Language of document : ECLI:EU:T:2015:95

Υπόθεση T‑505/12

Compagnie des montres Longines, Francillon SA

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος B – Προγενέστερο διεθνές εικονιστικό σήμα που αναπαριστά δύο απλωμένα φτερά – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Δεν συντρέχει κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Δεν συντρέχει προσβολή της φήμης – Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
της 12ης Φεβρουαρίου 2015

1.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Κίνδυνος συγχύσεως με το προγενέστερο σήμα – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

2.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Ομοιότητα μεταξύ των οικείων προϊόντων – Συμπληρωματικός χαρακτήρας των προϊόντων

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Κίνδυνος συγχύσεως με το προγενέστερο σήμα – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που χαίρει φήμης – Προστασία του προγενέστερου σήματος που χαίρει φήμης, η οποία επεκτείνεται σε προϊόντα ή σε υπηρεσίες που δεν είναι παρεμφερείς – Εικονιστικό σήμα B – Εικονιστικό σήμα που αναπαριστά δύο ανοιγμένα φτερά

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 5)

4.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Προγενέστερη καταχώριση του σήματος σε ορισμένα κράτη μέλη – Συνέπειες

5.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που χαίρει φήμης – Προστασία του προγενέστερου σήματος που χαίρει φήμης, η οποία επεκτείνεται σε προϊόντα ή σε υπηρεσίες που δεν είναι παρεμφερείς – Σκοπός

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 5)

6.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που χαίρει φήμης – Προστασία του προγενέστερου σήματος που χαίρει φήμης, η οποία επεκτείνεται σε προϊόντα ή σε υπηρεσίες που δεν είναι παρεμφερείς – Προϋποθέσεις – Φήμη του σήματος εντός του κράτους μέλους ή της Κοινότητας – Έννοια – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 5)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 22-25)

2.      Για την εκτίμηση της ομοιότητας των επίμαχων προϊόντων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ αυτών. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται, ειδικότερα, η φύση τους, ο προορισμός τους, η χρήση τους καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους. Άλλοι παράγοντες μπορούν επίσης να ληφθούν υπόψη, όπως οι δίαυλοι διανομής των σχετικών προϊόντων.

Ως συμπληρωματικά νοούνται εκείνα τα προϊόντα ή υπηρεσίες μεταξύ των οποίων υφίσταται στενή σχέση, υπό την έννοια ότι το ένα είναι αναγκαίο ή σημαντικό για τη χρήση του άλλου, με συνέπεια οι καταναλωτές να δύνανται να θεωρήσουν ότι η ίδια επιχείρηση φέρει την ευθύνη κατασκευής των ως άνω προϊόντων ή παροχής των ως άνω υπηρεσιών. Εξ ορισμού, προϊόντα απευθυνόμενα σε διαφορετικό μεταξύ τους κοινό δεν μπορούν να έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα.

Περαιτέρω, μια από αισθητική άποψη συμπληρωματικότητα μεταξύ των προϊόντων μπορεί να είναι γενεσιουργός ενός βαθμού ομοιότητας κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα. Μια τέτοια αισθητικής φύσεως συμπληρωματικότητα πρέπει να αποτελεί πραγματική αισθητική ανάγκη, υπό την έννοια ότι ένα προϊόν είναι απαραίτητο ή σημαντικό για τη χρήση του άλλου και οι καταναλωτές θεωρούν σύνηθες και κανονικό να χρησιμοποιούν τα εν λόγω προϊόντα από κοινού. Η εν λόγω αισθητικής φύσεως συμπληρωματικότητα είναι υποκειμενική και καθορίζεται από τις συνήθειες ή τις προτιμήσεις των καταναλωτών όπως αυτές διαμορφώθηκαν ενδεχομένως από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί για την προώθηση των προϊόντων, ακόμη δε και από απλά φαινόμενα μόδας.

Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η ύπαρξη μιας αισθητικής φύσεως συμπληρωματικότητας μεταξύ των προϊόντων δεν αρκεί, από μόνη της, για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υφίσταται ομοιότητα μεταξύ τους. Προς τούτο, απαιτείται οι καταναλωτές να θεωρούν ως σύνηθες ότι τα προϊόντα διατίθενται στο εμπόριο υπό το αυτό σήμα, γεγονός που συνεπάγεται, συνήθως, ότι οι αντίστοιχοι παραγωγοί ή διανομείς των εν λόγω προϊόντων είναι κατά μεγάλο μέρος ίδιοι.

Μολονότι η αναζήτηση αισθητικής αρμονίας στην ένδυση αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό στο σύνολο του τομέα της μόδας και της ενδύσεως, εντούτοις, πρόκειται για υπερβολικά γενικό παράγοντα που δεν μπορεί να δικαιολογήσει, από μόνος του, το συμπέρασμα ότι προϊόντα όπως τα κοσμήματα και τα ρολόγια, αφενός, και τα είδη ενδύσεως, αφετέρου, είναι συμπληρωματικά.

(βλ. σκέψεις 36, 58-60, 65)

3.      Δεδομένης της μη ομοιότητας των επίμαχων προϊόντων, δεν υφίσταται για το ευρύ κοινό κίνδυνος συγχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα, μεταξύ του εικονιστικού σημείου B, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος για «Γυαλιά ηλίου με διόρθωση της όρασης» και για «Είδη ένδυσης και υπόδησης» που εμπίπτουν στις κλάσεις 9 και 25, αντιστοίχως, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, και του προγενέστερου καταχωρισμένου εικονιστικού διεθνούς σήματος που αναπαριστά δύο ανοιγμένα φτερά. το οποίο παράγει τα αποτελέσματά του μεταξύ άλλων, στη Γερμανία, στην Αυστρία, στο Μπενελούξ, στη Βουλγαρία, στην Εσθονία, στη Γαλλία, στην Ελλάδα, στην Ουγγαρία, στην Ιταλία, στη Λεττονία, στη Λιθουανία, στην Πορτογαλία, στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Ρουμανία, στη Σλοβακία και στη Σλοβενία, προσδιορίζοντας, μεταξύ άλλων, προϊόντα της κλάσεως 14, τα οποία αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «ρολόγια χειρός, μηχανισμοί, κουτιά, δίσκοι ρολογιού (καντράν), μπρασελέ για ρολόγια χειρός, υλικά ωρολογοποιίας· χρονόμετρα· χρονογράφοι· συσκευές αθλητικής χρονομέτρησης· εκκρεμή, ρολόγια επιτραπέζια και ρολόγια ξυπνητήρια· όλα τα χρονομετρικά όργανα, ρολόγια-κοσμήματα, κοσμήματα και συναφή είδη· συστήματα, συσκευές και πίνακες που δείχνουν την ώρα». Η έλλειψη ομοιότητας των επίμαχων προϊόντων δεν μπορεί να αντισταθμιστεί, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως, από το ότι τα επίμαχα σήματα είναι παρόμοια ή και πανομοιότυπα, τούτο δε οποιοσδήποτε και αν είναι ο βαθμός αναγνωρισιμότητάς τους από τους ενδιαφερόμενους καταναλωτές.

Περαιτέρω, η φήμη του προγενέστερου εικονιστικού σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του εν λόγω κανονισμού, δεν αποδείχθηκε. Συγκεκριμένα, παρά τη συνεχή χρήση διαχρονικά, τόσο σε ποσοτικό όσο και σε ποιοτικό επίπεδο, του σύνθετου σήματος που αποτελείται από το προγενέστερο σήμα και από τη λέξη «longines», η λέξη αυτή είναι εκείνη που αποσπά την προσοχή των καταναλωτών και ενδέχεται να μένει στη μνήμη τους, χωρίς να έχει αποδειχθεί ότι σημαντικό τμήμα του ενδιαφερόμενου κοινού, σε ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της Ένωσης για τα οποία ζητήθηκε η αναγνώριση της φήμης, γνωρίζει και το προγενέστερο σήμα καθεαυτό και το συσχετίζει αβίαστα με τα προϊόντα ωρολογοποιίας και τα χρονόμετρα της προσφεύγουσας, που είναι τα μόνα προϊόντα για τα οποία ζητείται η αναγνώριση της φήμης.

(βλ. σκέψεις 84, 121)

4.      Οι εθνικές αποφάσεις καταχωρίσεως στα κράτη μέλη και, κατ’ αναλογίαν, οι αποφάσεις περί διαγραφής ή αρνήσεως καταχωρίσεως, αποτελούν μόνο στοιχεία τα οποία, χωρίς να έχουν καθοριστική σημασία, μπορούν απλώς να ληφθούν υπόψη για την καταχώριση κοινοτικού σήματος. Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν για τη νομολογία των δικαστηρίων των κρατών μελών. Η νομολογία αυτή έχει εφαρμογή και στο πλαίσιο απόλυτων λόγων απαραδέκτου και στο πλαίσιο σχετικών λόγων απαραδέκτου της καταχωρίσεως.

(βλ. σκέψη 86)

5.      Σκοπός του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, για το κοινοτικό σήμα, δεν είναι η παρεμπόδιση της καταχωρίσεως οποιουδήποτε σήματος που είναι πανομοιότυπο προς φημισμένο σήμα ή παρουσιάζει ομοιότητα με αυτό. Κύριος στόχος της διατάξεως αυτής είναι να επιτρέπει στον δικαιούχο φημισμένου προγενεστέρου σήματος να αντιτίθεται στην καταχώριση σημάτων δυναμένων είτε να βλάψουν τη φήμη ή τον διακριτικό χαρακτήρα του προγενεστέρου σήματος είτε να συντελέσουν στην άντληση αθέμιτου οφέλους από αυτήν τη φήμη ή από αυτόν τον διακριτικό χαρακτήρα. Οι ίδιες σκέψεις έχουν εφαρμογή, κατ’ αναλογίαν, δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, σημείο iii, του προπαρατεθέντος κανονισμού, σε συνδυασμό με την παράγραφο 5, στα φημισμένα προγενέστερα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως ισχύουσας σε ορισμένο κράτος μέλος της Ένωσης.

(βλ. σκέψη 92)

6.      Για να γίνει δεκτό ότι πληρούται η προϋπόθεση περί φήμης, το προγενέστερο σήμα πρέπει να είναι γνωστό σε σημαντικό μέρος του ενδιαφερομένου κοινού το οποίο αφορούν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσδιορίζονται με το σήμα αυτό. Κατά την εξέταση της προϋποθέσεως αυτής, τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όλα τα στοιχεία που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήτοι, μεταξύ άλλων, το μερίδιο της αγοράς που καταλαμβάνει το προγενέστερο σήμα, την ένταση, τη γεωγραφική έκταση και τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεώς του, καθώς και το πόσο σημαντικές επενδύσεις έχει πραγματοποιήσει η οικεία επιχείρηση για την προώθησή του, χωρίς να απαιτείται ούτε το σήμα αυτό να είναι γνωστό σε συγκεκριμένο ποσοστό του ενδιαφερόμενου κοινού ούτε η φήμη του να εκτείνεται σε ολόκληρο το οικείο κράτος μέλος, εφόσον όμως η φήμη αυτή υφίσταται τουλάχιστον σε σημαντικό τμήμα της επικράτειάς του.

(βλ. σκέψη 100)