Language of document :

Προσφυγή της 24ης Δεκεμβρίου 2013 – Deloitte Consulting κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-688/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Deloitte Consulting CVBA (Diegem, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: K. De hornois και Ν. Κορογιαννάκης, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της καθής, αφενός, να επιλέξει την προσφορά της προσφεύγουσας ως τέταρτης κατά σειρά προτεραιότητας εργολήπτριας, προσφορά υποβληθείσα στο πλαίσιο του διαγωνισμού DIGIT/R2/PO/2013/004 ABC III – Παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, συγκριτικής αναλύσεως και συνδρομής στον τομέα των Τεχνολογιών των Πληροφοριών και των Επικοινωνιών (σκέλος 2), η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με επιστολή της 15ης Οκτωβρίου 2013 και, αφετέρου, να αναθέσει τη σύμβαση στις κοινοπραξίες PWC-EVERIS ως πρώτη κατά σειρά προτεραιότητας εργολήπτρια, KPMG-TRASYS-KURT SALMON ως δεύτερη κατά σειρά προτεραιότητας εργολήπτρια και CGI Accenture ως τρίτη κατά σειρά προτεραιότητας εργολήπτρια,

να ακυρώσει τουλάχιστον την προσβαλλόμενη απόφαση στο μέτρο που με αυτήν δεν αποκλείστηκε η πρώτη κατά σειρά προτεραιότητας εργολήπτρια PWC-EVERIS για τον λόγο ότι περιέλαβε στην τεχνική της προσφορά πληροφορίες σχετικές με την οικονομική της προσφορά,

να υποχρεώσει την καθής να καταβάλει αποζημίωση στην προσφεύγουσα λόγω απώλειας της συμβάσεως ή, εναλλακτικά, λόγω απώλειας της ευκαιρίας να επιλεγεί ως ανάδοχος στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθέσεως της εν λόγω συμβάσεως,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, καθώς και στις λοιπές δαπάνες στις οποίες αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και από μη γνωστοποίηση των σχετικών πλεονεκτημάτων των αναδόχων – παράβαση του άρθρου 113, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού και του άρθρου 161, παράγραφος 2 και 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού καθώς και παράβαση ουσιώδους τύπου – προσβολή του δικαιώματος σε αποτελεσματική ένδικη προστασία.

Μολονότι το αντικείμενο της προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών παρουσιάζει υψηλό βαθμό τεχνικής πολυπλοκότητας και χαρακτηρίζεται στρατηγικής σημασίας, το περιεχόμενο των αποσπασμάτων του πρακτικού αξιολογήσεως είναι σύντομο, επιφανειακό, απλοϊκό, χωρίς ενδείξεις των δυνατών και αδύνατων σημείων των αξιολογούμενων προσφορών, περιοριζόμενο στην αναφορά «προσόντων» χωρίς να υπεισέρχεται κατά το ελάχιστο στην ουσία των παρεχόμενων απαντήσεων. Για ορισμένα από τα επιμέρους κριτήρια δεν υπάρχει η παραμικρή αιτιολογία όσον αφορά τη βαθμολογία των προσφερόντων ενώ τα σχόλια της επιτροπής αξιολογήσεως συχνά αντιφάσκουν προς τις βαθμολογίες οι οποίες απονεμήθηκαν στους διάφορους προσφέροντες. Η πλημμελής αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως καθιστά δυσχερή τον δικαστικό έλεγχό της και συνεπάγεται προσβολή του δικαιώματος σε αποτελεσματική ένδικη προστασία.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση της υποχρεώσεως να χρησιμοποιούνται σαφή κριτήρια αναθέσεως βάσει των οποίων να καθίσταται δυνατή η υπό αντικειμενικούς όρους ανάθεση της συμβάσεως· Παράβαση του κανόνα περί διακρίσεως μεταξύ κριτηρίων επιλογής και κριτηρίων αναθέσεως.

Οι τεχνικές προδιαγραφές συνίστανται σε μεγάλο αριθμό αόριστων επιμέρους κριτηρίων. Ως εκ τούτου, οι καλώς πληροφορημένοι και επιδεικνύοντες τη συνήθη επιμέλεια διαγωνιζόμενοι δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσουν το συγκεκριμένο κριτήριο αναθέσεως. Δεν υπάρχει σαφής ένδειξη ως προς το ποια προσέγγιση κρίνεται περισσότερη ή λιγότερη κατάλληλη ούτε συγκεκριμένο ποιοτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτουν τα ενδεικτικά στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καλύτερο ή χειρότερο αποτέλεσμα. Επιπλέον, το πρακτικό αξιολογήσεως περιέχει αναφορά σε κριτήρια επιλογής, τα οποία όμως χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση των τεχνικών προφορών των διαγωνιζομένων.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από παράβαση των όρων της προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών. Παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της χρηστής διοικήσεως – Παράβαση των οδηγιών προς τους διαγωνιζομένους – αναφορά του τιμήματος στο πλαίσιο της τεχνικής προσφοράς.

Ένας από τους αναδόχους αποκάλυψε σημαντικά οικονομικά στοιχεία στο τεχνικό τμήμα της προσφοράς του, με συνέπεια το απαράδεκτο της οικείας προσφοράς λόγω παραβάσεως συγκεκριμένων διατάξεων των τεχνικών προδιαγραφών, παραβιάσεως της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων και παραβάσεως του Οδηγού περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων της DIGIT ο οποίος έχει εν προκειμένω εφαρμογή.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 107 (1α) του δημοσιονομικού κανονισμού και του τμήματος 5.2.3.2. των τεχνικών προδιαγραφών – σύγκρουση συμφερόντων.

Κατά το άρθρο 107 του δημοσιονομικού κανονισμού, η καθής οφείλει να εκτιμήσει αν οι διαγωνιζόμενοι τελούν σε κατάσταση συγκρούσεως συμφερόντων ενόσω διαρκεί η διαδικασία συνάψεως της συμβάσεως-πλαισίου, αντιθέτως προς την κατά περίπτωση αξιολόγηση στο πλαίσιο εκτελέσεως της συμβάσεως-πλαισίου που προκρίνει η καθής εν προκειμένω. Κάθε διαγωνιζόμενος ο οποίος τελούσε σε κατάσταση συγκρούσεως συμφερόντων, σύμφωνα με τα ανωτέρω περιγραφόμενα, κατά τη διάρκεια συνάψεως της συμβάσεως έπρεπε να έχει αποκλειστεί πριν την ανάθεση της συμβάσεως-πλαισίου και όχι, όπως υποστηρίζει η καθής εν προκειμένω, κατόπιν κατά περίπτωση αξιολογήσεως στο πλαίσιο εκτελέσεως της συμβάσεως. Η απαίτηση που προβλέπει το τμήμα 5.2.3.2. των τεχνικών προδιαγραφών είναι ακόμη πιο αυστηρή από τη σύγκρουση συμφερόντων του άρθρου 107 του δημοσιονομικού κανονισμού. Βάσει των ανωτέρω, η καθής θα έπρεπε να έχει απορρίψει τις προσφορές ορισμένων από τους αναδόχους.