Language of document : ECLI:EU:T:2015:36

Υπόθεση T‑355/13

easyJet Airline Co. Ltd

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως — Αγορά των αερολιμενικών υπηρεσιών — Απόφαση απόρριψης καταγγελίας — Άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 — Χειρισμός της υπόθεσης από την αρμόδια για τον ανταγωνισμό αρχή κράτους μέλους — Απόρριψη της καταγγελίας για λόγους προτεραιότητας — Απόφαση της αρμόδιας για τον ανταγωνισμό αρχής που συνάγει συμπεράσματα, στο πεδίο του δικαίου του ανταγωνισμού, από έρευνα που διεξήχθη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που έχει εφαρμογή στον οικείο τομέα — Υποχρέωση αιτιολόγησης»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 21ης Ιανουαρίου 2015

1.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Εξέταση των καταγγελιών – Απόφαση της Επιτροπής να θέσει την υπόθεση στο αρχείο – Εξουσία εκτίμησης της Επιτροπής – Αιτιολογία της απόφασης να τεθεί η καταγγελία στο αρχείο – Περιεχόμενο – Δικαστικός έλεγχος

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 105 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 2)

2.      Ανταγωνισμός – Κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Απόφαση της Επιτροπής να μη δώσει συνέχεια σε καταγγελία με την οποία έχει ήδη ασχοληθεί μια αρμόδια για τον ανταγωνισμό εθνική αρχή και η οποία έχει απορριφθεί από την αρχή αυτή για λόγους προτεραιότητας – Δικαστικός έλεγχος – Αρμοδιότητες αφενός του δικαστή της Ένωσης και αφετέρου των εθνικών δικαστηρίων

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 2)

3.      Ανταγωνισμός – Κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Απόφαση της Επιτροπής να μη δώσει συνέχεια σε καταγγελία με την οποία έχει ήδη ασχοληθεί μια αρμόδια για τον ανταγωνισμό εθνική αρχή και η οποία έχει απορριφθεί από την αρχή αυτή για λόγους προτεραιότητας – Επιτρέπεται

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 5 και 13 § 2)

4.      Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Εφαρμογή – Αρμοδιότητα των εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Έκταση – Όρια

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 5)

5.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής να μη δώσει συνέχεια σε καταγγελία με την οποία έχει ήδη ασχοληθεί μια αρμόδια για τον ανταγωνισμό εθνική αρχή και η οποία έχει απορριφθεί από την αρχή αυτή για λόγους προτεραιότητας – Απόφαση στηριζόμενη στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η απόφαση που έλαβε μια εθνική αρχή ανταγωνισμού κατόπιν έρευνας που διεξήχθη με γνώμονα εθνική νομοθεσία που διέπει συγκεκριμένο τομέα – Επιτρέπεται

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 1 και 13 § 2)

6.      Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Εφαρμογή από τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού – Διάκριση μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών της εθνικής αρχής ανταγωνισμού – Δεν γίνεται

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 2)

7.      Ανταγωνισμός – Κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού – Δικαίωμα της Επιτροπής να λαμβάνει υπόψη τα μέτρα που έχουν λάβει οι εθνικές αρχές

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 102 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 5)

1.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψεις 17-20, 69, 70, 72)

2.      Ο δικαστικός έλεγχος που ασκείται επί των αποφάσεων της Επιτροπής που στηρίζονται στο άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 έχει σκοπό να εξακριβώνεται κατά πόσον η απόφαση δεν στηρίζεται σε ανακριβή πραγματικά περιστατικά και κατά πόσον το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι μια αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους έχει ήδη ασχοληθεί με την καταγγελία δεν ενέχει νομικό σφάλμα ή πρόδηλο σφάλμα εκτίμησης ή κατάχρηση εξουσίας. Αντίθετα, αρμόδια για τον έλεγχο των αποφάσεων των αρχών ανταγωνισμού των κρατών μελών είναι μόνο τα εθνικά δικαστήρια, τα οποία επιτελούν ουσιώδη λειτουργία ενόψει της εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης. Επομένως, ο έλεγχος του Γενικού Δικαστηρίου δεν μπορεί να οδηγήσει σε εκτίμηση του βασίμου της απόφασης της εθνικής αρχής ανταγωνισμού ή της διαδικασίας ή της μεθοδολογίας της, εκτίμηση για την οποία αρμόδια είναι τα εθνικά δικαστήρια.

(βλ. σκέψεις 20, 51)

3.      Η φράση «καταγγελία […] με την οποία έχει ήδη ασχοληθεί μια άλλη αρχή ανταγωνισμού», η οποία περιέχεται στο άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, έχει ευρύ περιεχόμενο, καθόσον μπορεί να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις καταγγελιών με τις οποίες έχει ήδη ασχοληθεί μια άλλη αρχή ανταγωνισμού, ανεξάρτητα από την έκβαση της εξέτασης της καταγγελίας. Η γραμματική αυτή ερμηνεία είναι σύμφωνη με τη γενικότερη οικονομία του κανονισμού αυτού, από τον οποίο προκύπτει ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι η έκβαση της εξέτασης της καταγγελίας από την εν λόγω αρχή ανταγωνισμού, αλλά το γεγονός ότι η καταγγελία έχει εξεταστεί από την αρχή αυτή.

H ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη, εξάλλου, με έναν από τους βασικούς σκοπούς του κανονισμού 1/2003, την καθιέρωση ενός αποτελεσματικού συστήματος αποκεντρωμένης εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης. Ο κανονισμός αυτός κατάργησε επομένως το προηγούμενο συγκεντρωτικό σύστημα και καθιέρωσε, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, ένα σύστημα μεγαλύτερης συμμετοχής των αρχών ανταγωνισμού των κρατών μελών, στις οποίες παρέσχε προς τούτο την εξουσία εφαρμογής του δικαίου του ανταγωνισμού της Ένωσης. H τυχόν αντίθετη ερμηνεία θα είχε ως αποτέλεσμα να υποχρεώνει την Επιτροπή να προβαίνει συστηματικά στην εξέταση της καταγγελίας στις περιπτώσεις στις οποίες η αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους έχει εξετάσει την καταγγελία, αλλά δεν έχει εκδώσει καμία από τις αποφάσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003. Η επιβολή στην Επιτροπή μιας τέτοιας υποχρέωσης θα ισοδυναμούσε όμως με τη μεταβίβαση στην Επιτροπή της εξουσίας ελέγχου των αποφάσεων των αρχών αυτών, ο οποίος εμπίπτει στην αρμοδιότητα μόνο των εθνικών δικαστηρίων.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή μπορεί, ενόψει απόρριψης της καταγγελίας, να στηρίζεται στο γεγονός ότι η καταγγελία αυτή έχει απορριφθεί ήδη από μια αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους για λόγους προτεραιότητας.

(βλ. σκέψεις 26-28, 33, 36, 37, 39, 40)

4.      Η απόφαση αρχής ανταγωνισμού κράτους μέλους που απορρίπτει καταγγελία για λόγους προτεραιότητας αποτελεί απόφαση βασιζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 5, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1/2003.

(βλ. σκέψεις 32, 34)

5.      Καμία διάταξη του κανονισμού 1/2003 δεν απαγορεύει στις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών να βασίζονται, κατά τις έρευνες που διεξάγουν για να εξακριβώνουν την τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης, στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν κατόπιν έρευνας που διεξήχθη με γνώμονα κάποια άλλη εθνική ρύθμιση. Επομένως, η Επιτροπή μπορεί, ενόψει απόρριψης της καταγγελίας βάσει του άρθρου 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, να στηρίζεται στο γεγονός ότι η καταγγελία αυτή έχει απορριφθεί ήδη από μια αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους κατόπιν εξέτασης που στηρίχθηκε στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η αρχή αυτή στο πλαίσιο έρευνας που διεξήχθη με γνώμονα άλλες διατάξεις του εθνικού δικαίου, υπό την προϋπόθεση ότι η εξέταση αυτή διεξήχθη με γνώμονα τους κανόνες του δικαίου του ανταγωνισμού της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 45, 46)

6.      Οι διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, όπως άλλωστε και όλες οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού, αναφέρουν την αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους, χωρίς να κάνουν διάκριση μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών της αρχής αυτής. Κατά συνέπεια, δεν έχει καμία σημασία η σύνθεση των ομάδων που εξέτασαν την καταγγελία της προσφεύγουσας που στηριζόταν σε άλλη ρύθμιση και όχι στους κανόνες ανταγωνισμού, αφού η εθνική αρχή ανταγωνισμού εξέτασε την καταγγελία από την άποψη του δικαίου του ανταγωνισμού και προκύπτει ότι η εν λόγω αρχή καλώς στηρίχθηκε στην ανάλυση που είχε πραγματοποιηθεί σχετικά με την καταγγελία που στηριζόταν στην άλλη αυτή ρύθμιση.

(βλ. σκέψη 60)

7.      Βλ. το κείμενο της απόφασης.

(βλ. σκέψη 71)