Language of document : ECLI:EU:F:2011:135

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 13ης Σεπτεμβρίου 2011

Υπόθεση F‑68/10

Thorsten Behnke

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Περίοδος αξιολογήσεως και προαγωγών 2009 — Αιτιολογία της γνωμοδοτήσεως της επιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως επί θεμάτων αξιολογήσεως και προαγωγών — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή, ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου270 ΣΛΕΕ, το οποίο εφαρμόζεται στη Συνθήκη ΕΚΑΕ δυνάμει του άρθρου της 106α, με την οποία ο Τ. Behnke ζητεί την ακύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής περί κατατάξεώς του στην κατηγορία επιδόσεων II κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 και περί απονομής σε αυτόν 5 μορίων προαγωγής για την περίοδο προαγωγών 2009.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Η Επιτροπή φέρει, εκτός των δικαστικών εξόδων της, το ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων του προσφεύγοντος. Ο προσφεύγων φέρει τα τρία τέταρτα των δικαστικών εξόδων του.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Προηγούμενη διοικητική ένσταση — Συμφωνία μεταξύ της διοικητικής ενστάσεως και της προσφυγής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

2.      Υπάλληλοι — Βαθμολογία — Επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως επί θεμάτων αξιολογήσεως — Γνωμοδότηση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

3.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Συγκριτική εξέταση των προσόντων — Εξουσία εκτιμήσεως της διοικήσεως — Στοιχεία που μπορούν να ληφθούν υπόψη

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 43 και 45)

4.      Υπάλληλοι — Βαθμολογία — Έκθεση αξιολογήσεως — Απαραίτητη αντιστοιχία μεταξύ των περιγραφικών σχολίων και της εκφραζομένης με αριθμητικά στοιχεία εκτιμήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

5.      Υπάλληλοι — Βαθμολογία — Έκθεση αξιολογήσεως — Τυπικός καθορισμός στόχων

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

1.      Υπό την επιφύλαξη των ενστάσεων ελλείψεως νομιμότητας, και φυσικά των ενστάσεων δημοσίας τάξεως, δεν υπάρχει κατά κανόνα τροποποίηση του λόγου της διαφοράς και, ως εκ τούτου, απαράδεκτο λόγω μη τηρήσεως του κανόνα της ταυτότητας αντικειμένου μεταξύ της διοικητικής ενστάσεως και της προσφυγής παρά μόνον εάν ο προσφεύγων, έχοντας προσβάλει με τη διοικητική ένστασή του μόνον το τυπικό κύρος της βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως, περιλαμβανομένων των διαδικαστικών πλευρών της, προβάλλει με το δικόγραφο της προσφυγής του λόγους ουσίας, ή στην αντίστροφη περίπτωση κατά την οποία ο προσφεύγων, αφού προσέβαλε με τη διοικητική ένστασή του μόνον την ουσιαστική νομιμότητα της βλαπτικής γι’ αυτόν πράξεως, ασκεί προσφυγή προβάλλοντας λόγους που αφορούν το τυπικό κύρος της, περιλαμβανομένων των διαδικαστικών πλευρών της.

Ο υπάλληλος που δεν προέβαλε λόγο απτόμενο της εξωτερικής νομιμότητας με τη διοικητική ένστασή του δεν μπορεί να προβάλει παραδεκτώς, για πρώτη φορά με την προσφυγή του, λόγο αντλούμενο από το τυπικώς παράτυπο της εκθέσεως αξιολογήσεώς του.

(βλ. σκέψεις 32 και 33)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 1 Ιουλίου 2010, F‑45/07, Mandt κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 120

2.      Η υποχρέωση της επιτροπής ίσης εκπροσωπήσεως επί θεμάτων αξιολογήσεως να αποφαίνεται επί του περιεχομένου των εκθέσεων αξιολογήσεως αποτελεί ουσιώδη διατύπωση. Ωστόσο, οι γενικές εκτελεστικές διατάξεις του άρθρου 43 του ΚΥΚ τις οποίες εξέδωσε η Επιτροπή δεν προβλέπουν τυπική διαδικασία ψηφοφορίας στο πλαίσιο της εν λόγω επιτροπής. Εξάλλου, ουδεμία διάκριση, πλην της καθαρά σημασιολογικής, δεν μπορεί να διαπιστωθεί μεταξύ μιας γνωμοδοτήσεως που εγκρίθηκε με consensus και μιας γνωμοδοτήσεως που εγκρίθηκε ομοφώνως. Πάντως, η έκδοση γνωμοδοτήσεως από την εν λόγω επιτροπή με consensus δεν απαλλάσσει την επιτροπή από την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει. Το άρθρο 8, παράγραφος 4, των εν λόγω γενικών εκτελεστικών διατάξεων προβλέπει ότι ακόμα και οι γνωμοδοτήσεις που εγκρίνονται ομοφώνως πρέπει να περιέχουν αιτιολογία του ουσιαστικού συμπεράσματός τους.

Όμως, όταν μια γνωμοδότηση είναι διατυπωμένη με στερεότυπη μορφή και δεν περιέχει αναφορά σε στοιχεία σχετικά με την ιδιαίτερη κατάσταση του υπαλλήλου, η γνωμοδότηση αυτή δεν είναι αιτιολογημένη.

Πάντως, οι παραβάσεις των διαδικαστικών κανόνων, ιδίως των κανόνων που αφορούν την κατάρτιση των εκθέσεων αξιολογήσεως, αποτελούν ουσιαστικές παρατυπίες ικανές να επηρεάσουν το κύρος εκθέσεως αυτής μόνον εφόσον ο υπάλληλος αποδεικνύει ότι, αν δεν είχαν υπάρξει αυτές οι παραβάσεις, η εν λόγω έκθεση θα μπορούσε να έχει διαφορετικό περιεχόμενο.

(βλ. σκέψεις 38 έως 42)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 22 Δεκεμβρίου 2008, C‑198/07 P, Gordon κατά Επιτροπής, σκέψεις 71 έως 75

ΠΕΚ: 9 Μαρτίου 1999, T‑212/97, Hubert κατά Επιτροπής, σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Στην Επιτροπή, υπάρχει στενός συσχετισμός μεταξύ της εκθέσεως αξιολογήσεως, η οποία καθορίζει το επίπεδο της αποδόσεως, και της μεταγενέστερης αποφάσεως περί απονομής των μορίων προαγωγής, έστω και αν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχής διατηρεί ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως, στο πλαίσιο της διαδικασίας προαγωγών, προς καθορισμό του ακριβούς αριθμού των μορίων προαγωγής. Υπό την έννοια αυτή, οι διαδικασίες βαθμολογίας και προαγωγών στην Επιτροπή είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Συναφώς, γίνεται δεκτό ότι, κατά την αξιολόγηση των προσόντων ενός υπαλλήλου, η εν λόγω αρχή μπορεί να λάβει υπόψη την πρόσφατη προαγωγή του υπαλλήλου.

Επιπλέον, η διοίκηση υποχρεούται, προκειμένου να αξιολογήσει τα προσόντα ενός υπαλλήλου, να λαμβάνει υπόψη τις δύσκολες συνθήκες υπό τις οποίες ο υπάλληλος άσκησε τα καθήκοντά του και ιδίως το ότι η διοικητική μονάδα του διέθετε λιγότερο προσωπικό από αυτό που προβλεπόταν όταν καθορίστηκαν οι στόχοι που τάχθηκαν στον υπάλληλο αυτόν.

(βλ. σκέψεις 52, 56 και 62)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 31 Ιανουαρίου 2007, T‑236/05, Aldershoff κατά Επιτροπής, σκέψεις 85 επ.

ΔΔΔΕΕ: 21 Φεβρουαρίου 2008, F‑19/06, Semeraro κατά Επιτροπής, σκέψη 56· 23 Φεβρουαρίου 2010, F‑7/09, Faria κατά ΓΕΕΑ, σκέψη 53

4.      Τα περιγραφικά σχόλια που περιέχονται στην έκθεση αξιολογήσεως έχουν ως αντικείμενο την αιτιολόγηση των αναλυτικών κρίσεων που διατυπώνονται στην έκθεση αυτή. Τα σχόλια αυτά χρησιμεύουν προς τεκμηρίωση της αξιολογήσεως και επιτρέπουν στον υπάλληλο να κατανοήσει την αποδιδόμενη βαθμολογία. Κατά συνέπεια, λαμβανομένου υπόψη του εξέχοντος ρόλου τους στην κατάρτιση της εκθέσεως αξιολογήσεως, τα σχόλια πρέπει να είναι συνεπή προς την αποδιδόμενη βαθμολογία, σε βαθμό τέτοιον ώστε η βαθμολογία να θεωρείται ως η έκφραση των σχολίων σε αριθμούς ή ως η αναλυτική απόδοσή τους. Λαμβανομένης, πάντως, υπόψη της ευρύτατης εξουσίας εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στους αξιολογητές όσον αφορά τις κρίσεις τους σχετικά με την εργασία των προσώπων για τη βαθμολόγηση των οποίων είναι υπεύθυνοι, ενδεχόμενη ασυνέπεια μεταξύ επιμέρους στοιχείων μιας εκθέσεως αξιολογήσεως δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ακύρωση της εν λόγω εκθέσεως παρά μόνον εάν είναι πρόδηλη.

(βλ. σκέψη 78)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 13 Δεκεμβρίου 2007, F‑28/06, Sequeira Wandschneider κατά Επιτροπής, σκέψεις 109 και 110

5.      Δυνάμει του άρθρου 5 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 43 του ΚΥΚ τις οποίες εξέδωσε η Επιτροπή, η αξιολόγηση της αποδόσεως ενός υπαλλήλου αποσκοπεί στο να εκτιμηθεί σε ποιο βαθμό επιτεύχθηκαν οι στόχοι που του είχαν τεθεί. Από την ίδια αυτή διάταξη προκύπτει ότι οι στόχοι πρέπει να καθορίζονται λαμβανομένων υπόψη των συνήθων συνθηκών εργασίας. Όταν η διοίκηση αποφασίζει να στηρίξει την αξιολόγηση των υπαλλήλων της σε δεόντως τυποποιημένους στόχους, το έγγραφο που καθορίζει τους στόχους που τάσσονται στον υπάλληλο συνιστά ουσιώδες στοιχείο κατά την αξιολόγηση της εργασίας του.

(βλ. σκέψη 79)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 10 Νοεμβρίου 2009, F‑93/08, N κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 64