Language of document : ECLI:EU:T:2005:57

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

της 22ας Φεβρουαρίου 2005 (*)

«Εμπιστευτικότητα – Αμφισβήτηση»

Στην υπόθεση T-383/03,

Hynix Semiconductor Inc., με έδρα το Kyoungi-Do (Κορέα), εκπροσωπούμενη από τους Μ. Bronckers, Y. van Gerven, A. Gutermuth και A. Desmedt, δικηγόρους, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

υποστηριζόμενη από την

Citibank, NA Seoul Branch (Korea), με έδρα τη Σεούλ (Κορέα), εκπροσωπούμενη από τον F. Petillion, δικηγόρο,

και την

Korean Exchange Bank, με έδρα τη Σεούλ, εκπροσωπούμενη από τον J. Bourgeois, δικηγόρο,

παρεμβαίνουσες,

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εκπροσωπούμενου από τον Μ. Bishop, επικουρούμενο από τον G. Berrisch, δικηγόρο,

καθού,

υποστηριζόμενου από την

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον T. Scharf και την K. Talabér‑Ricz, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

την

Infineon Technologies AG, με έδρα το Μόναχο (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους Μ. Schütte, S. Cisnal de Ugarte και B. Montejo, δικηγόρους,

και την

Micron Europe Ltd, με έδρα το Berkshire (Ηνωμένο Βασίλειο),

και την

Micron Technology Italia Srl, με έδρα το Avezzano (Ιταλία), εκπροσωπούμενες από τους B. O'Connor, solicitor, και D. Luff, δικηγόρο,

παρεμβαίνουσες,

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως του κανονισμού (ΕΚ) 1480/2003 του Συμβουλίου, της 11ης Αυγούστου 2003, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένων τύπων ηλεκτρονικών μικροκυκλωμάτων, γνωστών ως DRAMs (δυναμικές μνήμες ταχείας προσπέλασης), καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας (ΕΕ L 212, σ. 1),

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

 Διαδικασία

1        Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 14 Νοεμβρίου 2003, η Hynix Semiconductor Inc. (στο εξής: Hynix), εταιρία κορεατικού δικαίου με έδρα το Kyoungi-Do (Κορέα), άσκησε προσφυγή αποβλέπουσα στην ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 1480/2003 του Συμβουλίου, της 11ης Αυγούστου 2003, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένων τύπων ηλεκτρονικών μικροκυκλωμάτων, γνωστών ως DRAMs (δυναμικές μνήμες ταχείας προσπέλασης), καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας (ΕΕ L 212, σ. 1, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός). Η Hynix ζητεί την πλήρη ακύρωση και, επικουρικώς, τη μερική ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού.

2        Με έγραφα παραληφθέντα στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 28 Ιανουαρίου, 16 Φεβρουαρίου και 11 Μαρτίου 2004, αντιστοίχως, η Micron Europe Ltd, εταιρία αγγλικού δικαίου με έδρα το Berkshire (Ηνωμένο Βασίλειο), και η Micron Technology Italia, Srl, εταιρία ιταλικού δικαίου με έδρα το Avezzano (Ιταλία) (στο εξής, από κοινού: Micron), η Επιτροπή και η Infineon Technologies AG (στο εξής: Infineon), εταιρία γερμανικού δικαίου με έδρα το Μόναχο (Γερμανία), ζήτησαν να παρέμβουν στη διαφορά προς υποστήριξη των αιτημάτων του Συμβουλίου.

3        Με έγγραφα παραληφθέντα από τη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 11 Μαρτίου 2004, η Citibank, NA Seoul Branch (Korea) (στο εξής: Citibank), εταιρία κορεατικού δικαίου με έδρα τη Σεούλ (Κορέα), και η Korean Exchange Bank (στο εξής KEB), εταιρία κορεατικού δικαίου με έδρα τη Σεούλ, ζήτησαν να παρέμβουν στη διαφορά προς υποστήριξη των αιτημάτων της Hynix.

4        Αυτές οι αιτήσεις παρεμβάσεως κοινοποιήθηκαν στους διαδίκους. Οι διάδικοι υπέβαλαν τις γραπτές τους παρατηρήσεις.

5        Με χωριστά δικόγραφα, παραληφθέντα στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 13 Απριλίου, 14 Απριλίου και 19 Μαΐου 2004 αντιστοίχως, η Hynix ζήτησε όπως ορισμένα απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα και στοιχεία να αποκλειστούν από την κοινοποίηση του εισαγωγικού δικογράφου στις Infineon, Micron, Citibank και KEB, στην περίπτωση που αυτές θα γίνονταν δεκτές να παρέμβουν στη διαφορά. Προσκόμισε ένα μη εμπιστευτικό αντίγραφο του διαδικαστικού αυτού εγγράφου.

6        Το Συμβούλιο κατέθεσε το υπόμνημά του αντικρούσεως στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 1η Ιουνίου 2004.

7        Με διατάξεις της 14ης Ιουλίου 2004, ο πρόεδρος του τέταρτου τμήματος δέχθηκε τις αιτήσεις παρεμβάσεως της Επιτροπής, της Infineon και της Micron, και επιφυλάχθηκε ως προς το βάσιμο των αιτήσεων περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως του εισαγωγικού δικογράφου όσον αφορά την Infineon και την Micron.

8        Με έγγραφο παραληφθέν στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 15 Ιουλίου 2004, η Hynix ζήτησε όπως ορισμένα απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα και στοιχεία αποκλειστούν από την κοινοποίηση του υπομνήματος αντικρούσεως στις Infineon, Micron και, στην περίπτωση που γίνονταν δεκτές να παρέμβουν στη διαφορά, στις Citibank και KEB. Προσκόμισε ένα μη εμπιστευτικό αντίγραφο αυτού του διαδικαστικού εγγράφου. Ο πρόεδρος επεφύλαξε την απόφασή του ως προς το βάσιμο της αιτήσεως αυτής.

9        Με έγγραφα παραληφθέντα στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 16 Σεπτεμβρίου 2004, οι Infineon και Micron υπέβαλαν τις γραπτές τους παρατηρήσεις επί των αιτήσεων εμπιστευτικής μεταχειρίσεως της Hynix, εντός της προθεσμίας που τους είχε ταχθεί προς τούτο.

10      Με έγγραφο παραληφθέν στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 21η Σεπτεμβρίου 2004, η Hynix πληροφόρησε το Πρωτοδικείο ότι, μολονότι είχε ζητήσει την εμπιστευτική μεταχείριση του παραρτήματος B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως, παρέλειψε να αποσύρει το εμπιστευτικό αντίγραφο αυτού του εγγράφου από το μη εμπιστευτικό αντίγραφο του υπομνήματος αντικρούσεως που αυτή είχε υποβάλει στις 15 Ιουλίου 2004 και κοινοποιήθηκε στις Infineon και Micron. Ζήτησε αυτές οι τελευταίες να διαταχθούν να επιστρέψουν αυτό το έγγραφο στο Πρωτοδικείο, εν αναμονή της αποφάσεως που πρέπει να ληφθεί επί του βασίμου της αιτήσεως της περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως. Ο πρόεδρος δέχθηκε την αίτηση αυτή.

11      Με έγγραφο παραληφθέν στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 11 Οκτωβρίου 2004, το Συμβούλιο ζήτησε όπως τα παραρτήματα B 3, B 15, B 18, B 26, B 27 και B 38 του υπομνήματος αντικρούσεως τύχουν εμπιστευτικής μεταχειρίσεως έναντι της Micron και, στην περίπτωση κατά την οποία θα γίνονταν δεκτές να παρέμβουν στη διαφορά, της Citibank και της KEB. Ο πρόεδρος επεφύλαξε την απόφασή του ως προς το βάσιμο της αιτήσεως αυτής.

12      Με το ίδιο έγγραφο, το Συμβούλιο ζήτησε εξάλλου να διαταχθεί η Infineon και η Micron, στις οποίες τα εν λόγω έγγραφα είχαν κοινοποιηθεί ελλείψει προηγουμένης αιτήσεως εμπιστευτικής μεταχειρίσεως εκ μέρους του ή εκ μέρους της Hynix, να τα επιστρέψουν στο Πρωτοδικείο, εν αναμονή της αποφάσεως που πρέπει να ληφθεί επί του βασίμου της αιτήσεώς του περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως. Ο πρόεδρος δέχθηκε την αίτηση αυτή.

13      Με διάταξη της 29ης Οκτωβρίου 2004, ο πρόεδρος δέχθηκε τις αιτήσεις παρεμβάσεως της Citibank και της KEB και επεφύλαξε την απόφασή του επί του βασίμου των αιτήσεων περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως, ως προς αυτές, των εγγράφων της διαδικασίας.

14      Με έγγραφα παραληφθέντα στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 και 28 Οκτωβρίου 2004, οι Infineon και Micron υπέβαλαν τις γραπτές τους παρατηρήσεις επί της αιτήσεως του Συμβουλίου περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως.

15      Η Citibank δεν υπέβαλε γραπτές παρατηρήσεις επί των αιτήσεων περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως.

16      Η KEB υπέβαλε γραπτές παρατηρήσεις περιοριζόμενες σε ορισμένα έγγραφα που αναφέρονταν στην αίτηση του Συμβουλίου περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως.

 Επί των αιτήσεων εμπιστευτικής μεταχειρίσεως

17      Το άρθρο 116, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου προβλέπει, στην πρώτη περίοδο της παραγράφου, ότι όλα τα έγγραφα της διαδικασίας που έχουν επιδοθεί στους διαδίκους ανακοινώνονται στον παρεμβαίνοντα και, στη δεύτερη περίοδο της παραγράφου, ότι ο πρόεδρος μπορεί όμως, κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, να εξαιρέσει από την ανακοίνωση αυτή απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα.

18      Η διάταξη αυτή καθιερώνει την αρχή ότι όλα τα έγγραφα της διαδικασίας που έχουν επιδοθεί στους διαδίκους πρέπει να ανακοινώνονται στους παρεμβαίνοντες, και μόνο κατ’ εξαίρεση καθίσταται δυνατό να αποκλειστούν από την ανακοίνωση αυτή ορισμένα απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα ή απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία (διατάξεις του Πρωτοδικείου της 4ης Απριλίου 1990, Τ-30/89, Hilti κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. II-163, δημοσίευση αποσπασμάτων, σκέψη 10, και του προέδρου του πρώτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 5ης Αυγούστου 2003, Τ-168/01, Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 34).

19      Στην προκειμένη περίπτωση, επιβάλλεται να εξεταστεί χωριστά το αν οι αιτήσεις εμπιστευτικής μεταχειρίσεως της Hynix, αφενός, και του Συμβουλίου, αφετέρου, επιτρέπουν παρέκκλιση από την αρχή αυτή.

 Επί της αιτήσεως της Hynix περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως

 Αντικείμενο και αιτιολογία της αιτήσεως

20      Η Hynix ζητεί όπως ορισμένα έγγραφα και στοιχεία που περιλαμβάνονται στο εισαγωγικό δικόγραφο και στο υπόμνημα αντικρούσεως αποκλειστούν από την ανακοίνωση των διαδικαστικών εγγράφων στις Infineon, Micron, Citibank και KEB.

21      Τα έγγραφα και στοιχεία που αναφέρει η αίτηση αυτή είναι τα εξής:

(παραλείπεται)

 Παρατηρήσεις των παρεμβαινόντων

22      Η Infineon αμφισβητεί συνολικά την αίτηση.

23      Πρώτον, ισχυρίζεται ότι η αίτηση αυτή δεν περιλαμβάνει γενική περιγραφή των περισσοτέρων εγγράφων και πληροφοριών που αναφέρει και, επομένως, δεν της επιτρέπει να προσδιορίσει αν η εμπιστευτική μεταχείριση αυτών δικαιολογείται, παρ’ όλον ότι ορισμένα από τα έγγραφα αυτά μπορεί να ενέχουν σημασία στο πλαίσιο ορισμένων από τους 17 λόγους που προβάλλει η Hynix και να είναι αναγκαία για την εκ μέρους της Infineon άσκηση των δικαιωμάτων της. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση των ακόλουθων στοιχείων για τα οποία ζητείται εμπιστευτική μεταχείριση:

(παραλείπεται)

24      Δεύτερον, η Infineon ισχυρίζεται ότι η αίτηση αντιβαίνει προς την επιταγή της αιτιολογίας που διαλαμβάνουν οι πρακτικές οδηγίες στους διαδίκους (ΕΕ 2002, L 87, σ. 48), σημείο VIII, παράγραφος 3, καθόσον, ναι μεν αυτή κάνει λόγο για το περιεχόμενο των εγγράφων και στοιχείων που αναφέρει, δεν εξηγεί όμως, για τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά, τους λόγους που οδηγούν στο να χαρακτηριστούν απόρρητα ή εμπιστευτικά. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση των ακόλουθων στοιχείων για τα οποία ζητείται η εμπιστευτική μεταχείριση:

(παραλείπεται)

25      Τρίτον, η Infineon ισχυρίζεται ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή αναγνώρισε, κατά τη διοικητική διαδικασία, το ευεργέτημα της εμπιστευτικής μεταχειρίσεως για ορισμένα έγγραφα και στοιχεία που αναφέρει η αίτηση, αφενός, και το γεγονός ότι η σύμβαση μεταξύ του καθού και τρίτου στη διαφορά ορίζει εμπιστευτική μεταχείριση ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, αφετέρου, δεν δικαιολογούν καθαυτό τον αποκλεισμό αυτών των εγγράφων και στοιχείων από την ανακοίνωση των εγγράφων της διαδικασίας στους παρεμβαίνοντες. Δηλώνει ότι είναι έτοιμη να αναλάβει τη δέσμευση να μη δημοσιοποιήσει τα έγγραφα και τα στοιχεία αυτά και να μην τα χρησιμοποιήσει για άλλους σκοπούς πλην εκείνων της δίκης. Έτσι, δεν δικαιολογείται κατ’ ανάγκην η εμπιστευτική μεταχείριση των:

(παραλείπεται)

26      Τέταρτον, η Infineon φρονεί ότι ορισμένα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση είναι ιστορικά και/ή παρωχημένα, και σε άλλα το κοινό ή οι ειδικοί μπορούν να έχουν πρόσβαση. ΄Ετσι, φαίνεται αδικαιολόγητη η εμπιστευτική μεταχείριση:

(παραλείπεται)

27      Πέμπτον, η Infineon προβάλλει ότι οι πρακτικές οδηγίες στους διαδίκους αναφέρουν στο σημείο VIII, παράγραφος 2, αυτών ότι η αίτηση εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο και μόνον κατ’ εξαίρεση μπορεί να έχει ως αντικείμενο το σύνολο ενός παραρτήματος. Ειδικότερα, αμφιβάλλει αν η αίτηση εμπιστευτικής μεταχειρίσεως του συνόλου των LII παραρτημάτων του εισαγωγικού δικογράφου και B 30 και B 31 του υπομνήματος αντικρούσεως δικαιολογείται.

28      Έκτον, η Infineon παρατηρεί ότι το παράρτημα XXXVIII του εισαγωγικού δικογράφου περιλαμβάνει το εμπιστευτικό αντίγραφο της απαντήσεως των κορεατικών αρχών σε ερώτηση που τους απηύθυνε η Επιτροπή κατά τη διοικητική διαδικασία, ότι το έγγραφο αυτό δεν ανακοινώθηκε από την Επιτροπή στους συμμετέχοντες στη διαδικασία αυτή και ότι φαίνεται ότι οι ίδιες οι κορεατικές αρχές το έδωσαν στη Hynix. Βάλλει κατά του γεγονότος ότι το εμπιστευτικό αντίγραφο αποκλείστηκε από τον φάκελο που της ανακοινώθηκε και αντικαταστάθηκε από μη εμπιστευτικό αντίγραφο. Έχει τη γνώμη ότι, έστω και αν υποτεθεί ότι το έγγραφο αυτό περιλαμβάνει απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία, θα πρέπει αν πάση περιπτώσει να της ανακοινωθεί στο σύνολό του βάσει της αρχής της ισότητας των όπλων.

29      Έβδομον, η Infineon εκφράζει, κατ’ ουσίαν, αμφιβολίες κατά πόσον είναι απόρρητα ή εμπιστευτικά τα:

(παραλείπεται)

30      Η Micron επικεντρώνει τις αντιρρήσεις της στο παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως. Φρονεί ότι το έγγραφο αυτό ενέχει ειδική σημασία στο πλαίσιο του λόγου σχετικά με την έλλειψη συνεργασίας που το Συμβούλιο καταλογίζει στην Hynix και στη δυνατότητα που είχε το κοινοτικό αυτό όργανο να στηριχθεί στα πραγματικά περιστατικά και στα διαθέσιμα στοιχεία, και σε εκείνον από τους λόγους που αφορά τον χαρακτηρισμό της υπάρξεως χρηματοδοτικής συνδρομής εκ μέρους των κρατικών αρχών και στον υπολογισμό του ύψους των επιδοτήσεων. Επομένως, αμφιβάλλει αν η αίτηση που αφορά το παράρτημα αυτό μπορεί να γίνει δεκτή στο σύνολό της.

 Εκτίμηση του προέδρου

31      Πρώτον, εναπόκειται στον διάδικο που υποβάλλει αίτηση εμπιστευτικότητας να διευκρινίσει τα έγγραφα ή τα στοιχεία στα οποία αναφέρεται και να αιτιολογήσει δεόντως τον εμπιστευτικό τους χαρακτήρα (διατάξεις του προέδρου του πρώτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 8ης Νοεμβρίου 2000, Τ-246/99, Tirrenia di Navigazione κ.λπ. κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 20, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψεις 36 και 37. Οι οδηγίες προς τον Γραμματέα του Πρωτοδικείου (ΕΕ 1994, L 78, σ. 32), τροποποιηθείσες τελευταία (ΕΕ 2002, L 160, σ. 1) επαναλαμβάνουν τις απαιτήσεις αυτές στο άρθρο 5, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, όπως και οι πρακτικές οδηγίες στους διαδίκους στο σημείο VIII, παράγραφος 3, αυτών.

32      Στην προκειμένη περίπτωση, η αίτηση πληροί την απαίτηση ακριβείας, με εξαίρεση τα παραρτήματα XII, XXII, XXVII, XXXV, XXXVIII, XXXIX, XL και XLI του εισαγωγικού δικογράφου. Συγκεκριμένα, για τα έγγραφα αυτά, ουδόλως διευκρινίζει τα στοιχεία για τα οποία ζητείται να αποκλειστεί η ανακοίνωση των εγγράφων διαδικασίας στους παρεμβαίνοντες. Εξάλλου, στο μη εμπιστευτικό αντίγραφο του υπομνήματος αυτού που ανακοινώθηκε στους τελευταίους, ένα σημαντικό μέρος των εν λόγω στοιχείων απαλείφθηκε χωρίς οι απαλείψεις αυτές να αναφερθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Επομένως, οι παρεμβαίνοντες δεν είναι σε θέση να εξακριβώσουν τα στοιχεία αυτά και, κατά μείζονα λόγο, να προβάλουν τις παρατηρήσεις τους ως προς την εμπιστευτικότητα αυτών και επί της ενδεχόμενης αναγκαιότητας να τους ανακοινωθούν αυτά τα στοιχεία.

33      Πάντως, η ατομική εξέταση των εγγράφων αυτών οδηγεί στην παρατήρηση ότι τα εν λόγω στοιχεία, που είναι πολυάριθμα, κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη συγκεντρώνει τα απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία που μνημονεύονται σε άλλα μέρη των υπομνημάτων, των οποίων η Hynix ζήτησε την εμπιστευτική μεταχείριση, και τα στοιχεία που εμφανίζουν αυστηρά τον ίδιο χαρακτήρα. Η δεύτερη περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία εν πάση περιπτώσει δεν είναι απόρρητα ούτε εμπιστευτικά. Υπό τις πολύ ειδικές αυτές περιστάσεις, επιβάλλεται, κατ’ οικονομία της διαδικασίας, να κριθεί σ’ αυτό το στάδιο η αίτηση που αναφέρεται σε αυτά. Πάντως, θα πρέπει κατ’ ανάγκη να ληφθεί υπόψη ο ασαφής χαρακτήρας και η συνολική και συνοπτική αιτιολογία της αιτήσεως που αναφέρεται στα έγγραφα αυτά.

34      Ως προς την απαίτηση αιτιολογίας, θα πρέπει αυτή να εκτιμηθεί σε σχέση με τον ίδιο τον χαρακτήρα καθενός από τα έγγραφα και τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση. Πράγματι, από τη νομολογία προκύπτει ότι η διάκριση μπορεί να γίνει μεταξύ, αφενός, των στοιχείων που είναι εκ φύσεως απόρρητα, όπως είναι τα επιχειρηματικά απόρρητα εμπορικής, ανταγωνιστικής, οικονομικής ή λογιστικής φύσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διατάξεις του προέδρου του πέμπτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 26ης Φεβρουαρίου 1996, Τ-395/94, Atlantic Container Line κ.λπ. κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 4· του προέδρου του τέταρτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 6ης Φεβρουαρίου 1997, Τ-322/94, Union Carbide κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 24· του προέδρου του τέταρτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 4ης Μαρτίου 1997, Τ-234/95, DSG κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 15, και του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 23ης Απριλίου 2001, Τ-77/00, Esat Telecommunications κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 84), ή εμπιστευτικά, όπως τα καθαρά εσωτερικά στοιχεία (διατάξεις του προέδρου του δεύτερου τμήματος του Πρωτοδικείου της 21ης Μαρτίου 1994, Τ‑24/93, Compagnie maritime belge transports και Compagnie maritime belge κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 12, και του προέδρου του τέταρτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 25ης Ιουνίου 1997, Τ‑215/95, Telecom Italia κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 18), και, αφετέρου, άλλων εγγράφων ή στοιχείων που μπορεί να έχουν απόρρητο ή εμπιστευτικό χαρακτήρα, για λόγο που εναπόκειται στον αιτούντα να αναφέρει (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διατάξεις του Πρωτοδικείου της 13ης Νοεμβρίου 1996, Τ-14/96, BAI κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 14, και προπαρατεθείσα Esat Telecommunications κατά Επιτροπής, σκέψεις 27, 45, 50, 80 και 87).

35      Στην προκειμένη περίπτωση, η ατομική εξέταση των στοιχείων σχετικά με τα οποία η Infineon διατείνεται ότι η αίτηση στερείται αιτιολογίας οδηγεί στη διαπίστωση ότι όλα συνίστανται σε αριθμούς ή ακριβείς ενδείξεις εμπορικού, ανταγωνιστικού ή οικονομικού χαρακτήρα που αρκεί, προς εκπλήρωση της απαιτήσεως αιτιολογίας, η σύντομη περιγραφή αναφέροντας αν αυτές είναι, αναλόγως της περιπτώσεως, απόρρητου ή εμπιστευτικού χαρακτήρα, όπως έπραξε η Hynix.

36      Δεύτερον, όταν ένας διάδικος υποβάλλει αίτηση βάσει του άρθρου 116, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του Κανονισμού Διαδικασίας, εναπόκειται στον πρόεδρο να αποφανθεί αποκλειστικά επί των εγγράφων και στοιχείων των οποίων αμφισβητείται η εμπιστευτικότητα (βλ. διατάξεις του προέδρου του τρίτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 15ης Οκτωβρίου 2002, Τ-203/01, Michelin κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 10, και της 5ης Φεβρουαρίου 2003, Τ-287/01, Bioelettrica κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 12).

37      Στην προκειμένη περίπτωση, οι αντιρρήσεις της Infineon αναφέρονται το σύνολο της αιτήσεως, περιλαμβανομένων, μολονότι κατά τρόπο αμφίβολο, των παραρτημάτων XXIX (σ. 625 και 626), XXXI και XXXV του εισαγωγικού δικογράφου, των παραρτημάτων B 3 και B 36 του υπομνήματος αντικρούσεως και ορισμένων πρόσφατων στοιχείων που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα XII, XIII (σ. 347 και 348), XVII (σ. 429), XVIII (σ. 433), XXII και XXIX (σ. 622 και 623) του εισαγωγικού δικογράφου. Επομένως, επιβάλλεται να εκδοθεί η απόφαση για όλα τα έγγραφα και στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση.

38      Τρίτον, στο μέτρο που η αίτηση η οποία υποβάλλεται βάσει του άρθρου 116, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του Κανονισμού Διαδικασίας αμφισβητείται, εναπόκειται στον πρόεδρο, σε πρώτη φάση, να εξετάσει αν τα έγγραφα και τα στοιχεία των οποίων η εμπιστευτικότητα αμφισβητείται είναι απόρρητα ή εμπιστευτικά.

39      Κατά την εξέταση αυτή, ο πρόεδρος δεν μπορεί να δεσμεύεται από συμφωνητικό εμπιστευτικότητας που ο προσφεύγων συνήψε με τρίτο σχετικά με τα έγγραφα ή τα στοιχεία που αφορούν αυτόν τον τρίτο και περιλαμβάνονται στα υπομνήματα (διάταξη του προέδρου του πέμπτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 3ης Ιουνίου 1997, Τ-102/96, Gencor κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. II‑879, σκέψεις 17 έως 19). Εν προκειμένω, δεν είναι επομένως αναγκαίο να κληθεί η Hynix να προσκομίσει τα συμφωνητικά εμπιστευτικότητας τα οποία επικαλείται προς στήριξη της αιτήσεώς της.

40      Ο πρόεδρος δεν δεσμεύεται ούτε από το γεγονός ότι η Επιτροπή χειρίστηκε εμπιστευτικά ορισμένα έγγραφα και στοιχεία κατά τη διοικητική διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως. Αντιθέτως, εναπόκειται σ’ αυτόν να εξετάσει αν το έγγραφο ή το στοιχείο για το οποίο πρόκειται είναι όντως απόρρητο ή εμπιστευτικό (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διατάξεις Gencor κατά Επιτροπής, σκέψη 39 ανωτέρω, σκέψη 67· του προέδρου του δεύτερου τμήματος του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουνίου 1998, Τ-22/97, Kesko Oy κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 14· του προέδρου του πέμπτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 2ας Μαρτίου 1999, Τ-65/98, Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 27, και Tirrenia di Navigazione κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 31 ανωτέρω, σκέψη 23).

41      Πάντως, στις διαφορές που έχουν ως αντικείμενο πράξη εκδοθείσα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Κοινότητας (ΕΕ L 288, σ. 1), έχει σημασία να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της πράξεως αυτής, τα κοινοτικά όργανα, τα οποία επιλαμβάνονται αιτήσεως δεόντως αιτιολογημένης, δέχθηκαν να χειριστούν τα έγγραφα ή τα στοιχεία που ανακοίνωσε διάδικος ως εμπιστευτικά ή ως παρασχεθέντα εμπιστευτικώς, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 29 του κανονισμού αυτού.

42      Τέταρτον και τελευταίο, όταν από την εξέταση οδηγείται στο συμπέρασμα ότι ορισμένα έγγραφα και στοιχεία των οποίων η εμπιστευτικότητα αμφισβητείται είναι απόρρητα ή εμπιστευτικά, εναπόκειται στον πρόεδρο να προβεί, σε δεύτερη φάση, στην εκτίμηση και τη στάθμιση των συμφερόντων, για έκαστο εξ αυτών.

43      Συναφώς, η εκτίμηση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μπορεί να γίνει χρήση της παρεκκλίσεως που προβλέπει το άρθρο 116, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του Κανονισμού Διαδικασίας είναι διαφορετική αναλόγως του αν η εμπιστευτική μεταχείριση ζητείται προς το συμφέρον του προσφεύγοντος ή προς το συμφέρον τρίτου σε σχέση με τη διαφορά.

44      Όταν η εμπιστευτική μεταχείριση ζητείται προς το συμφέρον του προσφεύγοντος, η εκτίμηση αυτή οδηγεί τον πρόεδρο, για κάθε αναφερόμενο έγγραφο ή στοιχείο, να σταθμίσει το έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος να αποφύγει ουσιώδη βλάβη των συμφερόντων του με το εξίσου έννομο συμφέρον των παρεμβαινόντων να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων τους (βλ. διατάξεις Hilti κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 11, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 35).

45      Όταν η εμπιστευτική μεταχείριση ζητείται προς το συμφέρον τρίτου σε σχέση με τη διαφορά, η εκτίμηση αυτή οδηγεί τον πρόεδρο, για κάθε αναφερόμενο έγγραφο ή στοιχείο, να σταθμίσει το συμφέρον αυτού του τρίτου όπως τα απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα ή στοιχεία που τον αφορούν να προστατευθούν και το συμφέρον των παρεμβαινόντων να έχουν στη διάθεσή τους αυτά τα στοιχεία για την άσκηση των διαδικαστικών τους δικαιωμάτων (βλ. διατάξεις Gencor κατά Επιτροπής, σκέψη 39 ανωτέρω, σκέψη 18, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 50).

46      Εν πάση περιπτώσει, ο προσφεύγων οφείλει να προβλέψει, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως και τον δημόσιο χαρακτήρα της ενώπιον του Δικαστηρίου συζητήσεως, την πιθανότητα ότι ορισμένα απόρρητα ή εμπιστευτικά έγγραφα ή στοιχεία που θέλησε να προσκομίσει στη δικογραφία θεωρηθούν αναγκαία για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων και, κατά συνέπεια, πρέπει να ανακοινωθούν στους τελευταίους (διάταξη του Πρωτοδικείου της 29ης Μαΐου 1997, Τ-89/96, British Steel κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. II-835, σκέψη 24· βλ. επίσης, υπό το πνεύμα αυτό, διάταξη του προέδρου του δεύτερου τμήματος του Πρωτοδικείου της 2ας Ιουνίου 1992, Τ-57/91, NALOO κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 16).

47      Τέλος, δεν ασκεί επιρροή το ότι παρεμβαίνων προτείνει, όπως στην προκειμένη περίπτωση, να αναλάβει την υποχρέωση να μη δημοσιοποιήσει τα έγγραφα ή τα στοιχεία για τα οποία ζητείται να αποκλειστούν από την ανακοίνωση των εγγράφων της διαδικασίας και να τα χρησιμοποιήσει μόνο για τους σκοπούς της παρεμβάσεώς του. Πράγματι, εναπόκειται σε κάθε περίπτωση στους διαδίκους και στους παρεμβαίνοντες σε διαφορά να χρησιμοποιήσουν τα έγγραφα της διαδικασίας που τους ανακοινώνονται αποκλειστικά για την άσκηση των αντίστοιχων διαδικαστικών δικαιωμάτων τους (απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 1998, Τ-174/95, Svenska Journalistförbundet κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1998, σ. II-2289, σκέψη 137, και διάταξη Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 28).

48      Ενόψει των αρχών αυτών επιβάλλεται να εξεταστεί η αίτηση της Hynix, με την επιφύλαξη ειδικής μεταχειρίσεως των παραρτημάτων XII, XXII, XXVII, XXXV, XXXVIII, XXXIX, XL και XLI του εισαγωγικού δικογράφου, λαμβάνοντας υπόψη τις διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται στη σκέψη 32 ανωτέρω.

–       Επί της αιτήσεως που αναφέρεται στα έγγραφα και στοιχεία εκτός αυτών των παραρτημάτων XII, XXII, XXVII, XXXV, XXXVIII, XXXIX, XL και XLI του εισαγωγικού δικογράφου

49      Πρώτον, κατά πάγια νομολογία, όταν ένα στοιχείο αναφέρεται επανειλημμένως στις διαδικαστικές πράξεις και ο διάδικος παραλείπει να ζητήσει την εμπιστευτική μεταχείριση κάθε αποσπάσματος στο οποίο το στοιχείο αυτό περιλαμβάνεται, οπότε αυτό το στοιχείο περιέρχεται εν πάση περιπτώσει σε γνώση των παρεμβαινόντων, η αίτηση που αναφέρεται στο στοιχείο αυτό δεν μπορεί παρά να απορριφθεί (διατάξεις του προέδρου του δεύτερου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 9ης Νοεμβρίου 1994, Τ-9/93, Schöller Lebensmittel κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 11· του προέδρου του τέταρτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 16ης Σεπτεμβρίου 1998, Τ-252/97, Dürbeck κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 13, και Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, σκέψη 40 ανωτέρω, σκέψη 21), αν ληφθεί υπόψη η έλλειψη χρησιμότητάς της.

50      Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό συμβαίνει για σημαντικό αριθμό στοιχείων που αναφέρονται στην αίτηση και περιλαμβάνονται στα καθαυτό υπομνήματα. Τα στοιχεία αυτά είναι:

(παραλείπεται)

51      Η αίτηση που αφορά τις πληροφορίες αυτές δεν μπορεί επομένως παρά να απορριφθεί.

52      Κατά τα λοιπά της αιτήσεως, πρέπει να σημειωθεί, αφενός, ότι το εισαγωγικό δικόγραφο, τα 63 έγγραφα που επισυνάπτονται σε αυτό, το υπόμνημα αντικρούσεως και τα 38 έγγραφα που επισυνάπτονται σ’ αυτό περιλαμβάνουν πέραν των 4000 σελίδων και, αφετέρου, ότι η Hynix ζητεί την εμπιστευτική μεταχείριση ενός πάρα πολύ μεγάλου αριθμού στοιχείων.

53      Τέτοιες περιστάσεις δεν επιτρέπουν να ερευνηθεί συστηματικά αν κάθε ένα από τα στοιχεία που αναφέρεται στην αίτηση μνημονεύεται σε μέρη των εγγράφων της διαδικασίας εκτός αυτών που απαριθμεί η προσφεύγουσα. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η εμπιστευτική μεταχείριση που παρέχεται σε ορισμένα στοιχεία δεν θα αναπτύξει τα αποτελέσματά της παρά μόνο εφόσον δεν αποδειχθεί μεταγενέστερα ότι ορισμένα από τα στοιχεία που έτυχαν αυτής της μεταχειρίσεως δεν επαναλαμβάνονται σε αποσπάσματα εγγράφων της διαδικασίας που ανακοινώθηκαν στους παρεμβαίνοντες.

54      Δεύτερον, η ατομική εξέταση των εγγράφων και στοιχείων εκτός αυτών που μνημονεύονται στη σκέψη 50 ανωτέρω οδηγεί στη διαπίστωση ότι ορισμένα εξ αυτών δεν είναι ούτε απόρρητα ούτε εμπιστευτικά.

55      Αυτό συμβαίνει, πρώτον, για τα στοιχεία που αφορούν τους παρεμβαίνοντες και κατ’ ανάγκην είναι γνωστά σ’ αυτούς (διάταξη Compagnie maritime belge transports και Compagnie maritime belge κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψεις 13 και 14). Στην προκειμένη περίπτωση, τούτο συμβαίνει για:

(παραλείπεται)

56      Δεύτερον, τούτο συμβαίνει στην περίπτωση στοιχείων στα οποία, αν όχι το ευρύ κοινό, τουλάχιστον το ειδικευμένο κοινό, μπορεί να έχει πρόσβαση (διατάξεις Compagnie maritime belge transports και Compagnie maritime belge κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψη 14· British Steel κατά Επιτροπής, σκέψη 46 ανωτέρω, σκέψη 26, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 43). Στην προκειμένη περίπτωση, τούτο ισχύει για τα στοιχεία για τα οποία ζητήθηκε εμπιστευτική μεταχείριση στο σημείο 322 και στην υποσημείωση της σελίδας 269 του εισαγωγικού δικογράφου. Συγκεκριμένα, αυτά περιλαμβάνουν δηλώσεις της Standard & Poor’s σχετικά με την απόφασή της να μειώσει τη βαθμολογία της Hynix τον Οκτώβριο του 2001, που εκ φύσεως προορίζονται να περιέλθουν σε γνώση των ενδιαφερομένων επενδυτών με μια τέτοια απόφαση.

57      Τρίτον, τούτο ισχύει για στοιχεία τα οποία οι παρεμβαίνοντες γνωρίζουν ήδη ή μπορούν ήδη να γνωρίζουν νομίμως (διατάξεις Telecom Italia κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψη 19, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 45) και στοιχεία τα οποία προκύπτουν ευρέως ή συνάγονται από εκείνα που γνωρίζουν ή τα οποία θα τους ανακοινωθούν (διατάξεις DSG κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψη 14· του προέδρου του δεύτερου τμήματος του Πρωτοδικείου της 3ης Ιουλίου 1998, Τ-143/96, Volkswagen και Volkswagen Sachsen κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψεις 20 και 32, και Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 45). Στην προκειμένη περίπτωση τούτο ισχύει για:

(παραλείπεται)

58      Αντιθέτως, το παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι γνωστοποιήθηκε νομίμως στην Infineon και στη Micron καθόσον η Hynix, η οποία εξ αρχής ζήτησε την εμπιστευτική μεταχείριση, εγκαίρως προέβαλε ότι η ανακοίνωσή του στους παρεμβαίνοντες προέκυπτε από σφάλμα εκ μέρους της και ζήτησε να διαταχθεί να επιστραφεί το έγγραφο αυτό στο Πρωτοδικείο.

59      Τέταρτον, τούτο ισχύει για τα στοιχεία τα οποία δεν εμφανίζουν επαρκή βαθμό εξειδικεύσεως ή ακριβείας για να είναι απόρρητα ή εμπιστευτικά (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διατάξεις του Πρωτοδικείου της 10ης Φεβρουαρίου 1995, Τ-154/94, CSF και CSMSE κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 32· του προέδρου του τέταρτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 26ης Φεβρουαρίου 1996, Τ-322/94, Union Carbide κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 34, και Gencor κατά Επιτροπής, σκέψη 39 ανωτέρω, σκέψη 40). Στην προκειμένη περίπτωση τούτο ισχύει για τα ακόλουθα στοιχεία για τα οποία ζητήθηκε εμπιστευτική μεταχείριση:

(παραλείπεται)

60      Πέμπτον, τούτο ισχύει για τα στοιχεία τα οποία ήσαν απόρρητα ή εμπιστευτικά αλλά χρονολογούνται από πενταετίας ή περισσότερο και, ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρούνται ως ιστορικά, εκτός αν, εξαιρετικά, η προσφεύγουσα αποδεικνύει ότι, παρά την αρχαιότητά τους, τα στοιχεία αυτά συνιστούν πάντοτε ουσιώδη στοιχεία της εμπορικής της θέσεως ή εκείνης του ενδιαφερόμενου τρίτου (διάταξη Glaxo Wellcome κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 39· βλ. επίσης, υπό το πνεύμα αυτό, διάταξη του προέδρου του Πρωτοδικέιου της 16ης Ιουλίου 1997, Τ‑126/96, BFM κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 25). Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να θεωρούνται ως ιστορικά:

(παραλείπεται)

61      Η αίτηση που αφορά τα στοιχεία που απαριθμούνται στις σκέψεις 55 έως 57 και 59 έως 60 ανωτέρω πρέπει, επομένως, να απορριφθεί.

62      Τρίτον, η ατομική εξέταση των εγγράφων και στοιχείων πλην εκείνων που απαριθμούνται στις εν λόγω σκέψεις οδηγεί στη διαπίστωση ότι αυτά είναι όλα είτε απόρρητα είτε εμπιστευτικά.

63      Τούτο ισχύει, κατά πρώτο λόγο, για ορισμένα αριθμητικά ή τεχνικά στοιχεία σχετικά με την εμπορική πολιτική και την ανταγωνιστική θέση της προσφεύγουσας ή τους τρίτους που αυτά αφορούν. Συγκεκριμένα, στο μέτρο που τέτοια στοιχεία είναι ειδικά, επακριβή και πρόσφατα, αυτά είναι εκ φύσεως επιχειρηματικά απόρρητα (διατάξεις Hilti κατά Επιτροπής, σκέψη 18 ανωτέρω, σκέψη 20, και Atlantic Container Lines κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψη 4). Στην προκειμένη περίπτωση, τούτο ισχύει για:

(παραλείπεται)

64      Τούτο ισχύει, κατά δεύτερο λόγο, για ορισμένα αριθμητικά ή τεχνικά στοιχεία σχετικά με την οικονομική κατάσταση της προσφεύγουσας ή τις δεσμεύσεις που αυτή ανέλαβε ως προς τους τρίτους σε σχέση με τη διαφορά. Συγκεκριμένα, στο μέτρο που τέτοια στοιχεία είναι ειδικά, επακριβή και πρόσφατα, αυτά αποτελούν εκ φύσεως επιχειρηματικά απόρρητα (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διατάξεις του προέδρου του τρίτου πενταμελούς τμήματος του Πρωτοδικείου της 20ής Οκτωβρίου 1994, Τ-170/94, Shanghaï Bicycle κατά Συμβουλίου, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 11· της 26ης Φεβρουαρίου 1996, Union Carbide κατά Επιτροπής, σκέψη 59 ανωτέρω, σκέψεις 29 και 30, και DSG κατά Επιτροπής, σκέψη 34 ανωτέρω, σκέψη 15). Στην προκειμένη περίπτωση, τούτο ισχύει για:

(παραλείπεται)

65      Τούτο ισχύει, κατά τρίτο λόγο, για άλλα έγγραφα και πληροφορίες για τα οποία η προσφεύγουσα εξήγησε δεόντως τους λόγους για τους οποίους αυτά ενέχουν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, εμπιστευτικό χαρακτήρα.

66      Τούτο ισχύει, καταρχάς, για το παράρτημα LII του εισαγωγικού δικογράφου, του οποίου η εξέταση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το έγγραφο αυτό, το οποίο περιέχει την έκθεση Abbie Gregg, πρέπει κατ’ εξαίρεση να θεωρηθεί ως εξ ολοκλήρου εμπιστευτικό στο μέτρο που, ειδικότερα, συνιστά αδιαίρετο σύνολο εμπορικών ειδικών στοιχείων, επακριβών και πρόσφατων που αποτελούν εκ φύσεως επιχειρηματικά απόρρητα της Hynix, και εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν ως προς τα επιχειρηματικά αυτά απόρρητα εκ μέρους των συντακτών της εν λόγω εκθέσεως, εμπιστευτικώς.

67      Τούτο ισχύει, εν συνεχεία, για τα παραρτήματα B 19 και B 31 του υπομνήματος αντικρούσεως, του οποίου η εξέταση οδηγεί στη διαπίστωση ότι τα έγγραφα αυτά, τα οποία περιλαμβάνουν την πρόταση ανακεφαλαιοποιήσεως της Hynix που υπέβαλε η Salomon Smith Barney Inc. τον Απρίλιο του 2001 και τη συνταχθείσα απ’ αυτήν έκθεση τον Σεπτέμβριο του 2001, πρέπει κατ’ εξαίρεση να θεωρηθούν εξ ολοκλήρου εμπιστευτικά στο μέτρο που, ειδικότερα, αναφέρονται σε στρατηγική και οικονομική αναδιάταξη άκρως εμπιστευτική που προβλέπεται για να καλύψει την περίοδο 2001/2005.

68      Τέλος, τούτο ισχύει για το παράρτημα B 30 του υπομνήματος αντικρούσεως. Το έγγραφο αυτό, το οποίο περιέχει την έκθεση Monitor Group, σχετικά με την εμπορική, οικονομική και ανταγωνιστική στρατηγική της Hynix, περιλαμβάνεται επίσης στον επισυναπτόμενο φάκελο 3 του παραρτήματος XXXV του εισαγωγικού δικογράφου. Οι σελίδες αυτού 471 έως 476 έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, με εξαίρεση, στην περίπτωση της Infineon και της Micron, των στοιχείων που τις αφορούν αντιστοίχως στις σελίδες 474 και 475.

69      Όσον αφορά το παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως, του οποίου η εμπιστευτικότητα διεκδικείται από τους δύο διαδίκους, τούτο θα αποτελέσει αντικείμενο εξετάσεως στο πλαίσιο της αιτήσεως εμπιστευτικής μεταχειρίσεως του Συμβουλίου (βλ. σκέψεις 84 έως 89 κατωτέρω).

70      Τέταρτο και τελευταίο, η στάθμιση των συμφερόντων των ενδιαφερομένων οδηγεί στην εκτίμηση ότι, μεταξύ των απόρρητων ή εμπιστευτικών στοιχείων που αναφέρονται στις σκέψεις 63 έως 68 ανωτέρω, τα μνημονευόμενα στις υποσημειώσεις της σελίδας 186 και 284 του εισαγωγικού δικογράφου είναι αναγκαία για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων. Πράγματι, αν δεν γνωρίζουν τα αριθμητικά αυτά στοιχεία, οι τελευταίοι θα συζητούν ματαίως για τα μέσα σχετικά με τον υπολογισμό του ύψους των πλεονεκτημάτων στα οποία αναφέρονται τα αριθμητικά αυτά στοιχεία.

71      Η αίτηση που αφορά τις πληροφορίες αυτές πρέπει επομένως να απορριφθεί.

72      Αντιθέτως, κανένα από τα άλλα απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία για τα οποία γίνεται λόγος δεν φαίνεται αναγκαίο για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων, αν ληφθούν ειδικότερα υπόψη οι συνόψεις που δόθηκαν με τα υπομνήματα των διαδίκων και τα στοιχεία για τα οποία γίνεται εξάλλου λόγος στον φάκελο. Επιπλέον, η ανακοίνωση ορισμένων εξ αυτών σε τρίτους μπορεί να αποδειχθεί επιζήμια για την Hynix. Τούτο ισχύει ειδικότερα για τα έγγραφα που επισυνάπτονται στο παράρτημα LII του εισαγωγικού δικογράφου και στα παραρτήματα B 19 και B 31 του υπομνήματος αντικρούσεως.

73      Η αίτηση που αφορά τα στοιχεία αυτά μπορεί επομένως να γίνει δεκτή.

–       Επί της αιτήσεως που αφορά τα παραρτήματα XII, XXII, XXVII, XXXV, XXXVIII, XXXIX, XL και XLI του εισαγωγικού δικογράφου

74      Όπως αναφέρθηκε στις σκέψεις 32 και 33 ανωτέρω, η αίτηση που αφορά τα έγγραφα αυτά είναι ασαφής και συγχρόνως αιτιολογημένη κατά τρόπο συνολικό και επιγραφικό.

75      Η ατομική εξέταση των εγγράφων αυτών, η οποία δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις αυτές, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, μεταξύ των πολυάριθμων στοιχείων των οποίων ζητείται η εμπιστευτική μεταχείριση, ορισμένα δεν είναι ούτε απόρρητα ούτε εμπιστευτικά, είτε διότι αφορούν τους παρεμβαίνοντες και κατ’ ανάγκη είναι γνωστά σ’ αυτούς, είτε διότι είναι προσβάσιμα στο ευρύ κοινό ή στο ειδικευμένο κοινό, είτε διότι προκύπτουν ευρέως ή συνάγονται από εκείνα που οι παρεμβαίνοντες γνωρίζουν ήδη ή θα τους ανακοινωθούν, είτε διότι δεν έχουν αρκετό βαθμό εξειδικεύσεως ή ακριβείας, είτε διότι μπορούν να θεωρηθούν ως ιστορικά (βλ. σκέψεις 55 έως 57 και 59 έως 60 ανωτέρω), είτε ακόμη επειδή είναι δυνατό να κρατήσουν τους παρεμβαίνοντες σε αμφιβολία ως προς τις ληφθείσες στρατηγικές αποφάσεις ή στις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν από την Hynix, και όχι να τους αποκαλύψουν το περιεχόμενό τους (διάταξη British Steel κατά Επιτροπής, σκέψη 46 ανωτέρω, σκέψη 31).

76      Αντιθέτως, είναι απόρρητου ή εμπιστευτικού χαρακτήρα, διότι συνιστούν ακριβή, ειδικά και πρόσφατα στοιχεία εμπορικής, ανταγωνιστικής ή οικονομικής φύσεως:

(παραλείπεται)

77      Η αίτηση που αφορά τα στοιχεία πλην αυτών που απαριθμούνται στην προηγούμενη σκέψη πρέπει επομένως να απορριφθεί.

78      Η στάθμιση των συμφερόντων των ενδιαφερομένων οδηγεί στην εκτίμηση ότι τα απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία που απαριθμούνται στη σκέψη αυτή δεν είναι αναγκαία για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων.

79      Συναφώς, κακώς η Infineon διατείνεται ότι θα ήταν αντίθετο προς την αρχή της ισότητας των όπλων να της κοινοποιηθεί το μη εμπιστευτικό αντίγραφο του παραρτήματος XXXVIII του εισαγωγικού δικογράφου παρά το ότι η Hynix έχει στη διάθεσή της το εμπιστευτικό αντίγραφο. Εφόσον τα απόρρητα ή εμπιστευτικά στοιχεία που περιλαμβάνει το έγγραφο αυτό δεν είναι αναγκαία για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων, μπορούν ως τέτοια να αποκλειστούν από την ανακοίνωση των διαδικαστικών εγγράφων στους παρεμβαίνοντες αυτούς, χωρίς να έχει καμία σημασία το γεγονός αν, εξάλλου, ο συντάκτης του εν λόγω εγγράφου αποφάσισε, όπως είχε τη δυνατότητα, να ανακοινώσει το έγγραφο αυτό σε ένα των διαδίκων, και μόνο σ’ αυτόν.

80      Η αίτηση που αφορά τα στοιχεία αυτά μπορεί επομένως να γίνει δεκτή.

 Επί της αιτήσεως του Συμβουλίου περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως

 Αντικείμενο και λόγοι της αιτήσεως

81      Το Συμβούλιο ζητεί όπως τα παραρτήματα B 3, B 15, B 18, B 26, B 27 και B 38 του υπομνήματος αντικρούσεως αποκλειστούν στο σύνολό τους από την ανακοίνωση των εγγράφων διαδικασίας στις Infineon, Micron, Citibank και KEB. Προς στήριξη της αιτήσεως προβάλλει, ειδικότερα, ότι το παράρτημα B 3 περιλαμβάνει εμπιστευτικά στοιχεία που παρέσχε στην Επιτροπή η Hynix και ορισμένα τραπεζικά ιδρύματα τα οποία ενέκριναν μέτρα που χαρακτηρίζονταν με τον προσβαλλόμενο κανονισμό ως επιδοτήσεις, κατά τη διοικητική διαδικασία. Προβάλλει επίσης ότι τα παραρτήματα πλην του παραρτήματος Β 3 περιλαμβάνουν έγγραφα των οποίων οι αντίστοιχοι συντάκτες επέτρεψαν την προσκόμισή τους εκ μέρους του Συμβουλίου υπό τον όρο ότι θα ανακοινωθούν αποκλειστικά στην Hynix και στην Επιτροπή.

 Παρατηρήσεις των παρεμβαινόντων

82      Μόνον η Micron και η KEB προβάλλουν αντιρρήσεις κατά της αιτήσεως. Οι αντιρρήσεις της Micron αφορούν το παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως. Οι αντιρρήσεις της KEB εμφανίζονται ως αφορώσες, κατ’ ουσίαν, τα έγγραφα και τα στοιχεία που αφορούν τη συμπεριφορά της KEB έναντι της Hynix και των κορεατικών αρχών.

 Εκτίμηση του προέδρου

83      Εναπόκειται στον πρόεδρο να αποφανθεί αποκλειστικά επί των εγγράφων και στοιχείων των οποίων η εμπιστευτικότητα, προβαλλόμενη από ένα διάδικο, αμφισβητείται από άλλον διάδικο ή από παρεμβαίνοντα (βλ. σκέψη 36 ανωτέρω).

84      Πρώτον, το παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως, για το οποίο ζητείται εμπιστευτική μεταχείριση τόσο από την Hynix όσο και από το Συμβούλιο, περιλαμβάνει μια έκθεση αποστολής συνταχθείσα από υπαλλήλους της Επιτροπής μετά το πέρας επισκέψεως ελέγχου που πραγματοποίησαν στην Κορέα από 2 έως 12 Δεκεμβρίου 2002 στην Hynix, σε ορισμένους οργανισμούς που συμμετείχαν στα μέτρα τα οποία χαρακτηρίσθηκαν επιδοτήσεις με τον προσβαλλόμενο κανονισμό και στις κορεατικές αρχές, βάσει των άρθρων 11 και 26 του κανονισμού 2026/97. Οι εν λόγω οργανισμοί είναι οι Korea Deposit Insurance Corp., Korea Export Insurance Corp., la Financial Supervisory Commission και Financial Supervisory Service, KEB, Korea Development Bank, Woori Bank και Chohung Bank.

85      Η ανάγνωση αυτής της εκθέσεως αποστολής, προηγούμενης και προπαρασκευαστικής του προσβαλλόμενου κανονισμού, αποκαλύπτει ότι σ’ αυτήν γίνεται λόγος για ανταλλαγές απόψεων μεταξύ των υπαλλήλων της Επιτροπής επικεφαλής των εν λόγω επισκέψεων ελέγχου και των τρίτων που αφορούσαν αυτές οι τελευταίες, σχετικά με πολυάριθμα στοιχεία παρασχεθέντα από αυτούς τους τρίτους. Η ατομική εξέταση των εν λόγω στοιχείων για τα οποία οι υπάλληλοι της Επιτροπής ανέλαβαν την υποχρέωση, λαμβάνοντας υπόψη την ·έγκυρη δικαιολογία που προέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι, να τα χειριστούν ως παρασχεθέντα εμπιστευτικώς βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού 2026/97 οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όλα αποδεικνύονται όντως απόρρητα ή εμπιστευτικά. Εξάλλου, προκύπτει ότι τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται ότι συνδέονται αδιαρρήκτως με τις ανταλλαγές απόψεων που τα αφορούν.

86      Επιβάλλεται να συναχθεί ότι, υπό την επιφύλαξη της ειδικής καταστάσεως της KEB, το έγγραφο αυτό όχι μόνον περιέχει ένα αδιαίρετο σύνολο απόρρητων ή εμπιστευτικών στοιχείων για την Hynix και για διάφορους τρίτους σε σχέση με τη διαφορά (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου της 31ης Μαρτίου 1992, Τ-57/91, NALOO κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 10), αλλά επίσης συνιστά έγγραφο εργασίας, εσωτερικό της Επιτροπής. Ένα τέτοιο έγγραφο δεν μπορεί να γνωστοποιηθεί στην ίδια την προσφεύγουσα, εκτός αν οι εξαιρετικές περιστάσεις της υποθέσεως το επιβάλλουν, βάσει σοβαρών ενδείξεων που εναπόκειται σ’ αυτήν να προσκομίσει (διάταξη του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 1986, 142/84 και 156/84, BAT και Reynolds κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 1899, σκέψη 11, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουλίου 2003, Τ-132/01, Euroalliages κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. ΙΙ-2359, σκέψη 94), εκτός αν, και στο μέτρο που, το κοινοτικό όργανό που είναι ο εκδότης αποφασίσει διαφορετικά. Στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει από την αίτηση του Συμβουλίου, μη αμφισβητηθείσα επί του σημείου αυτού, ότι η Επιτροπή θέλησε να άρει την εμπιστευτικότητα του εγγράφου αυτού έναντι της Hynix, και μόνον έναντι αυτής.

87      Από τη στάθμιση των συμφερόντων των ενδιαφερομένων προκύπτει ότι, υπό την επιφύλαξη της ειδικής καταστάσεως της KEB, η ανακοίνωση αυτού του εγγράφου δεν φαίνεται αναγκαία για την άσκηση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των παρεμβαινόντων αν ληφθούν υπόψη, ειδικότερα, η αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού, οι συζητηθέντες λόγοι εκ μέρους των διαδίκων, η εκ μέρους τους χρήση αυτού του εγγράφου στα υπομνήματά τους και οι συνόψεις που άλλα στοιχεία του φακέλου παρέχουν σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό.

88      Αντιθέτως, η κατάσταση της KEB είναι ειδική. Συγκεκριμένα, η έκθεση αποστολής αφιερώνει ένα τμήμα της στη συνάντηση που διοργανώθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2002 μεταξύ της Επιτροπής και των αντιπροσώπων της ΚΕΒ, και στα έγγραφα που οι τελευταίοι προσκόμισαν με την ευκαιρία αυτή (σημεία 77 έως 131 της εκθέσεως αποστολής). Στο μέτρο που στο τμήμα αυτό της εκθέσεως γίνεται λόγος για πραγματικά στοιχεία που αφορούν την KEB και, υποχρεωτικά γνωστά σ’ αυτήν, πρέπει να συναχθεί ότι αυτό το έγγραφο δεν είναι απόρρητο ή εμπιστευτικό ως προς αυτήν (βλ. σκέψη 55 ανωτέρω). Στο μέτρο που σ’ αυτό το τμήμα της εκθέσεως γίνεται λόγος για ανταλλαγές απόψεων σχετικά με τη συμπεριφορά της ΚΕΒ έναντι της Hynix και των κορεατικών αρχών, που έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, μπορεί να συναχθεί, με τη στάθμιση των συμφερόντων των ενδιαφερομένων, ότι η ανακοίνωση του εγγράφου αυτού είναι αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων της ΚΕΒ και, ειδικότερα, της συζητήσεως των ισχυρισμών που αφορούν τον χαρακτηρισμό της χρηματοδοτικής συνδρομής των κορεατικών κρατικών αρχών, που αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητήματα της διαφοράς.

89      Η αίτηση που αφορά το παράρτημα B 3 του υπομνήματος αντικρούσεως μπορεί, επομένως, να γίνει δεκτή, με εξαίρεση, στην περίπτωση της ΚΕΒ, των σημείων 77 έως 131 της εκθέσεως αποστολής, τα οποία πρέπει να της ανακοινωθούν.

90      Δεύτερον, η εξέταση των παραρτημάτων B 15 (συμφωνία συναφθείσα μεταξύ της Korea Credit Guarantee Fund και του συμβουλίου των πιστωτικών χρηματοδοτικών ιδρυμάτων της Hynix, μεταξύ των οποίων η KEB), και B 18 (έγγραφο εμφανιζόμενο ως προσκομισθέν από την KEB στην Επιτροπή κατά τη διοικητική διαδικασία) του υπομνήματος αντικρούσεως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα έγγραφα αυτά αφορούν την ΚΕΒ και δεν είναι απόρρητα ή εμπιστευτικά έναντι αυτής (βλ. σκέψη 55 ανωτέρω).

91      Η αίτηση που αφορά τα έγγραφα αυτά πρέπει επομένως να απορριφθεί.

92      Τρίτον, η εξέταση των παραρτημάτων B 26, B 27 και B 38 του υπομνήματος αντικρούσεως αποκαλύπτει ότι τα έγγραφα αυτά δεν αφορούν την ΚΕΒ και, επομένως, οι αντιρρήσεις της δεν σκοπούν αυτά τα έγγραφα. Η αίτηση που αναφέρεται σ’ αυτά, κατά συνέπεια, δεν αμφισβητείται από κανέναν παρεμβαίνοντα. Επομένως, παρέλκει η απόφανση επ’ αυτής.

93      Τέλος, ο πρόεδρος έλαβε γνώση των γραπτών δηλώσεων της Infineon και της Micron κατά τις οποίες αυτές δεν κράτησαν αντίγραφο των εμπιστευτικών αποδόσεων των υπομνημάτων του υπομνήματος αντικρούσεως που τους κοινοποιήθηκε λόγω του σφάλματος της Hynix και της προθεσμίας που είχε το Συμβούλιο προκειμένου να υποβάλει την αίτησή του περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως.

Για τους λόγους αυτούς,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

διατάσσει:

1)      Παρέλκει η έκδοση αποφάσεως επί της αιτήσεως περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως των παραρτημάτων B 26, B 27 και B 38 του υπομνήματος αντικρούσεως.

2)      Γίνονται δεκτές οι αιτήσεις περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως, έναντι της Citibank, NA Seoul Branch (Korea), της Infineon Technologies AG, της Korean Exchange Bank, της Micron Europe Ltd και της Micron Technology Italia Srl, των εγγράφων και στοιχείων που απαριθμούνται στο παράρτημα της παρούσας διατάξεως.

3)      Οι αιτήσεις περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως απορρίπτονται κατά τα λοιπά.

4)      Το μη εμπιστευτικό αντίγραφο των πράξεων της διαδικασίας θα προσκομισθεί από τον διάδικο που είναι ο συντάκτης αυτού και θα κοινοποιηθεί, με μέριμνα του Γραμματέα, στους παρεμβαίνοντες που απαριθμούνται στο σημείο 2 του διατακτικού.

5)      Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λουξεμβούργο, 22 Φεβρουαρίου 2005.

Ο Γραμματέας

 

       Ο Πρόεδρος

H. Jung

 

       H. Legal


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.