Language of document : ECLI:EU:C:2019:981

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-609/17 και C-610/17

Terveys- ja sosiaalialan neuvottelujärjestö (TSN) ry
κατά
Hyvinvointialan liitto ry

και

Auto- ja Kuljetusalan Työntekijäliitto AKT ry
κατά
Satamaoperaattorit ry

(αιτήσεις του työtuomioistuin
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

 Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 19ης Νοεμβρίου 2019

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική πολιτική – Άρθρο 153 ΣΛΕΕ – Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας – Οδηγία 2003/88/ΕΚ – Άρθρο 7 – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 15 – Ευνοϊκότερες για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων διατάξεις του εθνικού δικαίου και συλλογικές συμβάσεις – Ανικανότητα προς εργασία του εργαζομένου, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Απόρριψη του αιτήματος περί μεταφοράς της ετήσιας άδειας όταν η μη μεταφορά δεν συνεπάγεται τη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας κάτω του ορίου των τεσσάρων εβδομάδων – Άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Μη εφαρμογή σε περιπτώσεις όπου δεν εφαρμόζεται το δίκαιο της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων»

1.        Κοινωνική πολιτική – Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων – Οργάνωση του χρόνου εργασίας – Δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών – Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία προβλέπει τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης από την οδηγία 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων – Μεταφορά των επιπλέον αυτών ημερών άδειας στην περίπτωση ασθένειας – Δεν επιτρέπεται

(Οδηγία 2003/88 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1 §§ 1 και 2, στοιχείο αʹ, 7 § 1 και 15)

(βλ. σκέψεις 33-36, 39, 40, διατακτ. 1)

2.        Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Πεδίο εφαρμογής – Εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης – Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία προβλέπει τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης από την οδηγία 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων και αποκλείει το ενδεχόμενο μεταφοράς των επιπλέον αυτών ημερών αδείας στην περίπτωση ασθένειας – Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία εμπίπτει στο πλαίσιο της άσκησης αρμοδιότητας που εξακολουθούν να έχουν τα κράτη μέλη και δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας – Δεν συντρέχει εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης

(Άρθρα 2 § 2, 4 § 2, στοιχείο βʹ, και 153 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 31 § 2 και 51· οδηγία 2003/88 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 2 και άρθρα 7 § 1 και 15)

(βλ. σκέψεις 42-55, διατακτ. 2)


Σύνοψη

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποκλείσουν τη μεταφορά ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών στην περίπτωση ασθένειας εφόσον αυτές υπερβαίνουν το όριο των τεσσάρων εβδομάδων που επιβάλλει η οδηγία 2003/88

Με την απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2019, TSN και AKT (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑609/17 και C-610/17), το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου έκρινε, αφενός, ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 (1), που κατοχυρώνει το δικαίωμα σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών ελάχιστης διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων, δεν αντιτίθεται σε εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις και σε συλλογικές συμβάσεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιπλέον ημερών ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της ελάχιστης αυτής περιόδου, αλλά ταυτόχρονα αποκλείουν τη μεταφορά των ημερών αυτών στην περίπτωση ασθένειας. Αφετέρου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης), το οποίο προβλέπει μεταξύ άλλων το δικαίωμα κάθε εργαζομένου σε ετήσια περίοδο αμειβόμενων διακοπών δεν μπορεί να εφαρμοστεί όσον αφορά τέτοιες εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις και συλλογικές συμβάσεις.

Αμφότερες οι υποθέσεις ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου αφορούν εργαζόμενο ο οποίος δικαιούνταν, βάσει της συλλογικής σύμβασης που εφαρμόζεται στον οικείο κλάδο, επιπλέον ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, πέραν της προβλεπόμενης από την οδηγία 2003/88 ελάχιστης περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, συνολικά δηλαδή επτά εβδομάδες (υπόθεση C-609/17) και πέντε εβδομάδες (υπόθεση C-610/17). Οι εργαζόμενοι αυτοί κατέστησαν ανίκανοι προς εργασία, λόγω ασθενείας, κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας και, ως εκ τούτου, ζήτησαν από τους εργοδότες τους τη μεταφορά του τμήματος της ετήσιας άδειας από το οποίο δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν. Εντούτοις, οι εργοδότες τους απέρριψαν το αίτημα αυτό κατά το μέτρο που αφορούσε το τμήμα της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών που υπερέβαινε το ελάχιστο όριο των τεσσάρων εβδομάδων κατά την οδηγία 2003/88.

Πρώτον, όσον αφορά την οδηγία 2003/88, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι αυτή δεν αντιτίθεται σε διατάξεις του εσωτερικού δικαίου που προβλέπουν δικαίωμα ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, διάρκειας μεγαλύτερης των κατά το άρθρο της 7, παράγραφος 1, τεσσάρων εβδομάδων. Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, οι επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της ελάχιστης αυτής περιόδου δεν διέπονται από την οδηγία, αλλά από το εθνικό δίκαιο, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις κτήσης και απόσβεσης του δικαιώματος στις επιπλέον αυτές ημέρες. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να προβλέπουν δικαίωμα μεταφοράς μέρους ή όλων των επιπλέον αυτών ημερών άδειας στην περίπτωση που ο εργαζόμενος κατέστη ανίκανος προς εργασία λόγω ασθενείας κατά τη διάρκεια περιόδου ετήσιας άδειας, υπό τον όρο η άδεια μετ’ αποδοχών την οποία πράγματι δικαιούται ο εργαζόμενος είναι σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον ίση προς την ελάχιστη περίοδο τεσσάρων εβδομάδων την οποία κατοχυρώνει η οδηγία 2003/88.

Δεύτερον, όσον αφορά τον Χάρτη, του οποίου το πεδίο εφαρμογής ορίζεται στο άρθρο του 51, παράγραφος 1, το Δικαστήριο επισήμανε κατ’ αρχάς ότι τα κράτη μέλη δεσμεύονται, όσον αφορά τη δράση τους, από τις διατάξεις του Χάρτη μόνον όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Πλην όμως, διαπίστωσε ότι τα κράτη μέλη, όταν θεσπίζουν εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις ή επιτρέπουν τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων, οι οποίες, όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες, χορηγούν στους εργαζομένους επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/88 ελάχιστης περιόδου των τεσσάρων εβδομάδων και προβλέπουν τις προϋποθέσεις ενδεχόμενης μεταφοράς των επιπλέον αυτών ημερών σε περίπτωση ασθένειας του εργαζομένου, δεν εφαρμόζουν την οδηγία αυτή, κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, του Χάρτη, με αποτέλεσμα αυτός και συγκεκριμένα το άρθρο του 31, παράγραφος 2, να μην μπορεί να εφαρμοστεί.

Ως προς το ζήτημα αυτό, το Δικαστήριο τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι η οδηγία 2003/88, η οποία εκδόθηκε βάσει του άρθρου 137, παράγραφος 2, ΕΚ, νυν άρθρου 153, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, καθορίζει στοιχειώδεις μόνο προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας όσον αφορά την οργάνωση του χρόνου εργασίας. Δυνάμει του άρθρου 153, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ, οι ως άνω στοιχειώδεις προδιαγραφές δεν εμποδίζουν την εκ μέρους των κρατών μελών διατήρηση ή θέσπιση αυστηρότερων προστατευτικών μέτρων τα οποία συμβιβάζονται με τις Συνθήκες. Συνεπώς, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα, στο πλαίσιο της άσκησης της αρμοδιότητας που εξακολουθούν να έχουν στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής, να θεσπίζουν τέτοιους κανόνες, αυστηρότερους σε σχέση με εκείνους που αφορά η παρέμβαση του νομοθέτη της Ένωσης, εφόσον δεν θίγουν τη συνοχή της παρέμβασης αυτής.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ως εκ τούτου ότι, όταν τα κράτη μέλη προβλέπουν επιπλέον ημέρες ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών πέραν της προβλεπόμενης από την οδηγία 2003/88 ελάχιστης διάρκειας των τεσσάρων εβδομάδων ή όταν επιτρέπουν στους κοινωνικούς εταίρους να προβλέψουν επιπλέον ημέρες άδειας, η χορήγηση των ημερών αυτών ή, ακόμη, οι προϋποθέσεις τυχόν μεταφοράς τους σε περίπτωση ασθένειας κατά τη διάρκεια της άδειας ανήκουν στην αρμοδιότητα που εξακολουθούν να έχουν τα κράτη μέλη, χωρίς να διέπονται από την εν λόγω οδηγία. Όταν οι διατάξεις της Ένωσης στον οικείο τομέα δεν ρυθμίζουν ορισμένη πτυχή και δεν επιβάλλουν καμία συγκεκριμένη υποχρέωση στα κράτη μέλη όσον αφορά συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις που θεσπίζουν τα κράτη μέλη σχετικά με την πτυχή αυτή κείνται εκτός του πεδίου εφαρμογής του Χάρτη.


1      Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003, L 299, σ. 9).