Language of document :

Προσφυγή της 6ης Οκτωβρίου 2006 - Estaser El Mareny κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-274/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Estaser El Mareny, S.L. (Valencia, Ισπανία) (εκπρόσωποι: A. Hernández Pardo, S. Beltrán Ruiz και L. Ruiz Ezquerra)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Απριλίου 2006, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ, υπόθεση COMP/B-1/38.348, Repsol CPP·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της αποφάσεως της Επιτροπής, της 12ης Απριλίου 2006, με την οποία αποδέχθηκε τις υποχρεώσεις που πρότεινε να αναλάβει η REPSOL CPP, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης 1.

Η απόφαση αυτή εκδόθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας που κινήθηκε κατόπιν της αιτήσεως που υπέβαλε η REPSOL CPP για τη χορήγηση αρνητικής πιστοποιήσεως ή, άλλως, τη χορήγηση ατομικής απαλλαγής, όσον αφορά τις συμφωνίες και/ή τα πρότυπα συμβάσεων που χρησιμοποιεί η επιχείρηση αυτή στο πλαίσιο ασκήσεως της δραστηριότητάς της διανομής καυσίμων για οχήματα με κινητήρα μέσω σταθμών εφοδιασμού στην Ισπανία.

Με τις προταθείσες δεσμεύσεις, τις οποίες αποδέχθηκε η Επιτροπή, η REPSOL CPP αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την υποχρέωση αυξήσεως του κατ' έτος αριθμού σταθμών ανεφοδιασμού που έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν προμηθευτή, προς τούτο δε, η REPSOL CPP αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει στους έχοντες την επικαρπία/εκμετάλλευση των σταθμών εφοδιασμού τη δυνατότητα εξαγοράς του εμπράγματου δικαιώματος της επικαρπίας ή του δικαιώματος οικοδομήσεως, διατηρήσεως ή εκμεταλλεύσεως κτίσματος επί ξένου ακινήτου, επιβάλλουσα, πάντως, την τήρηση εκ μέρους του έχοντος την εκμετάλλευση σειράς προϋποθέσεων.

Προς στήριξη της αιτήσεώς της, η προσφεύγουσα, έχουσα το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως σταθμού εφοδιασμού που έχει συνάψει σύμβαση εφοδιασμού με την REPSOL CPP, υποστηρίζει ότι:

α)    Οι συμβάσεις που έχει συνάψει η REPSOL CPP με τους σταθμούς εφοδιασμού παραβίαζαν και παραβιάζουν τα χρονικά όρια που προβλέπει το κοινοτικό δίκαιο για ρήτρες περιορίζουσες τον ανταγωνισμό. Ειδικότερα, πριν η REPSOL CPP προτείνει την ανάληψη υποχρεώσεων, η Επιτροπή επρόκειτο να εκδώσει απόφαση διαπιστώνουσα την παράβαση και διατάσσουσα την παύση αυτής.

β)    Κατά συνέπεια, οι συμβάσεις αυτές πρέπει να κριθούν άκυρες, σύμφωνα με το άρθρο 81, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ.

γ)    Η Επιτροπή δεν μπορεί να καταστήσει ισχυρές τις συμβάσεις αυτές μέσω της διαδικασίας αναλήψεως δεσμεύσεων όταν η διαπράττουσα την παράβαση επιχείρηση δεν υποχρεώνεται να θέσει αμέσως τέρμα στην περιοριστική του ανταγωνισμού πρακτική που ακολουθεί, αλλά υποχρεώνεται, απλώς, να παράσχει δυνατότητα πρόωρης εξαγοράς. Αφετέρου, μολονότι η μεγάλη διάρκεια των ρητρών που περιορίζουν τον ανταγωνισμό συνιστά την αιτία της παραβιάσεως της περί ανταγωνισμού νομοθεσίας, ο έχων την εκμετάλλευση υποχρεώνεται, για την εξαγορά του δικαιώματός του, να καταβάλει τίμημα υπολογιζόμενο, ιδίως, αναλόγως των ετών που υπολείπονται για τη συμπλήρωση της προκαθορισθείσας διάρκειας του εμπραγμάτου δικαιώματος.

Τέλος, η προσφεύγουσα προβάλλει την παραβίαση της αρχής κατά την οποία δεν επιτρέπεται η άντληση οφέλους εξ ιδίων παρανόμων πράξεων ούτε ο αδικαιολόγητος πλουτισμός.

____________

1 - ΕΕ 2003, L 1, σ. 1.