Language of document :

Προσφυγή της 19ης Απριλίου 2010 - AISCAT κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-182/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Associazione Italiana delle Società Concessionarie per la costruzione e l'esercizio di Autostrade e trafori stradali (AISCAT) (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωπος: M. Maresca, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 10ης Φεβρουαρίου 2010.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της αποφάσεως η οποία περιέχεται στο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Φεβρουαρίου 2010 και με την οποία αποκλείσθηκε το ενδεχόμενο υπάρξεως παραβάσεως του άρθρου 87 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 107 ΣΛΕΕ) εκ μέρους της Ιταλικής Δημοκρατίας, παραβάσεως η οποία συνίστατο, όπως υποστηρίχθηκε, στο ότι η Ιταλική Δημοκρατία ανέθεσε την κατασκευή και τη διαχείριση τμήματος αυτοκινητοδρόμου (του επονομαζόμενου "Passante di Mestre") χωρίς διαγωνισμό σε μια μικτή επιχείρηση δημοσίου/ιδιωτικού δικαίου, ήτοι στην CAV S.p.A. [ανώνυμη εταιρία συσταθείσα ισομερώς εκ μέρους της ANAS S.p.A. και της Regione Veneto (διοικητικής περιφέρειας Veneto)] και στο ότι χρηματοδότησε την κατασκευή αυτή μέσω αυξήσεως του αντιτίμου διελεύσεως από τους σταθμούς διοδίων που βρίσκονται στο παράλληλο και ανταγωνιζόμενο τμήμα αυτοκινητοδρόμου.

Η προσφεύγουσα προβάλλει δύο ισχυρισμούς προς υποστήριξη του ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη το άρθρο 87 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 107 ΣΛΕΕ).

Πρώτον, το γεγονός ότι η Ιταλική Δημοκρατία ανέθεσε απευθείας στην CAV τη σύμβαση παραχωρήσεως για την κατασκευή και τη διαχείριση του τμήματος αυτοκινητοδρόμου "Passante di Mestre" δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 290, του νόμου 244, της 24ης Δεκεμβρίου 2007, συνιστά κρατική ενίσχυση καθόσον, ενώ ήταν βέβαιο ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν τις επονομαζόμενες "in house" (εσωτερικές) προσκλήσεις προς υποβολή προσφορών, η εκτέλεση του ως άνω έργου ανατέθηκε σε μια μικτή επιχείρηση της οποίας τα χαρακτηριστικά, από την άποψη του καταστατικού και της διαχειρίσεως, συνεπάγονται την ύπαρξη μη σύννομου πλεονεκτήματος έναντι των ανταγωνιστών της. Πράγματι, η CAV ανήκει κατά 50 % στην ANAS, η οποία, αν και διαδραματίζει ρόλο ρυθμιστικής δημόσιας αρχής, ασκεί επίσης επιχειρηματική δραστηριότητα (κατασκευή και διαχείριση αυτοκινητοδρόμων) εντός της αγοράς της οποίας η ίδια αποτελεί τη ρυθμιστική αρχή και στους κανόνες της οποίας και η ίδια υπόκειται και στο πλαίσιο της οποίας και η ίδια αποτελεί παραχωρούσα αρχή.

Δεύτερον, το γεγονός ότι η Ιταλική Δημοκρατία ενέκρινε τη σύμβαση, η οποία συνήφθη μεταξύ της ANAS (υπό την ιδιότητα της παραχωρούσας αρχής) και της CAV και η οποία είχε ως αντικείμενο τη χρηματοδότηση του τμήματος αυτοκινητοδρόμου "Passante di Mestre" μέσω αυξήσεως του αντιτίμου διελεύσεως από τους σταθμούς διοδίων που βρίσκονται στο παράλληλο και ανταγωνιζόμενο τμήμα αυτοκινητοδρόμου, συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ της CAV.

Πράγματι, η αύξηση του αντιτίμου διελεύσεως αποτέλεσε το μέσον που παρείχε τη δυνατότητα εκτροπής της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων προς το νέο τμήμα αυτοκινητοδρόμου (το "Passante di Mestre") και, συγχρόνως, προκάλεσε την πτώση της κυκλοφορίας στο ανταγωνιζόμενο τμήμα αυτοκινητοδρόμου (στο "Tangenziale di Mestre") το οποίο αφορά η εν λόγω αύξηση. Επομένως, το αντικείμενο της ενισχύσεως δεν συνίσταται στο ποσό που απορρέει από την αύξηση του αντιτίμου διελεύσεως, αυτή καθαυτή, αλλά στο έναντι των ανταγωνιστών πλεονέκτημα που αντλεί η CAV από την εν λόγω αύξηση, ενώ, αντιθέτως, οι ανάδοχοι εταιρίες που διαχειρίζονται το τμήμα αυτοκινητοδρόμου "Tangenziale di Mestre" υφίστανται ζημία λόγω της ως άνω αυξήσεως.

____________