Language of document : ECLI:EU:T:2008:483

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 12ης Νοεμβρίου 2008 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου κοινοτικού σήματος – Κόκκινο τούβλο Lego – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Σημείο αποτελούμενο αποκλειστικά από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 – Πρόταση προσκομίσεως αποδεικτικών στοιχείων»

Στην υπόθεση T‑270/06,

Lego Juris A/S, με έδρα το Billund (Δανία), εκπροσωπούμενη από τους V. von Bomhard, A. Renck και T. Dolde, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον D. Botis,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου:

Mega Brand, Inc., με έδρα το Μόντρεαλ (Καναδάς), εκπροσωπούμενη από τους P. Cappuyns και C. De Meyer, δικηγόρους,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος μείζονος συνθέσεως προσφυγών του ΓΕΕΑ της 10ης Ιουλίου 2006 (υπόθεση R 856/2004‑G), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας σήματος μεταξύ της Mega Brand Inc. και της Lego Juris A/S,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους Μ. E. Martins Ribeiro, πρόεδρο, Σ. Παπασάββα (εισηγητή) και A. Dittrich, δικαστές,

γραμματέας: J. Plingers, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 11ης Ιουνίου 2008,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Την 1η Απριλίου 1996, η Kirkbi A/S, την οποία διαδέχθηκε η προσφεύγουσα, Lego Juris A/S, υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το τρισδιάστατο σημείο κόκκινου χρώματος που απεικονίζεται κατωτέρω:

Image not found

3        Η καταχώριση ζητείται για προϊόντα των κλάσεων 9 και 28 του Διακανονισμού της Νίκαιας, σχετικά με την κατάταξη των προϊόντων και των υπηρεσιών για την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, που αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 9: «Συσκευές και όργανα επιστημονικά, ναυτικά, τοπογραφικά, ηλεκτρικά, φωτογραφικά, κινηματογραφικά, οπτικά, στάθμισης, μέτρησης, σήμανσης, ελέγχου (επιθεώρησης), βοηθείας (διάσωσης) και διδασκαλίας· συσκευές για την εγγραφή, τη μετάδοση, την αναπαραγωγή ήχου και εικόνας· μέσα μαγνητικών εγγραφών και εγγεγραμμένα αποθηκευτικά μέσα για εγκαταστάσεις και εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων, ειδικότερα ταινίες, πλάκες και σύμπυκνοι δίσκοι απλής ανάγνωσης (CD-ROMs)· δίσκοι εγγραφών· αυτόματοι πωλητές και μηχανισμοί τιθέμενοι σε κίνηση με την εισαγωγή νομίσματος ή κέρματος· ταμειακές μηχανές, αριθμομηχανές (υπολογιστικές μηχανές), εξοπλισμός για την επεξεργασία δεδομένων και ηλεκτρονικοί υπολογιστές· πυροσβεστήρες»·

–        κλάση 28: «Παίγνια και παιχνίδια· είδη γυμναστικής και αθλοπαιδιών (περιλαμβανόμενα στην κατηγορία 28)· διακοσμήσεις για χριστουγεννιάτικα δέντρα».

4        Στις 19 Οκτωβρίου 1999, το υποβληθέν προς καταχώριση σήμα καταχωρίσθηκε ως κοινοτικό σήμα.

5        Στις 21 Οκτωβρίου 1999, η Ritvik Holdings Inc., την οποία διαδέχθηκε η Mega Brands, Inc., ζήτησε να κηρυχθεί άκυρη η καταχώριση δυνάμει του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 40/94, όσον αφορά τα «παιχνίδια κατασκευής» της κλάσεως 28, με το αιτιολογικό ότι η καταχώριση προσέκρουε στους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, στοιχείο ε΄, σημεία ii και iii, και στοιχείο η΄, του ίδιου κανονισμού.

6        Στις 8 Δεκεμβρίου 2000, το τμήμα ακυρώσεων αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία, μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 2002, C‑299/99, Philips (Συλλογή 2002, σ. I‑5475, στο εξής: απόφαση Philips). Η διαδικασία ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων επαναλήφθηκε στις 31 Ιουλίου 2002.

7        Με απόφαση της 30ής Ιουλίου 2004, το τμήμα ακυρώσεων κήρυξε άκυρη την καταχώριση για τα «παιχνίδια κατασκευής» της κλάσεως 28, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, κρίνοντας ότι το επίμαχο σήμα αποτελούνταν αποκλειστικά από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος.

8        Στις 20 Σεπτεμβρίου 2004, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων ενώπιον του ΓΕΕΑ, βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94. Η εξέταση της προσφυγής αυτής ανατέθηκε στο πρώτο τμήμα προσφυγών.

9        Στις 15 Νοεμβρίου 2004, η προσφεύγουσα ζήτησε την εξαίρεση της προέδρου του πρώτου τμήματος προσφυγών λόγω μεροληψίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 132, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94. Με την απόφαση R 856/2004-1, το πρώτο τμήμα προσφυγών αποφάσισε την αντικατάσταση της αρχικώς ορισθείσας προέδρου από τον πρώτο αναπληρωματικό της.

10      Με τηλεομοιοτυπία της 30ής Σεπτεμβρίου 2005, η προσφεύγουσα ζήτησε, λόγω της πολυπλοκότητας της υποθέσεως, αφενός, να διεξαχθεί προφορική διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 75, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, και, αφετέρου, να επιληφθεί της υποθέσεως το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως, σύμφωνα με το άρθρο 130, παράγραφοι 2 και 3, του ίδιου κανονισμού.

11      Στις 7 Μαρτίου 2006, κατόπιν προτάσεως του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, το προεδρείο των τμημάτων προσφυγών ανέθεσε την υπόθεση στο τμήμα μείζονος συνθέσεως, σύμφωνα με το άρθρο 1γ, παράγραφος 3, του κανονισμού 216/96 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 1996, σχετικά με τον κανονισμό διαδικασίας των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ (ΕΕ L 28, σ. 11).

12      Με απόφαση της 10ης Ιουλίου 2006 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τμήμα μείζονος συνθέσεως απέρριψε την αίτηση της προσφεύγουσας για τη διεξαγωγή προφορικής διαδικασίας. Απέρριψε, εξάλλου, την προσφυγή ως αβάσιμη, κρίνοντας ότι, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, το επίμαχο σήμα δεν μπορούσε να καταχωριστεί για τα «παιχνίδια κατασκευής» της κλάσεως 28.

13      Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως εκτίμησε, με τις σκέψεις 32 και 33 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ότι η κτήση του διακριτικού χαρακτήρα, που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94, δεν εμποδίζει την εφαρμογή του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του εν λόγω κανονισμού. Τόνισε επίσης, με τη σκέψη 34, ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 σκοπεί την απαγόρευση καταχωρίσεως σχημάτων των οποίων τα ουσιώδη χαρακτηριστικά αντιστοιχούν σε μια τεχνική λειτουργία, ώστε αυτά να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους. Με τη σκέψη 36, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σχήμα δεν εξαιρείται από την απαγόρευση αυτή εάν περιέχει ένα έλασσον από λειτουργικής απόψεως αυθαίρετο στοιχείο όπως το χρώμα. Με τη σκέψη 58, έκρινε ότι δεν ήταν λυσιτελής η ύπαρξη άλλων σχημάτων για να μπορέσει να επιτευχθεί το ίδιο τεχνικό αποτέλεσμα. Με τη σκέψη 60, εκτίμησε ότι η λέξη «αποκλειστικά» του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 σημαίνει ότι το σχήμα δεν έχει άλλο σκοπό από την επίτευξη του τεχνικού αποτελέσματος και ότι η λέξη «απαραίτητο», που υπάρχει στην ίδια διάταξη, σημαίνει ότι το σχήμα απαιτείται για την επίτευξη του τεχνικού αυτού αποτελέσματος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι άλλα σχήματα δεν μπορούν επίσης να εκπληρώσουν την ίδια αποστολή. Εξάλλου, το τμήμα προσφυγών παρέθεσε, στις σκέψεις 54 και 55, τα χαρακτηριστικά του επίμαχου σχήματος που θεωρούσε ουσιώδη και ανέλυσε, με τις σκέψεις 41 έως 63, τη λειτουργικότητά τους.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

14      Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Σεπτεμβρίου 2006, η προσφεύγουσα άσκησε την υπό κρίση προσφυγή. Στις 29 και 30 Ιανουαρίου 2007, η παρεμβαίνουσα και το ΓΕΕΑ κατέθεσαν, αντιστοίχως, υπόμνημα αντικρούσεως.

15      Με έγγραφο της 11ης Ιουνίου 2007, η παρεμβαίνουσα ζήτησε να προσθέσει στη δικογραφία διάταξη του γερμανικού ομοσπονδιακού δικαστηρίου σημάτων της 2ας Μαΐου 2007. Με απόφαση της 25ης Ιουλίου 2007, ο πρόεδρος του τρίτου τμήματος του Πρωτοδικείου δέχθηκε το αίτημα αυτό. Η προσφεύγουσα υπέβαλε τις παρατηρήσεις της επί της διατάξεως αυτής στις 21 Αυγούστου 2007. Το ΓΕΕΑ δεν υπέβαλε παρατηρήσεις εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

16      Δεδομένου ότι η σύνθεση των τμημάτων του Πρωτοδικείου μεταβλήθηκε από 25ης Σεπτεμβρίου 2007, ο εισηγητής δικαστής τοποθετήθηκε στο έκτο τμήμα, στο οποίο ανατέθηκε, επομένως, η υπό κρίση υπόθεση.

17      Στις 12 Νοεμβρίου 2007, η προσφεύγουσα ζήτησε να περιλάβει στη δικογραφία διάταξη του περιφερειακού δικαστηρίου της Βουδαπέστης της 12ης Ιουλίου 2007. Με απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2007, ο πρόεδρος του έκτου τμήματος του Πρωτοδικείου δέχθηκε το αίτημα αυτό. Η παρεμβαίνουσα υπέβαλε τις παρατηρήσεις της επί της διατάξεως αυτής στις 14 Δεκεμβρίου 2007. Το ΓΕΕΑ δεν υπέβαλε παρατηρήσεις εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

18      Κατόπιν κωλύματος του αρχικώς ορισθέντος εισηγητή δικαστή, ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου όρισε, με απόφαση της 9ης Ιανουαρίου 2008, νέο εισηγητή δικαστή, τοποθετημένο στο όγδοο τμήμα, στο οποίο ανατέθηκε, κατά συνέπεια, η υπό κρίση υπόθεση.

19      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

20      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Επί του παραδεκτού των εγγράφων που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Πρωτοδικείου

21      Διαπιστώνεται καταρχάς ότι η επίκληση των διατάξεων του γερμανικού και του ουγγρικού δικαστηρίου που κατέθεσαν η παρεμβαίνουσα και η προσφεύγουσα αντιστοίχως (βλ. σκέψεις 15 και 17 ανωτέρω) έγινε για πρώτη φορά ενώπιον του Πρωτοδικείου.

22      Συναφώς, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι με την ασκηθείσα ενώπιον του Πρωτοδικείου προσφυγή επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ, υπό την έννοια του άρθρου 63 του κανονισμού 40/94. Επομένως, δεν απόκειται στο Πρωτοδικείο να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά υπό το πρίσμα των αποδεικτικών στοιχείων που για πρώτη φορά προσκομίζονται ενώπιόν του. Πράγματι, η αποδοχή των αποδεικτικών αυτών στοιχείων είναι αντίθετη προς το άρθρο 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, σύμφωνα με το οποίο τα υπομνήματα των διαδίκων δεν μπορούν να τροποποιήσουν το αντικείμενο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς [απόφαση του Πρωτοδικείου της 6ης Μαρτίου 2003, T‑128/01, DaimlerChrysler κατά ΓΕΕΑ (Calandre), Συλλογή 2003, σ. II‑701, σκέψη 18].

23      Επιβάλλεται επομένως η διαπίστωση ότι η παρεμβαίνουσα και η προσφεύγουσα δεν μπορούν να επικαλεσθούν τις εν λόγω διατάξεις ως αποδεικτικά στοιχεία για τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υποθέσεως.

24      Πρέπει ωστόσο να διευκρινιστεί ότι δεν μπορεί να απαγορεύεται ούτε στους διαδίκους ούτε στο Πρωτοδικείο να λαμβάνουν υπόψη, κατά την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, στοιχεία αντλούμενα από τη νομολογία των κοινοτικών, των εθνικών ή των διεθνών δικαστηρίων. Η υπομνησθείσα με την ανωτέρω σκέψη 22 νομολογία δεν αφορά αυτή τη δυνατότητα παραπομπής σε αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων, δεδομένου ότι δεν προσάπτεται στο τμήμα προσφυγών ότι παρέλειψε να λάβει υπόψη του πραγματικά στοιχεία αντλούμενα από συγκεκριμένη απόφαση εθνικού δικαστηρίου, αλλά ότι παρέβη μια διάταξη του κανονισμού 40/94, οπότε γίνεται επίκληση της εθνικής νομολογίας προς στήριξη αυτού του λόγου ακυρώσεως [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 24ης Νοεμβρίου 2005, T‑346/04, Sadas κατά ΓΕΕΑ – LTJ Diffusion (ARTHUR ET FELICIE), Συλλογή 2005, σ. II‑4891, σκέψη 20· της 8ης Δεκεμβρίου 2005, T‑29/04, Castellblanch κατά ΓΕΕΑ ‑ Champagne Roederer (CRISTAL CASTELLBLANCH), Συλλογή 2005, σ. II‑5309, σκέψη 16, και της 12ης Ιουλίου 2006, T‑277/04, Vitakraft-Werke Wührmann κατά ΓΕΕΑ – Johnson’s Veterinary Products (VITACOAT), Συλλογή 2006, σ. II‑2211, σκέψη 71].

25      Κατά συνέπεια, οι διατάξεις του γερμανικού και του ουγγρικού δικαστηρίου που κατατέθηκαν από την παρεμβαίνουσα και την προσφεύγουσα, αντιστοίχως, είναι παραδεκτές στο μέτρο που μπορούν να φανούν χρήσιμες, εν προκειμένω, για τους σκοπούς της ερμηνείας του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94.

 Επί της ουσίας

26      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει ένα μόνο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94. Ο λόγος αυτός αποτελείται από δύο σκέλη εκ των οποίων το πρώτο αντλείται από εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 και το δεύτερο από εσφαλμένη εκτίμηση του αντικειμένου του επίμαχου σήματος.

 Επί του πρώτου σκέλους, που αντλείται από εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94

 Επιχειρήματα των διαδίκων

27      Η προσφεύγουσα θεωρεί, πρώτον, ότι από το γράμμα του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν προκύπτει ότι το άρθρο αυτό έχει ως σκοπό να αποκλείσει από την καταχώριση ως σημάτων τα λειτουργικά σχήματα αυτά καθεαυτά, αλλά μόνον τα σημεία που αποτελούνται «αποκλειστικά» από το σχήμα των προϊόντων που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος. Έτσι, για να εμπίπτει στη διάταξη αυτή, το σχήμα πρέπει να στερείται μη λειτουργικών χαρακτηριστικών και η εξωτερική του εμφάνιση να μη μπορεί να μεταβληθεί ως προς τα διακριτικά της χαρακτηριστικά χωρίς να χάνεται η λειτουργικότητά της.

28      Δεύτερον, η προσφεύγουσα υπογραμμίζει ότι από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 προκύπτει ότι ένα σχήμα που δεν προσκρούει σε απόλυτο λόγο απαραδέκτου που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή πρέπει επιπλέον να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄ έως δ΄, του εν λόγω κανονισμού. Από τη νομολογία προκύπτει ότι τα σχήματα του προϊόντος μπορούν να καταχωριστούν μόνον εάν έχουν αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα και η προϋπόθεση αυτή σπανίως μόνον πληρούται. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να ερμηνευθεί διασταλτικώς το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 για να προστατευθεί το δημόσιο συμφέρον της διαθεσιμότητας σχημάτων ούτε για να εμποδιστεί η μονοπώληση των χαρακτηριστικών των προϊόντων. Κατά συνέπεια η διάταξη αυτή δεν αποσκοπεί στην προστασία της διαθεσιμότητας σχημάτων ούτε στο να εμποδίσει τη μονοπώληση των χαρακτηριστικών των προϊόντων. Αποσκοπεί απλώς στο να διατηρήσει ελεύθερες τεχνικές λύσεις για τους ανταγωνιστές.

29      Τρίτον, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι, σύμφωνα με την απόφαση Philips, σκοπός του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν είναι να εξαιρεθούν από την προστασία των σημάτων τα λειτουργικά σχήματα καθεαυτά, αλλά μόνον τα λειτουργικά σχήματα των οποίων η προστασία θα δημιουργούσε μονοπώλιο επί των τεχνικών λύσεων ή επί των πρακτικής φύσεως χαρακτηριστικών του σχήματος που ενδέχεται να αναζητήσουν οι καταναλωτές στα προϊόντα των ανταγωνιστών. Όπως προκύπτει εξάλλου από την απόφαση Philips, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα, η διάταξη αυτή δεν έχει σκοπό να εμποδίσει την καταχώριση σχημάτων που δεν έχουν καμία αυθαίρετη προσθήκη, χωρίς λειτουργικό σκοπό. Τούτο ισχύει επίσης για την εκτίμηση της λειτουργικότητας.

30      Συνεπώς, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν εμποδίζει να τύχουν της προστασίας του σήματος όλα τα «βιομηχανικά σχέδια». Τα σχέδια αυτά μπορούν να καταχωριστούν ως σήματα ακόμη και αν αποτελούνται αποκλειστικά από στοιχεία που έχουν μια λειτουργία. Το καθοριστικό ζήτημα είναι αν η προστασία των σημάτων δημιουργεί μονοπώλιο επί των τεχνικών λύσεων ή των πρακτικής φύσεως χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος ή αν οι ανταγωνιστές είναι αρκούντως ελεύθεροι να εφαρμόσουν την ίδια τεχνική λύση και να χρησιμοποιήσουν τα ίδια χαρακτηριστικά. Κατά την προσφεύγουσα, η διαπίστωση του αιτούντος δικαστηρίου για τον κίνδυνο δημιουργίας μονοπωλίου λόγω της μη διαθεσιμότητας εναλλακτικών σχημάτων οδήγησε το Δικαστήριο να αποφανθεί, με την απόφαση Philips, ότι δεν μπορούν να υποδεικνύονται στους ανταγωνιστές άλλες «τεχνικές λύσεις».

31      Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο δεν θα είχε αποφανθεί, με τη σκέψη 84 της αποφάσεως Philips, ότι όλα τα εναλλακτικά σχήματα ήσαν αλυσιτελή. Θα είχε κρίνει ότι, εφόσον αποδεικνύεται ότι τα ουσιώδη λειτουργικά χαρακτηριστικά του σχήματος αυτού συνδέονται αποκλειστικά με τη «τεχνική λύση», το γεγονός ότι το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί επίσης να επιτευχθεί με άλλα σχήματα που χρησιμοποιούν διαφορετικές «τεχνικές λύσεις» δεν σημαίνει ότι το σήμα μπορεί να καταχωριστεί. Στην πραγματικότητα, η ύπαρξη ή όχι εναλλακτικών σχημάτων λειτουργικώς ισοδύναμων που χρησιμοποιούν την ίδια «τεχνική λύση» αποτελεί το μοναδικό κριτήριο για να καθοριστεί αν η προστασία του σήματος θα δημιουργήσει μονοπώλιο, γεγονός που αναγνωρίζεται και από την αμερικανική θεωρία περί λειτουργικότητας.

32      Συναφώς, η προσφεύγουσα υπογραμμίζει ότι, στην απόφαση Philips, το Δικαστήριο χρησιμοποίησε τον όρο «τεχνική λύση» για να αναφερθεί στον σκοπό της παρεμπόδισης της δημιουργίας μονοπωλίου, ενώ χρησιμοποίησε τον όρο «τεχνικό αποτέλεσμα» για να αναφερθεί σε άλλα σχήματα. Συγκεκριμένα, οι όροι αυτοί δηλώνουν, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, διαφορετικές έννοιες, δεδομένου ότι ένα «τεχνικό αποτέλεσμα» μπορεί να επιτευχθεί με διαφορετικές «τεχνικές λύσεις». Έτσι, το Δικαστήριο απέκλεισε τη δυνατότητα να υποδεικνύονται στους ανταγωνιστές διαφορετικές τεχνικές λύσεις που έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, ενώ η ύπαρξη εναλλακτικών σχημάτων για την εφαρμογή της ίδιας τεχνικής λύσης αποδεικνύει ότι δεν υφίστανται κίνδυνοι δημιουργίας μονοπωλίου.

33      Η διάκριση αυτή είναι αντίστοιχη με την ορολογία του δικαίου των ευρεσιτεχνιών, δεδομένου ότι ο όρος «τεχνική λύση» είναι συνώνυμος του όρου «εφεύρεση κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας», που καθορίζει την έκταση της προστασίας του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και καθιστά εφικτή την επίτευξη «τεχνικού αποτελέσματος». Το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί επίσης να επιτευχθεί νόμιμα, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, μέσω άλλων κατοχυρωμένων με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εφευρέσεων, ενώ εναλλακτικά σχήματα που εφαρμόζουν την ίδια «τεχνική λύση» θα προσέβαλλαν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Αντιθέτως, τα ίδια εναλλακτικά σχήματα δεν προσβάλλουν, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, το σήμα που προστατεύει συγκεκριμένα σχέδια ίδιας «τεχνικής λύσης», υπό την προϋπόθεση ότι οι διαφορές μεταξύ των σχεδίων καθιστούν εφικτό στους καταναλωτές να διακρίνουν τα προϊόντα. Έτσι, η προστασία των σημάτων δεν οδηγεί σε μόνιμο τεχνικό μονοπώλιο, αλλά παρέχει τη δυνατότητα στους ανταγωνιστές του δικαιούχου του δικαιώματος να εφαρμόσουν την ίδια «τεχνική λύση».

34      Τέταρτον, από την ιστορική ερμηνεία προκύπτει, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, ότι το Συμβούλιο παρέθεσε, με τη διατύπωση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, τις λέξεις «αποκλειστικά» και «απαραίτητο» για να αποκλείσει τη πιθανότητα να επωφεληθεί ο ανταγωνιστής από τη φήμη ενός αναγνωρίσιμου σχήματος που έχει σημαντική τεχνική συνέπεια, δεδομένου ότι η καταχώρισή του ως σήματος δεν αποκλείεται αν το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω άλλων σχημάτων.

35      ΤΟ ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα εκτιμούν ότι η προτεινόμενη από την προσφεύγουσα ερμηνεία έρχεται σε αντίθεση με την απόφαση Philips, δεδομένου ότι το Δικαστήριο έκρινε ότι η απαγόρευση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 περιλαμβάνει όλα τα ουσιωδώς λειτουργικά σχήματα που συνδέονται με το τεχνικό αποτέλεσμα.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

36      Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, «[δ]εν γίνονται δεκτά για καταχώριση […] τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά […] από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος». Ομοίως, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, δεύτερη περίπτωση, της πρώτης οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1, στο εξής: οδηγία), «[δ]εν καταχωρίζονται ή, εάν έχουν καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθούν άκυρα […] τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά […] από το σχήμα του προϊόντος που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος».

37      Εν προκειμένω, πρέπει να τονιστεί ότι, κατ’ ουσίαν, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι, κρίνοντας ότι η ύπαρξη λειτουργικώς ισοδύναμων εναλλακτικών σχημάτων που χρησιμοποιούν την ίδια τεχνική λύση είναι αλυσιτελής για τους σκοπούς της εφαρμογής της διατάξεως αυτής, δεν έλαβε υπόψη του το περιεχόμενο του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, και ιδίως τις λέξεις «αποκλειστικά» και «απαραίτητο».

38      Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, πρώτον, ότι η λέξη «αποκλειστικά», που υπάρχει τόσο στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 όσο και στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας, πρέπει να γίνει αντιληπτή υπό το φως της φράσεως «ουσιώδη χαρακτηριστικά που αντιστοιχούν σε μια τεχνική λειτουργία», που χρησιμοποιείται στις σκέψεις 79, 80 και 83 της αποφάσεως Philips. Από τη φράση αυτή προκύπτει πράγματι ότι η προσθήκη μη ουσιωδών χαρακτηριστικών που δεν αντιστοιχούν σε μια τεχνική λειτουργία δεν συνεπάγεται ότι το σχήμα δεν προσκρούει στον απόλυτο λόγο απαραδέκτου εάν όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του εν λόγω σχήματος αντιστοιχούν σε μια τέτοια λειτουργία. Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ανέλυσε τη λειτουργικότητα του εν λόγω σχήματος σε σχέση με τα χαρακτηριστικά που θεώρησε ουσιώδη. Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το τμήμα προσφυγών ερμήνευσε ορθώς τη λέξη «αποκλειστικά».

39      Δεύτερον, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 81 και 83 της αποφάσεως Philips, η φράση «που είναι απαραίτητο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος», η οποία συναντάται τόσο στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 όσο και στο άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, δεύτερη περίπτωση, της οδηγίας, δεν σημαίνει ότι αυτός ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου εφαρμόζεται μόνον όταν το επίμαχο σχήμα είναι το μόνο που καθιστά εφικτή την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έκρινε, με τη σκέψη 81, ότι «η ύπαρξη άλλων σχημάτων που καθιστούν δυνατή την επίτευξη του ίδιου τεχνικού αποτελέσματος δεν είναι ικανή να εμποδίσει την εφαρμογή του λόγου απαραδέκτου» και, με τη σκέψη 83, ότι «η καταχώριση σημείου που αποτελείται από [το εν λόγω σχήμα αποκλείεται], έστω και αν το οικείο τεχνικό αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με άλλα σχήματα». Επομένως, για να εφαρμοστεί αυτός ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου, αρκεί τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του σχήματος να συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά που είναι τεχνικώς αιτιώδη και επαρκή για την επίτευξη του επιδιωκόμενου τεχνικού αποτελέσματος, οπότε μπορούν να συνδεθούν με το τεχνικό αποτέλεσμα. Προκύπτει επομένως ότι δεν ήταν εσφαλμένη η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι η λέξη «απαραίτητο» σημαίνει ότι το σχήμα είναι αναγκαίο για την επίτευξη ενός τεχνικού αποτελέσματος, ακόμη και αν το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί και με άλλα σχήματα.

40      Τρίτον, πρέπει να τονιστεί ότι, αντίθετα προς όσα ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, το Δικαστήριο θεώρησε, με τις σκέψεις 81 και 83 της αποφάσεως Philips, ότι δεν ήταν λυσιτελής η ύπαρξη «άλλων σχημάτων που καθιστούν δυνατή την επίτευξη του ίδιου τεχνικού αποτελέσματος», χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των σχημάτων που χρησιμοποιούν άλλη «τεχνική λύση» από εκείνα που χρησιμοποιούν την ίδια «τεχνική λύση».

41      Περαιτέρω, σύμφωνα με το Δικαστήριο, σκοπός του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, της οδηγίας είναι «η αποφυγή του ενδεχομένου να καταλήγει η προστασία του δικαιώματος του σήματος στην υπέρ του δικαιούχου δημιουργία μονοπωλίου όσον αφορά τα […] πρακτικής φύσεως χαρακτηριστικά ενός προϊόντος» και «η αποφυγή του ενδεχομένου να [εμποδίσει] η προστασία την οποία παρέχει το δικαίωμα του σήματος [τους ανταγωνιστές] να προσφέρουν ελεύθερα στην αγορά προϊόντα τα οποία ενσωματώνουν […] τα ως άνω πρακτικής φύσεως χαρακτηριστικά, ανταγωνιζόμενοι τον δικαιούχο του σήματος» (σκέψη 78 της αποφάσεως Philips). Πάντως, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο τα πρακτικής φύσεως χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, τα οποία, σύμφωνα με το Δικαστήριο, πρέπει να τεθούν στη διάθεση των ανταγωνιστών, να αποτελούν ειδικά χαρακτηριστικά συγκεκριμένου σχήματος.

42      Επιπλέον, το Δικαστήριο υπογράμμισε, με τη σκέψη 80 της αποφάσεως Philips, ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, της οδηγίας «επιδιώκει ένα σκοπό γενικού συμφέροντος, που επιβάλλει να μπορεί ένα σχήμα του οποίου τα ουσιώδη χαρακτηριστικά αντιστοιχούν προς κάποια τεχνική λειτουργία […] να χρησιμοποιείται ελεύθερα από όλους». Ο σκοπός αυτός δεν αφορά επομένως μόνον την τεχνική λύση που ενσωματώνεται σε ένα τέτοιο σχήμα, αλλά το ίδιο το σχήμα και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του. Εφόσον αυτό καθαυτό το σχήμα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιείται ελεύθερα, η διάκριση που υποστηρίζει η προσφεύγουσα δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

43      Από όλα τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 απαγορεύει την καταχώριση κάθε σχήματος που αποτελείται, κατά τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του, από το σχήμα του προϊόντος που είναι τεχνικώς αιτιώδες και επαρκές για την επίτευξη του επιδιωκόμενου τεχνικού αποτελέσματος, ακόμη και αν το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί και με άλλα σχήματα που χρησιμοποιούν την ίδια ή άλλη τεχνική αρχή.

44      Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94.

45      Το συμπέρασμα αυτό δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση από τα λοιπά επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα.

46      Πρώτον, στο μέτρο που η προσφεύγουσα προβάλλει ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν πρέπει να ερμηνευθεί διασταλτικώς διότι το σχήμα του προϊόντος σπανίως θα πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και του άρθρου 7, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί οι λόγοι απαραδέκτου επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς και ότι η εφαρμογή τους προϋποθέτει τη συνδρομή διαφορετικών προϋποθέσεων. Επομένως, καθεμία από αυτές πρέπει, όπως επισήμανε το Δικαστήριο με τη σκέψη 77 της αποφάσεως Philips, να ερμηνευθεί υπό το φως του σκοπού γενικού συμφέροντος στον οποίο στηρίζεται και όχι σε σχέση με τα ενδεχόμενα πρακτικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή άλλων λόγων. Συνεπώς, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί.

47      Δεύτερον, όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ του δικαίου των σημάτων και του δικαίου των ευρεσιτεχνιών, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η διαφορά αυτή στηρίζεται στη διάκριση μεταξύ των σχημάτων που ενσωματώνουν την ίδια τεχνική λύση και αυτών που ενσωματώνουν άλλες τεχνικές λύσεις (βλ. σκέψη 33 ανωτέρω). Πάντως, με τις σκέψεις 40 έως 43 ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι δεν μπορεί να γίνει μια τέτοια διάκριση. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί και το επιχείρημα αυτό.

48      Τρίτον, πρέπει να σημειωθεί ότι το επιχείρημα που αντλείται από το ιστορικό της θεσπίσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 προβλήθηκε στη διαδικασία που οδήγησε στην απόφαση Philips, χωρίς ωστόσο να επηρεάσει την ανάλυση του Δικαστηρίου, και αντικρούστηκε, εξάλλου, από τον γενικό εισαγγελέα M. Ruiz-Jarabo Colomer στο σημείο 41 των προτάσεών του στην υπόθεση εκείνη (Συλλογή, σ. I-5475). Επομένως, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί.

49      Κατόπιν όλων των ανωτέρω, το πρώτο σκέλος του λόγου ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δευτέρου σκέλους, που αντλείται από εσφαλμένη εκτίμηση του αντικειμένου του επίμαχου σήματος

50      Στο πλαίσιο του δεύτερου σκέλους, η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, τρεις αιτιάσεις που αντλούνται, η πρώτη, από τον μη προσδιορισμό των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σήματος, η δεύτερη, από εσφαλμένη εκτίμηση του λειτουργικού χαρακτήρα των ουσιωδών χαρακτηριστικών του εν λόγω σήματος και, η τρίτη, από εσφαλμένη συνεκτίμηση αποφάσεως εθνικού δικαστηρίου. Η πρώτη και η δεύτερη αιτίαση πρέπει να εξεταστούν από κοινού.

 Επί της πρώτης και της δεύτερης αιτιάσεως, που αντλούνται από τον μη προσδιορισμό των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σήματος και από εσφαλμένη εκτίμηση του λειτουργικού χαρακτήρα των εν λόγω ουσιωδών χαρακτηριστικών

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

51      Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την αιτίαση που αντλείται από τον μη προσδιορισμό των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σήματος, η προσφεύγουσα προσάπτει, πρώτον, στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι παρέλειψε να προσδιορίσει τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του επίμαχου σχήματος, δηλαδή το σχέδιο και την αναλογία των προεξοχών. Θα έπρεπε να εξετάσει τη λειτουργικότητα του τούβλου Lego στο σύνολό του, περιλαμβάνοντας τα στοιχεία που δεν αφορούν τη ζητηθείσα προστασία, όπως την κοίλη πλευρά και τις βοηθητικές προεξοχές, αν και η προσφεύγουσα παρατήρησε ότι η αίτηση καταχωρίσεως κάλυπτε μόνον το ειδικό σχήμα της εξωτερικής επιφάνειας. Το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε έτσι υπόψη του το γεγονός ότι η αιτηθείσα καταχώριση σήματος επιτρέπει στην προσφεύγουσα να αντιταχθεί σε αιτήσεις καταχωρίσεως που αφορούν όμοια σε εμφάνιση τούβλα κατασκευών, αλλά όχι σε αιτήσεις καταχωρίσεως που αφορούν διαφορετικά σε εμφάνιση τούβλα, ανεξαρτήτως του αν εφαρμόζεται η ίδια τεχνική λύση ή όχι.

52      Δεύτερον, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι από την απόφαση Philips προκύπτει ότι τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του σχήματος πρέπει να καθορίζονται από την άποψη του ενδιαφερόμενου καταναλωτή και όχι από ειδικούς σύμφωνα με αμιγώς τεχνική ανάλυση, εφόσον πρέπει, λογικά, να προσδιοριστούν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά ενός σχήματος πριν εξεταστεί αν αυτά εξασφαλίζουν την τεχνική λειτουργία.

53      Η προσφεύγουσα υπογραμμίζει στη συνέχεια ότι, αν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του σχήματος είναι αμιγώς λειτουργικά, θα δημιουργηθεί ένα ανεπιθύμητο μονοπώλιο μιας τεχνικής λειτουργίας. Αντιθέτως, αν δεν είναι αμιγώς λειτουργικά, ιδίως διότι μπορούν να μεταβληθούν χωρίς να επηρεασθεί η τεχνική λύση, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν έχει εφαρμογή. Ωστόσο, το επίδικο σχήμα, για να μπορεί να καταχωριστεί ως σήμα, πρέπει επιπλέον να έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα, γεγονός που αποτελεί, κατά την προσφεύγουσα, προϋπόθεση που δύσκολα πληρούται.

54      Τρίτον, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι κατά τον προσδιορισμό των ουσιωδών χαρακτηριστικών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι υπάρχουσες αποδείξεις σχετικά με την αντίληψη που σχηματίζουν οι καταναλωτές. Εν προκειμένω, από πολλές έρευνες έχει αποδειχθεί ότι, κοιτάζοντας την άνω επιφάνεια του τούβλου Lego, μεγάλο μέρος των καταναλωτών την αναγνωρίζει ως συγκεκριμένης προέλευσης, λόγω του σχεδίου και των αναλογιών των προεξοχών. Από έρευνα που έγινε στη Γερμανία το 1991 αποδείχθηκε ότι οι καταναλωτές αντιλαμβάνονται τα λειτουργικά στοιχεία και διακρίνουν το τούβλο Lego από άλλα τούβλα παιχνιδιών, που λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο, λόγω του σχεδίου των προεξοχών. Μία δεύτερη έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2003 επιβεβαίωσε ότι ο τρόπος διάταξης των προεξοχών αποτελούσε διακριτικό στοιχείο.

55      Τέταρτον, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι δεν έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα αναφερόμενο στο άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94, ενώ η διάταξη αυτή ουδέποτε αποτέλεσε αντικείμενο της συζήτησης, η οποία αφορούσε το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του εν λόγω κανονισμού. Το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε υπόψη ότι τα ίδια πραγματικά περιστατικά και οι ίδιες αποδείξεις μπορούν να είναι λυσιτελείς, νομικώς, σε διαφορετικό πλαίσιο.

56      Όσον αφορά, στη συνέχεια, την αιτίαση που αντλείται από εσφαλμένη εκτίμηση του λειτουργικού χαρακτήρα των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σήματος, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε τη λειτουργικότητα των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος. Ανέλυσε το τούβλο στο σύνολό του, βασιζόμενο μόνο στις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που πρότεινε η παρεμβαίνουσα, αρνούμενο να εξετάσει την ύπαρξη εναλλακτικών σχημάτων που χρησιμοποιούν την ίδια τεχνική λύση και μη λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο και τις επιπτώσεις της προγενέστερης προστασίας σε θέματα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στην εκτίμηση της λειτουργικότητας ενός σχήματος.

57      Κατ’ αρχάς, όσον αφορά τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως, πρώτον, ότι στηρίχθηκε, χωρίς καμία κριτική ανάλυση, στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του M., που πρότεινε και χρηματοδότησε η παρεμβαίνουσα, και στις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης των P. και R. Πάντως, δεδομένου ότι η έκθεση πραγματογνωμοσύνης του M. αφορά τη λειτουργικότητα του τούβλου Lego στο σύνολό του, είναι αλυσιτελής για τον καθορισμό της λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος, δηλαδή το σχέδιο των προεξοχών. Περαιτέρω, οι δηλώσεις του P. είναι, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, αλυσιτελείς εν προκειμένω, διότι αφορούν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας Duplo και αναφέρονται αποκλειστικά στις «υποδοχές» που βρίσκονται στην κάτω πλευρά των τούβλων. Ομοίως, η εκτίμηση του R. ότι η κυλινδρική προεξοχή είναι περισσότερο λειτουργική από την εξαγωνική μπορεί να ισχύει σε άπειρες περιπτώσεις κυλινδρικών σχημάτων με πολύ διαφορετική εμφάνιση και όχι μόνο στο συγκεκριμένο σχέδιο του επίμαχου σήματος.

58      Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, αντίθετα προς την κρίση του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως, αντέκρουσε τους ισχυρισμούς του M. όσον αφορά τη λειτουργικότητα του σχεδίου των κυλινδρικών προεξοχών, ειδικότερα με πολλές εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης. Ωστόσο, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν ανέφερε αυτές τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης ούτε το γιατί είναι αξιόπιστη και λυσιτελής μόνον η έκθεση πραγματογνωμοσύνης του M. Αρνήθηκε επίσης την ύπαρξη κάθε αποδείξεως για την έλλειψη λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών του τούβλου Lego. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι αναφέρθηκε σε δικαστικές αποφάσεις που αντέκρουαν ότι το σχήμα του τούβλου Lego ήταν λειτουργικό και ότι προέβαλε επτά εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, των H., B.-W., R. και B., οι οποίες επιβεβαίωναν ότι το σχέδιο των προεξοχών δεν ήταν τεχνικώς λειτουργικό. Κατ’ αυτήν, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως έπρεπε να λάβει υπόψη όλες αυτές τις αποδείξεις και, παραλείποντας να το πράξει, προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας, δηλαδή το δικαίωμα ακροάσεως.

59      Τρίτον, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η άρνηση του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως να λάβει υπόψη τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που προσκόμισε είχε ως αποτέλεσμα εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ανεξάρτητου πραγματογνώμονα B.-W. προκύπτει ότι το σχήμα των προεξοχών της Lego δεν είναι τεχνικώς απαραίτητο, διότι πρόκειται απλώς για μία από τις άπειρες δυνατότητες εξασφάλισης της ιδανικής εφαρμογής μεταξύ δύο καινούργιων τούβλων της ίδιας σειράς μετά τη συναρμολόγησή τους και ότι υπάρχουν εναλλακτικές τεχνικές με τις οποίες θα μπορούσε επίσης να επιτελεσθεί η λειτουργία αυτή. Ομοίως, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, ο R. διευκρίνισε ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός σχεδίων διαφορετικών προεξοχών που είναι λειτουργικός, όσον αφορά το κόστος παραγωγής, την ποιότητα και την ασφάλεια, πλήρως ισοδύναμα με αυτά του τούβλου Lego και τα οποία μπορούν να είναι συμβατά με το τούβλο Lego. Οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης των B. και H. επιβεβαιώνουν, κατά την προσφεύγουσα, τη λειτουργική ισοδυναμία των εναλλακτικών σχεδίων και αποδεικνύουν ότι η συγκεκριμένη εικόνα του σχεδίου του τούβλου Lego φέρει ισχυρή ταυτότητα που αποτελείται κυρίως από τις σαφώς αναγνωριζόμενες προεξοχές.

60      Δεύτερον, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι θεώρησε ότι τα λειτουργικώς ισοδύναμα εναλλακτικά σχέδια που χρησιμοποιούν οι ανταγωνιστές της δεν ασκούν επιρροή, ενώ είναι σημαντικά για να καθοριστεί αν η προστασία ενός σχήματος μπορεί ή όχι να έχει ως αποτέλεσμα το μονοπώλιο μιας τεχνικής λύσης. Το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως αντιφάσκει, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, διότι διαπιστώνει ότι εξαιρούνται από την προστασία μόνον τα σχήματα που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση μιας λειτουργίας, ενώ εκτιμά ότι αυτό δεν σημαίνει ότι άλλα σχήματα δεν μπορούν επίσης να εκπληρώσουν την ίδια τεχνική λειτουργία.

61      Στην πραγματικότητα, κατά την προσφεύγουσα, το μοναδικό μέσο για να καθοριστεί αν τα ουσιώδη χαρακτηριστικά ενός σχήματος είναι λειτουργικά και μπορούν να δημιουργήσουν κίνδυνο μονοπωλίου σε περίπτωση προστασίας τους είναι να εξεταστούν τα εναλλακτικά σχέδια. Όλοι οι πραγματογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων αυτών στων οποίων τις γνώμες στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως, ακολουθούν αυτή τη συγκριτική προσέγγιση, ειδικότερα όσον αφορά τα εναλλακτικά σχέδια των προεξοχών. Κατά την προσφεύγουσα, από τη νομολογία ενός εφετείου των ΗΠΑ προκύπτει ότι τα εναλλακτικά σχέδια είναι λυσιτελή για την εκτίμηση της λειτουργικότητας ενός σχήματος.

62      Τέλος, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι το επιχείρημα ότι το μονοπώλιο της τεχνικής λύσης θα μπορούσε να επιτευχθεί με την καταχώριση του συνόλου των λειτουργικώς ισοδύναμων σχεδίων φανερώνει ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν ήταν βέβαιο ότι το επίμαχο σήμα θα δημιουργούσε πράγματι μονοπώλιο. Επιπλέον, το επιχείρημα αυτό θα μπορούσε να αντιταχθεί, κατά την προσφεύγουσα, σε κάθε αίτηση καταχωρίσεως σήματος για την οποία υπάρχει περιορισμένος μόνον αριθμός πιθανών συνδυασμών όπως, π.χ., οι συνδυασμοί των δύο γραμμάτων, οι οποίοι ωστόσο γίνονται δεκτοί από το ΓΕΕΑ. Εξάλλου, η προσφεύγουσα φρονεί ότι δεν είναι ρεαλιστικός ο ισχυρισμός ότι θα ήταν «εύκολη η καταχώριση όλων των πιθανών σχημάτων», διότι το σχήμα πρέπει να υπερβεί το εμπόδιο των λοιπών απόλυτων λόγων απαραδέκτου, το οποίο ελάχιστα τρισδιάστατα σημεία μπόρεσαν να υπερβούν μέσω της κτήσης διακριτικού χαρακτήρα.

63      Τρίτον, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε υπόψη κατά την εκτίμηση της λειτουργικότητας του σχήματος τις επιπτώσεις της προγενέστερης προστασίας του διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι το ίδιο αντικείμενο μπορεί να προστατεύεται από διαφορετικά δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

64      Πρώτον, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε υπόψη του ότι, κατά την αμερικανική νομοθεσία, το προγενέστερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν αποτελεί αμάχητο τεκμήριο της λειτουργικότητας των δημοσιοποιηθέντων χαρακτηριστικών, αλλά ότι πρόκειται για τεκμήριο που μπορεί να αντικρουστεί εάν αποδειχθεί η διαθεσιμότητα λειτουργικώς ισοδύναμων σχεδίων. Επιπλέον, η νομολογία αυτή αναφέρεται στα χαρακτηριστικά των οποίων ζητήθηκε η κατοχύρωση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και όχι στα δημοσιοποιηθέντα χαρακτηριστικά, γεγονός που δεν έλαβε υπόψη του το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως. Τέλος, στο ευρωπαϊκό δίκαιο σημάτων δεν υπάρχει μία τέτοια θεωρία περί λειτουργικότητας όπως αυτή που εφαρμόζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

65      Δεύτερον, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε υπόψη ότι τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του επίμαχου σήματος, οι κυλινδρικές προεξοχές, δεν αποτελούν εφεύρεση που μπορεί να κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και ουδέποτε κατοχυρώθηκαν με τέτοιο δίπλωμα. Κατ’ αυτήν, πρόκειται για έναν ειδικό μηχανισμό συναρμολόγησης τούβλων κατασκευών που δεν εξαρτάται από ένα ειδικό σχέδιο προεξοχών του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Τούτο αποδεικνύει, αφενός, ότι το σχέδιο των προεξοχών δεν ασκεί επιρροή στη λειτουργικότητα ενός τούβλου για παιχνίδια κατασκευών και, αφετέρου, ότι τα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ουδέποτε εμπόδισαν τους τρίτους να χρησιμοποιήσουν ένα συγκεκριμένο σχήμα προεξοχών. Πάντως, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν εξέτασε τα πραγματικά περιστατικά και τα επιχειρήματα που προέβαλε συναφώς η προσφεύγουσα.

66      Τρίτον, το γεγονός ότι τα «κυλινδρικά» βύσματα έχουν περιγραφεί στα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ως η προτιμώμενη αναπαράσταση των προεξοχών δεν σημαίνει, κατά την προσφεύγουσα, ότι η τεχνική λύση μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τέτοια βύσματα, ούτε ότι το σχέδιο των προεξοχών είναι λειτουργικό. Εξάλλου, ο τεχνικός όρος «κυλινδρικός» αναφέρεται σε άπειρο αριθμό κυλινδρικών σχημάτων διαφορετικών μορφών. Έτσι, δεν υπήρξε ποτέ μονοπώλιο όσον αφορά διπλώματα ευρεσιτεχνίας που χορηγήθηκαν για «κυλινδρικά» βύσματα.

67      Τέταρτον, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, ένα τούβλο κατασκευών με παρόμοια οπτική εμφάνιση μπορεί να προσβάλει τα δικαιώματα του τούβλου Lego που απορρέουν από το σήμα, αλλά δεν προσβάλλει το προγενέστερο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εάν εφαρμόζει διαφορετική τεχνική λύση. Αντιθέτως, εναλλακτικά σχήματα μπορούν να προσβάλουν τα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αλλά δεν προσβάλλουν το επίμαχο σήμα, εάν διακρίνονται από την άνω επιφάνειά τους. Προκύπτει επομένως, κατά την προσφεύγουσα, ότι το επίμαχο σήμα δεν παρέχει αποκλειστικά δικαιώματα σε μία τεχνική λύση και δεν παρατείνει την προστασία των προγενέστερων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Το γεγονός ότι πολλοί ανταγωνιστές διέθεσαν στην αγορά τούβλα διαφορετικής εμφάνισης εφαρμόζοντας την ίδια τεχνική λύση αποδεικνύει ότι ο ανταγωνισμός δεν θίγεται από τα αποκλειστικά δικαιώματα της προσφεύγουσας.

68      Τέταρτον, η προσφεύγουσα υπογραμμίζει ότι δεν δημιουργείται μονοπώλιο μιας τεχνικής λύσης λόγω της προστασίας ως σήματος του εν λόγω σχήματος, δεδομένου ότι η ίδια τεχνική λύση μπορεί να επιτευχθεί με άπειρα διαφορετικά σχήματα τα οποία είναι αναγνωρίσιμα από τους καταναλωτές. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να αντιγράψουν οι ανταγωνιστές, προκειμένου να εφαρμόσουν την ίδια τεχνική λύση, το σχήμα του τούβλου Lego, που είναι, ως παράγων φήμης, οικονομικά ελκυστικό για τις άλλες επιχειρήσεις. Πάντως, το οικονομικό αυτό συμφέρον δεν προστατεύεται, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, το οποίο δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω διότι δεν υφίσταται θέμα μονοπωλίου.

69      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

–       Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

70      Πρώτον, στον βαθμό που η προσφεύγουσα προβάλλει ότι ο προσδιορισμός των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την αντίληψη του καταναλωτή και ότι η ανάλυση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις έρευνες επί των καταναλωτών, πρέπει να τονιστεί ότι ο προσδιορισμός αυτός γίνεται, στο πλαίσιο του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, με τον συγκεκριμένο σκοπό να καταστεί δυνατή η εξέταση της λειτουργικότητας του επίμαχου σχήματος. Πάντως, η αντίληψη του καταναλωτή προς τον οποίο απευθύνεται είναι αλυσιτελής για την ανάλυση της λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών ενός σχήματος. Συγκεκριμένα, ο καταναλωτής προς τον οποίο απευθύνεται μπορεί να μη διαθέτει τις αναγκαίες τεχνικές γνώσεις για την εκτίμηση των ουσιωδών χαρακτηριστικών ενός σχήματος, οπότε ορισμένα χαρακτηριστικά μπορεί να είναι ουσιώδη κατά τη δική του άποψη, ενώ δεν είναι στο πλαίσιο μιας ανάλυσης της λειτουργικότητας, και αντιθέτως. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα ουσιώδη χαρακτηριστικά ενός σχήματος πρέπει να προσδιοριστούν, για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, αντικειμενικά, σύμφωνα με τη γραφική παράστασή του και τις πιθανές περιγραφές που κατατέθηκαν κατά την υποβολή της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος.

71      Εξάλλου, όπως προκύπτει από όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η προσφεύγουσα εσφαλμένως προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι δεν έλαβε υπόψη το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, (που αφορά τη λειτουργικότητα του σχήματος) και του άρθρου 7, παράγραφος 3 (που αφορά την κτήση του διακριτικού χαρακτήρα του), του κανονισμού 40/94, αντίστοιχα, και ότι αβασίμως υποστηρίζει ότι οι έρευνες επί των καταναλωτών είναι λυσιτελείς στις δύο περιπτώσεις.

72      Δεύτερον, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι παρέλειψε να προσδιορίσει τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του επίμαχου σχήματος και ότι αντί να εξετάσει το επίμαχο σχήμα εξέτασε το τούβλο Lego στο σύνολό του, περιλαμβάνοντας στην ανάλυσή του μη ορατά στοιχεία όπως η κάτω κοίλη πλευρά και οι βοηθητικές προεξοχές.

73      Συναφώς, πρέπει να παρατηρηθεί ότι από τη νομολογία προκύπτει ότι αντικείμενο της εξετάσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως πρέπει να αποτελέσει αποκλειστικά το παρατιθέμενο στη σκέψη 2, ανωτέρω, σχήμα [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 30ής Νοεμβρίου 2005, T‑12/04, Almdudler-Limonade κατά ΓΕΕΑ (Μορφή φιάλης αναψυκτικού), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 42 έως 45· της 17ης Ιανουαρίου 2006, T‑398/04, Henkel κατά ΓΕΕΑ (Παραλληλόγραμμη ταμπλέτα χρώματος κόκκινου και λευκού έχουσα στο κέντρο ένα μπλε ωοειδές σφαιρίδιο), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 25, και της 31ης Μαΐου 2006, T‑15/05, De Waele κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα ενός λουκάνικου), Συλλογή 2006, σ. II‑1511, σκέψη 36]. Συγκεκριμένα, η γραφική παράσταση που έχει ως λειτουργία τον προσδιορισμό του σήματος πρέπει να είναι πλήρης καθεαυτή, ώστε να καθορίζεται με σαφήνεια το ακριβές αντικείμενο της προστασίας που παρέχει το καταχωρισμένο σήμα στον δικαιούχο του (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Δεκεμβρίου 2002, C‑273/00, Sieckmann, Συλλογή 2002, σ. I‑11737, σκέψεις 48 και 50 έως 52). Εν προκειμένω, δεδομένου, αφενός, ότι η προσφεύγουσα περιέγραψε το επίμαχο σχήμα, κατά την κατάθεση της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος, μόνο μέσω της γραφικής παράστασης που παρατίθεται στη σκέψη 2 ανωτέρω και, αφετέρου, ότι κάθε μεταγενέστερη περιγραφή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Μορφή φιάλης αναψυκτικού, σκέψη 42), τα ουσιώδη χαρακτηριστικά πρέπει να προσδιοριστούν αποκλειστικά βάσει της παράστασης αυτής.

74      Πάντως, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 38, 39, 42, 54, 55 και 61 έως 63 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως εξέτασε πράγματι το τούβλο Lego στο σύνολό του και προσδιόρισε ιδίως, με τις σκέψεις 54 και 55 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, την κάτω κοίλη επιφάνεια και τις μη ορατές βοηθητικές προεξοχές στην παράσταση του επίμαχου σήματος ως ουσιώδη χαρακτηριστικά που αποτελούσαν αντικείμενο της εξετάσεως.

75      Ωστόσο, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ανάλυση αυτή περιλαμβάνει επίσης όλα τα ορατά στοιχεία της γραφικής παράστασης που παρατίθεται στη σκέψη 2, ανωτέρω, τα οποία επιτελούν το καθένα, σύμφωνα με το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως, ιδιαίτερες τεχνικές λειτουργίες, δηλαδή, σύμφωνα με τη σκέψη 54 της προσβαλλόμενης αποφάσεως: το ύψος και η διάμετρος των βασικών προεξοχών συντελούν στη δύναμη σύνδεσης μεταξύ των τούβλων, ο αριθμός τους συντελεί στη πολυλειτουργικότητα της συναρμολόγησης και η διάταξή τους στους τρόπους συναρμολόγησης· οι πλευρές συντελούν στη σύνδεση με τις πλευρές άλλων τούβλων για την κατασκευή ενός τοίχου· το συνολικό σχήμα του τούβλου κατασκευής και, τέλος, το μέγεθός του, επιτρέπουν σε ένα παιδί να το κρατήσει στο χέρι. Επιβάλλεται επίσης η διαπίστωση ότι από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η ακρίβεια του προσδιορισμού των χαρακτηριστικών αυτών ως αποτελούντων τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του επίμαχου σχήματος.

76      Πάντως, εφόσον το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως προσδιόρισε ορθώς όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του επίμαχου σχήματος, το ότι έλαβε επίσης υπόψη του και άλλα χαρακτηριστικά δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της προσβαλλόμενης αποφάσεως.

77      Κατά συνέπεια, η πρώτη αιτίαση πρέπει να απορριφθεί.

78      Όσον αφορά τη δεύτερη αιτίαση, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ουδόλως αποκλείεται, στο πλαίσιο της ανάλυσης της λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών που προσδιορίστηκαν με τον τρόπο αυτό, να μπορεί το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως να λάβει υπόψη του μη ορατά στοιχεία του τούβλου Lego, όπως η κοίλη κάτω επιφάνεια και οι βοηθητικές προεξοχές, καθώς και κάθε άλλο λυσιτελές αποδεικτικό στοιχείο. Το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως αναφέρθηκε εν προκειμένω συναφώς στα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της προσφεύγουσας, στο γεγονός ότι η προσφεύγουσα αποδέχθηκε ότι τα διπλώματα αυτά περιγράφουν τα λειτουργικά στοιχεία του τούβλου Lego και στις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης των M., P. και R.

79      Συναφώς, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι έλαβε υπόψη, χωρίς κριτική ανάλυση, την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του M., η οποία αφορούσε το τούβλο Lego στο σύνολό του. Επισημαίνει επίσης ότι οι διαπιστώσεις του P. αφορούν το τούβλο Duplo και ότι οι διαπιστώσεις του R. αφορούν όλα τα κυλινδρικά σχήματα προεξοχών και όχι μόνον τα σχήματα του τούβλου Lego. Πάντως, πρέπει να επισημανθεί ότι οι P. και R. εξέθεσαν τις απόψεις τους ως προς τη λειτουργικότητα των κυλινδρικών προεξοχών και ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως αναφέρθηκε στις διαπιστώσεις αυτές ακριβώς για να στηρίξει την εκτίμησή του όσον αφορά τη λειτουργικότητα των βασικών κυλινδρικών βυσμάτων του επίμαχου σχήματος. Όσον αφορά την έκθεση πραγματογνωμοσύνης του M., αυτή βεβαίως παραγγέλθηκε και χρηματοδοτήθηκε από την παρεμβαίνουσα, αλλά τα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις του M. όσον αφορά τη λειτουργικότητα των χαρακτηριστικών του τούβλου Lego, όπως, εξάλλου, και οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που προσκόμισε η προσφεύγουσα. Εξάλλου, το γεγονός, το οποίο επισημαίνει η προσφεύγουσα, ότι οι αναλύσεις του M. αφορούν το τούβλο Lego στο σύνολό του δεν ασκεί επιρροή, εφόσον οι αναλύσεις αυτές περιλαμβάνουν την ανάλυση της λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος.

80      Από τα προαναφερθέντα προκύπτει επίσης ότι πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της προσφεύγουσας σύμφωνα με το οποίο η έλλειψη λειτουργικότητας των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σήματος έχει αποδειχθεί από τις δικές της εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης. Συγκεκριμένα, οι εκθέσεις των πραγματογνωμόνων και οι αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων που επικαλείται η προσφεύγουσα για να υποστηρίξει ότι τα εναλλακτικά σχήματα είναι λυσιτελή για να αποδειχθεί ότι το σημείο δεν είναι λειτουργικό αποδεικνύουν, κατ’ αυτήν, ότι το σχήμα του τούβλου Lego δεν είναι το μοναδικό σχήμα που καθιστά δυνατή την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος και δεν είναι επομένως τεχνικά απαραίτητο. Πάντως, διαπιστώθηκε, με τη σκέψη 43 ανωτέρω, ότι η εκτίμηση της λειτουργικότητας ενός σχήματος πρέπει να διενεργείται ανεξαρτήτως της υπάρξεως άλλων σχημάτων και, με τη σκέψη 39 ανωτέρω, ότι η λέξη «απαραίτητο» σημαίνει ότι το σχήμα πρέπει να συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά που είναι τεχνικώς επαρκή για την επίτευξη του εν λόγω αποτελέσματος.

81      Επομένως, πρέπει επίσης να απορριφθεί το επιχείρημα που αντλείται από προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως για τον λόγο ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν έλαβε υπόψη τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που προσκόμισε η προσφεύγουσα. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι το επιχείρημα που συνάγεται από αυτές τις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης βασίζεται στην εσφαλμένη διάκριση μεταξύ σχημάτων που ενσωματώνουν την ίδια τεχνική λύση και σχημάτων που ενσωματώνουν άλλες τεχνικές λύσεις, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν είχε υποχρέωση να κάνει μνεία των εκθέσεων αυτών με την προσβαλλόμενη απόφαση και παραλείποντας να το πράξει δεν προσέβαλε επομένως, εν πάση περιπτώσει, το δικαίωμα ακροάσεως της προσφεύγουσας.

82      Κατόπιν των ανωτέρω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι βάσιμα τα συμπεράσματα του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως με γνώμονα τη λειτουργικότητα των ουσιωδών χαρακτηριστικών του επίμαχου σχήματος.

83      Τα λοιπά επιχειρήματα της προσφεύγουσας δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τις ανωτέρω διαπιστώσεις.

84      Πρώτον, η προσφεύγουσα εκτιμά ως μη ρεαλιστικό, σε σχέση με τις απαιτήσεις που ισχύουν από τη νομολογία όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα, το επιχείρημα του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως σύμφωνα με το οποίο μονοπώλιο επί μιας τεχνικής λύσεως μπορεί να προκύψει μέσω της καταχωρίσεως όλων των σχημάτων που χρησιμοποιούν τη λύση αυτή. Πάντως, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι το Πρωτοδικείο πρέπει να θεωρήσει ότι η καταχώριση των σχημάτων αυτών είναι μη ρεαλιστική, τούτο δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τη διαπίστωση της λειτουργικότητας του επίμαχου σχήματος. Επομένως, το επιχείρημα της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί.

85      Δεύτερον, το αμάχητο ή όχι, στο αμερικανικό δίκαιο, του τεκμηρίου που προκύπτει από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρέπει επίσης να θεωρηθεί ως αλυσιτελές. Συγκεκριμένα, παραθέτοντας, με τη σκέψη 40 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, την αμερικανική νομολογία, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν στήριξε την ανάλυσή του για τη λειτουργικότητα του τούβλου Lego στον χαρακτήρα του τεκμηρίου αυτού ως αμάχητου. Στήριξε την ανάλυσή του, στην οποία προέβη με τις σκέψεις 41 έως 63 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, στην απόφαση Philips και έλαβε υπόψη του, με τις σκέψεις 42 έως 48 και 52 και 53 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, τα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ως έναν παράγοντα μεταξύ άλλων, χωρίς να θεωρήσει ότι επρόκειτο για αμάχητο τεκμήριο.

86      Τρίτον, πρέπει να επισημανθεί ότι είναι αλυσιτελή τα επιχειρήματα που αντλούνται, αφενός, από το γεγονός ότι η προστασία μιας τεχνικής λύσης βάσει διπλώματος ευρεσιτεχνίας δεν εμποδίζει την προστασία ενός σχήματος που ενσωματώνει τη λύση αυτή βάσει του δικαίου των σημάτων και, αφετέρου, από τη διαφορά μεταξύ του περιεχομένου των δύο αυτών διακριτών προστασιών. Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως αναγνώρισε την πραγματική αυτή κατάσταση με τη σκέψη 39 της προσβαλλόμενης αποφάσεως και δεν αναφέρθηκε, στη συνέχεια, στα προγενέστερα διπλώματα ευρεσιτεχνίας παρά μόνο για να επισημάνει τον λειτουργικό χαρακτήρα των ουσιωδών χαρακτηριστικών του τούβλου Lego.

87      Τέταρτον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι δεν είναι απαραίτητο για τους ανταγωνιστές της, προκειμένου να εφαρμόσουν την ίδια τεχνική λύση, να αντιγράψουν το σχήμα του τούβλου Lego και ότι, ελλείψει κινδύνου δημιουργίας μονοπωλίου, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε΄, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 δεν έχει εφαρμογή. Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό βασίζεται στην εσφαλμένη αντίληψη ότι η διαθεσιμότητα άλλων σχημάτων που ενσωματώνουν την ίδια τεχνική λύση αποδεικνύει έλλειψη λειτουργικότητας του επίμαχου σχήματος, ενώ, όπως υπογραμμίστηκε στη σκέψη 42 ανωτέρω, σύμφωνα με την απόφαση Philips, το λειτουργικό σχήμα καθεαυτό πρέπει να είναι διαθέσιμο σε όλους. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί.

88      Κατόπιν όλων των προεκτεθέντων, πρέπει να θεωρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ορθώς κατέληξε στη λειτουργικότητα του επίμαχου σήματος. Επομένως, η δεύτερη αιτίαση πρέπει να απορριφθεί.

 Επί της τρίτης αιτιάσεως, που αντλείται από την εσφαλμένη συνεκτίμηση της αποφάσεως εθνικού δικαστηρίου και από τη φερόμενη μεροληψία της προσβαλλόμενης αποφάσεως

–       Επιχειρήματα των διαδίκων

89      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ότι, αφενός, έλαβε υπόψη απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου του Καναδά και, αφετέρου, θεώρησε ως αλυσιτελή απόφαση του Rechtbank Breda (Πρωτοδικείο της Breda, Κάτω Χώρες). Πάντως, κατ’ αυτήν, οι δύο αυτές αποφάσεις αφορούσαν τη φερόμενη λειτουργικότητα του σχήματος του τούβλου Lego, εκδόθηκαν στο πλαίσιο αθέμιτου ανταγωνισμού και παραποίησης σήματος και αφορούσαν δουλική απομίμηση. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι το καναδικό δικαστήριο κατέληξε σε συμπέρασμα αντίθετο από αυτό του ολλανδικού δικαστηρίου. Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι η επιλεκτική συνεκτίμηση από το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως της αποφάσεως του Ανώτατου Δικαστηρίου του Καναδά και μόνον των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που συνηγορούσαν στο συμπέρασμά του αποδεικνύουν μεροληπτική προσέγγιση.

90      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

–       Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

91      Πρώτον, όσον αφορά τη μνεία του τμήματος προσφυγών μείζονος συνθέσεως σε απόφαση του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου του Καναδά και το γεγονός ότι δεν έλαβε υπόψη απόφαση εκδοθείσα στις Κάτω Χώρες, αρκεί η παρατήρηση ότι η ίδια η προσφεύγουσα αναγνωρίζει ότι οι αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων δεν ασκούν επιρροή στις αποφάσεις των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ. Συγκεκριμένα, το κοινοτικό καθεστώς σημάτων αποτελεί αυτόνομο σύστημα και η νομιμότητα των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών εκτιμάται αποκλειστικώς και μόνο βάσει αυτού του κανονισμού 40/94, όπως έχει ερμηνευθεί από τον κοινοτικό δικαστή [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Μαρτίου 2008, T‑128/07, Suez κατά ΓΕΕΑ (Delivering the essentials of life), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 32 και τη νομολογία που παρατίθεται εκεί]. Εξάλλου, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως δεν στήριξε την απόφασή του στην απόφαση του καναδικού δικαστηρίου, αλλά ότι, έχοντας καταλήξει στη λειτουργικότητα του τούβλου Lego, παρατήρησε ότι η ανάλυσή του επιβεβαιωνόταν από τη νομολογία πολλών εθνικών δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένης της αποφάσεως του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου του Καναδά.

92      Δεύτερον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα εσφαλμένως προσάπτει στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως μεροληπτική στάση. Συγκεκριμένα, αφενός, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως εξέθεσε, με τη σκέψη 65 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, τους λόγους για τους οποίους εκτιμούσε ότι η ολλανδική απόφαση ήταν αλυσιτελής. Αφετέρου, όπως προκύπτει από την ανάλυση στις σκέψεις 36 έως 50 ανωτέρω, το τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως ορθώς έκρινε ότι οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης που προσκόμισε η προσφεύγουσα ήσαν αλυσιτελείς, διότι όλες αφορούσαν τη διαθεσιμότητα άλλων σχημάτων που ενσωμάτωναν την ίδια τεχνική λύση. Εξάλλου, το ΓΕΕΑ ορθώς τονίζει ότι η υπό κρίση υπόθεση ανατέθηκε στο τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως, ότι η πρόεδρος του πρώτου τμήματος αντικαταστάθηκε από τον αναπληρωτή της κατόπιν αιτήσεως της προσφεύγουσας περί εξαιρέσεώς της και ότι το ΓΕΕΑ έλαβε ποικίλα άλλα μέτρα για την εξασφάλιση αμερόληπτης διαδικασίας.

93      Κατά συνέπεια, η αιτίαση αυτή πρέπει να απορριφθεί.

94      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

95      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με τα αιτήματα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη Lego Juris A/S στα δικαστικά έξοδα.

Martins Ribeiro

Παπασάββας

Dittrich

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 12 Νοεμβρίου 2008.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.