Language of document :

Προσφυγή της 2ας Αυγούστου 2013 – Companhia Previdente και Socitrel κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-409/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: COMPANHIA PREVIDENTE – Sociedade de Controle de Participações Financeiras, SA (Λισσαβώνα, Πορτογαλία) και SOCITREL – Sociedade Industrial de Trefilaria, SA (Trofa, Πορτογαλία) (εκπρόσωποι: D. Proença de Carvalho, J. Caimoto Duarte, F. Proença de Carvalho και T. Luísa Faria, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–    να κρίνει ότι τη προσφυγή είναι παραδεκτή και βάσιμη.

–    να ακυρώσει την απόφαση D/2013/048425 της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 24ης Μαΐου 2013, με την οποία απορρίφθηκε η μείωση, λόγω αδυναμίας πληρωμής, του προστίμου που επεβλήθη στην SOCITREL στο πλαίσιο της διαδικασίας παραβάσεως του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ, απόφαση με την οποία κρίθηκε επιπλέον ότι η COMPANHIA PREVIDENTE ευθύνεται εις ολόκληρον για την πληρωμή του.

–    να μειώσει το πρόστιμο των προσφευγουσών λαμβανομένης υπόψη της αδυναμίας τους να το καταβάλουν.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν δύο λόγους.

Ο πρώτος λόγος αφορά αθέτηση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως που υπέχει δυνάμει του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, καθόσον παρέλειψε να λάβει υπόψη τα δεδομένα που προσκόμισε ο όμιλος COMPANHIA PREVIDENTE σχετικά με την αδυναμία πληρωμής του συγκεκριμένου ομίλου.

Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι συντρέχει παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι δεν αιτιολογήθηκε δεόντως η απόρριψη της αιτήσεως περί μειώσεως του προστίμου λόγω αδυναμίας πληρωμής του, δεδομένου ότι δεν αναλύθηκαν ειδικώς οι απαιτήσεις που πρέπει να συντρέχουν, βάσει της πρακτικής που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τη λήψη αποφάσεων [και συγκεκριμένα δυνάμει της παραγράφου 35 των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού (ΕΚ) 1/20031 · στο εξής: «Κατευθυντήριες Γραμμές»], καθώς και σύμφωνα με τη νομολογία των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της αδυναμίας πληρωμής προστίμων, προκειμένου να μπορεί να χορηγηθεί μείωση του προστίμου στον συγκεκριμένο τομέα, ούτε εξετάσθηκαν δεόντως τα επιχειρήματα που προέβαλε η CP κατά την αντίστοιχη διαδικασία που κινήθηκε ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά την τήρηση των απαιτήσεων εκ μέρους του ομίλου COMPANHIA PREVIDENTE.

Ο δεύτερος λόγος αφορά εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, καθόσον δεν μειώθηκε το πρόστιμο λαμβανομένης υπόψη της αδυναμίας του ομίλου COMPANHIA PREVIDENTE να το καταβάλει.

Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε εσφαλμένη εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, εφόσον δεν αξιολογήθηκαν δεόντως όλα τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά ούτε εξετάσθηκαν επαρκώς τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η COMPANHIA PREVIDENTE στη αντίστοιχη διαδικασία αναθεωρήσεως του προστίμου λόγω αδυναμίας πληρωμής, δυνάμει του άρθρου 35 των Κατευθυντήριων Γραμμών, δεδομένου ότι παρέμεινε αμετάβλητο πρόστιμο υπερβαίνον κατά πολύ τις οικονομικές δυνατότητες του ομίλου COMPANHIA PREVIDENTE.

Οι προσφεύγουσες ζητούν επιπλέον να μειωθεί το πρόστιμο που επεβλήθη στην SOCITREL, δυνάμει του άρθρου 261 ΣΛΕΕ, λόγω της αδυναμίας της να το πληρώσει, πρόστιμο για την καταβολή του οποίου η COMPANHIA PREVIDENTE ευθύνεται εις ολόκληρον.

____________

1 ΕΕ 2006, C 210, σ. 2.