Language of document : ECLI:EU:T:2013:424

Υπόθεση T‑320/10

(δημοσίευση αποσπασμάτων)

Fürstlich Castell’sches Domänenamt Albrecht Fürst zu Castell-Castell

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Κοινοτικό λεκτικό σήμα CASTEL — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Περιγραφικός χαρακτήρας — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Παραδεκτό — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου που δεν προβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών — Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών — Άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 13ης Σεπτεμβρίου 2013

Κοινοτικό σήμα — Δικονομικές διατάξεις — Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας σε σχέση με τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου  — Εξέταση περιοριζόμενη στους προβαλλόμενους λόγους

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 7 § 1, 52, 55 και 76 § 1)

Βάσει του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα, κατά την εξέταση των απόλυτων λόγων απαραδέκτου, οι εξεταστές του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) και, κατόπιν προσφυγής, τα τμήματα προσφυγών του ΓΕΕΑ οφείλουν να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά περιστατικά προκειμένου να προσδιορίσουν αν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση εμπίπτει ή όχι σε έναν από τους λόγους απαραδέκτου της καταχωρίσεως που ορίζει το άρθρο 7 του ίδιου κανονισμού. Επομένως, τα αρμόδια όργανα του ΓΕΕΑ ενδέχεται να στηρίξουν τις αποφάσεις τους σε πραγματικά περιστατικά που δεν επικαλέστηκε ο αιτών. Το ΓΕΕΑ οφείλει να εξετάζει αυτεπαγγέλτως τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά που θα μπορούσαν να το οδηγήσουν στην εφαρμογή ενός απολύτου λόγου απαραδέκτου.

Εντούτοις, στο πλαίσιο διαδικασίας κηρύξεως ακυρότητας, το ΓΕΕΑ δεν μπορεί να υποχρεωθεί να προβεί εκ νέου σε αυτεπάγγελτη εξέταση, την οποία διενέργησε ο εξεταστής, των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών που θα μπορούσαν να το οδηγήσουν στην εφαρμογή των απολύτων λόγων απαραδέκτου. Από τα άρθρα 52 και 55 του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι το κοινοτικό σήμα θεωρείται έγκυρο μέχρις ότου κηρυχθεί άκυρο από το ΓΕΕΑ κατόπιν διαδικασίας κηρύξεως ακυρότητας. Απολαύει, επομένως, ενός τεκμηρίου εγκυρότητας, το οποίο συνιστά τη λογική συνέπεια του ελέγχου που διενεργεί το ΓΕΕΑ οσάκις εξετάζει αίτηση καταχωρίσεως.

Λόγω αυτού του τεκμηρίου εγκυρότητας, η κατά το άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 υποχρέωση του ΓΕΕΑ να εξετάζει αυτεπαγγέλτως τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά που θα μπορούσαν να το οδηγήσουν να εφαρμόσει τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου περιορίζεται στον έλεγχο της αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος που πραγματοποιείται από τους εξεταστές του ΓΕΕΑ και, κατόπιν προσφυγής, από τα τμήματα προσφυγών του ΓΕΕΑ στο πλαίσιο της διαδικασίας καταχωρίσεως του εν λόγω σήματος. Δεδομένου, ότι, στο πλαίσιο διαδικασίας κηρύξεως ακυρότητας, το καταχωρισμένο κοινοτικό σήμα τεκμαίρεται έγκυρο, απόκειται στο πρόσωπο που υπέβαλε αίτηση περί κηρύξεως ακυρότητας να προβάλει ενώπιον του ΓΕΕΑ τα συγκεκριμένα στοιχεία που θα έθιγαν το κύρος του.

(βλ. σκέψεις 26-28)