Language of document : ECLI:EU:F:2014:50

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 10ης Απριλίου 2014

Υπόθεση F‑81/12

Risto Nieminen

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Υπαλληλική υπόθεση — Προαγωγή — Περίοδος προαγωγών 2010 — Περίοδος προαγωγών 2011 — Απόφαση περί μη προαγωγής του προσφεύγοντος — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Συγκριτική εξέταση των προσόντων — Μόνιμοι υπάλληλοι του γλωσσικού κλάδου και μόνιμοι υπάλληλοι άλλων κλάδων πλην του γλωσσικού — Ποσόστωση προαγωγής — Σταθερότητα της αποδόσεως στον χρόνο»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο R. Nieminen ζητεί την ακύρωση των αποφάσεων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί μη προαγωγής του στον βαθμό AD 12 κατά τις περιόδους προαγωγών 2010 και 2011.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο R. Nieminen φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Στοιχεία δυνάμενα να ληφθούν υπόψη – Μόνιμοι υπάλληλοι του γλωσσικού κλάδου και μόνιμοι υπάλληλοι άλλων κλάδων πλην του γλωσσικού – Ποσόστωση προαγωγής – Παράβαση του άρθρου 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45 § 1)

2.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Κριτήρια – Προσόντα – Συνεκτίμηση της αρχαιότητας στον βαθμό – Επικουρικός χαρακτήρας – Συνεκτίμηση της σταθερότητας της αποδόσεως στον χρόνο – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45 § 1)

3.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Σχετικές λεπτομέρειες – Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως – Όρια – Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

4.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Εξουσία εκτιμήσεως της Διοικήσεως – Περιεχόμενο – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως των προσόντων μη προαχθέντος υπαλλήλου

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

1.      Το γεγονός ότι συγκεκριμένος αριθμός θέσεων για προαγωγή προορίζεται μόνο για τους μόνιμους υπαλλήλους του γλωσσικού κλάδου μπορεί να εμποδίσει την προαγωγή ενός ή περισσοτέρων υπαλλήλων άλλων κλάδων πλην του γλωσσικού, μολονότι διαθέτουν υψηλότερα προσόντα από αυτά των συναδέλφων τους του γλωσσικού κλάδου που προήχθησαν. Μια τέτοιου είδους δέσμευση θέσεων συνιστά παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, που προϋποθέτουν ότι η συγκριτική εξέταση των προσόντων διενεργείται επί ίσοις όροις.

(βλ. σκέψη 40)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 15 Δεκεμβρίου 2010, F‑14/09, Almeida Campos κ.λπ. κατά Συμβουλίου, σκέψεις 37 και 38

2.      Η αρχαιότητα στον βαθμό και στην υπηρεσία μπορεί να αποτελέσει μόνον επικουρικό κριτήριο για την προαγωγή, σε περίπτωση ισοδυναμίας των προσόντων που διαπιστώνονται βάσει, ιδίως, των τριών κριτηρίων που μνημονεύονται ρητώς στο άρθρο 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δύναται όμως να προβεί νομίμως στη συγκριτική εξέταση των προσόντων των προαγώγιμων υπαλλήλων στηριζόμενη στη σταθερότητα της αποδόσεώς τους στον χρόνο.

Το κριτήριο της σταθερότητας της αποδόσεως του υπαλλήλου στον χρόνο δεν αποτελεί κριτήριο διάφορο από τα τρία κριτήρια που μνημονεύονται στο άρθρο 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, αλλά εμπίπτει απευθείας στο πρώτο από αυτά, το οποίο στηρίζεται στις εκθέσεις των υπαλλήλων. Ειδικότερα, το κριτήριο της σταθερότητας της αποδόσεως των υπαλλήλων καθιστά δυνατή την καλύτερη συνεκτίμηση του συνόλου των προσόντων των προαγώγιμων υπαλλήλων, τηρουμένης της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Πράγματι, εάν η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή ελάμβανε υπόψη αποκλειστικώς και μόνον την ή τις πιο πρόσφατες εκθέσεις των προαγώγιμων υπαλλήλων, η συγκριτική εξέταση των προσόντων θα καθίστατο στρεβλή ή, τουλάχιστον, μη πλήρης, δεδομένου ότι η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν θα εξέταζε το σύνολο των προσόντων των υπαλλήλων που έχουν αρχαιότητα μεγαλύτερη των δύο ετών στον βαθμό. Εξάλλου, η χρήση του πληθυντικού αριθμού στη διατύπωση «τις εκθέσεις των υπαλλήλων» στο άρθρο 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, υποδηλώνει ότι η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή είναι, κατ’ αρχήν, υποχρεωμένη να εξετάζει όλες τις εκθέσεις των υπαλλήλων από τότε που απέκτησαν τον συγκεκριμένο βαθμό, πράγμα που κατ’ ανάγκη σημαίνει ότι λαμβάνεται υπόψη το κριτήριο της σταθερότητας της αποδόσεως. Τέλος, το κριτήριο της σταθερότητας της αποδόσεως δεν μπορεί απλώς να επανεισάγει στη συγκριτική εξέταση, που διενεργείται δυνάμει του άρθρου 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, το κριτήριο της αρχαιότητας, δεδομένου ότι είναι κάλλιστα δυνατόν η μεγάλη αρχαιότητα να μη συμβαδίζει με υψηλή και σταθερή στον χρόνο απόδοση, με αποτέλεσμα τα δύο κριτήρια να μη συμπίπτουν, έστω και αν υφίσταται κάποια σχέση μεταξύ τους.

(βλ. σκέψεις 43 και 44)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 15 Ιανουαρίου 2014, T‑95/12 P, Stols κατά Συμβουλίου, σκέψεις 41 έως 44

ΔΔΔΕΕ: 13 Δεκεμβρίου 2011, F‑51/08 RENV, Stols κατά Συμβουλίου, σκέψη 47

3.      Προς εκτίμηση των προσόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο αποφάσεως περί προαγωγής βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή έχει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, ενώ ο έλεγχος του δικαστή της Ένωσης πρέπει να περιορίζεται στο αν η Διοίκηση, δεδομένων των μεθόδων που ακολούθησε και των λόγων στους οποίους στηρίχθηκε η εκτίμησή της, κινήθηκε εντός ορίων που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση και δεν χρησιμοποίησε την εξουσία της με τρόπο προδήλως εσφαλμένο. Ο δικαστής δεν μπορεί δηλαδή να υποκαταστήσει με την εκτίμησή του για τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υπαλλήλων την εκτίμηση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής. Οφείλει να περιορίζεται στον έλεγχο της αντικειμενικότητας και της ακρίβειας της συγκριτικής εξετάσεως των προσόντων που προβλέπει το άρθρο 45, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, υπό το πρίσμα των διευκρινίσεων στις οποίες προβαίνει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή σχετικά με την περίοδο προαγωγής πριν την εν λόγω εξέταση. Επομένως, δεν εναπόκειται στον δικαστή της Ένωσης να ελέγχει το βάσιμο της αξιολογήσεως, η οποία περιλαμβάνει σύνθετες αξιολογικές κρίσεις που, ως εκ της φύσεώς τους, δεν μπορούν να επαληθευτούν αντικειμενικώς, και στην οποία προέβη η Διοίκηση σχετικά με την επαγγελματική ικανότητα του υπαλλήλου.

Ωστόσο, η διακριτική εξουσία που αναγνωρίζεται, κατά τα ανωτέρω, στη Διοίκηση περιορίζεται από την ανάγκη της διεξαγωγής της συγκριτικής εξετάσεως των προσόντων με προσοχή και αμεροληψία, προς το συμφέρον της υπηρεσίας και σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Ο ΚΥΚ παρέχει στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή την εξουσία να προβαίνει στην εν λόγω εξέταση σύμφωνα με τη διαδικασία ή τη μέθοδο που κρίνει ως την πλέον ενδεδειγμένη, η εξέταση όμως αυτή πρέπει, στην πράξη, να διενεργείται με ίσους όρους και βάσει συγκρίσιμων πηγών πληροφοριών.

Η μέθοδος εκτιμήσεως που χρησιμοποιείται για τη σύγκριση των προσόντων των υπαλλήλων και συνίσταται στη σύγκριση του μέσου όρου της αναλυτικής βαθμολογίας των υπαλλήλων με τον μέσο όρο των αναλυτικών βαθμολογιών που έδωσαν οι βαθμολογητές τους είναι κατάλληλη, στο μέτρο που σκοπεί στον εκμηδενισμό του βαθμού υποκειμενικότητας που ενέχουν οι κρίσεις διαφορετικών βαθμολογητών.

Εξάλλου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή διαθέτει βάσει του ΚΥΚ την εξουσία να διενεργεί την κατά το άρθρο 45 του ΚΥΚ συγκριτική εξέταση των προσόντων σύμφωνα με τη διαδικασία ή τη μέθοδο την οποία κρίνει ως πλέον ενδεδειγμένη. Ωστόσο, η εξουσία αυτή περιορίζεται από την ανάγκη της διεξαγωγής της εν λόγω εξετάσεως με προσοχή και αμεροληψία, προς το συμφέρον της υπηρεσίας και σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Στην πράξη, η εξέταση αυτή πρέπει να διενεργείται με ίσους όρους και βάσει συγκρίσιμων πηγών πληροφοριών.

(βλ. σκέψεις 57, 58, 90 και 91)

Παραπομπή:

ΠΕΚ: 13 Ιουλίου 1995, T‑557/93, Rasmussen κατά Επιτροπής, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· 3 Οκτωβρίου 2000, T‑187/98, Cubero Vermurie κατά Επιτροπής, σκέψη 85

ΓΔΕΕ: 16 Μαΐου 2013, T‑281/11 P, Canga Fano κατά Συμβουλίου, σκέψεις 41, 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· Stols κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψεις 29 έως 31

ΔΔΔΕΕ: 14 Ιουλίου 2011, F‑81/10, Praskevicius κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 53

4.      Στο πλαίσιο του ελέγχου που ασκεί ο δικαστής της Ένωσης επί των επιλογών της Διοικήσεως σχετικά με τις προαγωγές, ένα σφάλμα είναι πρόδηλο οσάκις μπορεί να γίνει αντιληπτό ευχερώς και να εντοπιστεί πέραν αμφιβολίας, κατ’ εφαρμογήν των κριτηρίων από τα οποία ο νομοθέτης έχει εξαρτήσει τις αποφάσεις περί προαγωγών. Κατά συνέπεια, η διαπίστωση πρόδηλης πλάνης της Διοικήσεως κατά την εκ μέρους της εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, ικανής να δικαιολογήσει την ακύρωση αποφάσεως, προϋποθέτει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία, το βάρος προσκομίσεως των οποίων φέρει ο προσφεύγων, αρκούν για την ανατροπή των εκτιμήσεων της Διοικήσεως. Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως που αντλείται από την πρόδηλη πλάνη πρέπει να απορρίπτεται εάν, παρά τα στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων, η προσβαλλόμενη εκτίμηση μπορεί να γίνει δεκτή ως αληθής ή έγκυρη.

(βλ. σκέψη 59)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: Canga Fano κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 127

ΔΔΔΕΕ: 24 Μαρτίου 2011, F‑104/09, Canga Fano κατά Συμβουλίου, σκέψη 35· 12 Δεκεμβρίου 2012, F‑43/10, Cerafogli κατά ΕΚΤΕ, σκέψη 131, κατά της οποίας εκκρεμεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑114/13 P