Language of document :

Προσφυγή της 6ης Σεπτεμβρίου 2013 – Systran κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-481/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Systran SA (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωπος: J. Hoss, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τις αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 2013 και της 21ης Αυγούστου 2013 που εξέδωσε είτε Ευρωπαϊκή Επιτροπή είτε η Ευρωπαϊκή Ένωση,

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Ένωση στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής, με τις οποίες αυτή απαιτεί, κατόπιν της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 18ης Απριλίου 2013, C-103/11 P, Systran και Systran Luxembourg κατά Επιτροπής, την καταβολή τόκων αποζημιώσεως, πλέον τόκων υπερημερίας, υπολογιζόμενων από τις 19 Αυγούστου 2013, επί του ποσού που η Επιτροπή είχε καταβάλει ως αποζημίωση στην προσφεύγουσα κατόπιν της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 2010, T­19/07, Systran και Systran Luxembourg κατά Επιτροπής (Συλλογή 2010, σ. II­6083), την οποία αναίρεσε το Δικαστήριο.

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους:

Ο πρώτος λόγος αντλείται από αναρμοδιότητα της Επιτροπής να εκδώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, κατά το μέτρο που η Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να απαιτεί αυτοδικαίως τόκους αποζημιώσεως, καθώς οι τόκοι αυτοί επιδικάζονται μόνο με δικαστική απόφαση, δεδομένου ότι αποσκοπούν στην αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε λόγω της παραλείψεως ενός συμβαλλομένου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η επιδίκαση τόκων αποζημιώσεως δεν εντάσσεται στην εκκαθάριση των οικονομικών συνεπειών αποφάσεως του Δικαστηρίου. Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παραβίαση των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης, όσον αφορά τόσο την καταβολή τόκων, όσο και τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι:η Επιτροπή παραβίασε τη γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης ή την κοινή για τα κράτη μέλη αρχή σχετικά με την καταβολή τόκων, καθώς αποφάσισε να απαιτήσει αυτοδικαίως τόκους αποζημιώσεως, χωρίς να έχει καταλογιστεί υπαιτιότητα στην προσφεύγουσα,η Επιτροπή παραβίασε τη γενική αρχή της απαγορεύσεως του αδικαιολόγητου πλουτισμού, επιβάλλοντας σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υποχρέωση μη προβλεπόμενη από τις Συνθήκες και, σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τον υπολογισμό του ποσού, απαιτώντας αυτοδικαίως κατ’ αποκοπή ποσό τόκων, προσαυξημένο κατά 2 % λόγω πληθωρισμού.Ο τρίτος λόγος αντλείται από κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Επιτροπής, κατά το μέτρο που δεν νομιμοποιείται να απαιτήσει τόκους αποζημιώσεως δυνάμει του άρθρου 299 ΣΛΕΕ, ελλείψει νομικής βάσεως από την οποία να αντλεί

τέτοια εξουσία και ελλείψει δικαστικής αποφάσεως που να υποχρεώνει την προσφεύγουσα στην καταβολή των τόκων αυτών.