Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 19 Φεβρουαρίου 2024 ο Alaa Hamoudi κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2023 στην υπόθεση T-136/22, Hamoudi κατά Frontex

(Υπόθεση C-136/24 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Alaa Hamoudi (εκπρόσωπος: F. Gatta, avvocato)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex)

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη·

να αποφανθεί επί της ουσίας, εάν κρίνει ότι έχει στη διάθεσή του επαρκή στοιχεία από τον φάκελο της δικογραφίας·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο για πλήρη εξέταση των πραγματικών περιστατικών·

να καταδικάσει τον Frontex στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο αναιρεσείων τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ’ αναίρεση.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με το πρώτο σκέλος του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και προέβη σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, καθόσον διαπίστωσε, στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλόμενης διάταξης, ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλέστηκε και τα οποία ήδη περιλαμβάνονται στη δικογραφία «δεν είναι προδήλως ικανά να αποδείξουν επαρκώς κατά νόμο τα πραγματικά περιστατικά που προκάλεσαν την προβαλλόμενη ζημία, όσον αφορά το επεισόδιο που φέρεται ότι συνέβη στις 28 και 29 Απριλίου 2020». Στο πλαίσιο του πρώτου σκέλους του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι τα προαναφερθέντα σφάλματα κατά τον νομικό χαρακτηρισμό των αποδεικτικών στοιχείων που επικαλέστηκε και ήδη περιλαμβάνονται στη δικογραφία καθιστούν νομικώς εσφαλμένη τη διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου στη σκέψη 61 της αναιρεσιβαλλόμενης διάταξης κατά την οποία ο αναιρεσείων «δεν απέδειξε το υποστατό της ζημίας που επικαλείται και, ως εκ τούτου, προδήλως δεν πληρούται η προϋπόθεση του υποστατού της ζημίας», καθώς και τη διαπίστωση, στη σκέψη 62 της αναιρεσιβαλλόμενης διάταξης, κατά την οποία «η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως προδήλως στερούμενη νομικού ερείσματος».

Με το δεύτερο σκέλος του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι οι διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου στις σκέψεις 61 και 62 της αναιρεσιβαλλόμενης διάταξης ενέχουν πλάνη περί το δίκαιο και εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών που ζητήθηκαν από τον αναιρεσείοντα και δεν περιλαμβάνονται στη δικογραφία. Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κατά τον νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, καθόσον δεν έκρινε ότι τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία είναι λυσιτελή και απαραίτητα για την πλήρη εξέταση των πραγματικών περιστατικών όσον αφορά την προϋπόθεση του υποστατού της ζημίας.

____________