Language of document :

Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal de première instance du Luxembourg (Βέλγιο) στις 21 Ιουνίου 2022 – SA Cezam κατά État belge

(Υπόθεση C-418/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal de première instance du Luxembourg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: SA Cezam

Καθού: État belge

Προδικαστικά ερωτήματα

Αντιτίθενται τα άρθρα 62, σημείο 2, 63, 167, 206, 250 και 273 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας 1 και η αρχή της αναλογικότητας, όπως έχει ερμηνευθεί, κυρίως, στην απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Μαΐου 2019 ΕΝ.SA (C-712/17), σε συνδυασμό με την αρχή της ουδετερότητας, σε εθνικές διατάξεις, όπως το άρθρο 70, παράγραφος 1, του Code de la TVA (κώδικα ΦΠΑ), το άρθρο 1 και η κατηγορία V του πίνακα G που προσαρτάται στο arrêté royal n° 41 fixant le montant des amendes fiscales proportionnelles en matière de taxe sur la valeur ajoutée (βασιλικό διάταγμα αριθ. 41 περί καθορισμού των αναλογικών φορολογικών προστίμων στο πεδίο του φόρου προστιθέμενης αξίας), δυνάμει των οποίων, σε περίπτωση που διαπιστωθούν ανακρίβειες κατά τον έλεγχο των λογιστικών βιβλίων ως προς το περιεχόμενό τους, για την επιβολή κυρώσεων για φορολογητέες πράξεις που δεν έχουν εγγραφεί, εν όλω ή εν μέρει και για ποσό μεγαλύτερο των 1.250 ευρώ, η παράβαση τιμωρείται με μειωμένο κατ’ αποκοπήν πρόστιμο σε ποσοστό 20 % επί του οφειλόμενου φόρου, χωρίς ο φόρος εισροών, ο οποίος λόγω μη δηλώσεως δεν έχει αφαιρεθεί, να μπορεί να αφαιρεθεί κατά τον υπολογισμό του προστίμου, ενώ, δυνάμει του άρθρου 1, δεύτερο εδάφιο, του arrêté royal n° 41 (βασιλικού διατάγματος αριθ. 41), η κλίμακα μειώσεως που προβλέπεται στους πίνακες Α έως J του παραρτήματος του εν λόγω διατάγματος εφαρμόζεται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι παραβάσεις για τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις έχουν διαπραχθεί χωρίς την πρόθεση να αποφευχθεί η καταβολή του φόρου ή να επιτραπεί η αποφυγή του;

Ασκεί επιρροή επί της απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα το κατά πόσον ο υποκείμενος στον φόρο έχει καταβάλει οικειοθελώς το ποσό του οφειλόμενου φόρου κατόπιν του ελέγχου, προκειμένου να τακτοποιηθεί το ζήτημα της μη ολοσχερούς καταβολής του φόρου και, επομένως, να επιτευχθεί η διασφάλιση της ορθής εισπράξεώς του;

____________

1 ΕΕ 2006, L 347, σ. 1.