Language of document :

Προσφυγή της CEAHR κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που ασκήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2008

(υπόθεση T-427/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Confédération européenne des Associations d'Horlogers-Réparateurs (Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία των επαγγελματικών ενώσεων των επισκευαστών ωρολογίων, CEAHR) (Bρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: P. Mathijsen, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 10 Ιουλίου 2008 απόφαση SG-Greffe(2008) D/204448 της Επιτροπής∙

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Στην παρούσα υπόθεση, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της από 10 Ιουλίου 2008 απόφαση SG-Greffe(2008) D/204448 της Επιτροπής, περί απορρίψεως, λόγω μη υπάρξεως κοινοτικού συμφέροντος, της καταγγελίας της προσφεύγουσας σχετικά με την προβαλλόμενη παράβαση των άρθρων 81 και 82 EΚ από τους κατασκευαστές ωρολογίων, η οποία απορρέει από την άρνησή τους να παρέχουν ανταλλακτικά στους ανεξάρτητους επισκευαστές ωρολογίων [υπόθεση C(2008)3600].

Προς στήριξη των αξιώσεών της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παρέβη τη Συνθήκη αλλοιώνοντας την καταγγελία της και, συνεπώς, στηρίζοντας την απόφασή της σε ουσιαστικώς ανακριβή πραγματικά περιστατικά.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομική πλάνη και παρέβη τα άρθρα 81 και 82 EΚ αποφασίζοντας ότι οι κατασκευαστές ωρολογίων, κατά των οποίων στρεφόταν η καταγγελία, δεν είχαν δεσπόζουσα θέση και η άρνησή τους να πωλήσουν ανταλλακτικά εκτός του επιλεκτικού συστήματος διανομής δεν συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η προσφεύγουσα αμφισβητεί επίσης τις κρίσεις της Επιτροπής ότι δεν υπήρχαν συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ των κατασκευαστών ωρολογίων.

Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή καταχράστηκε την εξουσία της προβάλλοντας ότι δεν υπάρχει κοινοτικό συμφέρον μετά τέσσερα έτη έρευνας της καταγγελίας της προσφεύγουσας.

Εξάλλου, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε την απόφασή της κατά παράβαση, συνεπώς, του άρθρου 253 EΚ.

Τέλος, η προσφεύγουσα φρονεί ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της αμεροληψίας κατά την έρευνα της καταγγελίας της.

____________