Language of document :

Προσφυγή της 3ης Ιουνίου 2022 – Föreningen Svenskt Landskapsskydd κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-346/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Föreningen Svenskt Landskapsskydd (Höganäs, Σουηδία) (εκπρόσωπος: G. Byrne, Barrister-at-Law)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να διατάξει την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής περί απόρριψης, ως απαράδεκτης, της αίτησης της προσφεύγουσας για εσωτερική επανεξέταση, η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με έγγραφο της 1ης Απριλίου 2022, για τον λόγο ότι αντιβαίνει στις Συνθήκες·

επιπλέον ή επικουρικώς, να κρίνει ότι η Επιτροπή παρανόμως παρέλειψε να ενεργήσει βάσει του άρθρου 265 ΣΛΕΕ·

να κρίνει ότι, καθόσον το σουηδικό εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) δεν είναι σύμφωνο με τη Σύμβαση του Aarhus, αξιολογήθηκε και/ή εγκρίθηκε και/ή δημοσιεύθηκε παρανόμως από την Επιτροπή και, ως εκ τούτου, αντιβαίνει στο ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο και/ή είναι παράνομο·

να κρίνει ότι η Επιτροπή παρέβη τις βάσει του ενωσιακού και του διεθνούς δικαίου θετικές υποχρεώσεις της να λάβει τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για να αντιμετωπίσει και/ή να άρει την ασυμβατότητα του σουηδικού ΕΣΕΚ προς τη Σύμβαση του Aarhus·

να κρίνει ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1 δεν θέτει σε εφαρμογή τις διατάξεις της Σύμβασης του Aarhus, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 7 αυτής, και, ως εκ τούτου, δεν είναι σύμφωνος με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο περιβάλλοντος και, επομένως, είναι παράνομος·

λαμβανομένης υπόψη της ασυμβατότητας των ΕΣΕΚ και, ειδικότερα, του σουηδικού ΕΣΕΚ προς τη Σύμβαση του Aarhus, να κρίνει ότι η εκ μέρους της Επιτροπής παράβαση των υποχρεώσεων που υπέχει από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 συνιστά παράβαση του εν λόγω κανονισμού, παράβαση της Σύμβασης και, επιπλέον, παράβαση των Συνθηκών·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής που κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα με έγγραφο της 1ης Απριλίου 2022 πρέπει να ακυρωθεί. Η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση στην Επιτροπή με έγγραφο της 15ης Δεκεμβρίου 2021. Απαντώντας στην αίτηση της προσφεύγουσας, η Επιτροπή, με το προαναφερθέν έγγραφο, έκρινε απαράδεκτη την αίτηση αυτή. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η σχετική απόφαση της Επιτροπής είναι θεμελιωδώς πλημμελής, συνιστά παραβίαση του ενωσιακού και του διεθνούς δικαίου περιβάλλοντος καθώς και παράβαση των Συνθηκών. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Επιτροπή παραβαίνει τις θετικές υποχρεώσεις που υπέχει από τις Συνθήκες και από το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 3, 6 και 7 της Σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (Σύμβασης του Aarhus). Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, επιπλέον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής παραβίασε το παράγωγο δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 9 και 10 του κανονισμού (ΕΚ) 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1 . Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η απόφαση της Επιτροπής προσβάλλει το δικαίωμα πρόσβασής της στη δικαιοσύνη δυνάμει της Σύμβασης του Aarhus και του κανονισμού (ΕΚ) 1367/2006 (όπως τροποποιήθηκε).

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή παρέλειψε να ενεργήσει κατά την έννοια του άρθρου 265 ΣΛΕΕ όσον αφορά τα ΕΣΕΚ που αξιολογήθηκαν, εγκρίθηκαν και δημοσιεύθηκαν από την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένου, ιδίως, του επίμαχου σουηδικού ΕΣΕΚ. Παραλείποντας να ενεργήσει, η Επιτροπή παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις Συνθήκες και από το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 3, 6 και 7 της Σύμβασης του Aarhus. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι η Επιτροπή, με την παράλειψή της, παραβίασε το παράγωγο δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των άρθρων 9 και 10 του κανονισμού (ΕΚ) 1367/2006 (όπως τροποποιήθηκε).

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έχει διασφαλίσει την πλήρη συμβατότητα του σουηδικού ΕΣΕΚ με τη Σύμβαση του Aarhus σημαίνει ότι το εν λόγω ΕΣΕΚ, τόσο τώρα όσο και καθ’ όλη την κρίσιμη περίοδο, έχει αξιολογηθεί, εγκριθεί και δημοσιευθεί κατά πρόδηλη παραβίαση του ενωσιακού και του διεθνούς δικαίου και, ως εκ τούτου, είναι παράνομο.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 δεν θέτει σε εφαρμογή τις διατάξεις της Σύμβασης του Aarhus, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 7 αυτής, και, ως εκ τούτου, δεν είναι σύμφωνος με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο περιβάλλοντος. Επιπλέον, ή επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 παραβιάζει τις Συνθήκες. Επομένως, η προσφεύγουσα φρονεί ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 πρέπει να κηρυχθεί παράνομος.

____________

1     Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2018, L 328, σ. 1).

1     Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (ΕΕ 2006, L 264, σ. 13).