Language of document :

Προσφυγή της 4ης Οκτωβρίου 2020 – Malacalza Investimenti κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-612/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Malacalza Investimenti Srl (Γένοβα, Ιταλία) (εκπρόσωποι: M. Condinanzi και L. Boggio, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να εξαφανίσει και να κηρύξει στο σύνολό τους άκυρες τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, κατόπιν διαπιστώσεως της ελλείψεως νομιμότητάς τους,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η εν λόγω προσφυγή στρέφεται κατά της αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 1ης Ιανουαρίου 2019, ECB-SSM-2019-ITCAR-11, η οποία απευθύνεται στην Banca Carige S.p.A., διοικητικό συμβούλιο και εποπτικό συμβούλιο, και η οποία εκδόθηκε βάσει σχεδίου αποφάσεως του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 8, του κανονισμού (ΕΕ)  1024/2013 του Συμβουλίου και τα άρθρα 69 ιζ΄, 70 και 98 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 385 της 1ης Σεπτεμβρίου 1993 (κώδικας τραπεζικής νομοθεσίας, στο εξής: TUB) τα οποία μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σε συνδυασμό με το άρθρο 9, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1024/2013, περί διαλύσεως των οργάνων διοικήσεως και ελέγχου της Banca Carige S.p.A., η έδρα της οποίας βρίσκεται στη Γένοβα, και αντικαταστάσεώς τους αντιστοίχως από τρεις ειδικούς διαχειριστές και επιτροπή εποπτείας αποτελούμενη από τρία μέλη, καθώς και κατά των μεταγενέστερων αποφάσεων περί παρατάσεως του καθεστώτος έκτακτης διαχείρισης.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, παράβαση των άρθρων 28 και 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ 2014, L 173, σ. 190), και παράβαση του άρθρου 69 ιζ΄ επ. του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 385 της 1ης Σεπτεμβρίου 1993 (TUB), καθώς και παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Εν πάση περιπτώσει, έλλειψη αιτιολογίας ως προς το σημείο αυτό.

Συναφώς υποστηρίζεται ότι το μέτρο της έκτακτης διαχείρισης έχει προδήλως υπερβολικό και δυσανάλογο χαρακτήρα.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως (άρθρο 296 ΣΛΕΕ και άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού) (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΕ 2014, L 141, σ. 1), καθώς και προσβολή του δικαιώματος πραγματικής δικαστικής προσφυγής.

–    Συναφώς υποστηρίζεται ότι η επιλογή του μέτρου της έκτακτης διαχείρισης δεν αιτιολογείται και δεν είναι σύμφωνη με τη διαβάθμιση των δυνάμενων να ληφθούν μέτρων.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 29, τελευταία περίοδος, της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Εν πάση περιπτώσει, έλλειψη αιτιολογίας ως προς το σημείο αυτό.

–    Συναφώς υποστηρίζεται ότι ο πραγματοποιηθείς διορισμός, στο μέτρο που παρέχει εξουσία έκτακτης και προσωρινής διαχείρισης σε δύο από τους πρώην διοικητές καθώς και στον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου το οποίο διαλύθηκε, δεν φαίνεται να είναι σύμφωνος με την απουσία, έστω ενδεχόμενης, συγκρούσεως συμφερόντων.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 70 του TUB, στο μέτρο που η διάλυση των οργάνων της εταιρίας μπορεί να αποφασιστεί στις περιπτώσεις που ρητώς προβλέπει η εν λόγω διάταξη.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και του άρθρου 71 του TUB.

–    Συναφώς προβάλλεται έλλειψη ή πλημμέλειες της αιτιολογίας όσον αφορά την ύπαρξη συγκρούσεως συμφερόντων.

Με τον έκτο λόγο προβάλλεται παράβαση των σχετικών με τα δικαιώματα των μετόχων κανόνων, που περιλαμβάνονται στην οδηγία 1132/2017 της Ευρωπαϊκής ένωσης και στον ιταλικό αστικό κώδικα, καθώς επίσης και της εφαρμογής των θεμελιωδών αρχών που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ΕΣΔΑ και το ιταλικό Σύνταγμα όσον αφορά την προστασία της ιδιοκτησίας, την ελευθερία ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας και την αυτοδιάθεση του πολίτη όσον αφορά τις προσωπικές του επιλογές.

–    Συναφώς υποστηρίζεται ότι, στον βαθμό που οι τραπεζικές εταιρίες υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες που λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα της δραστηριότητας την οποία ασκεί η εταιρία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγοράς αναφοράς, οι κανόνες δικαίου της ΕΕ, όπως και οι εθνικοί κανόνες, παρέχουν στην εταιρία, ως υπαγόμενη σε προστατευόμενο νομικό καθεστώς, ένα σύνολο δικαιωμάτων τα οποία η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει κατά τρόπο που, ουσιαστικά, συνεπάγεται πλήρη κατάργηση.

____________