Language of document : ECLI:EU:C:2022:711

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MACIEJ SZPUNAR

της 22ας Σεπτεμβρίου 2022 (1)

Υπόθεση C290/21

Staatlich genehmigte Gesellschaft der Autoren, Komponisten und Musikverleger Reg. Gen. mbH (AKM)

κατά

Canal+ Luxembourg Sàrl,

παρισταμένων των:

Tele 5 TM-TV GmbH,

Österreichische Rundfunksender GmbH & Co KG,

Seven.One Entertainment Group GmbH,

ProSiebenSat.1 PULS 4 GmbH

[αίτηση του Oberster Gerichtshof
(Ανωτάτου Δικαστηρίου, Αυστρία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά προς αυτή δικαιώματα – Δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και καλωδιακή αναμετάδοση – Οδηγία 93/83/ΕΟΚ – Άρθρο 1, παράγραφος 2 – Πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων – Μετάδοση προγραμμάτων σε άλλο κράτος μέλος – Τόπος τέλεσης της πράξης εκμετάλλευσης – Παροχή έναντι αντιτίμου συνδρομητικών προγραμμάτων και προγραμμάτων ελεύθερης πρόσβασης με υψηλή ευκρίνεια – Διαθεσιμότητα των προγραμμάτων αυτών με συνήθη ευκρίνεια εικόνας στο κράτος λήψης και μέσω δορυφόρου»






 Εισαγωγή

1.        «Αν έπρεπε να το επιχειρήσω εκ νέου, θα ξεκινούσα από τον πολιτισμό», φέρεται να έχει δηλώσει ο Jean Monnet σχετικά με τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ωστόσο, ο πολιτισμός, τουλάχιστον ως προς την οικονομική του διάσταση, ρυθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις διατάξεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Υφίσταται, όμως, ένα στοιχείο το οποίο δεν επιτρέπει την πρόοδο της ολοκλήρωσης στον εν λόγω τομέα και το οποίο παγιώνει τον κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς με βάση τα εθνικά σύνορα: η αμετάβλητη αρχή της εδαφικότητας (υπό την έννοια της εθνικής επικράτειας) των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και οι πρακτικές των φορέων της αγοράς, περιλαμβανομένων των πρακτικών των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης οι οποίοι έχουν συσταθεί βάσει της αρχής αυτής. Παραδόξως, όσο περισσότερο η τεχνολογία, μεταξύ άλλων, η –επίμαχη εν προκειμένω– δορυφορική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση και, πιο πρόσφατα, το διαδίκτυο καθιστούν δυνατές διακρατικές πολιτιστικές ανταλλαγές, τόσο συχνότερα ανακύπτει το εμπόδιο της αρχής της εδαφικότητας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

2.        Είναι, βεβαίως, σαφές ότι ο ως άνω κατακερματισμός της αγοράς οφείλεται και σε έναν αντικειμενικό λόγο, συγκεκριμένα δε τη γλωσσική πολυμορφία, η οποία αποτελεί θεμελιώδη πτυχή στον τομέα του πολιτισμού. Ωστόσο, η υπό κρίση υπόθεση καταδεικνύει ότι, ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υφίσταται ο γλωσσικός φραγμός, οι ενδιαφερόμενοι υπεραμύνονται με νύχια και με δόντια της αρχής της εδαφικότητας που καθορίζεται κατ’ αντιστοιχίαν προς τα εθνικά σύνορα, τα οποία, όμως, έχουν καταργηθεί εντός της εσωτερικής αγοράς. Το Δικαστήριο θα έχει στην υπό κρίση υπόθεση την ευκαιρία να συμβάλει στην προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης μέσω του πολιτισμού, σύμφωνα με την εκφρασθείσα εδώ και σχεδόν 30 έτη βούληση του νομοθέτη της Ένωσης.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3.        Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ έως γʹ, της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1993, περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση (2), ορίζει τα εξής:

«2.      α)      Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου” νοείται η πράξη της εισαγωγής, υπό τον έλεγχο και με ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, των σημάτων-φορέων προγραμμάτων που προορίζονται για λήψη από το κοινό σε μια αδιάκοπη αλληλουχία μετάδοσης προς το δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος·

β)      η πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου τελείται μόνο στο κράτος μέλος όπου, υπό τον έλεγχο και την ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, τα σήματα-φορείς προγραμμάτων εισάγονται σε μια αδιάκοπη αλληλουχία μετάδοσης προς το δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος·

γ)      εάν τα σήματα-φορείς προγραμμάτων έχουν κωδικοποιημένη μορφή, τότε υπάρχει παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου εφόσον τίθε[ν]ται στη διάθεση του κοινού από το ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό ή με τη συγκατάθεση του, τα μέσα για την αποκωδικοποίηση του προγράμματος.»

4.        Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, τα κράτη μέλη προβλέπουν αποκλειστικό δικαίωμα, για το δημιουργό, να επιτρέπει την μέσω δορυφόρου παρουσίαση στο κοινό έργων ως προς τα οποία ισχύει το δικαίωμα του δημιουργού.»

5.        Το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας επεκτείνει την προστασία που παρέχεται στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες, στους παραγωγούς φωνογραφημάτων και στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς βάσει της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ (3) και στην παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου.

6.        Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (4), έχει ως εξής:

«Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11 [(5)], η παρούσα οδηγία ουδόλως θίγει τις ισχύουσες […] διατάξεις [της Ένωσης] σχετικά με:

[…]

γ)      το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις προγραμμάτων μέσω δορυφόρου και την καλωδιακή αναμετάδοση».

7.        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής έχει ως εξής:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως […]».

 Το αυστριακό δίκαιο

8.        Το άρθρο 17b, παράγραφος 1, του Urheberrechtsgesetz (νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας), της 9ης Απριλίου 1936, όπως ίσχυε στις 27 Δεκεμβρίου 2018 (6) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, ορίζει τα εξής:

«Στη δορυφορική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση, η πράξη εκμετάλλευσης η οποία προορίζεται για τον δημιουργό συνίσταται στην εισαγωγή, υπό τον έλεγχο και με ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, των σημάτων-φορέων προγραμμάτων σε μια αδιάκοπη αλληλουχία μετάδοσης προς τον δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος. Επομένως, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η δορυφορική ραδιοτηλεοπτική μετάδοση πραγματοποιείται μόνο στο κράτος στο οποίο γίνεται η εισαγωγή αυτή.»

 Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

9.        Η Staatlich genehmigte Gesellschaft der Autoren, Komponisten und Musikverleger Reg. Gen. mbH (Εταιρία δημιουργών, συνθετών και εκδοτών μουσικής η οποία έχει αναγνωρισθεί ως κοινωφελής, Αυστρία, στο εξής: AKM) είναι αυστριακή εταιρία συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών προς αυτή δικαιωμάτων επί των μουσικών έργων.

10.      Η Canal+ Luxembourg Sàrl (στο εξής: Canal+) είναι εταιρία λουξεμβουργιανού δικαίου η οποία παρέχει, έναντι αντιτίμου, στην Αυστρία πακέτα προγραμμάτων διαφόρων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών (στο εξής: δορυφορικά πακέτα).

11.      Η εισαγωγή καθενός από τα δορυφορικά σήματα τα οποία είναι φορείς προγραμμάτων στην αλληλουχία μετάδοσης (ανοδική ζεύξη) πραγματοποιείται, ως επί το πλείστον, από τους ίδιους τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, ενίοτε από την Canal+, πλην όμως ουδέποτε στην Αυστρία, αλλά σε άλλα κράτη μέλη της Ένωσης. Εκπέμπεται δέσμη η οποία περιέχει το σύνολο του προγράμματος σε ποιότητα υψηλής ευκρίνειας με όλες τις επιπρόσθετες πληροφορίες, όπως δεδομένα ήχου, δεδομένα υπότιτλων κ.λπ. Μετά την «επιστροφή» από τον δορυφόρο, η δέσμη λαμβάνεται από εγκαταστάσεις δορυφορικής λήψης εντός της ζώνης κάλυψης. Στην περίπτωση αυτή, η δέσμη διαχωρίζεται και ο χρήστης μπορεί να έχει πρόσβαση σε κάθε πρόγραμμα μέσω ενός τερματικού. Τα προγράμματα είναι κωδικοποιημένα και πρέπει να αποκωδικοποιούνται από την εγκατάσταση λήψης για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Η Canal+ παρέχει στους πελάτες της κωδικούς πρόσβασης με τη συναίνεση των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Τα «πακέτα» δημιουργούνται με συνδυασμό των κωδικών πρόσβασης σε διάφορα προγράμματα.

12.      Τα πακέτα περιλαμβάνουν συνδρομητικά ή δωρεάν τηλεοπτικά προγράμματα. Τα τελευταία δεν είναι κωδικοποιημένα και μπορούν πάντοτε να λαμβάνονται από οποιονδήποτε με ποιότητα συνήθους ευκρίνειας εικόνας εντός της αυστριακής επικράτειας.

13.      Η AKM άσκησε αγωγή ζητώντας, κατ’ ουσίαν, την παύση της μετάδοσης δορυφορικών σημάτων στην Αυστρία καθώς και την καταβολή αποζημίωσης, υποστηρίζοντας ότι δεν είχε παράσχει άδεια για τη μετάδοση αυτή. Πράγματι, η AKM θεωρεί ότι, παρά την άδεια που ενδεχομένως έλαβαν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί για την παρουσίαση έργων στο κοινό μέσω δορυφόρου, η Canal+ θα έπρεπε επίσης να διαθέτει τέτοια άδεια, κάτι το οποίο η εν λόγω εταιρία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει. Η AKM ισχυρίζεται ότι η Canal+ προσέβαλε τα δικαιώματα τα οποία αυτή διαχειρίζεται.

14.      Σε τέσσερις εταιρίες, μεταξύ των οποίων η Seven.One Entertainment Group GmbH, ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός εγκατεστημένος στη Γερμανία, και η ProSiebenSat.1 PULS 4 GmbH, ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός εγκατεστημένος στην Αυστρία (στο εξής, από κοινού: παρεμβαίνουσες), επετράπη να παρέμβουν στη διαφορά της κύριας δίκης υπέρ της Canal+.

15.      Με απόφαση της 30ής Ιουνίου 2020, το Oberlandesgericht Wien (εφετείο Βιέννης, Αυστρία), επιληφθέν κατόπιν εφέσεως, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Το εν λόγω δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι τα δορυφορικά πακέτα που παρέχει η Canal+ αφορούσαν νέο κοινό, δηλαδή κοινό διαφορετικό από εκείνο στο οποίο μεταδίδουν προγράμματα ελεύθερης πρόσβασης ραδιοτηλεοπτικοί φορείς. Τόσο η AKM όσο και η Canal+, υποστηριζόμενη από τις παρεμβαίνουσες, άσκησαν αναίρεση κατά της εν λόγω αποφάσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

16.      Υπό τις συνθήκες αυτές το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο, Αυστρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της [οδηγίας 93/83] την έννοια ότι όχι μόνον ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός αλλά και ο πάροχος δορυφορικού πακέτου που μετέχει στην αδιαίρετη και ενιαία πράξη μετάδοσης προβαίνει σε πράξη εκμετάλλευσης, η οποία ενδεχομένως προϋποθέτει τη συγκατάθεση του δικαιούχου, μόνο στο κράτος στο οποίο, υπό τον έλεγχο και την ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, τα σήματα-φορείς προγραμμάτων εισάγονται σε μια αδιάκοπη αλληλουχία μετάδοσης προς τον δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος, με αποτέλεσμα να μην προσβάλλεται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας στο κράτος λήψης εξαιτίας της συμμετοχής του παρόχου δορυφορικού πακέτου στην πράξη μετάδοσης;

2)      Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα: έχει ο όρος “παρουσίαση στο κοινό” κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και γʹ, της [οδηγίας 93/83] και το άρθρο 3, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2001/29] την έννοια ότι o πάροχος δορυφορικού πακέτου ο οποίος μετέχει υπό την ιδιότητα άλλου φορέα στο πλαίσιο παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου και ο οποίος συγκεντρώνει διάφορα υψηλής ευκρίνειας κωδικοποιημένα σήματα συνδρομητικών ή δωρεάν τηλεοπτικών προγραμμάτων και προσφέρει στους πελάτες του, έναντι αντιτίμου, το ανεξάρτητο οπτικοακουστικό προϊόν που έχει δημιουργηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, υποχρεούται να ζητεί χωριστή άδεια από τον δικαιούχο των σχετικών δικαιωμάτων ακόμη και όσον αφορά το προστατευόμενο περιεχόμενο των δωρεάν τηλεοπτικών προγραμμάτων που περιλαμβάνονται στο πακέτο αυτό, μολονότι o εν λόγω πάροχος καθιστά, ούτως ή άλλως, προσιτά στους πελάτες του έργα στα οποία οποιοσδήποτε έχει ήδη ελεύθερη πρόσβαση εντός της ζώνης ραδιοτηλεοπτικής κάλυψης, έστω και σε χαμηλότερη ποιότητα συνήθους ευκρίνειας;»

17.      Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως κατατέθηκε στις 5 Μαΐου 2021. Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν η AKM, η Canal+, οι παρεμβαίνουσες, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι εν λόγω μετέχοντες στη διαδικασία εκπροσωπήθηκαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 8ης Ιουνίου 2022.

 Ανάλυση

18.      Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει δύο προδικαστικά ερωτήματα, διευκρινιζομένου ότι η απάντηση στο δεύτερο εξ αυτών εξαρτάται από εκείνην που θα δοθεί στο πρώτο. Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της απάντησης που προτείνω να δοθεί στο εν λόγω πρώτο προδικαστικό ερώτημα, εφόσον το Δικαστήριο υιοθετήσει τη συλλογιστική που προτείνω, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα. Εντούτοις, θα το εξετάσω συνοπτικά, για λόγους πληρότητας.

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

19.      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83 έχει την έννοια ότι ένας πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων υποχρεούται να λαμβάνει, εντός του κράτους μέλους στο οποίο τα προστατευόμενα αντικείμενα που παρουσιάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι προσβάσιμα στο κοινό (κράτος μέλος λήψης), τη συγκατάθεση των δικαιούχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών προς αυτή δικαιωμάτων όσον αφορά την πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου στην οποία αυτός μετέχει.

20.      Το ερώτημα αυτό συνδέεται με τη νομολογία του Δικαστηρίου που διατυπώθηκε, μεταξύ άλλων, με την απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011, Airfield και Canal Digitaal (C‑431/09 και C‑432/09, στο εξής: απόφαση Airfield, EU:C:2011:648), και αφορά, στην πραγματικότητα, την ερμηνεία της εν λόγω αποφάσεως.

21.      Πριν υπεισέλθω στην ανάλυση της αποφάσεως Airfield, είναι απαραίτητες ορισμένες προκαταρκτικές παρατηρήσεις.

 Επί της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, κατά την έννοια της οδηγίας 93/83

22.      Σε πρώιμο στάδιο, η τηλεοπτική μετάδοση περιοριζόταν βεβαίως εντός των εθνικών συνόρων – με τη χρήση ερτζιανών κυμάτων των οποίων τις συχνότητες διέθεταν τα κράτη και τις οποίες παραχωρούσαν στους οικείους φορείς με σκοπό μετάδοση μόνο εντός της εθνικής επικράτειας. Ως εκ τούτου, η ζώνη κάλυψης του σήματος αντιστοιχούσε, κατ’ ουσίαν, στο έδαφος του κράτους εκπομπής το οποίο ταυτόχρονα αποτελούσε το κατά τόπον πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας του συγκεκριμένου κράτους.

23.      Η εμφάνιση της δορυφορικής τηλεόρασης μετέβαλε ριζικά το τοπίο αυτό, παρέχοντας τη δυνατότητα κάλυψης έκτασης σαφώς μεγαλύτερης από εκείνης ενός μόνο κράτους. Επομένως, ανέκυψε το ζήτημα ποιο δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας είναι εφαρμοστέο: αποκλειστικώς η νομοθεσία του κράτους εκπομπής του σήματος προς τον δορυφόρο ή και η νομοθεσία του κράτους ή των κρατών στα οποία είναι δυνατή η λήψη του σήματος (7);

24.      Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83 απαντά στο ερώτημα αυτό από απόψεως του δικαίου της Ένωσης. Μολονότι περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο «Ορισμοί», η διάταξη αυτή καθιερώνει έναν από τους βασικούς κανόνες ουσιαστικού δικαίου της οδηγίας αυτής, δηλαδή την αρχή του κράτους μέλους εκπομπής. Βάσει της αρχής αυτής, η πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, όπως ορίζεται στην εν λόγω οδηγία, θεωρείται ότι τελείται αποκλειστικά στο κράτος μέλος εντός του οποίου το σήμα έχει αποσταλεί στον δορυφόρο. Ως εκ τούτου, εφαρμοστέα στη συγκεκριμένη πράξη είναι και η νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας του κράτους αυτού.

25.      Παράλληλα, η οδηγία 93/83 διασφαλίζει ισοδύναμη προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων σε όλα τα κράτη μέλη, εναρμονίζοντας την προστασία αυτή με τα άρθρα της 2 και 4 και αποκλείοντας τις υποχρεωτικές άδειες στο άρθρο της 3, παράγραφος 1. Συνεπώς, τα δικαιώματα των δικαιούχων όσον αφορά τη χρήση των έργων στα κράτη μέλη λήψης προστατεύονται, κατά τρόπο ισοδύναμο, βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους εκπομπής περί πνευματικής ιδιοκτησίας (8). Οι εν λόγω δικαιούχοι πρέπει να βεβαιώνονται ότι η συμφωνηθείσα αμοιβή για τη χρήση των δικαιωμάτων αυτών λαμβάνει υπόψη το σύνολο του δυνητικού κοινού, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 17 της οδηγίας 93/83.

26.      Ο κύριος σκοπός της καθιέρωσης της αρχής του κράτους μέλους εκπομπής συνίσταται στη διευκόλυνση της διασυνοριακής μετάδοσης μέσω δορυφόρου των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων, η οποία εγγυάται ασφάλεια δικαίου και επαρκές επίπεδο προστασίας των συμφερόντων όλων των εμπλεκομένων φορέων (9).

27.      Ωστόσο, η αρχή του κράτους μέλους εκπομπής αφορά μόνο την πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, όπως ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 93/83. Ο ορισμός αυτός αποτελείται από πλείονα στοιχεία. Πρώτον, η πράξη αυτή συνίσταται στην εισαγωγή σημάτων-φορέων των προγραμμάτων σε μια αδιάκοπη αλληλουχία μετάδοσης προς τον δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος. Δεύτερον, η εισαγωγή πρέπει να πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο και με ευθύνη ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού. Τρίτον, τα σήματα-φορείς προγράμματος πρέπει να προορίζονται για λήψη από το κοινό. Τέταρτον, η εν λόγω αλληλουχία μετάδοσης πρέπει να είναι αδιάλειπτη από την εισαγωγή των σημάτων έως την (πιθανή (10)) λήψη από το κοινό. Τέλος, πέμπτον, αν τα σήματα είναι κωδικοποιημένα, τα μέσα για την αποκωδικοποίησή τους πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού από τον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό υπό τον έλεγχο και με την ευθύνη του οποίου τελείται η εν λόγω πράξη ή με τη συγκατάθεσή του (11).

28.      Πράξη που πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις συνιστά πράξη «παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 93/83, και διέπεται από την αρχή του κράτους μέλους εκπομπής. Η εν λόγω αρχή καλύπτει όχι μόνον την ίδια την εκπομπή, δηλαδή την εισαγωγή του σήματος-φορέα του προγράμματος προς πραγματοποίηση της ανοδικής ζεύξης με τον δορυφόρο, αλλά το σύνολο της παρουσίασης, περιλαμβανομένης της διοχέτευσης του σήματος αυτού στους τελικούς χρήστες. Επομένως, μόνον η νομοθεσία του κράτους μέλους εκπομπής έχει εφαρμογή στο σύνολο της παρουσίασης. Αντιθέτως, κάθε εξ αποστάσεως πράξη εκμετάλλευσης, μεταξύ άλλων της πράξης εκμετάλλευσης μέσω δορυφόρου, των αντικειμένων που προστατεύονται από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ή από συγγενικά δικαιώματα η οποία δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ και γʹ, της οδηγίας 93/83 δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου», κατά την έννοια της προαναφερθείσας διάταξης, και δεν διέπεται από την αρχή του κράτους μέλους εκπομπής.

 Η απόφαση Airfield και εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση

29.      Στο πλαίσιο της αποφάσεως Airfield, το Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει τη δραστηριότητα παρόχου δορυφορικών πακέτων η οποία είναι παρόμοια με εκείνη της Canal+ εν προκειμένω. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η δραστηριότητα αυτή αφορούσε παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ έως γʹ, της οδηγίας 93/83 (12).

30.      Στην υπό κρίση υπόθεση, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το αιτούν δικαστήριο είναι σχετικά φειδωλό όσον αφορά τις πληροφορίες σχετικά με τις τεχνικές λεπτομέρειες της επίμαχης στην κύρια δίκη παρουσίασης. Εντούτοις, δεδομένου ότι τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83, καθώς και, εμμέσως, την ερμηνεία της αποφάσεως Airfield, εκκινώ από την παραδοχή ότι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το Δικαστήριο με την απόφαση εκείνη ως προς τον χαρακτηρισμό της δραστηριότητας παρόχου δορυφορικών πακέτων δύναται να τύχει εφαρμογής και στην υπό κρίση υπόθεση.

31.      Τούτο σημαίνει ότι τα σήματα-φορείς προγραμμάτων εισάγονται σε μια αλληλουχία μετάδοσης προς τον δορυφόρο και από εκεί προς το έδαφος, είτε από τους ίδιους τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς είτε από την Canal+, πλην όμως με τη συγκατάθεσή τους. Ως εκ τούτου, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί διατηρούν τον έλεγχο και αναλαμβάνουν την ευθύνη για την εισαγωγή αυτή (13). Τα σήματα αυτά προορίζονται για απευθείας λήψη από το κοινό. Πράγματι, σκοπός της επίμαχης δραστηριότητας είναι η μετάδοση των προγραμμάτων για άμεση λήψη από το κοινό (14). Η αλληλουχία μετάδοσης συνεχίζεται αδιαλείπτως μεταξύ της εισαγωγής των σημάτων προς πραγματοποίηση της ανοδικής ζεύξης με τον δορυφόρο και της πιθανής λήψης από το κοινό. Οι παρεμβάσεις στα σήματα αυτά, όπως η συμπίεση ή η κωδικοποίηση και η αποκωδικοποίηση, εμπίπτουν στις συνήθεις τεχνικές προπαρασκευής των σημάτων για τη μετάδοσή τους μέσω δορυφόρου και δεν συνιστούν διακοπή στην αλληλουχία μετάδοσης (15). Τέλος, δεν αμφισβητείται ότι τα μέσα αποκωδικοποίησης τίθενται από την Canal+ στη διάθεση του κοινού με τη συγκατάθεση των αντίστοιχων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών.

32.      Συμμερίζομαι πλήρως την ανάλυση που προέκρινε το Δικαστήριο στην απόφαση Airfield όσον αφορά τον χαρακτηρισμό της δραστηριότητας παρόχου δορυφορικών πακέτων ως παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου. Στο στάδιο αυτό, το μόνο σημείο ως προς το οποίο διατηρώ αμφιβολίες είναι η διαπίστωση ότι, πρώτον, ο έλεγχος και η ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 93/83, αφορούν όχι το σύνολο της πράξης παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, αλλά μόνο την εισαγωγή σημάτων στην αλληλουχία μετάδοσης, και, δεύτερον, ότι ο ως άνω έλεγχος και η ως άνω ευθύνη αυτή μπορούν να μοιραστούν (16).

33.      Πρώτον, αν, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, τα σήματα-φορείς προγράμματος πρέπει, από την εισαγωγή τους στην αλληλουχία μετάδοσης, να προορίζονται για λήψη από το κοινό (17) και αν η αλληλουχία αυτή πρέπει να μη διακόπτεται, ο έλεγχος της εισαγωγής των σημάτων αυτών συνεπάγεται κατ’ ανάγκην και αυτομάτως τον έλεγχο του συνόλου της πράξης παρουσίασης στο κοινό. Πράγματι, η απόκτηση ελέγχου από άλλο πρόσωπο μετά την εισαγωγή των σημάτων, προκειμένου για παράδειγμα να αναβάλει τη μετάδοση ή να τροποποιήσει τον προορισμό της, θα σήμαινε διακοπή της αλληλουχίας μετάδοσης.

34.      Το ίδιο συμβαίνει όσον αφορά την ευθύνη. Στο πλαίσιο της αδιάκοπης αλληλουχίας μετάδοσης, η απόφαση περί εισαγωγής των σημάτων συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι τα σήματα αυτά είναι διαθέσιμα στο κοινό, οπότε ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός δεν μπορεί να αρνηθεί την ευθύνη του ως προς την παρουσίαση στο κοινό των προγραμμάτων που μεταδίδονται από τα σήματα αυτά. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση κατά την οποία τα σήματα κωδικοποιούνται, διότι, προκειμένου να πραγματοποιηθεί παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου, τα μέσα αποκωδικοποίησης πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού με τη συγκατάθεση του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, πράγμα που παρέχει στον εν λόγω οργανισμό τον έλεγχο όσον αφορά αυτή την πτυχή της πράξης παρουσίασης. Δεδομένου ότι η συγκατάθεση παρέχεται ελεύθερα, συνεπάγεται επίσης την ευθύνη.

35.      Δεύτερον, βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 93/83, ο έλεγχος και η ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού συνιστούν προϋπόθεση προκειμένου η επίμαχη πράξη να θεωρείται ως παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου και να διέπεται από τις διατάξεις της οδηγίας αυτής, μεταξύ άλλων, από την αρχή του κράτους μέλους εκπομπής ως τόπου τέλεσης της πράξης αυτής.

36.      Όσον αφορά τον έλεγχο, είναι προφανές, κατ’ εμέ, ότι δεν αρκεί ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός να έχει μόνο μερικό έλεγχο. Προκειμένου να πληρούται η προϋπόθεση αυτή, ο έλεγχος πρέπει να είναι πλήρης.

37.      Βεβαίως, η απαίτηση περί ελέγχου δεν ισοδυναμεί με υποχρέωση του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού να προβαίνει ο ίδιος σε όλες τις πράξεις που συνεπάγεται μια παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου. Ο έλεγχος πραγματοποιείται στο πλαίσιο συμβατικών ρυθμίσεων με τρίτους φορείς, όπως ο πάροχος δορυφορικών πακέτων. Επομένως, οι τρίτοι ενεργούν ως εντολοδόχοι του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, ο οποίος διατηρεί τον έλεγχο της πράξης παρουσίασης.

38.      Επίσης, δεν πρόκειται για έλεγχο επί όλων των πτυχών, ακόμη και επουσιωδών, της παρουσίασης. Ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός πρέπει να ελέγχει τα στοιχεία που έχουν σημασία από την άποψη των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, ιδίως δε το ίδιο το γεγονός της παρουσίασης, το ακριβές περιεχόμενο της παρουσίασης και το κοινό στο οποίο ο οργανισμός αυτός απευθύνεται. Αντιθέτως, τεχνικά ζητήματα όπως η συμπίεση του σήματος ή το πρότυπο στο οποίο αυτό θα κωδικοποιηθεί δεν ασκούν επιρροή και μπορούν να ρυθμιστούν από τους φορείς στους οποίους ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός αναθέτει την τεχνική υλοποίηση της παρουσίασης.

39.      Όσον αφορά την ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, αυτή δεν μπορεί να επιμεριστεί. Στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ έως γʹ, της οδηγίας 93/83, ο νομοθέτης της Ένωσης όχι μόνο παρείχε τον ορισμό της πράξης παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου ως ενιαίας πράξης εκμετάλλευσης, κατά την έννοια του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, και προσδιόρισε τον τόπο της πράξης αυτής, αλλά καθόρισε και το πρόσωπο που προβαίνει στην πράξη εκμετάλλευσης ως αυτό του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού ο οποίος αναλαμβάνει την πρωτοβουλία για τη συγκεκριμένη παρουσίαση (18). Ο οργανισμός αυτός είναι υπεύθυνος, μεταξύ άλλων, έναντι των δικαιούχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων όσον αφορά την εκμετάλλευση των προστατευόμενων αντικειμένων. Η εν λόγω ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού διέπεται από την αρχή του κράτους εκπομπής. Πράγματι, η οδηγία 93/83 είχε ως σκοπό όχι μόνο τη διευκόλυνση της μετάδοσης των προγραμμάτων μέσω δορυφόρου με την εξάλειψη των εμποδίων που αφορούν την εδαφικότητα του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά και την προάσπιση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων ορίζοντας φορέα υπεύθυνο για το σύνολο της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου (19).

40.      Επομένως, στο πλαίσιο πράξης παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 93/83, ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός πρέπει να έχει τον πλήρη έλεγχο και φέρει πλήρη ευθύνη για το σύνολο της εν λόγω πράξης (20).

 Επί των ισχυρισμών της AKM όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων σχετικά με την παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου στους παρόχους πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων

41.      Η διαπίστωση ότι η δραστηριότητα ενός παρόχου πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων, όπως η Canal+, εμπίπτει στην έννοια της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου (21) παρέχει τη δυνατότητα απάντησης σε ορισμένες απόψεις που προέβαλε η AKM εν προκειμένω.

42.      Πρώτον, η AKM υποστηρίζει ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης της οδηγίας της οδηγίας 93/83, δεν υφίστατο το οικονομικό πρότυπο των δορυφορικών πακέτων και ότι οι συντάκτες της οδηγίας αυτής δεν συμπεριέλαβαν τη δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή τέτοιων πακέτων. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας, και ιδίως η αρχή του κράτους μέλους εκπομπής, δεν θα έπρεπε να εφαρμοστούν.

43.      Είναι πιθανό το ενδεχόμενο οι συντάκτες της οδηγίας 93/83 να μη γνώριζαν το μοντέλο των δορυφορικών πακέτων. Ωστόσο, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η δραστηριότητα των παρόχων τέτοιων πακέτων εμπίπτει πλήρως στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας αυτής οι οποίες μνημονεύουν την παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου. Πράγματι, η παρουσίαση αυτή δεν πρέπει να πραγματοποιείται οπωσδήποτε από ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό, αρκεί ο οργανισμός αυτός να διατηρεί τον έλεγχο της εν λόγω παρουσίασης. Ο οργανισμός δύναται κάλλιστα να αναθέσει ορισμένα καθήκοντα σε άλλον φορέα, όπως σε πάροχο πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων. Η παροχή των εν λόγω πακέτων δεν προϋποθέτει τη διακοπή της αλληλουχίας μετάδοσης μεταξύ της εισαγωγής των σημάτων-φορέων των προγραμμάτων και της πιθανής λήψης τους από το κοινό. Όσον αφορά την κωδικοποίηση και την αποκωδικοποίηση, οι διατάξεις αυτές επιτάσσουν την τέλεση των ως άνω πράξεων με τη συγκατάθεση του συγκεκριμένου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού. Επομένως, τίποτα δεν εμποδίζει την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων σε δραστηριότητα συνιστάμενη στην παροχή δορυφορικών πακέτων.

44.      Δεύτερον, η AKM ισχυρίζεται ότι η δραστηριότητα παρόχου πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων πρέπει να εξομοιωθεί με αναμετάδοση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 3, της οδηγίας 93/83. Το αιτούν δικαστήριο απορρίπτει το επιχείρημα αυτό, για τον λόγο ότι η αναμετάδοση προϋποθέτει αρχική μετάδοση η οποία, εν προκειμένω, ελλείπει. Συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Μολονότι η δραστηριότητα παρόχου δορυφορικών πακέτων εμπίπτει στην έννοια της ενιαίας πράξης παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, εντούτοις δεν τίθεται ζήτημα αρχικής μετάδοσης και αναμετάδοσης.

45.      Βεβαίως, είναι αληθές ότι μπορεί ενδεχομένως να συναχθεί διαφορετικό συμπέρασμα βάσει της νέας οδηγίας (ΕΕ) 2019/789 (22) και ότι, σε συνάρτηση με τη μέθοδο εισαγωγής του σήματος προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ανοδική ζεύξη με τον δορυφόρο και αναλόγως του αν ο συγκεκριμένος ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός προσφέρει ανεξάρτητα και με ελεύθερη πρόσβαση τα προγράμματα που περιλαμβάνονται στο δορυφορικό πακέτο ή όχι, η επίμαχη στην υπό κρίση υπόθεση δραστηριότητα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μετάδοση προγραμμάτων μέσω απευθείας διαβίβασης», κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, ή ως «αναμετάδοση», κατά την έννοια του άρθρου 2, σκέψη 2, της εν λόγω οδηγίας. Πρόκειται συνεπώς για σιωπηρή τροποποίηση του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 93/83, παράλληλα με τη ρητή τροποποίηση του άρθρου 1, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2019/789.

46.      Ωστόσο, όπως διευκρίνισε η Επιτροπή στις παρατηρήσεις της, η οδηγία 2019/789 δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης ratione temporis. Περαιτέρω, η οδηγία αυτή δεν μνημονεύθηκε στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, ούτε συζητήθηκε μεταξύ των διαδίκων. Επομένως, η οδηγία αυτή δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη όσον αφορά την απάντηση που πρέπει να δοθεί στα προδικαστικά ερωτήματα της υπό κρίση υπόθεσης.

 Επί του ζητήματος της ευθύνης παρόχου δορυφορικών πακέτων λόγω της παρουσίασης σε νέο κοινό

47.      Μολονότι το Δικαστήριο, με την απόφασή του Airfield, έκρινε ότι η μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων μέσω δορυφόρου και η διάθεσή τους από πάροχο δορυφορικών πακέτων συνιστούν ενιαία και αδιαχώριστη παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου (23), εντούτοις, στη συνέχεια ανέπτυξε την ανάλυσή του όσον αφορά την ευθύνη του παρόχου αυτού βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο διατύπωσε τη θέση ότι, μολονότι ο πάροχος δορυφορικών πακέτων μετέχει σε ενιαία και αδιαχώριστη πράξη, εντούτοις υποχρεούται να λάβει, ανεξαρτήτως του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, συγκατάθεση από τους δικαιούχους δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων όσον αφορά το νέο κοινό στο οποίο επιτρέπει να έχει πρόσβαση στα προστατευόμενα αντικείμενα που παρουσιάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο (24).

48.      Φρονώ ότι η εν λόγω ανάλυση του Δικαστηρίου είναι προβληματική, διότι, κατά τη γνώμη μου, είναι ασυμβίβαστη με τον ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου ο οποίος διαπιστώθηκε με την απόφαση Airfield, δεδομένου ότι ο εν λόγω ενιαίος και αδιαίρετος χαρακτήρας συνιστά προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας πράξης ως «παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου», κατά την έννοια της οδηγίας 93/83. Θα αναπτύξω την άποψη αυτή κατωτέρω.

–       Επί της έννοιας του «νέου κοινού»

49.      Το Δικαστήριο εισήγαγε στη νομολογία του την έννοια του «νέου κοινού» με την απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764). Η έννοια αυτή ορίζεται στην εν λόγω απόφαση ως «κοινό διαφορετικό από το κοινό της πρωτότυπης παρουσιάσεως του έργου» (25). Το Δικαστήριο εμπνεύστηκε από τον οδηγό της Συμβάσεως της Βέρνης (26), τον οποίο ερμηνεύει ως εξής:

«[…] ο δημιουργός, επιτρέποντας αυτόν τον τρόπο εκμεταλλεύσεως του έργου του, λαμβάνει υπόψη του μόνον τους άμεσους χρήστες, ήτοι τους κατόχους συσκευών λήψεως οι οποίοι, μεμονωμένα ή στο πλαίσιο του ιδιωτικού ή οικογενειακού τους περιβάλλοντος, λαμβάνουν τις εκπομπές. Σύμφωνα με τον οδηγό αυτό, από τη στιγμή που η λήψη γίνεται για να μεταδοθεί σε ακροατήριο μεγαλύτερης κλίμακας, και ενίοτε με κερδοσκοπικό σκοπό, ένα νέο τμήμα του κοινού αποκτά πρόσβαση στην ακρόαση ή στη θέαση του έργου, η δε παρουσίαση της εκπομπής μέσω μεγαφώνου ή αναλόγου μέσου παύει να αποτελεί απλή λήψη αυτής καθαυτής της εκπομπής, αλλά ανεξάρτητη πράξη με την οποία το εκπεμπόμενο έργο παρουσιάζεται σε ένα νέο κοινό. Όπως διευκρινίζει ο εν λόγω οδηγός, η δημόσια αυτή λήψη ενεργοποιεί το αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού να παράσχει τη σχετική άδεια» (27).

50.      Η έννοια του όρου «νέο κοινό» ορίστηκε, στη συνέχεια, με τη νομολογία του Δικαστηρίου ως αφορώσα «ένα κοινό το οποίο δεν είχε ληφθεί υπόψη από τους δημιουργούς των προστατευόμενων έργων όταν επέτρεψαν τη χρήση τους μέσω της παρουσιάσεώς τους στο αρχικό κοινό» (28). Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται υπό την ως άνω έννοια μέχρι σήμερα (29).

51.      Δύο σημαντικά στοιχεία προκύπτουν από τον ορισμό αυτόν, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του αποσπάσματος του οδηγού της Συμβάσεως της Βέρνης, ο οποίος ενέπνευσε το Δικαστήριο κατά τη διαμόρφωση της έννοιας αυτής στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Κατ’ αρχάς, η χρήση της έννοιας αυτής έχει νόημα μόνον όταν υφίστανται δύο διαδοχικές παρουσιάσεις στο κοινό (30): η πρωτογενής παρουσίαση, καλούμενη επίσης «αρχική παρουσίαση», για την οποία έχουν παράσχει τη συγκατάθεσή τους οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, και η δευτερογενής παρουσίαση η οποία απορρέει από την αρχική παρουσίαση και αφορά το εν λόγω νέο κοινό. Στη συνέχεια, μολονότι αυτή η δευτερογενής παρουσίαση εξαρτάται από την αρχική παρουσίαση, εντούτοις συνιστά χωριστή πράξη εκμετάλλευσης και, ως εκ τούτου, προϋποθέτει χωριστή συγκατάθεση.

52.      Επομένως, η ύπαρξη νέου κοινού αποτελεί απλώς κριτήριο βάσει του οποίου μπορεί να διαπιστωθεί η πραγματοποίηση παρουσίασης στο κοινό η οποία διακρίνεται από την αρχική παρουσίαση.

–       Επί του κοινού το οποίο αφορά παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου

53.      Στο πλαίσιο απευθείας τηλεοπτικής μετάδοσης μέσω δορυφόρου (δηλαδή παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου κατά την έννοια της οδηγίας 93/83), το κοινό είναι ενιαίο και αδιαίρετο, όπως και η πράξη μέσω της οποίας το κοινό αυτό λαμβάνει την παρουσίαση των προστατευόμενων αντικειμένων. Στο πλαίσιο τηλεοπτικής μετάδοσης με ελεύθερη πρόσβαση, το κοινό αυτό αποτελείται από πρόσωπα που βρίσκονται εντός της ζώνης λήψης (του ίχνους) του δορυφόρου. Όταν η τηλεοπτική μετάδοση είναι κωδικοποιημένη, το κοινό αποτελείται από τα πρόσωπα στων οποίων τη διάθεση έχουν τεθεί τα μέσα αποκωδικοποίησης από τον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό ή με τη συγκατάθεσή του.

54.      Ο ισχυρισμός ότι υφίστανται δύο διαφορετικά κοινά για μία και μόνο πράξη παρουσίασης ενέχει αντίφαση, διότι το κοινό προσδιορίζεται επακριβώς σε συνάρτηση με την παρουσίαση. Το κοινό στο οποίο απευθύνεται η εν λόγω παρουσίαση αποτελεί το κοινό της, ενώ οποιοδήποτε επιπλέον κοινό (νέο κοινό) συνεπάγεται κατ’ ανάγκην νέα πράξη παρουσίασης.

55.      Επομένως, είναι αντιφατικό να διαπιστώνεται, αφενός, ο ενιαίος και αδιαίρετος χαρακτήρας μιας παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου και, αφετέρου, να υποστηρίζεται ότι υφίσταται επιπλέον κοινό της παρουσίασης αυτής το οποίο δεν έχει ληφθεί υπόψη από τους δικαιούχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Airfield και όπως η περίπτωση στην υπό κρίση υπόθεση, δηλαδή σε περίπτωση κωδικοποιημένης δορυφορικής τηλεοπτικής μετάδοσης στην οποία μετέχει πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων, το κοινό αποτελείται από τα πρόσωπα στη διάθεση των οποίων ο εν λόγω πάροχος θέτει τα μέσα αποκωδικοποίησης έναντι καταβολής συνδρομής και με τη συγκατάθεση των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών υπό τον έλεγχο των οποίων εισήχθησαν στην αλληλουχία μετάδοσης τα σήματα-φορείς προγραμμάτων που αποτελούν τα πακέτα.

56.      Το κοινό αυτό ελήφθη κατ’ ανάγκην υπόψη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, δεδομένου ότι αυτοί παρείχαν τη συγκατάθεσή τους για τη διάθεση στο κοινό των συσκευών αποκωδικοποίησης. Είναι, βεβαίως, πιθανόν οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί να μην ήταν επαρκώς διαφανείς έναντι των δικαιούχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας οι οποίοι έλαβαν υπόψη κοινό διαφορετικό από εκείνο για το οποίο πράγματι προοριζόταν η παρουσίαση. Εντούτοις, σε μια τέτοια περίπτωση, ολόκληρη η παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου καθίσταται παράνομη, λόγω του ότι πραγματοποιήθηκε χωρίς τη συγκατάθεση των δικαιούχων. Ωστόσο, οι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί οφείλουν να λαμβάνουν τη συγκατάθεση αυτή (31) στο κράτος μέλος προέλευσης της παρουσίασης. Αντιθέτως, τούτο δεν παρέχει στους δικαιούχους κανένα δικαίωμα να αντιταχθούν, εντός του κράτους μέλους λήψης, στη δραστηριότητα του παρόχου δορυφορικών πακέτων.

57.      Το συμπέρασμα αυτό δεν μεταβάλλεται από τις διάφορες υπηρεσίες που παρέχονται από τον εν λόγω πάροχο και απαριθμούνται από το Δικαστήριο στην απόφαση Airfield.

58.      Συγκεκριμένα, πρώτον, όσον αφορά την κωδικοποίηση του σήματος και τη διάθεση στο κοινό των μέσων αποκωδικοποίησης (32), η εν λόγω παροχή, όταν πραγματοποιείται με τη συγκατάθεση του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, εμπίπτει, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 93/83, στην έννοια της ενιαίας και αδιαίρετης πράξης παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που, παρέχοντας στα μέλη του κοινού τη δυνατότητα να αποκωδικοποιήσουν τα προγράμματα, ο πάροχος δορυφορικών πακέτων καθιστά δυνατή την πρόσβαση των μελών αυτών σε προστατευόμενα αντικείμενα, πρόκειται για μέλη του κοινού της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, δηλαδή για μέλη του κοινού που ελήφθησαν υπόψη από τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς από τους οποίους προέρχεται η παρουσίαση αυτή.

59.      Δεύτερον, όσον αφορά το γεγονός ότι ο πάροχος των δορυφορικών πακέτων εισπράττει τη συνδρομή, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι πρόκειται για το αντίτιμο της παροχής πρόσβασης στην παρουσίαση προς το κοινό μέσω δορυφόρου (33) και, επομένως, πρόκειται για το κοινό της παρουσίασης αυτής.

60.      Τέλος, τρίτον, όσον αφορά το ότι ο πάροχος δορυφορικών πακέτων συνδυάζει περισσότερα προγράμματα από διάφορους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς σε ένα νέο οπτικοακουστικό προϊόν (34), επισημαίνονται τα ακόλουθα. Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας δεν στηρίζεται σε οπτικοακουστικά προϊόντα ούτε σε δορυφορικά πακέτα ούτε και σε ραδιοτηλεοπτικά προγράμματα, αλλά σε προστατευόμενα αντικείμενα, δηλαδή σε έργα και αντικείμενα συγγενικών δικαιωμάτων, δεδομένου ότι ακριβώς σε σχέση με τα αντικείμενα αυτά ασκούν οι δικαιούχοι τα αποκλειστικά δικαιώματά τους. Επομένως, μολονότι η συμπερίληψη ενός προγράμματος που περιέχει προστατευόμενο αντικείμενο σε δορυφορικό πακέτο συγκεκριμένου παρόχου μπορεί, βεβαίως, να επηρεάσει την τιμή της παροχής συγκατάθεσης για παρουσίαση στο κοινό του αντικειμένου αυτού, δεδομένου ότι η τιμή αυτή μπορεί να καθοριστεί σε συνάρτηση με το αναμενόμενο εισόδημα από την εκμετάλλευση του εν λόγω αντικειμένου, ουδόλως συνιστά πράξη εμπίπτουσα στα αποκλειστικά δικαιώματα που κατοχυρώνονται από το δίκαιο περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Συγκεκριμένα, η συγκέντρωση πλείονων προγραμμάτων που προέρχονται από διάφορους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς σε δορυφορικό πακέτο δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά την ύπαρξη πράξης για την οποία απαιτείται συγκατάθεση των δικαιούχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

61.      Επομένως, με τις πράξεις αυτές, αντιθέτως προς όσα έκρινε το Δικαστήριο με την απόφαση Airfield (35), ο πάροχος δορυφορικών πακέτων δεν διευρύνει τον κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση στα προγράμματα από τα οποία αποτελούνται τα πακέτα αυτά σε σχέση με τα πρόσωπα τα οποία αφορά η παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου η οποία πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο και την ευθύνη των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών οι οποίοι εκπέμπουν τα προγράμματα αυτά. Επομένως, η δραστηριότητα του εν λόγω παρόχου δεν συνεπάγεται την παροχή άδειας εκ μέρους των δικαιούχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών προς αυτή δικαιωμάτων ως προς οποιοδήποτε νέο κοινό.

62.      Το αντίθετο μπορεί να ισχύει μόνον εφόσον ο πάροχος δορυφορικών πακέτων πραγματοποιεί πράξη παρουσίασης στο δικό του κοινό (36). Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται για παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου κατά την έννοια της οδηγίας 93/83, δεδομένου ότι η παρουσίαση αυτή πραγματοποιείται κατ’ ανάγκην υπό τον έλεγχο και την ευθύνη ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, αλλά για παρουσίαση στο κοινό κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29. Επομένως, στην περίπτωση αυτή, η αρχή του κράτους μέλους εκπομπής η οποία καθιερώνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83 δεν έχει εφαρμογή· η πράξη θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε στο κράτος μέλος της λήψης, σύμφωνα με την αρχή της εδαφικότητας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

63.      Εντούτοις, μια τέτοια λύση αντιβαίνει στις διαπιστώσεις στις οποίες προέβη το Δικαστήριο στις σκέψεις 51 έως 69 της αποφάσεως Airfield, όσον αφορά τον ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα μιας παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου στην οποία συμμετέχει πάροχος δορυφορικών πακέτων. Επίσης, φρονώ ότι η λύση αυτή είναι αντίθετη στο γράμμα της οδηγίας 93/83, το οποίο επιτάσσει τον χαρακτηρισμό μιας παρουσίασης η οποία πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας αυτής ως «παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου» και, ως εκ τούτου, ως ενιαίας πράξης που λαμβάνει χώρα στο κράτος μέλος στο οποίο το σήμα-φορέας προγράμματος εισάγεται στην αλληλουχία μετάδοσης.

–       Επί της σχέσης μεταξύ της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης με ελεύθερη πρόσβαση και της κωδικοποιημένης ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης

64.      Η σύγχυση οφείλεται ίσως στο γεγονός ότι ορισμένα τηλεοπτικά προγράμματα μεταδίδονται (μέσω δορυφόρου) ταυτόχρονα και στην ίδια επικράτεια τόσο υπό καθεστώς ελεύθερης πρόσβασης όσο και, συχνά με καλύτερη ποιότητα, υπό κωδικοποιημένη μορφή, πράγμα που απαιτεί την καταβολή επιπλέον αντιτίμου για τη λήψη τους. Επομένως, φαίνεται ότι η κωδικοποιημένη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση συνιστά αναμετάδοση της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης με ελεύθερη πρόσβαση και, ως εκ τούτου, προορίζεται για νέο κοινό σε σχέση με το κοινό στο οποίο απευθύνεται η δεύτερη αυτή ραδιοτηλεοπτική μετάδοση. Τούτο προφανώς έκρινε το εφετείο στην υπό κρίση υπόθεση.

65.      Ωστόσο, τούτο δεν συμβαίνει, κατά τη γνώμη μου, εν προκειμένω. Η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με ελεύθερη πρόσβαση δεν λαμβάνεται προκειμένου, στη συνέχεια, να αναμεταδοθεί υπό κωδικοποιημένη μορφή και η δεύτερη (δηλαδή η κωδικοποιημένη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση) μπορεί κάλλιστα να υπάρχει χωρίς την πρώτη. Πρόκειται για δύο χωριστές και ανεξάρτητες ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις, οι οποίες, αμφότερες, πρέπει να χαρακτηρίζονται ως πρωτογενείς και προοριζόμενες για διαφορετικό κοινό. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο καθόσον η κωδικοποιημένη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση πραγματοποιείται συνήθως με καλύτερη ποιότητα, ιδίως με υψηλή ευκρίνεια εικόνας, σε σχέση με την ραδιοτηλεοπτική μετάδοση με ελεύθερη πρόσβαση. Στην περίπτωση της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης με ελεύθερη πρόσβαση, το κοινό αποτελείται από το σύνολο των προσώπων που βρίσκονται εντός της ζώνης κάλυψης, ενώ, στην περίπτωση της κωδικοποιημένης ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης, το κοινό αποτελείται από πρόσωπα που διαθέτουν συσκευές αποκωδικοποίησης. Επομένως, δεν τίθεται ζήτημα νέου κοινού της μιας από τις εν λόγω ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις σε σχέση με το κοινό της άλλης μετάδοσης. Όταν οι εν λόγω ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις πραγματοποιούνται υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και γʹ, της οδηγίας 93/83, συνιστούν δύο χωριστές πράξεις παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, δεδομένου ότι αμφότερες μπορούν να αποδοθούν στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό υπό τον έλεγχο και την ευθύνη του οποίου εισήχθη στην αλληλουχία μετάδοσης το σήμα-φορέας προγράμματος.

66.      Το γεγονός ότι το σήμα-φορέας των εν λόγω δύο μεταδόσεων μπορεί να συμπιεστεί και να πολυπλεχθεί σε ενιαία δέσμη με σκοπό τη δρομολόγηση προς τον δορυφόρο (37) δεν μεταβάλλει το συμπέρασμα αυτό. Από νομικής απόψεως, σημασία έχει μόνον η παρουσίαση ενός προστατευόμενου αντικειμένου με ορισμένο τεχνικό τρόπο, εν προκειμένω μέσω δορυφόρου, σε συγκεκριμένο κοινό. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της δρομολόγησης του σήματος που περιέχει το αντικείμενο αυτό στο κοινό είναι, από την άποψη αυτή, αδιάφορες.

67.      Το γεγονός ότι ο πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων περιλαμβάνει προγράμματα ελεύθερης πρόσβασης στα εν λόγω πακέτα συνιστά απλώς εμπορική ανακοίνωση προς τους πελάτες του, η οποία αποσκοπεί στην αύξηση, κατά τα φαινόμενα, του αριθμού των διαθέσιμων προγραμμάτων στο πλαίσιο του πακέτου. Εντούτοις, όσον αφορά τα προγράμματα ελεύθερης πρόσβασης, ο πάροχος των δορυφορικών πακέτων ενεργεί, κατά το μέγιστο, ως πάροχος τεχνικού εξοπλισμού που καθιστά δυνατή τη λήψη τους, δηλαδή ενός δέκτη και, ενδεχομένως, μιας δορυφορικής κεραίας. Αντιθέτως, οι λοιπές υπηρεσίες του εν λόγω παρόχου ουδόλως είναι αναγκαίες για τη λήψη αυτή (38).

 Πρόταση και απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα

68.      Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων μπορεί να είναι υπεύθυνος έναντι των κατόχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της παρουσίασης σε νέο κοινό μόνο στην περίπτωση που η δραστηριότητά του θεωρηθεί ως πράξη παρουσίασης στο κοινό διαφορετική από την παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου, η οποία αποδίδεται στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό, υπό τον έλεγχο και την ευθύνη του οποίου το σήμα-φορέας του προγράμματος εισήχθη στην αλληλουχία μετάδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η εκ μέρους παρόχου δορυφορικών πακέτων παρουσίαση στο κοινό πραγματοποιείται στο κράτος μέλος λήψης. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, η οποία επιβεβαιώνεται από το πρώτο σκέλος της αποφάσεως Airfield, τούτο δεν ισχύει εν προκειμένω, στον βαθμό που ο πάροχος δορυφορικών πακέτων μετέχει σε ενιαία και αδιαίρετη πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου. Επομένως, η εν λόγω παρουσίαση δεν απευθύνεται σε νέο κοινό.

69.      Δεν θα αναλύσω περαιτέρω το ζήτημα αν ο πάροχος των δορυφορικών πακέτων μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί υπεύθυνος για άλλους λόγους πέραν της παρουσίασης σε νέο κοινό, από κοινού με τον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό από τον οποίο προέρχεται η παρουσίαση. Μολονότι δεν συμμερίζομαι την άποψη αυτή, εντούτοις δεν ασκεί επιρροή στην απάντηση του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος. Συγκεκριμένα, το εν λόγω ζήτημα δεν αφορά το αν ο πάροχος δορυφορικών πακέτων είναι υπεύθυνος έναντι των δικαιούχων των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, αλλά αν είναι υπεύθυνος στο κράτος μέλος λήψης. Πάντως, η πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου θεωρείται, βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83, ότι τελείται αποκλειστικά στο κράτος μέλος εκπομπής. Επομένως, στο κράτος μέλος αυτό οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας μπορούν ενδεχομένως να ασκήσουν τα δικαιώματά τους έναντι του παρόχου δορυφορικών πακέτων.

70.      Προτείνω, επομένως, να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83 έχει την έννοια ότι ένας πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων δεν υποχρεούται να λαμβάνει, εντός του κράτους μέλους στο οποίο τα προστατευόμενα αντικείμενα που παρουσιάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι προσβάσιμα στο κοινό, τη συγκατάθεση των δικαιούχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών προς αυτή δικαιωμάτων όσον αφορά την πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου στην οποία μετέχει ο συγκεκριμένος πάροχος.

 Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

71.      Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα των διευκρινίσεων που περιέχονται στην απόφαση περί παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν η θεωρία του νέου κοινού έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση κατά την οποία τα ραδιοτηλεοπτικά προγράμματα είναι ελεύθερα προσβάσιμα εντός της ζώνης κάλυψης του δορυφόρου σε τυπική ευκρίνεια, το γεγονός ότι ο πάροχος δορυφορικών πακέτων ενσωματώνει τα ίδια προγράμματα, σε υψηλή ευκρίνεια, σε πακέτο που προορίζεται για το κοινό που βρίσκεται εντός της ίδιας ζώνης δεν συνιστά παρουσίαση σε νέο κοινό.

72.      Το ερώτημα αυτό υποβλήθηκε μόνο για την περίπτωση που από την απάντηση του Δικαστηρίου στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα θα προέκυπτε ότι ο πάροχος δορυφορικού πακέτου θα παρουσίαζε προστατευόμενα αντικείμενα σε νέο κοινό εντός του κράτους μέλους λήψης. Ωστόσο, αν το Δικαστήριο υιοθετήσει την απάντηση που προτείνω να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα. Επομένως, μόνο για λόγους πληρότητας θα προβώ στις ακόλουθες παρατηρήσεις σχετικά με το εν λόγω δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

73.      Πρώτον, όπως ήδη εξήγησα, η έννοια του «νέου κοινού» έχει νόημα μόνο στην περίπτωση δύο παρουσιάσεων στο κοινό οι οποίες συνδέονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η μία εξ αυτών να είναι η πρωτογενής (αρχική) παρουσίαση και η άλλη να αποτελεί τη δευτερογενή παρουσίαση, η οποία εξαρτάται από την αρχική παρουσίαση. Εντούτοις, είναι δύσκολο να υποτεθεί ότι η μετάδοση τηλεοπτικού προγράμματος υψηλής ευκρίνειας μπορεί να συνιστά αναμετάδοση εκπομπής τυπικής ευκρίνειας. Πράγματι, το πρόσωπο που προβαίνει στη μετάδοση αυτή οφείλει να έχει πρόσβαση στο πρόγραμμα υψηλής ευκρίνειας από πηγή διαφορετική από εκείνη της μετάδοσης σε τυπική ευκρίνεια. Ως εκ τούτου, δεν πρόκειται για δευτερογενή παρουσίαση και η έννοια του «νέου κοινού» δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής (39).

74.      Δεύτερον, η ποιότητα της εικόνας μπορεί να αποτελεί σημαντικό παράγοντα της ελκυστικότητας του έργου για το κοινό, ιδίως στην περίπτωση των οπτικοακουστικών έργων, και, κατά συνέπεια, επηρεασμού της τιμής που μπορούν να επιτύχουν οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ως αντίτιμο για την παροχή της συγκατάθεσής τους στην εκμετάλλευση του έργου αυτού. Συγκεκριμένα, οι εν λόγω δικαιούχοι δικαιούνται να περιορίσουν τη συγκατάθεσή τους σε συγκεκριμένη ιδιότητα μετάδοσης, όπως η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση σε υψηλή ευκρίνεια. Συνεπώς, το γεγονός και μόνον ότι το έργο είναι διαθέσιμο στο ίδιο κοινό σε εικόνα χαμηλότερης ποιότητας δεν απαλλάσσει αυτομάτως τον φορέα εκμετάλλευσης του έργου από την υποχρέωση να λαμβάνει τη συγκατάθεση των εν λόγω δικαιούχων για τη μετάδοσή του με καλύτερη ποιότητα.

75.      Συναφώς, το επιχείρημα που προέβαλε η Canal+ ότι, εν προκειμένω, η AKM εκπροσωπούσε δικαιούχους μουσικών έργων και ότι το μουσικό τηλεοπτικό σήμα είναι το ίδιο κατά τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση σε υψηλή και σε τυπική ευκρίνεια δεν μεταβάλλει, κατά τη γνώμη μου, το συμπέρασμα αυτό. Πράγματι, στα τηλεοπτικά προγράμματα, τα μουσικά έργα είναι συνήθως ενσωματωμένα σε οπτικοακουστικά έργα και αποτελούν αντικείμενο κοινής εκμετάλλευσης με αυτά, οπότε η ελκυστικότητά τους μπορεί επίσης να εξαρτάται από την ποιότητα της εικόνας της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης στο σύνολό της.

76.      Τούτου λεχθέντος, εκτιμώντας ότι η θεωρία του νέου κοινού δεν έχει εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση, δεν θα προτείνω απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

 Πρόταση

77.      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο, Αυστρία) ως εξής:

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1993, περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση,

έχει την έννοια ότι:

ένας πάροχος πακέτων δορυφορικών προγραμμάτων δεν υποχρεούται να λαμβάνει, εντός του κράτους μέλους στο οποίο τα προστατευόμενα αντικείμενα που παρουσιάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι προσβάσιμα στο κοινό, τη συγκατάθεση των δικαιούχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών προς αυτή δικαιωμάτων όσον αφορά την πράξη παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου στην οποία μετέχει ο συγκεκριμένος πάροχος.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2      ΕΕ 1993, L 248, σ. 15.


3      Οδηγία του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (ΕΕ 1992, L 346, σ. 61). Η εν λόγω οδηγία καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2006/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006 (ΕΕ 2006, L 376, σ. 28).


4      ΕΕ 2001, L 167, σ. 10.


5      Τροποποιήσεις οι οποίες δεν ασκούν επιρροή στην υπό κρίση υπόθεση.


6      BGBl. I, 105/2018.


7      Βλ. αιτιολογική σκέψη 7 της οδηγίας 93/83.


8      Οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης οι οποίοι, στην πράξη, διασφαλίζουν συνήθως την προστασία αυτή εκπροσωπούν, μέσω συμβάσεων συνεργασίας, τα συμφέροντα τόσο των ημεδαπών όσο και των αλλοδαπών δικαιούχων.


9      Βλ., μεταξύ άλλων, αιτιολογικές σκέψεις 3 έως 5 της οδηγίας 93/83.


10      Η πραγματική λήψη από το κοινό δεν αποτελεί προϋπόθεση της ύπαρξης της πράξης παρουσίασης στο κοινό βάσει των διατάξεων περί του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.


11      Πρβλ. απόφαση Airfield (σκέψη 52).


12      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 69).


13      Πρβλ. απόφαση Airfield (σκέψεις 53 έως 55).


14      Πρβλ. απόφαση Airfield (σκέψεις 65 έως 67).


15      Πρβλ. απόφαση Airfield (σκέψεις 60 και 61).


16      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 56).


17      Δηλαδή για απευθείας λήψη από το κοινό.


18      Αυτό φαίνεται να αναγνωρίζει το Δικαστήριο και στη σκέψη 75 της αποφάσεως Airfield.


19      Πρβλ. αιτιολογική σκέψη 5 της οδηγίας 93/83. Βλ., επίσης, Pollaud-Dulian, F., Le droit d’auteur, Economica, Παρίσι, 2014, σ. 765.


20      Βλ., όσον αφορά τον έλεγχο και την ευθύνη του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, Dreier, T., σε Walter, M. M., και von Lewinski, S., European Copyright Law. A Commentary, Oxford University Press, Οξφόρδη, 2010, σ. 412 επ.


21      Βλ. σημεία 31 και 32 των παρουσών προτάσεων.


22      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τον καθορισμό κανόνων σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων που ισχύουν για ορισμένες επιγραμμικές μεταδόσεις ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών και αναμεταδόσεις τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών προγραμμάτων, και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2019, L 130, σ. 82).


23      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 69).


24      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψεις 71 έως 83).


25      Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 40).


26      Οδηγός της Συμβάσεως της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων της 24ης Ιουλίου 1971), Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας, Γενεύη, 1978, σ. 80. Ο οδηγός αυτός συντάχθηκε από τον C. Masouyé.


27      Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2006, SGAE (C‑306/05, EU:C:2006:764, σκέψη 41).


28      Απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2011, Football Association Premier League κ.λπ. (C‑403/08 και C‑429/08, EU:C:2011:631, σκέψη 197).


29      Βλ., προσφάτως, απόφαση της 22ας Ιουνίου 2021, YouTube και Cyando (C‑682/18 και C‑683/18, EU:C:2021:503, σκέψη 70).


30      Διαδοχικές βάσει του λειτουργικού κριτηρίου, δηλαδή η μια εξ αυτών εξαρτάται από την άλλη. Αντιθέτως, οι παρουσιάσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιούνται ταυτόχρονα.


31      Όπως το Δικαστήριο ορθώς επισήμανε στη σκέψη 75 της αποφάσεως Airfield.


32      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 78).


33      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 80).


34      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 81).


35      Βλ. απόφαση Airfield (σκέψη 82).


36      Ακριβώς τη λύση αυτή πρότεινε ο γενικός εισαγγελέας Ν. Jääskinen με τις προτάσεις του στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις Airfield και Canal Digitaal (C‑431/09 και C‑432/09, EU:C:2011:157). Η AKM προβάλλει παρόμοια λύση στην υπό κρίση υπόθεση, κατ’ αναλογίαν προς την καλωδιακή αναμετάδοση.


37      Κατάσταση την οποία το αιτούν δικαστήριο χαρακτηρίζει ως «οργανωμένο ταξίδι».


38      Μολονότι, βεβαίως, ένας ειδικός δέκτης-αποκωδικοποιητής, τον οποίο παρέχει ο πάροχος δορυφορικών πακέτων, συνήθως λειτουργεί μόνο με ενεργή συνδρομή, τούτο είναι άνευ σημασίας, διότι το ενδιαφερόμενο μέλος του κοινού μπορεί να αποκτήσει εξοπλισμό ο οποίος καλείται «free to air» [«ελεύθερης λήψης»] για να λαμβάνει τα προγράμματα ελεύθερης πρόσβασης.


39      Επισημαίνεται ότι το ζήτημα της ποιότητας τηλεοπτικής εκπομπής διακρίνεται από το ζήτημα σε ποια ποιότητα λαμβάνει το κοινό την εκπομπή αυτή λόγω του τεχνικού εξοπλισμού που διαθέτει. Είναι σαφές ότι, σε έναν μη συμβατό τηλεοπτικό δέκτη, μια εκπομπή υψηλής ευκρίνειας θα λαμβάνεται ως εκπομπή συνήθους ευκρίνειας. Εντούτοις, τούτο δεν ασκεί επιρροή, καθόσον, για την εκτίμηση της ύπαρξης πράξης παρουσίασης στο κοινό, είναι άνευ σημασίας το αν το κοινό λαμβάνει πράγματι την παρουσίαση αυτή.