Language of document : ECLI:EU:T:2016:118

Υπόθεση T‑79/14

Secop GmbH

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κρατικές ενισχύσεις – Διάσωση προβληματικών επιχειρήσεων – Ενίσχυση υπό μορφή κρατικής εγγύησης – Απόφαση με την οποία κηρύσσεται η ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά – Μη κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας – Σοβαρές δυσχέρειες – Διαδικαστικά δικαιώματα των ενδιαφερομένων»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 1ης Μαρτίου 2016

1.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Προκαταρκτική φάση και κατ' αμφισβήτηση διαδικασία — Συμβατότητα ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά — Δυσχέρειες εκτιμήσεως — Υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει την κατ’ αντιπαράθεση διαδικασία — Σοβαρές δυσχέρειες — Έννοια

(Άρθρο 108 §§ 2 και 3 ΣΛΕΕ)

2.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δυνατότητα εκδόσεως κατευθυντηρίων γραμμών — Δικαστικός έλεγχος — Όρια

(Άρθρο 107 § 3 ΣΛΕΕ)

3.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απαγορεύονται — Παρεκκλίσεις — Ενισχύσεις δυνάμενες να χαρακτηρισθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά — Ενισχύσεις για τη διάσωση προβληματικής επιχείρησης —Κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων – Στόχοι

(Άρθρο 107 § 3, στοιχείο γʹ, ΣΛΕΕ· ανακοίνωση 2004/C 244/02 της Επιτροπής, σημείο 12)

4.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Απαγορεύονται — Παρεκκλίσεις — Ενισχύσεις δυνάμενες να χαρακτηρισθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά — Ενισχύσεις για τη διάσωση προβληματικής επιχείρησης —Περιορισμένα αποτελέσματα στην εσωτερική αγορά — Επείγων χαρακτήρας — Εξέταση από την Επιτροπή σύμφωνα με απλουστευμένη διαδικασία

(Άρθρο 107 § 3, στοιχείο γʹ, ΣΛΕΕ· ανακοίνωση 2004/C 244/02 της Επιτροπής, σημείο 23)

5.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Σχέδια ενισχύσεων — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Δικαίωμα των ανταγωνιστών του δικαιούχου της ενισχύσεως να συμμετέχουν στη διαδικασία κατά το προκαταρκτικό στάδιο της έρευνας — Δεν υφίσταται — Ύπαρξη τέτοιου δικαιώματος σε θέματα συγκεντρώσεων επιχειρήσεων — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία κηρύσσεται η ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά χωρίς την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας και χωρίς ακρόαση ανταγωνιστή, ο οποίος συμμετέχει, εξάλλου, σε συγκέντρωση αφορώσα τον δικαιούχο της ενισχύσεως — Επιτρέπεται — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Δεν συντρέχει

(Άρθρο 108 § 3 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 18 § 1· κανονισμός 802/2004 της Επιτροπής, άρθρο 11, στοιχείο βʹ)

6.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέταση των καταγγελιών — Υποχρεώσεις της Επιτροπής — Προκαταρκτικό στάδιο έρευνας — Υποχρέωση διεξαγωγής έρευνας εκ μέρους της Επιτροπής — Περιεχόμενο

(Άρθρα 107 § 1 ΣΛΕΕ και 108 § 3 ΣΛΕΕ)

7.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Σχέδια ενισχύσεων — Κοινοποίηση στην Επιτροπή — Απόφαση της Επιτροπής να μη διατυπώσει αντιρρήσεις — Πληροφορίες που συγκεντρώνει η Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού περί συγκεντρώσεων — Χρησιμοποίησή τους ως αποδεικτικών μέσων — Περιεχόμενο — Συνεκτίμησή τους για δικαιολόγηση της κινήσεως διαδικασίας που στηρίζεται σε άλλη νομική βάση

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 17 § 1)

8.      Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη — Εξέτασή τους από την Επιτροπή — Συμβατότητα ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά — Εξουσία εκτιμήσεως — Ύπαρξη παράλληλης διαδικασίας συγκεντρώσεως επιχειρήσεων — Υποχρέωση συνοχής με τις διατάξεις της Συνθήκης περί κρατικών ενισχύσεων και τις άλλες διατάξεις της Συνθήκης

(Άρθρα 107 ΣΛΕΕ και 108 ΣΛΕΕ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 22-27)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 29)

3.      Σύμφωνα με το σημείο 12 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, μία νεοσύστατη επιχείρηση δεν είναι επιλέξιμη για ενισχύσεις διάσωσης ή αναδιάρθρωσης, ακόμη και αν η αρχική της χρηματοοικονομική θέση είναι επισφαλής. Αυτό ισχύει, μεταξύ άλλων, όταν μια νέα επιχείρηση προκύπτει από εκκαθάριση προϋπάρχουσας επιχείρησης ή από ανάληψη μόνο του ενεργητικού της. O σκοπός τον οποίο επιδιώκει το σημείο αυτό των κατευθυντηρίων γραμμών είναι η αποτροπή δημιουργίας μη βιώσιμων επιχειρήσεων ή ζημιογόνων δραστηριοτήτων οι οποίες, από τη σύστασή τους, θα εξαρτώνταν από την κρατική ενίσχυση.

Προς τούτο, η διευκρίνιση της δεύτερης περιόδου του εν λόγω σημείου αφορά ιδίως την περίπτωση μεταβιβάσεως των στοιχείων του ενεργητικού προϋφιστάμενου νομικού προσώπου σε άλλο νομικό πρόσωπο, νεοσυσταθέν ή προϋφιστάμενο. Συγκεκριμένα, η οικονομική οντότητα στην οποία ενσωματώθηκαν προσφάτως τα αποκτηθέντα στοιχεία ενεργητικού θα μπορούσε, ενδεχομένως, να χαρακτηρισθεί νέα επιχείρηση. Όσον αφορά το νομικό πρόσωπο το οποίο μεταβιβάζει στοιχεία ενεργητικού, ο σκοπός της πράξεως αυτής μπορεί να έγκειται ακριβώς στη διάσωσή του. Πράγματι, στην περίπτωση μεταβιβάσεως στοιχείων ενεργητικού, δεν έχει σημασία η οντότητα που αποτελείται από τις οικονομικές δραστηριότητες τις οποίες διατηρεί η μεταβιβάζουσα επιχείρηση, αλλά η οντότητα που αποτελείται από τις οικονομικές δραστηριότητες της διάδοχης εταιρίας, στην οποία ενσωματώθηκαν τα μεταβιβασθέντα στοιχεία ενεργητικού. Εξάλλου, είναι φυσικό και εύλογο για μια προβληματική επιχείρηση να μεταβιβάζει ορισμένα στοιχεία ενεργητικού και να επικεντρώνεται στον πυρήνα της δραστηριότητάς της, από γεωγραφικής ή τομεακής απόψεως, για να αυξήσει τις πιθανότητες οικονομικής αναδιαρθρώσεως.

(βλ. σκέψεις 31, 32, 36)

4.      Οι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση προβληματικών επιχειρήσεων έχουν πολύ περιορισμένα αποτελέσματα στην εσωτερική αγορά, τόσο από τον περιορισμό των επιλέξιμων μέτρων (εγγυήσεις δανείων ή δάνεια) όσο και από τον προσωρινό και ανακλητό χαρακτήρα τους (τέλος της εγγυήσεως και αποπληρωμή του δανείου το αργότερο σε έξι μήνες, υπό την επιφύλαξη υποβολής, μετά την προθεσμία αυτή, σχεδίου αναδιαρθρώσεως ή εκκαθαρίσεως), καθώς και από τον περιορισμό τους μόνον στα μέτρα που είναι αναγκαία για την προσωρινή επιβίωση της οικείας επιχειρήσεως. Τα περιορισμένα αυτά αποτελέσματα, από κοινού με τον επείγοντα χαρακτήρα των ενισχύσεων διασώσεως, δικαιολογούν την εξέτασή τους εκ μέρους της Επιτροπής συνήθως με απλουστευμένη διαδικασία, σύμφωνα με το σημείο 30 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, η οποία προσπαθεί να εκδώσει απόφαση εντός προθεσμίας ενός μηνός, αν οι ενισχύσεις πληρούν ορισμένα κριτήρια. Ωστόσο, η συνεκτίμηση του σωρευτικού αποτελέσματος κάθε τυχόν παράνομης προηγούμενης ενισχύσεως, καθιστά αδύνατη την τήρηση της προθεσμίας αυτής και, επομένως, δεν συνάδει με τον επείγοντα χαρακτήρα της εξετάσεως αυτής και τις περιορισμένες επιπτώσεις των εν λόγω ενισχύσεων επί του ανταγωνισμού.

Επιπλέον, συνεκτίμηση προηγούμενων ενισχύσεων πλην όσων καθορίζονται στο σημείο 23 των κατευθυντηρίων γραμμών –οι οποίες αποτέλεσαν ήδη αντικείμενο αρνητικής απαντήσεως της Επιτροπής– θα υποχρέωνε την Επιτροπή να προβεί, παρεμπιπτόντως, σε εξέταση των εν λόγω προηγουμένων ενισχύσεων, των οποίων ο χαρακτηρισμός ως ενισχύσεων και ως παράνομων ενισχύσεων μπορεί να είναι αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ της Επιτροπής και του οικείου κράτους μέλους και οι οποίες, ενδεχομένως, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο χωριστής διαδικασίας και αποφάσεως. Τούτο μπορεί να καταλήξει, in fine, είτε σε μη χορήγηση ενισχύσεως διασώσεως, βάσει επιφανειακής εξετάσεως των προηγούμενων ενισχύσεων, ενώ οι ενισχύσεις αυτές μπορεί να αποδειχθεί μεταγενέστερα ότι είναι νόμιμες ή ότι δεν συνιστούν ενισχύσεις, είτε σε αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκδόσεως της αποφάσεως περί της ενισχύσεως διασώσεως. Επομένως, προκύπτει ότι και ο ως άνω τρόπος διεξαγωγής της διαδικασίας δεν συνάδει με τις απαιτήσεις που απορρέουν από την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

(βλ. σκέψεις 52, 53)

5.      Όσον αφορά τον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, τα πρόσωπα των οποίων τα συμφέροντα μπορούν να επηρεαστούν από τη χορήγηση ενίσχυσης, κυρίως, οι ανταγωνίστριες επιχειρήσεις, δεν έχουν κανένα δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία στο προκαταρκτικό στάδιο της έρευνας. Αντιθέτως, στη διαδικασία περί συγκεντρώσεως, τα άλλα ενδιαφερόμενα μέλη, υπό την έννοια του άρθρου 11, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 802/2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού 139/2004 για των έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, έχουν δικαίωμα παρουσιάσεως της απόψεώς τους σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, περιλαμβανομένου του προκαταρκτικού σταδίου.

Σε περίπτωση πωλήσεως του συνόλου των στοιχείων του ενεργητικού θυγατρικής εταιρίας, η μητρική εταιρία πρέπει να εξομοιωθεί με τον πωλητή των εν λόγω στοιχείων του ενεργητικού και, επομένως, να έχει την ιδιότητα μέρους στη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση. Ωστόσο, αντιθέτως προς τους ανταγωνιστές, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 1, in fine, του κανονισμού 139/2004, οι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα παρουσιάσεως της απόψεώς τους σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, περιλαμβανομένου του προκαταρκτικού σταδίου. Επομένως, η κατάσταση του ενδιαφερομένου, στο πλαίσιο του προκαταρκτικού σταδίου της έρευνας περί κρατικών ενισχύσεων, και εκείνη ενός άλλου ενδιαφερομένου, υπό την έννοια του άρθρου 11, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 802/2004, στο πλαίσιο διαδικασίας στον τομέα της συγκεντρώσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ταυτίζονται. Συνεπώς, το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έδωσε, πριν από την έκδοση της αποφάσεως περί διαπιστώσεως του συμβατού κρατικής ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά, στην εταιρία που αποκτά τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού, η οποία έχει συγχρόνως την ιδιότητα ανταγωνίστριας της εν λόγω μητρικής εταιρίας δικαιούχου της ενισχύσεως, και, επομένως, ενδιαφερομένου για την ως άνω ενίσχυση, την ευκαιρία να προβάλει την άποψή της δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

(βλ. σκέψεις 63, 64, 67)

6.      Στο πλαίσιο της προκαταρκτικής διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή μπορεί κατ’ αρχήν να αρκεστεί στα προσκομισθέντα από το εν λόγω κράτος μέλος στοιχεία και δεν υποχρεούται να προβεί ιδία πρωτοβουλία στην εξέταση όλων των πραγματικών περιστατικών, εάν βάσει των προσκομισθεισών από το κοινοποιούν κράτος μέλος πληροφοριών μπορεί να σχηματίσει την πεποίθηση, μετά από μια πρώτη εξέταση, είτε ότι το επίμαχο μέτρο δεν συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ είτε, αν χαρακτηρισθεί ενίσχυση, ότι συνάδει με την εσωτερική αγορά.

(βλ. σκέψη 76)

7.      Το γεγονός ότι οι συλλεγείσες κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, πληροφορίες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν απευθείας ως αποδεικτικά μέσα σε διαδικασία μη διεπόμενη από τον κανονισμό αυτόν δεν εμποδίζει το ότι οι πληροφορίες αυτές συνιστούν εντούτοις ενδείξεις οι οποίες μπορούν, κατά περίπτωση, να ληφθούν υπόψη για να δικαιολογήσουν την κίνηση διαδικασίας με άλλη νομική βάση.

Συναφώς, η Επιτροπή είχε τουλάχιστον το δικαίωμα, στο πλαίσιο της διαδικασίας περί κρατικών ενισχύσεων, να ζητήσει την προσκόμιση πληροφοριών ή εγγράφων των οποίων είχε λάβει γνώση στο πλαίσιο της διαδικασίας περί συγκεντρώσεων, αν οι εν λόγω πληροφορίες ή τα εν λόγω έγγραφα ασκούσαν επιρροή για την εξέταση της επίμαχης ενισχύσεως.

(βλ. σκέψεις 82, 83)

8.      Η Επιτροπή οφείλει, για λόγους αρχής, να αποφεύγει τις ασυνέπειες που μπορεί να προκύψουν κατά την εφαρμογή των διαφόρων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου. Αυτή η υποχρέωση της Επιτροπής να σέβεται τη συνοχή που υφίσταται μεταξύ των σχετικών με τις κρατικές ενισχύσεις διατάξεων της Συνθήκης και άλλων διατάξεων της Συνθήκης επιβάλλεται όλως ιδιαιτέρως στην περίπτωση όπου οι άλλες αυτές διατάξεις αποσκοπούν ωσαύτως στην επικράτηση ενός χωρίς στρεβλώσεις ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς. Συνεπώς, λαμβάνοντας απόφαση περί του συμβατού ενισχύσεως με την κοινή αγορά, η Επιτροπή δεν μπορεί να αγνοήσει τον κίνδυνο να θιγεί ο ανταγωνισμός εντός της κοινής αγοράς εκ μέρους ορισμένων επιχειρηματιών.

Ως εκ τούτου, εκδίδοντας απόφαση περί του συμβατού ενισχύσεως με την εσωτερική αγορά, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις συνέπειες συγκεντρώσεως την οποία εξετάζει στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, καθόσον οι περιστάσεις της συγκεντρώσεως αυτής δύνανται να επηρεάσουν την εκτίμηση του επηρεασμού του ανταγωνισμού που μπορεί να προκύψει από την επίμαχη ενίσχυση.

(βλ. σκέψεις 85, 86)