Language of document : ECLI:EU:T:2021:764

Υπόθεση T-602/15 RENV

Liam Jenkinson

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.λπ.

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο πενταμελές τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 2021

«Ρήτρα διαιτησίας – Διεθνές πολιτικό προσωπικό των διεθνών αποστολών της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Πρόσληψη επί συμβάσει – Διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου – Αίτημα για επαναχαρακτηρισμό του συνόλου των συμβατικών σχέσεων ως σύμβασης αορίστου χρόνου – Αγωγή αποζημίωσης εκ συμβατικής ευθύνης – Αγωγή αποζημίωσης λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης»

1.      Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών – Λόγοι που προβάλλονται προς στήριξη της ενστάσεως περί ελλείψεως νομιμότητας οι οποίοι δεν τεκμηριώνονται με συγκεκριμένα επιχειρήματα – Απαράδεκτο της ενστάσεως

(Άρθρο 277 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 76, στοιχείο δ΄)

(βλ. σκέψη 48)

2.      Ένδικη διαδικασία – Άσκηση αγωγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου βάσει ρήτρας διαιτησίας – Αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου – Συμβατική σχέση η οποία στηρίζεται σε διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου – Αίτημα για επαναχαρακτηρισμό του συνόλου των συμβατικών σχέσεων ως σύμβασης αορίστου χρόνου και για αποζημίωση λόγω καταχρηστικής απόλυσης – Ρήτρες διαιτησίας που ορίζουν ως αρμόδια, στη μεν τελευταία σύμβαση τα δικαστήρια της Ένωσης, στις δε προγενέστερες συμβάσεις τα δικαστήρια κράτους μέλους – Αίτημα που βασίζεται στην τελευταία σύμβαση – Συνεκτίμηση των προγενέστερων της τελευταίας σύμβασης συμβατικών σχέσεων

(Άρθρο 272 ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 64-66)

3.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Πράξεις διαχείρισης του προσωπικού τις οποίες υιοθετεί διεθνής αποστολή της Ένωσης – Υπάγονται

(Άρθρα 19 § 1 και 24 § 1, εδ. 2, ΣΕΕ· άρθρα 268, 275, εδ. 1, και 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47)

(βλ. σκέψεις 68, 69)

4.      Ένδικη διαδικασία – Άσκηση αγωγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου βάσει ρήτρας διαιτησίας – Σύμβαση διεπόμενη από το εθνικό δίκαιο – Δυνατότητα εφαρμογής του εθνικού ουσιαστικού δικαίου – Σεβασμός της αρχής της απαγορεύσεως της καταχρήσεως δικαιώματος ως γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης

(Άρθρα 151 και 272 ΣΛΕΕ· Οδηγία 1999/70 του Συμβουλίου, παράρτημα)

(βλ. σκέψεις 96-101)

5.      Ένδικη διαδικασία – Άσκηση αγωγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου βάσει ρήτρας διαιτησίας – Συμβάσεις εργασίας του προσωπικού διεθνούς αποστολής της Ένωσης – Αγωγή αποζημίωσης εκ συμβατικής ευθύνης – Καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου

(Άρθρο 272 ΣΛΕΕ· Κανονισμός 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 1 και 8)

(βλ. σκέψεις 103-106, 119, 123, 125, 128-139)

6.      Κοινωνική πολιτική – Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP – Οδηγία 1999/70 – Μέτρα πρόληψης της καταχρηστικής χρησιμοποίησης διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου – Αντικειμενικοί λόγοι που δικαιολογούν την ανανέωση τέτοιων συμβάσεων – Διεθνές πολιτικό προσωπικό μιας διεθνούς αποστολής της Ένωσης – Διαδοχική ανανέωση συμβάσεων που συνδέεται στενά με το ειδικό και προσωρινό πλαίσιο της εν λόγω αποστολής – Επιτρέπεται

(Οδηγία 1999/70 του Συμβουλίου, παράρτημα, ρήτρα 5, σημείο 1, στοιχείο α΄· Κοινή δράση 2008/124/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 3)

(βλ. σκέψεις 150-156, 176-188)

7.      Ένδικη διαδικασία – Άσκηση αγωγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου βάσει ρήτρας διαιτησίας – Αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου – Περιεχόμενο – Απαγόρευση αποφάνσεως ultra petita – Υποχρέωση τήρησης του προσδιοριζόμενου από τους διαδίκους πλαισίου της διαφοράς

(Άρθρο 272 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 76 και 84 § 1)

(βλ. σκέψεις 208, 209)

8.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Μη στρατιωτικές αποστολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προσωπικό – Διεθνές πολιτικό προσωπικό – Πρόσληψη επί συμβάσει – Νομική βάση

(Άρθρο 28 § 1, εδ. 1, ΣΕΕ· Κοινή δράση 2008/124/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, άρθρα 9 § 3 και 10 § 3)

(βλ. σκέψεις 226-228)

9.      Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Μη στρατιωτικές αποστολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προσωπικό – Διεθνές πολιτικό προσωπικό – Πρόσληψη επί συμβάσει – Εφαρμογή διαφορετικών εθνικών δικαίων αναλόγως των συμβάσεων που συνήφθησαν ατομικά – Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 28 § 1, εδ. 1, ΣΕΕ· Κοινή δράση 2008/124/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, άρθρα 9 § 3 και 10 § 3)

(βλ. σκέψη 230)

10.    Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Μη στρατιωτικές αποστολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προσωπικό – Διεθνές πολιτικό προσωπικό – Πρόσληψη επί συμβάσει – Δυσμενής διάκριση σε σχέση με το αποσπασμένο στις αποστολές αυτές προσωπικό το οποίο απασχολείται υπό το Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 28 § 1, εδ. 1, ΣΕΕ· Κοινή δράση 2008/124/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, άρθρα 9 § 3 και 10 § 3)

(βλ. σκέψεις 231, 232)

11.    Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών – Δικόγραφο με το οποίο ζητείται η αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από θεσμικό όργανο της Ένωσης – Έλλειψη στοιχείων όσον αφορά τη φύση και την έκταση της προκληθείσας ζημίας καθώς και τον αιτιώδη σύνδεσμο – Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21, εδ. 1, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 76, στοιχείο δ΄)

(βλ. σκέψεις 243, 244)

Σύνοψη

Ο ενάγων, Ιρλανδός υπήκοος, εργάσθηκε από τον Αύγουστο του 1994 έως τον Νοέμβριο του 2014 σε τρεις διεθνείς αποστολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με μικρές διακοπές μεταξύ των περιόδων απασχόλησης σε καθεμία από τις αποστολές αυτές, δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (στο εξής: ΣΟΧ). Μεταξύ Απριλίου του 2010 και Νοεμβρίου του 2014, απασχολήθηκε για τελευταία φορά ως διεθνής υπάλληλος στην Αποστολή Eulex Κοσσυφοπέδιο, αποστολή διαχείρισης διεθνούς κρίσεως συσταθείσα στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Η ενδέκατη και τελευταία ΣΟΧ του ενάγοντος δεν ανανεώθηκε μετά τις 14 Νοεμβρίου 2014, κατόπιν απόφασης περί αναδιάρθρωσης της εν λόγω αποστολής, η οποία συνεπαγόταν την κατάργηση της θέσης του.

Τον Οκτώβριο του 2015, ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αγωγή κατά του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης και της Αποστολής Eulex Κοσσυφοπέδιο (στο εξής: εναγόμενοι). Με την αγωγή αυτή ζήτησε κατ’ ουσίαν:

- πρώτον, τον επαναχαρακτηρισμό του συνόλου των διαδοχικών ΣΟΧ ως σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου (στο εξής: ΣΑΧ) και την αποκατάσταση των συμβατικών ζημιών που υπέστη λόγω της καταχρηστικής χρήσης διαδοχικών ΣΟΧ και της παράτυπης καταγγελίας της επαναχαρακτηρισθείσας ΣΑΧ (στο εξής: πρώτο αίτημα)·

- δεύτερον, αποζημίωση για τη λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης ζημία που υπέστη επειδή δεν προσελήφθη υπό το Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης (στο εξής: δεύτερο αίτημα)· και

- τρίτον και επικουρικώς, αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω του ότι οι εναγόμενοι, στο πλαίσιο της συμβατικής σχέσης που του επέβαλαν, παραβίασαν διάφορες γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης (στο εξής: τρίτο αίτημα).

Με διάταξη της 9ης Νοεμβρίου 2016 (1), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την ανωτέρω αγωγή με το σκεπτικό ότι ήταν προδήλως αναρμόδιο να αποφανθεί επί των δύο πρώτων αιτημάτων και ότι το τρίτο αίτημα ήταν προδήλως απαράδεκτο. Εντούτοις, με απόφαση της 5ης Ιουλίου 2018 (2), εκδοθείσα κατόπιν αναίρεσης ασκηθείσας από τον ενάγοντα, το Δικαστήριο αναίρεσε την εν λόγω διάταξη και ανέπεμψε την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο.

Με την απόφαση που εξέδωσε κατόπιν της αναπομπής, το Γενικό Δικαστήριο, καίτοι έκρινε εαυτό αρμόδιο να αποφανθεί επί των τριών αιτημάτων, απορρίπτει ωστόσο εκ νέου την αγωγή στο σύνολό της ως εν μέρει αβάσιμη και εν μέρει απαράδεκτη. Με την απόφαση αυτή, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται, αφενός, επί της έκτασης της αρμοδιότητας του δικαστή της Ένωσης δυνάμει ρήτρας διαιτησίας και, αφετέρου, επί του ζητήματος του καθεστώτος και του δικαίου που είναι εφαρμοστέα στις συμβάσεις πρόσληψης του διεθνούς πολιτικού προσωπικού των διεθνών αποστολών της Ένωσης.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Κατ’ αρχάς το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαιώνει ότι είναι αρμόδιο να δικάσει τη διαφορά.

Όσον αφορά το πρώτο αίτημα, με το οποίο ζητούνται, κατ’ ουσίαν, ο επαναχαρακτηρισμός του συνόλου των διαδοχικών ΣΟΧ ως ΣΑΧ και η αποκατάσταση της προκληθείσας συμβατικής ζημίας, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η αρμοδιότητά του απορρέει από ρήτρα διαιτησίας, κατά την έννοια του άρθρου 272 ΣΛΕΕ, η οποία περιλαμβάνεται στην τελευταία ΣΟΧ του ενάγοντος και ορίζει τον δικαστή της Ένωσης αρμόδιο για την επίλυση κάθε σχετικής με την εν λόγω σύμβαση διαφοράς. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η αρμοδιότητα αυτή καλύπτει την εξέταση των ΣΟΧ που προηγήθηκαν της τελευταίας σύμβασης, έστω και αν αυτές δεν περιελάμβαναν τέτοια ρήτρα διαιτησίας, δεδομένου ότι τα αιτήματα του ενάγοντος συνδέονται με την ύπαρξη ενιαίας και διαρκούς εργασιακής σχέσης στηριζόμενης σε διαδοχικές ΣΟΧ, αιτήματα που απορρέουν επίσης από την τελευταία ΣΟΧ.

Όσον αφορά το δεύτερο και το τρίτο αίτημα που αφορούν, κατ’ ουσίαν, την ενδεχόμενη εξωσυμβατική ευθύνη των εναγομένων για πράξεις διαχείρισης του προσωπικού σε σχέση με «επιτόπιες» πράξεις, μεταξύ άλλων για την πρόσληψη του διεθνούς πολιτικού προσωπικού των διεθνών αποστολών της Ένωσης, η αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου να αποφανθεί επ’ αυτών απορρέει από τις γενικές διατάξεις της Συνθήκης ΛΕΕ οι οποίες απονέμουν στον δικαστή της Ένωσης αρμοδιότητα σε υποθέσεις εξωσυμβατικής ευθύνης (3).

Ακολούθως, κατά την εξέταση του βασίμου του πρώτου αιτήματος, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει προκαταρκτικώς ότι, με γνώμονα τη ρήτρα διαιτησίας που το ορίζει αρμόδιο, πρέπει να αποφανθεί επί του αιτήματος επαναχαρακτηρισμού των ένδεκα ΣΟΧ που συνήφθησαν με την Αποστολή Eulex Κοσσυφοπέδιο βάσει του εφαρμοστέου στις εν λόγω συμβάσεις εθνικού ουσιαστικού δικαίου, τηρουμένων των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης, ιδίως δε της απαγόρευσης κατάχρησης δικαιώματος. Προκειμένου να καθορίσει το εφαρμοστέο δίκαιο, χρησιμοποιεί τους κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου και, ιδίως, τις διατάξεις του κανονισμού Ρώμη Ι (4).

Εξετάζοντας, στη συνέχεια, τις ένδεκα ΣΟΧ υπό το πρίσμα των διατάξεων αυτών, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το ιρλανδικό δίκαιο πρέπει να εφαρμοσθεί στο σύνολο της συμβατικής σχέσης που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο των εν λόγω συμβάσεων. Πράγματι όσον αφορά, αφενός, τις εννέα πρώτες ΣΟΧ, το Γενικό Δικαστήριο, εφαρμόζοντας τον κανόνα της επιλογής του δικαίου από τα μέρη (5), διαπιστώνει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη όρισαν ως εφαρμοστέο εθνικό εργατικό δίκαιο εκείνο της χώρας καταγωγής και της μόνιμης φορολογικής κατοικίας του ενάγοντος, ήτοι το ιρλανδικό δίκαιο, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του στην αποστολή. Όσον αφορά, αφετέρου, τις δύο τελευταίες ΣΟΧ, οι οποίες δεν περιείχαν όρο ως προς την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου, το Γενικό Δικαστήριο εφαρμόζει τον κανόνα του στενότερου συνδέσμου (6) βάσει του οποίου καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι δύο αυτές συμβάσεις εξακολουθούν να διέπονται από το ιρλανδικό δίκαιο, καθόσον υφίστατο στην πράξη μια συνεχής εργασιακή σχέση μεταξύ των μερών ήδη από την πρώτη από τις ένδεκα ΣΟΧ, τα δε συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και σύνταξης, και το φορολογικό καθεστώς στα οποία υπαγόταν ο ενάγων διέπονταν, σύμφωνα με τις δύο τελευταίες ΣΟΧ, από το ιρλανδικό δίκαιο.

Επομένως, κατά την εφαρμοστέα στις ΣΟΧ ιρλανδική νομοθεσία (7), η οποία μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης (8), οσάκις συμπληρώνεται η μέγιστη δυνατή διάρκεια των σχέσεων εργασίας, η περαιτέρω ανανέωση μιας ΣΟΧ προϋποθέτει την ύπαρξη «αντικειμενικών λόγων» που τη δικαιολογούν, ελλείψει των οποίων η ανανεωθείσα σύμβαση λογίζεται ως αορίστου χρόνου.

Διαπιστώνοντας δε ότι, εν προκειμένω, κατά τον χρόνο σύναψης των δύο επίμαχων τελευταίων ΣΟΧ είχε σημειωθεί υπέρβαση της μέγιστης επιτρεπόμενης από την ιρλανδική νομοθεσία διάρκειας, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει αν συνέτρεχαν αντικειμενικοί λόγοι που δικαιολογούσαν τη σύναψή τους. Εκτιμά επ’ αυτού ότι οι ιδιαίτερες περιστάσεις που χαρακτήριζαν την Αποστολή Eulex Κοσσυφοπέδιο και ιδίως η προσωρινή και διαρκώς μεταβαλλόμενη διάσταση της εντολής της, ως προς τη διάρκεια, το περιεχόμενο και τη χρηματοδότησή της, η οποία καθορίζει αναγκαστικά τον επίσης προσωρινό χαρακτήρα των όρων απασχόλησης του προσωπικού της, συνιστούν αντικειμενικούς λόγους που δικαιολογούν τη χρησιμοποίηση των επίμαχων διαδοχικών ΣΟΧ. Όσον αφορά ειδικότερα την τελευταία ΣΟΧ, το Γενικό Δικαστήριο αναγνωρίζει, επιπλέον, την ύπαρξη και άλλων αντικειμενικών λόγων, ακόμη πιο συγκεκριμένων και εμπεριστατωμένων, που σχετίζονταν με την απόφαση περί κατάργησης της θέσης του ενάγοντος συνεπεία της αναδιάρθρωσης της αποστολής, οπότε η ημερομηνία λήξης της τελευταίας σύμβασης συνέπιπτε με εκείνη κατά την οποία είχε προβλεφθεί η εν λόγω κατάργηση. Ως εκ τούτου, συνάγει ότι δεν συνιστούσε κατάχρηση το γεγονός ότι προτάθηκε στον ενάγοντα να συνάψει τις επίμαχες ΣΟΧ.

Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει το αίτημα για επαναχαρακτηρισμό των ΣΟΧ ως ενιαίας ΣΑΧ, όπως επίσης, επομένως, τη συνακόλουθη αξίωση για αποκατάσταση των συμβατικών ζημιών.

Όσον αφορά το δεύτερο αίτημα με το οποίο ο ενάγων ζητεί κατ’ ουσίαν αποζημίωση για τη λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης ζημία την οποία ισχυρίζεται ότι υπέστη καθότι προσελήφθη ως διεθνές πολιτικό προσωπικό επί συμβάσει και όχι υπό το ευνοϊκότερο καθεστώς που ίσχυε για το αποσπασμένο στη συγκεκριμένη αποστολή προσωπικό της Ένωσης, το Γενικό Δικαστήριο το απορρίπτει επίσης ως αβάσιμο. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά, μεταξύ άλλων, ότι το πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης που αφορά ειδικώς την ΚΕΠΠΑ και οι κανονιστικές διατάξεις αναφορικά με την Αποστολή Eulex Κοσσυφοπέδιο συνιστούσαν μια νομική βάση η οποία καθιστούσε δυνατή την πρόσληψη του ενάγοντος ως διεθνούς πολιτικού προσωπικού επί συμβάσει και ότι δεν υφίστατο δυσμενής διάκριση ούτε άνιση μεταχείριση του ενάγοντος σε σχέση με τα λοιπά μέλη του συμβασιούχου προσωπικού της αποστολής αυτής ή του αποσπασμένου σε αυτήν προσωπικού της Ένωσης.

Απορρίπτοντας, τέλος, το τελευταίο αίτημα του ενάγοντος ως προδήλως απαράδεκτο λόγω έλλειψης σαφήνειας και ακρίβειας ως προς την ύπαρξη αρκούντως άμεσου αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των παραβάσεων που φέρονται να διέπραξαν οι εναγόμενοι και της προβαλλόμενης ζημίας, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την αγωγή στο σύνολό της.


1      Διάταξη της 9ης Νοεμβρίου 2016, Jenkinson κατά Συμβουλίου κ.λπ. (T-602/15, ΕU:Τ:2016:660).


2      Απόφαση της 5ης Ιουλίου 2018, Jenkinson κατά Συμβουλίου κ.λπ. (C-43/17 P, EU:C:2018:531).


3      Βλ. άρθρο 268 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ.


4      Κανονισμός (ΕΕ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ 2008, L 177).


5      Βλ. άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού Ρώμη Ι.


6      Βλ. άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού Ρώμη Ι.


7      Protection of Employees (Fixed – Term Work) Act 2003 [νόμος του 2003 περί προστασίας των μισθωτών (εργασία ορισμένου χρόνου)].


8      Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP (ΕΕ 1999, L 175, σ. 43), καθώς και η ίδια η συμφωνία‑πλαίσιο που αποτελεί παράρτημα της εν λόγω οδηγίας.