Language of document : ECLI:EU:T:2012:642

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 4ης Δεκεμβρίου 2012

Υπόθεση T‑78/11 P

Erika Lenz

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Κοινωνική ασφάλιση — Κάλυψη των εξόδων θεραπείας που παρέχεται από “Heilpraktiker” — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 14ης Δεκεμβρίου 2010, Lenz κατά Επιτροπής.

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Η Erika Lenz καταδικάζεται στα δικαστικά της έξοδα καθώς και στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της αναιρετικής δίκης.

Περίληψη

1.      Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος προβαλλόμενος για πρώτη φορά στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως — Απαράδεκτο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 48 § 2 και 139 § 2 και 144)

2.      Αναίρεση — Λόγοι — Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών — Απαράδεκτο — Έλεγχος από το Γενικό Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων — Αποκλείεται πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

(Άρθρο 257 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 11 § 1)

3.      Ένδικη διαδικασία — Εισαγωγικό δικόγραφο — Τυπικά στοιχεία — Προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς — Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων λόγων και ισχυρισμών

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21, εδ. 1, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 138 § 1, στοιχείο γ΄)

1.      Βλ. το κείμενο της διατάξεως.

(βλ. σκέψη 30)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 16 Δεκεμβρίου 2010, Τ‑364/09 P, Lebedef κατά Επιτροπής, σκέψη 56 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Δυνάμει του άρθρου 257 ΣΛΕΕ και του άρθρου 11, παράγραφος 1, του παραρτήματος I του Οργανισμού του Δικαστηρίου, η αίτηση αναιρέσεως που ασκείται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο, αφενός, για τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών, εκτός αν η ανακρίβεια των σχετικών διαπιστώσεών του προκύπτει από τα υποβληθέντα σ’ αυτό στοιχεία της δικογραφίας, και, αφετέρου, για την εκτίμηση αυτών των πραγματικών περιστατικών. Επομένως, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως των αποδεικτικών στοιχείων που έχουν προσκομισθεί ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από το δικαστήριο αυτό δεν αποτελεί νομικό ζήτημα που υπόκειται, ως τέτοιο, στην κρίση του Γενικού Δικαστηρίου. Η παραμόρφωση πρέπει να προκύπτει προδήλως από τα στοιχεία της δικογραφίας, χωρίς να χρειάζεται να πραγματοποιηθεί νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων.

Εξάλλου, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης είναι το μόνο αρμόδιο να κρίνει αν απαιτείται να συμπληρωθούν τα πληροφοριακά στοιχεία που διαθέτει στις υποθέσεις τις οποίες εκδικάζει. Ο έλεγχος της αποδεικτικής αξίας των στοιχείων της δικογραφίας εντάσσεται στην κυριαρχική εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης η οποία δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο του Γενικού Δικαστηρίου, εκτός αν συντρέχει περίπτωση παραμορφώσεως των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης ή αν η ανακρίβεια των διαπιστώσεων του εν λόγω Δικαστηρίου σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά προκύπτει από τα έγγραφα που έχουν κατατεθεί στη δικογραφία.

(βλ. σκέψεις 35 και 39)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 10 Ιουλίου 2001, C‑315/99 P, Ismeri Europa κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 2001, σ. I‑5281, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΓΔΕΕ: 21 Ιουνίου 2011, Rosenbaum κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, T‑452/09 P, σκέψη 41· 15 Μαΐου 2012, T‑184/11 P, Nijs κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, σκέψη 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Βλ. το κείμενο της διατάξεως.

(βλ. σκέψη 48)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 15 Σεπτεμβρίου 2010, T‑157/09 P, Marcuccio κατά Επιτροπής, σκέψη 27