οποία συνίσταται στο να τροφοδοτεί τακτικά τον πόλεμο των τιμών στο τμήμα της αγοράς που αφορά τις κατοικίες, κατά τρόπο που να περιορίζει τη Hager και την ΑΒΒ σ' αυτή την ελάχιστα αποδοτική αγορά και να προστατεύει έτσι τα μερίδιά της στην αγορά στα τμήματα εφαρμογής στον τριτογενή και στον βιομηχανικό τομέα.

191.
    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Επιτροπή, με την ανάλυσή της ως προς τη γεωγραφική κάλυψη της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

192.
    Επομένως, ο λόγος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός.

Επί του τετάρτου λόγου, που αντλείται από την αντιφατική ανάλυση της δομής του ανταγωνισμού στο επίπεδο χονδρεμπόρων

- Επιχειρήματα των διαδίκων

193.
    Η Schneider σημειώνει, αφενός, τα πρόδηλα σφάλματα συλλογιστικής στην συνολική εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ κατασκευαστών και χονδρεμπόρων και, αφετέρου, τις λογικές ανακολουθίες στις συνέπειες που αυτή αντλεί, ειδικότερα, από τον ελάχιστα ή πολύ σημαντικό βαθμό συγκεντρώσεως της διανομής στην ανταγωνιστική πίεση που οι χονδρέμποροι είναι ικανοί να ασκήσουν στην οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

194.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι ο βαθμός συγκεντρώσεως των χονδρεμπόρων και, επομένως, η ατομική αγοραστική τους δύναμη, ποικίλλει σημαντικά από μια χώρα σε άλλη. .μως, ανεξάρτητα από τον βαθμό συγκεντρώσεως των χονδρεμπόρων, η αντιπαλότητά τους δεν μεταφέρεται στο επίπεδο των κατασκευαστών, εν πάση περιπτώσει στους σημαντικότερους από αυτούς, στην πρώτη σειρά των οποίων συγκαταλέγεται η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

195.
    Ο μικρός βαθμός συγκεντρώσεως της διανομής (Ιταλία και Ισπανία) ή ο μέσος (Πορτογαλία) δεν συνεπάγεται ότι ο προκύπτων ανταγωνισμός μεταξύ των χονδρεμπόρων μεταφράζεται σε σημαντική πίεση επί των κυριότερων κατασκευαστών. Αντίθετα, τα περιθώρια ελιγμού των χονδρεμπόρων έναντι των κατασκευαστών είναι ιδιαίτερα περιορισμένα και δεν τους επιτρέπουν να ασκούν αισθητή πίεση επί των τιμών.

196.
    Στις χώρες όπου η διανομή έχει έντονη συγκέντρωση (Γαλλία και Δανία), οι χονδρέμποροι εξαρτώνται ευρέως από τα προϊόντα των σημαντικών κατασκευαστών, οι οποίοι διαθέτουν τα πλέον γνωστά σήματα. Οι κυριότεροι κατασκευαστές χορηγούν εκπτώσεις οι οποίες είναι ακόμη σημαντικότερες για τους χονδρέμπορους οι οποίοι συγκεντρώνουν τις πωλήσεις τους στα προϊόντα αυτών των κατασκευαστών, μειώνοντας ακόμη περισσότερο το συμφέρον των χονδρεμπόρων να ασκούν, με την αγοραστική τους δύναμη, πίεση στους κατασκευαστές.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

197.
    Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Επιτροπή περιορίστηκε να προβεί, στις αιτιολογικές σκέψεις 579 έως 583, σε μια πολύ γενική εξέταση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ κατασκευαστών και χονδρεμπόρων σε διεθνικό επίπεδο, ενώ η εθνική διάσταση των γεωγραφικών αγορών που θεωρήθηκαν ως ασκούσες επιρροή επέβαλλε ακριβή ανάλυση ανά χώρα.

198.
    Εξάλλου, η εξέταση στην οποία προέβη η Επιτροπή δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι αποδείχθηκαν ο απροσπέραστος χαρακτήρας της νέας οντότητας έναντι των χονδρεμπόρων και η ανικανότητα των τελευταίων να ασκούν ανταγωνιστική πίεση επί της οντότητας αυτής.

199.
    Πρώτον, δεν προκύπτει ότι η μέθοδος που ακολούθησε η Επιτροπή για να μετρήσει τις σημαντικές διακυμάνσεις που διαπίστωσε στον βαθμό συγκεντρώσεως της διανομής που ισχύει στις διάφορες εθνικές αγορές είναι αρκετά αξιόπιστος για να μπορεί να υποστηρίξει λυσιτελώς τα συμπεράσματα που το καθού κοινοτικό όργανο συνήγαγε σχετικά με τον συσχετισμό δυνάμεων που υπάρχει μεταξύ κατασκευαστών και χονδρεμπόρων.

200.
    Στις αιτιολογικές σκέψεις 26 και 221, η Επιτροπή κατατάσσει έτσι την Πορτογαλία, μαζί με την Ισπανία, μεταξύ των χωρών όπου οι χονδρέμποροι ενεργούν ατομικά. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης, στην αιτιολογική σκέψη 594: «D'une part, les installateurs et les tableautiers sont trop fragmentés pour exercer une puissance d'achat significative sur l'entité fusionnée. Il en va de même des grossistes espagnols, danois ou portugais» («Αφενός, οι εγκαταστάτες και οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων είναι πάρα πολύ διαιρεμένοι για να ασκήσουν σημαντική αγοραστική πίεση στη συγχωνευθείσα οντότητα. Το ίδιο ισχύει για τους Ισπανούς, Δανούς ή Πορτογάλους χονδρέμπορους»).

201.
    Ωστόσο, δεν προκύπτει από τον πίνακα 6 της Αποφάσεως που παρατίθεται κατωτέρω ότι η δομή της διανομής είναι εξατομικευμένη στην Πορτογαλία, δεδομένου ότι μόνο δύο χονδρέμποροι κατέχουν εκεί το 40 % της αγοράς των ηλεκτρικών πινάκων.

Πίνακας 6

Εκτίμηση εκ μέρους της Schneider των μεριδίων αγοράς των πέντε διεθνών ομίλων χονδρεμπόρων στις αγορές ηλεκτρικών πινάκων διανομής

[A]*
[B]*
[Γ]*
[Δ]*
[E]*
Γερμανία
7
10
13
1
-
Αυστρία
39
-
-
-
-
Βέλγιο
14
14
-
-
-
Δανία
-
7
-
6
-
Ισπανία
4
7
8
-
Φινλανδία
-
10
10
2
-
Γαλλία
42
33
-
-
-
Ιρλανδία
3
-
6
-
6
Ιταλία
4
4
-
-
-
Νορβηγία
-
15
10
8
-
Κάτω Χώρες
9
37
5
7
6
Πορτογαλία
33
7
-
-
-
Σουηδία
19
12
12
12
-
Ηνωμένο Βασίλειο
7
-
25
-
18

* Εμπιστευτικά στοιχεία

202.
    Εν πάση περιπτώσει, η δομή της διανομής που επικρατεί στην Πορτογαλία διακρίνεται εκείνης της Ισπανίας, όπου τρεις χονδρέμποροι κατέχουν από κοινού το 19 % της αγοράς ηλεκτρικών πινάκων, και εκείνης της Δανίας, όπου δύο χονδρέμποροι ελέγχουν από κοινού το 13 %. Με το υπόμνημα αντικρούσεως, η Επιτροπή χαρακτηρίζει άλλωστε την Πορτογαλία χώρα όπου η διανομή έχει μεσαίο βαθμό συγκεντρώσεως, όπως προκύπτει από την απάντηση της Επιτροπής στον λόγο ακυρώσεως που παρατέθηκε ανωτέρω.

203.
    Δεύτερον, πολλά σημεία της Αποφάσεως (βλ. προπαρατεθείσες σκέψεις 26 και 221) έρχονται σε αντίθεση προς το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, στις χώρες όπου ο βαθμός συγκεντρώσεως της διανομής είναι μικρός, τα περιθώρια ελιγμού των χονδρεμπόρων έναντι των κατασκευαστών είναι ιδιαίτερα περιορισμένα και δεν τους επιτρέπουν να ασκήσουν αισθητή πίεση επί των τιμών.

204.
    Στην αιτιολογική σκέψη 26, η Επιτροπή παρατηρεί, αναφερόμενη στα μεσοπρόθεσμα σχέδια της Legrand, ότι «[d]'après les documents internes des parties, ces différences de structure [de la distribution] ne sont pas sans conséquences sur le comportement des grossistes dans les pays concernés» [«σύμφωνα με τα εσωτερικά έγγραφα των συμμετεχουσών επιχειρήσεων, αυτές οι διαφορές στη δομή (της διανομής) δεν είναι χωρίς συνέπειες επί της συμπεριφοράς των χονδρεμπόρων στις χώρες για τις οποίες γίνεται λόγος»] και ότι «[il] semble ainsi que, dans les pays où les grossistes sont le plus atomisés, comme le Portugal, la concurrence entre grossistes conduise à une guerre des prix qui se reporte au niveau des fabricants» [«φαίνεται έτσι ότι, στις χώρες όπου οι χονδρέμποροι ενεργούν πολύ περισσότερο ατομικά, όπως στην Πορτογαλία, ο ανταγωνισμός μεταξύ χονδρεμπόρων οδηγεί σε πόλεμο τιμών που μεταφέρεται στο επίπεδο των κατασκευαστών»]. .μως, η Legrand θεωρείται ωστόσο από την Επιτροπή ως κατέχουσα ισχυρές θέσεις στη νότια Ευρώπη.

205.
    Πράγματι, στην αιτιολογική σκέψη 221, η Επιτροπή διευκρινίζει:

«Comme l'indique un document interne de Legrand, “il existe [au Portugal] plusieurs niveaux de distributeurs, principalement des indépendants, à gestion familiale spéculative, sans politique commerciale structurée, fonctionnant à très court terme. Conséquence: forte concurrence anarchique entre eux, qui implique (i) une baisse des prix en général et de leur marge en particulier, d'où une perpétuelle pression sur les fabricants pour améliorer leurs conditions d'achats” [...]».

[«.πως αναφέρει το εσωτερικό έγγραφο της Legrand, “υπάρχουν (στην Πορτογαλία) διάφορα επίπεδα διανομέων, κυρίως των ανεξαρτήτων, με οικογενειακή κερδοσκοπική διαχείριση, χωρίς δομημένη εμπορική πολιτική, που λειτουργεί πάρα πολύ βραχυπρόθεσμα. Συνέπεια: έντονος άναρχος ανταγωνισμός μεταξύ τους, που συνεπάγεται i) πτώση των τιμών γενικά και ειδικότερα του περιθωρίου κέρδους, με αποτέλεσμα μια διαρκή πίεση επί των κατασκευαστών προς βελτίωση των όρων αγοράς” [...]»].

206.
    Το παράδειγμα της Πορτογαλίας που παραθέτει η Επιτροπή δεν μπορεί επομένως να στηρίξει τη θέση ότι, στις χώρες με μικρή συγκέντρωση της διανομής, οι χονδρέμποροι δεν είναι σε θέση να ασκήσουν αισθητή πίεση επί των τιμών.

207.
    Παρομοίως, σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο σχέδιο 2001-2005 της Legrand για την Ισπανία, «les marges [des distributeurs] et leur rentabilité continuent à la baisse chaque année due à la forte pression exercée sur les prix, à cause du nombre élevé de distributeurs existant sur le marché, reportant ensuite aux fabricants la baisse de ces prix» («τα περιθώρια κέρδους [των διανομέων] και η αποδοτικότητά τους εξακολουθούν να μειώνονται κάθε χρόνο, τούτο δε οφείλεται στην ισχυρή πίεση που ασκείται επί των τιμών, λόγω του μεγάλου αριθμού των διανομέων που υπάρχουν στην αγορά, πίεση η οποία εν συνεχεία μεταφέρει στους κατασκευαστές την πτώση των τιμών αυτών»).

208.
    .τσι, τα στοιχεία αυτά αναιρούν τη θέση της Επιτροπής, εκτεθείσα στην αιτιολογική σκέψη 579, ότι είναι πάρα πολύ απίθανο οι Ισπανοί χονδρέμποροι να διαθέτουν καθένας επαρκή αγοραστική ισχύ για να περιορίσουν σημαντικά την ανταγωνιστική συμπεριφορά της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, της οποίας ο απαράκαμπτος χαρακτήρας όσον αφορά τη διανομή, αντίθετα από ό,τι υποστηρίζει η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 581, δεν μπορεί, άλλωστε, να θεωρηθεί ως αποδειχθείς (βλ. σκέψεις 216 επ. κατωτέρω).

209.
    Τρίτον, το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι ο υψηλός βαθμός συγκεντρώσεως των χονδρεμπόρων δεν συνεπάγεται ωστόσο ισχυρή πίεση προς μείωση των τιμών δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υποστηρίχθηκε επαρκώς.

210.
    Προς στήριξη του ισχυρισμού αυτού, η Επιτροπή παρατηρεί πράγματι, στην αιτιολογική σκέψη 582, ότι, σε ορισμένο αριθμό χωρών, όπως η Ιταλία, οι χονδρέμποροι εκτιμούν τα προϊόντα Legrand λόγω ιδίως του χαμηλού τους κόστους, που τους επιτρέπει να έχουν καλό περιθώριο κέρδους.

211.
    .μως, αφενός, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Επιτροπή κατατάσσει την Ιταλία μεταξύ των χωρών όπου η διανομή έχει μικρή συγκέντρωση, όπως τούτο όντως προκύπτει από τον πίνακα 6 της Αποφάσεως που παρατέθηκε στη σκέψη 201 ανωτέρω.

212.
    Η αναφορά στη χώρα αυτή δεν είναι επομένως ικανή να αποδείξει ότι ο υψηλός βαθμός συγκεντρώσεως της διανομής δεν συνεπάγεται ωστόσο ισχυρή πίεση προς μείωση των τιμών.

213.
    .σον αφορά την παραπομπή, στην αιτιολογική σκέψη 582, στη δομή της διανομής στην Αυστρία, η παραπομπή αυτή δεν ασκεί επιρροή: κατά την ίδια την Απόφαση, καμία τομεακή αγορά ασκούσα επιρροή στη χώρα αυτή δεν επηρεάζεται από την πράξη συγκεντρώσεως (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783).

214.
    Αφετέρου, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα χαρακτηριστικά του συνόλου της ζητήσεως ηλεκτρικού υλικού, περιλαμβανομένης της ζητήσεως που προέρχεται από τους πελάτες.

215.
    Συναφώς, από την αιτιολογική σκέψη 213 προκύπτει ότι η ακρίβεια των προϊόντων Legrand μπορεί μάλλον να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο καθόσον ενίοτε καθιστά τα προϊόντα αυτά «inadaptés au pouvoir d'achat des clients» («απρόσφορα για την αγοραστική δύναμη των πελατών»).

216.
    Τέταρτον, ο πίνακας 31 της Αποφάσεως που παρατίθεται κατωτέρω δεν απεικονίζει επωφελώς τον δοθέντα χαρακτηρισμό στην οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση, στην αιτιολογική σκέψη 567, ως απαράκαμπτου εταίρου για τους περισσότερους χονδρέμπορους, και που στηρίζεται στον εκ μέρους της έλεγχο ενός σημαντικού ποσοστού - σε ορισμένες περιπτώσεις πέραν του 40 % των εθνικών πωλήσεων - ούτε στο ότι αυτή κατέχει, πολύ συχνά, σημαντικές θέσεις σε κάθε χώρα.

217.
    Ο πίνακας 31 που παρατίθεται κατωτέρω παρέχει μια ψαλίδα του ποσοστού των πωλήσεων όλου του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που πραγματοποιούν οι κυριότεροι κατασκευαστές στον χονδρέμπορο [Α]2 (3).

Πίνακας 31

Ποσοστό των πωλήσεων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως στον χονδρέμπορο [A]*

Schneider-Legrand
Siemens
Möller
Gewiss
ABB
GE
Hager
Λοιποί
Αυστρία
0-10
0-10
0-10
0-10
10-20
-
0-10
>70
Βέλγιο
10-20
0-10
0-10
-
0-10
0-10
0-10
>70
Γερμανία
0-10
0-10
0-10
-
10-20
0-10
10-20
>50
Ισπανία
10-20
0-10
0-10
-
0-10
-
0-10
>70
Γαλλία
40-50
0-10
0-10
0-10
0-10
0-10
0-10
>40
Ιταλία
30-40
0-10
-
0-10
0-10
0-10
0-10
>50
Κάτω Χώρες
0-10
0-10
0-10
-
0-10
0-10
0-10
>80
Πορτογαλία
30-40
0-10
0-10
-
0-10
0-10
0-10
>50
Ηνωμένο Βασίλειο
0-10
0-10
0-10
0-10
0-10
0-10
0-10
>80
Σουηδία
10-20
0-10
0-10
-
0-10
0-10
0-10
>80

* Εμπιστευτικό στοιχείο

218.
    Ελλείψει ενδείξεως της εθνικής συγκεντρώσεως της διανομής για το σύνολο του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, όπως αυτό προκύπτει από τον πίνακα 6 ανωτέρω για τις αγορές ηλεκτρικών πινάκων, είναι αδύνατο να συναχθεί από τον πίνακα 31 ότι η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση είναι απαράκαμπτη για τους εθνικούς χονδρέμπορους στο σύνολο του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

219.
    Μια σύγκριση των πινάκων 31 και 6 - αν υποτεθεί ότι μια τέτοια προσέγγιση είναι δυνατή, αφού ο πίνακας 6 περιορίζεται στις διατάξεις για ηλεκτρικούς πίνακες - δεν επιτρέπει, σε κάθε περίπτωση, να θεωρηθεί σημαντικό το ποσοστό πωλήσεων στους χονδρέμπορους που πραγματοποιεί η νέα οντότητα.

220.
    Το ότι ο όμιλος Schneider-Legrand, με τον πίνακα 31, πιστώνεται με ποσοστό 30 έως 40 % των πωλήσεων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που πραγματοποιεί ο χονδρέμπορος [Α] (4) στην Ιταλία δεν αρκεί για να αξιολογηθεί ορθά η οικονομική ισχύς που κατέχει στη διανομή ο όμιλος αυτός στην εν λόγω χώρα.

221.
    Αφενός, ο χονδρέμπορος αυτός αντιπροσωπεύει μόλις το 4 % της ιταλικής αγοράς διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες. .μως, κατά την ίδια την Επιτροπή, πρέπει να ληφθεί υπόψη η σταθερότητα εγκαταστάσεως των χονδρεμπόρων για να προσδιοριστεί σε ποιο μέτρο η ανταγωνιστική θέση των κατασκευαστών προσδιορίζεται κατ' ουσίαν από την πρόσβασή τους στη διανομή.

222.
    Στην αιτιολογική σκέψη 73, η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι «la position concurrentielle des différents fabricants sera en grande partie déterminée par [...] leur accès aux grossistes, au moins pour les États membres dans lesquels ceux-ci sont suffisamment implantés» («η ανταγωνιστική θέση των διαφόρων κατασκευαστών προσδιορίζεται εν πολλοίς από [...] την πρόσβασή τους στους χονδρέμπορους, τουλάχιστον για τα κράτη μέλη στα οποία οι τελευταίοι έχουν διεισδύσει επαρκώς στην αγορά»).

223.
    Αφετέρου, ο πίνακας 6 ουδόλως είναι εξαντλητικός. .πως διευκρινίζει η Επιτροπή, στην αιτιολογική σκέψη 72, οι κατασκευαστές δεν έχουν ανάγκη πρόσβασης στους ίδιους χονδρέμπορους. Ενώ οι σημαντικότεροι κατασκευστές εργάζονται μάλλον με τους μεγάλους διεθνείς ομίλους, οι μικρότεροι ανταγωνιστές έχουν παρουσία περισσότερο περιφερειακή και εργάζονται περισσότερο με τους μικρότερους χονδρέμπορους.

224.
    Από την πρώτη έκθεση NERA, μη αμφισβητηθείσα συναφώς από την Επιτροπή, προκύπτει ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Legrand, είναι παρόντες στην ιταλική αγορά ηλεκτρικού υλικού τελικών απολήξεων περίπου 800 χονδρέμποροι.

225.
    Εξάλλου, από την αιτιολογική σκέψη 63 προκύπτει ότι οι τοπικοί χονδρέμποροι από τους οποίους προμηθεύονται οι εγκαταστάτες δεν είναι κατ' ανάγκη θυγατρικές χονδρεμπόρων διεθνούς διαστάσεως.

226.
    Για τους ίδιους λόγους, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να θεωρήσει ως αποδειχθέντα τον ισχυρισμό της Επιτροπής, στην αιτιολογική σκέψη 676, ότι ο νέος όμιλος «représentera une part importante du chiffre d'affaires des grossistes et, par voie de conséquence, une part importante du montant de leurs achats dans la plupart des États membres de l'EEE (voir de plus ci-dessus le tableau 31)» [«αντιπροσωπεύει σημαντικό μερίδιο του κύκλου εργασιών των χονδρεμπόρων και, κατά συνέπεια, σημαντικό μερίδιο του ύψους των αγορών τους στα περισσότερα κράτη μέλη του ΕΟΧ (βλ., περισσότερα, ανωτέρω στον πίνακα 31»)].

227.
    Αντίθετα από ό,τι υποστηρίζει η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 637, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να δεχθεί ότι η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα έχει στις αγορές προϊόντων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος στο Ηνωμένο Βασίλειο προνομιούχα πρόσβαση στη διανομή, για τον λόγο ότι αντιπροσωπεύει 10 έως 20 % των πωλήσεων προϊόντων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος που πραγματοποιεί ένας από τους σημαντικότερους χονδρέμπορους στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ο δεύτερος προμηθευτής αυτού του ίδιου χονδρέμπορου αντιπροσωπεύει λιγότερο του 10 % των πωλήσεών του.

228.
    Με τον απροσδιόριστο χαρακτήρα, εφόσον μπορεί να περιλαμβάνεται μεταξύ του λιγότερο του 1 % και του περισσότερο του 19 %, η διαφορά που χωρίζει τον όμιλο Schneider-Legrand από τον δεύτερο προμηθευτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αξιόπιστη ένδειξη προνομιούχας προσβάσεως στη διανομή.

229.
    Για τον ίδιο λόγο, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να δεχθεί το συμπέρασμα της αιτιολογικής σκέψεως 573, ότι ο όμιλος Schneider-Legrand στην Ισπανία θα είναι σχετικά σημαντικότερος από τους ανταγωνιστές του, αν ληφθούν υπόψη οι ψαλίδες των μεριδίων των πωλήσεων του [Α](5) που αντιστοίχως εκπροσωπούνται από τους κυριότερους παράγοντες της αγοράς του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως και παρατίθενται στον πίνακα 31, όπου περιλαμβάνονται ψαλίδες μεριδίων αγοράς εξίσου ασαφείς.

230.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, ούτε ο απαράκαμπτος χαρακτήρας της νέας οντότητας έναντι των χονδρεμπόρων ούτε η ανικανότητα των τελευταίων να ασκούν ανταγωνιστική πίεση στην οντότητα αυτή αποδείχθηκαν δεόντως.

231.
    Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να κριθεί βάσιμος.

Επί του πέμπτου λόγου, που αντλείται από την έλλειψη αναλύσεως της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως στις διάφορες εθνικές τομεακές αγορές κατά των οποίων στρέφονται οι αιτιάσεις που δέχθηκε η Επιτροπή

- Επιχειρήματα των διαδίκων

232.
    Η Schneider θεωρεί ότι η ανάλυση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως στην οποία προέβη η Επιτροπή σε ευρωπαϊκό επίπεδο την οδήγησε να υποκαταστήσει τις γενικές θεωρήσεις με ανάλυση της θέσεως της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση σε κάθε μία από τις εθνικές αγορές που επηρεάζονται. Αντί να προβεί σε μια τέτοια ανάλυση, η Επιτροπή επιδόθηκε σε ανάπτυξη γενικών επιχειρημάτων ως προς τη σειρά προϊόντων και ως προς τη χωρίς προηγούμενο πληθώρα της νέας οντότητας. Στην πραγματικότητα, η Επιτροπή παρεκτείνει την ανταγωνιστική κατάσταση των γαλλικών τομεακών αγορών που προέκυψε από την πράξη συγκεντρώσεως στις άλλες εθνικές αγορές προϊόντων.

233.
    Η Επιτροπή φρονεί ότι η ανάλυση της πράξεως δομήθηκε σε συνάρτηση με την παρουσίαση ανά κατηγορίες επιχειρημάτων που εφαρμόζονταν σε κάθε μία από τις επηρεαζόμενες αγορές, μολονότι σε διαφορετικό βαθμό και σύμφωνα με διαφορετικές λεπτομέρειες που επεξηγήθηκαν δεόντως. .χι μόνον η γενική παρουσίαση δεν στρέβλωσε τη μεταγενέστερη ανάλυση κάθε μίας από τις αγορές που επηρεάστηκαν από την κοινοποιηθείσα πράξη, αλλά ακόμη φώτισε επωφελώς την ανάλυση σχετικά με τον ανταγωνισμό σε κάθε μία από τις αγορές αυτές.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

234.
    Με την απάντησή της στον έβδομο λόγο ακυρώσεως (βλ. σκέψη 304 κατωτέρω), η Επιτροπή υποστηρίζει ότι με τον πίνακα 30 (βλ. σκέψη 165 ανωτέρω) επιδιώκεται να καταδειχθεί ότι, σε κάθε μία από τις αγορές που επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα πράξη, η νέα οντότητα θα αποκτήσει ουσιώδες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα λόγω του ότι θα κατέχει ισχυρές θέσεις, στην ίδια γεωγραφική αγορά, επί άλλων αγορών προϊόντων όπου παρεμβαίνουν οι ίδιοι χονδρέμποροι (αιτιολογικές σκέψεις 567 έως 578).

235.
    Για να δεχθεί αυτή την ένδειξη οικονομικής ισχύος που συνάγει από την γκάμα ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως την οποία η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα προσφέρει στους χονδρέμπορους, η Επιτροπή στηρίχθηκε, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις της κατά την προφορική διαδικασία, στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο β´, του κανονισμού 4064/89.

236.
    Αυτή η διάταξη διευκρινίζει όντως ότι η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την πρόσβαση των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων στις αγορές και, επομένως, την πρόσβασή τους στη διανομή, προκειμένου να εκτιμήσει το συμβατό μιας συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά.

237.
    Το Πρωτοδικείο φρονεί, ωστόσο, ότι η Επιτροπή δεν ενέταξε εγκύρως την παράμετρο αυτή στην εκ μέρους της εκτίμηση της οικονομικής ισχύος της νέας οντότητας σε κάθε μία από τις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη, και απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783 της Αποφάσεως, λόγω των κενών και των αντιφάσεων που διαπιστώθηκαν, κατά την εξέταση του τέταρτου λόγου ακυρώσεως, στην ανάλυση της δομής της διανομής.

238.
    Λόγω αυτών των ελλείψεων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αποδειχθείσα η ικανότητα που θα διαθέτει η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση, σε κάθε μία από τις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα συναλλαγή, να υποχρεώνει τους χονδρέμπορους να διανέμουν άλλα προϊόντα από την γκάμα των προϊόντων της που δεν διένειμαν μέχρι τώρα.

239.
    Επιπλέον, ο χωρίς προηγούμενο χαρακτήρας που η Επιτροπή αποδίδει στην γκάμα προϊόντων του ομίλου Schneider-Legrand απορρέει από την αφηρημένη άρθροιση των διαφόρων τύπων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που ο όμιλος θα προσφέρει σε ολόκληρο το έδαφος του ΕΟΧ και όχι από εκτίμηση της γκάμας προϊόντων που ο όμιλος αυτός όντως θα προσφέρει σε κάθε μία από τις εθνικές τομεακές αγορές οι οποίες επηρεάζονται από την προταθείσα συναλλαγή και κατά των οποίων στρέφονται οι αιτιάσεις, στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783 της Αποφάσεως.

240.
    .πως αναφέρθηκε ανωτέρω, η Επιτροπή πράγματι θεωρεί ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα επιτρέπει στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις να «combiner les positions fortes de Schneider dans les pays nordiques pour ce qui est des équipements électriques situés en aval des tableaux terminaux avec celles de Legrand dans le sud de l'Europe» («συνδυάζουν τις ισχυρές θέσεις της Schneider στις χώρες της βόρειας Ευρώπης όσον αφορά τους ηλεκτρικούς εξοπλισμούς που βρίσκονται στα κατάντι των τερματικών πινάκων τελικής διανομής με εκείνες της Legrand στη νότια Ευρώπη») και να στηρίξει την ισχυρή παρουσία της Schneider «sur toutes les catégories de tableaux de distribution électrique» («σε όλες τις κατηγορίες πινάκων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος») στην «forte présence de Legrand sur l'ensemble des produits en aval» («ισχυρή παρουσία της Legrand στο σύνολο των προϊόντων του επομένου σταδίου») (αιτιολογική σκέψη 550). Επίσης, η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα διαθέτει, σύμφωνα με την Επιτροπή, μια πλήρη πληθώρα των προϊόντων που καλύπτουν όλες τις αγορές ηλεκτρικών εξοπλισμών που βρίσκονται στα κατάντι του πίνακα τελικής διανομής (αιτιολογική σκέψη 654).

241.
    Ωστόσο, αντίθετα από ό,τι αφήνει να νοηθεί η προαναφερθείσα σκέψη 654, δεν προκύπτει από την Απόφαση ότι η συνδυασμένη οντότητα θα προσφέρει κατ' ανάγκη την πλήρη γκάμα ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως σε κάθε μία από τις εθνικές αγορές στις οποίες αναφέρονται οι αιτιάσεις που απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783 της Αποφάσεως.

242.
    Προκύπτει επίσης από τον πίνακα 35, που παρατίθεται στη σκέψη 173 ανωτέρω, ότι ο όμιλος Schneider-Legrand δεν θα είναι παρών σε όλα τα τμήματα της αγοράς εξοπλισμού τελικών απολήξεων των καταναλώσεων, ακόμη και στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία. Ειδικότερα, ο όμιλος Schneider-Legrand θα απουσιάζει από το τμήμα των συστημάτων ελέγχου, ακόμη και στη Γαλλία.

243.
    Φαίνεται ότι η Επιτροπή ανασύστησε διεθνικώς την γκάμα προϊόντων της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση. Ωστόσο, αυτή η αφηρημένη γκάμα δεν μπορεί να παράσχει ικανή ένδειξη ως προς την οικονομική ισχύ που θα κατέχει η οντότητα αυτή σε κάθε μία από τις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη.

244.
    Πράγματι, δεν αμφισβητείται ότι ο προσδιορισμός της γκάμας προϊόντων που θα πωλούνται και θα αγοράζονται μεταξύ κατασκευαστών και χονδρεμπόρων γίνεται σχεδόν πάντοτε σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο (προπαρατεθείσα αιτιολογική σκέψη 223).

245.
    Εξάλλου, εκτός του ότι δεν αναφέρει, για παράδειγμα, ούτε το εύρος ούτε τη διασπορά των μεριδίων αγοράς που οι ανταγωνιστές της νέας οντότητας κατέχουν στις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται, ο πίνακας 30 παρέχει μόνον ευρείες ψαλίδες των μεριδίων αγοράς, αντί των αρκούντως επακριβών θέσεων, που μόνον αυτές θα επέτρεπαν να αποτιμηθεί ορθά η οικονομική ισχύς αυτής της οντότητας. Το ίδιο ισχύει και για τον πίνακα 35.

246.
    Φαίνεται ότι η αφηρημένη προσέγγισή της οδήγησε την Επιτροπή να υπερεκτιμήσει ευθέως την ισχύ του νέου ομίλου σε ορισμένες τομεακές εθνικές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη. Ο ισχυρισμός, στην αιτιολογική σκέψη 550, ότι η Schneider προσκομίζει την ισχυρή παρουσία της σε όλες τις κατηγορίες πινάκων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος αντικρούεται έτσι από τον πίνακα 28 που παρατίθεται στη σκέψη 172 ανωτέρω, από τον οποίο προκύπτει ότι τα μερίδια αγοράς που κατέχει η Schneider στις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής που δέχθηκε η Επιτροπή κυμαίνονται μεταξύ [...]* και [...](6).

247.
    Επιβάλλεται εξάλλου να σχετικοποιηθεί η σημασία που η Επιτροπή προσδίδει στο ίδιο το εύρος της γκάμας ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως. Στην αιτιολογική σκέψη 507, η Επιτροπή παρατηρεί ότι, σύμφωνα με τα κοινοποιούντα μέρη, «pour être crédible dans les tableaux divisionnaires et les tableaux terminaux, il faut disposer de l'offre complète des composants (armoires, fusibles, disjoncteurs, protections différentielles et appareils de commande, etc.) correspondant à ces tableaux, et [...] dans l'installation répartie, il est nécessaire pour les fabricants de disposer de gammes complètes de produits» [«για να είναι αξιόπιστοι στους ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και στους πίνακες τελικής διανομής, θα πρέπει να διαθέτουν την πλήρη προσφορά εξαρτημάτων (κουτιά, ασφάλειες, διακόπτες ισχύος, διαφορικούς διακόπτες προστασίας και συσκευές παροχής εντολών, κ.λπ.) που αντιστοιχούν στους πίνακες αυτούς, και [...] στην κατανεμημένη εγκατάσταση, είναι αναγκαίο για τους κατασκευαστές να διαθέτουν πλήρη γκάμα προϊόντων»].

248.
    Μολονότι το εύρος της γκάμας προϊόντων που προσφέρει ένας κατασκευαστής μπορεί να αποτελεί παράγοντα επιτυχίας, δεν προκύπτει ωστόσο από την αιτιολογική σκέψη 507 ότι ένας κατασκευαστής οφείλει κατ' ανάγκη να προσφέρει στους χονδρέμπορους το σύνολο του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως ούτε ότι οι χονδρέμποροι προτίθενται να μειώσουν τον αριθμό των προμηθευτών τους αδιακρίτως για το σύνολο των τομεακών αγορών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

249.
    Εν πάση περιπτώσει, όλοι οι μεγάλοι ανταγωνιστές των συμμετεχουσών επιχειρήσεων (όπως οι ΑΒΒ, Siemens ή Hager) διαθέτουν πλήρεις σειρές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, σύμφωνα με την ίδια τη φρασεολογία της αιτιολογικής σκέψεως 141, πράγμα που τους επιτρέπει να ανταποκριθούν στην ανάγκη, που σημειώνεται στην αιτιολογική σκέψη 82, να διαθέτουν τις ευρύτερες κατά το δυνατό σειρές προϊόντων σ' αυτόν τον τομέα.

250.
    Η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη, στην αιτιολογική σκέψη 507, ότι κάθε ένας από τους μεγάλους κατασκευαστές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται όχι μόνον οι Schneider και Legrand αλλά επίσης οι ΑΒΒ, Siemens και GE, προτείνει περισσότερα από 2 000 είδη για τις διατάξεις επιμέρους πινάκων και περισσότερα από 5 000 είδη για τις διατάξεις τελικής διανομής.

251.
    Ομοίως, η Επιτροπή σημειώνει, στην αιτιολογική σκέψη 17, ότι οι ΑΒΒ, Siemens και GE κατέχουν ένα πάρα πολύ μεγάλο χαρτοφυλάκιο προϊόντων χαμηλής τάσεως. Προκύπτει επίσης, από την αιτιολογική σκέψη 507, ότι οι κατάλογοι προϊόντων των μεγάλων κατασκευαστών υλικού που χρησιμοποιείται στα κατάντι των πινάκων τελικής διανομής, καθώς και οι κατάλογοι συναφών εξοπλισμών απαριθμούν επίσης αρκετές χιλιάδες είδη.

252.
    Εξάλλου, η ανάμιξη υπάρχει ακόμη για ορισμένες διατάξεις ηλεκτρικών πινάκων (αιτιολογικές σκέψεις 136 και 163). Συναφώς, η Επιτροπή παρατηρεί, στην αιτιολογική σκέψη 168, ότι η «monomarquisme» («χρήση ενός μόνο σήματος») δεν είναι απόλυτη, όσον αφορά τόσο τους πίνακες τελικής διανομής όσο και τους [επιμέρους] πίνακες.

253.
    Εξάλλου, η ανάμιξη ουδόλως αποκλείεται, όπως προκύπτει από την ανάγνωση της Αποφάσεως, μεταξύ, αφενός, των διατάξεων για πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος και, αφετέρου, των άλλων τύπων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

254.
    Τέλος, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο σημαντικός ρόλος που η Επιτροπή αναγνωρίζει στην επιλογή του «ορατού» υλικού (πρίζες, διακόπτες, καλωδίωση σε περιβάλλον, κ.λπ.) εκ μέρους του τελικού πελάτη και των κυρίων του έργου, των οποίων τα κύρια κριτήρια επιλογής είναι η αισθητική και η λειτουργικότητα (αιτιολογικές σκέψεις 66 και 79) και όχι η δυνατότητα να έχει στη διάθεσή του μια ευρεία γκάμα προϊόντων.

255.
    Επομένως, η Επιτροπή δεν μπορούσε νομίμως να στηριχθεί, προκειμένου να εκτιμήσει την οικονομική ισχύ της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση στις τομεακές εθνικές αγορές που επηρεάζονται, οι οποίες παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783, σε μια γκάμα προϊόντων των οποίων η φερόμενη έλλειψη αντιστοίχων προϊόντων στους ανταγωνιστές προκύπτει από την εκ μέρους της Επιτροπής αφηρημένη σύνθεση, ως συνέπεια του αθροίσματος διαφόρων τύπων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που η οντότητα η οποία θα προκύψει από τη συγχώνευση θα προσφέρει στο σύνολο του εδάφους του ΕΟΧ.

256.
    Εκ τούτου προκύπτει ότι η Επιτροπή, για μία ακόμη φορά, υπερεκτίμησε την οικονομική ισχύ της νέας οντότητας στις εθνικές τομεακές αγορές που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783, εντάσσοντας στην ανάλυσή της της επίπτωσης της πράξεως στις αγορές αυτές το σύνολο μιας γκάμας προϊόντων που δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική κατάσταση του ανταγωνισμού που θα προκύψει μετά την κοινοποιηθείσα πράξη συγκεντρώσεως.

257.
    Η ίδια συλλογιστική πρέπει να εφαρμοστεί σχετικά με την πληθώρα σημάτων της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, της οποίας ο ασύγκριτος χαρακτήρας προκύπτει επίσης από το αφηρημένο άθροισμα των σημάτων που κατέχουν οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις στο σύνολο του εδάφους του ΕΟΧ.

258.
    Δεδομένου ότι δεν προσφέρει κατ' ανάγκη όλη την γκάμα προϊόντων χαμηλής τάσεως σε κάθε μία από τις διάφορες επηρεαζόμενες εθνικές τομεακές αγορές, ο όμιλος Schneider-Legrand δεν θα διαθέτει κατ' ανάγκη εκεί το σύνολο των σημάτων των οποίων είναι κάτοχος σε ολόκληρο το έδαφος του ΕΟΧ.

259.
    Πρέπει, εξάλλου, να ληφθεί υπόψη ο αριθμός και η καλή φήμη των άλλων ανταγωνιστών που είναι παρόντες σε κάθε εθνική τομεακή αγορά. .τσι, από απάντηση που έδωσε η Επιτροπή κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση σε ερώτηση του Πρωτοδικείου προκύπτει ότι, έναντι των τεσσάρων ανταγωνιστών που περιλαμβάνονται στους πίνακες 27 και 28 οι οποίοι παρατίθενται στη σκέψη 172 ανωτέρω, ο όμιλος Schneider-Legrand κατέχει, για παράδειγμα μόνο δύο σήματα στην αγορά διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής στη Δανία, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία.

260.
    Το Πρωτοδικείο παρατηρεί επίσης ότι, έστω και αν γίνει δεκτή η σημασία της γκάμας εξαρτημάτων και του σήματος στον ανταγωνισμό, ωστόσο, όπως παρατηρεί η ίδια η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 176, η ισχύς ενός σήματος στηρίζεται κυρίως στην ανταγωνιστικότητα των διαφόρων εξαρτημάτων του.

261.
    Το κριτήριο αυτό τείνει να σχετικοποιήσει τη σημασία που η Επιτροπή προσδίδει με τη συλλογιστική της στην πληθώρα σημάτων που θα έχει η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

262.
    Επομένως, κακώς η Επιτροπή αναφέρθηκε στο σύνολο της γκάμας των προϊόντων και στην πληθώρα σημάτων που θα έχει η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση στο σύνολο του ΕΟΧ για να εκτιμήσει την οικονομική της ισχύ σε κάθε μία από τις διάφορες εθικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη.

263.
    Στο μέτρο αυτό, η Επιτροπή προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

264.
    Επομένως, ο λόγος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός.

Επί του έκτου λόγου, που αντλείται από τα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως τα οποία καθιστούν πλημμελή την ανάλυση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως σε ορισμένες εθνικές αγορές διατάξεων για πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος

- Επιχειρήματα των διαδίκων

265.
    Η Schneider αμφισβητεί την άρνηση που της αντέταξε η Επιτροπή να υπολογίσει στα μερίδια αγοράς των ΑΒΒ και Siemens, δύο από τους κύριους ανταγωνιστές της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, την όχι αμελητέα ποσότητα πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες που οι δύο αυτές εταιρίες πραγματοποιούν με τους εγκαταστάστες και τους κατασκευαστές πινάκων τους οποίους έχουν εντάξει στην κάθετη διάρθρωση του ομίλου τους.

266.
    Στο μέτρο που όλοι έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν τους διαγωνισμούς που προκηρύσσονται για τα μεγάλα οικοδομικά έργα, οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων πρέπει να θεωρούνται ως άμεσοι ανταγωνιστές, ανεξαρτήτως του αν ασκούν συνδυασμένες δραστηριότητες κατασκευαστή ηλεκτρικών πινάκων και εγκαταστάτη.

267.
    Οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις ανέφεραν στην Επιτροπή συγκεκριμένα παραδείγματα προσφορών στις οποίες αντιμετώπισαν τον άμεσο ανταγωνισμό των προσφορών που οι ΑΒΒ και Siemens είχαν υποβάλει μέσω των θυγατρικών τους.

268.
    Ο ανταγωνισμός αυτός υλοποιεί την ύπαρξη μιας αγοράς ανεξάρτητης από τους διαύλους διανομής που ευνοεί κάθε κατασκευαστής. Στο μέτρο αυτό, η αγορά διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες διακρίνεται ριζικά στις περιπτώσεις εσωτερικής παραγωγής που προορίζεται να μεταποιηθεί με αποκλειστικό σκοπό την ιδιοκατανάλωση.

269.
    Αρνούμενη να λάβει υπόψη τις συνδυασμένες πωλήσεις της ΑΒΒ και της Siemens, η Επιτροπή υποεκτίμησε τα μερίδια αγοράς αυτών των δύο εταιριών και, κατά συνέπεια, υπερεκτίμησε την οικονομική ισχύ της νέας οντότητας στη γαλλική και στην ιταλική αγορά διατάξεων για επιμέρους πίνακες διανομής, καθώς και στη δανική, ισπανική, γαλλική, ιταλική και πορτογαλική αγορά διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής.

270.
    Η Schneider προσάπτει εν συνεχεία στην Επιτροπή ότι υπέπεσε σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως στον χαρακτηρισμό των συνδυασμένων πωλήσεων της ΑΒΒ και της Siemens. Η Schneider αναφέρει ότι εκτίμησε σε [...]* το μερίδιο συνδυασμένων πωλήσεων στον κύκλο εργασιών που πρέπει να ληφθεί υπόψη για την πώληση πινάκων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο εκείνου του 5 % που ανακοίνωσε η Siemens κατά την ακρόαση της 21ης Αυγούστου 2001 και δέχθηκε, χωρίς εξέταση, η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 527.

271.
    Η μελέτη Schroder Salomon Smith Barney επιβεβαιώνει ως εξής την εκτίμηση της Schneider:

«Around [...](7) of [Automation] & [Drives] 2000 sales that includes Low Voltage Activities were made to other Siemens divisions».

272.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι δεν έλαβε υπόψη τις συνδυασμένες πωλήσεις ηλεκτρικών διατάξεων που πραγματοποίησε η ΑΒΒ και η Siemens, διότι τα προϊόντα αυτά δεν μπορούν να επαναπροσανατολιστούν αμέσως στην ελεύθερη αγορά. Ως τέτοια, δεν ασκούν άμεση ανταγωνιστική πίεση και δεν θα πρέπει να ενταχθούν στον υπολογισμό των μεριδίων αγοράς των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων, ειδικότερα όταν προσκομίζεται προστιθέμενη αξία στα εν λόγω προϊόντα [απόφαση 2002/174/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μα.ου 2000, με την οποία μια συγκέντρωση κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη Συμφωνία ΕΟΧ (υπόθεση COMP/M.1693 - Alcoa/Reynolds), ΕΕ 2002, L 58, σ. 25]. Αυτή η πρακτική λήψεως αποφάσεων εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο με την απόφασή του της 28ης Απριλίου 1999, Τ-221/95, Endemol κατά Επιτροπής (Συλλογή 1999, σ. ΙΙ-1299, σκέψη 109).

273.
    Κάθε μία από τις κατηγορίες επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στα τρία επίπεδα της κάθετης αλυσίδας παραγωγής των ηλεκτρικών επιμέρους πινάκων διανομής και πινάκων τελικής διανομής προσκομίζει προστιθέμενη αξία στα εξαρτήματα [χονδρέμποροι (περίπου 20 %), κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων (περίπου 15 έως 20 %), και εγκαταστάτες (περίπου 80 %)], πριν την εγκατάσταση στον τελικό πελάτη (αιτιολογική σκέψη 523 και σημείο 179 του υπομνήματος αντικρούσεως).

274.
    Επομένως, η Schneider δεν μπορεί να προσάπτει στην Επιτροπή ότι διέκρινε μεταξύ φερομένων τρόπων διανομής, δεδομένου ότι οι ηλεκτρικές διατάξεις που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των συνδυασμένων δραστηριοτήτων της ΑΒΒ και της Siemens δεν πωλούνται αλλά ενσωματώνονται απευθείας στους πίνακες που συναρμολογούνται και καλωδιώνονται (δραστηριότητα του κατασκευαστή πινάκων) ή τοποθετούνται (δραστηριότητα του εγκαταστάτη).

275.
    Προκειμένου αυτές οι εσωτερικές πωλήσεις να είναι διαθέσιμες σε σύντομο χρονικό διάστημα και σε ελάχιστο κόστος, θα πρέπει οι ενδιαφερόμενοι κατασκευαστές να έχουν οικονομικό συμφέρον να διαθέτουν στην ελεύθερη αγορά τις ηλεκτρικές διατάξεις που χρησιμοποιούν στις ενταγμένες δραστηριότητές τους.

276.
    Προς τούτο, η Schneider δεν μπορεί, χωρίς να αντιφάσκει, να υποστηρίζει συγχρόνως ότι η ΑΒΒ και η Siemens ήσαν έτοιμες να παραιτηθούν από τις πωλήσεις τους ως κατασκευαστές πινάκων ή εγκαταστάτες προς όφελος των πρόσθετων πωλήσεων ηλεκτρικών διατάξεων ως κατασκευαστές, αφενός, και ότι οι δύο αυτοί επιχειρηματίες απολαύουν ενός ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος χάρη στις ενταγμένες δραστηριότητές τους, αφετέρου. Εξάλλου, αυτή η εγκατάλειψη των πωλήσεων θα ήταν τότε προς όφελος τρίτων κατασκευαστών πινάκων και εγκαταστατών οι οποίοι δεν θα χρησιμοποιούν κατ' ανάγκη ηλεκτρικές διατάξεις της ΑΒΒ και της Siemens.

277.
    Ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι δύο αυτές εταιρίες έχουν προς τούτο συμφέρον, θα πρέπει ακόμη να έχουν το μέσο να διαθέτουν τις «πρώην εσωτερικές τους πωλήσεις», πράγμα που επιβάλλει, μεταξύ άλλων, μεγαλύτερη πρόσβαση στη διανομή και ένα αναγνωρισμένο σήμα.

278.
    Η δυνατότητα υποκαταστάσεως αυτής της εσωτερικής προσφοράς με την προσφορά στην ελεύθερη αγορά επομένως δεν θα είναι σαφώς άμεση, πράγμα που αποκλείει την ένταξη των εσωτερικών πωλήσεων της ΑΒΒ και της Siemens στον υπολογισμό των μεριδίων τους στην αγορά.

279.
    .σον αφορά την ποσοτική αποτίμηση των εσωτερικών πωλήσεων ηλεκτρικών διατάξεων της ΑΒΒ και της Siemens, η Επιτροπή αναφέρει ότι προέβη στην αποτίμηση αυτή εντελώς επικουρικά, με βάση τα στοιχεία που έδωσαν οι επιχειρηματίες, προκειμένου να καταδείξει τη μικρή επίπτωσή τους.

280.
    Οι διαφορετικές μέθοδοι εκτιμήσεως που πρότεινε η Schneider δεν πείθουν. Εν πάση περιπτώσει, και αν ακόμη περιληφθούν οι εσωτερικές πωλήσεις, εφόσον αυτές αποτιμηθούν ορθά, μόνον οριακά θα μεταβάλουν τον συσχετισμό δυνάμεων στις σχετικές αγορές (αιτιολογική σκέψη 528).

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

281.
    Πρώτον, από την πρώτη έκθεση NERA, μη επικριθείσα επί του σημείου αυτού από την Επιτροπή, προκύπτει ότι η εκτέλεση μεγάλων οικοδομικών έργων πραγματοποιείται κανονικά μέσω διαγωνισμών στους οποίους οι κατασκευαστές μετέχουν με απευθείας υποβολή προσφορών.

282.
    Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι, στο πλαίσιο τέτοιων τρόπων ανταγωνισμού, οι ΑΒΒ και Siemens, ως κάθετοι διαρθρωμένοι παραγωγοί, ανταγωνίζονται τους μη κάθετα διαρθρωμένους ομολόγους τους όπως η Schneider, είτε ευθέως όταν οι τελευταίοι συνεργάζονται με κατασκευαστές πινάκων και εγκαταστάτες για να υποβάλουν τις προσφορές τους, είτε εμμέσως όταν οι ίδιοι αυτοί κατασκευαστές πωλούν τις διατάξεις για πίνακες στον κατασκευαστή πινάκων στον οποίο κατακυρώθηκε η προσφορά. Στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι τιμές των κατασκευαστών χωρίς κάθετη διάρθρωση υφίστανται ευθέως την ανταγωνιστική πίεση που προκύπτει από τις παράλληλες προσφορές των ΑΒΒ και Siemens στους ίδιους διαγωνισμούς.

283.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η συλλογιστική που ακολούθησε η Επιτροπή για να αρνηθεί να υπολογίσει τις εσωτερικές πωλήσεις διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες της ΑΒΒ και της Siemens, που στηρίζεται στα τρία επίπεδα της κάθετης αλυσίδας παραγωγής ηλεκτρικών πινάκων, δεν μπορεί να αποτελέσει πρόσφορη απάντηση στους τρόπους άμεσου ανταγωνισμού που ασκούνται μεταξύ των παραγωγών οι οποίοι συμμετέχουν στους διαγωνισμούς που προκηρύσσονται για την εκτέλεση μεγάλων οικοδομικών έργων.

284.
    Αυτός ο άνισος ανταγωνισμός μεταξύ κατασκευαστών, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την απουσία χονδρεμπόρων, διαφαίνεται εξάλλου έμμεσα στο σημείο V A της Αποφάσεως, που αφιερώνεται στην περιγραφή του συνόλου του τομέα ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

285.
    Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι οι μεγάλοι πελάτες και οι μεγάλοι κατασκευαστές πινάκων, οι οποίοι εργάζονται στις περίπλοκες υποθέσεις, πολύ συχνά εφοδιάζονται απευθείας από τους κατασκευαστές (αιτιολογικές σκέψεις 25 και 29).

286.
    Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, στην αιτιολογική σκέψη 41, ότι, στις περισσότερες βιομηχανικές συμβάσεις και στις μεγάλες οικοδομικές συμβάσεις, οι κατασκευαστές πωλούν απευθείας τα σχετικά ηλεκτρικά υλικά, είτε στον τελικό καταναλωτή, για τα μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα, είτε στους μεγάλους κατασκευαστές πινάκων.

287.
    Στην αιτιολογική σκέψη 71, η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη ότι υπάρχει χωρισμός μεταξύ των μεγάλων έργων και των άλλων εγκαταστάσεων όπου οι χονδρέμποροι αποτελούν αναγκαίο ενδιάμεσο μεταξύ κατασκευαστών και εγκαταστατών (ή κατασκευαστών πινάκων), προτού καταλήξει, στην αιτιολογική σκέψη 79, ότι, για τις βιομηχανικές συμβάσεις και τις μεγάλες οικοδομικές συμβάσεις, οι εξοπλισμοί επιλέγονται γενικά από τον κύριο του έργου ή ένα μεγάλο κατασκευαστή πινάκων και παραλαμβάνονται απευθείας από τους κατασκευαστές.

288.
    Δεύτερον, το Πρωτοδικείο δεν θεωρεί ότι αποδείχθηκε ότι ο υπολογισμός των συνδυασμένων πωλήσεων της ΑΒΒ και της Siemens στα μερίδια αγοράς τους δεν μεταβάλλουν, εν πάση περιπτώσει, παρά μόνον οριακά την αποτίμηση του συσχετισμού δυνάμεων στις σχετικές αγορές.

289.
    Αν γίνει δεκτός ο παραδοσιακός προσανατολισμός των ΑΒΒ και Siemens προς τους βιομηχανικούς πελάτες, όπως η Επιτροπή φαίνεται να αποδέχεται την ιδέα στην αιτιολογική σκέψη 42, το γεγονός αυτό είναι ικανό να επιτείνει την ποσοτική σημασία των συνδυασμένων πωλήσεων αυτών των δύο εταιριών στα αντίστοιχα μερίδιά τους στην αγορά.

290.
    Αντιθέτως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, λόγω της απουσίας της Legrand από τον τομέα των διατάξεων για γενικούς πίνακες διανομής, η επίδικη πράξη συγκεντρώσεως δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να παρεμποδίζει σημαντικά τον ανταγωνισμό στον τομέα αυτό (αιτιολογική σκέψη 245).

291.
    Τέλος, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι, κατά την αιτιολογική σκέψη 17, ένας τρίτος σημαντικός ανταγωνιστής της Schneider, η GE, έχει επίσης σε κάποιο βαθμό κάθετη διάρθρωση.

292.
    Επομένως, κακώς η Επιτροπή αρνήθηκε να υπολογίσει στα μερίδια αγοράς των ΑΒΒ και Siemens τις συνδυασμένες πωλήσεις διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες.

293.
    Για να εκτιμήσει ότι ο υπολογισμός των συνδυασμένων αυτών πωλήσεων είχε μόνον οριακή επίπτωση, η Επιτροπή στηρίζεται στην εκ μέρους της αποτίμηση στο 5 % του κύκλου εργασιών των ΑΒΒ και Siemens που είναι συναφής με την παραγωγή τους διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες.

294.
    Το ποσοστό αυτό συνιστά ωστόσο μια γενική εκτίμηση, που παρέχεται χωρίς άλλες διευκρινίσεις, των συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, το οποίο επιπλέον δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη εθνική αγορά. .μως, η Επιτροπή διευκρίνισε, στην αιτιολογική σκέψη 28, ότι οι ΑΒΒ και Siemens ασκούν τις δικές τους δραστηριότητες ως κατασκευαστές πινάκων μόνο σε ορισμένες χώρες.

295.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, δεν μπορεί να αποδοθεί αποδεικτική αξία στο ποσοστό του 5 % που επαναλαμβάνει η Επιτροπή, το οποίο δεν έχει αξιοπιστία και το οποίο, άλλωστε, δεν αφορά παρά μόνον τις δραστηριότητες που ασκεί η Siemens, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αντίθετα προς ό,τι αφήνει να νοηθεί η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 528, το ποσοστό αυτό δεν επιτρέπει να μετρηθεί το μέγεθος των διορθώσεων στα μερίδια αγοράς που πρέπει να προκύψουν από την ενσωμάτωση των συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες που πραγματοποιούν οι ανταγωνιστές της Schneider ούτε, κατά συνέπεια, επιτρέπει τον ισχυρισμό ότι η συνεκτίμηση των συνδυασμένων πωλήσεων των ανταγωνιστών μόνον οριακά επηρεάζει τη θέση της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση στις επηρεαζόμενες εθνικές αγορές, στις οποίες αναφέρονται οι αιτιάσεις που απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

296.
    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, αρνούμενη να υπολογίσει στα μερίδια αγοράς των ΑΒΒ και Siemens τις συνδυασμένες πωλήσεις διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες που πραγματοποιούν οι δύο αυτοί όμιλοι, η Επιτροπή υποεκτίμησε την οικονομική ισχύ αυτών των δύο σημαντικών ανταγωνιστών της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση και, αντιστοίχως, υπερεκτίμησε την ισχύ αυτής της οντότητας στη γαλλική και στην ιταλική αγορά διατάξεων για επιμέρους ηλεκτρικούς πίνακες, καθώς και στη δανική, ισπανική, γαλλική, ιταλική και πορτογαλική αγορά διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής.

297.
    Επομένως, ο λόγος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός.

Επί του έβδομου λόγου, που αντλείται από την εσφαλμένη ανάλυση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως στη δανική αγορά διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής

- Επιχειρήματα των διαδίκων

298.
    Πρώτον, η Schneider αμφισβητεί ότι η νέα οντότητα κατέχει στη Δανία δεσπόζουσα θέση ή έχει μια χωρίς προηγούμενο ισχύ στις αγορές που αφορούν τους αυτόματους μικροδιακόπτες, τους διακόπτες ισχύος και τα κουτιά που προορίζονται για τους πίνακες τελικής διανομής.

299.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι η νέα οντότητα θα διαθέτει μερίδιο αγοράς ενδεικτικό δεσπόζουσας θέσεως (αιτιολογικές σκέψεις 534 έως 536), διότι θα είναι ουσιωδώς υπέρτερο των μεριδίων αγοράς των ανταγωνιστών της (αιτιολογική σκέψη 542). Το άθροισμα των μεριδίων των τριών κυριότερων ανταγωνιστών της δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση αυτή τη διαπίστωση.

300.
    Δεύτερον, η Schneider ισχυρίζεται ότι τίποτε δεν επέτρεπε στην Επιτροπή να ισχυριστεί, στην αιτιολογική σκέψη 546, ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα εξάλειφε επίσης τον ανταγωνισμό μεταξύ Schneider και Legrand. Δεν υπήρξε ποτέ καμία αντιπαλότητα μεταξύ αυτών των δύο εταιριών στις δανικές αγορές.

301.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι η Legrand υπήρξε ενεργός ανταγωνιστής στη δανική αγορά πινάκων τελικής διανομής (ή των διατάξεών τους) και κατείχε σημαντική θέση (αιτιολογική σκέψη 545). Υπήρχε πάντοτε ανταγωνισμός μεταξύ Schneider και Legrand και η προταθείσα συγκέντρωση θα επέτρεπε στη συγχωνευθείσα οντότητα να κατακτήσει αδιαμφισβήτητη ηγετική θέση στην αγορά αυτή.

302.
    Τρίτον, η Schneider υποστηρίζει ότι η πληθώρα προϊόντων που αποδίδεται από την Επιτροπή στη νέα οντότητα δεν αποδεικνύεται από τον πίνακα 30 της Αποφάσεως, που παρατίθεται στη σκέψη 165 ανωτέρω. Ο πίνακας αυτός πρέπει να αντικατασταθεί με ανάλυση του ανταγωνισμού που η Επιτροπή παρέλειψε να πραγματοποιήσει όσον αφορά τις δανικές αγορές.

303.
    Επιπροσθέτως, ούτε οι επικαλύψεις ούτε τα πραγματικά μερίδια αγοράς της νέας οντότητας εκφράζονται στον πίνακα αυτό, δεδομένου ότι η Επιτροπή περιορίστηκε να δώσει απλώς ψαλίδες. Ούτε οι ανταγωνιστές περιλαμβάνονται στην περιγραφή αυτή. Τέλος, η Επιτροπή χρησιμοποίησε μόνον τη γαλλική αγορά για να σχολιάσει τον πίνακα 30, στην αιτιολογική σκέψη 552, που κατά λοιπά είναι πλήρης αντιφάσεων.

304.
    Η Επιτροπή παρατηρεί ότι με τον πίνακα 30 γίνεται προσπάθεια να καταδειχθεί το ουσιώδες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που απολαύει ο όμιλος Schneider-Legrand σε κάθε μία από τις αγορές που επηρεάζονται από την πράξη συγκεντρώσεως, λόγω των ισχυρών θέσεών της, στην ίδια γεωγραφική αγορά, σε άλλες αγορές προϊόντων όπου παρεμβαίνουν οι ίδιοι χονδρέμποροι (αιτιολογικές σκέψεις 567 έως 578).

305.
    Τέταρτον, η Schneider είναι της γνώμης ότι το επιχείρημα που συνάγει η Επιτροπή από τη χωρίς προηγούμενο πληθώρα σημάτων της Schneider δεν επιβεβαιώνει τη φερόμενη δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως στη σχετική αγορά. Το σήμα Legrand είναι άγνωστο στους εγκαταστάτες στη Δανία.

306.
    Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι εξήγησε, στις αιτιολογικές σκέψεις 554 έως 565, ότι η πληθώρα σημάτων που έχει στη διάθεσή της η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα της παράσχει ουσιώδες ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι καθενός από τους ανταγωνιστές της. Οι ηλεκτρικοί πίνακες και οι διατάξεις τους που διατίθενται στο εμπόριο με το σήμα Legrand αντιπροσώπευαν [...] (8) των πωλήσεων στη Δανία κατά το 2000. Εξάλλου, το σήμα Legrand χρησιμοποιείται για την εμπορία άλλων κατηγοριών ηλεκτρικών εξοπλισμών χαμηλής τάσεως στη Δανία και επίσης απολαύει εκεί ορισμένης φήμης.

307.
    Εξάλλου, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 565, το να κατέχει κανείς περισσότερα σήματα του επιτρέπει να σταθεροποιήσει την ισχύ του στην αγορά με τη δυνατότητα να ασκεί αντίποινα που στρέφονται κατά των ανταγωνιστών ή να συγκεντρώνει τις εμπορικές του προσπάθειες σε ένα από τα δύο σήματα.

308.
    Πέμπτον, η Schneider θεωρεί ότι η απουσία σημαντικής πιέσεως όσον αφορά τη ζήτηση στη Δανία δεν αποδείχθηκε. Η Επιτροπή ουδόλως απέδειξε ότι η νέα οντότητα θα αποτελεί απαράκαμπτο εταίρο για τους χονδρέμπορους, ότι το υψηλό επίπεδο συγκεντρώσεως δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά πίεση προς μείωση των τιμών και ότι οι περίπλοκες σχέσεις μεταξύ του ομίλου Schneider-Legrand και των χονδρεμπόρων θα ευνοήσει τη διατήρηση της θέσεως της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση. Η Απόφαση δεν περιέχει καμία περιγραφή της ζητήσεως στη δανική αγορά, η οποία δεν περιλαμβάνεται καν στον πίνακα 31, που παρατίθεται στη σκέψη 217 ανωτέρω.

309.
    Υπήρχε στη Δανία μια πολύ ισχυρή συγκέντρωση χονδρεμπόρων, ικανή να ασκεί όχι αμελητέα πίεση επί των κατασκευαστών. Ουδόλως προκύπτει ότι η δημιουργία της νέας οντότητας θα ευνοούσε τη σύναψη, μεταξύ Schneider και ορισμένων διανομέων, συμφωνιών συγκλίσεως οι οποίες δεν υπήρχαν προηγουμένως. Οι απευθείας πωλήσεις στους κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων και στους εγκαταστάτες αποτελεί το 50 % όλων των πωλήσεων. Η ζήτηση είναι συνάρτηση των εγκαταστατών και όχι των χονδρεμπόρων, οι οποίοι στην πράξη επιφορτίζονται με τη διαχείριση των προϊόντων που ζητούν οι εγκαταστάτες.

310.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι ούτε οι χονδρέμποροι, ούτε οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων, ούτε οι εγκαταστάτες θα ήσαν σε θέση να αντιταχθούν σε μια αύξηση των τιμών της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση. Στη Δανία, οι διανομείς αποτελούν λιγότερο σημαντικό μέσο διανομής των προϊόντων των κατασκευαστών, λόγω του ποσοστού του 50 % των απευθείας πωλήσεων στους κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων και στους εγκαταστάτες. Οι εγκαταστάτες και οι κατασκευαστές ηλεκτρικών πινάκων είναι εξαιρετικά πολυάριθμοι και η ατομική τους βαρύτητα είναι μικρή στις συνολικές πωλήσεις των κατασκευαστών. Εξάλλου, δεν φαίνεται ότι έχουν κίνητρο να ασκούν πίεση επί των κατασκευαστών.

311.
    .κτον, τέλος, η Schneider παρατηρεί ότι η απουσία σημαντικής ανταγωνιστικής πιέσεως, άποψη που δέχθηκε η Επιτροπή, ουδόλως αποδεικνύεται, αφού ελλείπει κάθε ανάλυση του ανταγωνισμού στη δανική αγορά των πινάκων τελικής διανομής. Τρεις σημαντικοί ανταγωνιστές, οι ΑΒΒ, Siemens και Hager, μοιράζονται [...](9) ή [...]* της αγοράς αυτής.

312.
    Η Schneider προσάπτει σοβαρές αντιφάσεις στην Επιτροπή. Στην αιτιολογική σκέψη 610, η τελευταία ισχυρίζεται ότι, κατά την Hager, η ανάπτυξη μιας παρόμοιας γκάμας με εκείνη της νέας οντότητας σε όλες τις χώρες για τις οποίες γίνεται λόγος είναι σχεδόν αδύνατη. Ωστόσο, η Επιτροπή παρατηρεί, στην αιτιολογική σκέψη 141, ότι «[t]ous les grands concurrents des parties comme ABB, Siemens ou Hager, disposent de gammes complètes de composants» («όλοι οι μεγάλοι ανταγωνιστές των κοινοποιουσών επιχειρήσεων όπως οι ΑΒΒ, Siemens ή Hager, διαθέτουν πλήρεις σειρές ηλεκτρικών διατάξεων»).

313.
    Η Επιτροπή υπενθυμίζει, στην αιτιολογική σκέψη 609, ότι χαρακτήρισε απίθανη την είσοδο ενός νέου ανταγωνιστή στη δανική αγορά των πινάκων τελικής διανομής (ή των διατάξεών τους), λόγω ακριβώς των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που σώρευσε η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση (αιτιολογικές σκέψεις 595 έως 608).

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

314.
    .πως προκύπτει από την παράθεση του λόγου ακυρώσεως, η Schneider επικαλείται, ενόψει των δανικών αγορών διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής, τα σφάλματα, διαπιστωθέντα ήδη ανωτέρω, που η Επιτροπή διέπραξε κατά την εκτίμηση της οικονομικής ισχύος της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση σε κάθε μία από τις διάφορες εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα συναλλαγή και απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

315.
    Επομένως, τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Επιτροπή για να δεχθεί, στις αιτιολογικές σκέψεις 611 και 613, το ασυμβίβαστο της επίδικης συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά, όσον αφορά τις επίμαχες αγορές ηλεκτρικών διατάξεων πάσχουν τις ίδιες πλημμέλειες με τις διαπιστωθείσες ήδη από το Πρωτοδικείο κατά την εξέταση του τρίτου, τέταρτου, πέμπτου και έκτου λόγου ακυρώσεως.

316.
    Η επιχειρηματολογία που ανέπτυξε η Schneider σχετικά με τις δανικές αγορές ηλεκτρικών διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής, εκτός του ότι διασαφηνίζει τους προηγούμενους λόγους, εμφανίζει συμπληρωματικό χαρακτήρα σε σχέση με αυτούς.

317.
    Πράγματι, προκύπτει συναφώς ότι η ανάλυση της Επιτροπή ως προς την επίπτωση της πράξεως συγκεντρώσεως στις δανικές αγορές των εν λόγω προϊόντων φέρει το στίγμα συγκεκριμένων πλημμελειών, που επηρεάζουν ειδικότερα τη νομιμότητα της διαπιστώσεως περί ασυμβιβάστου ενόψει των αγορών αυτών.

318.
    .τσι, ο μη υπολογισμός των συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες της ΑΒΒ και της Siemens στα μερίδια δανικών αγορών διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής, που ελέγχουν οι δύο αυτές εταιρίες, οδήγησε την Επιτροπή να υπερεκτιμήσει την οικονομική ισχύ του ομίλου Schneider-Legrand στις αγορές αυτές.

319.
    Συναφώς, από την ανάγνωση του κατωτέρω πίνακα, ο οποίος ελήφθη από το σημείο 461 του δικογράφου της προσφυγής, προκύπτει όντως ότι τα μερίδια που κατέχει ο όμιλος Schneider-Legrand στις αγορές αυτές μπορούν να ποικίλλουν αισθητά αναλόγως του αν λαμβάνονται ή όχι υπόψη οι συνδυασμένες πωλήσεις ηλεκτρικών διατάξεων τις οποίες η Schneider πιστώνει στις ΑΒΒ και Siemens.

Δανικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής

Αυτόματοι διακόπτες

(%)

Διακόπτες ισχύος

(%)

Κιβώτια

(%)

Χωρίς

συνδυασμένες

πωλήσεις

Με συνδυασμένες

πωλήσεις

Χωρίς

συνδυασμένες

πωλήσεις

Με συνδυασμένες

πωλήσεις

Χωρίς

συνδυασμένες

πωλήσεις

Με συνδυασμένες

πωλήσεις

Schneider [...] * Schneider [...] * Schneider [...] * Schneider [...] * Schneider [...] * Schneider [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
ABB [...] * ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] * ABB [...] *
Siemens [...] *
Siemens [...] *
Siemens [...] * Siemens [...] * Siemens [...] * Siemens [...] *
Legrand [...] *
Legrand [...] * Legrand [...] * Legrand [...] * Legrand [...] * Legrand [...] *
S+L [...] *
S+L [...] * S+L [...] * S+L [...] * S+L [...] * S+L [...] *

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

320.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποδείχθηκε ότι, παρά την ποσοτική σημασία που εν πάση περιπτώσει αυτή ενέχει, το άθροισμα των μεριδίων αγοράς της Legrand και της Schneider, ως συνέπεια της κοινοποιηθείσας συναλλαγής, αρκεί αφεαυτό για να δημιουργηθεί δεσπόζουσα θέση σε κάθε μία από τις διαφορετικές αυτές αγορές.

321.
    Επιπροσθέτως, έστω και αν θεωρηθεί αποδειχθείσα, η ενδεχόμενη δεσπόζουσα θέση της νέας οντότητας δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί, από την ανάγνωση της Αποφάσεως, ότι έχει ως συνέπεια να παρεμποδίζει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στη Δανία, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

322.
    Πρώτον, δεν αποδείχθηκε ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα, αντίθετα από ό,τι δέχεται η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 544, την εξάλειψη του «άμεσου ανταγωνισμού» στις δανικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής.

323.
    Πράγματι, από τη σύγκριση των μεριδίων αγοράς των κυριότερων επιχειρηματιών που παρατίθενται στον πίνακα 28 και στον πίνακα της σκέψεως 319 ανωτέρω προκύπτει ότι η Legrand κατέχει την πέμπτη θέση σε κάθε μία από τις αγορές των εν λόγω προϊόντων και έτσι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «άμεσος ανταγωνιστής» της Schneider.

324.
    Αντίθετα από ό,τι παρατηρεί η Επιτροπή στις αιτιολογικές σκέψεις 544 και 545, δεν προκύπτει ότι η προτεινόμενη συναλλαγή μπορεί να αναλυθεί, στις δανικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής, ως σημαντική ενίσχυση του κατέχοντος ηγετική θέση με την απόκτηση συμπληρωματικών δραστηριοτήτων στις άλλες τομεακές αγορές ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

325.
    Η Legrand είναι απούσα τόσο από όλα τα τμήματα της δανικής αγοράς εξοπλισμών για ηλεκτρικές απολήξεις που απαριθμούνται στον πίνακα 35, ο οποίος παρατίθεται στη σκέψη 173 ανωτέρω, όπως και από τις δανικές αγορές προκατασκευασμένων αγωγών και στηριγμάτων για καλώδια, όπως προκύπτει από τους πίνακες 14 και 15 κατωτέρω που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 286 και 288 της Αποφάσεως.

Πίνακας 14

Μερίδια αγοράς των κυριότερων επιχειρηματιών που ασκούν δραστηριότητα στην αγορά προκατασκευασμένων αγωγών στα κυριότερα κράτη μέλη του ΕΟΧ

Schneider
Moeller
Zucchini
Pogliano
Λοιποί 1
Λοιποί 2
Γερμανία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
Siemens [...] *
Lanz [...] *
Αυστρία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
Lanz [...] *
Βέλγιο
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
EAE [...] *
Δανία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
Ισπανία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
Γαλλία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
Erico [...] *
Φινλανδία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
MEM [...] *
Μεγάλη

Βρετανία

[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
MEM [...] *
Ελλάς
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
EAE [...] *
Ιρλανδία
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *
MEM [...] *
Νορβηγία
[...] *
[...] *
[...] *
Κάτω Χώρες
[...] *
[...] *
[...] *
EAE [...] *
Πορτογαλία
[...] *
[...] *
[...] *
Σύνολο ΕΟΧ
[...] *
[...] *
[...] *
[...] *

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

Πίνακας 15

Μερίδια αγοράς των κυριότερων επιχειρηματιών που ασκούν δραστηριότητα στην αγορά στηριγμάτων για καλώδια στα διάφορα κράτη μέλη του ΕΟΧ

Schneider
Legrand
Hager
Λοιποί 1
Λοιποί 2
Γερμανία
[...] *
[...] *
[...] *
OBO
Van Geel
Αυστρία
[...] *
[...] *
[...] *
Βέλγιο
[...] *
[...] *
Vergocan
Van Geel
Δανία
[...] *
[...] *
[...] *
RM Industrial Group
Van Geel
Ισπανία
[...] *
[...] *
[...] *
Φινλανδία
[...] *
[...] *
Meka
Nordic Aluminium
Γαλλία
[...] *
[...] *
[...] *
Tolmega [...] *
Métal Déployé [...] *
Μεγ. Βρετανία
[...] *
[...] *
[...] *
RM Cable Tray [...] *
Unitrust [...] *
Ελλάς
[...] *
[...] *
Ιρλανδία
[...] *
[...] *
RM Cable Tray
Unitrust
Ιταλία
[...] *
[...] *
[...] *
Sati [...] *
ABB [...] *
Νορβηγία
[...] *
[...] *
[...] *
Ögland
Van Geel
Κάτω Χώρες
[...] *
[...] *
[...] *
Van Geel
Gouda
Πορτογαλία
[...] *
[...] *
[...] *
Σουηδία
[...] *
[...] *
[...] *
Meka
Van Geel
Σύνολο
[...] *
[...] *
[...] *

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

326.
    Αντίθετα από την ανάγνωση του πίνακα 30 στην οποία προβαίνει η Επιτροπή με την υπομνησθείσα ανωτέρω επιχειρηματολογία της, τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην απόφαση δεν επιτρέπουν επομένως να αποδειχθεί ότι η οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα απολαύει σημαντικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, υπό τη μορφή ισχυρών θέσεων στις άλλες τομεακές αγορές εκτός εκείνων των διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής.

327.
    Τελικά, δεν προκύπτει από τους πίνακες 14, 15 και 35 ότι η παρουσία του ομίλου Schneider-Legrand σ' αυτές τις άλλες τομεακές αγορές της Δανίας είναι αποτέλεσμα της πράξεως συγκεντρώσεως. Από την εξέταση των προαναφερομένων πινάκων προκύπτει μάλλον ότι η παρουσία αυτή απορρέει από τις θέσεις τις οποίες η Schneider κατείχε εκεί πριν την πραγματοποίηση της πράξεως αυτής.

328.
    Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να θεωρήσει ως έχουσα επαρκές έρεισμα τη θέση της Επιτροπής, εκφρασθείσα στην αιτιολογική σκέψη 546, κατά την οποία η συγχώνευση της Schneider και της Legrand θα εξαλείψει «la compétition entre les deux entreprises, dont la rivalité semblait constituer un élément central de la concurrence dans les pays concernés» («τον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο επιχειρήσεων, των οποίων η αντιπαλότητα φαίνεται να αποτελούσε κεντρικό στοιχείο του ανταγωνισμού στις ενδιαφερόμενες χώρες»).

329.
    Εκτός από το γεγονός ότι η σημασία της δεν διαπιστώθηκε σαφέστατα, η αντιπαλότητα αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδειχθείσα όσον αφορά τη Δανία. Τα παραδείγματα που παραθέτει η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 547 προς στήριξη της αποδείξεώς της αφορούν αποκλειστικά τη Γαλλία και την Ποργογαλία. .σον αφορά την αιτιολογική σκέψη 540, αυτή περιορίζεται σε μια γενική αναφορά στην «disparition de la rivalité entre Schneider et Legrand dans certains marchés» («εξαφάνιση της αντιπαλότητας μεταξύ Schneider και Legrand σε ορισμένες αγορές»), χωρίς άλλη διευκρίνιση.

330.
    Εξάλλου, μια τέτοια αντιπαλότητα δεν μπορούσε καν να υπολογιστεί εκ των προτέρων σ' αυτή τη χώρα των δύο επιχειρήσεων των οποίων το κέντρο βάρους είναι, κατά την Απόφαση, για τη μια στη βόρεια Ευρώπη και, για την άλλη, στη νότια Ευρώπη (αιτιολογικές σκέψεις 550 και 659).

331.
    Δεύτερον, λόγω της απουσίας της Legrand από τα τμήματα της δανικής αγοράς εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων που παρατίθενται στον πίνακα 35, η συμβολή των σημάτων Legrand και της καλής τους φήμης είναι κατ' ανάγκη περιορισμένη, όπως επιβεβαιώνει ο κατάλογος των σημάτων που κατέχουν οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις που παρατίθεται στον πίνακα 36 και στο παράρτημα 2 της Αποφάσεως. Από τους καταλόγους αυτούς συνάγεται ότι η Legrand δεν κατέχει παρά μόνο δύο σήματα στη Δανία για το σύνολο του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

332.
    Το Πρωτοδικείο παρατηρεί, συναφώς, ότι η χώρα αυτή ουδέποτε αναφέρθηκε, ως τέτοια, στους ισχυρισμούς που αναπτύσσει η Επιτροπή, στις αιτιολογικές σκέψεις 554 έως 565, στην πληθώρα των σημάτων που πιστώνεται η οντότητα που προκύπτει από τη συγχώνευση.

333.
    Πράγματι, δεδομένου ότι η Legrand απουσιάζει απ' όλα τα τμήματα της δανικής αγοράς εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων που παρατίθεται στον πίνακα 35, δεν προκύπτει ότι μπορεί να αφορά τη Δανία η τελευταία φράση της αιτιολογικής σκέψεως 555, κατά την οποία «la notoriété et l'image de marque des parties sont évidemment encore accrues par leur présence sur l'essentiel du secteur du matériel électrique basse tension, ainsi qu'illustré par le tableau 30 ci-dessus» («η φήμη και η καλή εικόνα των συμμετεχουσών επιχειρήσεων προφανώς αυξάνονται ακόμη από την παρουσία τους στον ουσιώδη τομέα του ηλεκτρολογικού υλικού χαμηλής τάσεως, όπως απεικονίζεται στον πίνακα 30 ανωτέρω»).

334.
    Κατά συνέπεια, η φήμη του σήματος Legrand που θεωρείται ότι προκύπτει, στην επιχειρηματολογία που εξέθεσε ανωτέρω η Επιτροπή, από την εμπορία στη Δανία ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως πλην των διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες ούτε αυτή μπορεί να γίνει δεκτή.

335.
    Τρίτον, συνέπεται επίσης ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδειχθείσα η προνομιούχα πρόσβαση στους κυριότερους διεθνείς χονδρέμπορους της Legrand, της λιγότερο ισχυρής κοινοποιούσας επιχειρήσεως στη Δανία, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 545.

336.
    Η πρόσβαση αυτή μπορεί ακόμη λιγότερο να θεωρηθεί αποδειχθείσα αφού η Δανία απουσιάζει από τον πίνακα 31 που παρατίθεται στη σκέψη 217 ανωτέρω, από τον οποίο η Επιτροπή συνάγει ακριβώς, στην αιτιολογική σκέψη 573, ότι οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν εκάστη ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του κύκλου εργασιών των κυριότερων χονδρεμπόρων, στο σύνολο του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

337.
    Λόγω του ότι η Legrand απουσιάζει από τα τμήματα της γαλλικής αγοράς των εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων που παρατίθενται στον πίνακα 35, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η ιδιότητα του υποχρεωτικού εταίρου των χονδρεμπόρων που η Επιτροπή αποδίδει στον νέο όμιλο, με την αιτιολογική σκέψη 567, λόγω της χωρίς προηγούμενο γκάμας ηλεκτρικού υλικού.

338.
    Η Επιτροπή περιορίζεται, στην ίδια αιτιολογική σκέψη, να διαπιστώσει ότι ο απαράκαμπτος χαρακτήρας της νέας οντότητας έναντι των χονδρεμπόρων θα είναι ιδιαίτερα οξύς στη Γαλλία και, σε μικρότερο μέτρο, στην Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, χωρίς να αναφέρει, κατά συνέπεια, τη Δανία.

339.
    Εξάλλου, κατά τη γνώμη της ίδιας της Επιτροπής, οι τρίτες επιχειρήσεις ασκούσαν, πριν την πράξη συγκεντρώσεως, έναν όχι αμελητέο ανταγωνισμό, όσον αφορά τα μερίδια αγοράς, έναντι των κοινοποιουσών επιχειρήσεων στις αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες (αιτιολογική σκέψη 548).

340.
    Πράγματι, η σχετική σπουδαιότητα και συγκέντρωση των μεριδίων αγοράς που κατέχουν οι τρίτοι άμεσοι ανταγωνιστές της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση αξίζει να υπογραμμιστούν.

341.
    Τέταρτον, ο ισχυρισμός της Επιτροπής, που περιλαμβάνεται στην αιτιολογική σκέψη 595, ότι οι υφιστάμενοι ανταγωνιστές της νέας οντότητας δυσχερώς θα μπορούν να ασκούν σημαντική πίεση στη συμπεριφορά της, δεν αποδεικνύεται από την Επιτροπή όσον αφορά τη Δανία.

342.
    Το σημείο V C 1.4. της Αποφάσεως δεν περιλαμβάνει συναφώς καμία ανάλυση της δομής του ανταγωνισμού στο επίπεδο των άλλων κατασκευαστών που είναι παρόντες στις εξετασθείσες δανικές αγορές. Η σχετική σπουδαιότητα και συγκέντρωση των μεριδίων αγοράς που κατέχουν οι κυριότεροι ανταγωνιστές, που προκύπτουν από τον πίνακα που παρατίθεται στη σκέψη 319 ανωτέρω, χρειάζονταν ωστόσο περισσότερο επεξεργασμένη ανάπτυξη καθόσον, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 548, οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις αντιμετώπιζαν έναν όχι αμελητέο ανταγωνισμό, όσον αφορά τα μερίδια αγοράς, εκ μέρους αυτών των τρίτων επιχειρήσεων.

343.
    .μως, η Επιτροπή δεν προσθέτει τίποτε στις λακωνικές διαπιστώσεις που προβαίνει στις αιτιολογικές σκέψεις 536 και 548, κατά τις οποίες η κοινοποιηθείσα πράξη, αφενός, «aboutira à la création de positions très fortes» («θα καταλήξει στη δημιουργία πάρα πολύ ισχυρών θέσεων») και, αφετέρου, «permettra à l'entité fusionnée d'accéder à une position de leader incontestable» («θα επιτρέψει στη συγχωνευθείσα οντότητα να αποκτήσει αδιαμφισβήτητη ηγετική θέση») στις εν λόγω δανικές αγορές.

344.
    Τέτοιες σκέψεις δεν μπορούν αφεαυτές να αποδείξουν ότι η ενδεχόμενη δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως, λόγω της κοινοποιηθείσας πράξεως, θα έχει ως αποτέλεσμα να παρεμποδίζει αισθητά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στις ίδιες αυτές αγορές.

345.
    Εξάλλου, η Δανία δεν αναφέρεται, ως τέτοια, από την Επιτροπή όταν αυτή προσπαθεί να αποδείξει, στο σημείο V C 1.4. της Αποφάσεως, τη δυσχέρεια που οι υφιστάμενοι ανταγωνιστές της νέας οντότητας θα αντιμετωπίσουν στην άσκηση σημαντικής πιέσεως όσον αφορά τη συμπεριφορά της οντότητας αυτής.

346.
    Επίσης, τα επιχειρήματα που αφιερώνονται στο θέμα αυτό, στις αιτιολογικές σκέψεις 596 επ. της Αποφάσεως, τονίζουν την υπεροχή των ασκούντων ηγετικό ρόλο σημάτων των συμμετεχουσών στην πράξη συγκεντρώσεως, υπεροχή που στηρίζεται σε αναφορές αντλούμενες, και στην περίπτωση αυτή, από άλλες εθνικές αγορές εκτός αυτών της Δανίας.

347.
    Η δυσχέρεια που οι ανταγωνιστές της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση μπορούν, κατά την αιτιολογική σκέψη 601, να συναντήσουν στο επίπεδο των εγκαταστατών και των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων λόγω της φερόμενης μικρότερης φήμης των προσφορών τους ουδόλως αποδεικνύεται από πραγματικά περιστατικά που έχουν άμεση σχέση με τη Δανία.

348.
    Τέλος, λόγω της μικρής παρουσίας της Legrand στις δανικές αγορές ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως και, ειδικότερα, της απουσίας της από τις δανικές αγορές εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων που παρατίθενται στον πίνακα 35, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να θεωρήσει αποδειχθέν το συμπέρασμα που διατύπωσε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 606, κατά το οποίο η προταθείσα πράξη θα οδηγήσει στην ενίσχυση εκάστης κοινοποιούσας επιχειρήσεως στους κατ' εξοχήν παραδοσιακούς τους πόλους και θα επιτρέψει τη δημιουργία ενός ομίλου που κατέχει τα σήματα αναφοράς σε κάθε ένα από τα τρία τμήματα εφαρμογής (κατοικίες, γραφεία και βιομηχανικά κτίρια).

349.
    Επομένως, δεν απεδείχθησαν επαρκώς κατά νόμο ούτε η δημιουργία, λόγω της κοινοποιηθείσας πράξεως, δεσπόζουσας θέσεως στις δανικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής, ούτε, αν θεωρηθεί αποδειχθείσα, σημαντική παρεμπόδιση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, που προκύπτει, στις ίδιες αυτές αγορές, απ' αυτή τη δεσπόζουσα θέση.

350.
    Επομένως, ο λόγος αυτός πρέπει να θεωρηθεί βάσιμος.

Επί του ογδόου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την εσφαλμένη ανάλυση της επιπτώσεως που έχει η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση στις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής

- Επιχειρήματα των διαδίκων

351.
    Η Schneider ισχυρίζεται, πρώτον, ότι τα μερίδια των κυριότερων επιχειρηματιών στις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής, όπου κυριαρχεί έντονος ανταγωνισμός, δεν επιτρέπουν τη δημιουργία δεσπόζουσας θέσεως. Κατά τη Schneider, επομένως, η πράξη συγκεντρώσεως δεν θα έχει ως αποτέλεσμα να ενισχύσει ουσιωδώς στην αγορά αυτή την υφιστάμενη ηγετική θέση.

352.
    Δεν μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη πολύ ισχυρών εμποδίων για την είσοδο στην Ιταλία λόγω του ότι εντός ενός έτους η Gewiss απέκτησε μόλις [...] (10) της αγοράς που αφορά τους αυτόματους μικροδιακόπτες για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες ή πίνακες τελικής διανομής. Ο έντονος ανταγωνισμός μιας αγοράς που χαρακτηρίζεται από την παρουσία οκτώ σημάτων δεν μπορεί να εξομοιωθεί με την ύπαρξη τέτοιων εμποδίων. Αντιθέτως, η διείσδυση της Gewiss στις αγορές επιμέρους πινάκων και πινάκων τελικής διανομής και η αστραπιαία πρόοδός της σε [...] * κιβωτίων για πίνακες τελικής διανομής αποδεικνύει την απουσία αυτών των εμποδίων.

353.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι τα μερίδια αγοράς της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση, συγκρινόμενα με εκείνα των ανταγωνιστών της, αποτελούν προφανώς σοβαρό δείκτη κυριαρχίας. Η Gewiss αποτελεί εξαιρετική περίπτωση διότι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 516, κατόρθωσε να υπερβεί τα εμπόδια εισόδου, με μια πάρα πολύ σχετική επιτυχία, εφοδιαζόμενη από την ΑΒΒ και διαθέτοντας πρόσβαση στους χονδρέμπορους και στους εγκαταστάτες που απορρέει από τις δραστηριότητές της στην αγορά εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων.

354.
    Δεύτερον, η Schneider προσάπτει στην Επιτροπή ότι βάσισε ευρέως την ανάλυσή της στην εξαφάνιση της αντιπαλότητας μεταξύ Schneider και Legrand, η οποία ουδόλως αποτελούσε τον κεντρικό παράγοντα ανταγωνισμού. Οι ΑΒΒ, Siemens και GE, στην αγορά επιμέρους πινάκων, και οι ΑΒΒ, Siemens, Hager και GE, στην αγορά πινάκων τελικής διανομής, είναι ισοδύναμες με τη Legrand.

355.
    Η Επιτροπή απαντά ότι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 545, η Legrand αποτελεί την ανταγωνιστική αναφορά στην Ιταλία. Η Schneider κατέχει στην αγορά αυτή σημαντική θέση και απολαύει καλής φήμης και προνομιούχας προσβάσεως στους κυριότερους διεθνείς χονδρέμπορους. Οι χονδρέμποροι κατατάσσουν τη Schneider και τη Legrand στην πρώτη σειρά.

356.
    Η Schneider παρατηρεί, τρίτον, ότι οι ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες δεν συγκεντρώνονται αποκλειστικά στα τρία σήματα (Beticino, ABB και Merlin-Gerin), όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή, αλλά περιλαμβάνουν επίσης τις νέες προσφορές (Gewiss) και τις ανανεώσεις (GE, Siemens).

357.
    Η μεγάλη προσήλωση στα σήματα, που δέχεται η Επιτροπή, στερεί αποτελέσματος οποιαδήποτε απόφαση της νέας οντότητας να εντείνει την εξειδίκευση καθενός από τα σήματα αναφοράς που οι Schneider και Legrand κατέχουν, αντιστοίχως, αφενός, στις βιομηχανικές εφαρμογές και στις εφαρμογές για κτίρια γραφείων και, αφετέρου, στις εφαρμογές σε πολυκατοικίες.

358.
    Η Επιτροπή αντιτάσσει ότι, όπως υπογραμμίζει η αιτιολογική σκέψη 565, οι πελατείες της Schneider και της Legrand δεν επικαλύπτονται πλήρως, οπότε ο όμιλος Schneider-Legrand μπορούσε να ενισχύσει την εξειδίκευση στα σήματά του για ορισμένες κατηγορίες πελατειών.

359.
    Τέταρτον, η Schneider αρνείται τον απαράκαμπτο χαρακτήρα της νέας οντότητας, στην οποία οι ΑΒΒ και GE θα προσφέρουν εναλλακτικές λύσεις. Δύσκολα γίνεται κατανοητό πώς οι καλές σχέσεις της Legrand με τους χονδρεμπόρους της στην Ιταλία, αν θεωρηθούν αποδειχθείσες, μπορούν να περιορίσουν τον ανταγωνισμό. Οι κυριότεροι χονδρέμποροι θα ελέγχουν ένα πάρα πολύ μικρό μερίδιο της διανομής, όπως προκύπτει από τον πίνακα 6 της Αποφάσεως (που παρατίθεται στη σκέψη 201 ανωτέρω).

360.
    Επιπλέον, οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις δεν αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των πωλήσεων των διανομέων, καθένας από τους οποίους διαθέτει στην αγορά πάρα πολλά διαφορετικά σήματα. Η Schneider και η Legrand δεν διατηρούν προνομιούχες σχέσεις με τους χονδρέμπορους. Η προταθείσα συγχώνευση ουδόλως θα καταλήξει στην περιθωριοποίηση των άλλων κατασκευαστών, διότι οι χονδρέμποροι προβαίνουν σε εξισορρόπηση της προσφοράς τους από άλλους προμηθευτές.

361.
    Επιπροσθέτως, δεν είναι ευχερώς κατανοητό πώς η πράξη συγκεντρώσεως θα έχει ως συνέπεια την εξασθένηση των ανταγωνιστών, διότι οι συνδυασμένες πωλήσεις των κοινοποιουσών επιχειρήσεων αντιπροσωπεύουν μόλις [...](11) των συνολικών πωλήσεων του κυριότερου χονδρέμπορου. Τέλος, αν υποτεθεί ότι αποδείχθηκε η ισχυρή προσήλωση στα σήματα, οι χονδρέμποροι θα είχαν συμφέρον να εξακολουθήσουν να ζητούν προϊόντα των μικρότερων κατασκευαστών.

362.
    Προκειμένου να αποδείξει ότι η ισχυρή συγκέντρωση της διανομής δεν συνεπάγεται αναγκαστικά έντονη πίεση προς μείωση των τιμών, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι χονδρέμποροι εκτιμούν τα προϊόντα Legrand, των οποίων η σχετική ακρίβεια τους επιτρέπει να επιτύχουν καλό περιθώριο κέρδους. Η Schneider αντιτάσσει ότι η διανομή είναι πάρα πολύ κατατετμημένη στις ιταλικές αγορές ηλεκτρικών επιμέρους πινάκων και πινάκων τελικής διανομής, όπως αναφέρει η ίδια η Επιτροπή στον πίνακα 6 της Αποφάσεως.

363.
    Η Επιτροπή υπενθυμίζει τους τρεις παράγοντες που καθιστούν απαράκαμπτη τη νέα οντότητα έναντι της ζητήσεως στην Ιταλία: η οικειοποίηση ενός πάρα πολύ σημαντικού ποσοστού του συνολικού κύκλου εργασιών των χονδρεμπόρων, η άφθαστη γκάμα ηλεκτρικών υλικών και οι σημαντικές ανταγωνιστικές θέσεις σε κάθε χώρα (βλ. πίνακα 30). Εξάλλου, η Schneider δεν αμφισβητεί τα εκτιθέμενα, στις αιτιολογικές σκέψεις 584 έως 591, ως προς τα μέσα που θα διαθέτει ο όμιλος Schneider-Legrand προς σταθεροποίηση της κυριαρχίας του. Επομένως, οι χονδρέμποροι δεν θα είναι σε θέση να ασκήσουν σημαντική πίεση στη νέα οντότητα.

364.
    Πέμπτον, τέλος, η Schneider θεωρεί ασαφή την προσέγγιση της Επιτροπής συνιστάμενη στο να συναγάγει την εξασθένηση των ανταγωνιστών από τη συγκέντρωση που θα προκύψει για τα σήματα λόγω της κοινοποιηθείσας πράξεως, αν ληφθούν υπόψη όλα τα σήματα που διατίθενται στην ιταλική αγορά.

365.
    Η περιθωριοποίηση των άλλων ανταγωνιστών συνιστά υπερβολή. Ανταγωνιστές όπως οι ΑΒΒ, Legrand και GE θα διαθέτουν στις αγορές ηλεκτρικών πινάκων διανομής ισχύ παρόμοια με εκείνη της νέας οντότητας. Ανταγωνιστές όπως οι Hager, Gewiss και Moeller απολαύουν στις αγορές αυτές καλής φήμης.

366.
    Η απουσία πιέσεως που να προέρχεται από τον ανταγωνισμό είναι άλλωστε θεμελιωδώς ασυμβίβαστη με τη δομή των αγορών και της διανομής στην Ιταλία, αν ληφθεί υπόψη η μεγάλη τους ευαισθησία σε κάθε εκστρατεία προωθήσεως που εφαρμόζει ένας αξιόπιστος ανταγωνιστής, η παρουσία τέτοιων ανταγωνιστών μεταξύ των χονδρεμπόρων και η απουσία προνομιούχας προσβάσεως (βλ. πρώτη έκθεση NERA, σημεία 4.3, 4.4 και 4.5).

367.
    Η Επιτροπή υπενθυμίζει, αφενός, ότι η Schneider αναγνωρίζει ότι ο μόνος πραγματικός ανταγωνιστής της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση είναι η ΑΒΒ και, αφετέρου, ότι η έκθεση NERA αφορούσε μόνον τους όρους ανταγωνισμού πριν την κοινοποιηθείσα πράξη και όχι τα αποτελέσματα αυτής.

368.
    Η Επιτροπή περιορίστηκε στο να θεωρήσει ότι οι ανταγωνιστές «éprouveront des difficultés croissantes à soutirer des clients au groupe Schneider-Legrand et pourraient se satisfaire de positions de suiveurs sur les marchés en cause» («θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενες δυσχέρειες στην απόσπαση πελατών από τον όμιλο Schneider-Legrand και θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν με δεύτερες θέσεις στις εν λόγω αγορές») (αιτιολογική σκέψη 602). Στην αιτιολογική σκέψη 608, η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη: «Les concurrents existants des parties ne seront pas en mesure d'exercer une pression suffisamment forte pour contraindre le comportement de l'entité fusionnée» («Οι σημερινοί ανταγωνιστές των συμμετεχουσών επιχειρήσεων δεν θα είναι σε θέση να ασκήσουν αρκετά ισχυρή πίεση για να περιορίσουν τη συμπεριφορά της συγχωνευθείσας οντότητας»).

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

369.
    .πως ο προηγούμενος λόγος, ο όγδοος λόγος ακυρώσεως επικαλείται, σε σχέση με τις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και για πίνακες τελικής διανομής, τα σφάλματα, διαπιστωθέντα ήδη ανωτέρω, τα οποία η Επιτροπή διέπραξε κατά την εκ μέρους της εκτίμηση της οικονομικής ισχύος της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση σε κάθε μία από τις διαφορετικές εθνικές τομεακές αγορές οι οποίες επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα συναλλαγή και απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

370.
    Επομένως, τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Επιτροπή προκειμένου να δεχθεί, στις αιτιολογικές σκέψεις 611 και 613, το ασυμβίβαστο της επίδικης συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά στις εν λόγω ιταλικές αγορές ηλεκτρικών διατάξεων, πάσχουν τις ίδιες πλημμέλειες με εκείνες που διαπίστωσε το Πρωτοδικείο κατά την εξέταση του τρίτου, τέταρτου, πέμπτου και έκτου λόγου ακυρώσεως.

371.
    Εκτός από τον επεξηγηματικό της χαρακτήρα σχετικά με αυτούς τους προηγούμενους λόγους, η επιχειρηματολογία που ανέπτυξε η Schneider σχετικά με τις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής εμφανίζει συμπληρωματικό χαρακτήρα σε σχέση με τους ίδιους αυτούς λόγους.

372.
    Πράγματι φαίνεται, συναφώς, ότι η ανάλυση της Επιτροπής σχετικά με την επίπτωση της πράξεως συγκεντρώσεως στις εξεταζόμενες ιταλικές αγορές φέρει το στίγμα συγκεκριμένων πλημμελειών, οι οποίες θίγουν ειδικότερα τη νομιμότητα της διαπιστώσεως του ασυμβιβάστου ενόψει των αγορών αυτών.

373.
    .τσι, ο μη συνυπολογισμός των συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες εκ μέρους των ΑΒΒ και Siemens στα μερίδια ιταλικών αγορών διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής που ελέγχουν οι δύο αυτές εταιρίες οδήγησε την Επιτροπή να υπερεκτιμήσει την οικονομική ισχύ του ομίλου Schneider-Legrand στις αγορές αυτές.

374.
    Ως προς το ζήτημα αυτό, προκύπτει όντως από τον κατωτέρω πίνακα, που ελήφθη από το σημείο 461 της προσφυγής, ότι τα μερίδια που κατέχει η νέα οντότητα στις αγορές αυτές μπορούν να μεταβληθούν αισθητά αναλόγως του αν λαμβάνονται ή όχι υπόψη οι συνδυασμένες πωλήσεις ηλεκτρικών διατάξεων που η Schneider πιστώνει τις ΑΒΒ και Siemens.

Ιταλικές αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες

Διακόπτες ισχύος

με μορφοποιημένο κιβώτιο
Αυτόματοι

μικροδιακόπτες
Ερμάρια
Χωρίς

τις συνδυασμένες πωλήσεις
Με τις συνδυασμένες

πωλήσεις
Χωρίς

τις συνδυασμένες πωλήσεις
Με τις συνδυασμένες

πωλήσεις
Χωρίς

τις συνδυασμένες πωλήσεις
Με τις συνδυασμένες

πωλήσεις
Schneider [...] * ABB [...] * Schneider [...] * ABB [...] * Schneider [...] * ABB [...] *
ABB [...] * Schneider [...] * ABB [...] * Schneider [...] * ABB [...] * Schneider [...] *
Legrand [...] * Siemens [...] * Legrand [...] * Legrand [...] * Legrand [...] * Legrand [...] *
GE [...] * Legrand [...] * GE [...] * Siemens [...] * GE [...] * Siemens [...] *
Siemens [...] * GE [...] * Siemens [...] * GE [...] * Siemens [...] * GE [...] *
Hager [...] * Hager [...] * Hager [...] * Hager [...] * Hager [...] * Hager [...] *
S + L [...] * S + L [...] * S + L [...] * S + L [...] * S + L [...] * S + L [...] *

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

Ιταλικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής

Αυτόματοι μικροδιακόπτες

(%)

Διαφορικοί διακόπτες

(%)

Κιβώτια

(%)

Χωρίς τις συνδυασμένες πωλήσεις Με τις συνδυασμένες πωλήσεις Χωρίς τις συνδυασμένες πωλήσεις ΜΕ τις συνδυασμένες πωλήσεις Χωρίς τις συνδυασμένες πωλήσεις Με τις συνδυασμένες πωλήσεις
Legrand [...] *
Legrand [...] *
Legrand [...] *
Legrand [...] *
Legrand [...] *
Legrand [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
ABB [...] *
Schneider [...] *
Siemens [...] *
Hager [...] *
Siemens [...] *
Schneider [...] *
Siemens [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Schneider [...] *
Hager [...] *
Hager [...] *
Schneider [...] *
GE [...] *
Schneider [...] *
GE [...] *
Schneider [...] *
GE [...] *
Hager [...] *
Siemens [...] *
GE [...] *
Siemens [...] *
GE [...] *
Siemens [...] *
GE [...] *
S+L [...] *
S+L [...] *
S+L [...] *
S+L [...] *
S+L [...] * S+L [...] *

* Εμπιστευτικά στοιχεία.

375.
    Επιπροσθέτως, στην αιτιολογική σκέψη 195, η οποία παρενεβλήθη στο τμήμα της Αποφάσεως που αφορά τη γεωγραφική οριοθέτηση της αγοράς ηλεκτρικών πινάκων, η Επιτροπή κατατάσσει την Gewiss μεταξύ των κυριότερων ανταγωνιστών της Legrand στην Ιταλία. .μως, αυτός ο κατασκευαστής δεν περιλαμβάνεται στους πίνακες 27 και 28 της Αποφάσεως που παρατίθενται στη σκέψη 172 ανωτέρω.

376.
    Εξάλλου, η Schneider υποστήριξε κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, χωρίς να αντικρουστεί επί του σημείου αυτού από την Επιτροπή, ότι η Gewiss ελέγχει [...] * της ιταλικής αγοράς κιβωτίων για πίνακες τελικής διανομής, έναντι [...] (12) για την οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση.

377.
    Συναφώς, το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι το σύνολο των μεριδίων αυτής της αγοράς ηλεκτρικών διατάξεων που κατέχουν οι κατασκευαστές οι οποίοι δραστηριοποιούνται στην Ιταλία και απαριθμούνται στον πίνακα 28 ανέρχεται μόλις στο 66 %. Επομένως, ο πίνακας αυτός δεν αναφέρει ούτε την κατανομή ούτε τη διασπορά των μεριδίων αγοράς του ή των παραγωγών που ελέγχουν το εναπομένον 34 % της αγοράς αυτής.

378.
    Λόγω των κενών από τα οποία πάσχει έτσι η ανάλυση της δομής των εξεταζόμενων αγορών, ούτε τα μερίδια που κατέχουν σ' αυτές οι διάφοροι παραγωγοί ούτε εκείνα που θα ελέγχει η συγχωνευθείσα οντότητα, μετά την πρόσθεση των μεριδίων αγοράς των κοινοποιουσών επιχειρήσεων, μπορούν να θεωρηθούν ως επαρκώς αξιόπιστα.

379.
    Κατά συνέπεια, δεν αποδείχθηκε η δημιουργία, λόγω της πράξεως συγκεντρώσεως, δεσπόζουσας θέσεως στις ιταλικές αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής.

380.
    Επιπροσθέτως, έστω και αν υποτεθεί ως αποδειχθείσα, η ενδεχόμενη δεσπόζουσα θέση της νέας οντότητας δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί, ενόψει της Αποφάσεως, ως έχουσα ως αποτέλεσμα, στην Ιταλία, σημαντική παρεμπόδιση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

381.
    Εφόσον πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συνδυασμένες πωλήσεις ηλεκτρικών διατάξεων της ΑΒΒ και της Siemens, είναι αμφίβολο αν η Schneider μπορεί να θεωρηθεί ως κατέχουσα την πρώτη θέση, όσον αφορά τα μερίδια στις αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες, ενόψει των μικρών διαφορών που τη χωρίζουν από την ΑΒΒ, σύμφωνα με τα ίδια τα στοιχεία που δέχθηκε η Επιτροπή στον πίνακα 27.

382.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, δεν αποδείχθηκε το συμπέρασμα της αιτιολογικής σκέψεως 549, ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα ενισχύσει το υπερισχύον ήδη μέγεθος της μιας από τις δύο κοινοποιούσες επιχειρήσεις, δηλαδή, στην προκειμένη περίπτωση, της Schneider, στις ιταλικές αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες.

383.
    Στις ιταλικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής που παρατίθενται στον πίνακα 28, η Schneider κατείχε, πριν την προταθείσα συναλλαγή, μόλις την τρίτη θέση, πολύ πίσω από την ΑΒΒ. Η συνεκτίμηση των συνδυασμένων πωλήσεων διατάξεων της ΑΒΒ και της Siemens που αποτιμά η Schneider είναι επομένως ικανή να την περιορίσει στην προτελευταία θέση (βλ. δεύτερο πίνακα που παρατίθεται στη σκέψη 374 ανωτέρω).

384.
    Επομένως, δεν αποδείχθηκε ότι, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 544, η κοινοποιηθείσα πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση ενός «άμεσου ανταγωνιστή» του κατέχοντος ηγετική θέση Legrand στις ιταλικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής.

385.
    Επιπροσθέτως, η αντιπαλότητα που υπήρχε μεταξύ Schneider και Legrand, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 546, δεν καταδεικνύεται επαρκώς όσον αφορά την Ιταλία, δεδομένου ότι τα παραδείγματα που παραθέτει η Επιτροπή, στην αιτιολογική σκέψη 547, προς στήριξη του ισχυρισμού αυτού, αντλούνται αποκλειστικά από τη γαλλική και την πορτογαλική αγορά. .σον αφορά την αιτιολογική σκέψη 540, περιορίζεται σε μια γενική αναφορά στην «disparition de la rivalité entre Schneider et Legrand sur certains marchés» («εξαφάνιση της αντιπαλότητας μεταξύ Schneider και Legrand σε ορισμένες αγορές»), χωρίς άλλη διευκρίνιση.

386.
    Ομοίως, η Επιτροπή προσδίδει, με την αιτιολογική σκέψη 612, στην αντιπαλότητα μεταξύ Schneider και Legrand την ιδιότητα της ουσιώδους πηγής ανταγωνισμού «sur certains marchés en cause, notamment en France» («σε ορισμένες από τις εν λόγω αγορές, ειδικότερα στη Γαλλία»), χωρίς να προσκομίζει, για μια ακόμη φορά, συγκεκριμένα στοιχεία για την Ιταλία.

387.
    Επιβάλλεται εξάλλου να παρατηρηθεί ότι, σύμφωνα με την ίδια τη Schneider, οι επιδόσεις της στον διαχειριστικό τομέα είναι πολύ μέτριες και οφείλει να μεταβάλει σημαντικά τις επιδόσεις αυτές για να επιτύχει τους στόχους της τόσο στην Ιταλία όσο και σε κεντρικό επίπεδο (αιτιολογική σκέψη 214).

388.
    Εξάλλου, όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή, στην αιτιολογική σκέψη 158, η θέση της Schneider χαρακτηρίζεται από τη μικρή ανταγωνιστικότητά της για τους πελάτες του οικιστικού τομέα.

389.
    Αντίθετα από ό,τι ισχυρίζεται η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 545, δεν συνάγεται από την Απόφαση ότι η Schneider, η ολιγότερον ισχυρή επιχείρηση της κοινοποιηθείσας πράξεως στις ιταλικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής, διαθέτει εκεί προνομιούχα πρόσβαση στους κυριότερους διεθνείς χονδρέμπορους.

390.
    Πράγματι, η αιτιολογική σκέψη 545 αναφέρεται ειδικά μόνο στη Γαλλία και στην περίπτωση της Legrand, της οποίας τις πολύ σημαντικές θέσεις στις άλλες αγορές ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως παρατηρεί η Επιτροπή.

391.
    .μως, η Schneider δεν μπορεί να πιστωθεί στην Ιταλία, αντίθετα προς τη Legrand όσον αφορά τη Γαλλία, ότι κατέχει πάρα πολύ σημαντικές θέσεις στις αγορές ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως πλην εκείνων των διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες.

392.
    Μεταξύ όλων των τμημάτων της αγοράς των ηλεκτρικών εξοπλισμών τελικών απολήξεων, που αναφέρονται στον πίνακα 35 ο οποίος παρατίθεται στη σκέψη 173 ανωτέρω, η Schneider πράγματι είναι παρούσα στην Ιταλία μόνο στο τμήμα της αγοράς που αφορά το υλικό καλωδιώσεως. Εξάλλου, όπως συνάγεται από τον πίνακα 15, που παρατίθεται στη σκέψη 325 ανωτέρω, η Schneider απουσιάζει πλήρως από την ιταλική αγορά στηριγμάτων για καλώδια. Τέλος, η Ιταλία δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των χωρών που παρατίθενται στον πίνακα 14 της Αποφάσεως σχετικά με τα μερίδια αγοράς ηλεκτρικών αγωγών (βλ. σκέψη 325 ανωτέρω). Κατά συνέπεια, η θέση της Schneider στην Ιταλία όσον αφορά αυτή την τομεακή αγορά δεν εξετάστηκε καν με την Απόφαση.

393.
    Η Επιτροπή παρέλειψε έτσι να αποδείξει ότι, λόγω της αποκτήσεως πρόσθετων δραστηριοτήτων, η κοινοποιηθείσα πράξη θα ενισχύσει σημαντικά τη θέση της Legrand στις ιταλικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής (βλ. αιτιολογική σκέψη 544).

394.
    Ως προς το χωρίς προηγούμενο σύνολο σημάτων που πιστώνεται στην οντότητα που προκύπτει από τη συγχώνευση, η Επιτροπή παρατηρεί, στην αιτιολογική σκέψη 556, χωρίς μεγάλη πεποίθηση άλλωστε, ότι η οντότητα αυτή «semble» («φαίνεται») να έχει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην Ιταλία λόγω της συγκεντρώσεως της αγοράς στα τρία πρώτα σήματα (Bticino, ABB και Merlin Gerin).

395.
    Αυτή η υποθετική θεώρηση πρέπει οπωσδήποτε να σχετικοποιηθεί, δεδομένου ότι η Gewiss είναι απούσα, η οποία ωστόσο θεωρείται από την Επιτροπή ως ένας από τους κυριότερους ανταγωνιστές της Legrand.

396.
    Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι η Επιτροπή κατατάσσει στα πρώτα τρία σήματα εκείνο της ΑΒΒ, κυριότερο ανταγωνιστή της οντότητας που προκύπτει από τη συγχώνευση στις αγορές που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος λόγου ακυρώσεως. Η ΑΒΒ κατέχει, εξάλλου, το σήμα Vimar, όπως προκύπτει από τον πίνακα 36 της Αποφάσεως. Εξάλλου, από την αιτιολογική σκέψη 195 προκύπτει ότι το σήμα αυτό έχει μια όχι αμελητέα σημασία.

397.
    .σον αφορά τις σχέσεις της νέας οντότητας με τους χονδρέμπορους, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι, αφού ισχυρίστηκε, στην αιτιολογική σκέψη 567, ότι «le caractère incontournable de l'entité combinée vis-à-vis des grossistes sera particulièrement aigu en France et dans une moindre mesure en [...] Italie» («ο απροσπέραστος χαρακτήρας της συγχωνευθείσας οντότητας έναντι των χονδρεμπόρων θα είναι ιδιαίτερα οξύς στη Γαλλία και σε μικρότερο μέτρο στην [...] Ιταλία»), η Επιτροπή παρατηρεί, στην αιτιολογική σκέψη 569, ότι στις χώρες αυτές η Legrand «entretient de très bonnes relations avec la distribution» («έχει πάρα πολύ καλές σχέσεις με τη διανομή»).

398.
    Λόγω της ασάφειάς τους, οι δύο αυτοί ισχυρισμοί δεν μπορούν να συμβάλλουν στην επαρκή κατά νόμον απόδειξη του απαράκαμπτου χαρακτήρα της οντότητας που προκύπτει από τη συγχώνευση έναντι των Ιταλών χονδρεμπόρων.

399.
    Εξάλλου, με την Απόφαση δεν αποδεικνύεται έναντι της Ιταλίας ότι, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 595, οι υφιστάμενοι ανταγωνιστές της νέας οντότητας δυσχερώς θα μπορούν να ασκήσουν σημαντική πίεση όσον αφορά τη συμπεριφορά της.

400.
    Το στοιχείο αυτό προκύπτει, στην οπτική της Επιτροπής, από τον απαράκαμπτο χαρακτήρα της οντότητας έναντι των χονδρεμπόρων. .μως, από τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν προηγουμένως προκύπτει ότι η ιδιότητα αυτή δεν μπορεί να αναγνωριστεί στην οντότητα αυτή στην Ιταλία, όπως έχουν τα πραγματικά περιστατικά που προσκόμισε η Επιτροπή προς στήριξη του χαρακτηρισμού αυτού.

401.
    Τέλος, η δυσχέρεια που οι ανταγωνιστές της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση μπορούν, κατά την αιτιολογική σκέψη 601, να συναντήσουν στο επίπεδο των εγκαταστατών και των κατασκευαστών ηλεκτρικών πινάκων λόγω της φερόμενης μικρότερης φήμης των προσφορών τους ουδόλως στηρίζεται σε πραγματικά στοιχεία τα οποία να έχουν άμεση σχέση με την Ιταλία.

402.
    Επομένως, δεν αποδείχθηκε επαρκώς κατά νόμον ούτε η δημιουργία, λόγω της πράξεως συγκεντρώσεως, μιας δεσπόζουσας θέσεως στις ιταλικές αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής, ούτε, αν υποτεθεί ότι αποδεικνύεται η δεσπόζουσα θέση, σημαντικός περιορισμός στον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, που να προκύπτει, στις ίδιες αυτές αγορές, απ' αυτή τη δεσπόζουσα θέση.

403.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτός.

Επί των συνεπειών των σφαλμάτων αναλύσεως και εκτιμήσεως που διαπιστώθηκαν ανωτέρω

404.
    Το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι τα σφάλματα, οι παραλείψεις και αντιφάσεις που διαπιστώθηκαν ανωτέρω στην ανάλυση που πραγματοποίησε η Επιτροπή της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως είναι σοβαρού χαρακτήρα.

405.
    Στηριζόμενη στην επέκταση των δραστηριοτήτων της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση στο σύνολο του ΕΟΧ, η Επιτροπή έλαβε υπόψη δείκτες οικονομικής ισχύος άσχετους με τις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη και που είχαν ως αποτέλεσμα να μεγενθύνουν αδικαιολόγητα την επίπτωσή της στις αγορές αυτές.

406.
    Επιβάλλεται συναφώς η υπόμνηση ότι κανένα από τα πραγματικά στοιχεία που γίνονται δεκτά με την απόφαση δεν επιτρέπει να θεωρηθεί ότι η προτεινόμενη συναλλαγή μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα ανταγωνισμού σε άλλες αγορές πλην των τομεακών αγορών στη Γαλλία και σε έξι άλλες χώρες, που η Απόφαση διαπιστώνει ότι επηρεάζονται από την πράξη, στις αιτιολογικές της σκέψεις 782 και 783.

407.
    Ειδικότερα, η Απόφαση δεν περιέχει καμία ανάλυση της ανταγωνιστικής δομής των εθνικών τομεακών αγορών που δεν επηρεάζονται από την επίδικη συγκέντρωση, όπως αναφέρονται στον πίνακα 30 που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 165 ανωτέρω.

408.
    Λόγω των κενών και των αντιφάσεων στην ανάλυση των δομών της διανομής, η Επιτροπή δεν μπορούσε να δεχθεί ως ουσιαστικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της οντότητας που θα προκύψει από τη συγχώνευση ούτε τη φερόμενη προνομιούχα πρόσβασή της στη διανομή που προκύπτει από τις θέσεις της στο σύνολο των αγορών ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως στο επίπεδο της διανομής ούτε την ανικανότητα των χονδρεμπόρων να ασκήσουν ανταγωνιστική πίεση στη νέα οντότητα.

409.
    Λόγω του αφηρημένου χαρακτήρα τους και αποκομμένοι από τις εθνικές τομεακές αγορές που πρέπει να ληφθούν υπόψη, οι δείκτες οικονομικής ισχύος που αντλούνται από τη χωρίς προηγούμενο γκάμα προϊόντων και την ασύγκριτη πληθώρα σημάτων του ομίλου Schneider-Legrand οδήγησαν την Επιτροπή να υπερεκτιμήσει ακόμη περισσότερο την επίπτωση της κοινοποιηθείσας πράξεως στις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη αυτή.

410.
    Το ίδιο ισχύει, αφενός, για την άρνηση της Επιτροπής να λάβει υπόψη τις συνδυασμένες πωλήσεις που πραγματοποιούν οι ΑΒΒ και Siemens στις εθνικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες που επηρεάζονται από την πράξη και, αφετέρου, τα κενά, ειδικότερα, στην ανάλυση της επιπτώσεως της πράξεως αυτής στις δανικές αγορές διατάξεων για πίνακες τελικής διανομής και στις ιταλικές αγορές διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής.

411.
    Τα σφάλματα αναλύσεως και εκτιμήσεως που διαπιστώθηκαν ανωτέρω είναι επομένως ικανά να στερήσουν αποδεικτικής αξίας την οικονομική εκτίμηση της επιπτώσεως της πράξεως συγκεντρώσεως, στην οποία στηρίχθηκε η βαλλόμενη αναγνώριση ασυμβιβάστου.

412.
    Πάντως, ανεξάρτητα από τα κενά που μπορεί να εμφανίζει μια απόφαση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά μιας πράξεως συγκεντρώσεως, δεν μπορούν να συνεπάγονται την ακύρωση της αποφάσεως αν, και στο μέτρο που, το σύνολο των άλλων στοιχείων που περιλαμβάνονται στην απόφαση αυτή επιτρέπει στο Πρωτοδικείο να κρίνει ότι αποδείχθηκε ότι, εν πάση περιπτώσει, η πραγματοποίηση της πράξεως θα έχει ως συνέπεια τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως που έχει ως αποτέλεσμα να παρακωλύεται σε σημαντικό βαθμό ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

413.
    Συναφώς, τα διαπιστωθέντα σφάλματα δεν επαρκούν καθεαυτά για να θέσουν υπό αμφισβήτηση τις αιτιάσεις που η Επιτροπή δέχθηκε έναντι κάθε μίας από τις τομεακές γαλλικές αγορές που απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

414.
    Το Πρωτοδικείο παρατηρεί συναφώς ότι η Schneider δεν αμφισβήτησε σοβαρά την ανάλυση της επιπτώσεως που έχει η κοινοποιηθείσα πράξη στις αγορές αυτές. Αντιθέτως, αναλώθηκε στο να προσάπτει στην Επιτροπή ότι προέβη σε παρέκταση στις άλλες εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την κατάσταση του ανταγωνισμού στις γαλλικές αγορές, κατάσταση συνακόλουθη της κοινοποιηθείσας πράξεως.

415.
    Πράγματι, ενόψει των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην Απόφαση, δεν είναι δυνατό να μην υιοθετηθεί το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η προταθείσα συναλλαγή θα δημιουργήσει ή θα ενισχύσει στις γαλλικές αγορές, όπου κάθε μία από τις δύο κοινοποιούσες επιχειρήσεις ήταν ήδη πολύ ισχυρή, μια δεσπόζουσα θέση με αποτέλεσμα, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89, να παρακωλύεται σε σημαντικό βαθμό ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα αυτής (βλ., ως προς την έννοια του σημαντικού τμήματος της κοινής αγοράς, απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 1975, 40/73 έως 48/73, 50/73, 54/73 έως 56/73, 111/73, 113/73 και 114/73, Suiker Unie κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1975, σ. 507, σκέψεις 375 και 448).

416.
    .ντως, από την Απόφαση προκύπτει ότι ο όμιλος Schneider-Legrand κατέχει σε κάθε μία από τις επηρεαζόμενες γαλλικές αγορές μερίδια αγορών ενδεικτικά της κυριαρχίας ή της ενισχυμένης δεσπόζουσας θέσεως, αν ληφθεί υπόψη η ασθενής παρουσία και η διασπορά των μεριδίων αγορών των κυριότερων ανταγωνιστών της συγχωνευθείσας οντότητας (βλ., ειδικότερα, τους πίνακες 27 έως 29 που παρατίθενται στη σκέψη 172 ανωτέρω).

417.
    Εξάλλου, η Επιτροπή δέχθηκε στην αιτιολογική σκέψη 582, χωρίς να επικριθεί επί του σημείου αυτού από τη Schneider, και τούτο άλλωστε προκύπτει από τους πίνακες 7 έως 10 που περιλαμβάνονται στις αιτιολογικές σκέψεις 228 και 234 της Αποφάσεως, ότι οι τιμές του ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως που κατέβαλλαν οι χονδρέμποροι ήσαν κατά μέσο όρο αισθητά υψηλότερες στη Γαλλία παρά στις άλλες επηρεαζόμενες εθνικές αγορές, πριν την πραγματοποίηση της συγκεντρώσεως.

418.
    Τέλος, δεν αμφισβητείται ότι η αντιπαλότητα των κοινοποιουσών επιχειρήσεων ασκήθηκε κατά τρόπο κυρίαρχο στις γαλλικές τομεακές αγορές στις οποίες αναφέρονται οι αιτιάσεις και η κοινοποιηθείσα πράξη θα έχει ως αποτέλεσμα να καταργήσει έναν ουσιώδη παράγοντα ανταγωνισμού.

419.
    Η οικονομική ανάλυση που υφέρπει στην Απόφαση δεν μπορεί επομένως να θεωρηθεί ανεπαρκής παρά μόνο για όλες τις εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται εκτός των γαλλικών αγορών, δεδομένου ότι οι τελευταίες αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

420.
    Επομένως, επιβάλλεται να εξεταστούν, ενόψει μόνον των γαλλικών αγορών που επηρεάζονται από την κοινοποιηθείσα πράξη, οι άλλοι λόγοι που προβάλλονται με την προσφυγή και, ειδικότερα, ο λόγος που η Schneider αντλεί από την προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας σε σχέση με τις προτάσεις διορθωτικών μέτρων τα οποία η Schneider υπέβαλε κατά τη διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής προκειμένου η πράξη συγκεντρώσεως να καταστεί συμβατή με την κοινή αγορά.

Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας

Επί του ενάτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την ασυμφωνία μεταξύ της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και της Αποφάσεως

- Επιχειρήματα των διαδίκων

421.
    Η Schneider, υποστηριζόμενη από τη Γαλλική Δημοκρατία, προβάλλει ουσιαστικά ότι η Επιτροπή, στην αιτιολογική σκέψη 811, άντλησε μια καθοριστική αιτίαση από την ενίσχυση, στη Γαλλία, της δεσπόζουσας θέσεως της Schneider στις αγορές των επιμέρους πινάκων και των πινάκων τελικής διανομής που απορρέει από την κυρίαρχη θέση της Legrand στον τομέα των εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων, χωρίς να ληφθεί υπόψη οποιαδήποτε αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων των δύο κοινοποιουσών επιχειρήσεων.

422.
    .μως, σε καμία στιγμή η ανακοίνωση των αιτιάσεων δεν διατύπωσε την αιτίαση αυτή υπό μια επαρκώς ακριβή μορφή ώστε να δώσει τη δυνατότητα στη Schneider να την εξακριβώσει ως τέτοια, να προβάλει λυσιτελώς τις παρατηρήσεις της ως προς αυτήν και να συναγάγει τις πρόσφορες συνέπειες, ακόμη και υπό τη μορφή υποβολής των κατάλληλων μέτρων θεραπείας στα προβλήματα ανταγωνισμού που εξακρίβωσε η Επιτροπή.

423.
    Πράγματι, η ανάλυση της επιπτώσεως επί του ανταγωνισμού που θα έχει η κοινοποιηθείσα πράξη συγκεντρώσεως, ανάλυση που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση των αιτιάσεων, καλύπτει τις διάφορες γεωγραφικές αγορές γενικά, αλλά δεν σκοπεί την ιδιαίτερη περίπτωση της Γαλλίας. Εξάλλου, όταν η ανακοίνωση των αιτιάσεων εξετάζει την κυριαρχία της Legrand στη Γαλλία επί ορισμένων αγορών, ουδέποτε μνημονεύει τη θέση της Schneider στις αγορές ηλεκτρικών πινάκων.

424.
    Στη συμπληρωματική του έκθεση της 8ης Οκτωβρίου 2001, ο σύμβουλος ακροάσεων αναγνωρίζει ότι υπάρχει μια αιτίαση που αντλείται από τη θέση της συνδυασμένης ισχύος έναντι των χονδρεμπόρων ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων των δύο επιχειρήσεων. Ωστόσο, ο σύμβουλος ακροάσεων θεωρεί ότι η αιτίαση αυτή περιλαμβανόταν ήδη στην ανακοίνωση των αιτιάσεων καθόσον πρόκειται «για έναν από τους ουσιώδεις παράγοντες δημιουργίας ή ενισχύσεως δεσπόζουσας θέσεως».

425.
    Ωστόσο, κανένα από τα σημεία που παραθέτει ο σύμβουλος ακροάσεων από την ανάλυση του ανταγωνισμού που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση των αιτιάσεων δεν κάνει αναφορά σε αιτίαση η οποία δέχεται τη σώρευση των δεσποζουσών θέσεων των επιχειρήσεων στις δύο επίμαχες τομεακές γαλλικές αγορές, που να δικαιολογεί από μόνη της την απόφαση περί απαγορεύσεως της συγκεντρώσεως.

426.
    Η αιτίαση αυτή παρουσιάστηκε στις κοινοποιούσες επιχειρήσεις ως το αποφασιστικό εμπόδιο στις εναλλακτικές προτάσεις διορθωτικών μέτρων που υπέβαλε η Schneider στις 24 Σεπτεμβρίου 2001. Η εν λόγω αιτίαση επαναλαμβάνεται στην Απόφαση, στο τμήμα που αφιερώνεται στην εξέταση των διορθωτικών μέτρων, για προφανείς λόγους δικαιολογίας της απορρίψεως των λύσεων που πρότεινε η Schneider.

427.
    Η Επιτροπή θεωρεί τύποις απαράδεκτο τον λόγο αυτό, καθόσον στερείται σαφήνειας και δεν της επιτρέπει να διαρθρώσει την άμυνά της.

428.
    Επί της ουσίας, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η Schneider αναμφίβολα επιδιώκει να αποδείξει ότι η Επιτροπή δέχθηκε μια έννοια άσχετη προς τον κανονισμό 4064/89, ήτοι την απλή σώρευση των δεσποζουσών θέσεων, σε χωριστές τομεακές αγορές, χωρίς να υπάρχει κάλυψη δραστηριοτήτων. Το επιχείρημα αυτό προκαλεί αμηχανία στην Επιτροπή, διότι η Schneider αναγνωρίζει, στο σημείο 177 της προσφυγής, ότι ούτε η έννοια αυτή περιλαμβάνεται στην Απόφαση.

429.
    Ελλείψει μνείας της αιτιάσεως αυτής, εντελώς φανταστικής, στην Απόφαση, η Schneider προσπαθεί να αποδείξει ότι η Επιτροπή εισήγαγε στην Απόφαση φράσεις περιλαμβάνουσες σιωπηρή και συγκεκαλυμμένη νύξη στη αιτίαση αυτή.

430.
    Η απόπειρα αυτή δεν είναι ωστόσο πειστική. Τα αποσπάσματα της Αποφάσεως που παραθέτει η Schneider δεν αποκαλύπτουν καμία ουσιώδη τροποποίηση των αιτιάσεων που εκτίθενται στην κοινοποιηθείσα ανακοίνωση των αιτιάσεων στις 3 Αυγούστου 2001. Τα αποσπάσματα που παραθέτει η Schneider περιορίζονται, με βάση τις παρατηρήσεις και τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τις επιχειρήσεις και τους τρίτους κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας, είτε να αντλούν το λογικό συμπέρασμα επί των αιτιάσεων που εκτίθενται με την ανακοίνωση, πρακτική κριθείσα αποδεκτή από το Πρωτοδικείο με την προπαρατεθείσα απόφαση Endemol κατά Επιτροπής (σκέψη 81), είτε να διασαφηνίζουν μια πρόταση με παραδείγματα.

431.
    Η Schneider συγχέει την έννοια, ανύπαρκτη εν προκειμένω, της «σωρεύσεως των δεσποζουσών θέσεων» και της αιτιάσεως σχετικά με τη δυνατότητα για την οντότητα που θα προκύψει από τη συγχώνευση να διαθέτει προνομιούχα πρόσβαση στους χονδρέμπορους λόγω της γκάμας δραστηριοτήτων που αναπτύσσει.

432.
    Επί του τελευταίου αυτού σημείου, τόσο η ανακοίνωση των αιτιάσεων όσο και η Απόφαση εξέθεταν ότι η νέα οντότητα θα κατείχε ένα σύνολο δραστηριοτήτων στις διάφορες αγορές για τις οποίες γίνεται λόγος και ότι αυτή η χωρίς προηγούμενο πληθώρα προϊόντων θα την καθιστούσε απαράκαμπτο εταίρο των χονδρεμπόρων. Με τις δύο αυτές πράξεις, η Επιτροπή έκρινε ότι η κατοχή αυτού του χαρτοφυλακίου δραστηριοτήτων, σε συνδυασμό με σειρά άλλων στοιχείων, όπως η δημιουργία ενός νέου «παίκτη» με πολύ υψηλά μερίδια στην αγορά, η κατάργηση της αντιπαλότητας μεταξύ Schneider και Legrand και ο συνδυασμός των σημάτων που κατέχουν οι δύο αυτές εταιρίες με ένα ασύγκριτο σύνολο σημάτων, θα αποτελούσε έναν από τους ουσιώδεις παράγοντες δημιουργίας και ενισχύσεως μιας δεσπόζουσας θέσεως, αν ληφθούν υπόψη τα χαρακτηριστικά των αγορών που επηρεάζονται από την πράξη.

433.
    Η Schneider είχε επαρκείς ευκαιρίες να καταστήσει γνωστή την άποψή της ως προς το θέμα αυτό κατά τη διοικητική διαδικασία. Επίσης, ο σύμβουλος ακροάσεων απέρριψε την καταγγελία της σχετικά με το θέμα αυτό στο πρώτο σημείο τής από 8 Οκτωβρίου 2001 συμπληρωματικής του εκθέσεως.

434.
    Στον βαθμό που ο λόγος ακυρώσεως αφορά τα μέτρα θεραπείας, ήταν ουσιαστικά αδύνατο τα μέτρα αυτά να εξεταστούν με την ανακοίνωση των αιτιάσεων, δεδομένου ότι δεν είχαν ακόμη προταθεί από τη Schneider.

435.
    Ακόμη και αν υποτεθεί ότι η νέα αιτίαση προκύπτει σαφώς από την αιτιολογική σκέψη 811, όπως υποστηρίζει η Schneider στο σημείο 179 της προσφυγής, η Επιτροπή διερωτάται γιατί η Schneider δεν προσπαθεί να αναλύσει το ζήτημα αυτό και να εξηγήσει εις τι συνίσταται η μνεία της νέας αυτής αιτιάσεως.

436.
    Στον βαθμό που η αιτίαση σκοπεί τη «σώρευση των δεσποζουσών θέσεων στη Γαλλία», από τα προηγουμένως αναπτυχθέντα προκύπτει ότι αυτό το σκέλος του λόγου ακυρώσεως περιορίζεται στην πράξη στο να προσάπτεται στην Επιτροπή ότι χρησιμοποίησε αυτή την έκφραση κατά τη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2001. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι η μομφή αυτή είναι βάσιμη, είναι ωστόσο δυσχερές να κατανοηθεί πώς τα δικαιώματα άμυνας της Schneider παραβιάστηκαν, δεδομένου ότι αυτή η φερόμενη αιτίαση απουσιάζει τόσο από την ανακοίνωση των αιτιάσεων όσο και από την Απόφαση.

- Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

437.
    Το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι η προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας της Schneider λόγω του ότι η Επιτροπή δέχθηκε με την Απόφαση μια ειδική αιτίαση μη διατυπωθείσα σαφώς στην ανακοίνωση των αιτιάσεων προβλήθηκε με την αναγκαία ακρίβεια και λογική συνοχή ώστε να επιτρέψει στην Επιτροπή να απαντήσει λυσιτελώς στον λόγο ακυρώσεως και στο Πρωτοδικείο να εκτιμήσει το βάσιμο αυτού.

438.
    Κατά πάγια νομολογία, η Απόφαση δεν πρέπει αναγκαστικά να αποτελεί αντίγραφο της εκθέσεως των αιτιάσεων. .τσι, είναι παραδεκτές προσθήκες στην ανακοίνωση των αιτιάσεων που πραγματοποιούνται υπό το φως του υπομνήματος απαντήσεως των μερών, των οποίων τα επιχειρήματα αποδεικνύουν ότι όντως άσκησαν το δικαίωμά τους άμυνας. Η Επιτροπή μπορεί επίσης, ενόψει της διοικητικής διαδικασίας, να αναθεωρήσει ή να προσθέσει πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα προς στήριξη των αιτιάσεων που διατύπωσε (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Πρωτοδικείου της 28ης Φεβρουαρίου 2002, Τ-86/95, Compagnie générale maritime κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-1011, σκέψη 448).

439.
    Επιτρέπεται προφανώς στην Επιτροπή, όπως η ίδια παρατήρησε κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, να συμπληρώσει την εκτίμησή της ως προς το συμβιβαστό της συγκεντρώσεως με την κοινή αγορά υπό το φως των διορθωτικών μέτρων που προτείνουν οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις, εφόσον, εξ ορισμού, τα μέτρα αυτά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν πριν την κοινοποίηση των αιτιάσεων.

440.
    Ωστόσο, η ανακοίνωση των αιτιάσεων πρέπει να περιλαμβάνει έκθεση των αιτιάσεων που να διατυπώνονται κατά τρόπο αρκούντως σαφή ώστε να μπορεί να επιτελέσει τη λειτουργία την οποία της αναθέτουν οι κοινοτικοί κανονισμοί και η οποία συνίσταται στην παροχή όλων των αναγκαίων στοιχείων στις επιχειρήσεις ώστε αυτές να μπορέσουν να αμυνθούν προσηκόντως πριν εκδώσει η Επιτροπή οριστική απόφαση.

441.
    Τούτο επιβάλλεται ακόμη περισσότερο καθόσον, εν προκειμένω, η Επιτροπή δεν προέβη σε καταστολή, βάσει των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, συμπεριφορών αντίθετων προς τον ανταγωνισμό οι οποίες είχαν ήδη εκδηλωθεί και το υπαρκτό των οποίων δεν μπορούσαν να αγνοούν οι διωκόμενες επιχειρήσεις. Η Επιτροπή διαπίστωσε το ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά μιας πράξεως συγκεντρώσεως που θίγει την ανταγωνιστική δομή των εθνικών τομεακών αγορών, όπως αυτές απαριθμούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 782 και 783.

442.
    Εξάλλου, στις διαδικασίες ελέγχου των πράξεων συγκεντρώσεως, η ανακοίνωση των αιτιάσεων δεν έχει ως μόνο αντικείμενο να εξακριβώνει τις αιτιάσεις και να παρέχει στην επιχείρηση αποδέκτη τη δυνατότητα να υποβάλλει τις παρατηρήσεις της. Η πράξη αυτή έχει επίσης ως σκοπό να επιτρέπει στις κοινοποιούσες επιχειρήσεις να εξετάζουν τη σκοπιμότητα να υποβάλουν διορθωτικά μέτρα και, μεταξύ άλλων, προτάσεις εκχωρήσεως ενεργητικού και να υπολογίζουν επαρκώς έγκαιρα, λαμβάνοντας υπόψη την επιταγή ταχύτητας που χαρακτηρίζει τη γενική οικονομία του κανονισμού 4064/89, το αναγκαίο μέγεθος των εκχωρήσεων αυτών, προκειμένου να καταστήσουν έγκαιρα συμβατή την κοινοποιηθείσα πράξη με την κοινή αγορά.

443.
    Επιπροσθέτως, από την ανάγνωση του σημείου VI της Αποφάσεως προκύπτει ότι η Επιτροπή, όπως υποχρεούται προς τούτο δυνάμει του κανονισμού 4064/89 (προπαρατεθείσα απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής, σκέψη 221), προέβη σε μια προοπτική προσέγγιση της καταστάσεως του ανταγωνισμού που μπορεί να προκύψει στο μέλλον από την πράξη συγκεντρώσεως, προκειμένου να αποφανθεί επί των προτάσεων για εκχωρήσεις ενεργητικού που υπέβαλε η Schneider.

444.
    Η Επιτροπή είχε κατά συνέπεια την υποχρέωση να διευκρινίσει ακόμη σαφέστερα τα προβλήματα ανταγωνισμού που προέκυπταν από την προτεινόμενη συναλλαγή, ώστε να επιτρέψει στις κοινοποιούσες επιχειρήσεις να υποβάλουν επωφελώς και εγκαίρως τις προτάσεις εκχωρήσεως ενεργητικού που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να καταστήσουν την πράξη συμβατή με την κοινή αγορά.

445.
    .μως, από την ανάγνωση της ανακοινώσεως των αιτιάσεων δεν προκύπτει ότι αυτή εξέτασε με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια την ενίσχυση της θέσεως της Schneider έναντι των Γάλλων διανομέων ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως, που προκύπτει όχι μόνον από το άθροισμα των πωλήσεων της Legrand στις αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες, αλλά και από την κυρίαρχη θέση της Legrand στα τμήματα των ηλεκτρικών εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων. Επιβάλλεται να παρατηρηθεί ειδικότερα ότι το γενικό συμπέρασμα της ανακοινώσεως των αιτιάσεων απαριθμεί τις διάφορες εθνικές τομεακές αγορές που επηρεάζονται από την πράξη συγκεντρώσεως, χωρίς να τονίζει οποιαδήποτε στήριξη της θέσεως που κατέχει η μία από τις δύο κοινοποιούσες επιχειρήσεις σε δεδομένη αγορά προϊόντων στη θέση της άλλης επιχειρήσεως σε άλλη τομεακή αγορά.

446.
    .πως επιβεβαίωσε η Επιτροπή με το τμήμα της αγορεύσεως που αφορούσε την εξέταση των μέτρων θεραπείας που έγινε με την Απόφαση, η ενίσχυση αυτή προέκυπτε από δύο παράγοντες, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 811, που παραπέμπουν στην ανάλυση του ανταγωνισμού των αγορών που ασκούν επιρροή: αφενός, οι καθαρές αλληλεπικαλύψεις των μεριδίων αγοράς διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής και, αφετέρου, η ενίσχυση της θέσεως της Schneider έναντι των χονδρεμπόρων, η οποία απορρέει από το άθροισμα των πωλήσεων και την κυρίαρχη θέση της Legrand στον τομέα των ηλεκτρικών εξοπλισμών για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων.

447.
    Η Επιτροπή επανέλαβε επίσης κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση ότι οι προτάσεις αναλήψεως υποχρεώσεων της 24ης Σεπτεμβρίου 2001 που αφορούσαν τις γαλλικές αγορές ηλεκτρικών πινάκων εξάλειφαν μόνον το άθροισμα των μεριδίων αγοράς διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες.

448.
    Αντιθέτως, θα εξακολουθούσε να υπάρχει η ενίσχυση που θα προέκυπτε από το άθροισμα του βάρους της Legrand έναντι των χονδρεμπόρων με εκείνο της Schneider. Πράγματι, η οντότητα που θα προέκυπτε από τη συγχώνευση θα διατηρούσε το μεγαλύτερο τμήμα των δραστηριοτήτων της Legrand στον τομέα των τελικών απολήξεων των καταναλώσεων, που παρέχουν στην τελευταία θέση ισχύος έναντι των χονδρεμπόρων, οπότε το πρόβλημα της προνομιούχου προσβάσεως της νέας οντότητας στη διανομή θα εξακολουθούσε να τίθεται.

449.
    Η Επιτροπή τονίζει όντως, στην αιτιολογική σκέψη 545, ότι η Legrand κατέχει στη Γαλλία πολύ σημαντικές θέσεις στις άλλες αγορές προϊόντων χαμηλής τάσεως πλην των ηλεκτρικών πινάκων διανομής και η Legrand διαθέτει ήδη δεσπόζουσες θέσεις στις αγορές των πριζών και των διακοπτών, των διακοπτών κομπάκτ, των υλικών καλωδιώσεως και των αυτόνομων συστημάτων φωτισμού και ασφαλείας. Ωστόσο, η διευκρίνιση αυτή δεν περιλαμβάνεται στο αντίστοιχο τμήμα της ανακοινώσεως των αιτιάσεων (σημείο 460).

450.
    Κατά το σημείο 501 της ανακοινώσεως των αιτιάσεων, η προτεινόμενη συναλλαγή «conduit à la naissance d'un groupe qui, sur de nombreux marchés de produits électriques basse tension, sera le principal fournisseur des grossistes avec une avance substantielle sur le second fournisseur» («οδηγεί στη γένεση ενός ομίλου ο οποίος, σε αρκετές αγορές ηλεκτρικών προϊόντων χαμηλής τάσεως, θα είναι ο κύριος προμηθευτής των χονδρεμπόρων προπορευόμενος σημαντικά από τον δεύτερο προμηθευτή»). Η Επιτροπή έκρινε ωστόσο ότι έπρεπε να διευκρινίσει στην αιτιολογική σκέψη 590 της Αποφάσεως ότι «ainsi qu'expliqué plus haut, ce sera notamment le cas en France» («όπως εξηγήθηκε ανωτέρω, αυτό ισχύει ειδικότερα στην περίπτωση της Γαλλίας»).

451.
    Εξάλλου, από το σημείο 4 του από 18 Σεπτεμβρίου 2001 σημειώματός της που απέστειλε στα μέλη της συμβουλευτικής επιτροπής συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, σχετικά με τις προτάσεις εκχωρήσεως ενεργητικού που υπέβαλαν οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις, προκύπτει ότι η Επιτροπή εξαρτούσε την έγκρισή της για τα προταθέντα μέτρα θεραπείας στον εν λόγω οικονομικό τομέα από το ικανοποιητικό μέγεθος αυτών των εκχωρήσεων, ώστε να εξαλειφθούν όλες οι επικαλύψεις στον ανταγωνισμό που εξακριβώθηκαν με την ανακοίνωση των αιτιάσεων.

452.
    .μως, μια επικάλυψη στον ανταγωνισμό δεν μπορεί να νοηθεί παρά μόνον εντός μιας και της ίδιας εθνικής τομεακής αγοράς και, επομένως, εκ φύσεως διακρίνεται από τη στήριξη, στο επίπεδο της διανομής, δύο κύριων θέσεων που κατέχουν, σε μία μόνο χώρα, δύο επιχειρήσεις σε δύο χωριστές αλλά συμπληρωματικές τομεακές αγορές.

453.
    .πεται εκ τούτου ότι η ανακοίνωση των αιτιάσεων δεν επέτρεψε στη Schneider να υπολογίσει σε όλο τους το μέγεθος τα προβλήματα ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή, λόγω της κοινοποιηθείσας πράξεως συγκεντρώσεως, σε επίπεδο διανομής, στη γαλλική αγορά ηλεκτρικού υλικού χαμηλής τάσεως.

454.
    Επομένως, τα δικαιώματα άμυνας της Schneider προσβλήθηκαν πολλαπλώς.

455.
    Πρώτον, η Schneider στερήθηκε της δυνατότητας να αμφισβητήσει λυσιτελώς επί της ουσίας τη θέση της Επιτροπής που δέχθηκε, στο επίπεδο της διανομής, την ενίσχυση, στη Γαλλία, της δεσπόζουσας θέσεως της Schneider στον τομέα των διατάξεων για επιμέρους πίνακες και πίνακες τελικής διανομής λόγω της κυρίαρχης θέσεως της Legrand στους εξοπλισμούς για τελικές απολήξεις των καταναλώσεων.

456.
    Η Schneider δεν είχε έτσι την ευκαιρία να απαπτύξει επωφελώς τις παρατηρήσεις της ως προς το θέμα αυτό τόσο με την απάντησή της στην ανακοίνωση των αιτιάσεων όσο και κατά την ακρόαση της 21ης Αυγούστου 2001.

457.
    Αν δεν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, η Επιτροπή θα μπορούσε να αναθεωρήσει τη θέση της ή, αντιθέτως, να ενισχύσει την απόδειξη της θέσεώς της με νέα στοιχεία, οπότε η Απόφαση μπορούσε εν πάση περιπτώσει να ήταν διαφορετική.

458.
    Δεύτερον, πρέπει να θεωρηθεί ότι η Schneider δεν είχε την ευκαιρία να αναπτύξει λυσιτελώς και εγκαίρως τις προτάσεις περί εκχωρήσεως ενεργητικού ικανοποιητικού ύψους ώστε να καταστεί δυνατή η επίλυση των προβλημάτων ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή στις εν λόγω γαλλικές τομεακές αγορές.

459.
    Συναφώς, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι η Schneider υπογράμμισε κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση ότι όντως δεν είχε τη δυνατότητα να προτείνει εγκαίρως μέτρα θεραπείας για τα προβλήματα ανταγωνισμού βάσει των οποίων δεν αμφισβήτησε την Απόφαση.

460.
    .τσι, κατέστη δυνατό η Schneider να στερηθεί εμμέσως της δυνατότητας να επιτύχει την έγκριση που η Επιτροπή μπορούσε να δώσει για τα προτεινόμενα μέτρα θεραπείας, αν οι κοινοποιούσες επιχειρήσεις ήσαν σε θέση να υποβάλουν εγκαίρως ικανοποιητικές προτάσεις αποδεσμεύσεως προκειμένου να επιλυθεί το σύνολο των προβλημάτων ανταγωνισμού που διαπίστωσε η Επιτροπή στο επίπεδο διανομής στη Γαλλία.

461.
    Η επίπτωση των παρατυπιών αυτών είναι ακόμη περισσότερο σοβαρή δεδομένου ότι, όπως επανειλημμένως παρατήρησε η Επιτροπή κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, τα μέτρα θεραπείας αποτελούν το μόνο μέσο για να αποφευχθεί η δήλωση ασυμβιβάστου μιας πράξεως συγκεντρώσεως που εμπίπτει στο άρθρο 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89.

462.
    Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι η Απόφαση φέρει το στίγμα της προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτός.

463.
    Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η Απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, χωρίς να χρειάζεται το Πρωτοδικείο να αποφανθεί επί των άλλων λόγων και επιχειρημάτων που προέβαλε η Schneider προς στήριξη της προσφυγής της και που στρέφονται, ειδικότερα, κατά της εκτιμήσεως εκ μέρους της Επιτροπής των προτάσεων εκχωρήσεως ενεργητικού που υπέβαλε η Schneider προκειμένου να καταστήσει την πράξη συγκεντρώσεως συμβατή με την κοινή αγορά.

464.
    Βάσει του άρθρου 233 ΕΚ, εναπόκειται πράγματι στην Επιτροπή να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της παρούσας ακυρωτικής αποφάσεως.

465.
    Αυτά τα μέτρα εκτελέσεως πρέπει να σέβονται τις αιτιολογικές σκέψεις που συνιστούν το αναγκαίο στήριγμα του διατακτικού της αποφάσεως (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Απριλίου 1988, 97/86, 99/86, 193/86 και 215/86, Αστερίς κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 2181, σκέψη 27). Οι αιτιολογικές σκέψεις που ασκούν επιρροή στην παρούσα απόφαση συνεπάγονται ειδικότερα, στην περίπτωση κατά την οποία θα επαναληφθεί η εξέταση του συμβιβαστού της κοινοποιηθείσας πράξεως, ότι η Schneider θα είναι σε θέση, για τις επηρεαζόμενες εθνικές τομεακές αγορές σχετικά με τις οποίες η οικονομική ανάλυση που περιλαμβάνεται στην Απόφαση δεν παραμερίστηκε με την παρούσα απόφαση, ήτοι οι γαλλικές τομεακές αγορές, να προβάλει λυσιτελώς την άμυνά της και, ενδεχομένως, να προτείνει τα διορθωτικά μέτρα που αντιστοιχούν στις προσαπτόμενες παραβάσεις και τις οποίες θα διευκρινίσει προηγουμένως η Επιτροπή.

Επί των δικαστικών εξόδων

466.
    Δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα. Επειδή η Επιτροπή ηττήθηκε ως προς το ουσιώδες των αιτημάτων της, πρέπει να καταδικαστεί, εκτός από τα δικαστικά της έξοδα και σε εκείνα της Schneider, σύμφωνα με τα αιτήματα της τελευταίας.

467.
    Δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Comité central d'entreprise de la SA Legrand και το Comité européen du groupe Legrand, παρεμβαίνοντες, φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

468.
    Δυνάμει του άθρου 87, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα κράτη μέλη που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. Επομένως, η Γαλλική Δημοκρατία θα φέρει τα δικαστικά της έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)    Ακυρώνει την απόφαση C(2001) 3014 τελικό της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2001, με την οποία πράξη συγκεντρώσεως κηρύχθηκε ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της Συμφωνίας ΕΟΧ (υπόθεση COMP/M.2283 - Schneider-Legrand)

2)    Καταδικάζει την Επιτροπή να καταβάλει, εκτός των δικών της εξόδων, τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Schneider Electric SA.

3)    Το Comité central d'entreprise de la SA Legrand και το Comité européen du groupe Legrand φέρουν τα έξοδά τους.

4)    Η Γαλλική Δημοκρατία φέρει τα έξοδά της.

Vesterdorf

Forwood
Legal

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 22 Οκτωβρίου 2002.

Ο Γραμματέας

Ο Πρόεδρος

H. Jung

B. Vesterdorf

Περιεχόμενα

     Νομικό πλαίσιο

II - 2

     Ιστορικό της διαφοράς

II - 5

     Διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου

II - 13

     Αιτήματα των διαδίκων

II - 14

     Σκεπτικό

II - 15

         Διαδικαστική πλημμέλεια

II - 15

             Επί του πρώτου λόγου, που αντλείται από την παράβαση του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 4064/89

II - 15

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 15

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 18

         Λόγοι με τους οποίους επικρίνεται η εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας πράξεως συγκεντρώσεως

II - 21

             Επί του έκτου λόγου, που αντλείται από τον εσφαλμένο χαρακτήρα της οικονομικής προβληματικής στην οποία στηρίζεται η ανάλυση της επιπτώσεως της συγκεντρώσεως

II - 23

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 23

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 24

             Επί του τρίτου λόγου, που αντλείται από την υπερεκτίμηση της θέσεως της οντότητας που προκύπτει από τη συγχώνευση

II - 26

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 26

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 27

             Επί του τετάρτου λόγου, που αντλείται από την αντιφατική ανάλυση της δομής του ανταγωνισμού στο επίπεδο χονδρεμπόρων

II - 39

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 39

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 40

             Επί του πέμπτου λόγου, που αντλείται από την έλλειψη αναλύσεως της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως στις διάφορες εθνικές τομεακές αγορές κατά των οποίων στρέφονται οι αιτιάσεις που δέχθηκε η Επιτροπή

II - 48

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 49

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 49

             Επί του έκτου λόγου, που αντλείται από τα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως τα οποία καθιστούν πλημμελή την ανάλυση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως σε ορισμένες εθνικές αγορές διατάξεων για πίνακες διανομής ηλεκτρικού ρεύματος

II - 54

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 54

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 56

             Επί του έβδομου λόγου, που αντλείται από την εσφαλμένη ανάλυση της επιπτώσεως της κοινοποιηθείσας συγκεντρώσεως στη δανική αγορά διατάξεων για ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής

II - 59

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 59

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 62

             Επί του ογδόου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την εσφαλμένη ανάλυση της επιπτώσεως που έχει η κοινοποιηθείσα συγκέντρωση στις ιταλικές αγορές διατάξεων για ηλεκτρικούς επιμέρους πίνακες και ηλεκτρικούς πίνακες τελικής διανομής

II - 68

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 68

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 71

             Επί των συνεπειών των σφαλμάτων αναλύσεως και εκτιμήσεως που διαπιστώθηκαν ανωτέρω

II - 78

         Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας

II - 81

             Επί του ενάτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την ασυμφωνία μεταξύ της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και της Αποφάσεως

II - 81

                 - Επιχειρήματα των διαδίκων

II - 81

                 - Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

II - 84

     Επί των δικαστικών εξόδων

II - 88


1: Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.


2: -     Δεν υπάρχει επίσημη μετάφραση της αποφάσεως της Επιτροπής· τα εν προκειμένω αποσπάσματα παρατίθενται σε ελεύθερη μετάφραση.


3: Εμπιστευτικά στοιχεία.


4: Εμπιστευτικά στοιχεία.


5: Εμπιστευτικά στοιχεία.


6: Εμπιστευτικά στοιχεία.


7: Εμπιστευτικά στοιχεία.


8: Εμπιστευτικά στοιχεία.


9: Εμπιστευτικά στοιχεία.


10: Εμπιστευτικά στοιχεία.


11: Εμπιστευτικά στοιχεία.


12: Εμπιστευτικά στοιχεία.