Language of document : ECLI:EU:C:2024:172

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 27ης Φεβρουαρίου 2024 (*)

«Αίτηση αναιρέσεως – Διανοητική ιδιοκτησία – Κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα – Συνθήκη συνεργασίας για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας (PCT) – Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου – Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας – Άρθρο 4 – Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 – Άρθρο 41 – Αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος – Δικαίωμα προτεραιότητας – Διεκδίκηση προτεραιότητας στηριζόμενη σε διεθνή αίτηση η οποία κατατέθηκε δυνάμει της PCT – Προθεσμία – Ερμηνεία σύμφωνη με το άρθρο 4 της εν λόγω σύμβασης – Όρια»

Στην υπόθεση C‑382/21 P,

με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 23 Ιουνίου 2021,

Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενο από τους D. Gája, D. Hanf, Ε. Μαρκάκη και V. Ruzek,

αναιρεσείον,

υποστηριζόμενο από την:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την P. Němečková, την J. Samnadda και τον G. von Rintelen,

παρεμβαίνουσα στην αναιρετική διαδικασία,

όπου ο έτερος διάδικος είναι η:

The KaiKai Company Jaeger Wichmann GbR, με έδρα το Μόναχο (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από την J. Hellmann-Cordner, Rechtsanwältin, επικουρούμενη από τους T. Lachmann και F. Steinbach, Patentanwälte,

προσφεύγουσα πρωτοδίκως,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, L. Bay Larsen, Αντιπρόεδρο, K. Jürimäe, Κ. Λυκούργο, E. Regan και N. Piçarra, προέδρους τμήματος, M. Ilešič, P. G. Xuereb, L. S. Rossi (εισηγήτρια), I. Jarukaitis, A. Kumin, N. Jääskinen, N. Wahl, I. Ziemele και J. Passer, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: T. Ćapeta

γραμματέας: M. Krausenböck, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Μαρτίου 2023,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 13ης Ιουλίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) ζητεί την αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 14ης Απριλίου 2021, The KaiKai Company Jaeger Wichmann κατά EUIPO (Όργανα και είδη γυμναστικής ή άθλησης) (T‑579/19, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2021:186), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του τρίτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 13ης Ιουνίου 2019 (υπόθεση R 573/2019‑3).

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

 Η Σύμβαση των Παρισίων

2        Η Σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας υπεγράφη στο Παρίσι στις 20 Μαρτίου 1883, αναθεωρήθηκε για τελευταία φορά στη Στοκχόλμη στις 14 Ιουλίου 1967 και τροποποιήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1979 (Recueil des traités des Nations unies, τόμος 828, αριθ. 11851, σ. 305, στο εξής: Σύμβαση των Παρισίων). Όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση αυτή.

3        Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 2, της εν λόγω σύμβασης ορίζει τα εξής:

«1.      Αι Χώραι, εφ’ ων εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβασις συνιστώσιν Ένωσιν προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας.

2.      Η προστασία της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας έχει ως αντικείμενον τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα υποδείγματα χρησιμότητος, τα σχέδια ή βιομηχανικά υποδείγματα, τα εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, τα σήματα υπηρεσίας, την εμπορικήν επωνυμίαν και τας ενδείξεις προελεύσεως ή τοπονυμικάς τοιαύτας, ως επίσης και την καταστολήν του αθεμίτου ανταγωνισμού.»

4        Το άρθρο 4 της ίδιας σύμβασης ορίζει τα ακόλουθα:

«A.

1.      Ο κανονικώς ενεργήσας την κατάθεσιν αιτήσεως διπλώματος ευρεσιτεχνίας, υποδείγματος χρησιμότητος, βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος εις μίαν των Χωρών της Ενώσεως [προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας] ή ο δικαιοδόχος αυτού, θα απολαύη προς ενέργειαν της καταθέσεως εις τας άλλας Χώρας του δικαιώματος προτεραιότητος κατά την διάρκειαν των κατωτέρω καθοριζομένων προθεσμιών.

2.      Αναγνωρίζεται ως δημιουργούσα δικαίωμα προτεραιότητος πάσα κατάθεσις ισχύουσα ως κανονική εθνική τοιαύτη, συμφώνως προς την εσωτερικήν νομοθεσίαν εκάστης των Χωρών της Ενώσεως [προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας] ή προς τας διμερείς ή πολυμερείς συμβάσεις τας συναφθείσας μεταξύ των Χωρών της Ενώσεως [προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας].

[…]

Γ.

1.      Αι προμνησθείσαι προθεσμίαι προτεραιότητος, έσονται δώδεκα μήνες διά τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα υποδείγματα χρησιμότητος και εξ μήνες διά τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα και τα βιομηχανικά ή εμπορικά σήματα.

2.      Αι ανωτέρω προθεσμίαι άρχονται από της χρονολογίας καταθέσεως της πρώτης αιτήσεως. Η ημέρα της καταθέσεως δεν υπολογίζεται εις την προθεσμίαν.

[…]

4.      Δέον να θεωρείται ως πρώτη αίτησις, της οποίας η ημερομηνία καταθέσεως θα είναι το σημείον της ενάρξεως της προθεσμίας προτεραιότητος μία μεταγενεστέρα αίτησις έχουσα το αυτό αντικείμενον προς μίαν προηγουμένην πρώτην αίτησιν, συμφώνως προς την ανωτέρω παράγραφον 2, κατατεθείσαν εις την αυτήν Χώραν της Ενώσεως [προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας], υπό τον όρον ότι η τοιαύτη προγενεστέρα αίτησις κατά την χρονολογίαν της καταθέσεως της μεταγενεστέρας αιτήσεως θα έχη αποσυρθή, εγκαταλειφθή ή απορριφθή χωρίς να έχη υποβληθή εις δημοσιότητα και χωρίς να έχη αφίσει υφιστάμενα δικαιώματα και ότι δεν θα έχη χρησιμεύσει ως βάσις διά την διεκδίκησιν του δικαιώματος προτεραιότητος. Η προγενεστέρα αίτησις δεν θα δύναται πλέον να χρησιμεύση ως βάσις διά την διεκδίκησιν του δικαιώματος προτεραιότητος.

[…]

E.

1.      Εν περιπτώσει καταθέσεως εις τινα Χώραν σχεδίου ή βιομηχανικού υποδείγματος, ενεργουμένης δυνάμει δικαιώματος προτεραιότητος, βασιζομένης επί της καταθέσεως υποδείγματος χρησιμότητος η προθεσμία προτεραιότητος, έσεται μόνον η διά τα σχέδια ή βιομηχανικά υποδείγματα οριζομένη τοιαύτη.

2.      Επιτρέπεται προς τούτοις η κατάθεσις εις τινα Χώραν υποδείγματος χρησιμότητος δυνάμει δικαιώματος προτεραιότητος βασιζομένου επί καταθέσεως αιτήσεως περί διπλώματος ευρεσιτεχνίας και τανάπαλιν.

[…]»

5        Το άρθρο 19 της Σύμβασης των Παρισίων έχει ως εξής:

«Οίκοθεν νοείται ότι αι χώραι της Ενώσεως [προς προστασίαν της Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας] επιφυλάσσονται του δικαιώματος να προβούν μεταξύ των εις ειδικάς συμφωνίας διά την προστασίαν της βιομηχανικής ιδιοκτησίας εφ’ όσον αι συμφωνίαι αύται δεν αντίκεινται προς τας διατάξεις της παρούσης συμβάσεως.»

6        Κατά το άρθρο 25, παράγραφος 1, της σύμβασης αυτής:

«Πάσα χώρα μέλος της παρούσης Συμβάσεως, αναλαμβάνει την υποχρέωσιν, συμφώνως προς το Καταστατικόν, να εφαρμόση τα κατάλληλα μέτρα προς εξασφάλισιν της εφαρμογής της παρούσης Συμβάσεως.»

 Η Συμφωνία TRIPS

7        Η Συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία TRIPS) αποτελεί το παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), η οποία υπεγράφη στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994 και εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1). Συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία TRIPS είναι τα μέλη του ΠΟΕ, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης καθώς και η ίδια η Ένωση.

8        Το άρθρο 2 της συμφωνίας αυτής, το οποίο περιλαμβάνεται στο μέρος της I, ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Για τους σκοπούς των μερών II, III και IV της παρούσας συμφωνίας, τα μέλη εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 12 και το άρθρο 19 της [Σύμβασης των Παρισίων].»

9        Το άρθρο 25 της εν λόγω συμφωνίας, το οποίο περιλαμβάνεται στο μέρος της II, υποχρεώνει στην παράγραφο 1 τα μέλη του ΠΟΕ να θεσπίσουν ρυθμίσεις για την προστασία νέων ή πρωτότυπων βιομηχανικών σχεδίων που έχουν δημιουργηθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο.

10      Το άρθρο 62 της ίδιας συμφωνίας, το οποίο αποτελεί το μέρος IV αυτής, αφορά, μεταξύ άλλων, την απόκτηση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

 Η PCT

11      Η Συνθήκη συνεργασίας για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας συνήφθη στην Ουάσινγκτον στις 19 Ιουνίου 1970 και τροποποιήθηκε για τελευταία φορά στις 3 Οκτωβρίου 2001 (Recueil des traités des Nations unies, τόμος 1160, αριθ. 18336, σ. 231, στο εξής: PCT). Όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης είναι συμβαλλόμενα μέρη στην PCT.

12      Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της PCT ορίζει τα εξής:

«Καμμία διάταξη της παρούσας Συνθήκης δεν μπορεί να ερμηνευθεί περιοριστικά [όσον αφορά] τα δικαιώματα που προβλέπονται από την [Σύμβαση των Παρισίων] υπέρ των υπηκόων των Κρατών-μελών στην Σύμβαση αυτή ή των προσώπων που διαμένουν σ’ αυτές τις χώρες.»

13      Το άρθρο 2 της συνθήκης αυτής ορίζει τα ακόλουθα:

«Κατά την έννοια της παρούσας Συνθήκης και του Εκτελεστικού Κανονισμού, και εκτός εάν ειδικά γίνεται μνεία αντίθετης έννοιας:

i)      εννοείται με την “αίτηση”, κάθε αίτηση προστασίας εφεύρεσης. Κάθε αναφορά σε “αίτηση” υπονοεί αναφορά σε αιτήσεις για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, για πιστοποιητικά πατρότητας ευρεσιτεχνίας, για πιστοποιητικά χρησιμότητας, για υποδείγματα χρησιμότητας, για πρόσθετα διπλώματα ή πιστοποιητικά ή για πρόσθετα πιστοποιητικά πατρότητας εφεύρεσης ή για πρόσθετα πιστοποιητικά χρησιμότητας·

ii)      κάθε αναφορά σε “δίπλωμα [ευρεσιτεχνίας]” εννοείται ως αναφορά στα διπλώματα [ευρεσιτεχνίας για εφεύρεση], στα πιστοποιητικά πατρότητας εφεύρεσης, στα πιστοποιητικά χρησιμότητας, στα υποδείγματα χρησιμότητας, στα πρόσθετα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικά, στα πρόσθετα πιστοποιητικά πατρότητας ευρεσιτεχνίας και στα πρόσθετα πιστοποιητικά χρησιμότητας·

[…]

vii)      εννοείται με τη “διεθνή αίτηση”, αίτηση που κατατέθηκε σύμφωνα με την παρούσα Συνθήκη·

[…]».

 Το δίκαιο της Ένωσης

14      Το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ 2002, L 3, σ. 1), προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο μόνο εάν:

[…]

ζ)      το σχέδιο ή το υπόδειγμα αποτελεί καταχρηστική χρησιμοποίηση ενός από τα στοιχεία τα απαριθμούμενα στο άρθρο 6β της [Σύμβασης των Παρισίων] ή καταχρηστική χρησιμοποίηση διακριτικών σημείων, εμβλημάτων και θυρεών πέραν των προβλεπομένων στο άρθρο 6β της εν λόγω Συμβάσεως, τα οποία όμως έχουν ιδιαίτερη σημασία για το δημόσιο συμφέρον σε ένα κράτος μέλος.»

15      Το άρθρο 41 του κανονισμού αυτού ορίζει στις παραγράφους 1 και 2 τα ακόλουθα:

«1.      Το πρόσωπο το οποίο έχει νομοτύπως καταθέσει αίτηση για την καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος ή υποδείγματος χρησιμότητας σε ένα ή για ένα από τα κράτη της σύμβασης των Παρισίων ή της συμφωνίας για την ίδρυση του [ΠΟΕ] ή ο εξ αυτού έλκων δικαίωμα έχει, ως προς την κατάθεση της αίτησης για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος για το ίδιο σχέδιο ή υπόδειγμα, ή για το υπόδειγμα χρησιμότητας, δικαίωμα προτεραιότητας επί έξι μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της πρώτης αίτησης.

2.      Δικαίωμα προτεραιότητας θεωρείται ότι παρέχει κάθε κατάθεση που ισοδυναμεί με συνήθη εθνική κατάθεση βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε ή βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.»

 Το ιστορικό της διαφοράς

16      Το ιστορικό της διαφοράς, το οποίο εκτέθηκε από το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 12 έως 22 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, μπορεί, για τις ανάγκες της παρούσας διαδικασίας, να συνοψισθεί ως ακολούθως.

17      Στις 24 Οκτωβρίου 2018 η The KaiKai Company Jaeger Wichmann GbR (στο εξής: KaiKai) υπέβαλε ενώπιον του EUIPO πολλαπλή αίτηση καταχώρισης η οποία αφορούσε δώδεκα κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα (στο εξής: επίμαχη αίτηση καταχώρισης), διεκδικώντας, για το σύνολο των εν λόγω σχεδίων ή υποδειγμάτων, προτεραιότητα στηριζόμενη στη διεθνή αίτηση PCT/EP2017/077469, η οποία είχε κατατεθεί στις 26 Οκτωβρίου 2017, δυνάμει της PCT, στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (στο εξής: κατατεθείσα δυνάμει της PCT διεθνής αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017 ή διεθνής αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017 δυνάμει της PCT).

18      Με έγγραφο της 31ης Οκτωβρίου 2018, ο εξεταστής του EUIPO ενημέρωσε την KaiKai ότι η επίμαχη αίτηση καταχώρισης έγινε δεκτή στο σύνολό της, αλλά ότι το διεκδικούμενο δικαίωμα προτεραιότητας απορρίφθηκε για το σύνολο των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων, καθώς η κατάθεση της διεθνούς αίτησης της 26ης Οκτωβρίου 2017 δυνάμει της PCT είχε προηγηθεί της κατάθεσης της επίμαχης αίτησης καταχώρισης κατά περισσότερους από έξι μήνες.

19      Δεδομένου ότι η KaiKai ενέμεινε στη διεκδίκηση προτεραιότητας και ζήτησε να εκδοθεί απόφαση δεκτική προσφυγής, ο εξεταστής, με απόφαση της 16ης Ιανουαρίου 2019, απέρριψε το δικαίωμα προτεραιότητας για το σύνολο των επίμαχων σχεδίων ή υποδειγμάτων (στο εξής: απόφαση του εξεταστή).

20      Προς στήριξη της απόφασης αυτής, ο εξεταστής επισήμανε ότι, ακόμη και αν μια διεθνής αίτηση δυνάμει της PCT ήταν, καταρχήν, δυνατόν να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας δυνάμει του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002, δεδομένου ότι ο ευρύς ορισμός της έννοιας του «διπλώματος ευρεσιτεχνίας» που περιέχεται στο άρθρο 2 της PCT περιλαμβάνει και τα υποδείγματα χρησιμότητας κατ’ άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού, η διεκδίκηση ενός τέτοιου δικαιώματος προτεραιότητας υπέκειτο επίσης σε προθεσμία έξι μηνών, η οποία δεν τηρήθηκε εν προκειμένω.

21      Στις 14 Μαρτίου 2019 η KaiKai άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO κατά της απόφασης του εξεταστή.

22      Με απόφαση της 13ης Ιουνίου 2019 (στο εξής: επίδικη απόφαση), το τρίτο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε την προσφυγή. Το τμήμα αυτό έκρινε, εν συνόψει, ότι ο εξεταστής εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002, το οποίο αντικατοπτρίζει πιστά τις διατάξεις της Σύμβασης των Παρισίων.

23      Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η KaiKai μπορούσε να διεκδικήσει δικαίωμα προτεραιότητας βάσει της κατατεθείσας δυνάμει της PCT διεθνούς αίτησης της 26ης Οκτωβρίου 2017 μόνον εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης αυτής, δηλαδή έως τις 26 Απριλίου 2018.

 Η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

24      Με δικόγραφο που κατέθεσε στο Γενικό Δικαστήριο στις 20 Αυγούστου 2019, η KaiKai άσκησε προσφυγή κατά της επίδικης απόφασης, ζητώντας:

–        με το πρώτο, το τρίτο και το τέταρτο αίτημά της, να ακυρωθεί η απόφαση αυτή και να καταδικαστεί το EUIPO στα έξοδα της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών και ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου·

–        με το δεύτερο αίτημά της, να ακυρωθεί η απόφαση του εξεταστή και να αναγνωριστεί το διεκδικούμενο δικαίωμα προτεραιότητας και

–        επικουρικώς, με το πέμπτο αίτημά της, να διεξαχθεί επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

25      Προς στήριξη της προσφυγής της, η KaiKai προέβαλε δύο λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος αφορούσε παράβαση ουσιώδους τύπου από το τμήμα προσφυγών του EUIPO και ο δεύτερος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, από το εν λόγω τμήμα, του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002.

26      Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο, σε πρώτο στάδιο, με τις σκέψεις 25 έως 33, απέρριψε ως απαράδεκτα το δεύτερο και το πέμπτο αίτημα της KaiKai και στη συνέχεια, σε δεύτερο στάδιο, εξέτασε το βάσιμο του δεύτερου λόγου ακυρώσεως.

27      Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο, με τις σκέψεις 41 έως 50 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, απέρριψε το πρώτο σκέλος του λόγου αυτού, το οποίο αφορούσε νομικό σφάλμα κατά την ερμηνεία της έννοιας του «υποδείγματος χρησιμότητας» που μνημονεύεται στο άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002.

28      Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε, στη σκέψη 44 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι η επιχειρηματολογία της KaiKai ήταν διφορούμενη και δεν της προσπόριζε κανένα όφελος. Στις σκέψεις 45 έως 47 της απόφασης αυτής, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι, εν πάση περιπτώσει, οι «διεθνείς αιτήσεις διπλώματος ευρεσιτεχνίας» που κατατίθενται δυνάμει της PCT καλύπτουν και τα υποδείγματα χρησιμότητας, δεδομένου ότι η συνθήκη αυτή δεν διακρίνει ανάλογα με τα διάφορα δικαιώματα μέσω των οποίων τα διάφορα συμβαλλόμενα κράτη παρέχουν την προστασία της εφεύρεσης. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στις σκέψεις 49 και 50 της εν λόγω απόφασης, ότι, μολονότι το γράμμα του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 δεν αναφέρεται ρητώς στη διεκδίκηση δικαιώματος προτεραιότητας στηριζόμενου σε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, το τμήμα προσφυγών του EUIPO δεν υπέπεσε σε νομικά σφάλματα ερμηνεύοντας διασταλτικά τη διάταξη αυτή υπό το πρίσμα της οικονομίας της PCT, προκειμένου να κρίνει ότι η διεκδίκηση του δικαιώματος προτεραιότητας η οποία στηριζόταν στην κατατεθείσα δυνάμει της PCT διεθνή αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017 διεπόταν από την ανωτέρω διάταξη όσον αφορά το ζήτημα αν μπορούσε να θεμελιωθεί δικαίωμα προτεραιότητας σε μια τέτοια αίτηση.

29      Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο έκανε δεκτό, στις σκέψεις 51 έως 87 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, με το οποίο προβαλλόταν ότι δεν ελήφθη υπόψη, για τον καθορισμό της προθεσμίας εντός της οποίας μπορεί να διεκδικηθεί τέτοιο δικαίωμα προτεραιότητας, το άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφος 1, της Σύμβασης των Παρισίων.

30      Προς τούτο, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε κατ’ αρχάς, στις σκέψεις 56 έως 66 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι, δεδομένου ότι το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 δεν ρυθμίζει το ζήτημα της προθεσμίας για τη διεκδίκηση της προτεραιότητας μιας «διεθνούς αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας» στο πλαίσιο μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος και δεδομένου ότι σκοπός της διάταξης αυτής είναι να ευθυγραμμιστεί ο κανονισμός με τις υποχρεώσεις της Ένωσης που απορρέουν από τη Σύμβαση των Παρισίων, έπρεπε να εφαρμοστεί το άρθρο 4 της εν λόγω σύμβασης προκειμένου να καλυφθεί το κενό του κανονισμού. Εν συνεχεία, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε, στις σκέψεις 72 και 77 έως 85 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι, μολονότι ούτε η σύμβαση αυτή περιέχει ρητούς κανόνες σχετικά με την προθεσμία προτεραιότητας που εφαρμόζεται σε μια τέτοια περίπτωση, εντούτοις από την εγγενή λογική του συστήματος των προτεραιοτήτων και από τις προπαρασκευαστικές εργασίες της εν λόγω σύμβασης προκύπτει ότι, κατά γενικό κανόνα, η διάρκεια μιας τέτοιας προθεσμίας προτεραιότητας καθορίζεται από τη φύση του προγενέστερου δικαιώματος. Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε, στη σκέψη 86 της ίδιας απόφασης, στο συμπέρασμα ότι το τμήμα προσφυγών του EUIPO υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η προθεσμία που ίσχυε για τη διεκδίκηση, από την KaiKai, της προτεραιότητας της κατατεθείσας δυνάμει της PCT διεθνούς αίτησης της 26ης Οκτωβρίου 2017 ήταν εξάμηνη.

31      Κατά συνέπεια, χωρίς να εξετάσει τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, το Γενικό Δικαστήριο, με τη σκέψη 88 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, έκανε δεκτή την προσφυγή κατά το μέρος που αποσκοπούσε στην ακύρωση της επίδικης απόφασης και, ως εκ τούτου, ακύρωσε την τελευταία αυτή απόφαση.

 Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

32      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 Ιουνίου 2021, το EUIPO άσκησε την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως κατά της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.

33      Με δικόγραφο που κατέθεσε την ίδια ημερομηνία, το EUIPO ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 170α, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, να εγκριθεί η εξέταση της αιτήσεως αναιρέσεως, σύμφωνα με το άρθρο 58α, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

34      Με τη διάταξη της 10ης Δεκεμβρίου 2021, EUIPO κατά The KaiKai Company Jaeger Wichmann (C‑382/21 P, EU:C:2021:1050), εγκρίθηκε η εξέταση της αιτήσεως αναιρέσεως.

35      Με απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου της 8ης Απριλίου 2022, επετράπη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρέμβει στη δίκη υπέρ του EUIPO.

36      Το EUIPO ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της·

–        να απορρίψει στο σύνολό της την προσφυγή κατά της επίδικης απόφασης και

–        να καταδικάσει την KaiKai στα δικαστικά έξοδα στα οποία αυτό υποβλήθηκε τόσο στην παρούσα όσο και στην πρωτόδικη διαδικασία.

37      Η KaiKai ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη και

–        να καταδικάσει το EUIPO στα έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας, της πρωτόδικης διαδικασίας καθώς και της διαδικασίας προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO.

38      Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

–        να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της·

–        να απορρίψει την προσφυγή στο σύνολό της και

–        να καταδικάσει την KaiKai στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

 Επί της αιτήσεως αναιρέσεως

 Επιχειρήματα των διαδίκων

39      Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, το EUIPO προβάλλει έναν και μοναδικό λόγο αναιρέσεως, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002. Ο λόγος αυτός περιλαμβάνει τρία σκέλη.

40      Με το πρώτο σκέλος, το EUIPO προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι κακώς έκρινε, στις σκέψεις 56, 57 και 64 έως 66 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι το γεγονός ότι η διάταξη αυτή δεν προβλέπει τη δυνατότητα μια προγενέστερη αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας να χρησιμεύσει ως βάση προτεραιότητας για μεταγενέστερη αίτηση καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, και επομένως δεν καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να διεκδικηθεί τέτοια προτεραιότητα, συνιστά νομοθετικό κενό.

41      Συγκεκριμένα, μια τέτοια ερμηνεία είναι προδήλως αντίθετη προς το σαφές γράμμα της εν λόγω διάταξης, η οποία καθορίζει ρητώς τόσο τη φύση των μόνων δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας επί των οποίων μπορεί να στηριχθεί διεκδίκηση προτεραιότητας, ήτοι επί προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος ή υποδείγματος χρησιμότητας, αποκλειομένου επομένως του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, όσο και τη διάρκεια της προθεσμίας εντός της οποίας μπορεί να διεκδικηθεί προτεραιότητα, ήτοι έξι μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της προγενέστερης αίτησης.

42      Με το δεύτερο σκέλος του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, το EUIPO υποστηρίζει ότι, αναγνωρίζοντας την ύπαρξη δωδεκάμηνης προθεσμίας για τη διεκδίκηση προτεραιότητας, το Γενικό Δικαστήριο, με τις σκέψεις 75 έως 86 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, δεν προέβη απλώς σε ερμηνεία του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 κατά τρόπο σύμφωνο προς το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων, αλλά απέκλεισε την εφαρμογή του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού προκειμένου να εφαρμόσει, αντ’ αυτού, το άρθρο 4 της σύμβασης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Γενικό Δικαστήριο προσέδωσε στην τελευταία αυτή διάταξη άμεσο αποτέλεσμα εντός της έννομης τάξης της Ένωσης.

43      Πλην όμως, αφενός, η αναγνώριση άμεσου αποτελέσματος στο άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων αντιβαίνει στη νομολογία που απορρέει από την απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2007, Develey κατά ΓΕΕΑ (C‑238/06 P, EU:C:2007:635, σκέψεις 37 έως 44), κατά την οποία τόσο οι διατάξεις της Σύμβασης των Παρισίων όσο και εκείνες της Συμφωνίας TRIPS, μέσω της οποίας η Ένωση δεσμεύεται από τη σύμβαση αυτή, στερούνται άμεσου αποτελέσματος. Εξάλλου, η έλλειψη άμεσου αποτελέσματος της Σύμβασης των Παρισίων απορρέει επίσης από το άρθρο 25 της σύμβασης, όπως προκύπτει, κατ’ αναλογίαν, από την απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, SCF (C‑135/10, EU:C:2012:140, σκέψεις 47 και 48). Αφετέρου, και εν πάση περιπτώσει, ο κανόνας που καθιέρωσε το Γενικό Δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν μπορεί να συναχθεί από το γράμμα του άρθρου 4 της εν λόγω σύμβασης, με αποτέλεσμα να μην πληρούνται οι απαιτήσεις περί σαφήνειας, ακρίβειας και απουσίας αιρέσεων τις οποίες θέτει η νομολογία σχετικά με την άμεση εφαρμογή του διεθνούς δικαίου στο δίκαιο της Ένωσης, όπως η νομολογία αυτή διαμορφώθηκε ιδίως με την απόφαση της 3ης Ιουνίου 2008, Intertanko κ.λπ. (C‑308/06, EU:C:2008:312, σκέψη 45).

44      Η Επιτροπή προσθέτει, στο ίδιο πνεύμα, ότι τα όρια που θέτει η νομολογία του Δικαστηρίου όσον αφορά την υποχρέωση σύμφωνης προς το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας του εθνικού δικαίου, νομολογία η οποία απορρέει ιδίως από την απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2012, Dominguez (C‑282/10, EU:C:2012:33, σκέψη 25), ισχύουν και για το Γενικό Δικαστήριο όταν αυτό ερμηνεύει το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 υπό το πρίσμα της Σύμβασης των Παρισίων. Επομένως, δεδομένου ότι η ερμηνεία του Γενικού Δικαστηρίου είναι αντίθετη προς το σαφές γράμμα της διάταξης αυτής, το Γενικό Δικαστήριο προέβη στην πραγματικότητα σε άμεση εφαρμογή της εν λόγω σύμβασης, μολονότι αυτή δεν μπορεί να παραγάγει άμεσο αποτέλεσμα, ούτε μέσω της Συμφωνίας TRIPS.

45      Ειδικότερα, η Επιτροπή εκτιμά ότι η νομολογία του Δικαστηρίου η οποία απορρέει ιδίως από τις αποφάσεις της 23ης Νοεμβρίου 1999, Πορτογαλία κατά Συμβουλίου (C‑149/96, EU:C:1999:574, σκέψη 49), και της 16ης Ιουλίου 2015, Επιτροπή κατά Rusal Armenal (C‑21/14 P, EU:C:2015:494, σκέψεις 40 και 41), και η οποία αναγνωρίζει, κατ’ εξαίρεση, τη δυνατότητα άμεσης εφαρμογής ορισμένων διατάξεων της Συμφωνίας για την ίδρυση του ΠΟΕ καθώς και των συμφωνιών που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα 1 έως 4 της συμφωνίας αυτής (στο εξής: συμφωνίες ΠΟΕ) δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω. Τούτο διότι, δεδομένου ότι το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 δεν περιέχει ρητή παραπομπή σε συγκεκριμένη διάταξη της Σύμβασης των Παρισίων, από τη διάταξη αυτή του κανονισμού δεν μπορεί να συναχθεί πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης να προσδώσει άμεσο αποτέλεσμα στο άρθρο 4 της σύμβασης. Αυτό συνάγεται επίσης από τη σύγκριση μεταξύ της εν λόγω διάταξης και του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού, το οποίο, αντιθέτως, καθόσον προβαίνει σε συγκεκριμένη και ρητή παραπομπή στο άρθρο 6β της σύμβασης, καταδεικνύει την ύπαρξη τέτοιας πρόθεσης.

46      Με το τρίτο σκέλος του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, το EUIPO προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι κάλυψε το προβαλλόμενο νομικό κενό του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 μέσω εσφαλμένης ερμηνείας του άρθρου 2 της PCT και του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων.

47      Ειδικότερα, το EUIPO υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο, αναφέροντας, στις σκέψεις 15, 18, 20, 22, 39, 40, 44 έως 50, 56, 64, 66, 70, 72, 74, 79, 83, 84 και 86 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, τον όρο «διεθνής αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας», παραγνώρισε την κατ’ άρθρο 2, σημεία i, ii και vii, της PCT έννοια της «διεθνούς αίτησης» καθώς και το γεγονός ότι, δυνάμει του άρθρου 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, της Σύμβασης των Παρισίων και του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002, μόνον η προγενέστερη κατάθεση «διεθνούς αίτησης» καταχώρισης «υποδείγματος χρησιμότητας», κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για μεταγενέστερη αίτηση καταχώρισης «κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος».

48      Το EUIPO υπογραμμίζει συναφώς ότι, εν προκειμένω, τόσο η απόφαση του εξεταστή όσο και η επίδικη απόφαση χαρακτήρισαν ορθώς την κατατεθείσα δυνάμει της PCT διεθνή αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017 ως «διεθνή αίτηση» καταχώρισης «υποδείγματος χρησιμότητας» και όχι ως «διεθνή αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας», όπως εσφαλμένως υπέθεσε το Γενικό Δικαστήριο. Στο πλαίσιο αυτό, το EUIPO εκθέτει ότι, εφόσον το κείμενο μιας «διεθνούς αίτησης», κατά την έννοια του σημείου vii του άρθρου 2 της PCT, δεν αποκλείει ρητώς την προστασία του «υποδείγματος χρησιμότητας», κατά την έννοια του σημείου i του ίδιου άρθρου, η προστασία που διεκδικείται με μια τέτοια αίτηση καλύπτει, όπως στην περίπτωση της αίτησης που κατέθεσε η KaiKai, εξ ορισμού το υπόδειγμα χρησιμότητας. Μόνο χάρη στο γεγονός ότι η κατατεθείσα δυνάμει της PCT διεθνής αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017 χαρακτηρίστηκε, κατ’ εφαρμογήν του κανόνα αυτού, ως «διεθνής αίτηση» καταχώρισης «υποδείγματος χρησιμότητας» κατέστη καταρχήν δυνατόν να θεμελιώσει η εν λόγω αίτηση δικαίωμα προτεραιότητας για την υποβολή αίτησης καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

49      Το EUIPO υποστηρίζει ότι, όπως προκύπτει ιδίως από το άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφοι 2 και 4, της Σύμβασης των Παρισίων, κατά γενικό κανόνα το δικαίωμα προτεραιότητας μπορεί να ισχύει μόνο ως προς μεταγενέστερη αίτηση που έχει το «αυτό αντικείμενον» με προγενέστερη αίτηση. Ειδικότερα, κατά τον κανόνα αυτόν, κάθε είδος δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας γεννά δικαίωμα προτεραιότητας μόνο για το ίδιο είδος δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφος 1, της εν λόγω σύμβασης. Μόνον κατ’ εξαίρεση ορίζει το άρθρο 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, της σύμβασης ότι μια αίτηση που έχει ως αντικείμενο υπόδειγμα χρησιμότητας μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για μεταγενέστερη αίτηση η οποία δεν αφορά επίσης υπόδειγμα χρησιμότητας, αλλά σχέδιο ή υπόδειγμα, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι αυτό το «ετερογενές ζεύγος αντικειμένων» καλύπτει την ίδια αναπαράσταση του προϊόντος, τούτο δε μόνον εντός προθεσμίας έξι μηνών. Ως εκ τούτου, η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, αφορά τον γενικό κανόνα του «αυτού αντικειμένου», ο οποίος διατυπώνεται στο άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφοι 2 και 4, και όχι, όπως εσφαλμένως έκρινε το Γενικό Δικαστήριο στις σκέψεις 77 έως 85 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, έναν υποτιθέμενο γενικό κανόνα κατά τον οποίο η φύση του προγενέστερου δικαιώματος καθορίζει την προθεσμία άσκησης του συναρτώμενου με αυτό δικαιώματος προτεραιότητας.

50      Επομένως, από τον συνδυασμό του γενικού κανόνα του «αυτού αντικειμένου», ο οποίος διατυπώνεται στο άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφοι 2 και 4, της Σύμβασης των Παρισίων, και της εξαίρεσης από τον κανόνα αυτόν που προβλέπεται στο άρθρο 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, της σύμβασης προκύπτει ότι μόνο δύο είδη δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ήτοι ένα προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα και ένα προγενέστερο υπόδειγμα χρησιμότητας, μπορούν, δυνάμει της εν λόγω σύμβασης, να θεμελιώσουν εγκύρως δικαίωμα προτεραιότητας για μεταγενέστερα καταχωριζόμενο σχέδιο ή υπόδειγμα. Συνεπώς, ένα προγενέστερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για μεταγενέστερα καταχωριζόμενο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα. Ως εκ τούτου, το συμπέρασμα του Γενικού Δικαστηρίου ότι η προθεσμία που ισχύει ως προς τη διεκδίκηση της προτεραιότητας αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας για μεταγενέστερη αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος είναι δωδεκάμηνη δεν βρίσκει νομικό έρεισμα στην εν λόγω σύμβαση.

51      Προς στήριξη της επιχειρηματολογίας του EUIPO, η Επιτροπή προβάλλει ότι, όπως προκύπτει ιδίως από τα συνταχθέντα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) ερμηνευτικά έγγραφα της Σύμβασης των Παρισίων, τα οποία, μολονότι δεν είναι νομικώς δεσμευτικά, μπορούν εντούτοις να προβληθούν ενώπιον του δικαστή της Ένωσης για τους σκοπούς της ερμηνείας της σύμβασης αυτής, τα συμβαλλόμενα μέρη αποφάσισαν σκοπίμως να μην περιλάβουν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας στην εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 4, τμήμα Ε, της σύμβασης, λόγω της έλλειψης δυνατότητας αλληλεπικάλυψης μεταξύ των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και των σχεδίων ή υποδειγμάτων. Κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 συνάδει πλήρως με την προσέγγιση αυτή, καθόσον αναγνωρίζει ότι υπάρχει κάποια διαπερατότητα μεταξύ μόνον των υποδειγμάτων χρησιμότητας, αφενός, και των σχεδίων ή υποδειγμάτων, αφετέρου, η οποία απορρέει από το γεγονός ότι, όπως αναγνώρισε το Δικαστήριο με την απόφαση της 8ης Μαρτίου 2018, DOCERAM (C‑395/16, EU:C:2018:172, σκέψεις 24 έως 29), τόσο τα μεν όσο και τα δε μπορούν να προστατεύσουν την τεχνική λειτουργία ορισμένου προϊόντος.

52      Η KaiKai αντιτείνει, κατ’ αρχάς, ότι το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 επαναλαμβάνει απλώς τον ειδικό κανόνα του άρθρου 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, της Σύμβασης των Παρισίων, ο οποίος εφαρμόζεται μόνο στη διεκδίκηση προτεραιότητας βάσει υποδείγματος χρησιμότητας και δεν έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα τον καθορισμό της προθεσμίας για τη διεκδίκηση προτεραιότητας δυνάμει διεθνούς αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Δεδομένου ότι το άρθρο 25 της σύμβασης αυτής δεν παρέχει στον νομοθέτη της Ένωσης την εξουσία να περιορίσει τα δικαιώματα προτεραιότητας που απονέμονται στον αιτούντα, η έλλειψη διάταξης που να επιτρέπει τη διεκδίκηση της προτεραιότητας προγενέστερης αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας συνιστά κενό στον εν λόγω κανονισμό.

53      Περαιτέρω, η KaiKai υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο, καλύπτοντας το κενό αυτό με παραπομπή στη Σύμβαση των Παρισίων, δεν εφάρμοσε άμεσα την εν λόγω σύμβαση, αφήνοντας κατά συνέπεια ανεφάρμοστο το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού, αλλά προέβη σε ερμηνεία της διάταξης αυτής υπό το πρίσμα της σύμβασης, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η οποία υπομνήσθηκε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, SCF (C‑135/10, EU:C:2012:140, σκέψη 51). Επομένως, η ύπαρξη του εν λόγω κενού αποκλείει οποιαδήποτε αντίθεση προς την παρατεθείσα στη σκέψη 43 της παρούσας απόφασης νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την οποία η ανωτέρω σύμβαση δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα.

54      Τέλος, η KaiKai υποστηρίζει ότι μια διεθνής αίτηση που κατατίθεται δυνάμει της PCT συνιστά ταυτόχρονα αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας και αίτηση καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας, οπότε οι δύο αυτές αιτήσεις είναι πανομοιότυπες ως προς το αντικείμενό τους, καθόσον αμφότερες περιγράφουν μια τεχνική εφεύρεση. Συνεπώς, τόσο η προτεραιότητα αίτησης καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας όσο και η προτεραιότητα αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας μπορούν να διεκδικηθούν κατά την κατάθεση αίτησης καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος. Το γεγονός ότι η Σύμβαση των Παρισίων ορίζει διαφορετικές προθεσμίες προτεραιότητας στις δύο αυτές περιπτώσεις δεν εξαρτάται, επομένως, από τη διαφορά μεταξύ των αντικειμένων που προστατεύονται με το δικαίωμα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, αλλά από τη διαφορά μεταξύ των διαδικασιών καταχώρισης που εφαρμόζονται σε καθένα από αυτά.

55      Εξάλλου, κατά την KaiKai, ο αποκλεισμός της χρήσης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ως βάσης προτεραιότητας για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα θα οδηγούσε σε δυσμενή διάκριση των αιτούντων λόγω της ιθαγένειάς τους. Συγκεκριμένα, ενώ σε ορισμένα κράτη μέλη θα ήταν δυνατόν να μετατραπεί ένα εθνικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας σε εθνικό υπόδειγμα χρησιμότητας και να χρησιμοποιηθεί αυτό στη συνέχεια ως βάση προτεραιότητας για σχέδιο ή υπόδειγμα, σε άλλα κράτη μέλη, όπως το Βασίλειο του Βελγίου, η Κυπριακή Δημοκρατία και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τα οποία δεν προβλέπουν εθνικό υπόδειγμα χρησιμότητας, ο αιτών θα στερούνταν τη δυνατότητα αυτή.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

56      Με τα τρία σκέλη του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το EUIPO προσάπτει, κατ’ ουσίαν, στο Γενικό Δικαστήριο ότι προέβη σε άμεση εφαρμογή του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων, αποκλείοντας την εφαρμογή της σαφούς και εξαντλητικού περιεχομένου διάταξης του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 και αντικαθιστώντας την με εσφαλμένη ερμηνεία του εν λόγω άρθρου 4.

 Επί των αποτελεσμάτων της Σύμβασης των Παρισίων στην έννομη τάξη της Ένωσης

57      Όπως προκύπτει από το άρθρο 216, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι διεθνείς συμφωνίες που συνάπτει η Ένωση δεσμεύουν την Ένωση και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξης της από την ημερομηνία θέσης τους σε ισχύ (πρβλ. αποφάσεις της 30ής Απριλίου 1974, Haegeman, 181/73, EU:C:1974:41, σκέψη 5, καθώς και της 1ης Αυγούστου 2022, Sea Watch, C‑14/21 και C‑15/21, EU:C:2022:604, σκέψη 94).

58      Εξάλλου, η Ένωση δύναται να διαδεχθεί τα κράτη μέλη στις διεθνείς δεσμεύσεις τους στην περίπτωση κατά την οποία αυτά έχουν μεταβιβάσει στην Ένωση, μέσω μιας εκ των ιδρυτικών της Συνθηκών, τις συναφείς με τις εν λόγω δεσμεύσεις αρμοδιότητές τους. Τούτο συμβαίνει όταν η Ένωση έχει καταστεί αποκλειστικώς αρμόδια σε τομέα διεπόμενο από τους όρους διεθνούς συμφωνίας που έχει συναφθεί από το σύνολο των κρατών μελών της [πρβλ. απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 1972, International Fruit Company κ.λπ., 21/72 έως 24/72, EU:C:1972:115, σκέψεις 10 έως 18, καθώς και γνωμοδότηση 2/15 (Συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών με τη Σινγκαπούρη), της 16ης Μαΐου 2017, EU:C:2017:376, σκέψη 248].

59      Πάντως, για τις ανάγκες της εξέτασης της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, δεν είναι αναγκαίο να εξακριβωθεί αν και, κατά περίπτωση, σε ποιον βαθμό η Ένωση έχει καταστεί αποκλειστικώς αρμόδια στον τομέα που διέπεται από τη Σύμβαση των Παρισίων, η οποία συνήφθη από το σύνολο των κρατών μελών, αλλά όχι από την Ένωση. Τούτο διότι, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, οι κανόνες που διατυπώνονται σε ορισμένα άρθρα της σύμβασης αυτής, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 4, έχουν ενσωματωθεί στη Συμφωνία TRIPS, η οποία έχει συναφθεί από την Ένωση (πρβλ. απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2004, Anheuser-Busch, C‑245/02, EU:C:2004:717, σκέψη 91).

60      Ειδικότερα, η ανωτέρω συμφωνία προβλέπει, στο άρθρο 2, παράγραφος 1, ότι τα μέλη του ΠΟΕ, μεταξύ των οποίων και η Ένωση, εφαρμόζουν τα άρθρα 1 έως 12 και 19 της Σύμβασης των Παρισίων για τους σκοπούς των μερών II έως IV της εν λόγω συμφωνίας, τα οποία περιλαμβάνουν τα άρθρα της 9 έως 62.

61      Ως εκ τούτου, όσον αφορά, ιδίως, την προστασία βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων, που διαλαμβάνεται στο άρθρο 25 της Συμφωνίας TRIPS, και την απόκτηση της προστασίας αυτής, που διαλαμβάνεται στο άρθρο 62 της συμφωνίας, οι κανόνες που διατυπώνονται στα ανωτέρω άρθρα της Σύμβασης των Παρισίων, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 4, πρέπει να θεωρηθούν ως αναπόσπαστο μέρος της εν λόγω συμφωνίας.

62      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι κανόνες που διατυπώνονται στο άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων παράγουν τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα που παράγει η Συμφωνία TRIPS (πρβλ. απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2004, Anheuser-Busch, C‑245/02, EU:C:2004:717, σκέψη 96).

63      Συναφώς, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι, λαμβανομένης υπόψη της φύσης και της οικονομίας της Συμφωνίας TRIPS, οι διατάξεις της συμφωνίας αυτής δεν έχουν άμεσο αποτέλεσμα. Ειδικότερα, οι διατάξεις αυτές δεν περιλαμβάνονται καταρχήν στους κανόνες με γνώμονα τους οποίους το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και δεν είναι επίσης ικανές να δημιουργήσουν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα τα οποία αυτοί να μπορούν να επικαλούνται απευθείας ενώπιον των δικαστηρίων βάσει του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Dior κ.λπ., C‑300/98 και C‑392/98, EU:C:2000:688, σκέψεις 43 έως 45· της 16ης Νοεμβρίου 2004, Anheuser-Busch, C‑245/02, EU:C:2004:717, σκέψη 54, καθώς και της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, Changmao Biochemical Engineering κατά Επιτροπής, C‑123/21 P, EU:C:2023:708, σκέψεις 70 και 71).

64      Επιπλέον, το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων δεν εμπίπτει ούτε στις δύο εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι οι ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται απευθείας τις διατάξεις των συμφωνιών ΠΟΕ ενώπιον του δικαστή της Ένωσης, ήτοι, αφενός, στην περίπτωση κατά την οποία η επίμαχη πράξη της Ένωσης παραπέμπει ρητώς σε συγκεκριμένες διατάξεις των συμφωνιών αυτών και, αφετέρου, στην περίπτωση κατά την οποία βούληση της Ένωσης ήταν η εκπλήρωση ειδικής υποχρέωσης αναληφθείσας στο πλαίσιο των εν λόγω συμφωνιών (πρβλ. αποφάσεις της 22ας Ιουνίου 1989, Fediol κατά Επιτροπής, 70/87, EU:C:1989:254, σκέψεις 19 έως 22· της 7ης Μαΐου 1991, Nakajima κατά Συμβουλίου, C‑69/89, EU:C:1991:186, σκέψεις 29 έως 31, καθώς και της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, Changmao Biochemical Engineering κατά Επιτροπής, C‑123/21 P, EU:C:2023:708, σκέψεις 74 και 75).

65      Πράγματι, αφενός, το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 δεν παραπέμπει ρητώς στο άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων.

66      Αφετέρου, πρέπει να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει, κατ’ ουσίαν, ότι, για να αποδειχθεί η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης να θέσει σε εφαρμογή στο δίκαιο της Ένωσης ειδική υποχρέωση αναληφθείσα στο πλαίσιο των συμφωνιών ΠΟΕ, δεν αρκεί να συνάγεται γενικώς από τις αιτιολογικές σκέψεις της επίμαχης πράξης της Ένωσης ότι η εν λόγω πράξη εκδίδεται λαμβανομένων υπόψη των διεθνών υποχρεώσεων της Ένωσης. Αντιθέτως, απαιτείται να προκύπτει από τη συγκεκριμένη επίδικη διάταξη του δικαίου της Ένωσης ότι αυτή αποβλέπει στην εκπλήρωση, εντός της έννομης τάξης της Ένωσης, ειδικής υποχρέωσης απορρέουσας από τις συμφωνίες ΠΟΕ (πρβλ. αποφάσεις της 16ης Ιουλίου 2015, Επιτροπή κατά Rusal Armenal, C‑21/14 P, EU:C:2015:494, σκέψεις 45, 46 και 48, καθώς και της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, Changmao Biochemical Engineering κατά Επιτροπής, C‑123/21 P, EU:C:2023:708, σκέψεις 76, 78 και 79).

67      Τέτοια βούληση του νομοθέτη της Ένωσης δεν μπορεί, όμως, να συναχθεί από το άρθρο 41 του κανονισμού 6/2002 απλώς και μόνο βάσει της αντιστοιχίας μεταξύ του γράμματος του εν λόγω άρθρου 41, αφενός, και του γράμματος του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων, αφετέρου. Πράγματι, ο κανονισμός αυτός αποτελεί την έκφραση της βούλησης του νομοθέτη της Ένωσης να υιοθετήσει, για ένα από τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας που καλύπτονται από την ανωτέρω σύμβαση, μια προσέγγιση που προσιδιάζει στην ενωσιακή έννομη τάξη, θεσπίζοντας ειδικό καθεστώς ενιαίας και αδιαίρετης προστασίας των κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων στο έδαφος της Ένωσης, αναπόσπαστο μέρος του οποίου αποτελεί το δικαίωμα προτεραιότητας που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο 41.

68      Επομένως, οι κανόνες που διατυπώνονται στο άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων δεν έχουν άμεσο αποτέλεσμα και, ως εκ τούτου, δεν είναι ικανοί να δημιουργήσουν υπέρ των ιδιωτών δικαιώματα τα οποία αυτοί να μπορούν να επικαλεστούν απευθείας βάσει του δικαίου της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2007, Develey κατά ΓΕΕΑ, C‑238/06 P, EU:C:2007:635, σκέψεις 39 και 43).

69      Κατά συνέπεια, το δικαίωμα προτεραιότητας για την κατάθεση αίτησης καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος διέπεται από το άρθρο 41 του κανονισμού 6/2002, χωρίς οι επιχειρηματίες να μπορούν να επικαλεστούν απευθείας το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων.

70      Τούτου λεχθέντος, δεδομένου ότι η Συμφωνία TRIPS δεσμεύει την Ένωση και, ως εκ τούτου, υπερισχύει των πράξεων του παράγωγου δικαίου της Ένωσης, οι τελευταίες πρέπει να ερμηνεύονται, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας αυτής (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 10ης Σεπτεμβρίου 1996, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C‑61/94, EU:C:1996:313, σκέψη 52, καθώς και της 1ης Αυγούστου 2022, Sea Watch, C‑14/21 και C‑15/21, EU:C:2022:604, σκέψεις 92 και 94 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Επομένως, ο κανονισμός 6/2002 πρέπει να ερμηνεύεται, στο μέτρο του δυνατού, σύμφωνα με τη Συμφωνία TRIPS και, κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους ενσωματωθέντες στην εν λόγω συμφωνία κανόνες που διατυπώνονται στα άρθρα της Σύμβασης των Παρισίων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το άρθρο 4 της σύμβασης αυτής (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 2012, Bericap Záródástechnikai, C‑180/11, EU:C:2012:717, σκέψεις 70 και 82, καθώς και της 11ης Νοεμβρίου 2020, EUIPO κατά John Mills, C‑809/18 P, EU:C:2020:902, σκέψεις 64 και 65).

71      Κατά την ερμηνεία του άρθρου 41 του κανονισμού 6/2002 σύμφωνα με το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων, είναι επίσης σκόπιμο να λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις της PCT, δυνάμει της οποίας κατατέθηκε η προγενέστερη αίτηση στην οποία στηρίζεται η KaiKai για να διεκδικήσει δικαίωμα προτεραιότητας. Πράγματι, δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης είναι συμβαλλόμενα μέρη στην PCT, οι διατάξεις της συνθήκης αυτής μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία διατάξεων του παράγωγου δικαίου της Ένωσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της (πρβλ. απόφαση της 1ης Αυγούστου 2022, Sea Watch, C‑14/21 και C‑15/21, EU:C:2022:604, σκέψη 90 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η PCT, σύμφωνα με το άρθρο της 1, παράγραφος 2, δεν θίγει τα δικαιώματα που προβλέπει η Σύμβαση των Παρισίων.

72      Υπό το πρίσμα αυτών ακριβώς των σκέψεων πρέπει να εξεταστεί αν το Γενικό Δικαστήριο, όπως υποστηρίζει κατ’ ουσίαν το EUIPO, απέκλεισε την εφαρμογή του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 υπέρ της άμεσης εφαρμογής του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων.

 Επί του σαφούς και εξαντλητικού χαρακτήρα του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002

73      Αφενός, στις σκέψεις 56 έως 66 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, βάσει ερμηνείας του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 σύμφωνης προς την εκ μέρους του ερμηνεία του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων, ότι στο άρθρο 41, παράγραφος 1, υπάρχει κενό καθόσον το άρθρο αυτό δεν καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας μπορούσε να διεκδικηθεί το δικαίωμα προτεραιότητας που στηριζόταν στην κατατεθείσα δυνάμει της PCT διεθνή αίτηση της 26ης Οκτωβρίου 2017, την οποία το Γενικό Δικαστήριο χαρακτήρισε ως «διεθνή αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας», και ότι το κενό αυτό έπρεπε να καλυφθεί με εφαρμογή του άρθρου 4 της εν λόγω σύμβασης. Αφετέρου, στις σκέψεις 70 έως 86 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν, βάσει της εκ μέρους του ερμηνείας του άρθρου 4 της σύμβασης, ότι η προθεσμία αυτή ήταν δωδεκάμηνη, οπότε το τμήμα προσφυγών του EUIPO εσφαλμένως έκρινε ότι η εν λόγω προθεσμία ήταν η καθοριζόμενη από το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού εξάμηνη προθεσμία.

74      Ανεξαρτήτως, όμως, του βασίμου της εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου ερμηνείας του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων, διαπιστώνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον υπερέβη προδήλως τα όρια της σύμφωνης ερμηνείας του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 και προέβη, στην πραγματικότητα, σε άμεση εφαρμογή του άρθρου 4 της σύμβασης, όπως αυτό ερμηνεύθηκε από το εν λόγω δικαστήριο, παρά το σαφές γράμμα του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού και αγνοώντας τον εξαντλητικό χαρακτήρα της τελευταίας αυτής διάταξης.

75      Συγκεκριμένα, το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 προβλέπει ότι «[τ]ο πρόσωπο το οποίο έχει νομοτύπως καταθέσει αίτηση για την καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος ή υποδείγματος χρησιμότητας σε ένα ή για ένα από τα κράτη της σύμβασης των Παρισίων ή της συμφωνίας για την ίδρυση του [ΠΟΕ] […] έχει, ως προς την κατάθεση της αίτησης για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος […], δικαίωμα προτεραιότητας επί έξι μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της πρώτης αίτησης».

76      Επομένως, από το σαφές γράμμα του εν λόγω άρθρου 41, παράγραφος 1, προκύπτει χωρίς αμφισημία ότι, βάσει της διάταξης αυτής, μόνο δύο κατηγορίες προγενέστερων αιτήσεων, ήτοι, αφενός, η αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος και, αφετέρου, η αίτηση καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας, μπορούν να θεμελιώσουν δικαίωμα προτεραιότητας υπέρ μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, τούτο δε μόνον εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της προγενέστερης αίτησης.

77      Από τα ανωτέρω προκύπτει επίσης ότι το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού έχει εξαντλητικό χαρακτήρα και ότι το γεγονός ότι η διάταξη αυτή δεν καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να διεκδικηθεί το δικαίωμα προτεραιότητας δυνάμει αίτησης καταχώρισης διπλώματος ευρεσιτεχνίας δεν αποτελεί κενό στην εν λόγω διάταξη, αλλά συνέπεια του γεγονότος ότι η διάταξη αυτή δεν επιτρέπει να θεμελιωθεί τέτοιο δικαίωμα στη συγκεκριμένη κατηγορία προγενέστερων αιτήσεων.

78      Ως εκ τούτου, αφενός, μια διεθνής αίτηση κατατεθείσα δυνάμει της PCT μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002, μόνον εφόσον η εν λόγω διεθνής αίτηση έχει ως αντικείμενο υπόδειγμα χρησιμότητας και, αφετέρου, η προθεσμία για τη διεκδίκηση του δικαιώματος αυτού βάσει μιας τέτοιας αίτησης είναι η εξάμηνη προθεσμία την οποία καθορίζει ρητώς το άρθρο 41, παράγραφος 1.

 Επί της ερμηνείας της Σύμβασης των Παρισίων από το Γενικό Δικαστήριο

79      Όσον αφορά την εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου ερμηνεία, στις σκέψεις 70 έως 86 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, του άρθρου 4 της Σύμβασης των Παρισίων, κατά την οποία η διάταξη αυτή επιτρέπει να διεκδικηθεί η προτεραιότητα προγενέστερης «διεθνούς αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας» κατά την κατάθεση μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών, επισημαίνεται ότι η εν λόγω ερμηνεία ενέχει επίσης πλάνη περί το δίκαιο.

80      Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται ότι, στο μέτρο που οι κανόνες οι οποίοι διατυπώνονται σε ορισμένα άρθρα της Σύμβασης των Παρισίων, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 4, έχουν ενσωματωθεί στη Συμφωνία TRIPS, η οποία συνήφθη από την Ένωση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξης της, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ερμηνεύσει τους κανόνες αυτούς (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 14ης Δεκεμβρίου 2000, Dior κ.λπ., C‑300/98 και C‑392/98, EU:C:2000:688, σκέψεις 33 έως 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, καθώς και της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Δημοκρατία της Μολδαβίας, C‑741/19, EU:C:2021:655, σκέψη 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

81      Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι το άρθρο 4, τμήμα Α, παράγραφος 1, της Σύμβασης των Παρισίων προβλέπει ότι δικαιούχος του δικαιώματος προτεραιότητας είναι το πρόσωπο το οποίο έχει νομοτύπως καταθέσει αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας, υποδείγματος χρησιμότητας, βιομηχανικού σχεδίου ή υποδείγματος, βιομηχανικού ή εμπορικού σήματος σε μία από τις χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση αυτή και ότι το εν λόγω δικαίωμα προτεραιότητας αναγνωρίζεται προκειμένου ο δικαιούχος του να έχει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει την κατάθεση στις άλλες χώρες στις οποίες εφαρμόζεται η σύμβαση.

82      Επιπλέον, από το άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφοι 1, 2 και 4, της εν λόγω σύμβασης προκύπτει ότι, καταρχήν, το δικαίωμα προτεραιότητας μπορεί να ισχύει μόνο ως προς μεταγενέστερη αίτηση που έχει το «αυτό αντικείμενον» με προγενέστερη αίτηση και ότι οι προθεσμίες εντός των οποίων μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα αυτό καθορίζονται ανάλογα με το είδος του οικείου δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ανέρχονται δε σε δώδεκα μήνες για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα υποδείγματα χρησιμότητας και σε έξι μήνες για τα βιομηχανικά σχέδια ή υποδείγματα.

83      Όπως αναφέρεται επίσης στον οδηγό εφαρμογής της Σύμβασης των Παρισίων –ερμηνευτικό έγγραφο συνταχθέν από τον ΠΟΔΙ το οποίο, μολονότι δεν έχει κανονιστικό περιεχόμενο, συμβάλλει εντούτοις στην ερμηνεία της σύμβασης αυτής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE, C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 41)–, από τον συνδυασμό των τμημάτων A και Γ του άρθρου 4 της σύμβασης προκύπτει επομένως ότι η μεταγενέστερη αίτηση πρέπει να αφορά το «αυτό αντικείμενον» με την προγενέστερη αίτηση που αποτελεί τη βάση του δικαιώματος προτεραιότητας.

84      Τέλος, μολονότι το άρθρο 4, τμήμα Ε, της Σύμβασης των Παρισίων αναγνωρίζει ότι το ίδιο αντικείμενο ενδέχεται ενίοτε να τυγχάνει περισσοτέρων της μίας μορφών προστασίας, με αποτέλεσμα να μπορεί να γίνει επίκληση δικαιώματος προτεραιότητας για μορφή προστασίας διαφορετική από εκείνη που είχε ζητηθεί προηγουμένως, εντούτοις η εν λόγω διάταξη απαριθμεί εξαντλητικώς τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να συμβεί αυτό. Ειδικότερα, η ανωτέρω διάταξη προβλέπει, στην παράγραφο 1, ότι η αίτηση καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος, εντός της προθεσμίας που ορίζεται για τα σχέδια ή υποδείγματα, δηλαδή εντός έξι μηνών, και, στην παράγραφο 2, ότι η αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για αίτηση καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας και αντιστρόφως.

85      Υπό τις συνθήκες αυτές, το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων δεν επιτρέπει να διεκδικηθεί η προτεραιότητα προγενέστερης αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατά την κατάθεση μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος και, επομένως, κατά μείζονα λόγο, δεν προβλέπει κανόνες σχετικά με την προθεσμία που τάσσεται προς τούτο στον αιτούντα. Συνεπώς, μόνο διεθνής αίτηση κατατεθείσα δυνάμει της PCT σχετικά με υπόδειγμα χρησιμότητας μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος δυνάμει του ως άνω άρθρου 4, τούτο δε εντός της εξάμηνης προθεσμίας που προβλέπει το τμήμα E, παράγραφος 1, του άρθρου αυτού.

86      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να γίνει δεκτός ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως και, ως εκ τούτου, να αναιρεθεί η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που, με αυτήν, γίνεται δεκτό το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως και ακυρώνεται η επίδικη απόφαση.

 Επί της προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

87      Κατά το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση αναιρέσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση.

88      Εν προκειμένω, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η προσφυγή ακυρώσεως που άσκησε η KaiKai στην υπόθεση T‑579/19 στηρίζεται σε λόγους οι οποίοι αποτέλεσαν το αντικείμενο κατ’ αντιμωλία συζήτησης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και των οποίων η εξέταση δεν απαιτεί τη λήψη συμπληρωματικού μέτρου οργάνωσης της διαδικασίας ή τη διεξαγωγή αποδείξεων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εν λόγω προσφυγή είναι ώριμη προς εκδίκαση και ότι πρέπει να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επ’ αυτής, εντός των ορίων της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 8ης Σεπτεμβρίου 2020, Επιτροπή και Συμβούλιο κατά Carreras Sequeros κ.λπ., C‑119/19 P και C‑126/19 P, EU:C:2020:676, σκέψη 130, καθώς και της 4ης Μαρτίου 2021, Επιτροπή κατά Fútbol Club Barcelona, C‑362/19 P, EU:C:2021:169, σκέψη 108).

89      Η προσφυγή στηρίζεται σε δύο λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι παρατίθενται στη σκέψη 25 της παρούσας απόφασης. Όπως προκύπτει από τη σκέψη 27 της παρούσας απόφασης, το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως απορρίφθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, χωρίς η KaiKai να αμφισβητήσει, στο πλαίσιο ανταναιρέσεως, την ορθότητα αυτού του κεφαλαίου της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης. Ως εκ τούτου, η μερική αναίρεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης από το Δικαστήριο δεν θίγει την απόφαση αυτή κατά το μέρος που το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το συγκεκριμένο σκέλος. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση περιβάλλεται την ισχύ δεδικασμένου κατά το μέρος που το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως.

90      Το ίδιο ισχύει, για τους ανωτέρω λόγους, και ως προς το μνημονευόμενο στη σκέψη 26 της παρούσας απόφασης σκεπτικό της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, με το οποίο το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτα το δεύτερο και το πέμπτο αίτημα της προσφυγής.

91      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να εξεταστούν μόνον ο πρώτος λόγος ακυρώσεως και το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως που προέβαλε η KaiKai προς στήριξη της προσφυγής ακυρώσεως, και μόνον κατά το μέρος που ο λόγος αυτός και το σκέλος αυτό αποσκοπούν στην ακύρωση της επίδικης απόφασης καθώς και στην καταδίκη του EUIPO στα έξοδα της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών και ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

 Επιχειρήματα των διαδίκων

92      Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η KaiKai προσάπτει στο τμήμα προσφυγών του EUIPO ότι ενήργησε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου.

93      Με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, η KaiKai υποστηρίζει ότι, ελλείψει σαφούς κανόνα στον κανονισμό 6/2002 όσον αφορά την προθεσμία για τη διεκδίκηση της προτεραιότητας που απορρέει από διεθνή αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατατεθείσα δυνάμει της PCT, το τμήμα προσφυγών του EUIPO όφειλε να εφαρμόσει το άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφος 1, της Σύμβασης των Παρισίων για τον καθορισμό της προθεσμίας αυτής.

94      Συναφώς, η KaiKai εκτιμά, κατ’ αρχάς, ότι από το άρθρο 4, τμήμα Ε, παράγραφος 1, της σύμβασης αυτής προκύπτει ότι, εφόσον, αφενός, το ουσιαστικό περιεχόμενο αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας και το αντίστοιχο περιεχόμενο αίτησης καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας είναι κατά βάση πανομοιότυπα, με αποτέλεσμα να είναι δυνατή η επίκληση της παλαιότερης από τις δύο αυτές αιτήσεις προς στήριξη δικαιώματος προτεραιότητας κατά την κατάθεση της άλλης αίτησης, και, αφετέρου, το περιεχόμενο αίτησης καταχώρισης υποδείγματος χρησιμότητας αρκεί για να μπορεί να γίνει επίκλησή της ως βάσης προτεραιότητας για μεταγενέστερη αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος, το περιεχόμενο αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας αρκεί κατ’ ανάγκην ώστε μια τέτοια αίτηση να μπορεί να θεμελιώσει δικαίωμα προτεραιότητας για μεταγενέστερη αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος. Περαιτέρω, η KaiKai φρονεί ότι η εν λόγω σύμβαση στηρίζεται στην αρχή ότι η προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να διεκδικηθεί το δικαίωμα προτεραιότητας εξαρτάται από τη φύση του δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας που αποτελεί το αντικείμενο της προγενέστερης αίτησης, ανεξάρτητα από τη φύση του δικαιώματος που αποτελεί το αντικείμενο της μεταγενέστερης αίτησης. Επισημαίνει, επιπλέον, ότι το άρθρο 4, τμήμα Γ, παράγραφος 1, της ίδιας σύμβασης προβλέπει δωδεκάμηνη προθεσμία για τη διεκδίκηση δικαιώματος προτεραιότητας στηριζόμενου σε προγενέστερη αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Τέλος, η KaiKai συνάγει εξ αυτού ότι, στο μέτρο που μια διεθνής αίτηση κατατεθείσα δυνάμει της PCT πρέπει να θεωρηθεί ως «αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας», κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η προθεσμία προτεραιότητας που ισχύει για την εν λόγω αίτηση είναι δωδεκάμηνη.

95      Το EUIPO αντικρούει τα ανωτέρω επιχειρήματα.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

96      Όσον αφορά τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, υπενθυμίζεται ότι από το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει εφαρμογή στο Γενικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 53, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού αυτού, και από το άρθρο 76, στοιχείο δʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου προκύπτει ότι το εισαγωγικό δικόγραφο πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο της διαφοράς, τους ισχυρισμούς και τα επιχειρήματα που προβάλλονται καθώς και συνοπτική έκθεση των εν λόγω ισχυρισμών. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι αρκούντως σαφή και ακριβή ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον μεν καθού να προετοιμάσει την άμυνά του, στο δε Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί επί της προσφυγής. Για τη διαφύλαξη της ασφάλειας δικαίου και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, απαιτείται μεταξύ άλλων, προκειμένου να είναι παραδεκτή η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και νομικά στοιχεία επί των οποίων αυτή στηρίζεται να προκύπτουν, τουλάχιστον συνοπτικώς, πλην όμως κατά τρόπο συνεκτικό και κατανοητό, από το ίδιο το κείμενο του δικογράφου της προσφυγής (πρβλ. αποφάσεις της 29ης Μαρτίου 2012, Επιτροπή κατά Εσθονίας, C‑505/09 P, EU:C:2012:179, σκέψη 34, καθώς και της 3ης Μαρτίου 2022, WV κατά ΕΥΕΔ, C‑162/20 P, EU:C:2022:153, σκέψεις 67 και 68).

97      Εν προκειμένω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η προβαλλόμενη με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως παράβαση ουσιώδους τύπου ουδόλως προκύπτουν από το κείμενο του δικογράφου της προσφυγής, δεδομένου ότι η KaiKai περιορίστηκε στην επίκληση της εν λόγω παράβασης χωρίς να προβάλει το παραμικρό επιχείρημα προς στήριξη του λόγου αυτού. Επομένως, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.

98      Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, αρκεί η επισήμανση ότι, για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 57 έως 85 της παρούσας απόφασης, το σκέλος αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. Πράγματι, ούτε το άρθρο 41, παράγραφος 1, του κανονισμού 6/2002 ούτε το άρθρο 4 της Σύμβασης των Παρισίων, το οποίο, επιπλέον, δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα στην έννομη τάξη της Ένωσης, επιτρέπουν να διεκδικηθεί η προτεραιότητα διεθνούς αίτησης κατατεθείσας δυνάμει της PCT κατά την κατάθεση μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών, τούτο δε ανεξαρτήτως του αν η εν λόγω διεθνής αίτηση αφορά υπόδειγμα χρησιμότητας ή δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Επομένως, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, στην πρώτη από τις περιπτώσεις αυτές, η προθεσμία για τη διεκδίκηση δικαιώματος προτεραιότητας βάσει της εν λόγω διεθνούς αίτησης ορίζεται σε έξι μήνες, ενώ, στη δεύτερη περίπτωση, αποκλείεται εκ προοιμίου η ύπαρξη τέτοιου δικαιώματος.

99      Δεδομένου ότι ο πρώτος λόγος ακυρώσεως και το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως απορρίφθηκαν, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

100    Κατά το άρθρο 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμη ή όταν γίνεται δεκτή και το Δικαστήριο κρίνει το ίδιο οριστικά τη διαφορά, αυτό αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων.

101    Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

102    Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η KaiKai ηττήθηκε στο πλαίσιο τόσο της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας όσο και της πρωτόδικης διαδικασίας, πρέπει να φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της, και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το EUIPO στο πλαίσιο των δύο αυτών διαδικασιών, σύμφωνα με τα σχετικά αιτήματα του EUIPO και της Επιτροπής.

103    Κατά το άρθρο 140, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

104    Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, η οποία παρενέβη στην παρούσα αναιρετική διαδικασία, φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει:

1)      Αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 14ης Απριλίου 2021, The KaiKai Company Jaeger Wichmann κατά EUIPO (Όργανα και είδη γυμναστικής ή άθλησης) (T579/19, EU:T:2021:186), κατά το μέρος που, με την απόφαση αυτή, γίνεται δεκτό το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως και ακυρώνεται η απόφαση του τρίτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 13ης Ιουνίου 2019 (υπόθεση R 573/20193).

2)      Απορρίπτει την προσφυγή που άσκησε η The KaiKai Company Jaeger Wichmann GbR στην υπόθεση T579/19.

3)      Η The KaiKai Company Jaeger Wichmann GbR φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της, και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) στο πλαίσιο τόσο της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας όσο και της πρωτόδικης διαδικασίας.

4)      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.